Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΑΜΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 4565/2017
(Αριθμός κατάθεσης αγωγής: 5590/22-7-2013)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΑΜΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ)
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Γεώργιο Δ. Σερετίδη, Πρωτόδικη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από την Γραμματέα Βασιλικής Νιώτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Μαρτίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ενάγοντος ________ ________ του ________ και της ________ , κατοίκου ________ (οδός ________ αριθμός ___) και προσωρινά διαμένοντος στο ________ (________ ___), με ΑΦΜ ________ , ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας του δικηγόρου Ελένης ΚΟΥΤΣΟΥΛΕΛΟΥ.
Της εναγόμενης ________ ________ του ________ και της ______συζύγου ________ ________ , κατοίκου ________ (οδός ________ αριθμός __), η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας του δικηγόρου Ζωής ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 18-7-2013 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθ. κατάθεσης 5590/22-7-2013, προσδιορίστηκε για την δικάσιμο της 20-5-2016 και γράφτηκε στο πινάκιο και κατόπιν αναβολών για την παραπάνω αναφερόμενη δικάσιμο της 17-3-2017, εγγράφηκε δε στο οικείο πινάκιο με αριθμό 7.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 1439 παρ.1 του ΑΚ, καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά από λόγο που αφορά στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσεώς του να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της έγγαμης σχέσεως χωρίς να απαιτείται το στοιχείο της υπαιτιότητας για να δύναται να ζητηθεί το διαζύγιο. Έτσι, ο ενάγων, για τη θεμελίωση και παραδοχή της αγωγής του, θα πρέπει να επικαλεσθεί και αποδείξει ότι ο γάμος έχει κλονισθεί από ορισμένα γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων με την έννοια της υπάρξεως αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στα αντικειμενικώς πρόσφορα κλονιστικά της έγγαμης σχέσεως γεγονότα και στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου του ή και των δύο και ότι ο κλονισμός είναι τόσο ισχυρός, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της συμβιώσεως έχει καταστεί για αυτόν αφόρητη (βλ. ΑΠ 1865/2005, ΑΠ 1589/2005, ΑΤΙ 669/2005 δημ. στο δίκτυο νομικών πληροφοριών «Νόμος»). Αν το κλονιστικό γεγονός αφορά και τους δύο συζύγους, το προς διάζευξη δικαίωμα γεννάται ανεξαρτήτως από τον ποιο από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξή του και από το αν υπάρχει αιτιότητα στο πρόσωπο του ενός μόνο ή ποιος κλονιστικός * λόγος εμφανίσθηκε πριν από τον άλλο ή αν είναι απότοκος του λόγου που αφορά το πρόσωπο του άλλου (βλ. ΑΠ 1756/2006, ΑΠ 1589/2005 ό.π., ΑΠ 669/2005 ό.π., ΑΠ 864/2004 α’δημ.