Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΤΙΤΛΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ167/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Αντιγόνη Σταμολέκα, Πρωτόδικη,την οποία όρισε ο Προϊστάμενος του Τριμελούς ΣυμβουλίουΔιεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα, Ευγενία ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 23-05-2018, για να δικάσει:
I. Την από 31-01-2011(17687/178/31-01-2011) ανακοπή, όπως αυτή επαναφέρεται με την από 3-01-2018(667/1/4-01-2018) κλήση και
II. Την από 9-02-2018(13463/9/12-02-2018) αυτοτελή πρόσθετηπαρέμβαση
Της ΚΑΛΟΥΣΑΣ-ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ-ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΥΤΟΤΕΛΗΣΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Υπό εκκαθάριση εταιρείας με την επωνυμία «__________. ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ Ε.Π.Ε.», με έδρα τον__________(οδός __________ αρ.__), με ΑΦΜ __________,νομίμως εκπροσωπούμενης από την εκκαθαριστή αυτής, ____________________, με ΑΦΜ __________, η οποία παραστάθηκεμετά του Πληρεξούσιου Δικηγόρου της, Χρήστου ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗ και κατέθεσε προτάσεις.
Της ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ-ΥΠΕΡ ΗΣ Η ΑΥΤΟΤΕΛΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Κυπριακής Δημόσιας Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία «__________ __________BANK PUBLIC CO LTD», με έδρα στη __________ Κύπρου (Λεωφ.__________ αρ.__), νομίμως εκπροσωπουμένης, όπως μετονομάσθηκε η Τράπεζα με την επωνυμία «__________ __________BANK PUBLIC CO LTD», ως καθολική διάδοχος της ανώνυμηςτραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «__________ __________ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», η οποία δεν εκπροσωπήθηκεαπό Πληρεξούσιο Δικηγόρο.
Της ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ-ΑΥΤΟΤΕΛΩΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με τηνεπωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ __________ Α.Ε.», με έδρα την Αθήνα(οδός__________ αρ.__), νομίμως εκπροσωπουμένης, με ΑΦΜ __________,η οποία εκπροσωπήθηκε από την Πληρεξούσια Δικηγόρο της, Μαρία ΓΕΩΡΓΟΥΛΙΑ και κατέθεσε προτάσεις.
Η ανακόπτουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 31-01-2011(17687/178/31-01-2011) ανακοπή, όπως αυτή επαναφέρεταιμε την από 3-01-2018(667/1/4-01-2018) κλήση και για τη συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε μετ’ αναβολή η σημερινήδικάσιμος της 23-05-2018 με αριθμό εκθέματος ΠΤ1 /I.
Η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα Τράπεζα ζητεί να γίνειδεκτή η από 9-02-2018(13463/9/12-02-2018) αυτοτελήςπρόσθετη παρέμβαση, για τη συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε μετ’ αναβολή η σημερινή δικάσιμος της 23-05-2018 με αριθμόεκθέματος ΠΤ1 /2.
Οι Πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτάόσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟI.
I. Ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την υπό σημερινήημερομηνία δικάσιμο συνεκφωνήθηκαν και συζητήθηκαν: [Α] Ηαπό 31-01-2011(17687/178/31-01-2011) ανακοπή, όπως αυτήεπαναφέρεται με την από 3-01-2018(667/1/4-01-2018) κλήσηκαι [Β] η από 9-02-2018(13463/9/12-02-2018) αυτοτελήςπρόσθετη παρέμβαση. Αμφότερες απορρέουν από την αυτή έννομησχέση, τυγχάνουν εκκρεμείς ενώπιον του αυτού Δικαστηρίουμεταξύ των ίδιων διαδίκων, υπάγονται στην ίδια διαδικασία, είναιδε προδήλως συναφείς μεταξύ τους(αρθ.31παρ. 1, 591παρ.1 και635επ.ΚΠολΔ). Ως εκ τούτου, πρέπει κατά την κρίση τουΔικαστηρίου τούτου να διαταχθεί η ένωση και συνεκδίκασή τους,διότι ούτω διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης,ενώ επέρχεται μείωση των εξόδων αυτής (αρθ.246, 591παρ.1 και635επ.ΚΠολΔ).
II. Όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμόν 2273/22-03-2018 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών,Κίμωνα Απολλωνάτου, αντίγραφο του από 21-03-2018 πρακτικού αναβολής τουΜονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, συμφώνως προς το οποίο ησυζήτηση της κρινόμενης ανακοπής αναβλήθηκε για την υπόσημερινή ημερομηνία δικάσιμο της 23-05-2018 με αριθμόεκθέματος ΠΤ1/1, επιδόθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως στοναντίκλητο της υπέρ ης η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, ήτοι στηδικηγορική εταιρεία με την επωνυμία «__________ __________ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», με έδρα την Αθήνα, νομίμωςεκπροσωπουμένη. Σημειωτέον ότι δυνάμει της υπ’ αριθμόν9560/16-02-2018 έκθεσης επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιώς, Ευφροσύνης ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ, αντίγραφοτου από 7-02-2018 πρακτικού αναβολής του ΜονομελούςΠρωτοδικείου Αθηνών, συμφώνως προς το οποίο η συζήτηση τηςκρινόμενης ανακοπής είχε ήδη αναβληθεί το πρώτον για τηδικάσιμο της 21^5-03-2018 με αριθμό εκθέματος ΠΤ/3, είχεεπιδοθεί ωσαύτως νομοτύπως και εμπροθέσμως στην αυτήν ως άνωαντίκλητο εταιρεία της υπέρ ης η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση,ενώ στην τελευταία κοινοποιήθηκε ομοίως νομίμως καιεμπροθέσμως αντίγραφο της κρινόμενης αυτοτελούς πρόσθετηςπαρέμβασης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προςσυζήτηση αρχικώς για την προμνησθείσα δικάσιμο της 21-5-2018 με αριθμό εκθέματος ΠΤ/4, ότε και ανεβλήθη κατά ταπροεκτεθέντα για την υπό σημερινή ημερομηνία δικάσιμο μεαριθμό εκθέματος ΠΤ1/2(ορ. σχετ. την υπ’ αριθμόν 11170ια/15-02-2018 έκθεση επίδοσης).
