fb-pxl-img
ΜΕΝΟΥ

Περίληψη

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Αριθμός απόφασης 3915

TO ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Τακτική Διαδικασία )

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Ελένη Χροναίου , Πρόεδρο Πρωτοδικών – Εισηγήτρια , Μαρία Σκάρπου , Πρωτόδικη , Διονυσία Ρέππα Πάρεδρος στο Πρωτοδικείο και από την Γραμματέα Σαπφώ Ράπτη .

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του , στις 09 Μαΐου 2007 , για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Της ενάγουσας : __________ __________ , χήρα __________  __________  , κατοίκου Κερατσινίου Αττικής , η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Φραγκίσκου Παναγ. Αυγερινού .

Των εναγομένων : 1) __________   __________  του __________  , κατοίκου __________   , 2) __________  __________  του __________  , κατοίκου __________   , 3) __________  συζ. __________  __________  , το γένος __________  __________  , κατοίκου __________  __________  , οι οποίοι παραστάθηκαν μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Δημητρίου Λ. Τουρή , 4) _______ __________  του __________  , κατοίκου __________   __________  , ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε απο πληρεξούσιο δικηγόρο , 5) __________  __________  του __________  , κάτοικου __________  , 6) __________  __________  του __________  κάτοικου __________  , οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν δια της πληρεξούσιας δικηγόρου τους Παρασκευής I. Κουπλίδου και 7) __________  __________  του __________  , κατοίκου __________  , ο οποίος παρασταθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Δημητρίου Λ. Τουρή Η εναγουσα ζητεί να γίνει δεκτή , η από 14-06-2004 και με αριθμό εκθεσεως καταθεσεως 4904/16-06-2004 αγωγή της , η οποία  προσδιορίστηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 22-03-2006 , οπότε και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης , οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των Διαδίκων, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την υπ’αριθμ, 11174/24-6-2004  επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Γυθείου , που νομίμως προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρώμενο αντίγραφο της από 14-06-2004 και με αριθμό εκθεσεως καταθεσεως 4904/16-06-2004 αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 22-03-2006 , κατά την οποία η συζήτηση αναβλήθηκε για τ δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμαστον τέταρτο των εναγομένων (άρθρα 122επ., 128 παρ. 1 εως 4 και 129 παρ. 1 και 2, σε συνδ.με άρθα 228 και 229 του ΚΠολΔ ). Ο τελευταίος όμως δεν εμφανίστηκε στη δικάσιμο αυτή , κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συνεπώς ενοψει του οτι η αναβολή της συζήτησης και η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο θεωρείται ως κλήτευση προς όλους τους διαδίκους πρέπει να δικασθεί ερήμην . Το Δικαστήριο , ωστόσο , πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης , σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι ( άρθρο 270 παρ. 1 ΚΠολΔ , όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του Ν. 2915/2001).

