Περίληψη
Αναίρεση. Ο εκ του άρθρου 559 αρ. 9 γ` ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης πρέπει το δικαστήριο να άφησε αδίκαστη αίτηση του αναιρεσείοντα και όχι του αναιρεσίβλητου. Η συμπλήρωση των αποδείξεων με τη διενέργεια αυτοψίας ή πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου και δεν ελέγχεται αναιρετικά. Πότε ιδρύεται ο εκ του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης. Ο λόγος αυτός δεν ιδρύεται όταν οι ελλείψεις αναφέρονται στην αιιτολόγηση απλά του αποδεικτικού πορίσματος, εφόσον αυτό διατυπώνεται με σαφήνεια. Οριζόντια ιδιοκτησία. Οι συνιδιοκτήτες έχουν υποχρέωση από τον κανονισμό να ανέχονται τυχόν ενοχλήσεις από επισκευές κοινών εγκαταστάσεων που διέρχονται από τις ιδιοκτησίες τους . Διαρροή στις σωληνώσεις της κεντρικής θέρμανσης που διέρχονται από οριζόντιες ιδιοκτησίες. Εκλογή διαχειριστή από τη Γ.Σ. για την επισκευή της συγκεκριμένης ζημίας. Νόμιμα εκλέγεται και τρίτο πρόσωπο ως διαχειριστής. Έγκριση της δαπάνης από τη Γ.Σ. με αυξημένη πλειοψηφία. Άσκηση αγωγής κατά των συνιδιοκτητών που δεν αποδέχθηκαν τις αποφάσεις της ΓΣ για να αναγνωριστεί η εγκυρότητα αυτών και να ανεχθούν τις εργασίες επισκευής. Βάσιμη η αγωγή και αιτιολογημένα έγινε δεκτή. Πότε ιδρύεται ο εκ του άρθρου 559 αρ. 10 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης. Δεν απαιτείται ειδική μνεία στην απόφαση καθενός αποδεικτικού μέσου χωριστά και αξιολόγησή του. Στοιχεία για το ορισμένο του εκ του άρθρου 559 αρ. 1 ΛΠολΔ λόγου αναίρεσης. Αόριστος ο σχετικός λόγος αναίρεσης. Ορθά απορρίφθηκε η ένσταση για καταχρηστική άσκηση του αγωγικού δικαιώματος. Ο εκ του άρθρου 559 αρ. 12 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης δεν ιδρύεται στις ειδικές διαδικασίες, όπως και εκείνη του άρθρου 647 παρ. 2 ΚΠολΔ. Το δικαστήριο εκτιμά ελεύθερα τις γνωμοδοτήσεις προσώπων που έχουν ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης και συντάχθηκαν ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου και προσάγονται από αυτόν. Απαράδεκτος ο εκ του άρθρου 559 αρ. 11 περ. α` ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης. Υποχρέωση του δικαστηρίου να λάβει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, χωρίς να απαιτείται ειδική μνεία και αξιολόγηση καθενός από αυτά, άλλως ιδρύεται ο εκ του άρθρου 559 αρ. 11 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης. Απαράδεκτος ο σχετικός λόγος αναίρεσης. Απορρίπτεται η αναίρεση.
Αριθμός 1062/2007
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ΄ Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αθανάσιο Κρητικό, Αντιπρόεδρο, Αχιλλέα Νταφούλη, Ελένη Μαραμαθά, Πλαστήρα Αναστασάκη και Δημήτριο Πατινίδη, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 12 Ιανουαρίου 2007, με την παρουσία και της Γραμματέως Μάρθας Ψαραύτη, για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1. …… και 2. …., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Χρήστο Οικονομάκη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ., χωρίς να καταθέσει προτάσεις.
Των αναιρεσίβλητων: 1. ….., ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Ελένη Χαχώλου – Θανοπούλου, 2. ….., και 3. …., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Ελένη Χαχώλου – Θανοπούλου, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 11 Ιουνίου 2002 αγωγή των, ήδη αναιρεσίβλητων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2477/2003 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 1544/2004 μη οριστική και 6848/2005 οριστική του Εφετείου Αθηνών.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 31 Οκτωβρίου 2005 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Δημήτριος Πατινίδης, ανέγνωσε την από 3 Ιανουαρίου 2007 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης.