Πλην όμως η υπέρ ης η αυτοτελήςπρόσθετη παρέμβαση ουδόλως εκπροσωπήθηκε από ΠληρεξούσιοΔικηγόρο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε προσηκόντως κατά τησειρά εγγραφής της στο οικείο έκθεμα και, ως εκ τούτου, πρέπει ηυπέρ ης η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση Τράπεζα να δικαστεί ερήμην, ωστόσο, το Δικαστήριο τούτο πρέπει να προχωρήσει στησυζήτηση της υπόθεσης, σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι,δεδομένου ότι η αυτοτελώς παρεμβαίνουσα Τράπεζα ως ειδικήδιάδοχος της υπέρ ης η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, αλλά καιως αναγκαία αυτής ομόδικος θεωρείται κατ’ άρθρα 83, 76παρ.1,225, 274 παρ.2εδ.β, 591παρ.1 και 635επ., 643παρ.2 και649παρ.2ΚΠολΔ, ότι εκπροσωπεί την ως άνω απούσα διάδικο στηνπαρούσα δίκη, η οποία θεωρείται ούτω ότι διεξάγεται αντιμολίαπάντων των διαδίκων μερών(ορ.ΑΠ1564/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
III. Με την υπό κρίση ανακοπή, καθ’ ο μέρος αυτή παραδεκτόςκατ’ άρθρα 224εδ.β, 591παρ.1 και 635επ.ΚΠολΔ διορθούται καισυμπληρούται με τις από 23-05-2018 προτάσεις, η υπόεκκαθάριση πλέον τελούσα ανακόπτουσα εταιρεία ζητεί για τουςδιαλαμβανόμενους σε αυτήν(ανακοπή) λόγους την ακύρωση τηςυπ’ αριθμόν 24061/1-11-2010 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστήτου Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, δυνάμει της οποίαςυποχρεώθηκε να καταβάλει, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον μετην ανώνυμη εμπορική εταιρεία «__________ Α.Ε.Ε.», στην καθ’ ης η ανακοπή Τράπεζα το συνολικό ποσό των 45.000,00 ευρώ πλέοντόκων και λοιπών εξόδων για απαίτηση απορρέουσα από τιςειδικότερα εκτιθέμενες δύο(2) μεταχρονολογημένες τραπεζικέςεπιταγές, ποσού 20.000,00 ευρώ και 25.000,00 ευρώ αντιστοίχως,με εκδότη την ίδια την ανακόπτουσα εταιρεία, εις διαταγή δικαιούχο την ως άνω ανώνυμη εμπορική εταιρεία με την επωνυμία «__________ Α.Ε.Ε.» και νόμιμη κομίστρια -δυνάμειαδιάκοπης σειράς οπισθογραφήσεων- την καθ’ ης η ανακοπήΤράπεζα, καθώς επίσης να καταδικαστεί η τελευταία στα δικαστικάέξοδα της ανακόπτουσας.
Με το περιεχόμενο και τα αιτήματα αυτάη υπό κρίση ανακοπή αρμοδίως μεν καθ’ ύλη και κατά τόπονεισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (αρθ.632 παρ. Ιεδ.αΚΠολΔ), το οποίο εξέδωσε ιη βαλλόμενη διαταγήπληρωμής, για να εκδικαστεί κατά την προκειμένη ειδικήδιαδικασία των πιστωτικών τίτλων(αρθ.635επ.ΚΠολΔ), ενώ έχειασκηθεί παραδεκτώς, ήτοι νομοτύπως και εμπροθέσμως εντός της κατ’ άρθρο 633παρ.2ΚΠολΔ προθεσμίας των δέκα(10) εργάσιμωνημερών από τη δεύτερη (2ι) κατά σειρά επίδοση τηςπροσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής [ορ. την επισημείωση του Δικαστικού Επιμελητή, Στέφανου ΓΚΟΥΜΑ, επί τουκοινοποιηθέντος στην καθ’ ης αντιγράφου της κρινόμενηςανακοπής(31-01-2011), σε συνδυασμό τις αντίστοιχες υπ’αριθμούς 11158Η/5-11-2010 και 517Θ/21-01-2011 εκθέσειςεπίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών,Κωνσταντίνου ΚΑΛΟΥ, από τις οποίες προκύπτει, αφενός, η κατ’άρθρο 632παρ. Ιεδ.αΚΠολΔ επίδοση, αφετέρου, η κατ’ άρθρο633παρ:2εδ.αΚΠολΔ επίδοση στην ανακόπτουσα εταιρεία ακριβούς αντιγράφου εκ του πρώτου(Α’) εκτελεστού απογράφου της βαλλόμενης διαταγής πληρωμής με την παρά πόδας από 2-11-2010 επιταγή προς εκτέλεση και από τις οποίες άρχισε να τρέχει ηκατά νόμο προθεσμία των δεκαπέντε(15) και δέκα(10) εργασίμων ημερών αντιστοίχως για την άσκηση της κρινόμενης ανακοπής].