Επειδή , επί αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής , χαρακτήρα τον οποίο φέρει και η αγωγή με την οποία ζητείται η αναγνώριση της ακυρότητας ιδιόγραφης διαθήκης , λόγω μη ιδιόχειρης γραφής , χρονολόγησης και υπογραφής της από τον διαθέτη , προς ευδοκίμησή της αρκεί μόνη η δι’ αυτής αντιτασσόμενη από τον ενάγοντα , κατά του προβαλλομένου δικαιώματος του εναγομένου , άρνηση . Ο εναγόμενος , ο οποίος έχει τιμηθεί με την διαθήκη , είναι υποχρεωμένος να αποδείξει την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών , που στηρίζουν το προβαλλόμενο από αυτόν δικαίωμα , δηλαδή την ιδιόχειρη από τον διαθέτη γραφή , χρονολόγηση και – υπογραφή της διαθήκης , ως μαχόμενος υπέρ του κύρους της και αντλών δικαίωμα από αυτήν , εκτός αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1777 του Α.Κ. , ήτοι έχει κηρυχθεί η ιδιόγραφη διαθήκη κυρία και παρήλθε πενταετία από της δημοσιεύσεώς της , χωρίς εν τω μεταξύ να έχει αμφισβητηθεί η γνησιότητά της σε δίκη ανάμεσα σε κάποιον από αυτούς που αντλούν δικαίωμα από αυτήν και κάποιον από αυτούς που βλάπτονται από την ύπαρξή της , οπότε το βάρος αποδείξεως αντιστρέφεται ( βλ. Α.Π. 1805/1981 ΝοΒ 30.1074 , Α.Π. 268/1985 Δ. 16.671 , Α.Π. 380/1989 ΕλλΔνη 31.530 , Εφ.ΑΘ. 6620/1993 ΝοΒ 42.428 , Εφ.Πειρ. 1186/1995 ΕλλΔνη 37.1139 , Εφ.Πειρ. 850/1995 ΕλλΔνη 37.1140 , Εμμ. Βουζίκα – Κληρονομικό Δίκαιο , Τεύχος Β’ , παρ. 39 , σελ. 215 , 216 , Νικ. Παπαντωνίου – Κληρονομικό Δίκαιο , 4η έκδοση 1985 , παρ. 53 , σελ. 240 ) Εξάλλου , ο διαθέτης μπορεί να αποκληρώσει το σύζυγό του , αν κατά το χρόνο του θανάτου του είχε ασκήσει αγωγή διαζυγίου , για βάσιμο λόγο (Α.Κ. 1822 ). Αν όμως δεν είχε ασκήσει αγωγή διαζυγίου , έχει δικαίωμα να αποκληρώσει το σύζυγό του , όταν υπάρχει , όχι μόνο βάσιμος , αλλά και υπαίτιος λόγος διαζυγίου ( Α.Κ. 1842 ) . Στην τελευταία περίπτωση , τα παραπτώματα πρέπει να μπορούν να στηρίξουν αγωγή με υπαίτιο λόγο διαζυγίου ή ανταγωγή , όχι όμως αίτημα συνυπαιτιότητας . Η συνυπαιτιότητα του διαθέτη δεν αποκλείει το δικαίωμα της αποκληρώσεως . Αν δεν ασκηθεί αγωγή διαζυγίου , μπορεί να ασκηθεί αναγνωριστική αγωγή για την αναγνώριση της υπάρξεως λόγου διαζυγίου ή να προταθεί τούτο κατ’ ένσταση , σε δίκη για το κληρονομικό δικαίωμα . Επομένως ,  αυτό μπορεί να κριθεί παρεμπιπτόντως σε δίκη αγωγής περί κλήρου ή σε άλλη: δίκη για το κληρονομικό δικαίωμα . Αποκλείεται το κληρονομικό δικαίωμα του συζύγου, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 1822 του Α.Κ. και σε περίπτωση που έχει κινηθεί η διαδικασία εκδόσεως συναινετικού διαζυγίου ( άρθρο 1441 Α.Κ.) , μόνον όμως υπό την προϋπόθεση ότι ο θάνατος του κληρονομουμένου συζύγου επήλθε ύστερα από τη δεύτερη ενώπιον του Δικαστηρίου δήλωση των συζύγων ότι συναινούν στη λύση του γάμου (Α.Π. 432/1994 ΝοΒ 43. 392 ). Επίσης , σε περίπτωση αποκλεισμού συζύγου , υπάρχει δυνατότητα ασκήσεως είτε αναγνωριστικής αγωγής για την αβασιμότητα των σχετικών λόγων και επομένως ακυρότητας της αποκληρώσεως στη διαθήκη , είτε της αγωγής περί κλήρου . Παράπτωμα που είναι απότοκο παραπτώματος του άλλου , δεν θεμελιώνει υπαιτιότητα , ενώ η συμπεριφορά του αποκληρωμένου συζύγου , μετά τη σύνταξη της διαθήκης , δεν αποτελεί λόγο αποκληρώσεως εφόσον δεν αναφέρεται στη διαθήκη . Το δικαίωμα αποκληρώσεως του συζύγου αποσβήνεται όχι μόνο με συγνώμη , η οποία πρέπει να γίνει δεκτή από τον διαθέτη , αλλά και με την παρέλευση μέχρι το θάνατο του διαθέτη της προθεσμίας για έγερση αγωγής διαζυγίου . Αν η τελευταία διάταξη που περιέχει την αποκλήρωση , ακυρωθεί , δεν υπάρχει και η δήλωση αποκληρώσεως . Το βάρος αποδείξεως του λόγου αποκληρώσεως φέρει ο επικαλούμενος την αποκλήρωση . Αν ο τιμώμενος με διαθήκη δεν αποδείξει το λόγο αποκληρώσεως , ο λόγος θεωρείται ότι δεν υπάρχει , αλλά η διαθήκη παραμένη ισχυρή , εφόσον δεν γίνεται επίκληση κάποιου νόμιμου λόγου ακυρότητας ή ακυρώσιμου αυτής , ενώ η εξέταση της διατάξεως τελευταίας βουλήσεως για αποκλήρωση , είναι περιττή αν είναι άκυρη η διαθήκη ( βλ. Κωνσταντίνου Α. Παπαδόπουλου – Αγωγές Κληρονομικού Δικαίου , Τόμος A’ , εκδ. 1994 , παρ. 108 , σελ. 200 ,201 , με τις εκεί παραπομπές στη θεωρία και νομολογία ).