ΝΟΜΟΣ). Αν όμως το κλονιστικό γεγονός συνδέεται αποκλειστικώς με το πρόσωπο του ενάγοντος, δεν γεννάται υπέρ αυτού δικαίωμα διαζεύξεως με βάση την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 1439 παρ.1 του ΑΚ. Το ότι για τη λύση του γάμου είναι πλέον αδιάφορο αν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός, σημαίνει ότι στη δίκη του διαζυγίου δεν δικαιολογείται σε καμία πλευρά έννομο συμφέρον για την έρευνα της υπαιτιότητας, το δε δεδικασμένο της διαπλαστικής απόφασης του διαζυγίου δεν εκτείνεται σε ζήτημα υπαιτιότητας σε καμία περίπτωση (βλ. ΑΠ 1352/2007, ΑΠ 1756/2006, ΑΠ 669/2005, ΑΠ 864/2004, ΑΠ 1751/1999, ΑΠ 1260/1999, ΕφΔωδ 83/2002, ΕφΛαρ 64/2002 δημ. στο δίκτυο νομικών πληροφοριών «Νόμος»). Αντικείμενο δε της δίκης διαζυγίου είναι όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου, αλλά το διαπλαστικό αποτέλεσμα της λύσης του γάμου. Οι ισχυρισμοί του εναγομένου ότι ο υφιστάμενος κλονισμός οφείλεται αποκλειστικά στον ενάγοντα συνιστούν άρνηση της αγωγής και μπορεί να τους αποδείξει ανταποδεικτικώς (βλ. ΑΠ 1865/2005 δημ. «Νόμος»). Ο εναγόμενος με την αγωγή διαζυγίου σύζυγος, μπορεί, επίσης, επικαλούμενος άλλα, διαφορετικά της αγωγής, περιστατικά που θεμελιώνουν λόγο διαζυγίου, να ασκήσει ανταγωγή ή αυτοτελή αγωγή για λύση του ίδιου γάμου. Στην περίπτωση αυτή, το αντικείμενο της μιας αγωγής δεν καλύπτει το αντικείμενο της άλλης (αγωγής), μολονότι και οι δύο έχουν το ίδιο αίτημα, δηλαδή τη λύση του γάμου τους με βάση, όμως, διαφορετικά περιστατικά. Επομένως, η παραδοχή της μιας και η βάσει αυτής λύση του γάμου, δεν καθιστά χωρίς αντικείμενο της εξέταση της άλλης (βλ. ΑΠ 864/2004 ό.π., ΑΠ 30/1993, 618/1992, 993/1991, 972/1989). Περαιτέρω, με το άρθρο 16 του ν. 1329/1983 καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 1453 του ΑΚ, με την οποία ρυθμιζόταν το θέμα της χρηματικής ικανοποίησης που μπορούσε να επιδικασθεί από το δικαστήριο με την περί διαζυγίου απόφαση στον αναίτιο σύζυγο για την ηθική βλάβη που υπέστη, λόγω βαριάς προσβολής του προσώπου του από γεγονός που αποτελούσε το λόγο διαζυγίου, χωρίς να θεσπισθεί άλλη σχετική διάταξη. Συνεπώς, το αντίστοιχο δικαίωμα ρυθμίζεται πλέον, σύμφωνα με το άρθρο 299 του ΑΚ, από τις διατάξεις των άρθρων 57, 59 και 932 αυτού, κατά τις οποίες για τη θεμελίωση του εν λόγω δικαιώματος πρέπει τα πραγματικά περιστατικά, που συνιστούν παράβαση συζυγικών υποχρεώσεων (παραπτώματα), να είναι πρόσφορα και ικανά, αυτοτελώς κρινόμενα, ανεξάρτητα δηλαδή από τη συζυγική σχέση, να επιφέρουν την προσβολή της προσωπικότητας του άλλου συζύγου ή να συνιστούν αδικοπραξία. Υπό την ισχύ των νέων διατάξεων περί διαζυγίου, οι οποίες καθιερώνουν ένα σύστημα διαζυγίου αντικειμενικού, όπου η υπαιτιότητα δεν έχει πια την σημασία που είχε και το διαζύγιο θεωρείται ως ένα μέσο προασπίσεως του δικαιώματος κάθε συζύγου για προστασία της προσωπικότητας του και ως τρόπος με τον οποίο παρέχεται η δυνατότητα και στους δυο συζύγους για απόπειρα δημιουργίας μιας άλλης οικογένειας επιτυχημένης, γίνεται γενικώς δεκτό ότι η παράβαση των συζυγικών υποχρεώσεων δεν αποτελεί αδικοπραξία, με την τεχνική σημασία του όρου και συνεπώς το άρθρο 932 του ΑΚ, που αφορά χρηματική αποκατάσταση ηθικής βλάβης από αδικοπραξία, που γεννά υποχρέωση προς αποζημίωση, δεν μπορεί να εφαρμοστεί, όταν η προσβολή της προσωπικότητας και η συνακόλουθη ηθική βλάβη προκαλείται από παράβαση συζυγικών υποχρεώσεων. Εξάλλου, η προσβολή της προσωπικότητας του άλλου συζύγου, που προκαλείται αναπόφευκτα κάθε φορά που εκδηλώνεται συμπεριφορά μη σύμφωνη με τις υποχρεώσεις της έγγαμης συμβιώσεως, δεν πρέπει αδιακρίτως να θεμελιώνει πέρα από το δικαίωμα για διαζύγιο και αξίωση για χρηματική ικανοποίηση με βάση τις διατάξεις των άρθρων 57 και 59 του ΑΚ. Ο σύζυγος, που έχει προσβληθεί, έχει το