IV. Η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα Τράπεζα, η οποία,εκκρεμούσης της υπό κρίση ανακοπής, κατέστη, ως αναλυτικώςεκτίθεται, ειδική διάδοχος της Κυπριακής Δημόσιας Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία «__________ __________BANK PUBLIC CO LTD», με έδρα στη __________ Κύπρου (Λεωφ.__________ αρ.___), νομίμως εκπροσωπουμένης, όπωςμετονομάσθηκε η Τράπεζα με την επωνυμία «__________ __________BANK PUBLIC CO LTD», ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «__________ __________ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», ζητεί, επικαλούμενη έννομο συμφέρον, να γίνει δεκτή η υπό κρίση αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση για τους ειδικότερα διαλαμβανόμενους στο δικόγραφοαυτής λόγους, καθώς επίσης να απορριφθεί η κρινόμενη ανακοπή,ενώ, τέλος, να καταδικαστεί η ανακόπτουσα στα δικαστικά της έξοδα. Με το περιεχόμενο και τα αιτήματα αυτά η υπό κρίσηαυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση αρμοδίως καθ’ ύλη και κατάτόπον εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (αρθ.31παρ. 1,591παρ.1, 632παρ.1εδ.α και 635επ.ΚΠολΔ), για να εκδικαστείωσαύτως κατά την ειδική διαδικασία των πιστωτικών τίτλων(αρθ.635επ.ΚΠολΔ), τυγχάνει αρκούντως ορισμένη, καθόσονπεριέχει όλα τα απαιτούμενα κατ’ άρθρα 216παρ.1, 591παρ.1 και635επ.ΚΠολΔ θεμελιωτικά αυτής πραγματικά περιστατικά και είναινόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 68, 76παρ.1,80επ., 83, 225, 591παρ.1, 635επ., 182, 189παρ.1,191παρ.2ΚΠολΔ. Ως εκ τούτου δε, η υπό κρίση αυτοτελήςπρόσθετη παρέμβαση πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική αυτής βασιμότητα, συνεκδικαζόμενη κατά ταπροεκτεθέντα με την υπό κρίση ανακοπή(αρθ.246, 591παρ.1 και635επ.ΚΠολΔ).V. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 Ν. 5960/1933 “περί επιταγής”, τα εξ επιταγής εναγόμενα πρόσωπα μπορούν να αντιτάξουν κατά του κομιστή ενστάσεις, που στηρίζονται σε προσωπικές τους σχέσεις με τον εκδότη ή τους προηγούμενουςκομιστές, μόνο αν ο κομιστής, κατά την απόκτηση της επιταγής,ενήργησε με γνώση προς βλάβη του οφειλέτη. Από τη διάταξη αυτή, που εκφράζει το αναιτιώδες της ενοχής από την επιταγή,σαφώς συνάγεται, ότι, κατ’ εξαίρεση μόνο, επιτρέπεται η προβολήτέτοιων ενστάσεων από το εναγόμενο εξ επιταγής πρόσωπο κατά του κομιστή, αν ο κομιστής κατά το χρόνο κτήσης της επιταγής,αφενός, τελούσε εν γνώσει της ύπαρξης των ως άνω ενστάσεων κατά του εκδόιη ή ίων πριν από αυτόν κομιστών του τίτλου και,αφετέρου, ενήργησε αυτός προς βλάβη του οφειλέτη.
Τέτοια ενέργεια, υπό την έννοια της διάταξης αυτής υπάρχει, όταν οκομιστής γνωρίζει, κατά την απόκτηση της επιταγής, ότι με τημεταβίβασή της σε αυτόν ίσως ματαιωθεί η προβολή των ως άνωενστάσεων και ότι επιτυγχάνεται έτσι η πληρωμή της, η οποία,χωρίς τη συγκεκριμένη μεταβίβαση, δεν θα επιτυγχανόταν. Η γνώση του κομιστή είναι απαραίτητο να υφίσταται κατά το χρόνοτης οπισθογράφησης σε αυτόν της επιταγής και δεν ασκεί επίδρασηη μεταγενέστερη γνώση. Σε περίπτωση δε που εκείνος, κατά τουοποίου εκδόθηκε διαταγή πληρωμής με τίτλο επιταγή, στην πληρωμή της οποίας ενέχεται, ασκήσει ανακοπή, πρέπει να εκθέτειστο σχετικό δικόγραφο, ακολούθως δε πρέπει και να αποδεικνύει,τα περιστατικά αυτά, γιατί η καλή πίστη του κομιστή τεκμαίρεται.Συνακόλουθα, ο οφειλέτης από την επιταγή, εκτός από ταπραγματικά περιστατικά, που συγκροτούν την ιστορική βάση τηςσχετικής ένστασής του, πρέπει στην ανακοπή του να περιλαμβάνεικαι τον ισχυρισμό ότι ο κομιστής της επιταγής, κατά το χρόνο τηςκτήσης αυτής, γνώριζε την ένσταση και επιπλέον είχε συνείδηση ότιμε την απόκτηση του τίτλου ήταν ενδεχόμενο να υποστεί βλάβη οοφειλέτης με τη πληρωμή της επιταγής.
Συνήθης στην πράξη είναιη έκδοση καταπιστευτικών αξιογράφων, συναλλαγματικής ήεπιταγής, που εκδίδονται χάριν εγγύησης, Με τον όρο αυτόνοούνται οι περιπτώσεις εκείνες, στις οποίες προσπορίζεται μεν ηνομική θέση δικαιούχου του τίτλου, συγχρόνως όμως συμφωνείται- ως ένα είδος pactum fiduciae – ότι ο δικαιούχος αυτού κατάορισμένο μόνο τρόπο και υπό ορισμένες προϋποθέσεις θα είναιδυνατό να ενασκήσει το δικαίωμά του από τον τίτλο της επιταγής.Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις παρέχεται στον οφειλέτη ένστασηαναβλητική ή ανατρεπτική, κατά τις περιστάσεις, βασιζόμενη στην αιτιώδη (υποκείμενη) σχέση, την οποία αυτός ως ενιστάμενοςοφείλει να αποκαλύψει και να αποδείξει. Η ένσταση είναιπροσωπική και υπόκεπαι στον περιορισμό της διάταξης τουάρθρου 22 του Ν.5960/1933.