Περαιτέρω , κατά το άρθρο 1871 του Α.Κ. , ο κληρονόμος έχει δικαίωμα να απαιτήσει από εκείνον που κατακρατεί ως κληρονόμος ( pro herede ) αντικείμενα της κληρονομιάς ( νομέα κληρονομιάς ) την αναγνώριση του κληρονομικού δικαιώματος και την απόδοση της κληρονομιάς ή κάποιου αντικειμένου αυτής . Από την παραπάνω διάταξη σαφώς προκύπτει ότι για την παθητική νομιμοποίηση της αγωγής περί κλήρου , δεν αρκεί να νέμεται ο εναγόμενος κληρονομιαία αντικείμενα , αλλά απαιτείται να νέμεται αυτά ως κληρονόμος , να αντιποιείται δηλαδή κληρονομικό δικαίωμα επ’ αυτών . Επομένως , για να είναι ορισμένη η περί κλήρου αγωγή , πρέπει να εκτίθενται στο δικόγραφό της πραγματικά περιστατικά , από τα οποία να προκύπτει ότι ο δι’ αυτής εναγόμενος προβάλλει ίδιον κληρονομικό δικαίωμα , το οποίο είτε αποκλείει , είτε περιορίζει το κληρονομικό δικαίωμα του ενάγοντος και ότι δυνάμει του δικαιώματος αυτού ο εναγόμενος κατακρατεί τα αντικείμενα της κληρονομιάς , αξιώνοντας τον εαυτό του ως μόνον κληρονόμο , είτε ως κληρονόμο , κατά ποσοστό, μεγαλύτερο από εκείνο που του ανήκει , κατ’ αντίστοιχο αποκλεισμό ή περιορισμό του κληρονομικού δικαιώματος του ενάγοντος . Διαφορετικά η περί κλήρου αγωγή είναι αόριστη και για το λόγο αυτό απορριπτέα ( βλ. Α.Π. 564/1973 ΝοΒ 21.1448 , Α.Π. 1568/1979 ΝοΒ 28.1103 , Α.Π. 1122/1995 ΕλλΔνη 38.560 , Α.Π. 1407/1996 ΕλλΔνη 38.1113 , Α.Π. 187/1993 ΕλλΔνη 36.1057 , Εφ.ΑΘ. 8982/1989 ΕλλΔνη 33.346 , Εφ.Πειρ. 67/1998 ΕλλΔνη 39. 646 , Εφ.ΑΘ. 455/1998 ΕλλΔνη 39. 599 Κωνσταντίνου Α. Παπαδόπουλου , ο.π. , παρ. 260 επ. , σελ. 380 επ. ) . Επειδή , εξάλλου , το γεγονός ότι ο εναγόμενος με την περί κλήρου αγωγή κατακρατεί τα επίδικα κληρονομιαία αντικείμενα ως κληρονόμος του αποβιώσαντος , ανήκει στην ιστορική βάση της αγωγής ( άρθρο 1871 και 1872 Α.Κ. ) . Επομένως , ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι νέμεται αυτά εξ ιδίου δικαιώματος ή ακόμη και αυθαιρέτως ( ήτοι pro possessore ) και όχι υπό την ιδιότητα του κληρονόμου που αντιποιείται κληρονομικό δικαίωμα συγκληρονόμου ( ήτοι pro herede ) , δεν συνιστά ένσταση , αλλά αναπτυγμένη άρνηση του αγωγικού δικαιώματος , ως προς την παθητική του νομιμοποίηση . Συνακόλουθα , για τον ισχυρισμό του αυτό δεν τίθεται εις βάρος του ιδιαίτερο θέμα αποδείξεως , δύναται δε να καταπολεμήσει την ιστορική βάση της περί κλήρου αγωγής , κατ’ ανταπόδειξη , διεξαγομένη ελευθέρως στο πλαίσιο των αποδείξεων που τάσσονται στον ενάγοντα ( ad hoc Α.Π. 1059/1972 ΝοΒ 21.623 ) . Αν η αγωγή έχει αίτημα μόνο την αναγνώριση του κληρονομικού δικαιώματος , είναι αναγνωριστική και δεν απαιτείται να αναφέρεται ότι ο εναγόμενος κατακρατεί ως κληρονόμος τα αναφερόμενα σ’ αυτήν πράγματα . Ο όρος « απόδοση » στο άρθρο 1871 του Α.Κ. είναι αλήθεια ότι περιλαμβάνει και την εκπλήρωση της οφειλομένης παροχής στην κληρονομιά , δηλαδή περικλείει και καταψηφιστικό αίτημα . Εν τούτοις όμως δεν αποβάλλει την λειτουργία της ως καθολικής αγωγής και όταν αυτή ασκείται ως αναγνωριστική . Πράγματι , και όταν εγείρεται αναγνωριστική αγωγή , αντικείμενο της δίκης είναι η αναγνώριση του κληρονομικού δικαιώματος του ενάγοντος , έναντι του pro herede νεμομένου , με μόνη την διαφορά ότι ο ενάγων δεν αιτείται και την καταδίκη του εναγομένου σε απόδοση της κληρονομιάς . Η απλή’5’ αναγνωριστική αγωγή χωρεί και κατά συγκληρονόμου ( βλ. Κωνσταντίνου Α. Παπαδόπουλου , ο.π. , παρ. 260 , σελ. 380 , παρ. 282 , σελ. 427 , παρ. 33 σελ. 102 , παρ. 49“ , σελ. 128 , με τις εκεί παραπομπές , Αγωγή Κλήρου χωρίς καταψηφιστικό αίτημα – Γνωμοδότηση Γ. Μητσόπουλου σε ΝοΒ 31.633 επ.).

