fb-pxl-img
ΜΕΝΟΥ

Περίληψη

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Αριθμός Αποφάσεως 550 /2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Φώτιο Βλάχο Πρόεδρο Πρωτοδικών , τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 11-12-2019 χωρίς την σύμπραξη Γραμματέως για να δικάσει την υπόθεση :

Της αιτούσας: ______________________του ____________» κατοίκου __________ __________ η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Ιωάννη Μεϊδάνη .

Των καθ’ ων η αίτηση: 1) Ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «______________________.» με τον διακριτικό τίτλο «_______________ _____.», που εδρεύει στο ____ __________ __________ και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) ______________________ κατοίκου ____ ____________ εταίρου και συνδιαχειριστή της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «____________________.» με τον διακριτικό τίτλο «_________________.» που εδρεύει στο __________ __________ και εκπροσωπείται νόμιμα οι οποίοι αμφότεροι παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Χρήστου Οικονομάκου.

Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 15-5-2019 αίτησή της που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης_____________, η οποία προσδιορίστηκε αρχικά για την δικάσιμο 18- 9-2019 και κατόπιν αναβολής για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά την σοζήτηση της αίτησης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 902 Α.Κ., όποιος έχει έννομο συμφέρον να πληροφορηθεί το περιεχόμενο ενός εγγράφου που βρίσκεται στην κατοχή άλλου έχει δικαίωμα να απαιτήσει την επίδειξη ή και αντίγραφό του, αν το έγγραφο συντάχθηκε για το συμφέρον αυτού που το ζητεί ή πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και αυτόν ή σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που έγιναν σχετικά με τέτοια έννομη σχέση είτε απευθείας από τον ίδιο είτε για το συμφέρον του, με τη μεσολάβηση τρίτου. Οι προϋποθέσεις της δημιουργίας αξίωσης για την επίδειξη εγγράφου ή για τη χορήγηση αντιγράφου του κατά το άρθρο τούτο είναι αφενός η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος του αιτούντος την επίδειξη και αφετέρου η κατοχή του εγγράφου από εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η σχετική αξίωση. Οι περιπτώσεις που προβλέπονται διαζευκτικά στο προαναφερόμενο άρθρο, εξειδικεύουν το έννομο συμφέρον και αναφέρονται περιοριστικά (ΕφΑΘ. 2456/2002 ό.π., ΕφΘεσ. 1150/2001 ό.π., ΕφΑΘ. 10381/1988 ΝοΒ 37, 747, ΕφΑΘ. 1090/1981 Αρμ. 1981, 479), είναι δε οι ακόλουθες : α) Αν το έγγραφο συντάχθηκε προς το συμφέρον του αιτούντος. Για να κριθεί αν συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, ερεονάται η πρόθεση που επικράτησε κατά τον χρόνο σύνταξης του εγγράφου. Τέτοιο έννομο συμφέρον υπάρχει όταν το έγγραφο συντάχθηκε προς σύσταση, απόδειξη ή διατήρηση γενικά των δικαιωμάτων του αιτούντος την επίδειξη. Το έγγραφο δεν απαιτείται να αφορά αποκλειστικά το συμφέρον του αιτούντος την επίδειξη, αλλά αρκεί να έχει συνταχθεί έστω και προς το συμφέρον ιού, Πάντως, έννομο συμφέρον υπάρχει, cev to έγγραφο έχει συνταχθεί αποκλειστικά προς το συμφέρον του καθ’ ου η αίτηση (ή εναγόμενου) κάτοχου του. 0) Αν το έγγραφο πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και τον αιτούντα. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται κυρίως τα έγγραφά, συστατικά ή αποδεικτικά μιας δικαιοπραξίας, που έχει καταρτιστεί με τον κάτοχο του εγγράφου ή με κάποιον τρίτο, τα οποία πιστοποιούν έννομη σχέση που αφορά και τον αιτούντα. Πρέπει, πάντως, κατά την κρατούσα ερμηνεία της ανωτέρω διάταξης, να έχει λάβει ο αϊτών μέρος στη δικαιοπραξία που εμπεριέχεται στο έγγραφο, γ) Αν το έγγραφο σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που έγιναν σχετικά με τέτοια έννομη σχέση, είτε απευθείας από τον ίδιο τον αιτούντα είτε για το συμφέρον του, με τη μεσολάβηση τρίτου. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα έγγραφα εκείνα που δεν πιστοποιούν μια έννομη σχέση, αφορούν όμως τις σχετικές με αυτή διαπραγματεύσεις, ανεξάρτητα αν αυτές κατέληξαν ή όχι σε κατάρτιση σύμβασης. Εκτός από τα άρθρα 90X – 903 του Α.Κ., υπάρχουν και οι διατάξεις των άρθρων 450 — 452 του ΚΠολΔ, οι οποίες αφορούν, επίσης, τη ν επίδειξη εγγράφων. Οι τελευταίες αυτές διατάξεις δεν κατήργησαν τις σχετικές διατάξεις του Α.Κ., είναι ειδικότερες και ρυθμίζουν την υποχρέωση των διαδίκων ή τρίτων προς επίδειξη κατά τη διάρκεια εκκρεμούς δίκης, στην οποία το επιδεικτέο έγγραφο πρόκειται να χρησιμεύσει για απόδειξη. Αντίθετα, οι διατάξεις του Α.Κ., οι προϋποθέσεις και οι περιορισμοί που αναφέρσνται σ’ αυτές ως προς τη δημιουργία της αξίωσης γιά επίδειξή, εφαρμόζονται μόνο όταν δεν υπάρχει εκκρεμής δίκη (Α.Π. 1264/1983 Δ 15, 400, ΕφΑΘ. 2456/2002 ό.π., ΕφΘεσ. 1150/2001 ό.π., ΕφΘεσ. 1939/1998 ΕλΔ 40, 382 ΕφΘεσ. 1783/1993 Αρμ. ΜΗ’, 590, ΕφΑΘ. 16072/1988 ΕλΛ 34, 1366, ΕφΑΘ. 1038171988 ό.π.). Η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του ΚΠολΔ σε ορισμένη έκταση δεν αποκλείεται, αλλά πάντως δεν είναι δυνατόν να αφορά τις περιπτώσεις εννόμου συμφέροντος για τη δημιουργία της σχετικής αξίωσης (ΕφΑΘ. 2456/2002 ό.π.). Η επίδειξη εγγράφου με βάση το άρθρο 902 ΑΚ μπορεί να ζητηθεί με αγωγή και με ανταγωγή, εφόσον βέβαια συντρέχουν οι προϋποθέσεις παραδεκτού της τελευταίας, που καθορίζονται στο άρθρο 268 ΚΠολΔ. Κατά την κρατούσα στη θεωρία και στη νομολογία άποψη, την οποία και το δικαστήριο αυτό αποδέχεται, η επίδειξη εγγράφων ή η χορήγηση αντιγράφου μπορεί, να επιδιωχθεί και με ασφαλιστικά μέτρα, εφόσον συντρέχει επείγουσα περίπτωση ή επικείμενος κίνδυνος (ΕφΘεσ 1250/2001 ΕλΔικ 44 524 ΜονΠρΑΘ 10575/1985. ΜανΠρΘεσ 7106/1994 Αρμ 48 668, Π. Τζίφρα Ασφαλιστικά Μέτρα έκδ. 1980 σελ. 321 επ.). Περαιτέρω