Στην κατηγορία των ενστάσεων αυτών υπάγονται εκτός άλλων και οι περιπτώσεις, κατά τις οποίεςσυμφωνείται μεταξύ των ενδιαφερομένων ότι ο αντισυμβαλλόμενοςθα δικαιούται να εισπράξει τον τίτλο υπό την προϋπόθεση ότιεκπληρώθηκαν ορισμένοι όροι από την αιτιώδη σχέση ή θα έχειπληρωθεί κάποια άλλη αίρεση ή ακόμη, όταν η επιταγή επέχειθέση εγγυοδοσίας και εκδίδεται για ασφάλεια μελλοντικήςαπαίτησης του κομιστή, ο οποίος δεσμεύεται να μην προβεί σεπρόωρη χρήση της ή να επιστρέφει αυτή στον εκδότη της μετά τηνεκπλήρωση ορισμένων όρων από την υφιστάμενη μεταξύ τουςβασική έννομη σχέση. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων1251ΑΚ, που προβλέπει την ενεχύραση τίτλου σε διαταγή και 38του ν.δ. 17.7/13.8,1923 “περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμωνεταιριών”, το οποίο εξακολουθεί να ισχύει κατ’ άρθρο 41 παρ. 1ΕισΝΑΚ, προκύπτει ότι μεταξύ των τίτλων σε διαταγή, πουενεχυράζονται με οπισθογράφηση, χωρίς άλλη διατύπωση, κατάτην ως άνω διάταξη του άρθρου 1251ΑΚ, είναι και η επιταγή.
Η μη αναζήτηση τιμολογίων από την πλευρά της Τράπεζας ήοποιουδήποτε άλλου κομιστή της επιταγής κατά την ενεχύραση τωντίτλων δεν οδηγεί, άνευ ετέρου, στην επιβεβαίωση και κατάφασηγνώσης, όπως αυτή απαιτείται από τη διάταξη του άρθρου 22 τουΝ.5960/1933 για την ύπαρξη οποιοσδήποτε προσωπικήςένστασης, την οποία είναι δυνατό να διατηρεί βάσιμα ο εκδότης τηςεπιταγής σε βάρος του λήπτη αυτής. Η γνώση θα πρέπει ναεπιβεβαιώνεται θετικώς και να προκύπτει από συγκεκριμέναπραγματικά περιστατικά, ώστε να μη συνάγεται απλώς συμπερασματικούς, αφού η καλή πίστη του κομιστή της επιταγής ιεκμαίρεται και, κατά συνέπεια, δεν είναι αρκετή η επισήμανσητης παράλειψης της Τράπεζας να προβεί στην αναζήτησητιμολογίων ή άλλων εγγράφων, που να πιστοποιούν την υποκείμενη αιτία, για την κατάφαση γνώσης της για οποιαδήποτε προσωπικήένσταση (λ.χ. καταπιστευτική επιταγή, επιταγή “ευκολίας”,εικονικότητα, τοκογλυφία κ.λπ,), αφού η παράλειψη αυτή είναιδυνατό να οφείλεται, όχι μόνο σε δόλο, αλλά και σε αμέλεια ακόμη, η οποία, υπό την εκδοχή αυτή, αναβαθμίζεται ανεπίτρεπτασε μέγεθος ισοδύναμο προς εκείνο του δόλου.
Επιπροσθέτως, ηαξίωση απέναντι στην Τράπεζα ή σε οποιονδήποτε άλλον κομιστήτης επιταγής για την προσκόμιση σε αυτούς τιμολογίων, που ναπιστοποιούν προηγούμενες συναλλακτικές σχέσεις των ενεχόμενωναπό την επιταγή προσώπων μεταξύ τους(εκδότη και λήπτη, λήπτηκαι πρώτου οπισθογράφου, πρώτου και δεύτερου οπισθογράφου,δεύτερου και τρίτου οπισθογράφου κ.ο.κ., μέχρι τον τελευταίοκομιστή), στο πλαίσιο των οποίων έχει λάβει χώρα η έκδοση ήκαθεμία από τις οπισθογραφήσεις της επιταγής, δεν επιβάλλεταιαπό κάποια διάταξη νόμου, ούτε και συνιστά στοιχείο τηςεπιμέλειας, που απαιτείται στις συναλλαγές, κατά τον κανόνα τηςδιάταξης του άρθρου 330εδ.βΑΚ. Παράλληλα, οποιαδήποτεεγκύκλιος ή τραπεζική πρακτική έχει σχέση αποκλειστικούς καιμόνο με την εσωτερική λειτουργία των καταστημάτων τωνΤραπεζών, αφορά στην έκδοση διαταγών, οδηγιών ή καικατευθύνσεων για τη ρύθμιση θεμάτων εσωτερικής οργάνωσης καιλειτουργίας της υπηρεσίας τους και δεν έχουν ισχύ νόμου, μεαποτέλεσμα να μην γεννώνται δικαιώματα και υποχρεώσεις απόαυτές.