Η αγωγή αυτή ( περί κλήρου ) δίδεται και στον μεριδούχο , όταν αυτός ζητεί ( επικουρική σώρευση ) είτε τη νόμιμη μοίρα του , είτε συμπλήρωση αυτής κατά το ελλείπον , (εφόσον κατά το ποσοστό αυτό συντρέχει ως κληρονόμος . Από τις διατάξεις δε της διαθήκης του κληρονομουμένου , εκείνες που προσβάλλουν τη νόμιμη μοίρα κάποιου μεριδούχου , είναι αυτοδικαίως άκυρες , σύμφωνα με το άρθρο 1829 του Α.Κ. και δεν χρήζουν προσβολής . Και στην περίπτωση αυτή ο μεριδούχος για το ποσοστό της νόμιμης μοίρας του , έχει την περί κλήρου αγωγή κατά του κατακρατούντος τα κληρονομιαία αντικείμενα , ακόμη και αν αυτός είναι ο , εκ διαθήκης , κληρονόμος ( Α.Π. 1533/1991 ΕλλΔνη 33.1609 , Εφ.Θεσ. 128/1990 ΕλλΔνη 32.1281 ) . Σημειώνεται , τέλος , ότι για τη νομότυπη άσκηση της περί κλήρου αγωγής δεν απαιτείται αποδοχή της κληρονομιάς από τον ενάγοντα και μεταγραφή αυτής , ακόμη και αν τα κληρονομιαία είναι ακίνητα , διότι η αποδοχή με δημόσιο έγγραφο της κληρονομιάς και η μεταγραφή αυτής άρθρα 1193 και 1198 του Α.Κ. ) αποτελεί αναγκαία κατά νόμο προϋπόθεση μόνον για την κτήση της κυριότητος των κληρονομιαίων αντικειμένων από ως και της νομής αυτών ( άρθρο 983 , 1051 , 1846 ,1871 και 1872 παρ. 1 Α.Κ. – βλ. σχετ. Α.Π. 966/1981 ΝοΒ 30.640 ) . Αντιθέτως , για το παραδεκτό της απαιτείται η εγγραφή της στα βιβλία διεκδικήσεων ( βλ. σχετ. Βασίλη Αντ. Βαθρακοκοίλη – Ερμηνεία Α.Κ. Τόμος Β’, άρθρο 1871 , σελ. 2355 και τις εκεί παραπομπές στη νομολογία ) .

