Περίληψη
ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός 655/2012
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Χαράλαμπο Καλαματιανό, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Γκιούλη(και) Αθανάσιο Θεοφάνη , Εισηγητή, Εφέτες, και από τη Γραμματέα Γ εωργία Λογοθέτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 10 Μαιου 2012, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……….. …………. του …………, κατοίκου Πειραιώς, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Χρήστο Οικονομάκη, με δήλωση κατ’αρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ : 1)………. ………… του ……… , κατοίκου Φερρών Έβρου, και 2) Ανώνυμης Εταιρείας Γενικών Ασφαλίσεων , με την επωνυμία «……… ………..», που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα, της οποίας η άδεια λειτουργίας ανακλήθηκε και στη θέση της υπεισήλθε επωνυμία «…………. ……….. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, από τους οποίους ο 10ς εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Αθανασία Αλεξάνδρου και το 2° εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Βασιλική Νακοπούλου, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 26-6-2009 και υπ’αριθμ.εκθ. καταθ. 6355/ 2009 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ.2217/ 2010 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 1-6-2011 και υπ’ αριθμ.εκθ. καταθ. 591/ 2011 έφεση, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Η πληρεξούσια δικηγόρος του 1ου εφεσίβλητου αφού έλαβε τον λόγο από τον Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και οι λοιποί πληρεξούσιοι δικηγόροι, οι οποίοι παραστάθηκαν με δηλώσεις ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
- Η από 1-6-2011 (αρ. εκθ. καταθ. 591/1-6-2011) έφεση του ενάγοντος κα, ήδη εκκαλούντος κατά της υπ’ αριθμ. 2217/ 2010 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ,που εκδόθηκε επί της από 26-6-2009 (αρ. εκθ. καταθ. 6355/ 26-6-2009) αγωγής του, κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 681 Α ΚΠολΔ κα, απέρριψε αυτή), ασκήθηκε σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις κα, εμπρόθεσμα εφόσον δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης αποφάσεως (άρθρα 495 παρ. 1,2, 496, 499, 511, 513 παρ. 1 στοιχ. β’ εδάφ. α’, 516 παρ. 1, 518 παρ’ 2, 591 παρ. 1 εδαφ. α’ ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί, κατά την ανωτέρω ειδική διαδικασία, το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 533 παρ. 1, 591 παρ. 1 εδάφ. α’ ΚΠολΔ).
- Ο, ήδη εκκαλών, ενάγων στην από 26-6-2009 αγωγή του ισχυρίστηκε ότι, εξαιτίας αυτοκινητικού ατυχήματος που έλαβε χώρα από υπαιτιότητα του, ήδη πρώτου εφεσίβλητου, πρώτου εναγόμενου στον τόπο, κατά τον χρόνο και υπό τις συνθήκες που αναφέρονται στην αγωγή, υπέστη περιουσιακή ζημία κα, ηθική βλάβη. Ζήτησε δε από τον ως άνω εναγόμενο και την, ήδη δεύτερη εφεσίβλητη, δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική του εταιρεία να τον αποζημιώσουν σχετικά καταβάλλοντας του, ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση, το συνολικό ποσό των 623.639,50 € με τους νόμιμους τόκους.
- Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού έκρινε την ως άνω έχουσα αγωγή παραδεκτή και νόμιμη, αγνοώντας ισχυρισμό περί παραγραφής της κατ’ αυτού αξιώσεως του ενάγοντος που υπέβαλε το υπεισελθον στη θέση της δεύτερης εναγόμενης (της οποίας ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας) νπιδ} με την επωνυμία «………… ………….. ………. Ευθύνης από Ατυχήματα Αυτοκινήτων», απέρριψε αυτή και κατ’ ουσίαν αβάσιμη και επέβαλε τα δικαστικά έξοδα εις βάρος του ενάγοντος.
- Κατά της ως άνω κρινάσης αποφάσεως παραπονείται ο ηττηθείς, ήδη εκκαλών, ενάγων με την ένδικη έφεσή του αποδίδοντας στην εκκαλούμενη απόφαση κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου καιι κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού ζητεί δε την τυπική παραδοχή της εφέσεώς του, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης αποφάσεως, την αναδίκαση της αγωγής από το Δικαστήριο τούτο, την παραδοχή αυτής στο σύνολό της και την επιβολή των δικαστικών εξόδων εις βάρος των αντιδίκων του.