Εξάλλου, πρέπει να αποδεικνύονται από τα υπάρχοντααποδεικτικά στοιχεία ότι οι εσωτερικές σχέσεις και ιδιαίτερεςσυμφωνίες μεταξύ του εκδότη και της λήπτριας της επιταγήςσχετικώς με το αξιόγραφο και την άσκηση των αξιώσεων από αυτό εμπίπτουν στο πεδίο της γνώσης της τράπεζας ή άλλης τελευταίαςκομίστριας, καθόσον τούτο προϋποθέτει ότι η αμέσως με αυτήσυναλλασσόμενη λήπτρια της επιταγής θα αποκάλυπτε σε αυτήν τιςεν λόγω συμφωνίες, όπερ πρέπει να αποδεικνύεται ότι συνέβη. Η υιοθέτηση αντίθετης άποψης θα οδηγούσε στην πλήρη ανατροπήτης αρχής του αναιτιώδους χαρακτήρα της ενοχής από την επιταγήκαι θα καθιστούσε την αιτία (causa) τόσο της έκδοσης αυτής, όσοκαι των οπισθογραφήσεών της, “εν τοις πράγμασιν”, σε στοιχείο τουαξιόγραφου, κάτι που θα οδηγούσε στην αντιστροφή τουσυστήματος, που καθιερώνεται με το Ν.5960/1933, δεδομένου ότιαπό τις διατάξεις του νόμου αυτού συνάγεται ότι η ενοχή από τηνεπιταγή είναι αναιτιώδης, ότι η αιτία έκδοσης και οπισθογράφησήςτης δεν αποτελεί στοιχείο της επιταγής και ότι αποκαλύπτεται ηαιτία μόνο με την προβολή σχετικής ένστασης πως η αιτία εξέλιπε(έληξε ή δεν επακολούθησε) ή ήταν εξαρχής ανύπαρκτη,παράνομη, ανήθικη, ελαττωματική κ.τ.λ., από τον οφειλέτη, πουκαλείται για την πληρωμή της, είτε με την άσκηση αγωγής εναντίοντου, είτε με την έκδοση σε βάρος του διαταγής πληρωμής (ορ.ΑΠ1317/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
VI. Εν προκειμένω, με το δεύτερο λόγο της υπό κρίση ανακοπής,κατ’ εκτίμηση του δικογράφου αυτής, η ανακόπτουσα αιτείται τηνακύρωση της προσβαλλομένης διαταγής πληρωμής, καθόσον ηκαθ’ ης η ανακοπή, της οποίας ειδική διάδοχος τυγχάνει πλέον ηαυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα Τράπεζα, καθ’ ο χρόνοπαρέλαβε ως αξία λόγω ενεχύρου από την εις διαταγή δικαιούχο εταιρεία «__________ Α.Ε.Ε» ως Franchisor αμφότερες τις ένδικεςμεταχρονολογημένες επιταγές, εκδόσεως ανακόπτουσας εταιρείαςως Franchisee, τελούσε εν γνώσει, αφενός, του αμιγώς εγγυητικούχαρακτήρα τούτων, που δεν συνοδεύονταν από τα οικείαπαραστατικά-τιμολόγια, αφετέρου, της οικονομικής δυσπραγίας της εις διαταγή δικαιούχου εταιρείας, αλλά και του γεγονότος ότι οιεν λόγω επιταγές, κατά τα ρητώς μεταξύ των μερών (Franchisor-Franchisee) συμφωνηθέντα, θα ετίθεντο σε κυκλοφορία αποκλειστικώς και μόνο με την πλήρωση της αίρεσης της παράδοσης στην ανακόπτουσα από την «__________ Α.Ε.Ε.» των αντίστοιχων, πλην όμως ουδέποτε παραδοθέντων εμπορευμάτων.Ως εκ τούτου, η καθ’ ης η ανακοπή Τράπεζα, επιδεικνύονταςκακοπιστία, ενήργησε εν γνώσει της προς βλάβη των οικονομικών συμφερόντων της ανακόπτουσας, αφού με τη λήψη ως αξία λόγω ενεχύρου των ένδικων επιταγών, οι οποίες δεν ενσωματώνουν μεν απαίτηση, πλην όμως, εν τέλει, σφραγίστηκαν, επακολουθησάσηςούτω της έκδοσης της βαλλόμενης διαταγής πληρωμής, ματαίωσετη δυνατότητα της εκδότριας εταιρείας (ανακόπτουσας) να προβάλειτις απορρέουσες από την υποκείμενη σχέση ενστάσεις της, πουσυνίστανται στη μη τήρηση από τη Franchisor εταιρεία («__________Α.Ε.Ε.») των συμπεμφωνημένων για παράδοση στην Franchisee(ανακόπτουσα) των αντίστοιχων εμπορευμάτων, η οποία είχε ρητώς τεθεί ως αίρεση για την κυκλοφορία και εξόφληση αμφοτέρων τωνεπίδικων αξιογράφων.