Στην προκειμένη περίπτωση , με την υπό κρίση αγωγή , όπως το δικόγραφο αυτής συνολικά εκτιμάται από το Δικαστήριο , η ενάγουσα __________  __________   , χήρα __________   __________  , εκθέτει ότι στις 08 Ιανουάριου 1996 απεβίωσε στον __________  , όπου κατοικούσε όσο ζούσε , ο σύζυγός της __________  __________  , με τον οποίο είχε τελέσει νόμιμο γάμο στις 13 Δεκεμβρίου 1987 και ότι άφησε πλησιέστερους συγγενείς του , τους τρεις πρώτους των εναγομένων αδελφούς του , δεδομένου ότι από τον μεταξύ τους γάμο δεν είχαν αποκτήσει τέκνα . Ότι ο αποβιώσας , με τον οποίο τελούσε σε διάσταση ήδη από το έτος 1990 , ήταν αποκλειστικός κύριος , νομέας και κάτοχος των λεπτομερώς περιγραφομένων ακινήτων και κινητών πραγμάτων της κληρονομιάς . Στη συνέχεια η ενάγουσα υποστηρίζει ότι ο ως άνω αποβιώσας, με την από 30-11-1995 ιδιόγραφη διαθήκη του , η οποία δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία με τα υπ’ αριθμ. 292/1996 πρακτικά και απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά   , φέρεται ότι αποκλήρωσε την ίδια ( ενάγουσα ) για την αναφερόμενη στη διαθήκη αυτή αιτιολογία , ήτοι για υπαίτιο λόγο διαζυγίου . Ότι οι τρεις πρώτοι των εναγομένων αδελφοί του , με βάση την διαθήκη αυτή και δυνάμει της υπ’ αριθμ. 956/1996 δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της Συμβολαιογράφου Οιτύλου Παναγιώτας Μπεχράκη , που νόμιμα έχει μεταγραφεί , αποδέχθηκαν ως μόνοι εξ’ αδιαθέτου κληρονόμοι και κατά ποσοστό 1/3 εξ’ αδιαιρέτου έκαστος αυτών , το υπό στοιχείο 10 ακίνητο της κληρονομιάς , το οποίο ακολούθως επώλησαν στον τέταρτο των εναγομένων , με το υπ’ αριθμ. 2930/2003 συμβόλαιο της ίδιας ως άνω Συμβολαιογράφου , που νόμιμα επίσης έχει μεταγραφεί , ενώ με το υπ’ αριθμ. 838/2002 πωλητήριο συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Γυθείου Μαρίας Σταθάκη – Βάρλα και τα υπ’ αριθμ. 2739/2002 και 3017/2003 συμβόλαια σύστασης γονικής παροχής της Συμβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίας Μαρούδα , που νόμιμα μεταγράφηκαν , μεταβίβασαν τα υπό στοιχεία 11 έως 16 ακίνητα της κληρονομιάς στους λοιπούς εναγόμενους . Ότι η γραφή και η υπογραφή του διαθέτη στην παραπάνω ιδιόγραφη διαθήκη δεν έχει τεθεί από τον ίδιο , για τους αναφερόμένους στην αγωγή αυτή λόγους . Ότι ακόμα κιαν υποτεθεί ως έγκυρη η διαθήκη αυτή , την γνησιότητα της γραφής και της υπογραφής του διαθέτη ρητώς αμφισβητεί , δεν περιέχει εγκατάσταση κληρονόμου , αλλά αποτελεί απλή επιστολή προς τα αδέλφια του , ενώ το σημείο στο οποίο φέρεται ότι αποκληρώνει την ίδια είναι αναληθές και ως εκ τούτου δεν υφίσταται περίπτωση αποκλεισμού της από τη νόμιμη μοίρα .

Ζητεί λοιπόν , με βάση το ιστορικό αυτό , κατά μεν την κυρία βάση της αγωγής , να αναγνωρισθεί ότι είναι άκυρη η ως άνω ιδιόγραφη διαθήκη , που φέρεται ότι έχει συνταχθεί από τον αποβιώσαντα στις 08-01-1996 σύζυγό της Λάζαρο Παπαδάκο του __________  , η οποία δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία με τα υπ’ αριθμ. 292/1996 πρακτικά και απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά , για το λόγο ότι η διαθήκη αυτή δεν γράφτηκε , δεν χρονολογήθηκε και δεν υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον διαθέτη , επικαλούμενη έννομο συμφέρον προς τούτο , συνιστάμενο στο γεγονός ότι συνεπεία της ακυρότητας της διαθήκης αυτής , θα κληθεί ως εξ’ αδιαθέτου κληρονόμος , κατά ποσοστό εξ’ αδιαιρέτου της καταληφθείσας κινητής και ακινήτου περιουσίας του άνω αποβιώσαντος συζύγου της και να αναγνωρισθεί  η ακυρότητα των αναφερομένων στο ιστορικό  μεταβιβαστικών συμβολαίων, κατά το μέρος  που προσβάλλουν,το εξ’αδιαθέτου κληρονομικό της δικαίωμα κατά ποσοστό 1/2 εξ’ αδιαιρέτου τέλος δε να αναγνωρισθεί το , κατά την εξ’ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή του συζυγου της , ήτοι κατά ποσοστό & εξ’ αδιαιρέτου , κληρονομικό της δικαίωμα , επί όλης της ακινήτου και κινητής κληρονομιαίας περιουσίας , κατα δε την επικουρική βάση της αγωγής , να αναγνωρισθεί η έλλειψη ή η αναλήθεια του λόγου αποκλήρωσής της , υπό την έννοια της αναγνωρίσεως της ακυρότητας της γενομένης με τη διαθήκη αυτή αποκληρώσεώς της , να αναγνωρισθεί η^ ακυρότητα των αναφερομένων μεταβιβαστικών συμβολαίων , κατά το μέρος που θίγεται το εκ νομίμου μοίρας κληρονομικό της δικαίωμα κατά ποσοστό  εξ’ αδιαιρέτου , τέλος δε να αναγνωρισθεί το εκ της νομίμου μοίρας δικαίωμά της , κατά ποσοστό  εξ’ αδιαιρέτου , εφ’ όλων των λεπτομερώς περιγραφομένων ακινήτων και κινητών στοιχείωντυς κληρονομιάς.

