Περίληψη
Αριθμός 5868/2018
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Διαδικασία Αυτοκινητιστικών Διαφορών
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Αθηνών Σπυριδούλα Τσίγκα την οποία όρισε να δικάσει η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών και το Γραμματέα Γρηγόριο Κονιαβίτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Μαϊου 2018 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ:
Του καλούντα – ενάγοντα: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «_______ __________ ________ ___________», ως καθολικού διαδόχου του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία _______ __________ __________ – _________ ________ _________ __________ (_____-_________)», που εδρεύει στην _______, νόμιμα εκπροσωπούμενου, το οποίο παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Γαρυφαλλιάς Φραντζή.
ΚΑΤΑ
Των καθ’ ων η κλήση – εναγομένων: 1) _________ _____ του _______, κατοίκου ________, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας του δικηγόρου Ζωής Παπαγεωργίου και 2) Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «__________», που εδρεύει στην _______, νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Αναστασίας Αποστόλου.
Το καλόν – ενάγον με την από 9-11-2017 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ 62.566/2017 και ΕΑΚ 8.049/2017 κλήση του, νομότυπα επαναφέρει προς συζήτηση και ζητεί να γίνει δεκτή η από 10-7-2015 αγωγή του, διαδικασίας αυτοκινήτων, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης 7.028/2015, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 3.270/2017 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που διέταξε την αναβολή της συζήτησης της υπό κρίση αγωγής και η οποία προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιες δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
Μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφτηκε σύμφωνα με το Νόμο
Το καλόν – ενάγον με την από 9-11-2017 και με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ 62.566/2017 και ΕΑΚ 8.049/2017 κλήση του, νομότυπα επαναφέρει προς συζήτηση την 10-7-2015 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης 7.028/2015, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 3.270/2017 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που διέταξε την αναβολή της συζήτησής της έως ότου εκδοθεί απόφαση επί της από 18-5-2016 και με αριθμό κατάθεσης 3 17/2016. αίτησης αναίρεσης πού έχει ασκήσει ο πρώτος των εναγομένων ________ ________ κατά της υπ’ αριθμ. 5.250/2015 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ. 262/2-2-2018 απόφασης του Αρείου Πάγου.
Στην προκειμένη περίπτωση με την κρινόμενη αγωγή το ενάγον με την επωνυμία «_____», ως καθολικός διάδοχος του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «______ – _____», εκθέτει ότι στις 7-7-2010 ο ________ ________ του _________, ασφαλισμένος του, οδηγώντας την υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας _________ δΐκυκλη μοτοσυκλέτα του, κινούνταν στη λεωφόρο __________ στη _______ ______ και όταν έφθασε στο ύψος της συμβολής αυτής με την πλατεία Φλέμιγκ, ο πρώτος των εναγομένων, οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ΙΖΚ-4015 Ι.Χ.Ε αυτοκίνητο, το οποίο κατά το χρόνο εκείνο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην δεύτερη εξ’ αυτών ασφαλιστική εταιρία, κινούμενος στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας της λεωφόρου ________, πραγματοποίησε στροφή προς τα αριστερά με σκοπό να εισέλθει στην εν λόγω πλατεία, παραβιάζοντας τον ερυθρό σηματοδότη που είχε στην πορεία του και έτσι επέπεσε με το εμπρόσθιο τμήμα του αυτοκινήτου του στο αριστερό τμήμα της δίκυκλης μοτοσυκλέτας, με αποτέλεσμα ο ασφαλισμένος του ενάγοντα να τραυματισθεί θανάσιμα. Ότι από την ασφαλιστική σχέση και συνεπεία του προαναφερόμενου θανάσιμου τραυματισμού του ασφαλισμένου του, ο οποίος κατά το χρόνο του ατυχήματος εργαζόταν ως ιδιωτικός υπάλληλος στην ______ __________ _________ (_____), κατέβαλε στους δικαιούχους του για έξοδα κηδείας το ποσό των 759,52 ευρώ και εκδόθηκε προς τούτο η υπ’ αριθμ. Σ91/2257/4-11-2014 απόφαση του Διοικητή του ενάγοντα. Ζητεί δε, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να του καταβάλουν ο καθένας εις ολόκληρον το ποσό των 759,52 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Τέλος, ζητεί να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική του δαπάνη.
Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η ένδικη αγωγή, για το παραδεκτό της οποίας έχει ήδη αποφανθεί η υπ’ αριθμ. 3.270/2017 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 10 Ν.Δ 4104/1960,18 παρ.1 του Ν.4476/1965,18 Ν.1654/1986, 2,4,9,10 του ν.Γ.Π.Ν/1911 «περί της εκ των αυτοκινήτων αστικής και ποινικής ευθύνης», 10 παρ.1 του ν.489/1976, 297, 298, 299, 330 εδ.β’, 340, 345, 346, 481 επ., 914 Α.Κ., 907, 908 παρ.1,176, 191 παρ.2 Κ.Πολ.Δ .Πρέπει, επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, χωρίς να απαιτείται καταβολή δικαστικού ενσήμου δεδομένου ότι το ΙΚΑ απολαύει των προνομίων του Δημοσίου (αρθρ. 51 παρ.1 εδ. β’ του ν. 4387/2016 σε συνδ. με το άρθρο 19 παρ.1 του ΑΝ 1846/51 «Περί Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων»).
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 10 παρ. 5 του ν.δ. 4104/1960, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθ. 18 παρ. 1 ν. 4476/1965 και συμπληρώθηκε με το 18 α.ν. 1654/1986 συνάγεται ότι το ΙΚΑ για τις οφειλόμενες ασφαλιστικές παροχές προς τους ασφαλισμένους, οι οποίοι δικαιούνται αποζημίωση για ζημία που προξενήθηκε σ’ αυτούς λόγω ασθένειας, αναπηρίας κλπ. υποκαθίσταται από το νόμο κατά το ποσό των οφειλομένων στον ζημιωθέντα ασφαλιστικών παροχών, στην αξίωση του τελευταίου κατά του ζημιώσαντος, η υποκατάσταση δε αυτή προκειμένου για απαιτήσεις από αδικοπραξία που τελέσθηκε μετά την έναρξη της ισχύος του ν. 1654/1986 επέρχεται εκ του νόμου και ανατρέχει στο χρόνο που γεννήθηκε η ζημία, κατά τον οποίο και επέρχεται η μεταβίβαση στο ΙΚΑ της απαιτήσεως του ασφαλισμένου του (παθόντος), έκτοτε δε, νέος φορέας αυτής είναι το ΙΚΑ, το οποίο και μόνο αυτό, ως νέος δανειστής, νομιμοποιείται πλέον να επιδιώξει την είσπραξη της απαιτήσεως από τον υπόχρεο. Για τη μεταβίβαση αυτή αρκεί το γεγονός ότι ο ασφαλισμένος δικαιούται ασφαλιστικές παροχές (αδιαφόρως αν έχουν καταβληθεί ή όχι) οι οποίες να τελούν σε χρονική και ουσιαστική αντιστοιχία με την αξίωση αποζημιώσεως. Η επιδίωξη των σχετικών απαιτήσεων του ΙΚΑ μπορεί να γίνει είτε με άσκηση κυρίας παρεμβάσεως στην μεταξύ του ασφαλισμένου αρχικού δικαιούχου της απαιτήσεως και των υπόχρεων προς αποζημίωση του δίκη, (εφόσον ο ασφαλισμένος ενάγων περιέλαβε στην αγωγή του και τις προς το ΙΚΑ μεταβιβασθείσες απαιτήσεις του) είτε με αυτοτελή αγωγή (βλ. Εφ. Πειρ. 912/1996 δημ. Νόμος, Αθαν. Κρητικό «Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα» έκδ. 2008, παρ. 21/1 επ. ,57 επ. ). Δηλαδή, βασική προϋπόθεση για την ανωτέρω μεταβίβαση στο ΙΚΑ της προς αποζημίωση αξιώσεως του ασφαλισμένου του και παθόντος είναι η θεμελίωση τέτοιας αξιώσεως αυτού σε άλλες διατάξεις (π.χ. Ν ΓΠΝ/1911 914, 922 ΑΚ) , με συνέπεια, σε περίπτωση, που δεν μπορεί να θεμελιωθεί τέτοια αξίωση, όπως π.χ. διότι το ατύχημα οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του παθόντος- ασφαλισμένου στο ΙΚΑ, τότε δεν τίθεται ζήτημα μεταβιβάσεως αξιώσεως στο τελευταίο, αφού τέτοια αξίωση δεν έχει γεννηθεί.