Η πληρεξούσια του 1ου αναιρεσίβλητου ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Για να δημιουργηθεί ο από το άρθρο 559 άρ. 9 γ΄ ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως πρέπει το δικαστήριο να άφησε αδίκαστη αίτηση του αναιρεσείοντος και όχι του αναιρεσίβλητου, γιατί αν άφησε αδίκαστη αίτηση του αναιρεσίβλητου ο αναιρεσείων δεν έχει έννομο συμφέρον για προβολή της. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 355 και 368 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η συμπλήρωση των αποδείξεων με τη διενέργεια αυτοψίας ή πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται στην κυριαρχική και μη αναιρετικώς ελεγχόμενη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο ελευθέρως εκτιμά την ανάγκη της διεξαγωγής των αποδεικτικών αυτών μέσων. Έτσι η απόρριψη του σχετικού αιτήματος του διαδίκου δεν δημιουργεί τον από το άρθρο 559 αρ. 9 ΚΠολΔ, λόγο αναιρέσεως. Συνακόλουθα, οι πρώτος και ο πέμπτος (κατά το τρίτο μέρος του) λόγοι αναίρεσης, με τους οποίους, κατ` εκτίμηση, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από το άρθρο 559 αρ. 9 ΚπολΔ, για το λόγο ότι, το εφετείο, ανακαλώντας την προεκδοθείσα 1544/2004 μη οριστική απόφαση αυτού με την οποία διατάχθηκε η διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης, άφησε την αγωγή των αναιρεσιβλήτων εναγόντων εν μέρει αδίκαστη, κατά το αναφερόμενο αίτημά της, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.
ΙΙ. Ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αρ. 19 ΚΠολΔ για έλλειψη νόμιμης βάσης ιδρύεται όταν από τις αιτιολογίες της απόφασης δεν προκύπτουν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις εκείνα τα περιστατικά που συγκροτούν το πραγματικό του κανόνα ουσιαστικού δικαίου ο οποίος εφαρμόστηκε (υπαγωγικός συλλογισμός), ώστε καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής της διάταξης. Ο λόγος άρα δεν ιδρύεται όταν οι ελλείψεις αναφέρονται στην αιτιολόγηση απλά του αποδεικτικού πορίσματος, εφόσον αυτό διατυπώνεται με σαφήνεια. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την έφεση των αναιρεσειόντων εναγομένων κατά της 2477/2003 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία οι αναιρεσίβλητοι – ενάγοντες ζήτησαν και έγινε δεκτό να αναγνωρισθεί ότι νομίμως η γενική συνέλευση των συνιδιοκτητών της αναφερόμενης πολυκατοικίας αποφάσισε την επισκευή της κεντρικής θερμάνσεως αυτής σύμφωνα με την αναφερόμενη μελέτη μηχανολόγου – μηχανικού και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι συνιδιοκτήτες να ανεχθούν την εκτέλεση των επιβαλλομένων με την πιο πάνω μελέτη εργασιών μέσα στο διαμέρισμά τους, επειδή αρνούνται να επιτρέψουν την αποκατάσταση της βλάβης, με τις παρακάτω αιτιολογίες:Επί ενός οικοπέδου, το οποίο βρίσκεται στο …… και επί της οδού ….. , η δεύτερη ενάγουσα, ιδιοκτήτρια του ως άνω οικοπέδου, ανήγειρε διώροφη οικοδομή το έτος 1962, στην οποία μετέπειτα προσέθεσε και άλλους ορόφους. Με την υπ` αριθ. …. πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας του συμ/φου Αθηνών Παναγιώτη Κονταρίνη, η οποία