- Περαιτέρω από τη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ, που ορίζει ότι «η αναπηρία ή παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημιώσεως, αν επιδρά στο μέλλον του», σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 298, 299, 914, 929 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι η αναπηρία ή η παραμόρφωση, που προξενείται στον παθόντα, ανεξαρτήτως φυλου, εκτός από την επίδραση, την οποία μπορεί να ασκήσει τόσο στο ύψος των χρηματικών ποσών, που θα στερείται ο παθών στο μέλλον ή θα ξοδεύει επιπλέον εξαιτιας της αυξήσεως των δαπανών του, όσο και στο ύψος της χρηματικής ικανοποιήσεως, που θα επιδικασθεί για την ηθική βλάβη, μπορεί να θεμελιώσει και αυτοτελή αξίωση για αποζημίωση, αν επιδρά στο μέλλον του. Η διατύπωση της διαταξεως του άρθρου 931 ΑΚ παρέχει βάση για τέτοια αξίωση, αν και εφόσον, κατά την αληθή έννοιά της, η αναπηρία ή η παραμόρφωση επιδρά στο οικονομικό μέλλον του παθόντος, που δεν μπορεί να καλυφθεί εντελώς με τις παροχές, οι οποίες προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 929 και 932 ΑΚ, που συνθέτουν την ως άνω έννοια της αναπηρίας ή της παραμορφώσεως στο μέλλον του παθόντος. Η κατά τα άνω, όμως, αυτοτελής αξίωση αφορά στον καθορισμό και μόνον αποζημιώσεως για περιουσιακή ζημία και μάλιστα μελλοντική και όχι για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, η οποία αποκαθίσταται κατά το άρθρο 932 ΑΚ και η οποία δεν μπορεί να βρει έρεισμα και στη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ, στην οποία γίνεται λόγος για «αποζημίωση» (βλ. ΟλΑΠ 18/ 2008 a δημοσίευση Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
- Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα αποδείξεως και την ανώμοτη κατάθεση του πρώτου εναγόμενου, που περιέχονται στα πρακτικά της συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου; και από τα έγγραφα που τα διάδικα μέρη προσκομίζουν νόμιμα και επικαλούνται και στα οποία συγκαταλέγονται το σχεδιάγραμμα του τόπου του ένδικου ατυχήματος και συναφείς φωτογραφίες, που επισκοπήθηκαν, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρα 336 παρ. 4, 591 παρ. 1 εδάφ. α ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης αυτής : Στις 27-6-2004, ημέρα Κυριακή και περί ώρα 19.40, στη λεωφόρο Πειραιώς – Αθηνών (Πειραιώς) και με κατεύθυνση από Πειραιά προς Αθήνα κινούνταν τα ΕΙΧ οχήματα με στοιχεία ….. ….., εργοστασίου κατασκευής ……….I, κυριότητας του πρώτου εναγόμενου, οδηγούμενο από τον ίδιο και …….. …….., εργοστασίου κατασκευής …….., τύπου ………., κυριότητας της …….. …….., οδηγούμενο από τον ενάγοντα. Το πρώτο από τα προαναφερόμενα οχήματα εκινείτο στη δεξιά λωρίδα της λεωφόρου, το οδόστρωμα της οποίας, σημειωτέον είχε αποξεστεί με σκοπό να τοποθετηθεί καινούργιος ασφαλτοτάπητας, έμπροσθεν δε αυτού εκινείτο δίκυκλο μοτοποδήλατο ενώ το δεύτερο από τα οχήματα εκινείτο ; με υπερβαίνουσα τη νόμιμη ταχύτητα, στην αριστερή λωρίδα του ρεύματος.