γίνεται παγίως δεκτό ότι για το ορισμένο της αγωγής ή της αιτήσεως προς επίδειξη εγγράφων ο αϊτών την επίδειξη πρέπει να προσδιορίζει ειδικώς και να περιγράφει επακριβώς τα έγγραφα των οποίων ζητά την επίδειξη και νά αναφέρει το περιεχόμενο τους (ΑΠ 1341/2000 ΕλλΔνη 43 (2002) 406). Ο προσδιορισμός του επιδεικτέου εγγράφου με την ανωτέρω έννοια είναι αναγκαίος, για να είναι δυνατόν να κριθεί εάν το έγγραφο αυτό είναι ουσιώδες με την έννοια ότι μπορεί να χρησιμεύει για την απόδειξη των ισχυρισμών του αιτούντος την επίδειξη, γιατί μόνον έτσι παρέχεται στον εναγόμενο η ευχέρεια να δώσει εξηγήσεις για την κατοχή του εγγράφου και να αμυνθεί και σε περίπτωση αμφισβητήσεως της κατοχής εκ μέρους του εναγόμενου μπορεί το δικαστήριο να διατάξει σχετικές αποδείξεις αλλά και γιατί με τον τρόπο αυτόν γίνεται εφικτός ο προσδιορισμός του εγγράφου στο διατακτικό της αποφάσεως που είναι αναγκαίο καί απαραίτητο για την εκτέλεση της. Όμως, ως περιγραφή του εγγράφου ικανή για το ορισμένο της αιτήσεως επιδείξεως πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη με την οποία εξατομικεύεται το έγγραφο χωρίς να είναι απαραίτητος και ο ειδικότερος προσδιορισμός του περιεχομένου του, αλλά και όταν το αιτούμενο έγγραφο περιγράφεται με τρόπο που επιδέχεται εξειδίκευση και εξατομίκευση και υπάρχει αντικειμενική αδυναμία του αιτούντος να το προσδιορίσει εκ των προτέρων επακριβώς, γιατί διαφορετικά η άσκηση της σχετικής αξιώσεως πολλές φορές θα δυσχεραίνεται υπερβολικώς (ΑΠ 209/1994 ΕΕΝ 1995 195, ΑΠ 508/1993 ΕλλΔνη 35 (1994) 1299,Εφθεσ 1150/2001 ΕλλΔνη 44 (2003) 520, ΕφΑΘ 1741/1994 ΕλλΔνη 36 (1995) 1261, ΕφΑΘ 14698/1988 ΕλλΔνη 34 (1993) 1366, Μανιτάκης, Το συνταγματικό δικαίωμα απόδειξης και το αίτημα επίδειξης εγγράφου, ΕλλΔνη 44 (2003) 365). Κατά τα άρθρα 682 και 688 ΚΠολΛ, τα Δικαστήρια, σε επείγουσες περιπτώσεις, οι οποίες επιβάλλουν την ταχεία και άμεση λήψη μέτρων πριν ή κατά τη διάρκεια της τακτικής διαγνωστικής δίκης ή για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος, ο οποίος απειλεί το επίδικο δικαίωμα ή την απαίτηση, μπορούν να διατάζουν ασφαλιστικά; μετρά, γιά την εξασφάλιση ή διατήρηση ενός δικαιώματος ή τη ρύθμιση μιας κατάστασης και να τα μεταρρυθμίζουν ή να τα ανακαλούν. Το δικαίωμα είνάι δυνατό να εξαρτάται από αίρεση ή προθεσμία. Αν οι πραγματικές αυτές προϋποθέσεις δεν υπάρχουν ή δεν πιθανολογούνται, τότε δεν δικαιολογείται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων, καθόσον αυτά αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα, κατά τον οποίο τα εξαναγκαστικά μέτρα κατά της περιουσίας ή του προσώπου διατάσσονται και λαμβάνονται μόνο μετά την οριστική και τελεσίδικη διάγνωση της απαιτήσεως και με τις εγγυήσεις και διατυπώσεις της τακτικής διαδικασίας. Όταν ο νόμος απαιτεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση, εννοεί προδήλως την ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης εκτάκτου δικαστικής προστασίας του διαδίκου, η οποία να δικαιολογείται από συνδρομή πραγματικών περιστατικών, και, συγκεκριμένα κινδύνου να ματαιωθεί η απαίτηση, ή επείγουσα περίπτωση της παρούσας στιγμής. Συνεπώς, για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων για την εξασφάλιση ή διατήρηση ενός δικαιώματος ή τη ρύθμιση μιας κατάστασης ή για την ανάκληση ή μεταρρύθμιση απόφασης, απαιτεί ο νόμος ως απαραίτητες προϋποθέσεις, την ύπαρξη δικαιώματος και τη συνδρομή επείγουσας περίπτωσης ή επικειμένου κινδύνου, όπως οι καταστάσεις αυτές εξειδικεύονται στη νομολογία, η έλλειψη των οποίων καθιστά απορριπτέα την αίτηση. Ειδικότερα, δε, επείγουσα περίπτωση συντρέχει όταν υπάρχει ανάγκη προσωρινής απόλαυσης του ασφαλιστέου δικαιώματος από το φερόμενο ως δικαιούχο αυτού, γιατί με την πάροδο του χρόνου πρόκειται να επέλθει βλάβη οποιασδήποτε φύσης στην υλική φύση του αντικειμένου ή στο δικαιούχο (Β.Βαθρακοκοίλη, ΕρμΚΠολΔ, τομ.Δ’, υπ’άρθ.682, σελ.23, 25, 30 όπου περαιτέρω παραπομπές στη νομολογία και στη θεωρία).

Η αιτούσα με την υπό κρίση αίτηση αναφέρει ότι με το από 10-10- 2003 ιδιωτικό συμφωνητικό σύστασης ομορρύθμου εταιρείας το οποίο δημοσιεύτηκε νόμιμα στα βιβλία εταιρειών του Πρωτοδικείου Αθηνών στις 28-10-2003 και έλαβε γενικό αριθμό 13100/2003, συνεστήθη η πρώτη των καθ’ ων ομόρρυθμη εμπορική εταιρεία με σκοπό τότε την χονδρική και λιανική εμπορία τροφίμων, ποτών, ξηρών καρπών, ειδών ζαχαροπλαστικής και λοιπών συναφών ειδών. Ότι στην ανωτέρω εταιρεία εισήλθε ως εταίρος με ποσοστό συμμετοχής 50%, δυνάμει της από 30-11-2005 τροποποίησης και κωδικοποίησης καταστατικού ομορρύθμου εταιρείας, η οποία δημοσιεύθηκε στα βιβλία εταιρειών του Πρωτοδικείου Αθηνών την 6-12-2005 με αριθμό ____________, αποκτώντας δια αγοράς το ποσοστό (50%) του αποχωρούντος πατρός του δευτέρου των καθ’ ων ____________του _____________. Ότι με την ανωτέρω τροποποίηση ορίστηκε ως συνδιαχειρίστρια της εταιρείας μαζί με τον δεύτερο των καθ’ ων, θέση την οποία εξακολουθεί να έχει μέχρι και την κατάθεση της αίτησης. Ότι με τον δεύτερο των καθ’ ων τέλεσε νόμιμο γάμο στις 23-1- 2001 ενώ από τον Απρίλιο του έτους 2016 βρίσκονται σε διάσταση. Ότι ο δεύτερός των καθ’ ων, όλα τα χρόνια της έγγαμης συμβίωσης τους στο -πλαίσιο που διαχειριζόταν τα οικονομικά της κοινής τους ζωής, είχε αναλάβει την οικονομική διάκριση της πρώτης καθ’ ης ομορρύθμου εταιρείας αλλά και των λοιπών εταιρειών στις οποίες συμμετείχαν από κοινού , Ότι ή ίδια είχε αναλάβει το δημιουργικό κομμάτι, το rocketing και την προώθηση / διαφήμιση των προϊόντων για λογαριασμό των ανωτέρω εταιρειών. Ότι μετά την οριστική διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης τους, ο δεύτερος των καθ’ ων την έχει αποκλείσει και από την πρώτη καθ’ ης εταιρεία στην οποία συμμετέχει, στερώντας της το οποιοδήποτε δικαίωμα πληροφόρησης