Με το περιεχόμενο και αίτημα αυτό οκρινόμενος λόγος ανακοπής τυγχάνει αρκούντως ορισμένος,καθόσον περιέχει όλα τα απαιτούμενα κατ’ άρθρα 216παρ.1,591παρ.1 και 635επ.ΚΠολΔ θεμελιωτικά αυτού πραγματικάπεριστατικά, απορριπτομένων των αντίθετων ισχυρισμών τηςαυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας Τράπεζας περί απόρριψηςαυτού ως απαραδέκτου λόγω αοριστίας, καθώς επίσης τυγχάνεινόμιμος, στηριζόμενος στη διάταξη του άρθρου 22 Ν.5960/1933.Ως εκ τούτου δε, πρέπει ο κρινόμενος λόγος ανακοπής ναερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
VII. Στην προκειμένη περίπτωση, από την εκτίμηση των ενόρκωνκαταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, οι οποίοι εξετάστηκαν νομίμως επ’ ακροατήριο, όπως οι καταθέσειςαμφοτέρων περτέχονται στα ταυτάρτθμα με την παρούσα πρακτικάδημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, καθώς επίσης απότο σύνολο των νομίμως προσκομιζόμενων με επίκληση από ταδιάδικα μέρη εγγράφων, τα οποία χρησιμεύουν είτε προς άμεσηαπόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αλλά καιαπό τις κατ’ άρθρα 261, 591παρ.1 και 635επ.ΚΠολΔ εκατέρωθενσυναγόμενες ομολογίες των διαδίκων, καθ’ ο μέρος έκαστος τούτωνδεν αμφισβητεί γενικώς ή ειδικώς την αλήθεια των αντιστοίχωςεπικαλούμενων από την αντίδικη αυτού πλευρά πραγματικώνπεριστατικών, αποδεικνύονται τα ακόλουθα:
Η ανακόπτουσαεταιρεία περιορισμένης ευθύνης, η οποία συστάθηκε κατά μήναΦεβρουάριο του έτους 2004 και δράστηριοποιείτο στο χώρο τηςεμπορίας μεταξύ άλλων ενδυμάτων και υποδημάτων, αλλά καιαθλητικών ειδών, νομίμως εκπροσωπούμενη αρχικώς από την__________ χήρα __________ __________ και από τον________ __________, ακολούθως δε, ήτοι από 16-09-2009και εντεύθεν από την πρώτη εξ αυτών, __________ χήρα ____________________, η οποία πλέον τυγχάνει μοναδική εκκαθαριστήςαυτής, καθόσον η ανακόπτουσα λύθηκε και τέθηκε υπό καθεστώςεκκαθάρισης κατά μήνα Οκτώβριο του έτους 2014, ενώ στις 13-03-2017 καταχωρήθηκε στο ΓΕΜΗ ο με ημερομηνία 8-03-2017τελικός ισολογισμός εκκαθάρισης της ανακόπτουσας, η οποίαπλέον διεγράφη από το ΓΕΜΗ. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι σταπλαίσια λειτουργίας της από 5-03-2004 σύμβασης δικαιόχρησης(Franchising), η οποία συνήφθη μεταξύ της ανακόπτουσαςεταιρείας ως Franchisee ΛΗΠΤΡΙΑΣ) και της ανώνυμηςεμπορικής εταιρείας με την επωνυμία «__________ Α.Ε.Ε.»,δραστηριοποιούμενης ωσαύτως στο χώρο της αθλητικής και μηένδυσης-υπόδησης, ως Franchisor ΔΟΤΗ), όπως η σύμβαση αυτή τροποποιήθηκε με ίο από 15-05-2006 ιδιωτικό συμφωνητικόαναφορικώς μόνο με το ποσοστό μικτού περιθωρίου κέρδους,συμφωνήθηκε μεταξύ άλλων ότι η ανακόπτουσα (Λήπτρια), η οποίαδιατηρούσε υποκατάστημα στη __________ Νομού __________ και ηοποία διέθετε στο αγοραστικό κοινό αποκλειστικώς και μόνοεμπορεύματα της Franchisor εταιρείας «__________ Α.Ε.Ε.», έπρεπε ναεκδίδει και να παραδίδει στην τελευταία επιταγές και δημεταχρονολογημένες για ποσά, τα οποία όριζε αποκλειστικώς οΔότης, αν και αυτά έπρεπε να τυγχάνουν ανάλογα του τζίρουαυτού (Δότη), οι δε επιταγές αυτές δίδονταν ως προκαταβολή,προκειμένου να προμηθευθεί η ανακόπτουσα το εκάστοτε έτος ταεμπορεύματα της επόμενης κάθε φορά σεζόν Άνοιξη-Καλοκαίρι ήΦθινόπωρο-Χειμώνας], στο τέλος της οποίας λάμβανε χώρα σχετική εκκαθάριση με βάση τις προμήθειες και πωλήσεις αντίστοιχος, ενώυπήρχε ρητή υποχρέωση της Franchisor εταιρείας να μηνκυκλοφορήσει περαιτέρω τις οικείες επιταγές ενόψει του αμιγώςεγγυητικού χαρακτήρα τούτων. Στα πλαίσια δε της κατά τα ανωτέρωεμπορικής συμφωνίας και εν γένει συνεργασίας, η οποία υπήρξεομαλή από την αρχή λειτουργίας της εν έτει 2004 έως τουλάχιστονκαι το έτος 2009, η ανακόπτουσα προέβη -κατά τα ειωθότα- στηνέκδοση δύο(2) μεταχρονολογημένων τραπεζικών επιταγών της Τράπεζας __________ __________ και δη των υπ’ αριθμούς (ι) 20079650-0 και (ιι) 20072104-6 επιταγών, ποσού 20.000,00 ευρώ και25.000,00 ευρώ αντιστοίχως, με ημερομηνία έκδοσης την 30-04-2010 και με εις διαταγή δικαιούχο τη Franchisor εταιρεία, η οποίαέπρεπε ακολούθως -κατά τα ρητώς μεταξύ τους συμπεφωνημένα-να της προμηθεύσει εμπορεύματα για τη σεζόν Άνοιξη-Καλοκαίρι2010. Πλην όμως, η «__________ Α.