Αποδεικνύεται περαιτέρω οτι λίγα μέτρα πριν τη συμβολή της ανωτέρω λεωφόρου με την οδό …….. …….. ο δικυκλιστής μείωσε απότομα την όχι υψηλή ταχύτητά του με σκοπό προφανώς να εισέλθει στη δεύτερη από τις προαναφερόμενες οδούς με συνέπεια ο ακολουθών οδηγός του με στοιχεία ….. ….. ΕΙΧ αυτοκινήτου, ο οποίος δεν τηρούσε ικανή απόσταση ασφαλείας, να αναγκαστεί να κινηθεί αριστερά για να αποφύγει την πρόσκρουσή του στο δίκυκλο με αποτέλεσμα να εισέλθει ελάχιστα στην αριστερή λωρίδα της ως άνω λεωφόρου. Τη στιγμή εκείνη βρέθηκε δίπλα το προαναφερόμενο με στοιχεία ….. ….. στο κινούμενο στην αριστερή λωρίδα της οδού με στοιχεία …….. …….. οδηγούμενο από τον ενάγοντα, το οποίο εκινείτο με υψηλότερη της ενδεικνυόμενης, λόγω της καταστάσεως της οδού, ταχύτητα, σε ασταθή, λόγω της απωλέσεως της λείας επιφάνειας του, οδόστρωμα με αποτέλεσμα να προσκρούσει στο εμπρόσθιο αριστερό τμήμα του πρώτου (….. …..) οχήματος, ο οδηγός του να απωλέσει τον έλεγχο του οχήματος του, να κινηθεί χωρίς έλεγχο για βραχύ χρονικό διάστημά, να ανατραπεί και αυταναφλεγεί. Η διαδρομή αυτή των πραγματικών περιστατικών, ελλείψει αυτοπτών μαρτύρων και αντικειμενικών ευρημάτων στο σημείο του οδοστρώματος στο οποίο έλαβε χώρα το ατύχημα αλλά και ευρύτερα σ’ αυτό (οδόστρωμα) ,προκύπτει από την ανώμοτη κατάθεση του πρώτου εναγόμενου στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και την ένορκη προανακριτική κατάθεση του ενάγοντα ενόψει του ότι η κατάθεση μάρτυρα αποδείξεως στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στερείται ίδιας αξίας και τούτο διότι αποτελεί απλή μεταφορά της διηγήσεως του ενάγοντα στη μάρτυρα τη μη έχουσα οποιαδήποτε σχέση με το ένδικο ατύχημα.Ειδικότερα τα όσα κατέθεσε ο πρώτος εναγόμενος ως προς τις συνθήκες προκλήσεως του ένδικου ατυχήματος υιοθετεί ενάγοντα μάχονται τους κανόνες και τα συμπεράσματα της λογικής. Συγκεκριμένα; ο ενάγων ισχυρίστηκε στην αγωγή του και κατέθεσε ότι ο πρώτος εναγόμενος εκινείτο με το όχημά του με ταχύτητα περί τα 100 χιλ/ώρα καθώς και ότι το γεγονός αυτό είχε διαπιστώσει προτού λάβει χώρα το ατύχημα αφήνοντας χωρίς εξήγηση το γεγονός πως τα οχήματά τους “συναντήθηκαν” αργότερα στο σημείο του ατυχήματος ενόψει του ότι αυτός (ενάγων) ισχυρίζεται ότι εκινείτο με το όχημά του με ταχύτητα 30 χιλ/ώρα. Έπειτα ο ισχυρισμός του ενάγοντα ότι το όχημα του πρώτου εναγόμενου εισήλθε στη λωρίδα κυκλοφορίας του, αυτός (ενάγων) εισήλθε με το όχημά του στη λωρίδα κυκλοφορίας του πρώτου εναγόμενου και, ακολούθως, επέστρεψε στην αρχική λωρίδα του και προσέκρουσε στο όχημα του πρώτου εναγόμενου (και μάλιστα στο εμπρόσθιο αριστερό τμήμα αυτού) αφήνει χωρίς απάντηση το ερώτημα για ποιο λόγο το όχημα του ενάγοντος δεν προσέκρουσε στο πίσω μέρος του οχήματος του πρώτου εναγόμενου όπως Βία ήταν αναμενόμενο (και λογικό).