μεταγράφηκε νομότυπα στα οικεία βιβλία μεταγραφών, η αναφερόμενη ιδιοκτήτρια υπήγαγε το κτίριο στο καθεστώς της οριζόντιας ιδιοκτησίας και έγινε κυρία των κατωτέρω αυτοτελών ιδιοκτησιών (οροφοδιαμερισμάτων), ήτοι του ισογείου, του πρώτου, του τετάρτου, του πέμπτου και του έκτου ορόφου, καθώς και του δώματος, οι οποίες, σύμφωνα με την παραπάνω πράξη, αντιστοιχούν στα 730 χιλιοστά της όλης συνιδιοκτησίας. Περαιτέρω, με τα νομίμως μεταγεγραμμένα υπ` αριθ. ….. και ….. συμβόλαια των Συμ/φων Αθηνών Ιωάννη Γαβριέλη και Ελένης Πολέτη αντίστοιχα, ο τρίτος ενάγων έγινε κύριος του διαμερίσματος του τρίτου ορόφου, στο οποίο αντιστοιχεί ποσοστό συνιδιοκτησίας 140 χιλιοστά και οι εναγόμενοι συγκύριοι, κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου ο καθένας, του διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου, στο οποίο αντιστοιχεί ποσοστό συνιδιοκτησίας 130 χιλιοστά.
Με το άρθρο 1 του ως άνω Κανονισμού, τον οποίο έχουν αποδεχθεί και οι εναγόμενοι, ορίζονται τα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της οικοδομής, ενώ με το άρθρο 5 ορίστηκε ότι κάθε συνιδιοκτήτης έχει απόλυτο δικαίωμα χρήσης του διαμερίσματός του, με τους αντίστοιχους περιορισμούς που οριοθετεί ο Κανονισμός αυτός. Περαιτέρω, με την παράγραφο Ε΄ του ιδίου άρθρου, ορίζεται ότι οι συνιδιοκτήτες είναι υποχρεωμένοι να ανέχονται τις τυχόν ενοχλήσεις στα διαμερίσματά τους, από τις επισκευές των διαφόρων εγκαταστάσεων κοινής χρήσης, που διέρχονται από αυτά. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για κάθε νέα εγκατάσταση ή εξωραϊστικό έργο και προσθήκες ή βελτιώσεις, που κρίνονται αναγκαίες, προς όφελος της όλης οικοδομής, από την πλειοψηφία της Γενικής Συνέλευσης των συνιδιοκτητών. Τέλος, στο άρθρο 6, στο οποίο περιγράφονται οι αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης και προβλέπεται ο διορισμός διαχειριστή μεταξύ των συνιδιοκτητών, ορίζεται ότι για τη διενέργεια δαπανών επισκευής της οικοδομής, που υπερβαίνουν το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών, ο διαχειριστής δεν έχει αρμοδιότητα από τον Κανονισμό, αλλά πρέπει αυτός να συγκαλέσει την Γενική Συνέλευση και να λάβει την έγκριση των συνιδιοκτητών, με ποσοστό πλειοψηφίας 60% της όλης συνιδιοκτησίας. Η όλη οικοδομή ανεγέρθηκε σταδιακά και για το λόγο αυτό διαθέτει δύο (2) εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, με δύο (2) λέβητες. Από τις εγκαταστάσεις αυτές, η μία εξυπηρετεί το ισόγειο, τον έκτο όροφο και το δώμα, η δε άλλη τους υπόλοιπους ορόφους, στους οποίους περιλαμβάνεται και το οροφοδιαμέρισμα των εναγομένων. Η δεύτερη αυτή εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης διαθέτει δύο (2) κεντρικούς χολύβδινους σωλήνες, οι οποίες αναχωρούν από τον λέβητα, στη συνέχεια χωρίζονται σε δύο (2) ζεύγη, από τα οποία, το μεν ένα ζεύγος, διέρχεται από το δάπεδο του πρώτου ορόφου και τροφοδοτεί τα θερμαντικά σώματα του ορόφου αυτού, το δε δεύτερο ζεύγος, διέρχεται από το δάπεδο του δεύτερου ορόφου και με κατακόρυφες σωλήνες τροφοδοτεί τα θερμαντικά σώματα των υπολοίπων ορόφων.
