Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΟ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
1637/2018
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Ευθυμία Νικολάου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ελπίδα Κυρίμη, Προιτοδίκη, Μαρία Πετροπούλου, Πρωτόδικη — Εισηγήτρια, και από την Γραμματέα Μαρία Κωστοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 31η Οκτωβρίου του έτους 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: _________ _________ ( _________ _________ ), κατοίκου _________ _________ , οδός _________ , αριθμ. __, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια της πληρεξούσιας του δικηγόρου Ελένης Μπάλλα (Α ΔΣΑ: 035430), η οποία κατέθεσε προτάσεις και το υπ’ αρ·;Π0987 507/2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΑ.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: _________ _________ του _________ , κατοίκου _________ _________ , οδός _________ , αριθμ. ___, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Επαμεινώνδα Κλειτσικα (AM ΔΣΑ: 015073), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις και το υπ’ αριθμ. Π0986822/2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΑ.
Ο εκκαλών – εναγόμενος ζητεί, για όσους λόγους επικαλείται σ’ αυτήν, να γίνει δεκτή η από 02-12-201 1 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 113/2011 στο Ειρηνοδικείο Χαλανδρίου και 500560/2/05-01 -2017 στο Πρωτοδικείο Αθηνών έφεσή του, η οποία προσδιορίστηκε αρχικά για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 26-05-2017, οπότε και αναβλήθηκε η συζήτησή της για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος με την από 01-02-2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 44/04-02-2010 αγωγή του, την οποία άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ’αυτήν. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δίκασε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων και εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 537/16-09-201 οριστική του απόφαση, με την οποία και έκανε δεκτή την ως άνω αγωγή. Ήδη ο εκκαλών – εναγόμενος με την από 02-12-2011 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 500560/2/05-01-2017 έφεσή του, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, προσβάλλει την απόφαση αυτή και ζητεί να γίνει δεκτή η έφεσή του για όσους λόγους επικαλείται σε αυτή.
Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά της στο πινάκιο και κατά τη συζήτησή της, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώθηκε παραπάνω και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΕΦΘΙΙΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 17Α εδ. α’ του ΚΠολΔ, όποις προστέθηκε με το άρθρο 3 παρ. 3 του Ν 3994/201 1 και ισχύει από 25-07-2011, στην αρμοδιότητα των Μονομελών Πρωτοδικείων υπάγονται και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων της περιφέρειάς τους. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 72 παρ. 4 του ιδίου ως άνω νόμου, το παραδεκτό των ενδίκων μέσων, το επιτρεπτό των προβαλλομένων λόγων και ο χρόνος άσκησής τους κρίνονται σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο που δημοσιεύεται η απόφαση. Συγχρόνως, όμως, το άρθρο 72 παρ. 13 του Ν 3994/201 1 ορίζει ότι στην αρμοδιότητα των μονομελών δικαστηρίων του άρθρου 19 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας υπάγονται οι εφέσεις που ασκούνται μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Παρόλο που το άρθρο 72 παρ. 13 του Ν 3994/201 1 παραπέμπει μόνο στο άρθρο 19 (που αναφέρεται στις εφέσεις θεωρήθηκε η Εισηγήτρια κατά των αποφάσεων των Μονομελών Πρωτοδικείων) λογική ερμηνεία επιβάλλει την εφαρμογή του και στη περίπτωση του άρθρου 17 Α του ΚΠολΔ, δηλαδή σε εφέσεις κατ’ αποφάσεων των Ειρηνοδικείων που ασκήθηκαν μετά την 25-07-201 1 και υπάγονται στην αρμοδιότητα των Μονομελών Πρωτοδικείων (βλ. Μιχαήλ Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, Τόμος I, άρθρο 17 Α, αριθμ. 2, σελ. 59, καθώς και Μπαλογιάννη σε κατ’ άρθρο ερμηνεία ΚΠολΔ της X. Απαλαγάκη, άρθρο 17Α, σελ. 51). Επιπλέον, το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 72 παρ. 4 του Ν 3994/2011 ορίζει ότι στα ένδικα μέσα που είχαν ασκηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2. Κατά την τελευταία αυτή παράγραφο, στις δίκες που κατά την εισαγωγή του παρόντος νόμου είναι εκκρεμείς στον πρώτο βαθμό, οι διαδικαστικές πράξεις ρυθμίζονται από τις διατάξεις του, όσες όμως είχαν ενεργηθεί πριν από την εισαγωγή του ρυθμίζονται από το προγενέστερο δίκαιο. Από τις ανωτέρω διατάξεις σαφώς προκύπτει ότι εάν το ένδικο μέσο δεν έχει ασκηθεί κατά την έναρξη ισχύος του Ν 3994/2011 η λειτουργική αρμοδιότητα θα κριθεί με βάση τις νέες ρυθμίσεις (βλ. και ΑΠ 457/2017, Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, καθώς και Μπαλογιάννη σε κατ’ άρθρο ερμηνεία ΚΠολΔ της X. Απαλαγάκη, άρθρο 17A, σελ. 50-51).
