fb-pxl-img
ΜΕΝΟΥ

Περίληψη

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ 3635/2017
11408/647/2015

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Τακτική Διαδικασία)

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ιωάννη ΜΑΛΛΟΥΧΟ Πρόεδρο Πρωτοδικών- Εισηγητή, Νικόλαο ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟ Πρωτόδικη, Σοφία ΚΑΒΑΡΙΝΟΥ Πρωτόδικη, και από τη Γραμματέα Μαρία ΚΟΥΤΟΥΚΑΚΗ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του , στις 17-1- 2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «__________ __________ ___________ _____.», η οποία εδρεύει στον ________, νόμιμα εκπροσωπούμενη η οποία εκπροσωπήθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Γρηγορίου Τιμαγένη, 1037 ΔΣΠ.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ:

-___________ _______ του ________, κάτοικου ________, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Χρήστου Οικονομάκη, 2517 ΔΣΠ.
-Της εταιρείας με την επωνυμία «________ ____ _________ _________ __________ __________ _________» και διακριτικό τίτλο «_________ ____ ____. με έδρα τη ______ και νόμιμα εκπροσωπούμενη, η οποία εκπροσωπήθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Ιωάννας Μαρώση.
-Της εταιρείας με την επωνυμία «_________ __________ __________», με έδρα την ________ _________, νόμιμα εκπροσωπούμενη, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε (απούσα).
-Της εταιρείας με την επωνυμία «_________ ________ _________» με έδρα την _________ _________, νόμιμα εκπροσωπούμενη, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε (απούσα).
-Της εταιρείας με την επωνυμία «_________ _________, με έδρα την ________ __________, νόμιμα εκπροσωπούμενη, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε (απούσα).

Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 29-10-2015 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό 11408/6474/2015, η οποία αρχικά προσδιορίστηκε για τις 12-1-2016 και κατόπιν διαδοχικών αναβολών για την αρχικά αναφερόμενη δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο .

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους .

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατ’αρχάς με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά, η ενάγουσα παραιτήθηκε παραδεκτώς (άρθρο 295 του Κ.Πολ.Δ.) από το δικόγραφο της αγωγής, ως προς την τρίτη και την τέταρτη των εναγόμενων και επομένως, ως προς αυτές, η αγωγή θεωρείται ότι δεν ασκήθηκε.