Τέλος, σημειώνεται ότι μια τόσο ελαφρά πρόσκρουση δεν είναι πρόσφορη στο να προκαλέσει ανατροπή κανονικώς και με μικρή ταχύτητα κινούμενου οχήματος κρίνεται όμως αρκετή να προκαλέσει το αποτέλεσμα αυτό αν η πρόσκρουση αφορά όχημα μικρού βάρους, κινούμενο με υψηλή ταχύτητα σε ασταθές οδόστρωμα, όπως στην προκειμένη περίπτωση. Επομένως, σύμφωνα με, όσα ανωτέρω παρατιθέμενα, το Δικαστήριο κάνει δεκτά ως αποδεικνυόμενα ,αμφότεροι οι εμπλακέντες στο ατύχημα διάδικοι ευθύνονται. για την πρόκληση του ένδικου ατυχήματος με διαφορετικό όμως ποσοστό συμμετοχής. Έτσι το ποσοστό συνυπαιτιότητας του ενάγοντα. στη διαδικασία προκλήσεως του ένδικου ατυχήματος κρίνεται ότι ανέρχεται σε 80% ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του πρώτου εναγόμενου κρίνεται ότι, έρχεται σε 20%. Ειδικότερα, ο ενάγων ευθύνεται διότι έβαινε με ταχύτητα πολύ υψηλότερη της ενδεικνυόμενης ενόψει των συνθηκών της οδού και έτσι δεν είχε πλήρη έλεγχο του οχήματος του ώστε να μπορεί να εκτελεί τους απαιτούμενους χειρισμούς κατά παράβαση των επιταγών των άρθρων 19 παρ. 1,2 και 20 παρ. 1 του Νέου Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας που κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 26 96/ 1999 ενώ ο πρώτος εναγόμενος ευθύνεται διότι προτιθέμενος να εκτελέσε, ελιγμό προς τα αριστερά δεν βεβαιώθηκε ότι μπορούσε να το πράξει χωρίς κίνδυνο ή παρακώλυση των λοιπών χρηστών της οδού και δεν κατέστησε έγκαιρα γνωστή την πρόθεσή του αυτή κατά παράβαση των επιταγών του άρθρου 21 παρ. 1, 2 του ανωτέρω Κώδικα. Περαιτέρω από τα προμνημονευθέντα μέσα υποδεικνύεται ότι, ο ενάγων απομακρύνθηκε από το φλεγόμενο όχημα με το οποίο εκινείτο πλην όμως παρέμειναν κα, καταστράφηκαν στο όχημα προσωπικά του είδη (κινητό τηλέφωνο, γυαλιά ηλίου, μπουφάν jean) με αποτέλεσμα να υποστεί ζημία ποσού 600,00 €.Μετά την απομάκρυνσή του από το όχημά του ο ενάγων διακομίστηκε στο Νομαρχιακό Γενικό Νοσοκομείο Ελευσίνος “………..” στο οποίο παρέμεινε νοσηλευόμενος έως τις 18-8-2004 για να αντιμετωπιστούν τα εγκαύματα που έφερε στο 20% της επιφάνειας του σώματός του, στο αριστερό άνω άκρο και στο αριστερό κάτω άκρο. Τα εγκαύματα αυτά αποκαταστάθηκαν με την τοποθέτηση δερματικών μοσχευμάτων μερικού πάχους και κατά την έξοδό του έφερε μικρές μη επουλωθείσες επιφάνειες. Του συστήθηκε συντηρητική αγωγή και αναρρωτική άδεια 30 ημερών, η διάρκεια της οποίας παρατάθηκε πολλές φορές και διήρκεσε τελικώς έως τις 18-4-2005. Κατά το πρώτο τρίμηνο της περιόδου αυτής δηλαδή από τις 19-8-2004 έως και τις 18-11- 2004 κρίνεται ότι ο ενάγων είχε ανάγκη της συνδρομής οικιακής βοηθού (και όχι αποκλειστικής νοσοκόμου) για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που επέφερε στην καθιερωμένη ζωή του ο τραυματισμός του και, επειδή εστερείτο των αναγκαίων οικονομικών μέσων, χρησιμοποίησε τις υπηρεσίες της συντρόφου του …….. ……….. οι οποίες αποτιμώμενες σε χρήμα είχαν συνολική αξία 2.400,00 € (3 μήνες X 800,00 €/μηνιαίως).Αντιθέτως δεν αποδείχθηκε ότι παρουσιάστηκε ανάγκη ο ενάγων να διαφοροποιήσει το καθημερινό του σιτηρέσιο με άλλα τρόφιμα και ποτά πέραν των όσων συνήθιζε να καταναλώνει ή να διαφοροποιηθεί η ποιοτική τους αναλογία. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο συστήθηκε στον ενάγοντα οίκοι ανάπαυση δηλαδή από τις 15-8-2004 έως και τις 24-4-2005 αυτός δεν μπόρεσε να δραστηριοποιηθεί μέσω της ατομικής επιχειρήσεως παροχής υπηρεσιών φυλάξεως που διατηρούσε με αποτέλεσμα (αφού αφαιρεθεί από το ανωτέρω χρονικό διάστημα ο μήνας Αύγουστος του έτους 2004 οπότε δεν θα εργαζόταν λόγω διακοπών) να απωλέσει καθαρό εισόδημα 8.000,00 € (8μήνες X 1.000,00 €/μηνιαίως). Από το ένδικο ατύχημα ο εναγών υπέστη ,όπως ήδη σημειώθηκε .σωματικές βλάβες αλλά και υλικές τέτοιες με αποτέλεσμα να καταληφθεί από αισθήματα στεναχώριας και άγχους δηλαδή υπέστη παράλληλος και ηθική βλάβη για ανακούφιση και παρηγοριά του από αυτή δικαιούται να λάβει χρηματική ικανοποίηση. Το δικαιούμενο εύλογο χρηματικό ποσό, αφού ληφθούν υπόψη τα κατά νόμο προσδιοριστικά στοιχεία (είδος και έκταση βλάβης, υπαιτιότητα μερών, κοινωνική και οικονομική κατάσταση αυτών) πρέπει να οριστεί σε 10-000,00 6. Τέλος , από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα, δεν αποδεικνύεται ότι ο ενάγων υπέστη από το ένδικο ατύχημα βλάβες προσδιοριστώ του οικονομικού του μέλλοντος όπως απαιτείται σύμφωνα με όσα αναδύονται ανωτέρω υπό στοιχείο 3 και τούτο διότι μετά την αποθεραπεία του κρίνεται απολύτως ικανός να ασκήσει την προηγούμενη ασκούμενη επιχειρηματική του δραστηριότητα όπως και κάθε άλλη τέτοια ανάλογη προς την ηλικία του και τις επαγγελματικές του δεξιότητες. Επομένως, το σχετικό κονδύλιο πρέπει να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμο. Ακολούθως, πρέπει να σημειωθούν και τα εξής το υπεισηλθόν στη θέση της δεύτερης εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας, της οποίας ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας, νπιδ με την επωνυμία «………….. ……….. ………….. Ευθύνης από Ατυχήματα Αυτοκινήτων», υπέβαλε πρωτοδίκως} παραδεκτώς, ένσταση παραγραφής της κατ’ αυτού αξιώσεως του ενάγοντος διότι κατά την επίδοση σ’ αυτό (νπιδ) του δικογράφου της ένδικης αγωγής είχε συμπληρωθεί το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 10 παρ. 2 κν. 489/1976, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίηση του με το άρθρο 7 ν. 3557/ 2007. Ο ισχυρισμός αυτός του ανωτέρω νπιδ απορρίφθηκε σιωπηρά από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ήδη δε επαναφέρεται παραδεκτώς από αυτό (νπιδ) με τις προτάσεις του της παρούσης συζητήσεως και ζητείται η απόρριψη της ένδικης εφέσεως καθόσον στρέφεται κατ’ αυτού. Πράγματι η επίδοση του δικογράφου της ένδικης αγωγής στο νπιδ έλαβε χώρα στις 26-6-2009 (βλ. επισημείωση του αρμοδίου δικαστικού επιμελητή στο επιδοθέν αντίγραφο της αγωγής) δηλαδή πολύ μετά τη συμπλήρωση της ανωτέρω διετούς παραγραφής καθότι διεύρυνση του χρόνου της παραγραφής σε πέντε (5) έτη προϋπέθετε, σύμφωνα με την πρόβλεψη της διατάξεως του άρθρου 18 τη συμπλήρωση της διετούς παραγραφής κατά την έναρξη ισχύος της διατάξεως του άρθρου 7 ν. 3557/ 2007 (βλ. Κρητικό, Αποζημίωση από Αυτοκινητικά Ατυχήματα, δ’ εκδ., 2008, σ. 714-715, αρ. 190). Συνεπώς πρέπει αφού τεθεί ως αιτιολογία της εκκαλούμενης αποφάσεως αυτή της παρούσας, η ένδικηέφεση ως προς το προαναφερόμενο νπιδ να απορριφθεί ως αβασιμη. Μετά από αυτά πρέπει η γενόμενη τυπικά δεκτή έφεση να γίνει δεκτή ως και εν μέρει κατ’ ουσίαν βάσιμη ως προς τον πρώτο εφεσίβλητο, να