Οι εναγόμενοι με τις προτάσεις τους μάχονται υπέρ του κύρους της παραπάνω διαθήκης , με την οποία οι μεν τρεις πρώτοι αυτών ισχυρίζονται ότι έχουν τιμηθεί με αυτή , υποστηρίζοντας δηλαδή ότι η προσβαλλομένη διαθήκη έχει γραφεί, χρονολογηθεί και υπογραφεί από τον ίδιο τον διαθέτη οι δε λοιποί αμφισβητούν την ιστορική βάση της ένδικης αγωγής και την έναντι αυτών παθητική νομιμοποίηση της ενάγουσας και ειδικότερα διατείνονται , μεταξύ άλλων , ότι έχουν καταστεί κύριοι των περιγραφομένων ακινήτων , με βάση το προαναφερόμενο συμβόλαιο πώλησης και συμβόλαια σύστασης γονικής παροχής , που νόμιμα έχουν μεταγραφεί . Η προσβαλλομένη ιδιόγραφη διαθήκη έχει δημοσιευθεί και κηρυχθεί κυρία στις 26-04-1996 , έχει δηλαδή παρέλθει πενταετία από τη δημοσίευσή της, χωρίς να αμφισβητηθεί η γνησιότητά της και συνεπώς έχει εφαρμογή το , εκ του άρθρου 1777 του Α.Κ. , τεκμήριο . Επομένως , σύμφωνα με τη μείζονα σκέψη που προηγήθηκε , η ενάγουσα είναι υποχρεωμένη να αποδείξει την ακυρότητα της επίδικης διαθήκης , λόγω μη ιδιόχειρης γραφής , χρονολόγησης και υπογραφής της από τον διαθέτη , προκειμένου , κατά την κυρία βάση της αγωγής της , να χωρήσει στο πρόσωπό της η εξ’ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή και να περιέλθει σ’ αυτήν πλέον η κληρονομιά του αποβιώσαντος συζύγου της , κατά ποσοστό  εξ’ αδιαιρέτου.

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα , η υπό κρίση αγωγή , η οποία φερει τα χαρακτηριστικά της αναγνωριστικής περί κλήρου αγωγής , καθοσον αυτή απευθύνεται κατά των τριών πρώτων των εναγομένων , οι οποίοι κατακρατούν αντικείμενα της κληρονομιάς ως κληρονόμοι αντιποιούμενοι το κληρονομικό της δικαίωμα αλλά και , καθόσον αυτή στρέφεται κατα των λοιπών εναγομένων , ..απλής αναγνωριστικής αγωγής για την προστασία της κυριότητας της,δεδομένου ότι αυτοί, κατά τα ιστορούμενα στην αγωγή , νέμονται τα παραπάνω αναφερόμενα ακίνητα της κληρονομιάς , δυνάμει ειδικού τίτλου , αμφισβητώντας επιπρόσθετα και το κληρονομικό της δικαίωμα επί των μεταβιβασθέντων ακινήτων της κληρονομιάς και στην οποία ( αγωγή ) παραδεκτώς σωρεύονται κυρίως μεν τα αιτήματα περί ακυρώσεως διαθήκης και περί ακυρότητας του ειδικού τίτλου των λοιπών εναγομένων , επικουρικώς δε το αναγνωριστικό αίτημα για την αβασιμότητα των σχετικών λόγων διαζυγίου και επομένως της ακυρότητας της αποκληρώσεώς με την επίμαχη διαθήκη , με το αίτημα περί ακυρότητας των γενομένων μεταβιβαστικών συμβολαίων κατά το μέρος που θίγεται το εκ νομίμου μοίρας κληρονομικό της δικαίωμα και για την αναγνώριση νομίμου μοίρας μεριδούχου επί της κληρονομιαίας περιουσίας παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ’ το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο για την εκδίκασή της (αρθρα 18 αρ. 1 και 30 παρ. 1 του ΚΠολΔ ) , κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία και είναι νόμιμη , ως προς αμφότερες τις βάσεις αυτής ( κυρία και επικουρική ) στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων που προαναφέρθηκαν, καθώς και σε εκείνες των άρθρων 1710,1711,1712, 1713 , 1718 , 1721 , 1814,1820,1825 επ., 1839 , 184,1843 1871 επ. του Α.Κ. 70,457,458,460 επ. και 176 του ΚΠολΔ . Πρέπει, επομένως , να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν , δεδομένου ότι περίληψη αυτής καταχωρήθηκε νομότυπα , κατ’ άρθρο 220 παρ. 1 του ΚΠολΔ , στα βιβλία διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου Οιτύλου ( βλ. το υπ’ αριθμ. 35/24-06- 2004 Πιστοποιητικό της Υποθηκοφύλακος Οιτύλου ) , ενώ το παραδεκτό της συζητήσεώς της προσκομίζεται η από 21-07-2004 Μονομερής Δήλωση Διαπίστωσης Αποτυχίας Απόπειρας Συμβιβασμού , που υπογράφεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ενάγουσας ( άρθρο 214 Α’ του ΚΠολΔ , όπως αντικατ. με το άρθρο 3 του Ν. 2915/2001 ).