Από τις διατάξεις των άρθρων 939 έως 942 ΑΚ προκύπτει, ότι για τη γέννηση της αξίωσης προς διάρρηξη καταδολιευτικής δικαιοπραξίας απαιτείται η συνδρομή των κατωτέρω προϋποθέσεων: α) απαίτηση του δανειστή κατά του οφειλέτη, γεννημένη κατά το χρόνο που ο τελευταίος επιχειρεί την απαλλοτρίωση, β) απαλλοτρίωση από τον οφειλέτη περιουσιακού στοιχείου, γ) πρόθεση βλάβης των δανειστών, δ) γνώση του τρίτου υπέρ του οποίου η απαλλοτρίωση, και ε) αφερεγγυότητα του οφειλέτη, η οποία συντρέχει όταν η υπολειπόμενη εμφανής περιουσία τούτου δεν επαρκεί για την ικανοποίηση του δανειστή. Τα ανωτέρω στοιχεία, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 216 ΚΠολΔ, πρέπει να αναφέρονται στην αγωγή για να είναι ορισμένο το δικόγραφο αυτής. Ακόμη, μεταξύ των στοιχείων, που πρέπει να περιέχει η αγωγή διαρρήξεως για να είναι ορισμένη, περιλαμβάνονται το ποσό της απαιτήσεως του ενάγοντος δανειστή και η αξία του περιουσιακού στοιχείου, που απαλλοτριώθηκε κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, διότι η διάρρηξη δεν είναι αναγκαίως ολική, αλλά επέρχεται μόνον κατά το μέρος που ζημιώνεται ο δανειστής, ενώ εάν το απαλλοτριωθέν έχει μεγαλύτερη αξία από την απαίτηση του δανειστή, η διάρρηξη είναι μερική και εκφράζεται σε ποσοστό αντίστοιχο με την αξία της απαιτήσεως του δανειστή προς την αξία του απαλλοτριωθέντος, εκτός εάν η ληξιπρόθεσμη απαίτηση του δανειστή είναι μεγαλύτερη από την αξία του απαλλοτριωθέντος, οπότε αρκεί η αναφορά αυτής της αξίας (ΑΠ Ολ 15/2012, ΑΠ 36/2013, Εφ.ΑΘ 1652/2016 Α’ Δημ. ΝΟΜΟΣ). Εάν προσβάλλονται με την αγωγή απαλλοτριώσεις περισσοτέρων περιουσιακών στοιχείων, απαγγέλλεται η διάρρηξη μόνον όσων απαιτούνται για την ικανοποίηση του δανειστή, οπότε και πάλι για το ορισμένο της αγωγής, θα πρέπει να εκτίθεται σε αυτήν το ποσό της αξίας κάθε περιουσιακού στοιχείου, ώστε να κριθεί από το Δικαστήριο ποια ή ποιες από αυτές τις μεταβιβάσεις πρέπει να διαρρηχθούν και σε ποιο μέρος, εκτός και πάλι αν η απαίτηση του δανειστή είναι μεγαλύτερη από την συνολική αξία των απαλλοτριωθέντων, οπότε αρκεί και πάλι η αναφορά της συνολικής τους αξίας, χωρίς να απαιτείται ο προσδιορισμός της αξίας καθενός από αυτά (ΑΕΙ 2200/2007, Εφ.Δωδ 17/2014, Α’Δημ. ΝΟΜΟΣ, Απ. Εεωργιάδης: ΣΕΑΚ Τόμος I, άρθρο 943).

Με την υπό κρίση αγωγή, κατά το σκέλος, που στρέφεται κατά των δύο πρώτων εναγόμενων και μετά τον παραδεκτό περιορισμό του αιτήματος της, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της και με τις προτάσεις της (άρθρα 223 και 295 του ΚΠολΔ), η ενάγουσα εκθέτει ότι δυνάμει της υπ’ αριθμ. 945/2013 τελεσίδικης αποφάσεως του Εφετείου Πειραιώς, που εκδόθηκε επί της από 10-3-2010 και με αριθμ.κατ. 2707/2010 αγωγής αποζημιώσεως της, ο πρώτος εναγόμενος υποχρεώθηκε να της καταβάλει ως αποζημίωση το χρηματικό ποσό των 900.433 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από 1 1-8-2005, με αποτέλεσμα η απαίτηση της, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής, να ανέρχεται στο χρηματικό ποσό του 1.843.069,09 ευρώ, αφού δεν έχει γίνει καμία καταβολή. Ότι στις 4-11- 2010,ήτοι μετά την επίδοση σε αυτόν της με αριθμ. κατ. 2707/2010 εναντίον του αγωγής, δυνάμει του υπ’αριθμ..11.649/2010 συμβολαιογραφικού εγγράφου, που συνέταξε ο Συμβολαιογράφος Αθηνών Δημήτριος Κωφόπουλος και έχει νομίμως μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Μήλου, ο πρώτος εναγόμενος μεταβίβασε κατά κυριότητα στην δεύτερη, που ιδρύθηκε με το ίδιο συμβολαιογραφικό έγγραφο, τα αναλυτικώς περιγραφόμενα στην αγωγή ακίνητα, ως εισφορά εις είδος για την κάλυψη του μετοχικού κεφαλαίου της, ύψους 2.305.300 ευρώ και απέκτησε σύνολο των μετοχών της, ήτοι 230.530 ανώνυμες μετοχές, ονομαστικής αξίας 10 ευρώ έκαστη. Ότι τα ακίνητα αυτά αποτελούσαν τα μόνα εμφανή περιουσιακά στοιχεία του και μεταβιβάστηκαν από αυτόν στην δεύτερη εναγόμενη, με σκοπό την βλάβη της ενάγουσας, αφού τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία του δεν αρκούσαν για την ικανοποίηση της απαιτήσεως της, όπως γνώριζε και η δεύτερη εναγόμενη, συμμετέχοντας με τον ίδιο σκοπό, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή. Επικαλούμενη, λοιπόν, τον καταδολιευτικό χαρακτήρα των ως άνω μεταβιβάσεων, ζητεί να απαγγελθεί η διάρρηξη τους και να καταδικασθούν οι αντίδικοι της στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων.

Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αγωγή, αρμοδίως, εισάγεται προς συζήτηση, κατά την τακτική διαδικασία, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 18, 22 και 37 του Κ.Πολ.Δ. Σύμφωνα, όμως, και με όσα αναφέρονται στην μείζονα σκέψη της παρούσας, είναι αόριστη και για τον λόγο αυτό, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Ειδικότερα, αν και η ίδια η ενάγουσα εκθέτει στην αγωγή της ότι τα τρία ακίνητα, που μεταβίβασε ο πρώτος εναγόμενος στην δεύτερη, με το υπ’ αριθμ. 11649/4- 11-2010 συμβόλαιο είναι συνολικά μεγαλύτερης αξίας από την απαίτηση της, παραλείπει να προσδιορίσει την αξία εκάστου εξ αυτών (και η συνολική αξία τους συνάγεται εμμέσως από την αναφορά της αξίας των μετοχών, που εξέδωσε η δεύτερη και παρέδωσε στον πρώτο, μετά την κάλυψη του μετοχικού της κεφαλαίου εξ ολοκλήρου από αυτόν, με τις εισφορές εις είδος στις οποίες προέβη, ήτοι στις μεταβιβάσεις κατά κυριότητα, των επίδικων ακινήτων), με αποτέλεσμα το Δικαστήριο, εφ’ όσον, βέβαια, αποδειχθεί ότι συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 939 ΑΚ, να μην διαθέτει τα στοιχεία να κρίνει ποια ή ποιες από τις απαλλοτριώσεις πρέπει να διαρρηχθούν και κατά ποιο ποσοστό, για να καλυφθεί η απαίτηση της ενάγουσας. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι η αξία κάθε ακινήτου δεν προκύπτει ούτε από το υπ’ αριθμ. 11.649/4-11-2010 συμβολαιογραφικό έγγραφο συστάσεως της δεύτερης εναγόμενης, αλλά ούτε και από την έκθεση ελέγχου αποτιμήσεως της λογιστικής αξίας της εισφοράς σε είδος (των τριών ακινήτων) του πρώτου εναγόμενου, που συνέταξε η Τριμελής Επιτροπή του άρθρου 9 του Ν. 2190/1920 και συνοδεύει το ως άνω συμβόλαιο συστάσεως.

Κατόπιν τούτου, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να καταδικασθεί η ενάγουσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των δύο πρώτων εναγόμενων, τα οποία ορίζει στο χρηματικό ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Θεωρεί ότι η αγωγή δεν ασκήθηκε κατά της τρίτης και της τέταρτης των εναγόμενων.

Δικάζει κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων Απορρίπτει την αγωγή.

Επιβάλλει εις βάρος της ενάγουσας τα δικαστικά έξοδα των δύο πρώτων εναγόμενων, τα οποία ορίζει στο χρηματικό ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις και δημοσιεύθηκε στις 24-7-2017, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

offices-map

Τα Γραφεία μας

Η “OΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” ασχολείται με πάνω από 100 Νομικούς Τομείς και διατηρεί Δεκατέσσερα (14) γραφεία σε Έντεκα (11) χώρες:

Αλιεύστε την Εταιρική Παρουσίαση μας
Επικοινωνία