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 937 ΑΚ, η απαίτηση από αδικοπραξία παραγράφεται μετά από πενταετία αφότου ο παθών έμαθε τη ζημία και τον υπόχρεο προς αποζημίωση. Η διάταξη του άρθρου 18 του ν. 1654/1986 τοποθετεί την αυτοδίκαιη μεταβίβαση της αξιώσεως αποζημίωσης από τον παθόντα στο Ι.Κ.Α, στο χρόνο γενέσεως της αξιώσεως αποζημιώσεως, δηλαδή στο χρόνο επελεύσεως της ζημίας (π.χ. τραυματισμού, θανάτου). Κατά το χρόνο αυτό ο παθών γνωρίζει τη ζημία και τον υπόχρεο και συνεπώς η πενταετής παραγραφή πρόλαβε και άρχισε στο πρόσωπο του προσβληθέντος και συνεχίζεται αφεξής στο πρόσωπο του Ι.Κ.Α (βλ. σχ. Αθαν. Κρητικό οπ. παρ., παρ. 56, σελ. 454 επ. ). Εξάλλου, ο ασφαλιστής που καλύπτει την αστική ευθύνη του κυρίου, του κατόχου και του οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου ευθύνεται σε αποζημίωση του παθόντος τρίτου σε περίπτωση ατυχήματος (αρθ. 10 παρ.1 Ν. 489/1976). Κατά την παρ. 2 του ίδιου άρθρου η αξίωση αποζημιώσεως παραγράφεται, με την τροποποίηση που επήλθε με τον Ν.3557/2007, μετά την πάροδο πέντε (5) ετών από την ημέρα του ατυχήματος επιφυλασσομένων των κείμενων διατάξεων για την αναστολή και διακοπή της παραγραφής. Η παραγραφή αρχίζει από την επομένη ημέρα του ατυχήματος και ισχύει για τις παρούσες, αλλά και τις προβλεπτές μέλλουσες συνέπειες. Η έναρξη της παραγραφής αυτής δεν προϋποθέτει γνώση του δικαιούχου και ισχύει τόσο για τον ίδιο τον παθόντα όσο και για το ΙΚΑ, ως νέο δυνάμει ex lege μεταβιβάσεως φορέα της αξιώσεως αποζημιώσεως (βλ. σχ. Αθαν. Κρητικό οπ. παρ., παρ. 54, 55, σελ. 453 επ.). Επιπλέον, κατά το άρθρο 255 ΑΚ η παραγραφή αναστέλλεται για όσο χρόνο ο δικαιούχος εμποδίστηκε από δικαιοστάσιο ή άλλο λόγο ανωτέρας βίας να ασκήσει την αξίωσή του μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της παραγραφής. Αναστέλλεται επίσης η παραγραφή για όσο χρονικό διάστημα μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της ο υπόχρεος απέτρεψε με δόλο το δικαιούχο να ασκήσει την αξίωση. Από τη διάταξη δε του άρθρου 257 ΑΚ, προκύπτει ότι το χρονικό διάστημα της αναστολής δεν υπολογίζεται στο χρόνο παραγραφής και όταν πάψει η αναστολή $ ι δεν συμπληρώνεται πριν περάσουν έξι μήνες. Εξάλλου, οι προθεσμίες που ορίζονται από το νόμο ή τα δικαστήρια, διακρίνονται σε αυτές του ουσιαστικού δικαίου (π.χ’. οι προθεσμίες παραγραφής των αξιώσεων και απαιτήσεων: του ουσιαστικού δικαίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων ΑΚ 249, 250V’937, 1788, του άρθρου 10 παρ.1 του ν.489/1976 κ.λπ.), η μη τήρηση των οποίων έχει ουσιαστικές συνέπειες, όπως έκπτωση από το δικαίωμα και σε αυτές τού’ δικονομικού δικαίου, η μη τήρηση των οποίων συνδέεται με δικονομικές συνέπειες (π.χ απαράδεκτο ή ακυρότητα). Η προθεσμία παραγραφής, η οποία είναι προθεσμία ουσιαστικού δικαίου, αντιδιαστέλλεται ρητά από τις δικονομικές προθεσμίες και συνακόλουθα από τις δικαστικές προθεσμίες, δεδομένου ότι αυτή αναφέρεται στην άσκηση των επίδικων αξιώσεων, ενώ οι δικονομικές προθεσμίες συνδέονται αποκλειστικά με την επιχείρηση διαδικαστικών πράξεων (βλ. σχ. Κ.