Ε.Ε.», ενόψει της έλλειψηςρευστότητας και των σοβαρών εν γένει οικονομικών δυσχερειών,που αντιμετώπιζε σταδιακώς ήδη από το έτος 2006, γεγονός όπερ αντικατοπτρίζεται μεταξύ άλλων και στην πτώση του ετήσιου τζίρουτης, αλλά και στους ετήσιους δημοσιευμένους ισολογισμούς της,αφενός μεν, ουδέποτε προμήθευσε την ανακόπτουσα με τα οικείαεμπορεύματα για τη σεζόν Άνοιξη-Καλοκαίρι 2010, αφετέρου δε,μεταβίβασε αμφότερες τις επίδικες επιταγές ως αξία λόγω ενεχύρουστην καθ’ ης η ανακοπή, της οποίας ειδική πλέον διάδοχοςτυγχάνει η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα Τράπεζα και μετάτης οποίας η Franchisor εταιρεία είχε ήδη από το έτος 2000συνάψει σύμβαση πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό.Ως εκ τούτου, αμφότερες οι ως άνω επιταγές σφραγίστηκαν στις 5-05-2010 ελλείψει διαθεσίμου υπολοίπου στον οικείο λογαριασμόκαι, εν συνεχεία, με αίτηση της νόμιμης κομίστριας Τράπεζας, ήτοιτης καθ’ ης η ανακοπή, της οποίας ειδική διάδοχος τυγχάνει κατάτα ανωτέρω η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα Τράπεζα,εκδόθηκε η βαλλόμενη υπ’ αριθμόν 24061/2010 διαταγήπληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, μετην οποία η ανακόπτουσα υποχρεώθηκε να καταβάλειαλληλεγγύως και εις ολόκληρον με τη «__________ Α.Ε.Ε» το συνολικόποσό των 45.000,00 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων. Με βάση όλα ταανωτέρω πραγματικά περιστατικά αποδεικνύεται ότι η Franchisor εταιρεία «__________ Α.Ε.Ε» δεν τήρησε τις έναντι της ανακόπτουσαςυποχρεώσεις, όπως αυτές απορρέουν από την επίδικη σύμβασηδικαιόχρησης, καθόσον, καίτοι παρέλαβε αμφότερες τις ένδικεςμεταχρονολογημένες επιταγές, ουδόλως παρέδωσε τα αντίστοιχαεμπορεύματα για τη σεζόν Άνοιξη-Καλοκαίρι 2010, αντιθέτως δε,αξιοποίησε αυτές προς ίδιον όφελος, ενόψει και των προβλημάτωνρευστότητας, που ήδη αντιμετώπιζε, με αποτέλεσμα να τιςμεταβιβάσει ως αξία λόγω ενεχύρου στην καθ’ ης η ανακοπήΤράπεζα, ειδική διάδοχος της οποίας τυγχάνει η αυτοτελώςπροσθέτως παρεμβαίνουσα, όπου τηρούσε κατά τα προεκτεθέντα ανοιχτό αλληλόχρεο λογαριασμό και επί σκοπώ εξυπηρέτησηςαυτού.
Εξάλλου, όπως επίσης αποδεικνύεται, η καθ’ ης η ανακοπή Τράπεζα κατά το χρόνο κτήσης αμφότερων των ένδικων επιταγών ωςαξία λόγω ενεχύρου από τη «__________ Α.Ε.Ε.» τελούσε εν πλήρη(θετική) γνώσει της έλλειψης υποκείμενης αιτίας ένεκα της μηπραγματοποίησης εν τέλει οιασδήποτε εμπορικής συναλλαγής γιατην επίμαχη σεζόν μεταξύ Franchisor και Franchisee μέσω τηςπαράδοσης από την πρώτη στη δεύτερη εταιρεία τωνεμπορευμάτων, που αντιστοιχούσαν στα ποσά των επίδικωνεπιταγών, όπερ συνιστούσε ρητώς συμφωνηθέντα όρο για τηνμετέπειτα κυκλοφορία τούτων(επιταγών). Η κατά τα ανωτέρω θετικήγνώση της καθ’ ης η ανακοπή Τράπεζας θεμελιώνεται μεταξύ άλλωνκαι στα κάτωθι γεγονότα:
Προδήλως η κατά τα ανωτέρω πρακτικήμεταξύ Franchisor «__________ Α.Ε.Ε.» και Franchisee ανακόπτουσαςγια την έκδοση και παράδοση από τη δεύτερη στην πρώτη εταιρείαεπιταγών ως προκαταβολή επί σκοπώ προμήθειας των αντίστοιχωνεμπορευμάτων για την επόμενη κάθε φορά σεζόν, πρακτικήακολουθούμενη με πληθώρα Franchisees(ΛHΠTON) τηςσυγκεκριμένης Franchisor ανά την Ελλάδα, λάμβανε χώρα επίμακράν, ήτοι ήδη από το έτος 2004 και ήταν αδιαμφισβήτητα ενγνώσει της καθ’ ης η ανακοπή, μετά της οποίας η Franchisor είχεήδη από το έτος 2000 συνάψει σύμβαση πίστωσης επ’ ανοικτώλογαριασμό.
Πλην όμως, η καθ’ ης Τράπεζα, η οποία εν έτει 2010ήταν οπωσδήποτε γνώστης της οικονομικής κατάρρευσης τηςαντισυμβαλλομένης της -στην ως άνω σύμβαση αλληλόχρεουλογαριασμού- «__________ Α.Ε.Ε.», ωστόσο, παρέλειψε -κατά το χρόνομεταβίβασης σε αυτήν των ένδικων επιταγών ως αξία λόγω ενεχύρουκαι ανεξαρτήτως του ύψους των εμπεριεχόμενων σε αυτές ποσών-να ζητήσει σε κάθε περίπτωση την πρόσθετη προσκόμιση τωναναγκαίων εκείνων παραστατικών(τιμολογίων, κλπ), τα οποία να δικαιολογούν την έκδοση τούτων(επιταγών) και από τα οποία νασυνάγεται με ασφάλεια η υλοποίηση των αντίστοιχων εμπορικώνσυναλλαγών μεταξύ ανακόπτουσας και «__________ Α.Ε.Ε».