δικαίωμα να ζητήσει τη λύση του γάμου. Όταν, όμως, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα το διαζευκτικό παράπτωμα είναι τέτοιες, που εκφεύγουν των ορίων της συνήθους δοκιμασίας, που συνεπάγεται για τον αναίτιο σύζυγο η παράβαση από τον άλλο των συζυγικών καθηκόντων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι είναι δυνατή η επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης. Για την εν λόγω επιδίκαση, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 59 Μον ΑΚ, δεν αρκεί οποιαδήποτε προσβολή της προσωπικότητας απαιτείται να υπάρχει σοβαρή τοιαύτη, με την έννοια ότι δημιουργούνται εξαιρετικές συνθήκες τέτοιες, που η ανθρώπινη αντοχή υπερβαίνει τα όρια αντοχής του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, στη συγκεκριμένη δε περίπτωση να αποδεικνύεται ότι τα πραγματικά περιστατικά, που συνιστούν παράβαση συζυγικών υποχρεώσεων ήσαν πρόσφορα και ικανά να οδηγήσουν και οδήγησαν στη μείωση της υπολήψεως και την παράνομη προσβολή της προσωπικότητας του συζύγου σε βάρος του οποίου έλαβαν χώρα (βλ. ΑΠ 1444/2008, ΑΠ 558/2006 δημ. στο δίκτυο νομικών πληρφοριών «Νόμος», ΑΠ 686/2004 ΕλλΔ/νη 2006.775, ΑΠ 566/2003 ΕλλΔ/νη 45.1367, ΑΠ 29/1999 ΕλλΔ/νη 1999.580, ΑΠ 1295/1995 ΕλλΔ/νη38.801, ΕφΑΘ 1664/2010 ΕλλΔνη 2011.263, ΕφΔωδ 47/2007, ΕφΔωδ 89/2006 δημ. «Νόμος», ΕφΙωαν 314/2005 Αρμ 2006.1416, ΕφΘεσ 2033/2003 Αρμ. 2005.1048, ΕφΘεσ 1280/2001 Αρμ. 2001.1051). Εξάλλου, με τις γαμικές διαφορές της παρ. 1 και κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία επιτρέπεται να ενωθούν στο ίδιο δικόγραφο αγωγής (κατ’ απόκλιση από το άρθρο 218 παρ. 1δ’ ΚΠολΔ) διαφορές με αντικείμενο την αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης του θιγέντος συζύγου. Η δυνατότητα, κατ’ απόκλιση προς τον κανόνα του άρθρου 246 ΚΠολΔ που προϋποθέτει ταυτότητα διαδικασίας, για ένωση και συνεκδίκαση της σχετικής αξίωσης με τις γαμικές διαφορές, θεωρήθηκε σκόπιμη εξαιτίας της ουσιαστικής συνάφειας της εν λόγω αξίωσης «χρηματικής ικανοποίησης» με τις γαμικές διαφορές, αλλά και της προσφορότητας της προκείμενης διαδικασίας για την εκδίκαση και των υποθέσεων αυτών, διότι συνήθως η μία αποτελεί προδικαστικό ζήτημα της άλλης και με την επιλογή αυτή επιτυγχάνεται οικονομία χρόνου και δαπάνης και αποτρέπεται το ενδεχόμενο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων (βλ. ΠΠρΑΘ 45/2010 δημ. «Νόμος», ΠΠρΧαλκ 416/2002 ΧΡΙΔ 2003 σελ. 34).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση από 18-7-2013 αγωγή του, ο ενάγων ζητεί να λυθεί ο υφιστάμενος μετά της εναγομένης γάμος του, λόγω ισχυρού κλονισμού από λόγους, που αφορούν στο πρόσωπό της, όπως ειδικότερα εκτίθενται στην αγωγή του και να καταδικαστεί η εναγομένη στην πληρωμή της δικαστικής του δαπάνης.
Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα, η αγωγή αρμόδια και παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 17 αριθ. 1, 22 και 592 επ. του ΚΠολΔ), κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών (άρθρα 598 έως 612 ΚΠολΔ – άρθρο 592 παρ. 1 περ. α του ιδίου Κώδικα), ως ίσχυαν πριν την τροποποίηση τους με το ν. 4335/2015, ΦΕΚ Α’ 87/23-7-2015) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων, 1393 1438, 1439§§ 1 και 2 του ΑΚ, και 176 του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω αν είναι βάσιμη από ουσιαστική άποψη.