Μπέη «Πολιτική Δικονομία» τ. ΙΒ, κεφ. ΙΖ, Προθεσμίαι, σελ.747). Κατά συνέπεια των ανωτέρω, κάθε αγωγή που δεν ασκήθηκε εντός των προθεσμιών που τάσσουν οι διατάξεις του νόμου για την άσκηση της αξιώσεως που στηρίζεται σε ουσιαστικό δικαίωμα, έχει ως συνέπεια την παραγραφή και απόσβεση της αξιώσεως και την έκπτωση από το δικαίωμα. Τέλος, με το άρθρο πρώτο της από 28-6-2015 πράξης νομοθετικού περιεχομένου (ΦΕΚ A 65/28-6-2015), που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 44 παρ. 1 του Συντάγματος, λαμβάνοντας υπόψη την έκτακτη περίπτωση εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης να προστατευθεί το ελληνικό και χρηματοδοτικό σύστημα και η ελληνική οικονομία από την έλλειψη ρευστότητας, ορίστηκε στην παρ. 1 εδ. α και γ αυτού ότι : «Η χρονική περίοδος από 28 Ιουνίου έως 6 Ιουλίου κηρύσσεται τραπεζική αργία» (εδ. α) και « Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών η ως χρονική περίοδος δύναται να συντμηθεί ή να παραταθεί» (εδ. γ), στη δε παρ. 5 εδ. β αυτού ότι «Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ….αναστέλλονται οι δικαστικές προθεσμίες». Κατά συνέπεια με την προαναφερθείσα πράξη νομοθετικού περιεχομένου αναστέλλονται οι δικαστικές και μόνο προθεσμίες (δηλαδή οι προθεσμίες που τίθενται από τα δικαστήρια με τις αποφάσεις τους). Δεν αναστέλλονται ούτε οι δικονομικές προθεσμίες και σε καμία περίπτωση δεν αναστέλλονται οι προθεσμίες του ουσιαστικού δικαίου, δηλαδή οι προθεσμίες που προβλέπουν την άσκηση απαιτήσεων και αξιώσεων που πηγάζουν από ουσιαστικά δικαιώματα.
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα του πρώτου των εναγομένων που εξετάστηκε στο ακροατήριο, τα έγγραφα που επικαλούνται και προσάγουν οι διάδικοι τα οποία χρησιμεύουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, όσα οι πληρεξούσιες δικηγόροι τους ανέπτυξαν προφορικά και με τις έγγραφες προτάσεις τους και από το σύνολο της διαδικασίας αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 7-7-2010 και περί ώρα 22:30′, ο _______ ________ του _________, ασφαλισμένος του ΝΠΔΔ «____-_____», στη θέση του οποίου υπεισήλθε, ως καθολικός διάδοχος αυτού το ενάγον. οδηγώντας την υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας _________ δίκυκλη μοτοσυκλέτα του, κινούνταν με κανονική για τις συνθήκες ταχύτητα, στη λεωφόρο Ποσειδώνος στην περιοχή της ________ ________ με κατεύθυνση προς ________. Κατά τον ίδιο χρόνο ο πρώτος των εναγομένων, οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ________ _________, το οποίο κατά το χρόνο εκείνο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην δεύτερη εξ’ αυτών ασφαλιστική εταιρία έβαινε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας της ως άνω λεωφόρου ήτοι προς Βούλα. Όταν ο παραπάνω οδηγός έφθασε στο ύψος της συμβολής της προαναφερόμενης λεωφόρου με την πλατεία ________, πραγματοποίησε στροφή προς τα αριστερά, αν και ο φωτεινός σηματοδότης που είχε στην πορεία του είχε χρώμα ερυθρό, με αποτέλεσμα να εισέλθει στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας και να επιπέσει με το εμπρόσθιο τμήμα του αυτοκινήτου του στην αριστερή πλευρά της δίκυκλης μοτοσυκλέτας. Συνεπεία του ένδικου συμβάντος, ο ανωτέρω οδηγός της μοτοσυκλέτας υπέστη βαριές σωματικές κακώσεις οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατό του. Με την υπ’ αριθμ, 5250/2015 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, ο πρώτος των