fb-pxl-img
ΜΕΝΟΥ

Περίληψη

Αριθμός 126/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ’ Πολιτικό Τμήμα

  

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Διονύσιο Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ελευθέριο Μάλλιο, Γεωργία Λαλούση, Ευτύχιο Παλαιοκαστρίτη και Σοφία Καραχάλιου, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 20 Νοεμβρίου 2009, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος:   _________   _________   _________, κατοίκου   _________   _________, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Παναγιώτη Μαντζουράνη και κατέθεσε προτάσεις.

Των αναιρεσιβλήτων: 1)   _________   _________ του   _________, 2)   _________ συζύγου   _________   _________, κατοίκων   _________   _________, οι οποίοι δεν εμφανίστηκαν στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 18/6/2002 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και επί της οποίας εκδόθηκε η 2749/2006 μη οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου. Ακολούθως ασκήθηκαν οι από 14/12/2004 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων και η από 27/7/2004 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1 197/2006 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 6869/2007 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναίρεσε ίων με την από 15/2/2008 αίτησή του.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Σοφία Καραχάλιου  ανέγνωσε την από 22/1/2009 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε να γίνουν δεκτοί οι πρώτος και δεύτερος λόγοι αναιρέσεως και να απορριφθούν οι λοιποί λόγοι αυτής.Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

 

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Επειδή, κατά την διάταξη του άρθρου 576 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ,, αν ο αντίδικος εκείνον που επέσπευσε την συζήτηση δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί αλλά δεν λάβει μέρος σ’ αυτή με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα και σε καταφατική περίπτωση προχωρεί στη συζήτηση, παρά την απουσία εκείνου που κλητεύθηκε. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες υπ’ αριθμ. 8808 Δ’ και 8807 Δ/8-9-2008 εκθέσεις επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητού του Πρωτοδικείου Αθηνών, Ιωάννου Φιλ. Χαβαλέ, ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως, με την κάτω από αυτή πράξη, με την οποία ορίσθηκε αρμοδίως δικάσιμος η 6 Φεβρουάριου 2009, και κλήση για συζήτηση κατ’ αυτή, επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως προς τους αναιρεσιβλήτους   _________   _________ του ______ και _______, σύζυγο _______   _________. Κατά την δικάσιμο αυτή, η συζήτηση της υποθέσεως αναβλήθηκε, για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, με επισημείωση επί του πινακίου, η οποία επέχει θέση κλητεύσεως, για όλους τους διαδίκους (άρθρ. 226 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.). Επομένως, εφ’ όσον οι τελευταίοι δεν εμφανίσθηκαν στο ακροατήριο, κατά την δικάσιμο αυτή, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε, νομίμως, από το πινάκιο, στη σειρά της, και δεν παραστάθηκαν με πληρεξούσιο δικηγόρο ούτε με δήλωση, κατά το άρθρο 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση, παρά την απουσία των.