Σύμφωνα με τον υπ` αριθ. Ι όρο του ως άνω Κανονισμού, ο οποίος παραπέμπει ευθέως στο άρθρο 2 του Ν. 3741/1929, οι σωλήνες της κεντρικής θέρμανσης, οι οποίες διέρχονται από το δάπεδο του διαμερίσματος των εναγομένων, εφόσον εξυπηρετούν τις ανάγκες θέρμανσης και των λοιπών συνιδιοκτητών, είναι κοινόχρηστες και κοινόκτητες και για τη διέλευση των οποίων η ιδιοκτησία των εναγομένων βαρύνεται με δουλεία. Στα τέλη του μηνός Δεκεμβρίου του 2001, εμφανίστηκε διαρροή στο κοινόχρηστο δίκτυο των σωληνώσεων της κεντρικής θέρμανσης, που βρίσκονται στο δάπεδο του δευτέρου ορόφου, εκεί όπου βρίσκεται η ιδιοκτησία των εναγομένων και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, να τεθεί όλο το υπόλοιπο σύστημα εκτός λειτουργίας και έκτοτε να παραμένουν χωρίς θέρμανση, το οροφοδιαμέρισμα των εναγομένων, καθώς και τα υπερκείμενα οροφοδιαμερίσματα, δηλαδή του τρίτου, τετάρτου και πέμπτου ορόφου. Έγιναν κάποιες προσπάθειες να αποκατασταθεί η βλάβη, με ειδικό τεχνίτη, χωρίς όμως αποτέλεσμα, διότι, όπως αποδείχθηκε, η βλάβη αυτή ήταν εκτεταμένη, συνεπεία γήρανσης των σιδηροσωλήνων, σε τέτοια μάλιστα έκταση, που να απαιτείται πλέον η αντικατάσταση ολοκλήρου του συστήματος των σωληνώσεων. Για το λόγο αυτό συγκλήθηκε έκτακτη Γενική Συνέλευση των συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας, την 3-4-2002, με την παρουσία όλων των συνιδιοκτητών και με θέματα: 1) την εκλογή διαχειριστή για τη διενέργεια των επιβαλλομένων ενεργειών που θα απαιτούνταν και 2) την αποκατάσταση της βλάβης. Όσον αφορά το πρώτο θέμα, ομόφωνα αποφασίστηκε, με τη συναίνεση δηλαδή και των εναγομένων, να δοθεί διαχειριστική εξουσία, σύμφωνα με το άρθρο 6 του προαναφερθέντος Κανονισμού, στον πρώτο ενάγοντα, ο οποίος, όμως, δεν είναι συνιδιοκτήτης, όπως απαιτεί ο Κανονισμός αυτός.