Επειδή , με τη διάταξη του άθρου 254 του ΚΠολΔ , όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 του Ν. 2915/2001 , παρέχεται στο Δικαστήριο , η εξουσία να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο , η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη , όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία , ως προς το πραγματικό υλικό ή τις αποδείξεις που χρειάζονται διελεύκανση ή συμπλήρωση , οπότε μαζί την επανάληψη της συζήτησης , διατάσσεται και η προσαγωγή τ^&οΐ αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων , τα οποία αφορούν το μνημονευόμενο θεμα που αποτελεί το αντικείμενο της επαναλαμβανόμενης συζήτησης, (Εφ.ΑΘ. 6913/1988 ΕλλΔνη 99U.169 ) Εξαλλου , από τις διατάξεις περί πραγματογνωμοσύνης ( άρθρα 368 εως 392 του ΚΠολΔ ) προκύπτει ότι το Δικαστήριο , ενώπιον του οποίου φερεται η εκδίκαση της υποθέσεως , δύναται, κατόπιν αιτήσεως των διαδικων ή και αυτεπαγγέλτως , να διατάξει τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης , αν Κατά την κρίση του υπάρχουν ζητήματα που για να τα αντιληφθεί κανείς απαιτούνται ειδικές επιστημονικές γνώσεις ( άρθρο 368 παρ. 1 ) , έχει δε την υποχρέωση να διορίσει πραγματογνώμονες αν το ζητησει κάποιος από τους διαδίκους και κατά την κρίση του υπάρχουν ζητήματα , τα οποία για να γίνουν αντιληπτά απαιτούν ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης ( άρθρο 368 παρ. 2 ) – ( Α.Π. 63/1990 ΕλλΔνη 31.813 Εφ.ΑΘ. 3696/1989 ΑρχΝ 41. 453 ) .

Στην προκειμένη περίπτωση , κατά τη μελέτη της υποθέσεως και την εκτίμηση του περιεχομένου όλων των προσκομιζομένων με επίκληση από τους διαδίκους εγγράφων , δεν καθίσταται δυνατή η εξακρίβωση της γνησιότητας της από 30-11-1995 ιδιόγραφης διαθήκης του __________  __________   του __________  και συγκεκριμένα αν αυτή έχει γραφεί , Η χρονολογηθεί και υπογραφεί ή όχι από τον ίδιο τον διαθέτη .

Επομένως , πέραν των προσκομιζομένων εκατέρωθεν και με επίκληση έγγραφων , το Δικαστήριο , λαμβάνοντας υπόψη αφενός μεν τους ισχυρισμούς της ενάγουσας , αφετέρου δε  τους ισχυρισμούς των εναγόμενων , κρίνει ότι πρέπει να διαταχθεί, σύμφωνα με το άρθρο 254 του ΚΠολΔ , πριν από την περαιτέρω κατ’ ουσίαν έρευνα της ενδίκου υποθεσεως , η επανάληψη της απ’ ακροατηρίου συζητήσεως , η οποία έχει κηρυχθεί περαιωμενη , προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη που παρισταται αναγκαία προς συμπλήρωση των αποδείξεων , οι οποίες διεξήχθησαν στο ακροατήριο , για την καλλίτερη διάγνωση και διερεύνηση της ουσίας της όλης υπόθεσης και την πλήρη διαλεύκανση των ανακυπτόντων ζητημάτων , για την επίλυση και αντίληψη των οποίων απαιτούνται ειδικές γνώσεις γραφολογικής επιστήμης.