Επειδή, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 281 ΑΚ, θεωρείται ότι κάποιο δικαίωμα ασκείται καταχρηστικώς, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου, που προηγήθηκε της ασκήσεώς του, και η πραγματική  κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα . που μεσολάβησε, όχι μόνον δεν δικαιολογούν την μεταγενέστερη άσκησή του, λαμβανομένων υπ’ όψη των συμφερόντων και του ιδίου, αλλά αντιθέτως χωρεί κατά τρόπο που επάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο, κατά προφανή υπέρβαση των αρχών και σκοπών που διαλαμβάνονται στην εν λόγω διάταξη. Εξ άλλου, κατά την διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 8 του Κ.Πολ.Δ., ιδρύεται λόγος αναιρέσεως και όταν το δικαστήριο δεν έλαβε υπ όψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως «πράγματα», κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, θεωρούνται οι αυτοτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί, οι οποίοι θεμελιώνουν, καταλύουν ή παρακωλύουν το δικαίωμα, που ασκείται με την αγωγή, ένσταση ή αντένσταση. Για να ιδρυθεί ο λόγος αυτός, θα πρέπει ο ισχυρισμός να είχε προταθεί ενώπιον του δικαστηρίου, το οποίο εξέδωκε την προσβαλλομένη απόφαση, κατά τρόπο ορισμένο και παραδεκτό, να είναι νόμιμος και να ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από την διάταξη δε του άρθρου 527 περ. 1 του Κ.Πολ.Δ., συνάγεται, ότι ο εφεσίβλητος, ο οποίος υπήρξε εναγόμενος στην πρωτοβάθμια δίκη, παραδεκτώς προβάλλει στην κατ’ έφεση δίκη ενστάσεις που τείνουν σε κατάλυση της αγωγής και μέσω τούτου σε απόρριψη της εφέσεως, έστω κα. αν δεν\είχε προβάλει αυτές τις ενστάσεις στην πρωτοβάθμια δίκη ή δεν είχε προβάλει αυτές παραδεκτως. Τέτοια ένσταση, που μπορεί να προταθεί από αυτόν, κατά τα ανωτέρω, είναι και αυτή της καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος, από τον εκκαλούντα-ενάγοντα (ΑΠ 1106/1997). Στην προκειμένη περίπτωση, με τους πρώτο και δεύτερο λόγους αναιρέσεως, από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση, η οποία, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως από τους ήδη αναιρεσιβλήτους, έκρινε επί αγωγής τούτων, η πλημμέλεια ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπ’ όψη τον νομίμως προταθέντα, ενώπιον αυτού, από τον αναιρεσείοντα- εφεσίβλητο, ισχυρισμό, περί καταχρηστικής ασκήσεως, από τους ενάγοντες, του δικαιώματος. Από την επισκόπηση δε των διαδικαστικών εγγράφων, στην οποία παραδεκτώς προβαίνει ο Άρειος Πάγος (άρθρ. 561 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), προκύπτει ότι: Οι ήδη αναιρεσίβλητοι, με την από 18-6 2002 αγωγή των, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ζήτησαν να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, ως κύριος διαμερίσματος του τετάρτου ορόφου της εις αυτή οικοδομής, να απομακρύνει τις γλάστρες και τα λοιπά αντικείμενα από τον κοινόχρηστο διάδρομο και τους τοίχους του τετάρτου ορόφου της αυτής οικοδομής και να παύσει στο μέλλον παρόμοιες πράξεις καθώς και να παύσει να καταλαμβάνει αυθαιρέτως και να χρησιμοποιεί, ως Parking, τον έμπροσθεν των μετρητών της ΔΕΗ κοινόχρηστο χώρο. Κατά την συζήτηση της αγωγής (την 20-2-2003) και με τις νομίμως κατατεθείσες προτάσεις του, ο εναγόμενος πρότεινε τον ισχυρισμό της καταχρηστικής ασκήσεως της αγωγής, εν σχέσει προς το πρώτο, ως άνω, αίτημά της, και ζήτησε την απόρριψή της, επικαλούμενος, ότι οι γλάστρες, που αναφέρονται σ’ αυτή (αγωγή)., τοποθετήθηκαν μεν επί του κοινοχρήστου διαδρόμου του 4 ορόφου της οικοδομής, ο διάδρομος, όμως, αυτός εξυπηρετεί μόνον το δικό του διαμέρισμα και ουδεμία βλάβη προκαλείται στους ενάγοντες, αντιθέτως αυτές διακοσμούν τον κοινόχρηστο . διάδρομο και ο καλλωπιστικός σκοπός των εξυπηρετεί και τους ίδιους, οι οποίοι σε τίποτα δεν εμποδίζονται. Επίσης, ότι οι γλάστρες αυτές τοποθετήθηκαν στον κοινόχρηστο διάδρομο προ δεκαετίας, με την σύμφωνο γνώμη όλων των συνιδιοκτητών και των εναγόντων, εφ όσον όλοι οι συνιδιοκτήτες και οι ενάγοντες διετήρουν καλλωπιστικά φυτά έξωθι της θύρας των διαμερισμάτων των;,“και έτσι δημιουργήθηκε η πεποίθηση σ’ αυτόν ότι δικαιούται, με δαπάνες του, εις διακόσμηση με φυτά του διαδρόμου, έξωθι της θύρας του διαμερίσματος του». Επί της αγωγής, εκδόθηκε αρχικώς η υπ’ αριθ. 2749/2003 μη οριστική απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, με την οποία διετάχθη η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, ακολούθως δε η υπ’ αριθμ. 1 197/2006 οριστική απόφαση αυτού, με την οποία η αγωγή απορρίφθηκε, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος. Κατά την συζήτηση, μετά την οποία εκδόθηκε η ανωτέρω οριστική απόφαση του Πρωτοδίκου δικαστηρίου, ο εναγόμενος, με τις προτάσεις του, πρότεινε τον ισχυρισμό της καταχρηστικής ασκήσεως της αγωγής και κατά το δεύτερο αίτημά της (που αφορά στην παύση της χρήσεως από αυτόν της υπ’ αριθμ. 3 θέσεως της πιλοτής), εφ’ όσον αυτή υπερβαίνει τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη και τα χρηστά ήθη, και ζήτησε την απόρριψή της, επικαλούμενος, ότι την επίδικη θέση σταθμεύσεως αυτοκινήτου αγόρασε το έτος 1992, με την αγορά του οροφοδιαμερίσματος του τετάρτου ορόφου, ότι αυτή αντιστοιχεί στην θέση όπου και σήμερα σταθμεύει το αυτοκίνητό του, γι’ αυτήν δε κατέβαλε τίμημα στους οικοπεδούχους-κατασκευαστές καθώς και τους αναλογούντες φόρους στο Δημόσιο. Ωσαύτως, ότι την θέση αυτή χρησιμοποιεί επί 14 έτη χωρίς ποτέ να δημιουργηθεί πρόβλημα στους υπαλλήλους της ΔΕΗ, αφού οι λογαριασμοί, για κάθε διαμέρισμα εκδίδονται κανονικώς και ότι οι ενάγοντες ουδέποτε διαμαρτυρήθηκαν για την χρήση αυτή, με την στάθμευση του αυτοκινήτου του, με αποτέλεσμα να του δημιουργήσουν την ακλόνητη πεποίθηση της νομίμου σταθμεύσεως του αυτοκινήτου του στον ίδιο χώρο. Εξ άλλου, κατόπιν εφέσεως, που ασκήθηκε από τους ενάγοντες-αναιρεσιβλήτους, κατά της προαναφερομένης πρωτοδίκου αποφάσεως, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία η έφεση έγινε δεκτή, εξαφανίστηκε η εκκαλούμενη απόφαση και η αγωγή έγινε δεκτή, ως κατ’ ουσίαν βάσιμος. Κατά την συζήτηση ενώπιον του Εφετείου, ο εφεσίβλητος-εναγόμενος επανέφερε, με τις προτάσεις του, τους κατά τα ανωτέρω προταθέντες ισχυρισμούς του, περί καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος, από τους ενάγοντες ήδη αναιρεσίβλητους, περιλαμβάνοντας σ’ αυτές επαναφέρω προς κρίση κατ’ άρθρο 240 ΚΠολΔ  πάντας τους κατά των πρωτόδικον δίκην προταθέντας νομίμως, διά των προτάσεών μου και διά δηλώσεως καταχωρηθείσης στα πρακτικά, ενστάσεις μου… και καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος των εκκαλούντων..» και παραπέμποντας στις σχετικές σελίδες και παραγράφους των προτάσεών του, επί των οποίων εξεδόθησαν οι προαναφερόμενες αποφάσεις του πρωτοδίκου δικαστηρίου. Ο περί καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος, από τους ενάγοντες, ισχυρισμός του εναγομένου, παρά το γεγονός ότι, κατά το ανωτέρω δεύτερο μέρος του, είχε προταθεί απαραδέκτως ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου, προτάθηκε, από τον τελευταίο, ενώπιον του Εφετείου, παραδεκτώς, κατά το άρθρο 527 περ. 1 του Κ.Πολ.Δ., προς κατάλυση της αγωγής και απόρριψη της, κατ’ αυτόΥ ασκηθείσας, εφέσεως. Τον ισχυρισμό·,όμως, αυτόν, ο οποίος, υπό τα περιστατικά που εκτίθενται ανωτέρω, είναι νόμιμος, ορισμένος και ουσιώδης, το Εφετείο δεν τον έλαβε υπ’ όψη και δεν έκανε καμία αναφορά περί αυτού, με την προσβαλλομένη απόφασή του.