και ελέγχου επί της πορείας και της λόγω εταιρείας. Ότι ο δεύτερος των καθ’ ων μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης την απέκλεισε από τη διοίκηση και συμμετοχή της στην πρώτη καθ’ ης εταιρεία απαγορεύοντας της την συμμετοχή σε οποιαδήποτε δραστηριότητα της και δεν της καταβάλει τα κέρδη από τη συμμετοχή της στην εν λόγω εταιρεία. Ότι ο δεύτερος των καθ’ ων της απαγορεύει την είσοδο και παραμονή στην εταιρεία και την πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο αυτής. Ότι την 26-1-2018 αποπειράθηκε να λάβει γνώση και να πληροφορηθεί για την οικονομική κατάσταση της εταιρείας και των λογιστικών εγγράφων αυτής, συνοδευόμενη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της και τον λογιστή της και οι υπάλληλοι της εταιρείας εκτελώντας τις εντολές και οδηγίες του δεύτερου των καθ’ ων της απαγόρευσαν να λάβει γνώση των εγγράφων της εταιρείας και την ανάγκασαν να αποχωρήσει από τα γραφεία της. ‘Οτι η ίδια άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά της πρώτης των καθ’ ων την από 12-10-2018 αγωγή της (ΓΑΚ 98203/2018 & ΕΑΚ 10162/2018) η οποία έχει προσδιοριστεί να συζητηθεί κατά τη νέα τακτική διαδικασία, διεκδικώντας να της καταβάλει τα κέρδη που αναλογούν στην μερίδα συμμετοχής της για τα οικονομικά έτη 2009 έως και 2016. ‘Οτι κοινοποίησε στην πρώτη των καθ’ ων εταιρία την από 8-2- 2019 εξώδικη δήλωση της με την οποία της γνωστοποιούσε ότι την 15-2- 2019 και ώρα 10:00 π.μ. θα προσερχόταν μετά του λογιστή της προκειμένου να λάβει γνώση και αντίγραφα των λογιστικών βιβλίων της εταιρείας στην οποία (εξώδικη δήλωση) οι καθ’ ων της απάντησαν με την από 13-2-2019 εξώδικη δήλωση τους με την οποία της δήλωσαν ότι δεν έχει δικαίωμα να διενεργήσει έλεγχο στην παραπάνω εταιρεία, της απαγόρευσαν την προσέγγιση της έδρας της πρώτης των καθ’ ων, γνωρίζοντας της ταυτόχρονα ότι δεν θα επιτρέψουν την είσοδο τόσο στην ίδια όσο και σε οποιονδήποτε άλλο εντεταλμένο πρόσωπο από αυτήν (αιτούσα) τόσο κατά την ανωτέρω ημερομηνία όσο και σε οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία. Η αιτούσα ισχυρίζεται ότι εκ της ιδιότητα της ως ομορρύθμου εταίρου και συνδιαχειρίστριας της πρώτης των καθ’ ων έχει την εκ του νόμου άμεση, προσωπική, απεριόριστη και εις ολόκληρον ευθύνη του εταίρου και με την προσωπική του περιουσία για τις υποχρεώσεις της εταιρείας και επιπλέον έχει και ποινική ευθύνη ως διαχειρίστρια για τις όποιες οφειλές τυχόν δημιουργήσει η εταιρεία έναντι του Δημοσίου και των Ασφαλιστικών φορέων. ‘Οτι ο πλήρης αποκλεισμός της από τα ουσιώδη λογιστικά και εταιρικά έγγραφα της πρώτης των καθ’ ων και η μη ενημέρωση και γνώση της για την πορεία της εταιρείας, έχει άμεσο και υπαρκτό κίνδυνο να υποχρεωθεί να αναλάβει ως ομόρρυθμη εταίρος ευθυνόμενη αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με το νομικό πρόσωπο, υποχρεώσεις του τις οποίες δεν γνωρίζει, δεν