Επομένως, η έφεση που ασκήθηκε με δικόγραφο, που κατατέθηκε στο πρωτότυπο στην γραμματεία του δικαστηρίου, το οποίο έχει εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 495 του ΚΠολΔ), μετά την ισχύ (25-07-2011) του παραπάνω νόμου υπάγεται στην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, κατά το άρθρο 17 Α του ΚΠολΔ. Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 46 εδ. α του ΚΠολΔ, αν το Δικαστήριο δεν είναι καθ’ ύλην ή κατά τόπον αρμόδιο, αποφαίνεται γι’ αυτό αυτεπαγγέλτως και προσδιορίζει το αρμόδιο Δικαστήριο, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση. Οι δε προβλέψεις του άρθρου 46 του ΚΠολΔ έχουν εφαρμογή και επί των ενδίκων μέσων (ΕφΘεσ 1824/1994, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, καθώς και Νίκα σε Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, άρθρο 46, αριθμ. 5, σελ. 107), ενώ η έρευνα της αρμοδιότητας γίνεται πριν ερευνηθούν οι προϋποθέσεις του παραδεκτού της έφεσης (βλ. Σαμουήλ Σαμουήλ, Η ‘Εφεση κατά τον ΚΠολΔ, αριθμ. 930, σελ 366).
Εν προκειμένω, η κρινόμενη από 02-12-201 1 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 500560/2/05-01-2017 έφεση του ηττηθέντος εναγομένου και ήδη εκκαλούντος κατά της υπ’ αριθμ. 537/16-09-20 1 1 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία, αναρμοδίως φέρεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου ως καθ’ ύλην αναρμόδιου (άρθρα 17Α και 498 του ΚΠολΔ), καθόσον, κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών δεδομένου ότι κατά τον χρόνο άσκησης της υπό κρίση έφεσης (05-12-201 1) είχε εφαρμογή ο νόμος 3994/2011 (έναρξη ισχύος από 25-07- 2011, κατ’ άρθρο 77 του Ν 3994/2011) και συνεπώς και το άρθρο 17 Α του ΚΠολΔ που προστέθηκε με το άρθρο 3 του παραπάνω νόμου.
Εφόσον δε η αναρμοδιότητα ερευνάται και’ αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 46 εδ. α’ του ΚΠολΔ), πρέπει να κηρυχθεί το παρόν Δικαστήριο αναρμόδιο καθ’ ύλην προς εκδίκαση της κρινομένης υπόθεσης και να την παραπέμψει προς εκδίκαση στο αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών που θα δικάσει κατά την τακτική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση. Τέλος, η απόφαση με την οποία παραπέμπεται μια υπόθεση στο καθ’ ύλην ή κατά τόπον αρμόδιο Δικαστήριο (παραπεμπτική απόφαση) θεωρείται οριστική (άρθρο 308 παρ. 1 του ΚΠολΔ) και ως εκ τούτου περιέχει διάταξη για τη δικαστική δαπάνη (βλ. Νίκα σε Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος I, άρθρο 46, αριθμ. 9, σελ. 108, καθώς και ΕφΑΘ 2393/2008, ΕφΑΔ 2008. 891, ΕφΑΘ 3 16/2008, ΕΦΑΔ 2008. 1093, ΕφΑΘ 1 868/2005, ΕλλΔνη 2005. 1524, ΕφΑΘ 2340/2002, ΕλλΔνη 2002. 1443, ΕφΘεσ 1514/1999, Αρμεν. 1999. 1580).
Τα δε δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων, λόγω της δυσχέρειας στην ερμηνεία των εφαρμοστέων κανόνων δικαίου (άρθρο 179 ΚΠολΔ), καθόσον κατά τον χρόνο άσκησης της έφεσης (05-12-201 1) ήταν πρόσφατη η έναρξη ισχύος του Ν 3994/201 1 (25-07- 2011) που επέφερε μεταξύ άλλων τροποποιήσεις στο άρθρο 18 του ΚΠολΔ και πρόσθεσε το άρθρο 17 Α του ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ εαυτό καθ’ ύλην αναρμόδιο για την εκδίκαση της έφεσης.
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την εκδίκαση της υπόθεσης στο αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 8 Μαΐ’ου 2018.
Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη ακροατήριό του στην Αθήνα, στις 10-5-2018 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων τους δικηγόρων.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