εξαφανιστεί ως προς αυτόν η εκκαλουμενη απόφαση, να κρατηθεί προς εκδίκαση η αγωγή να καταβάλλει στον εναγομδνίΓ ποσό 12.200,00 6 [10.000,00 € + (600,00 6+2400,00 €+8.000,006 X 20%)] νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής. Τέλος περίπτωση αναγγελίας προσωπικής κρατήσεως κατά του πρώτου εναγόμενου με σκοπό την αναγκαστική εκτέλεση της αποφάσεως αυτής δεν υπάρχει, λόγω του ύφους της απαιτήσεως του ενάγοντα και του χρονικού σημείου καταθέσεως του δικογράφου της αγωγής (βλ. απόφαση Υπουργού Δικαιοσύνης υπ’ αριθμ. 12082/ 11-2-2009 που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β 318/ 20-2- 2009).
- Τα δικαστικά έξοδα του νικώντος εκκαλούντος τα αναλογούντα στην έκταση της νίκης του και αφορώντα αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματος του, πρέπει να επιβληθούν εις βάρος του πρώτου εφεσίβλητου ενώ τα δικαστικά έξοδα τα αφορώντας τους λοιπούς διαδίκους πρέπει να συμψηφιστούν κατα μεν ένα μέρος λόγω του δυσερμήνευτου των περί παραγραφής διατάξεων, που εφαρμόστηκαν, κατά δε το λοιπό της μέρος να επιβληθούν εις βάρος του εκκαλούντος, σύμφωνα με τις προβλέψεις των άρθρων 183, 176, 178, 179 περ. γ’, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 και 591 παρ. 1 εδάφ. ΚΠολΔ, κατά τα στο διατακτικό διαλαμβανόμενα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
-Δέχεται τυπικά την έφεση κατά της εκδοθείσης κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 681 Α ΚΠολΔ ;υπ’ αριθμ. 2217/ 2010 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
-Απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση ως προς το υπεισηλθάν στη θέση της δεύτερης εφεσίβλητης, νπιδ, με την επωνυμία «………. ……….. ………. Ευθύνης από Ατυχήματα Αυτοκινήτων».
-Δέχεται κατ’ ουσίαν την έφεση ως προς τον πρώτο εφεσίβλητο.
-Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση
-Κρατεί και δικάζει την από 26-6-2009 αγωγή.
-Απορρίπτει ό,τι ως απορριπτέο κρίθηκε.
-Δέχεται εν μέρει αυτή ως προς τον πρώτο ενάγοντα.
-Υποχρεώνει αυτόν να καταβάλει στον ενάγοντα ποσό 12.200,00 € νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής και
-Καταδικάζει τον εκκαλούντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ανωτέρω νπιδ για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας και τον πρώτο εφεσίβλητο στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος αμφοτερων των βαθμών δικαιοδοσίας προσδιορίζει δε τα ποσά αυτών σε 1.200,00 € και 850,00 € αντιστοίχως.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά, στις 11 Οκτωβρίου 2012.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύτηκε δε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 8 Νοεμβρίου 2012, με άλλη σύνθεση, λόγω προαγωγής και μεταθέσεως της Εφέτη Αικατερίνης Γκιούλη, αποτελούμενη από τους Δικαστές Χαράλαμπο Καλαματιανό, Πρόεδρο Εφετών, Παρασκευή Ψυχογυιού και Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτες και από τη Γραμματέα Γεωργία Λογοθέτη, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων τους δικηγόρων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