ελέγχει και δεν έχει εγκρίνει, υπέχοντας μάλιστα και ποινική ευθύνη ως συνδιαχειιρίστρια και νόμιμη εκπρόσωπος του, Η αιτούσα ισχυρίζεται ότι «λίαν προσφάτως» πληροφορήθηκε ότι ο ____________ _____________ του _________ χρησιμοποιούσε την ομόρρυθμη εταιρεία «_____________ _______.» για να «επηρεάζει» την κερδοφορία και την οικονομική πυρείο τόσο της ______________ των προϊόντων ______. με την επωνυμία «______________ ______________ _____________ _______ ___________ ___________ ________ _____________» στην οποία είναι η ίδια μέτοχος μαζί με την μητέρα της και των δεύτερο των καθ’ ων αλλά και της πρώτης των καθ’ ων «_____________.» . Ότι ειδικότερα ο δεύτερος των καθ’ ων ελέγχοντας πλήρως τόσο την ως άνω ανώνυμη εταιρεία ως Πρόεδρος του ΔΣ και πλειοψηφικός μέτοχος της, όσο και την _____. ως διαχειριστής της, έχοντας αναλάβει την οικονομική διαχείριση της, επέλεγε ανάλογα τους τζίρους και τα κέρδη που κάθε φορά ήθελε να εμφανίσει σε κάθε εταιρεία ποιους πελάτες θα τιμολογούσε μέσω της παρασκευάστριας των προϊόντων ανωτέρω ανώνυμης εταιρείας και ποιους μέσω της πρώτης των καθ’ ων. Ότι στο πλαίσιο αυτό ο δεύτερος των καθ’ ων όποτε επέλεγε να τιμολογήσει μέσω της πρώτης των καθ’ ων, πωλούσε τα προϊόντα που παρασκεύαζε η Α.Ε. προς την Ο.Ε. σε τιμή όμως που δεν ξεπερνούσε την τιμή κόστους παρασκευής του προϊόντος και στη συνέχεια μέσω της Ο.Ε. τα μεταπωλούσε στην πραγματική τιμή προς τους πελάτες, χρησιμοποιώντας ως όχημα την πρώτη των καθ’ ών ομόρρυθμη εταιρεία και επηρεάζοντας κατά το δοκούν σαφώς τους τζίρους και την κερδοφορία της κάθε εταιρείας . Η αιτούσα ισχυρίζεται ότι για τους παραπάνω λόγους είναι αναγκαίο να λάβει άμεσα γνώση των λογιστικών και εταιρικών εγγράφων της πρώτης καθ’ ης εταιρείας προκειμένου να διεξάγει με Ορκωτούς Λογιστές διαχειριστικό έλεγχο στην πρώτη των καθ’ ων, ώστε να διαπιστώσει την νομιμότητα τω ενεργειών των καθ’ ων. Ότι οποιαδήποτε καθυστέρηση στην λήψη των λογιστικών εγγράφων, των οικονομικών καταστάσεων και των εταιρικών εγγράφων της πρώτης των καθ’ ων θα επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη στο πρόσωπο της, καθώς υπάρχει άμεσος και υπαρκτός κίνδυνος τα απαραίτητα έγγραφα για την διενέργεια του ελέγχου να αλλοιωθούν, παραποιηθούν, καταστραφούν ή να αποκρύβουν από τους καθ’ ων η αίτηση. Ότι προκειμένου να ασκήσει και συμπληρωματική αγωγή για τα οφειλόμενα κέρδη που αναλογούν στη μερίδα συμμετοχής της και για τα επόμενα οικονομικά έτη 2017, 2018 και 2019, είναι απαραίτητο να λάβει άμεσα γνώση των λογιστικών εγγράφων και οικονομικών καταστάσεων της πρώτης των καθ’ ων, ώστε να τα συμπεριλάβει στην αγωγή της. Κατόπιν όλων αυτών η αιτούσα ζητεί να υποχρεωθούν οι καθ’ ων να της χορηγήσουν και να της παραδώσουν με δική της δαπάνη; Α. επικυρωμένα αντίγραφα των λογιστικών βιβλίων, καταστάσεων και οικονομικών στοιχείων της πρώτης των καθ’ ων εταιρείας