Το πρόβλημα αυτό θα παρακάμπτονταν με την παροχή ειδικής πληρεξουσιότητας από την μέχρι τότε διαχειρίστρια, δεύτερη ενάγουσα, η οποία είναι σύζυγός του και συνιδιοκτήτρια της πολυκατοικίας. Η με τον τρόπο αυτό χορηγηθείσα στον πρώτο ενάγοντα εντολή διενέργειας συγκεκριμένων διαχειριστικών πράξεων, δεν απαγορεύεται από τον Κανονισμό. Αναφορικά με το δεύτερο θέμα, η πλειοψηφία των συνιδιοκτητών απέρριψε την προταθείσα από τους εναγομένους τεχνική μελέτη, η οποία προέβλεπε νέα πολυδάπανη εγκατάσταση συστήματος κεντρικής θέρμανσης και αποφάσισε να αναθέσει σε μηχανολόγο τη σύνταξη σχετικής μελέτης, η οποία θα προέβλεπε την απλή επισκευή του υφιστάμενου συστήματος και θα απαιτούσε μικρότερη δαπάνη, από αυτήν (επισκευή), που πρότειναν οι εναγόμενοι. Ο πρώτος ενάγων, στα πλαίσια αυτής της εντολής, συγκάλεσε νέα έκτακτη Γενική Συνέλευση, στις 15-5-2002, στην οποία πήραν μέρος όλοι οι συνιδιοκτήτες και η οποία, κατά πλειοψηφία, με μειοψηφία των εναγομένων, αποφάσισε να υλοποιηθεί η μελέτη του μηχανολόγου – μηχανικού ….. με την οποία προβλέπονταν η απομόνωση των σωληνώσεων που διέρχονταν από το δάπεδο του δεύτερου ορόφου, ιδιοκτησίας των εναγομένων, η τροφοδότηση των επιμέρους κλάδων με εξωτερικές περιμετρικές σωληνώσεις, οι οποίες θα ήταν επικαλυμμένες με γαλβανισμένη λαμαρίνα, η αλλαγή του κυκλοφορητή και η αντικατάσταση του ανοικτού δοχείου διαστολής με κλειστό. Οι εργασίες αυτές απαιτούσαν δαπάνη ανωτέρα των 10.000 δραχμών, αφού, σύμφωνα με την αναφερθείσα μελέτη, το κόστος επισκευής θα ανέρχονταν σε 700.000 δραχμές.
Ενόψει δε του άρθρου 6 του Κανονισμού της πολυκατοικίας, που προαναφέρθηκε και με το οποίο ορίζεται ότι, στην περίπτωση αυτή, η έγκριση της δαπάνης ανήκει στην αρμοδιότητα της Γενικής Συνέλευσης, ο πρώτος ενάγων συγκάλεσε την ως άνω Γενική Συνέλευση, η οποία, στη συγκεκριμένη περίπτωση, με πλειοψηφία 870 ψήφων, έναντι 130 των εναγομένων, ενέκρινε την δαπάνη και την πλήρη υλοποίηση, αναφορικά με την επισκευή, της μελέτης του ….. Η απόφαση αυτή, η οποία πάρθηκε με την οριζόμενη από τον Κανονισμό της πολυκατοικίας πλειοψηφία (60%) είναι έγκυρη, διότι φέρει όλα τα εξωτερικά γνωρίσματα και ως τέτοια είναι δεσμευτική και για τους εναγομένους, οι οποίοι μειοψήφισαν, καθόσον, αυτοί, μέσα στην αποσβεστική προθεσμία των έξι (6) μηνών, που καθιερώνει η διάταξη του άρθρου 101 του Α.Κ., δηλαδή μέχρι την 15-11-2002, δεν άσκησαν τη σχετική αγωγή ακυρώσεως”. Κρίνοντας έτσι, σε σχέση με την ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής, διέλαβε στην απόφασή του πλήρεις, σαφείς, μη ενδοιαστικές και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή των διατάξεων του ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρα 1 § 1, 2, 3 § 1, 4 §§ 1, 2, 13, 15 ν. 3741/1929 και 101 ΑΚ). Σύμφωνα με αυτά ο αντίθετος δεύτερος λόγος αναίρεσης που προβλέπεται από τη διάταξη του εδαφίου 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
ΙΙΙ. Ο λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 559 αρ. 10 ΚΠολΔ ιδρύεται όταν το δικαστήριο παρά τον νόμο δέχθηκε πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης ως αληθινά χωρίς απόδειξη. Ειδικότερα συντρέχει ο ανωτέρω λόγος αναίρεσης όταν το δικαστήριο δέχεται πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης χωρίς να εκθέτει ούτε γενικώς, ούτε ειδικώς από ποια αποδεικτικά μέσα άντλησε την απόδειξη και δεν απαιτείται να αξιολογεί τα επί μέρους αποδεικτικά μέσα, ούτε να τα εξειδικεύει.