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του και από όλα τα, είτε ειδικώς κατωτέρω μνημονευόμενα είτε όχι, έγγραφα, που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη, είτε προς τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σε συνδυασμό με τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά : Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο μεταξύ τους πολιτικό γάμο, που τελέστηκε στις 20-4-2013, στο Δημοτικό Κατάστημα του ________ . Η έγγαμη συμβίωση τους υπήρξε απ’ την αρχή της προβληματική. Ήδη πριν από την τέλεση του γάμου τους, κατά την προετοιμασία αρχικά του αρραβώνα τους και κατόπιν του γάμου τους εμφανίσθηκαν διαφωνίες, οι οποίες τροφοδοτούνταν και από το οικογενειακό περίγυρο του ενάγοντος, καθώς είχε λόγο σε σημαντικές αποφάσεις του ζευγαριού, κατά την περίοδο εκείνη, όπως ο τύπος και ο τόπος τέλεσης του γάμου, του αρραβώνα κλπ. Μάλιστα, με αφορμή τον τόπο τέλεσης του γάμου τους τον Νοέμβριο του έτους 2012, υπήρξε ένταση μεταξύ των διαδίκων και των γονέων του ενάγοντος σχετικά με τον τόπο τέλεσης του γάμου τους. Παρόλα αυτά τον Απρίλιο του 2013, προχώρησαν, ως προελέχθη στην τέλεση του γάμου τους, ενώ συζυγική οικία αποτέλεσε το επί της οδού ________ , στον αριθμό __, στο ________ , όπου ήδη είχαν εγκατασταθεί. Οι διαφωνίες και έριδες μεταξύ τους με το πέρασμα του χρόνου εντάθηκαν σε συχνότητα και ένταση, με αποκορύφωμα τον Ιούλιο του έτους 2013 όταν ο ενάγων μετακόμισε στην οικία των γονέων του στο ________ ________ . Από τον ανωτέρω χρόνο έπαψε και από τους δύο τους συζύγους να υπάρχει οποιαδήποτε πρόθεση κοινωνίας βίου μεταξύ τους ενώ αποδείχθηκε ότι οι διάδικοι εξακολουθούν να τελούν σε μόνιμη και διαρκή διάσταση έως και τη συζήτηση της ένδικης αγωγής, χωρίς πρόθεση να συμβιώσουν και πάλι και συνεπώς η έγγαμη σχέση τους διασπάστηκε, με οριστική πρόθεση διακοπής της έγγαμης συμβιώσεώς τους. Η ανωτέρω διακοπή της συμβίωσης των διαδίκων οφείλεται σε λόγους που αφορούν και τους δύο. Αιτία από την πλευρά του ενάγοντος υπήρξε η ανοχή του στην παρεμβατικότητα των γονέων του στην λειτουργία της οικογένειας των διαδίκων, η οποία (παρεμβατικότητα) υποδαύλιζε περισσότερο τις ήδη τεταμένες σχέσεις τους. Από την άλλη πλευρά η εναγομένη επεδείκνυε μειωτική και περιφρονητική συμπεριφορά προς το πρόσωπο του ενάγοντος συζύγου του, χαρακτηρίζοντας τον ως «άχρηστο» και « καραγκιόζη», ενώ συχνά τον απειλούσε ότι θα προκαλέσει κακό στην ίδια, αλλά και στο κυοφορούμενο ήδη τέκνο τους. Οι ανωτέρω συμπεριφορές των διαδίκων, ως αντίθετες με εκδηλώσεις αγάπης, σεβασμού, συζυγικής πίστης, ενδιαφέροντος του ενός συζύγου προς τον άλλο, συμπαράστασης, τήρησης και λήψης κοινών συζυγικών αποφάσεων, ενημέρωσης του άλλου συζύγου για καταστάσεις ή περιστατικά που έχουν επίδραση στην έγγαμη συμβίωση, μέσω των οποίων εκφράζεται η εσωτερική διάθεση για έγγαμη συμβίωση, αποτελούν παράβαση της υποχρέωσης για έγγαμη συμβίωση κατ’ άρθρο 1386 ΑΚ και συνακόλουθα κλονιστικά γεγονότα πρόσφορα αντικειμενικά να κλονίσουν ισχυρά την έγγαμη σχέση. Απ’ όλα δε τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν και που αφορούν το πρόσωπο αμφοτέρων των διαδίκων, προκύπτει σαφέστατα ότι συνεπεία των ως άνω κλονιστικών γεγονότων, η μεταξύ των διαδίκων σχέση έχει κλονιστεί πράγματι τόσο ισχυρά, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης συμβίωσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αγωγή και ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να απαγγελθεί η λύση του μεταξύ των διαδίκων γάμου. Τέλος, πρέπει να συμψηφισθεί στο σύνολο της η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων, λόγω της σχέσης τους ως συζύγων (άρθρο 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
ΑΠΑΓΓΕΛΛΕΙ τη λύση του μεταξύ των διαδίκων νόμιμου πολιτικού γάμου, που τελέστηκε στις 20-4-2013, στο Δημοτικό Κατάστημα του Κορυδαλλού.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τη δικαστική δαπάνη στο σύνολο της μεταξύ των διαδίκων. ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 16-10-2017.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