εναγομένων κρίθηκε αποκλειστικά υπαίτιος για το ένδικο ατύχημα. Κατά της ως άνω απόφασης ο τελευταίος άσκησε ενώπιον του Αρείου Πάγου την από 18-5-2016 και με αριθμό κατάθεσης 317/2016 αίτηση αναίρεσης επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 262/ 2-2-2018 απορριπτική απόφαση, το δε διατακτικό της, προσκομίζεται από το ενάγον. Επίσης, προέκυψε ότι ως άνω ασφαλισμένος του ενάγοντα μέχρι το χρόνο του ένδικου ατυχήματος, εργαζόταν ως ιδιωτικός υπάλληλος και με την ειδικότητα του τεχνίτη οχημάτων στην _______ ________ _________ (_____). Έτσι, με την υπ’ αριθμ. Σ91/2257/4-11-2014 απόφαση του Διοικητή ____-_____, συνεπεία του θανάσιμου τραυματισμού του, το τελευταίο κατέβαλε στους δικαιούχους του το ποσό των 759,52 ευρώ, ως έξοδα κηδείας. Προέκυψε, όμως ότι από την επομένη του ένδικου ατυχήματος ήτοι από τις 8-7-2010 έως την άσκηση της ένδικης αγωγής, η οποία κοινοποιήθηκε στους εναγόμενους στις 13 Ιουλίου 2015, όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθμ. 6636 β και 6635 β/13-7-2015 αντίστοιχα εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ελένης Πρασσά, που προσκομίζει με επίκληση το ενάγον, έχει παρέλθει χρονικό διάστημα άνω της προβλεπόμενης, τόσο από τη διάταξη του άρθρου 937 ΑΚ αναφορικά με τον πρώτο των εναγομένων, όσο και εκείνης του άρθρου 10 παρ. 1 του 489/1976 αναφορικά με τη δεύτερη των εναγομένων ασφαλιστικής εταιρίας, πενταετίας. Ο δε ισχυρισμός του ενάγοντα που υποβλήθηκε καθ’ υποφορά στην ένδικη αγωγή του και με τις προτάσεις του, ότι δηλαδή η ένδικη αγωγή του ασκήθηκε εντός της προβλεπόμενης πενταετούς προθεσμίας, λόγω της αναστολής των δικαστικών προθεσμιών με την προαναφερόμενη πράξη νομοθετικού περιεχομένου, δεν ευσταθεί, εφόσον σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην αρχή της παρούσας νομική σκέψη, με την ως άνω πράξη αναστάλθηκαν αποκλειστικά και μόνο οι δικαστικές προθεσμίες και όχι αυτές του ουσιαστικού δικαίου, όπως είναι στην προκειμένη περίπτωση η προθεσμία της παραγραφής. Κατά συνέπεια, η ως άνω ένδικη αξίωση του ενάγοντα κατά των εναγομένων έχει υποπέσει σε παραγραφή, γενομένης δεκτής, ως ουσιαστικά βάσιμης της σχετικής ένστασης που προέβαλαν νόμιμα οι εναγόμενοι. Επομένως, εν όψει όλων όσων εκτέθηκαν, η ένδικη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως παραγεγραμμένη, καταδικαζόμενου του ενάγοντα στη δικαστική δαπάνη των εναγομένων, λόγω της ήττας του, κατ’ άρθρο 176 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., περιοριζόμενη, όμως, κατά τις διατάξεις του άρθρου 22 του Ν. 3693/1957, όπως ισχύει, κατά το διατακτικό, αφού η νομική υπηρεσία του ενάγοντα ΝΠΔΔ διεξάγεται δια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (βλ. σχ. ΑΠ 1351/1990 Ελ. Δνη 33, 326, ΑΠ 518/1993 Ελ. Δνη 35, 381), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων
Απορρίπτει την αγωγή.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εναγόμενων στο ενάγον, το ύψος των οποίων ορίζει τα εκατόν είκοσι (120) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στις 22 -11-2018, σε έκτακτη, δημόσια και στο ακροατήριο συνεδρίαση του Δικαστηρίου, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Αθήνα 11 ΔΕΚ 2018
Ο Γραμματέας
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΙΛΑΛΗΣ