Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Αριθμός απόφασης 8973/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Κωνσταντίνο Βουλγαρίδη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, που ορίσθηκε με κλήρωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3327/2005
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 14 Νοεμβρίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση με αντικείμενο προστασία σήματος, μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΣΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία “_____ _________ __________ __________ _________” και το διακριτικό τίτλο “________.”, που εδρεύει στο ________ _______ και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) της ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας με την επωνυμία “_________ _______.”, που εδρεύει στο _________ _______ και εκπροσωπείται νόμιμα και 3) της εταιρείας με την επωνυμία “_____ ________ _________ _____.”, που εδρεύει στον ________ _________ και εκπροσωπείται νόμιμα, που παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους, Χρήστου Οικονομάκη (AM ΔΣΠ 2517), ο οποίος κατέθεσε σημείωμα
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ: 1) Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “________ __________ ___________ ____.(___) _____, που εδρεύει στο _________ ______________ και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “_______ ________ ___________ ____ _______”, που εδρεύει στον _________ ___________ και εκπροσωπείται νόμιμα, 3) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “______ ________ (_________) __________ ___________ ___________ ___________” και δ.τ. ________ __________ (___________) _______, που εδρεύει στον _________ και εκπροσωπείται νόμιμα, 4) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “________ ________ _______ _________ ____________ __________” και το διακριτικό τίτλο _________ _________, που εδρεύει στο ________ ________ και εκπροσωπείται νόμιμα, 5) ________ _______ ___ __________, κατοίκου __________ __________, 6) ___________ ______________ του __________, κατοίκου _________ ___________, 7) __________ ___________ του ____________, κατοίκου ____________, 8) ____________ ____________ – ____________ του ____________, κατοίκου _______ _________, 9) __________ _________ του _________, κατοίκου _________, 10) _________ ___________ του ___________, κατοίκου ______ _______ ________, 11) _____ ________ του __________, κατοίκου _______ και 12) ___________ ____________ του ________, κατοίκου _____ __________ ________, οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους, Τριαντάφυλλου Σπάχου (AM ΔΣΑ 21002), ο οποίος κατέθεσε σημείωμα
Οι αιτούσες ζητούν να γίνει δεκτή η από 20-9-2018 (αριθμ.εκθ.καταθ. 87703/9836/2018) αίτησή τους, που απευθύνεται στο Δικαστήριο αυτό και προσδιορίσθηκε, μετ’ αναβολή, για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης μετά την εκφώνηση της αίτησης από τη σειρά που ήταν γραμμένη στο έκθεμα οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώθηκε και αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Α. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 121, 122, 125 και 147 του Ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α’ 86/11-4-2012), προκύπτει ότι η προστασία του σήματος, δηλαδή κάθε σημείου επιδεκτικού γραφικής παραστάσεως, συμπεριλαμβανομένων και των γραμμάτων, που είναι ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχειρήσεως από εκείνα άλλων επιχειρήσεων (ΕΑ 7460/1999 ΔΕΕ 2000. 156), προϋποθέτει την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας των άρθρων 134 επ. του ν. 4072/2012 με αντικείμενο τον έλεγχο της νομιμότητας του, η οποία εκκινεί με την υποβολή δήλωσης κατάθεσης του προς καταχώριση σήματος και περατώνεται με την καταχώριση αυτού στο μητρώο σημάτων, το οποίο τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης, εφόσον έχει γίνει δεκτό με απρόσβλητη απόφαση του εξεταστή ή της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων ή με τελεσίδικη δικαστική απόφαση (ΑΠ 138/2013 ΕΕμπΔ 2013. 271). Η καταχώριση αυτή συνιστά ατομική διοικητική πράξη, με την οποία συστήνεται το ιδιωτικού δικαίου δικαίωμα στο σήμα και της οποίας η νομιμότητα δεν μπορεί να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως από τα πολιτικά δικαστήρια (ΑΠ 1609/2014, ΑΠ 366/2014, ΑΠ 344/2013, ΑΠ 62/2013 Δημοσίευση Νόμος). Υπό δε τον προγενέστερο Ν. 2239/1994, περί σημάτων, η προστασία του σήματος προϋπέθετε παραδοχή του, με αμετάκλητη απόφαση της αρμόδιας Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων (Δ. Ε. Σ.) και καταχώρησή του στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 6 του ίδιου Νόμου (ΕΑ 5136/2005 ΔΕΕ 2005. 939). Περαιτέρω, από τις ως άνω διατάξεις 121, 122, 125 και 147 του Ν. 4072/2012, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 150 και 153 του ίδιου νόμου, προκύπτει ότι εκείνος που κατέθεσε νομίμως σήμα δικαιούται και συνακόλουθα νομιμοποιείται ενεργητικώς ως δικαιούχος του σήματος και μέχρι τη νόμιμη διαγραφή του να ζητήσει από κάθε τρίτο, που χρησιμοποιεί κατά τις συναλλαγές και σε ομοειδή προϊόντα ή υπηρεσίες αυτούσιο το σήμα αυτό, ή κατά παραποίηση ή απομίμησή του να άρει την προσβολή και να την παραλείψει στο μέλλον, καθώς και να καταβάλλει αποζημίωση. Επιπρόσθετα δε, έχει τη δυνατότητα να ζητήσει και τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων και, ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 153 του Ν. 4072/2012 « 1. Όποιος έχει αξίωση για άρση και παράλειψη λόγω προσβολής του σήματος μπορεί να ζητήσει και τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων. 2. Ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να ζητήσει τη συντηρητική κατάσχεση ή την προσωρινή απόδοση των εμπορευμάτων με το προσβάλλον διακριτικό γνώρισμα προκειμένου να εμποδιστεί η είσοδος ή η κυκλοφορία τους στο δίκτυο εμπορικής διανομής. 3. Σε περίπτωση προσβολών που διαπράπονται σε εμπορική κλίμακα και εφόσον ο δικαιούχος του σήματος αποδεικνύει την ύπαρξη περιστάσεων που είναι δυνατόν να θέσουν σε κίνδυνο την καταβολή της αποζημίωσης που έχει ζητήσει με τακτική αγωγή και προσκομίζει ευλόγως διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, ότι το σήμα του προσβάλλεται ή επίκειται προσβολή του το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να διατάσσει τη συντηρητική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του καθ’ ου, καθώς και τη δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών του. Για το σκοπό αυτό ζητεί από τον προσβολέα την κοινοποίηση τραπεζικών, χρηματοοικονομικών ή εμπορικών εγγράφων ή την προσήκουσα πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες με τον όρο ότι διασφαλίζεται η προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών. 4. Τα ασφαλιστικά μέτρα των προηγούμενων παραγράφων μπορεί να διαταχθούν και χωρίς προηγούμενη ακρόαση του καθ’ου ιδίως όταν τυχόν καθυστέρηση θα προκαλούσε ανεπανόρθωτη ζημία στον δικαιούχο του σήματος. 5. Προκειμένου το αρμόδιο δικαστήριο να λάβει τα ανωτέρω μέτρα μπορεί να ζητήσει από τον αιτούντα να προσκομίσει κάθε ευλόγως διαθέσιμο αποδεικτικό στοιχείο για να σχηματίσει την πεποίθηση ότι το δικαίωμα του προσβάλλεται ή ότι επίκειται προσβολή του. Σε κάθε περίπτωση εφαρμόζονται εν προκειμένω οι παράγραφοι 4 έως 7 του άρθρου 154. 6. Η δήλωση καταθέσεως σήματος από το πρόσωπο, κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, δεν κωλύει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατ’ αυτού. 7. Αρμόδιο για τη λήψη των ασφαλιστικών μέτρων είναι το μονομελές πρωτοδικείο τόσο της περιφέρειας, στην οποία ευρίσκονται τα προϊόντα ή παρέχονται οι υπηρεσίες, όσο και της περιφέρειας που εδρεύει η επιχείρηση, της οποίας τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες φέρουν το προσβαλλόμενο σήμα. 8. Ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να ζητήσει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά των ενδιαμέσων, οι υπηρεσίες των οποίων χρησιμοποιούνται από τρίτο για την προσβολή του σήματος του.». Εξάλλου για την ύπαρξη προσβολής του δικαιώματος επί του σήματος από τη χρήση του υπό τρίτου κατά παραποίηση και, συνακόλουθα, για την παροχή στο δικαιούχο της ως άνω προστασίας, πρέπει τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες του δικαιούχου και του τρίτου, για τη διάκριση των οποίων χρησιμοποιείται από αυτούς το σήμα, να είναι ίδια ή παρόμοια (βλ. σχετ. υπό τον προϊσχύσαντα νόμο 2239/1994, ΑΠ 1131/1995 ΕλλΔ/νη 37. 1605, ΑΠ 310/1990 ΕλλΔ/νη 32.72, ΕΑ 7460/1999 ΔΕΕ 2000.156, ΕφΘεσ 3916/1996 ΕλλΔ/νη 39.669). Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 125 παρ. 3 περ. γ’ του ανωτέρω νόμου, ο δικαιούχος σήματος, το οποίο έχει αποκτήσει φήμη, δικαιούται να απαγορεύει τη χρήση οποιουδήποτε σημείου ταυτίζεται ή ομοιάζει με αυτό, ακόμη και για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν ομοιάζουν με εκείνα, για τα οποία έχει καταχωρηθεί το σήμα, εφόσον η χωρίς εύλογη αιτία χρησιμοποίηση του εν λόγω σημείου θα μπορούσε να προσπορίσει αθέμιτο όφελος από το διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του (περιπτώσεις παρασιτισμού ή free riding) ή να βλάψει τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη αυτού (περιπτώσεις εξασθένισης και ευτελισμού της καλής φήμης του σήματος). Από την ερμηνεία της διάταξης αυτής, η οποία, όπως προκύπτει από το περιεχόμενό της, έχει τεθεί αποκλειστικά προς προστασία της διαφημιστικής λειτουργίας του σήματος, σε συνδυασμό προς εκείνες των περιπτώσεων α’ και β’ της ίδιας παραγράφου συνάγεται η παροχή διευρυμένης νομικής προστασίας στο σήμα, το οποίο έχει αποκτήσει φήμη, σε σχέση προς τα υπόλοιπα σήματα που στερούνται αυτής. Η νομοθετική αυτή επιλογή εμφανίζεται εξάλλου πλήρως δικαιολογημένη δικαιοπολιτικά λόγω της διευρυμένης, δηλαδή τόσο διακριτικής όσο και διαφημιστικής, λειτουργίας που επιτελούν τα σήματα, τα οποία εντάσσονται στην εν λόγω κατηγορία. Ενόψει μάλιστα του γεγονότος ότι η έννοια του σήματος φήμης δεν προσδιορίζεται κατά τρόπο αυθεντικό από τον ίδιο το νομοθέτη, καθίσταται αναγκαία για τον προσδιορισμό της η προσφυγή του εφαρμοστή του δικαίου στη χρήση μίας σειράς ποσοτικών και ποιοτικών κριτηρίων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται; α) ο αυξημένος βαθμός καθιέρωσης του σήματος στις συναλλαγές, ο οποίος επιτυγχάνεται, όταν η ανταγωνιστική δύναμη του σημείου, από το οποίο αποτελείται αυτό, εκδηλώνεται σε μεγάλο βαθμό, έχει γίνει δηλαδή γνωστή πέραν από το σχετικό κύκλο των καταναλωτών, β) η μοναδικότητα του σήματος, η οποία συντρέχει, όταν αυτό δεν έχει φθαρεί χρησιμοποιούμενο κατά τρόπο ευρύ από τρίτους σε ανόμοια προϊόντα, γ) η ιδιοτυπία στην εν γένει εμφάνιση και την εκφραστική του δύναμη, δ) η ύπαρξη ιδιαίτερης θετικής εκτίμησης του καταναλωτικού κοινού αναφορικά με τα προϊόντα που διακρίνει, ε) το καλυπτόμενο από το σήμα μερίδιο αγοράς καθώς και η χρονική διάρκεια της χρησιμοποίησής του, στ) το μέγεθος των επενδύσεων που έχει πραγματοποιήσει ο δικαιούχος αυτού για την προβολή του και ζ) η γεωγραφική έκταση, εντός της οποίας το σήμα χαίρει φήμης (ΑΠ 486/2015 ΔΕΕ 2015. 850, ΑΠ 1609/2014 ό.π., ΑΠ 249/2014 ΕΕμπΔ 2014. 1008, ΑΠ 1423/2013 ΔΕΕ 2014. 229, ΑΠ 371/2012 Δημοσίευση Νόμος, ΑΠ 1030/2003 ΕΕμπΔ 2008. 891). Επιπρόσθετα, για την εφαρμογή της κατά τα ανωτέρω διάταξης αρκεί η διαπίστωση κάποιου βαθμού ομοιότητας μεταξύ του σήματος φήμης και του μεταγενέστερου σημείου, ώστε να είναι δυνατή από το καταναλωτικό κοινό η συνειρμική διασύνδεση του σημείου που χρησιμοποιείται από τον τρίτο και του σήματος φήμης, δημιουργώντας την εντύπωση ότι ο δικαιούχος του σήματος φήμης βρίσκεται σε οικονομικό και εν γένει οργανωτικό δεσμό με τον τρίτο ή ότι επεξέτεινε τη δραστηριότητα του και στα προϊόντα ή τις υπηρεσίες του τρίτου (ΑΠ 249/2014 ΕΕμπΔ 2014. 1008. ΑΠ 1423/2013 ΔΕΕ 2014. 229). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1 του Ν. 146/1914 περί αθεμίτου ανταγωνισμού «απαγορεύεται κατά τας εμπορικάς, βιομηχανικάς ή γεωργικάς συναλλαγάς πάσα προς τον σκοπόν ανταγωνισμού γενομένη πράξη αντικείμενη εις τα χρηστά ήθη. Ο παραβάτης δύναται να εναχθεί προς παράλειψιν και προς ανόρθωσιν της προσγενόμενης ζημίας». Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 13 §§ 1 καί 4 του ίδιου νόμου «όστις κατά τας συναλλαγάς ποιείται χρήσιν ονόματος τίνος, εμπορικής επωνυμίας ή ιδιαίτερου διακριτικού γνωρίσματος καταστήματος ή βιομηχανικής επιχειρήσεως ή εντύπου τινός κατά τρόπον δυνάμενον να προκαλέσει σύγχυσιν με το όνομα, την εμπορικήν επωνυμίαν ή το ιδιαίτερον διακριτικόν γνώρισμα, άτινα έτερος νομίμως μεταχειρίζεται, δύναται να υποχρεωθεί υπό του τελευταίου εις παράλειψιν της χρήσεως. Ως ιδιαίτερον διακριτικόν γνώρισμα θεωρείται και ο ιδιαίτερος διασχηματισμός ή η ιδιαιτέρα διακόσμησις των εμπορευμάτων, της συσκευής ή του περικαλύμματος αυτών, εφόσον είναι γνωστά εις τους σχετικούς κύκλους των συναλλαγών ως διακριτικά σημεία των ομοίων εμπορευμάτων άλλου τινός». Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει 1) ότι για την εφαρμογή του άρθρου 1 απαιτείται η πράξη αφενός να έγινε προς το σκοπό του ανταγωνισμού και αφετέρου να αντίκειται στα χρηστά ήθη ως κριτήριο των οποίων χρησιμεύουν οι ιδέες του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, που, κατά τη γενική αντίληψη, σκέπτεται με χρηστότητα και φρόνηση (ΟλΑΠ 2/2008) και 2) ότι για την ύπαρξη αθέμιτου ανταγωνισμού με τη χρήση ξένου διακριτικού γνωρίσματος απαιτείται δυνατότητα να προκληθεί σύγχυση, χωρίς την οποία αθέμιτος ανταγωνισμός δεν υπάρχει (ΑΠ 1780/1999 ΕΕμπΔ 2000, 804). Ειδικότερα, διακριτικό γνώρισμα είναι το μέσο, με το οποίο εξατομικεύεται είτε το πρόσωπο (λ.χ. το όνομα του), είτε η επιχείρηση (λ.χ. διακριτικός τίτλος της), είτε το εμπόρευμα ή οι υπηρεσίες (λ.χ. το σήμα και ο διασχηματισμός) (ΑΠ 606/2005 Δημοσίευση Νόμος) και προστατεύεται από το ν. 146/1914, με σκοπό την παρεμπόδιση εκμεταλλεύσεως της ξένης καλής φήμης και συγχρόνως την προφύλαξη του καταναλωτικού κοινού από τον κίνδυνο της συγχύσεως. Σε αντίθεση με τη γενική απαγορευτική ρήτρα του άρθρου 1 του ν. 146/1914, που απαιτεί ανταγωνιστικό σκοπό, κατά την έννοια της πρόθεσης των άρθρων S14 και 919 ΑΚ, στην περίπτωση του άρθρου 13 του ίδιου νόμου, αρκεί η χρήση να γίνεται κατά τρόπο που μπορεί να προκαλέσει σύγχυση, έστω και αν αυτή δεν γίνεται με ανταγωνιστικό σκοπό. Χρήση, που μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση, είναι η αυτούσια μίμηση και η παραποίηση, δηλαδή η χρησιμοποίηση με μικρές μεταβολές, που δεν αρκούν για να αποτραπεί η σύγχυση. Έτσι, η παραποίηση μπορεί να είναι οπτική, ηχητική, εννοιολογική ή και συνειρμική, τον δε κίνδυνο σύγχυσης μπορεί να δημιουργήσει η ομοιότητα λέξεων ή και αριθμών, που αποτελούν το γνώρισμα, εικόνων, ήχων, σχημάτων, χρωμάτων, σχεδίων, συσκευασιών, διαφημίσεων. Σημασία έχει η γενική εντύπωση, που δημιουργείται, ενώ ο κίνδυνος σύγχυσης δεν αποκλείεται, όταν η χρησιμοποίηση γίνεται με μικρές παραλλαγές (ΑΠ 1409/1980 Δημοσίευση Νόμος). Κίνδυνος σύγχυσης υπάρχει όταν, λόγω ομοιότητας δύο διακριτικών γνωρισμάτων, μπορεί να δημιουργηθεί παραπλάνηση στους συναλλακτικούς κύκλους και συγκεκριμένα, σε έναν όχι εντελώς ασήμαντο μέρος των πελατών, όσον αφορά στην προέλευση των εμπορευμάτων ή υπηρεσιών από ορισμένη επιχείρηση, είτε στην ταυτότητα της επιχείρησης, είτε στην ύπαρξη σχέσης συνεργασίας μεταξύ των δύο επιχειρήσεων (βλ. ΑΠ 1123/2002 ΕλλΔνη 45. 98, ΑΠ 1780/1999 ΕΕμπΔ 2000. 804, ΑΠ 751/1995 ΔΕΕ 1996. 256, ΕφΘεσ 1505/2004ΔΕΕ 2004,1270). Ο παραβάτης των ανωτέρω διατάξεων μπορεί να υποχρεωθεί σε παράλειψη χρήσεως του διακριτικού γνωρίσματος, από το οποίο μπορεί να προκληθεί η σύγχυση που προαναφέρθηκε ή και σε αποζημίωση εκείνου που ζημιώθηκε, αν γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει, ότι με τη χρήση αυτή μπορούσε να προκληθεί σύγχυση ως και σε άρση της προσβολής, η οποία μπορεί να συνίσταται και στην κατάσχεση και καταστροφή. Ειδικότερα, αξίωση αποζημίωσης αναγνωρίζεται στον ζημιωθέντα τόσο στην περίπτωση του άρθρου 1 του ν. 146/1914 γενικά, όσο και στην περίπτωση του άρθρου 13 του ίδιου νόμου, στη δεύτερη, όμως, περίπτωση μόνον αν ο παραβάτης γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει (δηλαδή από αμέλεια δεν γνώριζε), ότι με τη χρήση του ξένου διακριτικού γνωρίσματος μπορούσε να προκληθεί σύγχυση (ΑΠ 1131/1995, ΑΠ 241/1991, Δημοσίευση Νόμος). Σε περίπτωση αθέμιτου ανταγωνισμού, δεν αποκλείεται και επί πλέον αξίωση για χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης εκείνου, σε βάρος του οποίου έγινε η προσβολή, κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών (άρθρα 914, 932 ΑΚ), εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους, ήτοι όταν ο προσβάλλων ενεργεί με υπαιτιότητα. Περαιτέρω, η ως άνω γενική ρήτρα του άρθρου 1 του ν. 146/1914 εφαρμόζεται συμπληρωματικά-επικουρικά και επί εμπορικού ή βιομηχανικού σήματος, εφόσον η προστασία, που παρέχουν οι ειδικές περί σημάτων διατάξεις δεν επαρκεί. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 13 του ν. 146/1914 προκύπτει ότι για να παρασχεθεί στο δικαιούχο σήματος η προβλεπόμενη από τον νόμο για τον αθέμιτο ανταγωνισμό προστασία, απαιτείται αφενός μεν πράξη που να έγινε με σκοπό ανταγωνισμού, αντίθετη προς τα χρηστά ήθη (βλ. ΠΠρΑΘ 6989/2003 ΔΕΕ 2004. 653, ΜΠρΘεσ21907/2004 ΝοΒ 2005. 710, ΜΠρΑΘ 16353/1999 ΕΕμπΔ 1999. 813, ΜΠρΠστρ 1455/1997 ΕΕμπΔ ΜΘ. 151, Κ. Ρόκα, Αθέμιτος Ανταγωνισμός, έκδοση 1971, σ. 158) και αφετέρου με τη χρήση του ξένου σήματος να υπάρχει δυνατότητα πρόκλησης σύγχυσης στο μέσο καταναλωτή σχετικά με την προέλευση ομοίων προϊόντων, χωρίς την οποία (σύγχυση) δεν νοείται, όπως αναφέρθηκε, αθέμιτος ανταγωνισμός (ΑΠ 1131/1995 Δημοσίευση Νόμος). Εάν, όμως, το σήμα έχει επικρατήσει και ως διακριτικό γνώρισμα της επιχείρησης και λόγω της χρησιμοποίησής του από άλλον υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης, τότε το σήμα προστατεύεται και βάσει του άρθρου 13 του ν. 146/1914 «περί αθεμίτου ανταγωνισμού» (ΑΠ 371/2012 όπ.. ΕΑ 8142/2004 ΔΕΕ 2005. 296). Γίνεται δεκτό, λοιπόν, ότι αθέμιτος ανταγωνισμός υπάρχει και σε περίπτωση χρησιμοποιήσεως ξένης επωνυμίας ή σήματος, όταν από τις συγκεκριμένες συνθήκες η πράξη αυτή εμφανίζεται ως αντίθετη στο αίσθημα και τις ιδέες κάθε ορθώς, δικαίως και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου μέσα από συναλλακτικό κύκλο, στον οποίο συντελείται η πράξη ή η χρησιμοποίηση μεθόδων και μέσων αντιθέτων στην ηθικότητα των συναλλαγών. Η παραπάνω αθέμιτη χρήση της διαφημιστικής λειτουργίας του ξένου σήματος συνιστά αθέμιτο ανταγωνισμό, διότι στοιχειοθετεί αφενός αθέμιτη εκμετάλλευση ξένης φήμης και οργάνωσης και αφετέρου παραπλανητική διαφήμιση (ΑΠ 1718/1988 ΕΕμπΔ 1990. 315. ΕΑ 4723/2010 ΔΕΕ 2011.183. ΕΑ 10149/1989 ΕΕμπΔ 1991.535, ΕφΠατρ 1058/1998 Δημοσίευση Νόμος, βλ. Ρόκα. (Γνωμ) ΕΕμπΔ 1993. 481 επ. (Γνωμ) ΕΕμπΔ 1995. 500 εττ.). Εξάλλου, κατ’ άρθρο 158 ν. 4072/2012, τα πολιτικά δικαστήρια δεν έχουν αρμοδιότητα να ελέγξουν ούτε παρεμπιπτόντως τη συνδρομή των προϋποθέσεων περί διαγραφής του σήματος και δεν έχουν το δικαίωμα να αρνηθούν τη νόμιμη προστασία του σήματος, έστω και αν υποπέσει στην αντίληψη τους ύπαρξη λόγου μη έγκρισης ή διαγραφής του (βλ. σε σχέση με το προϊσχύσαν, πλην παρομοίου ρυθμιστικού περιεχομένου, άρθ. 32 του ν. 2239/1994, ΑΠ 366/2014 ΝοΒ 2014. 1658, ΑΠ 344/2013 ΝοΒ 2013.1905 και ΕΕμπΔ 2013. 973. ΑΠ 6157/2012 ΕΕμπΔ 2013. 729, ΑΠ 1477/2011 ΝοΒ 2012. 683 και ΕΕμπΔ 2011. 910). Τέλος, βασική προϋπόθεση για την άσκηση ηλεκτρονικού εμπορίου, αποτελεί η δημιουργία ενός χώρου στο διαδίκτυο (internet), όπου θα καθίσταται δυνατή η πρόσβαση πελατών και η κατάρτιση των συναλλαγών. Μέσο (εισιτήριο) για την είσοδο στο διαδίκτυο αποτελεί το «domain name» (όνομα περιοχής), το οποίο κατ’ ουσία επιτελεί ρόλο ηλεκτρονικής διεύθυνσης, επιτρέποντας την επικοινωνία του χρήστη του διαδικτύου με τον κάτοχο της ηλεκτρονικής διεύθυνσης. Έτσι ο χρήστης, συνδεόμενος με ένα συγκεκριμένο όνομα διαδικτύου, επιθυμεί να έρθει σε επαφή με τα δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα δεδομένα και κατ’ επέκταση με το πρόσωπο στο οποίο ανήκει η ιστοσελίδα, με τον τρόπο δε αυτό καθίσταται δυνατή η πρόσβαση πελατών ακόμη και η κατάρτιση συναλλαγών. Το «domain name» αποτελείται από σειρά αλφαριθμητικών χαρακτήρων (τουλάχιστον τριών και όχι περισσότερων των είκοσι τεσσάρων), χωρίς ή με λογικό ειρμό, σε μια ή περισσότερες λέξεις που χωρίζονται από διάφορα σημεία. Η τελευταία από τίς λέξεις (κατά κανόνα συγκεκριμένη), αποτελεί και το σημείο αναφοράς, συνήθως της χώρας αρχειακής καταχώρησης του «domain name» του χρήστη (Π.Χ. gr = Greece κ.λ.π.) ή της βασικής ιδιότητας του (org = Organization). To «domain name» δεν μπορεί κατ’ αρχήν να ταυτισθεί με την εμπορική επωνυμία, το διακριτικό τίτλο και το εμπορικό σήμα. Πρέπει, ωστόσο, να αποδίδεται σε αυτό λειτουργία τόσο διακριτικού τίτλου όσο και σήματος, κατά έμμεσο τρόπο, όταν αυτό χρησιμοποιείται ως διακριτικό στοιχείο για το πρόσωπο ή την επιχείρηση στο διαδίκτυο, διότι, όπως και τα προηγούμενα, έχει πρωταρχικά εξατομικευτική και αναγνωριστική λειτουργία. Η ευχέρεια ελεύθερης χρήσης οποιοσδήποτε ονομασίας, όσο γνωστή και φημισμένη και αν είναι, από τον οιοδήποτε θα προκαλούσε τεράστιες ή ανεπανόρθωτες ζημίες στην επιχείρηση που καθιερώθηκε στις συναλλαγές με την επίμαχη ονομασία. Άλλωστε, οι κάτοχοι «domain name» στην πράξη εμφανίζονται στο διαδίκτυο με τα διακριτικά γνωρίσματα που τους κατέστησαν γνωστούς στον υλικό κόσμο, δηλαδή χρησιμοποιούν το όνομα, την επωνυμία ή το σήμα τους, δεδομένων μάλιστα των περιορισμένων ορίων παροχής «domain name» για κάθε χρήση αλλά και της επιβαλλόμενης συντομίας για του είδους αυτού την επικοινωνία. Υπό τις ανωτέρω παραδοχές, η σύγκρουση μεταξύ διακριτικού γνωρίσματος επιχείρησης, επωνυμίας, σήματος κ.λ.π. και «domain name» θα αρθεί κατ’ αρχάς με βάση την αρχή της χρονικής προτεραιότητας κατά τα εν γένει ισχύοντα. Έτσι το ομοειδές του «domain name» αλλά και της δραστηριότητας του κατόχου του με αντίστοιχο προγενέστερο διακριτικό γνώρισμα κ.λ.π., σαφώς συνηγορεί υπέρ της κατάφασης της προσβολής του προγενέστερου γνωρίσματος. Ο κίνδυνος σύγχυσης, ωστόσο, πρέπει να νοηθεί ευρέως, ώστε να μην αποκλείεται ακόμα και όταν η μεταγενέστερη επιχείρηση παράγει η εμπορεύεται ανόμοια προϊόντα η προσφέρει ανόμοιες υπηρεσίες αφού και στην περίπτωση αυτή ο καταναλωτής μπορεί να σχηματίσει την εντύπωση ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή ότι ανάμεσα στις δύο επιχειρήσεις υπάρχει σχέση συνεργασίας. Απαιτείται, όμως, στην περίτπωση αυτή, να υπάρχει τουλάχιστον κάποια εγγύτητα ή συγγένεια των οικονομικών κλάδων, στους οποίους ανήκουν οι αντιμαχόμενες επιχειρήσεις, και τούτο διότι η έλλειψη κάθε σχέσης των οικονομικών κλάδων δραστηριότητας θα έχει κατά κανόνα ως αποτέλεσμα τη δυνατότητα παραπλάνησης ενός αμελητέου τμήματος των σχετικών συναλλακτικών κύκλων, το οποίο δεν θα επαρκούσε για την αποδοχή του κινδύνου σύγχυσης (ΑΠ 371/2012 Δημοσίευση Νόμος).
Β. Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 9, 14, 91, 97 και 98 του Κανονισμού (ΕΚ) 40/1994 του Συμβουλίου της 20.12.1993 «Για το κοινοτικό σήμα», που έχει άμεση εφαρμογή αποτελώντας μέρος του εφαρμοστέου ημεδαπού εσωτερικού δικαίου (άρθρο 249 παρ. 1,2 ΣυνθΕΟΚ) – σε εκτέλεση του Κανονισμού εκδόθηκε το ΠΔ 353/1998, ο δε Κανονισμός συμπληρώθηκε με τους Κανονισμούς 3288/94, 2868/95 και 2869/95 και τροποποιήθηκε με τον Κανονισμό 422/2004, οι δε σχετικές διατάξεις κωδικοποιήθηκαν με τον Κανονισμό 207/2009 – προκύπτουν τα ακόλουθα: Το κοινοτικό σήμα είναι το πρώτο καθαρώς κοινοτικού δικαίου δικαίωμα. Απονέμεται από την κοινοτική έννομη τάξη στα πλαίσια της αρμοδιότητας των κοινοτικών οργάνων για τη σύσταση κοινοτικών δικαιωμάτων, η οποία θεμελιώνεται στις διατάξεις των άρθρων 235 επ. Συνθήκης ΕΟΚ. Είναι απόλυτο δικαίωμα με υπερεθνικό χαρακτήρα και ισχύ σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και βασικά χαρακτηριστικά του είναι ότι αυτό γεννάται από και με την καταχώρισή του (τυπικό σύστημα κτήσης), ενώ η χρήση του σήματος έχει σημασία μόνο για τη διακριτική δύναμη αυτού και τη διατήρηση του δικαιώματος. Κοινοτικό σήμα μπορεί να αποτελέσει οποιοδήποτε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης, ιδίως λέξεις, συμπεριμβανομένων των ονομάτων των προσώπων, σχεδιαγράμματα, αριθμοί, το σχήμα προϊόντος ή της συσκευασίας του, υπό την προϋπόθεση ότι τα σημεία αυτά είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων. Ο δικαιούχος, περαιτέρω, κοινοτικού σήματος έχει αποκλειστικό δικαίωμα στη χρήση του, καθώς και δικαίωμα να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστήριο κοινοτικών σημάτων, προκειμένου να απαγορεύσει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεσή του; α) Κάθε σημείο που ταυτίζεται με το κοινοτικό σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες που ταυτίζονται με εκείνες για τις οποίες το σήμα έχει καταχωρηθεί, β) Κάθε σημείο, για το οποίο, λόγω του ταυτόσημου ή της ομοιότητάς του με το κοινοτικό σήμα και του ταυτόσημου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών, οι οποίες καλύπτοντας από το κοινοτικό σήμα και το σημείο, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης από μέρους του κοινού, περιλαμβανομένου στον κίνδυνο αυτόν και του κινδύνου συσχέτισης μεταξύ σημείου και σήματος. Τα κριτήρια δε του κινδύνου σύγχυσης είναι συνάρτηση τριών παραγόντων. Καταρχήν είναι η ομοιότητα μεταξύ των συγκρουόμενων σημείων. Για τη διαπίστωση του βαθμού ομοιότητάς τους, εκτιμάται η συνολική εντύπωση των δύο σημείων, έτσι ώστε επουσιώδεις διαφοροποιήσεις να μην κρίνονται επαρκείς για την αποτροπή του κινδύνου σύγχυσης. Η εντύπωση που προκαλεί ένα διακριτικό γνώρισμα και που πρέπει να εξετάζεται για τη διαπίστωση της ομοιότητας, μπορεί να είναι οπτικής, ηχητικής και εννοιολογικής φύσης, ενώ ως μέτρο για την εκτίμηση της εντύπωσης των δύο σημάτων πρέπει να λαμβάνεται ο μέσων γνώσεων, μέσης ευφυΐας, εμπειρίας και παρατηρητικότητας καταναλωτής. Για τη διαπίστωση του κινδύνου σύγχυσης δεν απαιτείται σχετική πρόθεση από την πλευρά του προσβολέα, ούτε απαιτείται η σύγχυση πραγματικά να επέλθει ή να μπορεί να προκληθεί σε όλους ή στην πλειονότητα των καταναλωτών. Δεύτερος παράγων είναι η ομοιότητα μεταξύ των φερόντων τα σήματα προϊόντων ή υπηρεσιών και τρίτος είναι το πόσο γνωστό είναι το σήμα στην αγορά. Έτσι, ο κίνδυνος σύγχυοης πρέπει να εκτιμάται με βάση τη συνολική εντύπωση που προκαλούν τα σήματα, λαμβανομένων υπόψη, μεταξύ άλλων, των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων τους. Στο πλαίσιο της συνολικής αυτής εκτίμησης της ομοιότητας των οικείων σημάτων, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος καταναλωτής, που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, συνεκτιμωμένου και του ότι σπανίως ο μέσος καταναλωτής έχει τη δυνατότητα να προβαίνει σε άμεση σύγκριση των διαφόρων σημάτων και συνήθως είναι αναγκασμένος να ανατρέχει στην ατελή εικόνα που έχει συγκροτήσει στη μνήμη του, γ) Σημείο που ταυτίζεται ή ομοιάζει με το κοινοτικό σήμα, για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν ομοιάζουν με εκείνες για τις οποίες έχει καταχωρηθεί το κοινοτικό σήμα, εάν αυτό χαίρει φήμης στην Κοινότητα και η χρησιμοποίηση χωρίς εύλογη αιτία του σημείου, θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από το διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του κοινοτικού σήματος ή θα έβλαπτε τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη. Εξάλλου, το δικαστήριο κοινοτικών σημάτων, που καθιερώθηκε και στην Ελλάδα με τον Ν. 2943/2001 (άρθρα 6 έως 11), εφαρμόζει, όσον αφορά στις κυρώσεις, το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο διαπράχθηκε ή απειλείται να διαπραχθεί η προσβολή (ΑΠ 338/2012 ΝοΒ 2012, 1791 και ΕΕμπΔ 2012, 937, ΕφΑΘ 1711/2013 ΕΕμπΔ 2013, 724, ΕφΘεσ 1240/2010 ΤΝΠ Ισοκράτης). Παράνομη χρήση συνιστά η παραποίηση ή απομίμηση του σήματος, ενώ απομίμηση αποτελεί η ιδιαίτερη προσέγγιση προς το ξένο σήμα, η οποία, όμως, λόγω οπτικής ή και ηχητικής εντύπωσης, που προκαλεί η όλη παράσταση, και ανεξάρτητα από τις επί μέρους ομοιότητες και διαφορές των δύο σημάτων, είναι δυνατόν να προκαλέσει για το κοινό, με λήψη υπόψη ως μέτρου του άπειρου μέσου ατόμου και όχι του εξειδικευμένου χρήστη, σύγχυση υπό την έννοια θεώρησης, ως πλάνης, του προϊόντος, στο οποίο χρησιμοποιείται, ως προερχόμενου από την επιχείρηση του δικαιούχου του σήματος ή από επιχείρηση διάφορη μεν, σχετιζόμενη όμως οργανικώς προς την επιχείρηση του δικαιούχου, κατά την παραγωγή ή τη διάθεση του προϊόντος (ΑΠ 1609/2014 ΝοΒ 2015, 284 και ΕΕμπΔ 2015, 173, ΑΠ 1423/2013 ΝοΒ 2014, 342 και ΕΕμπΔ 2014, 215, ΑΠ 371/2012 ΝοΒ 2012, 1795, ΕΕμπΔ 2012, 691 και Αρμ 2013, 77, ΑΠ 1227/2008, ΑΠ 660/2008, ΑΠ 1604/2004, ΑΠ 330/2007 ΝοΒ 2007, 1463 = ΕΕμπΔ 2007, 425, ΑΠ 1131/2005, βλ. επίσης και ΑΠ 366/2014 ΝοΒ 2014, 1658 = ΕΕμπΔ 2014, 1004, ΑΠ 344/2013 ΝοΒ 2013, 1905 = ΕΕμπΔ 2013, 973). Ακόμη, από το άρθρο 8 της Διεθνούς Σύμβασης των Παρισίων προκύπτει ότι η παρεχόμενη στην αλλοδαπή επωνυμία προστασία είναι η ίδια με την προστασία που παρέχεται σε υπηκόους της χώρας προστασίας, στο δε ελληνικό δίκαιο η επωνυμία προστατεύεται με τις διατάξεις που προαναφέρονται, ακόμη και αν προσβαλλόμενος δεν έχει επαγγελματική εγκατάσταση στην Ελλάδα, αρκεί να είναι επαρκώς γνωστό ότι η αλλοδαπή επωνυμία προστατεύεται στο δίκαιο της υποδοχής, υπό τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες προστατεύονται οι επωνυμίες των ημεδαπών (ΕφΑΘ 6193/2006 ΕλλΔνη 2007, 1455). Όταν δε ημεδαπός απομιμείται γνωστή και στην Ελλάδα αλλοδαπή επωνυμία, μπορεί να αποκτήσει σημασία και η εφαρμογή του άρθρου 1 του Ν 146/1914 (Βλ. Ν. Ρόκα, Βιομηχανική ιδιοκτησία, έκδ. 2η, παρ. 30, αριθ. 9 επ.).
Γ. Η αποζημίωση, η περί της οποίας αξίωση θεμελιώνεται όταν προσβάλλονται προγενέστερα δικαιώματα στο σήμα ή την επωνυμία (ή το όνομα) ή διακριτικά γνωρίσματα, καταβάλλεται μεν σε χρήμα, είναι όμως δυνατόν, σύμφωνα με την ΑΚ 297 εδ. β\ αντί χρηματικής αποζημίωσης να διατάξει το δικαστήριο την αποκατάσταση της προτέρας κατάστασης. Η εξαίρεση που αναγνωρίζει η αμέσως προαναφερόμενη διάταξη αποσκοπεί στην αποκατάσταση κατάστασης, στην οποία θα εξελίσσονταν τα πράγματα χωρίς το ζημιογόνο γεγονός. Στην περίπτωση των ονομασιών πεδίου (domain names) αυτό σημαίνει ότι, εφόσον ο δικαιούχος σήματος ή επωνυμίας (ή ονόματος) ή διακριτικού γνωρίσματος δεν δύναται να προβεί στην καταχώριση του σήματος ή επωνυμίας (ή ονόματος) και χρησιμοποίηση διακριτικού γνωρίσματος λόγω προγενέστερης καταχώρισης αυτού από τρίτο που δεν θεμελίωνε δικαίωμα, η αποκατάσταση της προγενέστερης κατάστασης περιλαμβάνει και τη μεταβίβαση της ονομασίας πεδίου (domain name) που, άλλωστε, ως περιουσιακό στοιχείο είναι κατασχετή και, επομένως, μπορεί να αποτελέσει και αντικείμενο μεταβίβασης από τον προσβολέα στον δικαιούχο (Βλ. Β. Τουντόπουλο – Β. Χατζόπουλο, Οι ηλεκτρονικές διευθύνσεις στο διαδίκτυο – Το πρόβλημα των Domain Names, κεφ. Β’, σελ. 142, Β. Αντωνόπουλο, ό.π., αριθ. 398). Η αξίωση δε αυτή, συνιστώντας αξίωση της ανωτέρω μορφής αποζημίωσης, προϋποθέτει υπαιτιότητα, η οποία, καθ’ ον μέρος η εν λόγω αξίωση στηρίζεται στο σήμα, αφορά και τον προκαλούμενο κίνδυνο σύγχυσης, ενώ ειδικώς στον αθέμιτο ανταγωνισμό, συνίσταται στη γνώση όλων των πραγματικών περιστατικών που προσδίδουν στην πράξη αθέμιτο χαρακτήρα, ήτοι ότι η επίμαχη ενέργεια συνιστά πράξη αθέμιτου ανταγωνισμού (Βλ. Β. Αντωνόπουλο, ό.π., αριθ. 777, και Μ.-Θ. Δ. Μαρίνο, Αθέμιτος Ανταγωνισμός, έκδ. 3η, παρ. 16.24). […]
Δ. Από τη διάταξη του άρθρου 19 του ν._ 146/1914, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 29 § 2 του ν. 3784/2009 (ΦΕΚ A 137/7.8.2009), προκύπτει ότι οι αξιώσεις που πηγάζουν από τις διατάξεις του νόμου αυτού για παράλειψη ή αποζημίωση παραγράφονται μετά την παρέλευση δεκαοχτώ (18) μηνών από το χρονικό σημείο κατά το οποίο αυτός που έχει την αξίωση έλαβε γνώση της πράξης και του υπευθύνου προσώπου, σε κάθε δε περίπτωση μετά παρέλευση πενταετίας από τότε που έγινε η πράξη. Περαιτέρω, από τη συνδυασμένη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 247, 251, 261, 270 ΑΚ, 215 § 1, 221 § 1 γ’ και 262 § 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, για το ορισμένο της ένστασης παραγραφής, πρέπει να αναφέρονται ο χρόνος αυτής, ο χρόνος κατά τον οποίο γεννήθηκε η αξίωση, το χρονικό σημείο έναρξης της παραγραφής και ο χρόνος επίδοσης της αγωγής, προκειμένου να διαπιστωθεί αν, με αφετηρία το ανωτέρω χρονικό σημείο και μέχρι της επίδοσης της αγωγής, από της οποίας διακόπτεται η παραγραφή, συμπληρώθηκε ο χρόνος αυτής. Διαφορετικά, σε περίπτωση δηλαδή μη αναφοράς των ανωτέρω στοιχείων, η εν λόγω ένσταση είναι απορριπτέα ως αόριστη (ΑΠ 1874/2008 ΤΝΠ-Νόμος, ΑΠ 1355/1998 ΕλλΔνη 1999. 287, ΑΠ 653/1996 ΕλλΔνη 1998.1612, ΕφΑΘ 6018/2009 ΕφΑΔ 2011. 286, ΕφΠατ 806/2007 ΑχΝομ 2008. 41, ΕφΙωαν 323/2004 Αρμ 2005.1211).
Στην κρινόμενη αίτηση τους οι αιτούσες εταιρείες ιστορούν τα εξής: Ότι η πρώτη εξ αυτών αποτελεί δικαιούχο του ημεδαπού εμπορικού σήματος ___________, όπως αυτό απεικονίζεται ειδικότερα στην αίτηση, κατοχυρωμένου στην κλάση προϊόντων 25 (ενδύματα κλπ.), καθώς και του εμπορικού σήματος της ___________ ___________, που κατοχυρώθηκε, επίσης, στην κλάση 25 ως σήμα απεικόνισης στις 17-2-2015 με ημερομηνία λήξης της προστασίας του στις 19-2-2024 και ότι οι δεύτερη και τρίτη εξ αυτών είναι αδειούχοι χρήσης του ανωτέρω εμπορικού σήματος της πρώτης εξ αυτών. Ότι η πρώτη αιτούσα εταιρεία συστήθηκε ως ανώνυμη εταιρεία το έτος 2013, κατά τον αναφερόμενο αναλυτικά στην αίτηση τρόπο και έπειτα από μετατροπή της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ______ ________ __________ _____________ ____________ ___________. Ότι, ουσιαστικά, η πρώτη αιτούσα χρησιμοποιεί εδώ και πολλά έτη το άνω αναφερόμενο διακριτικό γνώρισμα και ότι ειδικότερα το γνώρισμα αυτό (____________) αποτέλεσε αρχικά επωνυμία της εταιρείας υπό την τότε επωνυμία _____________ ___________ ____________ ___________ ____________ ________ ___________ (ήδη σήμερα __________ __________ __________ _____________ __________ ___ __________ ____________), που προέκυψε από μετατροπή της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία ________ ________ ____ ___ _____., την οποία ίδρυσε το έτος ______ ο _________ _________ ____ ____________, πατέρας του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου σήμερα της πρώτης αιτούσας, από κοινού με τον αδερφό του _________ __________ του ______________ και ότι η εταιρεία αυτή από την αρχή ειδικεύονταν στην κατασκευή υποκάμισων και τη χονδρική πώληση αυτών ενώ από το έτος 2000 κατοχυρώνοντας το ανωτέρω όνομα (__________) ξεκίνησε την εμπορία ενδυμάτων ακριβών Ιταλικών αντιπροσωπειών κατόπιν εισαγωγής. Ότι σκοπός της άνω εταιρείας από την αρχή ήταν η κατασκευή (παραγωγή) εσωτερικών γυναικείων ενδυμάτων, η κατασκευή υποκάμισων, πυζαμών και συναφών ειδών, η κατασκευή ανδρικών και παιδικών ενδυμάτων ως και πάσα συναφής προς τα ανωτέρω επιχείρηση, η εμπορία πάντων των ανωτέρω στην Ελλάδα και την αλλοδαπή, όπως και η αντιπροσώπευση σχετικών με τα ανωτέρω προϊόντα οίκων. Ότι η εταιρεία αυτή κατοχύρωσε για πρώτη φορά το σήμα __________ (λεκτικό) για να διακρίνει τα προϊόντα της κλάσης 25 (ενδύματα) και απέκτησε δικαίωμα κυριότητας επί του εν λόγω σήματος δυνάμει της υπ’ αριθμ. 9426/2000 απόφασης της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων με διάρκεια προστασίας από 9-2-2000 μέχρι 9-2-2010 (δεκαετής προστασία). Ότι η αρχική αυτή εταιρεία (_____________) παραχώρησε την άδεια χρήσης του άνω σήματος περί το έτος 2001 σε άλλη εταιρεία με είδη ενδύσεως, υποδήσεως και αξεσουάρ και η οττοία κατέληξε franchisee της εταιρείας _________ _____. (τότε __________ _____.) και ότι περαιτέρω δυνάμει της υπ’ αριθμ. Κ4-20715/28-12-2010 αποφάσεως της Δ.Ε.Σ. η εταιρεία αυτή (____________) μεταβίβασε το δικαίωμα κυριότητας του προαναφερόμενου εμπορικού σήματος προς τον __________ _________ του ________, Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο της πρώτης αιτούσας. Ότι, στη συνέχεια, παρατάθηκε η διάρκεια προστασίας του εν λόγω σήματος από τις 3-2-2010 μέχρι και τις 2-2-2020 και ότι τέλος η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ____ ________ __________ __________ _________ _____________ (από την οποία προέκυψε κατά μετατροπή η πρώτη αιτούσα) απέκτησε το δικαίωμα κυριότητας επί του ανωτέρω αναφερόμενου σήματος δυνάμει της υπ’ αριθμ. Κ4-5632/26-4-2012 απόφασης της Δ.Ε.Σ. και κατέστη μέχρι σήμερα δικαιούχος του σήματος αυτού και ότι στις 19-2-2014 υπεβλήθη αίτηση προκειμένου το ανωτέρω σήμα να κατοχυρωθεί ως εμπορικό σήμα της ΕΕ στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να διακρίνει προϊόντα και υπηρεσίες στην κλάση 25, η οποία αίτηση έγινε δεκτή και καταχωρίστηκε το ανωτέρω σήμα ως σήμα απεικόνισης στις 17-2-2015 με ημερομηνία λήξης της προστασίας του στις 19-2-2024 ως αυτό απεικονίζεται ειδικότερα στην αίτηση και το οποίο χρησιμοποιείται επί πολλά έτη ως διακριτικό γνώρισμα των άνω ειδών που η πρώτη αιτούσα εμπορεύεται. Ότι ο λόγος που η αίτηση τους υποβλήθηκε μόνο για τα προϊόντα της κλάσεως 25 ήταν για να διατηρηθεί η αρχαιότητα του σήματος τους αυτού και επειδή κατείχαν προηγούμενη εθνική ταυτόσημη καταχώριση για την ίδια κλάση, αυτή, δε, ήταν και η αιτία, που δεν προχώρησαν τότε στην κατοχύρωση του ανωτέρω σήματος (______________) και στην κλάση 26 (ειδών αξεσουάρ τα οποία επίσης εμπορεύονταν), έχοντας σκοπό να πράξουν τούτο μόλις τελείωνε η διαδικασία με την πρώτη κατοχύρωση. Ότι, στο μεταξύ, η δεύτερη καθ’ ης εταιρεία με έδρα την ________ έσπευσε να κατοχυρώσει πανομοιότυπο σήμα στην κλάση προϊόντων 26. Ότι, όμως, το άνω σήμα, το οποίο έχει κατοχυρώσει η πρώτη αιτούσα και σε επίπεδο ΕΕ αποτελεί σήμα φήμης για τους ειδικότερα αναφερόμενους στην αίτηση λόγους και ότι με το σήμα της αυτό στην αγορά των ενδυμάτων λειτουργεί ήδη 47 καταστήματα στην ________ και 5 στην _________ έχοντας όλα αυτά τα χρόνια επικεντρώσει τη δράση της σε συσχετισμό με το όνομα αυτό, έχοντας επενδύσει κεφάλαια σε διαφημίσεις, διατηρώντας ηλεκτρονικό κατάστημα με μεγάλη επισκεψιμότητα, απασχολώντας και επενδύοντας σε ανθρώπινο δυναμικό και ότι το ανωτέρω σήμα έχει ιδιαίτερη οικονομική αξία ως αναλυτικά εκτίθεται στο δικόγραφο συνιστώντας άθλο περιουσιακό στοιχείο, η αξία του οποίου ανέρχεται στις 31- 12-2017 στο ποσό των 2.285.062,02 ευρώ. Ότι, περαιτέρω, η 2η καθ’ ης εταιρεία με έδρα την Κύπρο ασκεί την ίδια εμπορική δραστηριότητα με την πρώτη αιτούσα και αποτελεί συνδεδεμένη εταιρεία με τις 1η, 3η και 4Π των καθ’ ων εταιρείες, καθώς η διοίκηση τους ασκείται από τα ίδια φυσικά πρόσωπα, ανήκουσες όλες στον όμιλο της δεύτερης καθ’ ης (________ ____________). Ότι η εταιρεία αυτή έχει κατοχυρώσει τα δικά της σήματα που αναφέρονται στην αίτηση και τα οποία ουδεμία απολύτως σχέση έχουν με το ανωτέρω αναφερόμενο σήμα της πρώτης αιτούσας. Ότι περί το έτος 2014 η 2η καθ’ ης και ενώ η πρώτη αιτούσα είχε υποβάλλει αίτηση για κατοχύρωση του σήματος της (__________) σε επίπεδο ΕΕ στην κλάση 25 (ενδυμάτων) έσπευσε και υπέβαλε αίτηση προς κατοχύρωση του ίδιου ακριβώς σήματος για την κλάση 26 (που αφορά αξεσουάρ ένδυσης) και ότι ο λόγος που έπραξε αυτό ήταν για αθέμιτο ανταγωνισμό και με σκοπό να αποσπάσει την πελατεία της πρώτης απούσας (και των λοιπών απουσών) εκμεταλλευόμενη το ανωτέρω εμπορικό της σήμα και τη φήμη με την οποία αυτό έχει καθιερωθεί στην αγορά. Ότι, περαιτέρω, οι 3η, 4η και 12η καθ’ ων η αίτηση είναι αδειούχοι χρήσης αυτού του σήματος από την δεύτερη καθ’ ης χωρίς ωστόσο να έχουν καταχωρίσει οποιαδήποτε τέτοια συμφωνία και δη σκοπίμως. Ότι μόλις αντιλήφθησαν οι απούσες το γεγονός αυτό έσπευσαν στις 13-7-2016 με αίτηση τους με αριθμό ______________ προς την __________ να ζητήσουν την κήρυξη της ακυρότητας του __________ σήματος των αντιδίκων τους __________, υπέβαλαν επίσης τη με αριθμ. καταθ. ____________ αίτηση για έκπτωση των καθ’ ων από το σχετικό δικαίωμα, ενώ περαιτέρω έχουν ήδη ασκήσει και τη με αριθμ. καταθ. ____________ αγωγή τους η οποία επιδόθηκε στους καθ’ ων την 11-7- 2018. Ότι κατά τη μέρα αυτή, ήτοι την 11-7-2018 (επιδόσεως της προαναφερόμενης αγωγής) η 2η καθ’ ης εταιρεία έσπευσε να μεταβιβάσει τα δικαιώματα της προς την 1η καθ’ ης για τους λόγους, που εκτίθενται στην αίτηση. Ότι η 1η των καθ’ ων είναι σήμερα συνδεδεμένη εταιρεία με την 3η καθ’ ης, καθώς και με τη 2Π καθ’ ης υπό την έννοια ότι όλες οι εταιρείες αυτές ελέγχονται από τα ίδια πρόσωπα και συγκεκριμένα από τον 8° καθ’ ου και την 9η καθ’ ης δεδομένου ότι μεταξύ αυτών υπάρχει διοικητική εξάρτηση και ότι περαιτέρω μέλη της 3ης καθ’ ης αποτελούν οι 9Π, 10η και 11η καθ’ ων. Ότι ως εκ των ανωτέρω η Ίπ καθ’ ης γνώριζε ότι κατά το χρόνο μεταβίβασης του άνω σήματος προς αυτήν από τη 2η καθ’ ης υπήρχε αντιδικία μεταξύ των προκατόχων της και των αιτουσών και ότι περαιτέρω η 1η καθ’ ης μόλις απέκτησε δια μεταβίβασης το σήμα ___________ (για την κλάση 26) παραχώρησε την άδεια χρήσης αυτού στην 3η καθ’ ης, στη 12η καθ’ ης και στην 4Π καθ’ ης της οποίας (4ης καθ’ ης) Πρόεδρος και Διευθύνων σύμβουλος είναι ο 5ος καθ’ ου και μέλη του ΔΣ αυτής (4ης καθ’ ης) οι 60ζ και 7ος καθ’ ων και ότι την ανωτέρω αντιδικία γνώριζε και η 4° καθ’ ης, ενώ περαιτέρω μέλη του ΔΣ της 3ης καθ’ ης, που διατηρεί στην Ελλάδα 15 φυσικά καταστήματα και ένα ηλεκτρονικό κατάστημα είναι οι 9η, 10η και 11η καθ’ ων, Ότι περαιτέρω, η 12η καθ’ ης αποτελούσε αρχικώς συνεργάτη της 1ης αιτούσας εμπορευόμενη στα καταστήματα της στην πόλη των __________ (οδός __________ αριθμ. ___) και στην πόλη των ___________ (οδός ________ _______ αριθμ. __) ενδύματα υπό το σήμα της τελευταίας (_________) και ότι εν αγνοία αυτής και χωρίς καμία προηγούμενη ενημέρωση της, ξεκίνησε εμπορική συνεργασία με την επιχείρηση της 3Πζ καθ’ ης μέσω του άνω καταστήματος της στα Ιωάννινα με αποτέλεσμα η 1η αιτούσα να της αποστέλλει ενδύματα __________ τα οποία, όμως, εν συνεχεία διοχετεύονταν σε αλυσίδα καταστημάτων της 3ης καθ’ ης γεγονός, που αντιλήφθηκε τον Οκτώβριο του έτους 2017. Ότι περί τα τέλη του έτους 2017 περιήλθε σε γνώση της πρώτης αιτούσας ότι και στην πόλη των ________ επί της οδού ________ αριθμ. ___ (και των __________ επί της οδού ________ _______ αριθμ. __), λειτουργούν καταστήματα πώλησης ετοίμων ενδυμάτων που έχουν ανηρτημένη την πινακίδα __________ κατά τα αναλυτικά εκτιθέμενα στο δικόγραφο και ότι και τα δύο αυτά καταστήματα ανήκουν στον όμιλο της 3ης καθ’ ης και ότι ανάλογη διαπίστωση υπήρξε και σε κατάστημα του _________ επί της οδού ________ _____ αριθμ. ___, ενώ η ταμπέλα στο τελευταίο αυτό κατάστημα (________) αναρτήθηκε το Μάιο 2018 λίγο μόλις άνοιξε κατάστημα της 1ης αιτούσας στον ________ στην ίδια οδό. Ότι, περαιτέρω, η 12η καθ’ ης κατέβασε την πινακίδα με το άνω σήμα από το κατάστημα των _______, πλην όμως πωλεί ρούχα της αιτούσας με το σήμα της, το ίδιο, δε, σήμα υπήρχε και στα _________. Ότι με τους προαναφερόμενους τρόπους η τρίτη καθ’ ης (συνδεδεμένη εταιρεία με τις υπό στοιχ. 1,2 και 4 καθ’ων η αίτηση) σφετερίζεται πελατεία της πρώτης αιτούσας και ότι στα καταστήματα της η 3η καθ’ ης πωλεί και ενδύματα με το ανωτέρω σήμα και όχι μόνο αξεσουάρ παραπλανώντας με τον τρόπο αυτό το κοινό για λόγους αθέμιτου ανταγωνισμού κατά τα λεπτομερώς εκτιθέμενα στην αίτηση δεδομένου ότι οι καθ’ ων ασχολούνται επίσης με την εμπορία γυναικείων ενδυμάτων και ότι περαιτέρω το ανωτέρω σήμα σε αξεσουάρ χρησιμοποιούσε μόνο η πρώτη αιτούσα επί σειρά ετών. Ότι, περαιτέρω, το Νοέμβριο του 2016 υπέπεσε στην αντίληψη των αιτουσών ότι η ______ __________ διατηρεί σελίδα στο facebook με την επωνυμία ________.________._________, η οποία μετά από διαμαρτυρίες κατέβηκε. Ότι η ζημία τους από τις ανωτέρω πράξεις των καθ’ ων ανέρχεται τουλάχιστον στο ποσό των 1.000.000 ευρώ ετησίως. Κατόπιν αυτών οι αιτούσες, επικαλούμενες επείγουσα περίπτωση και προς σκοπό άρσης και παράλειψης προσβολής του εμπορικού τους σήματος κατά τα αναλυτικά εκτιθέμενα στην αίτηση τους ζητούν: 1) να απαγορευθεί προσωρινά στην 1η, 2η, 3η, 4η και 12Π των καθ’ ων να χρησιμοποιούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο στις συναλλαγές τους την προσβάλλουσα ένδειξη ________ σε οποιαδήποτε σχηματική απεικόνιση ή παρόμοια άλλη, από μόνη της ή σε συνδυασμό με κάθε περιγραφική ένδειξη, που συνιστά πιστή απομίμηση του ομόηχου δικού τους σήματος, 2) να απαγορευθεί προσωρινά στις αμέσως ανωτέρω των καθ’ ων να διαφημίζονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο χρησιμοποιώντας τις ανωτέρω ενδείξεις που συνιστούν παραποίηση ή απομίμηση του επίδικου σήματος, 3) να απαγορευθεί προσωρινά στις αμέσως ανωτέρω των καθ’ ων να διαθέτουν στην αγορά προϊόντα τα οποία φέρουν τις ανωτέρω ενδείξεις, που συνιστά παραποίηση και απομίμηση του σήματος τους, 4) να απαγορευθεί προσωρινά στις αμέσως ανωτέρω καθ’ ων να προβούν σε οποιαδήποτε ισοδύναμη με την ανωτέρω πράξη η οποία ενέχει τον ίδιο πηρύνα προσβολής και εν γένει να υποχρεωθούν να απέχουν από κάθε ενέργεια η οποία μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στο καταναλωτικό κοινό ως προς την ύπαρξη οποιουδήποτε οργανωτικού ή νομικού δεσμού μεταξύ των καταστημάτων που διατηρούν και των δικών τους καταστημάτων, 6) να υποχρεωθούν προσωρινά οι ανωτέρω καθ’ ων να αφαιρέσουν από τα προϊόντα τους, τις διαφημιστικές πινακίδες τους, τα διαφημιστικά τους έντυπα και κάθε άλλο έντυπο ή ηλεκτρονικό μέσο που χρησιμοποιούν στις συναλλαγές της με τρίτους τις ανωτέρω ενδείξεις που συνιστούν παραποίηση και απομίμηση του δικού τους σήματος και να διαταχθεί η καταστροφή αυτών, καθώς και να διαταχθεί η εκτέλεση των ανωτέρω μέτρων με έξοδα των ανωτέρω καθ’ ων, 6) να διαταχθεί η συντηρητική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων των αμέσως ανωτέρω καθ’ ων και η δέσμευση των τραπεζικών τους λογαριασμών μέχρι του ποσού των 1.000.000 ευρώ, 7) να διαταχθεί προσωρινά η προσκομιδή από τις αμέσως ανωτέρω καθ’ ων κάθε φορολογικού παραστατικού πώλησης γυναικείων ενδυμάτων και αξεσουάρ που πραγματοποίησε τόσο από το φυσικό όσο και από το ηλεκτρονικό της κατάστημα μέχρι τη συζήτηση της κρινόμενης αίτησης, 8) να διαταχθεί η προσκομιδή από τις αμέσως ανωτέρω καθ’ ων κάθε τραπεζικού εισερχόμενου εμβάσματος, που πραγματοποιήθηκε λόγω πώλησης γυναικείων ενδυμάτων και αξεσουάρ καθώς και αποσπασμάτων από τα εμπορικά της βιβλία αναφορικά με τις πωλήσεις της συγκεριμένης κατηγορίας γυναικείων ενδυμάτων και αξεσουάρ, 9) να διαταχθεί η παροχή από τις αμέσως ανωτέρω καθ’ ων πληροφοριών για την προέλευση και τα δίκτυα διανομής των εμπορευμάτων ή της παροχής των υπηρεσιών που προσβάλουν το ανωτέρω σήμα και ειδικότερα η παροχή πληροφοριών αναφορικά με τα ονοματεπώνυμα και τις διευθύνσεις των παραγωγών, κατασκευαστών, διανομέων, προμηθευτών, αλλά και των παραληπτών χονδρεμπόρων και των εμπόρων λιανικής, καθώς και η παροχή πληροφοριών για τις ποσότητες που παρήχθησαν, κατασκευάστηκαν, παραδόθηκαν, παραλήφθησαν ή παραγγέλθηκαν όπως και για το τίμημα που αφορά στα εν λόγω εμπορεύματα και υπηρεσίες, 10) να επιτραπεί από το Δικαστήριο η δημοσίευση του διατακτικού της αποφάσεως με δαπάνες των καθ’ ων σε δύο ημερήσιες εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας καθώς και στην ιστοσελίδα της 1ηζ και 2ης των καθ’ ων και 11) να απαγγελθεί κατά των 5ου, 6ου, 7ου, 8ου, 9ης, 10ης, 11ης και 12ης των καθ’ ων προσωπική κράτηση ενός έτους και χρηματική ποινή 50.000 ευρώ για κάθε παράβαση του διατακτικού της αποφάσεως, που θα εκδοθεί. Ζητούν, επίσης, να καταδικασθούν οι καθ’ ων στην πληρωμή των δικαστικών τους εξόδων.
Με το περιεχόμενο αυτό η αίτηση αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (αρ. 683 επ. του ΚΠολΔ) ως προς τα ανωτέρω υπό στοιχ. 1, 2, 3, 7, 8, 9, 10 και 11 αιτήματα της (ως προς το τελευταίο αναφορικά με τους 5ο, 8ο, 9η και 12η καθ’ ων) εκτός από: α) το ανωτέρω υπό στοιχ. 4 αίτημα της που πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας διότι στην αίτηση και συγκεκριμένα στο αιτητικό αυτής δεν εξειδικεύονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο οι περαιτέρω πράξεις και ειδικότερες ενέργειες των ανωτέρω καθ’ ων που είναι ισοδύναμες με την προσβολή του σήματος της πρώτης αιτούσας και δημιουργούν τον κίνδυνο να δημιουργηθεί η εντύπωση οιουδήποτε νομικού και οργανωτικού δεσμού μεταξύ των αιτουσών εταιρειών και των εταιρειών των άνω καθ’ ων, β) το ανωτέρω υπό στοιχ. 6 αίτημα της, που επίσης πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας διότι στην αίτηση δεν εξειδικεύονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο περιστατικά κινδύνου εκποίησης περιουσιακών στοιχείων των καθ’ ων και αν έχουν γίνει προπαρασκευαστικές ενέργειες τέτοιων πράξεων, που θα θεμελίωναν, υπό τα εκτιθέμενα στην αίτηση περιστατικά, επείγουσα περίπτωση ή επικείμενο κίνδυνο λήψης του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης ως και η αξία των ειδών των οποίων ζητείται η συντηρητική κατάσχεση ώστε να είναι δυνατό στο Δικαστήριο να προσδιορίσει την αξία αυτών των περιουσιακών στοιχείων σε σχέση με το ύψος της επικαλούμενης απαιτήσεως και γ) το ανωτέρω υπό στοιχ. 11 αίτημα κατά το μέρος που ζητείται η απειλή χρηματικής ποινής σε βάρος φυσικών προσώπων (5ου, 6ου, 7ου, 8ου, 9ης, 10ου και 11ου των καθ’ ων) το οποίο πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο ελλείψει παθητικής νομιμοποίησης των προαναφερόμενων καθ’ ων ως προς το εν λόγω αίτημα (απειλής χρηματικής ποινής) διότι, υπό τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο, υποκείμενα προσβολής του σήματος των αιτουσών είναι οι 1η, 2η, 3η, 4η καθ’ ων εταιρείες και η 12η καθ’ ης ατομικά ως φυσικό πρόσωπο ως προς τους οποίους και ζητείται να ληφθούν τα αϊτού μένα ασφαλιστικά μέτρα και επομένως το αίτημα για απειλή χρηματικής ποινής ως μέσο έμμεσης εκτέλεσης της απόφασης, που θα εκδοθεί αφορά αφενός μεν τα προαναφερόμενα νομικά πρόσωπα (1η, 2η, 3η και 4η των καθ’ ων) αφετέρου, δε, τη 12η καθ’ ης ατομικά ως φυσικό πρόσωπο, τα οποία και νομιμοποιούνται παθητικώς κατά ίό μέρος αυτό και όχι τους νομίμους εκπροσώπους αυτών (αναφορικά με τις 1η, 2η, 3η και 4η των καθ’ ων εταιρείες). Οι νόμιμοι εκπρόσωποι των προαναφερόμενων εταιρειών νομιμοποιούνται μόνο κατά το μέρος του εν λόγω αιτήματος για απειλή προσωπικής κράτησης δεδομένου ότι προσωπική κράτηση σε βάρος νομικού προσώπου δεν νοείται (σε αντίθεση με χρηματική ποινή) και αυτή (προσωπική κράτηση ως μέσο εκτελέσεως της αποφάσεως) απαγγέλεται σε περίπτωση συνδρομής των σχετικών όρων μόνο σε βάρος του νομίμου εκπροσώπου αυτής – φυσικού προσώπου. Περαιτέρω και κατά το μέρος, που η αίτηση κρίθηκε παραδεκτή, είναι νόμιμη διότι στηρίζεται σε όσα αναλυτικά έχουν εκτεθεί στη μείζονα σκέψη της παρούσας, καθώς και στις διατάξεις των άρθρων 947 και 176 ΚΠολΔ, εκτός από το ανωτέρω υπό στοιχ. 11 αίτημα (ως προς την αιτούμενη πλέον απειλή προσωπικής κράτησης) κατά το μέρος που αφορά τους υπό στοιχ. 6, 7, 10 και 11 καθ’ ων η αίτηση ως προς τους οποίους η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη διότι το αίτημα για απειλή προσωπικής κράτησης επί υποχρέωσης σε αποχή από ενέργεια νομικού προσώπου είναι νόμιμο μόνο αναφορικά με το νόμιμο εκπρόσωπο αυτού, κατά τα εκτιθέμενα, δε, στην αίτηση οι μεν 6ος και 7ος καθ’ ων είναι απλά μέλη του ΔΣ της 4ης καθ’ ης εταιρείας, οι, δε, 10ος και 11ος καθ’ ων απλά μέλη του ΔΣ της 3ης καθ’ ης. Το εν λόγω αίτημα, επομένως (περί απειλής δηλαδή προσωπικής κράτησης είναι εν προκειμένω νόμιμο αναφορικά με τους 5ο., 8ο, 9η καθ’ ων ως νόμιμων εκπροσώπων των καθ’ ων εταιρειών κατά τις διακρίσεις της αιτήσεως και ατομικά ως προς την 12η καθ’ ης ως φυσικού προσώπου ως προς την οποία 12η καθ’ ης είναι παραδεκτό και νόμιμο το αίτημα και για την απειλή χρηματικής ποινής κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα). Πρέπει, επομένως, η αίτηση, κατά το μέρος, που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της απούσας _____ ________ στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, από τις υπ’ αριθμ. 10582, 10583/1-10-2018 ένορκες βεβεαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών των Γραμματικής Αντωνακάκη και Αγγελικής Ψυχογυιού, από την υπ’ αριθμ. 12646/13-11-2018 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών Λάμπρου Κολλημένου, που προσκομίζουν οι καθ’ ων, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη λόγω του ισχύοντος σε κάθε περίπτωση συστήματος της πιθανολόγησης (βλ. και την υπ’ αριθμ. Δ 6922/8-11-2018 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών Ηλία ΚΑΡΑΜΟΥΖΗ σχετικά με την από 13-11-2018 ένορκη βεβαίωση) και από όλα τα έγγραφα τα οποία προσκομίζουν οι διάδικοι
πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Η πρώτη αιτούσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “_____ ______ _______ __________ _________” και το διακριτικό τίτλο “______.”, που εδρεύει στο ________ __________, αποτελεί δικαιούχο του ημεδαπού εμπορικού σήματος _________, όπως αυτό απεικονίζεται ειδικότερα στην αίτηση, κατοχυρωμένου στην κλάση προϊόντων 25 (ενδύματα κλπ.), καθώς και του εμπορικού σήματος της __________ _________, που κατοχυρώθηκε, επίσης, στην κλάση 25 ως σήμα απεικόνισης στις 17-2-2015 με ημερομηνία λήξης της προστασίας του στις 19-2-2024. Ειδικότερα, η πρώτη αιτούσα εταιρεία συστήθηκε ως ανώνυμη εταιρεία το έτος 2013 έπειτα από μετατροπή της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία _____. _________ ____________ __________ ______________ __________ (βλ. το υπ’ αριθμ. 11711/6-11-2013 συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Αθηνών Έλλης Καλιτσουνάκη). Το ανωτέρω αναφερόμενο διακριτικό γνώρισμα (____________) αποτέλεσε αρχικά επωνυμία της ανώνυμης εταιρείας _________ ___________ _________ _____________ ___________ ___________ _____________ (ήδη σήμερα ___________ __________ ____________ ___________ _____ __________ _________), που προέκυψε από μετατροπή της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία ________ __________ _________ _____ _____., την οποία ίδρυσε κατά το έτος 1987 ο __________ __________ του _________ (πατέρας του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου, σήμερα, της πρώτης αιτούσας εταιρείας), από κοινού με τον αδερφό του ___________ ___________ του __________. Η εταιρεία αυτή από την αρχή της σύστασης της ειδικεύονταν στην κατασκευή υποκάμισων και τη χονδρική πώληση αυτών, ενώ από το έτος 2000 κατοχυρώνοντας στις συναλλαγές το ανωτέρω όνομα (___________) ξεκίνησε την εμπορία ενδυμάτων Ιταλικών αντιπροσωπειών κατόπιν εισαγωγής. Σκοπός της άνω εταιρείας από την αρχή ήταν η κατασκευή (παραγωγή) εσωτερικών γυναικείων ενδυμάτων, η κατασκευή υποκάμισων, πυζαμών και συναφών ειδών, η κατασκευή ανδρικών και παιδικών ενδυμάτων ως και πάσα συναφής προς τα ανωτέρω επιχείρηση, η εμπορία πάντων των ανωτέρω στην Ελλάδα και την αλλοδαπή, όπως και η αντιπροσώπευση σχετικών με τα ανωτέρω προϊόντα οίκων. Η εταιρεία αυτή κατοχύρωσε για πρώτη φορά το σήμα ___________ (λεκτικό) για να διακρίνει τα προϊόντα της κλάσης 25 (ενδύματα) και απέκτησε δικαίωμα κυριότητας επί του εν λόγω σήματος δυνάμει της υπ’ αριθμ. 9426/2000 απόφασης της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων με διάρκεια προστασίας από τις 9-2-2000 μέχρι τις 9-2-2010 (δεκαετής προστασία, βλ. σχετικώς προσκομιζόμενο έγγραφο). Η αρχική αυτή ανώνυμη εταιρεία (____________) παραχώρησε την άδεια χρήσης του άνω σήματος περί το έτος 2001 σε άλλη εταιρεία με είδη ενδύσεως, υποδήσεως και αξεσουάρ, η οποία κατέληξε franchisee της εταιρείας ___________ _____. (τότε ________ ___.), ενώ, περαιτέρω, δυνάμει της υπ’ αριθμ. Κ4-20715/28-12-2010 αποφάσεως της Δ.Ε.Σ. η εταιρεία αυτή (___________) μεταβίβασε το δικαίωμα κυριότητας του προαναφερόμενου εμπορικού σήματος προς τον ________ __________ του _________, Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο, σήμερα, της πρώτης απούσας. Στη συνέχεια, παρατάθηκε η διάρκεια προστασίας του εν λόγω σήματος από τις 3-2-2010 μέχρι και τις 2-2-2020, ενώ, τέλος, η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία _______________________(από την οποία προέκυψε κατά μετατροπή η πρώτη αιτούσα) απέκτησε το δικαίωμα κυριότητας επί του ανωτέρω αναφερόμενου σήματος δυνάμει της υπ’ αριθμ. Κ4-5632/26-4-2012 απόφασης της Δ.Ε.Σ. και κατέστη μέχρι σήμερα δικαιούχος του σήματος αυτού στην κλάση 25 (ενδύματα). Ακολούθως, δε, στις 19-2-2014 υπεβλήθη αίτηση στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου το ανωτέρω σήμα να κατοχυρωθεί ως εμπορικό σήμα της ΕΕ για να διακρίνει προϊόντα και υπηρεσίες στην κλάση 25 ταξινόμησης Νίκαιας (ενδύματα), η οποία αίτηση έγινε δεκτή και καταχωρίστηκε το ανωτέρω σήμα ως σήμα απεικόνισης στις 17-2-2015 με ημερομηνία λήξης της προστασίας του στις 19-2-2024. Το σήμα αυτό, ως προαναφέρθηκε, χρησιμοποιείται επί πολλά έτη ως διακριτικό γνώρισμα των άνω ειδών που η πρώτη αιτούσα εμπορεύεται (ενδύματα). Σημειωτέον ότι η πρώτη αιτούσα εμπορεύεται και αξεσουάρ ρούχων (κλάση 26) με το ανωτέρω σήμα, χωρίς ωστόσο να πιθανολογείται ότι έχει κατοχυρώσει και τυπικά το σήμα αυτό στην εν λόγω κλάση προϊόντων ούτε όταν υπέβαλε τη σχετική αίτηση για την κατοχύρωση του στην κλάση 25. Πιθανολογήθηκε, δε, περαιτέρω, ότι οι δεύτερη και τρίτη αιτούσες ασκούν την ίδια δραστηριότητα με την πρώτη αιτούσα και είναι, σήμερα, αδειούχοι χρήσης του ανωτέρω εμπορικού σήματος της Ε.Ε. (___________ στην κλάση προϊόντων 25 ταξινόμησης ________). Ως προαναφέρθηκε το σήμα αυτό χρησιμοποιείται επί σειρά δεκαετιών για να διακρίνει τα προϊόντα της πρώτης αιτούσας αρχικώς από την εταιρεία που είχε ιδρύσει ο πατέρας του διευθύνοντος συμβούλου αυτής και έκτοτε μέχρι σήμερα όλες αυτές οι εταιρείες έχουν προβεί σε δαπάνες (διαφήμισης κλπ.) για να προωθήσουν στην αγορά τα προϊόντα τους με το ανωτέρω σήμα. Πιθανολογήθηκε, περαιτέρω, ότι η δεύτερη καθ’ ης εταιρεία με έδρα την ________ και με συναφές αντικείμενο δραστηριότητας (εμπόριο ενδυμάτων, αξεσουάρ κλπ.), όταν υπεβλήθη η αίτηση εκ μέρους της πρώτης αιτούσας εταιρείας για την κατοχύρωση του άνω σήματος (___________) στην Ε.Ε. και στην κλάση 25 ταξινόμησης της Νίκαιας (ενδύματα), έσπευσε λίγο αργότερα να κατοχυρώσει πανομοιότυπο σήμα (___________), μεταξύ άλλων και στην κλάση προϊόντων 26, δηλαδή στα αξεσουάρ. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι το ανωτέρω αναφερόμενο σήμα, το οποίο έχει κατοχυρώσει η πρώτη αιτούσα και σε επίπεδο ΕΕ για την κλάση προϊόντων 25 (ενδύματα) χρησιμοποιείται μεν επί σειρά ετών για να διακρίνει τα προϊόντα της από άλλες ομοειδείς επιχειρήσεις, πλην, όμως, ουδόλως πιθανολογήθηκε ότι αποτελεί σήμα φήμης κατά την έννοια των διατάξεων, που αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, δεδομένου ότι είναι διαδεδομένο σε συγκεκριμένο αγοραστικό κοινό και δεν έχει καθιερωθεί ως τέτοιο σήμα (φήμης) μέσα στην ευρύτερη αγορά και το χώρο του εμπορίου για μεγάλο χρονικό διάστημα, η κρίση δε αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται και από το περιεχόμενο της από 9-3-2018 εφέσεως της πρώτης απούσας ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (αριθμ. καταθ. 24257/1662) στην οποία η ίδια αναφέρει ότι το ανωτέρω εμπορικό της σήμα δεν εντάσσεται στην έννοια του σήματος φήμης. Επομένως, το ανωτέρω σήμα δεν τυγχάνει της αυξημένης προστασίας των σημάτων φήμης και δη ανεξαρτήτως της ομοιότητας κατ’ είδος των ειδών, που εμπορεύονται οι αντίδικες εταιρείες. Ωστόσο, πιθανολογήθηκε συγχρόνως ότι η πρώτη απούσα λειτουργεί στην αγορά των ενδυμάτων 47 καταστήματα στην Ελλάδα και άλλα 5 στην Κύπρο, έχοντας όλα αυτά τα χρόνια επικεντρώσει τη δράση της σε συσχετισμό με το όνομα αυτό (___________), που χρησιμοποιείται στις επιγραφές των καταστημάτων της, έχοντας επενδύσει κεφάλαια σε διαφημίσεις, διατηρώντας ηλεκτρονικό κατάστημα με επισκεψιμότητα, απασχολώντας και επενδύοντας σε ανθρώπινο δυναμικό. Πιθανολογήθηκε, περαιτέρω, ότι η 2η καθ’ ης εταιρεία με έδρα την ______ ασκεί την ίδια εμπορική δραστηριότητα με την πρώτη αιτούσα και αποτελεί συνδεδεμένη εταιρεία με τις 1Π, 3Π και 4η των καθ’ ων εταιρείες, καθώς η διοίκηση τους ασκείται από τα ίδια φυσικά πρόσωπα, ανήκουσες όλες στον όμιλο της δεύτερης καθ’ ης (______ _________). Η εταιρεία, δε, αυτή (η δεύτερη καθ’ ης δηλαδή) έχει κατοχυρώσει τα δικά της σήματα στο χώρο των ενδυμάτων και συγκεκριμένα τα σήματα με τις ονομασίες _______ ____________________, _______ ___________________ και _______ ______________________. Έχει δηλαδή κατοχυρώσει το σήμα αυτό και για τα αξεσουάρ. Ως προαναφέρθηκε, περί το έτος 2014 η 2η καθ’ ης και ενώ η πρώτη αιτούσα είχε υποβάλλει αίτηση για κατοχύρωση του σήματος της (___________) σε επίπεδο ΕΕ στην κλάση 25 της ταξινόμησης της Νίκαιας (ενδυμάτων) έσπευσε και υπέβαλε αίτηση προς κατοχύρωση του ίδιου ακριβώς σήματος για την κλάση 26 (που αφορά αξεσουάρ ένδυσης). Σημειώνεται, μάλιστα, ως προαναφέρθηκε, ότι η δεύτερη καθ’ ης ασκεί όμοια δραστηριότητα με την πρώτη αιτούσα και ο κίνδυνος σύγχυσης των δύο εταιρειών είναι προφανής. Περαιτέρω, δε, οι 3η, 4Π καθ’ ων εταιρείες καθώς και η 12η καθ’ ων είναι αδειούχοι χρήσης αυτού του σήματος (___________) από τη δεύτερη καθ’ ης και για την προαναφερόμενη κλάση 26 χωρίς ωστόσο να έχουν καταχωρίσει οποιαδήποτε τέτοια συμφωνία. Μόλις αντιλήφθησαν οι αιτούσες το γεγονός αυτό έσπευσαν στις 13-7-2016 με αίτηση τους με αριθμό __________ προς την _______ να ζητήσουν την κήρυξη της ακυρότητας του ________ σήματος, των αντιδίκων τους, ___________ στην κλάση, που αυτό έχει καταχωρηθεί (26), υπέβαλαν επίσης τη με αριθμ. καταθ. __________ αίτηση για έκπτωση των καθ’ ων από το σχετικό δικαίωμα, ενώ περαιτέρω έχουν ήδη ασκήσει και τη με αριθμ. καταθ. 67753/2495/2018 αγωγή τους η οποία επιδόθηκε στους καθ’ ων την 11-7-2018. Κατά τη μέρα, δε, αυτή, ήτοι την 11-7-2018 (επιδόσεως της προαναφερόμενης αγωγής) η 2η καθ’ ης εταιρεία έσπευσε να μεταβιβάσει τα δικαιώματα της προς την 1η καθ’ ης. Η 1η των καθ’ ων εταιρεία είναι σήμερα συνδεδεμένη εταιρεία με την 3η καθ’ ης, καθώς και με τη 2η καθ’ ης υπό την έννοια ότι όλες οι εταιρείες αυτές ελέγχονται από τα ίδια πρόσωπα και συγκεκριμένα από τον 8° καθ’ ου και την 9η καθ’ ης δεδομένου ότι μεταξύ αυτών υπάρχει διοικητική εξάρτηση, ενώ περαιτέρω μέλη της 3ης καθ’ ης αποτελούν οι 9η, 10η και 11η καθ’ ων. Ως εκ των ανωτέρω η 1η καθ’ ης γνώριζε ότι κατά το χρόνο μεταβίβασης του άνω σήματος προς αυτήν από τη 2η καθ’ ης υπήρχε αντιδικία μεταξύ των προκατόχων της και των απουσών και ότι περαιτέρω η 1η καθ’ ης μόλις απέκτησε δια μεταβίβασης το σήμα ___________ (για την κλάση 26) παραχώρησε την άδεια χρήσης αυτού στην 3η καθ’ ης, στη 12η καθ’ ης και στην 4η καθ’ ης της οποίας (4ης καθ’ ης) Πρόεδρος και Διευθύνων σύμβουλος είναι ο 5ος καθ’ ου και μέλη του ΔΣ αυτής (4ης καθ’ ης) οι 6ος και Τς καθ’ ων, πιθανολογήθηκε, δε, ότι την ανωτέρω αντιδικία γνώριζε και η 4Π καθ’ ης, ενώ περαιτέρω μέλη του ΔΣ της 3ης καθ’ ης, που διατηρεί στην _______ 15 φυσικά καταστήματα και ένα ηλεκτρονικό κατάστημα είναι οι 9η, 10η και 11η καθ’ ων. Πιθανολογήθηκε, περαιτέρω, ότι η 12η καθ’ ης αποτελούσε αρχικώς συνεργάτη της 1ης απούσας εμπορευόμενη στα καταστήματα της στην πόλη των _________ (οδός Απόλλωνος αριθμ. 16) και στην πόλη των _________ (οδός _________ _______ αριθμ. __) ενδύματα υπό το σήμα της τελευταίας (___________). Εν αγνοία, όμως, της πρώτης απούσας και χωρίς καμία προηγούμενη ενημέρωση της, ξεκίνησε εμπορική συνεργασία με την επιχείρηση της 3Πζ καθ’ ης μέσω του άνω καταστήματος της στα __________ με αποτέλεσμα η 1″ αιτούσα να της αποστέλλει ενδύματα ___________ τα οποία, όμως, εν συνεχεία διοχετεύονταν σε αλυσίδα καταστημάτων της 3ης καθ’ ης γεγονός, που η πρώτη καθ’ ης αντιλήφθηκε από τον Οκτώβριο του έτους 2017 και μετά. Περί τα τέλη του έτους 2017 περιήλθε σε γνώση της πρώτης απούσας ότι και στην πόλη των _________ επί της οδού _______ αριθμ. __ (και των _________ επί της οδού ________ ______ αριθμ. _), λειτουργούν καταστήματα πώλησης ετοίμων ενδυμάτων που έχουν ανηρτημένη την πινακίδα ___________ κατά τα αναλυτικά εκτιθέμενα στο δικόγραφο και ότι και τα δύο αυτά καταστήματα ανήκουν στον όμιλο της 3ης καθ’ ης, ανάλογη, δε, διαπίστωση υπήρξε και σε κατάστημα του _________ επί της οδού _______ _____ ________. ___, ενώ η ταμπέλα στο τελευταίο αυτό κατάστημα (_________) αναρτήθηκε το Μάιο 2018 λίγο μόλις άνοιξε κατάστημα της 1ης απούσας στον _________ στην ίδια οδό. Περαιτέρω, η 12η καθ’ ης κατέβασε την πινακίδα με το άνω σήμα από το κατάστημα των _________, πλην όμως εξακολουθεί και πωλεί ρούχα της απούσας με το σήμα της, το ίδιο, δε, σήμα υπήρχε και στα _________. Με τους προαναφερόμενους τρόπους η τρίτη καθ’ ης (συνδεδεμένη εταιρεία με τις υπό στοιχ. 1,2 και 4 καθ’ων η αίτηση) σφετερίζεται πελατεία της πρώτης απούσας δεδομένου ότι στα καταστήματα της η 3η καθ’ ης, στα οποία εκτός από αξεσουάρ, πωλούνται και ενδύματα, ήτοι προϊόντα της κλάσης 25, το ανωτέρω σήμα έχει τοποθετηθεί στις πινακίδες της επιχείρησης σε δημόσια θέα με αποτέλεσμα να δημιουργείται η σύγχυση στο χώρο του ενδύματος. Ωστόσο, πιθανολογήθηκε, συγχρόνως, ότι τα ενδύματα με την ένδειξη ___________, που πωλούνταν από καταστήματα υπό την επωνυμία της 3ης καθ’ ης στις πόλεις των _________ και _________ συμφερόντων της 12ης καθ’ ης ήταν ενδύματα που είχαν απομείνει (ενδύματα “στοκ ” δηλαδή) από τον καιρό που η 12η ^καθ’ ης είχε συνεργασία με την πρώτη αιτούσα και πριν τη λήξη της συνεργασίας τους και δεν ήταν ενδύματα της 3ης καθ’ ης στα οποία ετίθετο χωρίς δικαίωμα η ένδειξη ___________. Επομένως, το υπό στοιχ. 3 αίτημα της αιτήσεως με το οποίο ζητείται να απαγορευθεί στις 1η, 2η, 3η, 4η και 12η αιτούσες να διαθέτουν στην αγορά προϊόντα με το άνω σήμα (___________) πρέπει να απορριφθεί αναφορικά μεν με τα προϊόντα της κλάσης 25 (ενδύματα) διότι δεν πιθανολογήθηκε ότι ως προς τα ανήκοντά στις άνω καθ’ ων ενδύματα τίθεται η άνω ένδειξη αλλά αυτή υπήρχε σε στόκ ενδύματα της πρώτης αιτούσας, που είχαν απομείνει στη 12η καθ’ ης, ως προς, δε, τα λοιπά προϊόντα και δη αξεσουάρ -ελλείψει επείγουσας περίπτωσης διότι οι αιτούσες γνωρίζουν ότι ήδη από το 2015 η 2η καθ’ ης έχει κατοχυρώσει το άνω σήμα στα άνω προϊόντα και έκτοτε μέχρι την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχει παρέλθει χρονικό διάστημα, που δεν δικαιολογεί πλέον το κατεπείγον και το ζήτημα θα επιλυθεί οριστικά πλέον στο πλαίσιο της τακτικής αγωγής. Σημειώνεται ότι η πρώτη αιτούσα αν και υπέβαλε αίτηση για κατοχύρωση του άνω σήματος στην ΕΕ στην κλάση προϊόντων 25 (ενδύματα) δεν υπέβαλε αντίστοιχη αίτηση για την κλάση προϊόντων 26 (αξεσουάρ) και δεν πιθανολογήθηκε συγκεκριμένος βάσιμος λόγος για ποια ειδικότερη αιτία υπήρξε αυτή η διαφοροποίηση. Συνακόλουθα, ως αβάσιμα ελλείψει κατεπείγοντος, πρέπει να απορριφθούν και τα ανωτέρω υπό στοιχ. 7, δ και 9 αιτήματα ως συνεχόμενα με το ανωτέρω υπό στοιχ. 3 αίτημα, το οποίο, σύμφωνα με τα ανωτέρω αναφερόμενα, καθίσταται απορριπτέο. Πιθανολογήθηκε, όμως, ότι οι 1η, 2η, 3η και 4η καθ’ ων, που αποτελούν, κατά τα προαναφερόμενα, συνδεδεμένες μεταξύ τους εταιρείες χρησιμοποιούν το άνω σήμα (___________) σε σχηματική απεικόνιση στις πινακίδες καταστημάτων, που εκμεταλλεύονται και τα οποία εμπορεύονται εκτός από αξεσουάρ και ενδύματα και σε δημόσια θέα, διαφημίζονται επίσης χρησιμοποιώντας το άνω σήμα σε διαφημιστικά τους έντυπα ή ηλεκτρονικά μέσα σε συνδυασμό μάλιστα και με το λογότυπο, που έχουν κατοχυρώσει με αποτέλεσμα να δημιουργούν σύγχυση μέχρι και σήμερα στο αγοραστικό κοινό ως προς τα προϊόντα της κλάσης 25 (ενδύματα), ο κίνδυνος, δε, αυτός σύγχυσης είναι υφιστάμενος ακόμη και σήμερα. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να απαγορευθεί προσωρινά στις αμέσως ανωτέρω καθ’ ων (1,2, 3 και 4) να χρησιμοποιούν ειδικώς σε δημόσια θέα στις πινακίδες ή προσόψεις των καταστημάτων τους στα οποία πιθανολογήθηκε ότι, εκτός από αξεσουάρ, εμπορεύονται και ενδύματα, τον όρο ___________, όπως αυτό έχει κατοχυρωθεί ή σε οιαδήποτε άλλη μορφή ή γραμματοσειρά είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό με το κατοχυρωμένο δικό τους λογότυπο, καθώς και να διαφημίζονται με το σήμα αυτό ή να χρησιμοποιούν αυτό σε διαφημιστικά έντυπα ή ηλεκτρονικά μέσα γενομένων εν μέρει δεκτών ως κατ’ ουσία βάσιμων των ανωτέρω υπό στοιχ. 1,2 και 5 αιτημάτων της αιτήσεως κατά το προαναφερόμενο μέρος και σύμφωνα με τα αμέσως ανωτέρω, έναντι των αμέσως ανωτέρω καθ’ ων (υπό στοιχ. 1,2,3 και 4), όχι όμως και έναντι της 12ης καθ’ ης καθότι η τελευταία συμμορφώθηκε στις συστάσεις της πρώτης αιτούσας και πιθανολογήθηκε ότι δεν προσβάλλει πλέον τα σχετικά δικαιώματα της, ούτε και πιθανολογήθηκε επείγουσα περίπτωση έναντι της 12ης καθ’ ης προς λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Διευκρινίζεται ότι το ανωτέρω σήμα θα πρέπει να αφαιρεθεί σύμφωνα με τα αμέσως προαναφερόμενα από τα καταστήματα εκείνα των αμέσως ανωτέρω καθ’ ων, στα οποία πωλούνται ενδύματα και όχι και από τα καταστήματα στα οποία πωλούνται αποκλειστικά και μόνο αξεσουάρ δεδομένου ότι η 2η καθ’ ης κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα έχει κατοχυρώσει ήδη από καιρό το άνω σήμα στα προϊόντα της κλάσης 26 (αξεσουάρ) και το γεγονός αυτό είναι γνωστό στις αιτούσες ήδη από καιρό πιο πριν, ενώ, επίσης σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτιθέμενα, το προαναφερόμενο σήμα δεν πιθανολογήθηκε ότι αποτελεί σήμα φήμης ώστε να τυγχάνει γενικότερης προστασίας ανεξαρτήτως του είδους και της ομοιότητας των προϊόντων που εμπορεύονται οι αντίδικες εταιρείες. Τέλος, το αίτημα να δημοσιευθεί η απόφαση σε εφημερίδες πανελλήνιας εμβέλειας πρέπει να απορριφθεί, λόγω του προσωρινού χαρακτήρα της παρούσας αλλά και διότι δεν πιθανολογήθηκε επείγουσα περίπτωση να διαταχθεί ένα τέτοιο μέτρο στην παρούσα διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Τέλος, κατά των υπό στοιχ. 5 και 8 των καθ’ ων θα απειληθεί προσωπική κράτηση για κάθε παράβαση του διατακτικού της αποφάσεως εκ μέρους των εταιρειών που εκπροσωπούν, αντιστοίχως (υπό στοιχ. 4 και 3) και ως μέσο έμμεσης εκτέλεσης του διατακτικού της αποφάσεως, ενώ δεν θα απειληθεί προσωπική κράτηση σε βάρος της 9ης καθ’ ης απορριπτομένης ως προς αυτήν της αιτήσεως δεδομένου ότι δεν πιθανολογήθηκε η ιδιότητα της ως νομίμου εκπροσώπου της δεύτερης καθ’ ης. Κατόπιν αυτών πρέπει: α) να απορριφθεί η αίτηση ως προς τους υπό στοιχ. 6, 7, 9, 10, 11 και 12 καθ’ων η αίτηση και να καταδικασθούν οι αιτούσες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων αυτών κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό και β) να γίνει εν μέρει δεκτή η αίτηση ως προς τους υπό στοιχ. 1, 2, 3, 4, 5 και 8 των καθ’ ων (ως προς τους δύο τελευταίους αναφορικά με την απειλή προσωπικής κράτησης) και να απαγορευθούν προσωρινά οι υπό στοιχ. 1, 2, 3 και 4 καθ’ ων να προβαίνουν στις ανωτέρω ενέργειες, κατά τα εκτιθέμενα αναλυτικά και στο διατακτικό και να καταδικασθούν αυτές στην εν μέρει πληρωμή των δικαστικών εξόδων των απουσών όπως επίσης στο διατακτικό προσδιορίζονται.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση ως προς τους υπό στοιχ. δ, 7,9, 10, 11 και 12 καθ’ ων η αίτηση
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των απουσών την πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αμέσως ανωτέρω καθ’ ων το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των 300 ευρώ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ περαιτέρω ότι κρίθηκε απορριπτέο
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση ως προς τους υπό στοιχ. 1, 2, 3, 4, 5 και 8 καθ’ ων
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ προσωρινά στις υπό στοιχ. 1, 2, 3 και 4 καθ’ ων εταιρείες: α) να χρησιμοποιούν το αναφερόμενο στο σκεπτικό σήμα (___________) όπως αυτό κατοχυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 9426/2000 απόφαση της Δ.Ε.Σ. και της Ε.Ε. ή σε οποιαδήποτε άλλη γραμματοσειρά μορφή ή σχηματική απεικόνιση στις πινακίδες, εξωτερικές προσόψεις και σε εν γένει δημόσια θέα εξωτερικούς ή εσωτερικώς των καταστημάτων, που εκμεταλλεύονται και στα οποία εμπορεύονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο ενδύματα, β) να διαφημίζονται χρησιμοποιώντας καθ’ οιονδήποτε τρόπο το αμέσως ανωτέρω σήμα (___________), σε οποιαδήποτε γραμματοσειρά ή απεικόνιση, σε διαφημιστικά τους έντυπα ή ηλεκτρονικά μέσα σχετιζόμενα καθ’ οιονδήποτε τρόπο με ενδύματα, καθώς και να διαφημίζονται με το σήμα αυτό (___________) ή να χρησιμοποιούν αυτό, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, σε διαφημιστικά έντυπα ή ηλεκτρονικά μέσα σχετιζόμενα καθ’ οιονδήποτε τρόπο με ενδύματα
ΑΠΕΙΛΕΙ σε βάρος των υπό στοιχ. 5 και 8 καθ’ ων προσωπική κράτηση διάρκειας τριών μηνών για τον καθένα για κάθε παράβαση του αμέσως ανωτέρω διατακτικού της αποφάσεως εκ μέρους των υπό στοιχ. 4 και 3 καθ’ ων, αντιστοίχως
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των υπό στοιχ. 1, 2, 3, 4, 5 και 8 καθ’ ων την εν μέρει πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αιτουσών το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των 700 ευρώ
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα, στις 20/12/2018
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