Συνεπώς ο τρίτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι αναφέρει ότι τη δικανική του πεποίθηση την σχημάτισε “από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης, την χωρίς όρκο κατάθεση του πρώτου ενάγοντος… τις νομοτύπως ληφθείσες… ένορκες βεβαιώσεις και από όλα ανεξαιρέτως τα προσκομιζόμενα έγγραφα”, χωρίς να είναι επιβεβλημένο να μνημονεύσει τα καθ` έκαστον αποδεικτικά μέσα και να τα αξιολογήσει.
- IV. Για να είναι ορισμένος ο λόγος αναιρέσεως, που προβλέπεται από το άρθρο 559 αρ. 1 ΚΠολΔ, πρέπει με σαφήνεια να αναφέρονται στο αναιρετήριο: 1) ο κανόνας ουσιαστικού δικαίου και μάλιστα ενάριθμα, που φέρεται ότι παραβιάστηκε, 2) οι πραγματικές διαπιστώσεις (παραδοχές της ελάσσονος προτάσεως) που θεμελίωσαν την κρίση του δικαστηρίου για το βάσιμο ή μη της αγωγής ή του ισχυρισμού και 3) το νομικό σφάλμα, δηλαδή που βρίσκεται η παραβίαση, κατά την ερμηνεία η εφαρμογή του κανόνα. Στην προκειμένη περίπτωση οι αναιρεσείοντες με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως και κατά το πρώτο μέρος του, διατείνονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση “παραβίασε ουσιαστικό κανόνα δικαίου και ειδικότερα τον Γ.Ο.Κ. αγνοώντας την αντίθεση των επιβαλλομένων εργασιών στις διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας όπως καταφαίνεται από την… έκθεση αυτοψίας της Δ/νσης Πολεοδομίας …..” Ο λόγος αυτός αναίρεσης είναι αόριστος και γι` αυτό πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, γιατί δεν αναφέρει τη διάταξη του Γ.Ο.Κ. που φέρεται ότι παραβιάσθηκε, τις πλήρεις παραδοχές της ελάσσονος πρότασης της προσβαλλόμενης αποφάσεως που θεμελίωσαν την κρίση του δικαστηρίου για το μη βάσιμο του ισχυρισμού (και ποίου) των εναγομένων – αναιρεσειόντων. Περαιτέρω, με τον ίδιο λόγο και κατά το δεύτερο μέρος του προβάλλεται αιτίαση, ότι το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφαση, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμο τον επί του άρθρου 281 ΑΚ ισχυρισμό των αναιρεσειόντων ότι η άσκηση του αγωγικού δικαιώματος εκ μέρους των αναιρεσίβλητων υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός αυτού, υπό τα κατά την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό προβληθέντα πραγματικά περιστατικά, “ότι οι ενάγοντες και ιδίως ο πρώτος, έχουν επανειλημμένα δηλώσει, επειδή οι εναγόμενοι απέκτησαν το διαμέρισμά τους σε πλειστηριασμό, ότι δεν θα τους αφήσουν να το χαρούνε, θα τους το βγάλουν ξυνό”. Έτσι που έκρινε το Εφετείο και απέρριψε στην ουσία της την ως άνω από το άρθρο 281 Α.Κ. ένσταση, δεν παραβίαση τη διάταξη αυτή, γιατί πράγματι η άσκηση του αγωγικού δικαιώματος των αναιρεσίβλητων δεν υπερβαίνει και μάλιστα προφανώς τα όρια που καθιερώνει η παραπάνω ουσιαστικού δικαίου διάταξη του Α.Κ. και είναι επομένως απορριπτέος ως αβάσιμος ο πιο πάνω λόγος αναιρέσεως.