Επομένως, οι πρώτος και δεύτερος λόγοι αναιρέσεως πρέπει να γίνουν δεκτοί, ως βάσιμοι. Κατ’ ακολουθίαν τούτων, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση, κατά το προαναφερόμενο κεφάλαιό της, και να παραπεμφθεί η υπόθεση, προς περαιτέρω εκδίκαση, στο ίδιο Εφετείο, εφ’ όσον είναι δυνατή η συγκρότησή του, από δικαστές άλλους, εκτός εκείνων που δίκαζαν, να καταδικασθούν δε οι αναιρεσίβλητοι στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, λόγω της ήττας των (άρθρ. 176, 183 Κ.Πολ.Δ.). Σημειωτέον ότι, εφ’ όσον αναιρείται η απόφαση, κατά το ανωτέρω κεφάλαιο, παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων της αιτήσεως αναιρέσεως (από τον αρ. 1, 19 και 20 του άρθ. 559 του Κ.Πολ.Δ.), ττου αφορούν στο ίδιο κεφάλαιο αυτής.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 6869/2007 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, κατά το κεφάλαιο που αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας.

Παραπέμπει την υπόθεση, προς περαιτέρω εκδίκαση, κατά το αυτό κεφάλαιο, στο ίδιο Εφετείο, το οποίο θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους, εκτός εκείνων που δίκασαν, προηγουμένως.

Καταδικάζει τους αναιρεσιβλήτους στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες τριακόσια (2.300) Ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11-12-2009

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο του στις 21 Ιανουαρίου 2010

 

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                            Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

offices-map

Τα Γραφεία μας

Η “OΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” ασχολείται με πάνω από 100 Νομικούς Τομείς και διατηρεί Δεκατέσσερα (14) γραφεία σε Έντεκα (11) χώρες:

Αλιεύστε την Εταιρική Παρουσίαση μας
Επικοινωνία