Σημειωτέον ότι, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στις ανωτέρω νομικές σκέψεις της παρούσας, αφενός μεν, μόνη η παράλειψη της Τράπεζας νααξιώσει κατά το χρόνο κτήσης των εν λόγω επιταγών ως αξία λόγωενεχύρου την υποβολή από τον μεταβιβάζοντα αυτές(Franchisor ενπροκειμένω) των αντιστοιχούντων σε κάθε μία εξ αυτώνπαραστατικών δεν αρκεί να θεμελιώσει την κακή πίστη τηςΤράπεζας, αφετέρου δε, η συμμόρφωση προς τις σχετικέςεγκυκλίους της τελευταίας δεν επιβάλλεται κατά νόμο, αλλά ισχύεικαι εφαρμόζεται κατά περίπτωση από την εκάστοτε Τράπεζα, αφούουδόλως απορρέουν δικαιώματα και υποχρεώσεις από αυτές.
Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότατη οικονομικήδυσπραγία της «__________ Α.Ε.Ε.», η οποία εν έτει 2010 ήταν ήδηευρέως γνωστή όχι μόνο στο κοινό μέσω σχετικών δημοσιευμάτωντου Τύπου, αλλά κυρίως με βάση επισήμως δημοσιευμέναοικονομικά της στοιχεία (ιδίως ισολογισμούς), με αποτέλεσμα να μηδικαιολογείται οιαδήποτε άγνοια ή αμέλεια της καθ’ ης η ανακοπή,όπου η εν λόγω εταιρεία διατηρούσε άλλωστε κατά τα προεκτεθέντααλληλόχρεο λογαριασμό για δέκα(10) έτη κατά προσέγγιση, τοΔικαστήριο τούτο κρίνει ότι η καθ’ ης όφειλε να διερευνήσει τυχόναφερεγγυότητα της «__________ Α.Ε.Ε.» και να αναζητήσει, τουλάχιστονκατά το χρόνο μεταβίβασης σε αυτήν ως αξία λόγω ενεχύρου τωνένδικων επιταγών, άπαντα τα συνοδεύοντα αυτές παραστατικά ήέτερα δικαιολογητικά, προκειμένου να βεβαιωθεί για τηνολοκλήρωση της αντίστοιχης συναλλαγής μεταξύ Franchisor και Franchisee.
Αντιθέτως, δεν έπραξε τούτο τελούσα σε κακή πίστη,αφού επέλεξε σαφώς και συνειδητώς να λάβει αμφότερες τιςένδικες επιταγές ως αξία λόγω ενεχύρου επί σκοπώ εξυπηρέτησης του προμνησθέντος αλληλόχρεου λογαριασμού, με αποτέλεσμα ναεπέλθει στην Franchisee ανακόπτουσα, όπως και σε έτερουςFranchisees της «__________ Α.Ε.Ε.» ανά την Ελλάδα(ενδεικτ. σεΠτολεμαΐδα, Τρίπολη και Καλαμάτα), μείζων οικονομική ζημίαμέσω της ματαίωσης της δυνατότητάς της να εγείρει κατά της Franchisor αυτής τις περί αχρεωστήτου ενστάσεις της και, κατ’επέκταση, μέσω της σφράγισης των ένδικων επιταγών, ηκυκλοφορία των οποίων τελούσε υπό τη ρητή αίρεση τηςπαράδοσης σε αυτήν των αντίστοιχων εμπορευμάτων, ακολούθωςδε, μέσω της έκδοσης -μεταξύ άλλων και σε βάρος της ίδιας- τηςπροσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής.
Κατ’ ακολουθία τωνανωτέρω, ενόψει της ουσιαστικής βασιμότητας του δευτέρου κατ’εκτίμηση λόγου ανακοπής πρέπει η υπό κρίση ανακοπή να γίνειδεκτή ως ουσία βάσιμη, απορριπτομένης της αυτοτελούςπρόσθετης παρέμβασης της Τράπεζας και να ακυρωθεί η υπ’αριθμόν 24061/2010 διαταγή πληρωμής του Δικαστή τουΜονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά τα οριζόμενα ειδικότεραστο διατακτικό της παρούσας, ενώ, τέλος, τα δικαστικά έξοδαπρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκωνμερών λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των εφαρμοσθέντων κανόνωνδικαίου (αρθ.179, 591παρ.1 και 635επ.ΚΠολΔ). Σημειωτέον ότιδεν ορίζεται παράβολο ανακοπής ερημοδικίας για την υπέρ ης ηαυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, καθόσον, σύμφωνα με τη διάταξητου άρθρου 644ΚΠολΔ, η απόφαση, η οποία μεταξύ άλλων δέχεταιή απορρίπτει την κατ’ άρθρο 632ΚΠολΔ ανακοπή κατά διαταγήςπληρωμής, που εκδικάζεται κατά την ειδική διαδικασία τωνπιστωτικών τίτλων(αρθ.635επ.ΚΠολΔ), δεν προσβάλλεται μεανακοπή ερημοδικίας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ την από 31-01-2011(17687/178/31-01-2011) ανακοπή, όπως αυτή επαναφέρεται με την από 3-01-2018(667/1/4-01-2018) κλήση και την από 9-02-2018 (13463/9/12-02-2018) αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση ανπμολία ίων διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τη από 9-02-2018 αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.
ΔΕΧΕΤΑΙ την από 31-01-2011 ανακοπή.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ αριθμόν 24061/2010 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων μερών.ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα στοακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 18/10/2018.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