- V. O προβλεπόμενος από το άρθρο 559 αρ. 12 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως στην περίπτωση που το δικαστήριο παραβίασε τους ορισμούς του νόμου σχετικά με τη δύναμη των αποδεικτικών μέσων δεν ιδρύεται στις ειδικές διαδικασίες, όπως είναι και εκείνη του άρθρου 647 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., γιατί στη διαδικασία αυτή λαμβάνονται υπόψη και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρ. 650 παρ. 1 εδ. α ΚΠολΔ). Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 390 ΚΠολΔ, το δικαστήριο εκτιμά ελεύθερα τις γνωμοδοτήσεις προσώπων που έχουν ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης σε ζητήματα που αφορούν εκκρεμή δίκη που συντάχθηκαν ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου και προσάγονται από αυτόν. Επομένως ο πέμπτος λόγος αναιρέσεως και κατά το πρώτο μέρος του, με το οποίο προβάλλεται η από το άρθρο 559 αρ. 11 περ. α ΚΠολΔ αιτίαση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έλαβε υπόψη την από 22-4-2002 ιδιωτική γνωμοδότηση του μηχανολόγου – μηχανικού ….. για τις βλάβες του συστήματος θέρμανσης της πολυκατοικίας των διαδίκων – συνιδιοκτητών και για τον τρόπο επίλυσης και αποκατάστασης αυτών, παρά το γεγονός ότι ο εν λόγω μηχανικός δεν κατέχει την σχετική άδεια για το σύστημα θέρμανσης της ως άνω πολυκατοικίας, διαθέτουσας θέρμανση 185.000 θερμομονάδων, αλλά για σύστημα θέρμανσης κατώτερης δυναμικότητας (40.000 μέχρι 160.000 θερμομονάδων), πρέπει, προεχόντως να απορριφθεί ως απαράδεκτος.
- VI. Από τα άρθρα 335, 338, 339, 340 και 346 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να σχηματίσει την κρίση του για το αποδεικτικό πόρισμα αναφορικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων, που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και ανάγκη αποδείξεως, υποχρεούται να λάβει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, χωρίς να είναι ανάγκη να γίνεται ειδική μνεία και χωριστή αξιολόγηση του καθενός απ` αυτά. Η παράβαση της υποχρεώσεως αυτής ιδρύει τον προβλεπόμενη από το άρθρο 559 αρ. 11 ΚΠολΔ λόγο αναιρέσεως. Για να είναι όμως ορισμένος ο ερειδόμενος στην διάταξη αυτή λόγος αναιρέσεως πρέπει να αναφέρεται στο αναιρετήριο όχι μόνο ο προσδιορισμός του μέσου αυτού, του αποδεικτικού του περιεχομένου και του διαδίκου που το επικαλέσθηκε και το προσκόμιζε αλλά και ο ισχυρισμός, το βάσιμο ή αβάσιμο του οποίου θα αποδεικνυόταν με το αποδεικτικό αυτό μέσο και ο οποίος πρέπει να είναι ουσιώδης. Στην προκειμένη περίπτωση με το πέμπτο λόγο αναιρέσεως και με το δεύτερο μέρος αυτού προβάλλεται η αιτίαση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν έλαβε υπόψη τα επικληθέντα από τους αναιρεσείοντες έγγραφα ήτοι: α) την ….. έκθεση αυτοψίας της Δ/νσης Πολεοδομίας …… 2) τα από 2.2.2005 σχόλια του μηχανικού ….. επί των παρατηρήσεων του ….. στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ….. γ) την έκθεση πραγματογνωμοσύνης του τελευταίου και δ) τη μήνυση του πρώτου αναιρεσείοντος κατά του πρώτου αναιρεσίβλητου και τη συνταχθείσα ιατροδικαστική έκθεση που συντάχθηκε μετά την υποβολή της μηνύσεως του πρώτου αναιρεσείοντος. Ο λόγος αυτός είναι αόριστος καθόσον οι αναιρεσείοντες δεν προσδιορίζουν τον ισχυρισμό, το βάσιμο ή αβάσιμο του οποίου θα αποδεικνυόταν με τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα και αν ο ισχυρισμός αυτός είναι ουσιώδης. Για το λόγο αυτό ο λόγος αυτός αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.
- V. Μετά ταύτα πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, οι οποίοι παρέστησαν και κατέθεσαν προτάσεις.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 31-10-2005 αίτηση του ….. για αναίρεση της 6848/2005 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσίβλητων, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (770) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 25 Απριλίου 2007 .
Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 16 Μαΐου 2007.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