Η πραγματογνωμοσύνη που     διατάσσει    το Δικαστήριο , θα   διεξαχθεί από  έναν πραγματογνωμονα , ο οποίος θα διορισθεί από το σχετικό κατάλογο των πραγματογνωμονων , που τηρείται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου ( άρθρο 368 επ. του ΚΠολΔ ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της απόφασης , αναβαλλομένης της οριστικής επί της υποθέσεως κρίσεως του ικαστηριου . Επιφυλάσσεται δε το Δικαστήριο να συνεκτιμήσει μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης και τα λοιπά προσκομιζόμενα με επίκληση από τους διαδίκους έγγραφα , εφόσον επαναπροσαχθούν νόμιμα .

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην του τετάρτου των εναγομένων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Αναβάλλει την έκδοση της οριστικής του απόφασης.

Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης , προκειμένου να διεξαχθεί πραγματογνωμοσύνη , με την επιμέλεια οποιουδήποτε από τους διαδίκους . Διορίζει πραγματογνώμονα τον πραγματογνώμονα ________  _________ ο οποίος περιέχεται στον κατάλογο των πραγματογνωμόνων , που τηρείται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου . Ο τελευταίος θα δώσει τον όρκο του πραγματογνώμονος ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού , σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο , κατά την πρώτη τακτική δικάσιμο επί υποθέσεων τακτικής διαδικασίας , μέσα σε προθεσμία τριάντα ( 30 ) ημερών από την νόμιμη κοινοποίηση προς αυτόν της παρούσας απόφασης .

Στη συνέχεια , αφού λάβει γνώση της από 14-06-2004 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 4904/16-06-2004 αγωγής , των προτάσεων των διαδίκων , των αναγκαίων στοιχείων από το φάκελο της δικογραφίας και των εγγράφων που θα θέσουν στη διάθεσή του οι διάδικοι , αλλά και τα λοιπά προσκομιζόμενα με επίκληση από τους διαδίκους έγγραφα , θα αντιπαραβάλλει την γραφή και υπογραφή , που υπάρχουν στο πρωτότυπο της από 30-11-1995 ιδιόγραφης διαθήκης του __________  __________  του __________  , προς την γραφή και υπογραφή του ιδίου σε άλλα έγγραφα που θα προσκομισθούν στο πρωτότυπο , εφόσον τούτο είναι δυνατόν , από τους διαδίκους και μη αμφισβητούμενα ως προς την γνησιότητά τους , που έχουν συνταχθεί από τον ίδιο τον διαθέτη ή φέρουν την ιδιόχειρη υπογραφή του , και θα αποφανθεί, με έγγραφη γνωμοδότησή του πλήρως αιτιολογημένη , περί του αν η από 30-11-1995 φερόμενη ως ιδιόγραφη διαθήκη του ____________________  του __________  είναι γνήσια κατά την γραφή , την υπογραφή και το περιεχόμενό της και συγκεκριμένα εάν έχει καθ’ ολοκληρίαν γραφεί , χρονολογηθεί και υπογραφεί με το ίδιο το χέρι του. διαθέτη ή όχι, καθώς επίσης και να διατυπώσει οποιεσδήποτε απόψεις του κρίνει .ότι συντελούν στη διάγνωση της επίδικης διαφοράς , ως προς το παραπατώ ζήτημα . Η ως άνω πραγματογνωμοσύνη θα διεξαχθεί με την επιμέλεια του επιμελεστέρου των διαδίκων , σε χρόνο που θα καθοριστεί από την πραγματογνώμονα και θα γνωστοποιηθεί στον τεχνικό σύμβουλο ή στους τεχνικούς συμβούλους , που ενδεχομένως θα διορισθούν από τά διάδικα μέρη , που δεν επιμελούνται της πραγματογνωμοσύνης , με την επίδοση προς την πλευρά αυτή κλήσεως προς παράσταση κατά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης , τουλάχιστον πέντε ( 5 ) ημέρες προ της διενεργείας της.

Την έκθεση πραγματογνωμοσύνης που θα συντάξει κατά τα προεκτεθέντα πρέπει να καταθέσει στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου , εντός προθεσμίας εξήντα ( 60 ) ημερών από της ορκίσεώς του , αφού συνταχθεί για την κατάθεση αυτή σχετική έκθεση .

Κρίθηκε , αποφασίστηκε στον Πειραιά , την 16 Ιουλίου 2008 και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 29 Ιουλίου 2008 , με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους τους δικηγόρους.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

offices-map

Τα Γραφεία μας

Η “OΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” ασχολείται με πάνω από 100 Νομικούς Τομείς και διατηρεί Δεκατέσσερα (14) γραφεία σε Έντεκα (11) χώρες:

Αλιεύστε την Εταιρική Παρουσίαση μας
Επικοινωνία