από το έτος που εισήλθε σε αυτήν (2005) μέχρι την κατάθεση της αίτησης και συγκεκριμένα, α) αντίγραφα από το Βιβλίο Εσόδων – Εξόδων της πρώτης των καθ’ ων εταιρείας από την 1-1-2005 έως την κατάθεση της αίτησης, β) αντίγραφα των παραστατικών εσόδων και εξόδων που η πρώτη των καθ’ ων έχει καταχωρήσει από την 1-1-2005 έως την κατάθεση της αίτησης, γ) αντίγραφα των φορολογικών δηλώσεων που η πρώτη των καθ’ ων έχει υποβάλει από την 1-1-2005 έως την κατάθεση της αίτησης (δηλώσεις ΦΠΑ, Φόρου Εισοδήματος κλπ), δ) αντίγραφα από τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών της πρώτης των καθ’ ων από την 1-1-2005 έως την κατάθεση της αίτησης, ε) αντίγραφα από τις αναλύσεις των εισπρακτέων και αντίστοιχα των ανείσπρακτων υπολοίπων της πρώτης των καθ’ ων εταιρείας, από την 1-1-2005 έως την κατάθεση της αίτησης και Β. επικυρωμένα αντίγραφα από το βιβλίο πρακτικών της πρώτης των καθ’ ων, των πρωτοτύπων πρακτικών της Γενικής Συνέλευσης των εταίρων της πρώτης των καθ’ ων από την 30-11-2005 έως την κατάθεση της αίτησης. Επιπλέον ζητεί να υποχρεωθούν οι καθ’ ων να επιτρέπουν σε αυτήν υπό την ιδιότητα της ως ομόρρυθμη εταίρος και συνδιαχειρίστρια της πρώτης των καθ’ ων, την πρόσβαση και παραμονή της στην έδρα και στις εγκαταστάσεις της πρώτης των καθ’ ων εταιρείας, καθώς και την ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβαση της στα λογιστικά βιβλία και στα έγγραφα της, να απειλήθεί κατά των καθ’ ων χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων ευρώ υπέρ αυτής για κάθε παραβίαση του διατακτικού της απόφασης καθώς και προσωπική κράτηση ενός (1) έτους κατά του δεύτερου των καθ’ ων υπό την ιδιότητα του ως νομίμου εκπροσώπου και συνδιαχειριστή της πρώτης των καθ’ ων, για κάθε παραβίαση του διατακτικού της εκδοθησομένης αποφάσεως και να καταδικαστούν 01 καθ’ ων στην εν γένει δικαστική της δαπάνη.

Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η αίτηση, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του δικαστηρίου αυτού κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ) και είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάζεις των άρθρων 901 και 902 ΑΚ , 450-452, 731, 732 και 176 ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων __________ __________ του ___________ και __________ __________ του ___________ , την με αριθμό _______________ ένορκη βεβαίωση του __________ _________ του ______________ ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Παρασκευής Γρομητσάρη – Μαραγιάννη , την με αριθμό _____________ένορκη βεβαίωση του __________ __________ του ______________ ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Αιμιλίας Χατζάκη , την με αριθμό _______________ ένορκη βεβαίωση της _______________ ____________ _____________ ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών και την με αριθ _______________ ένορκη βεβαίωση της ____________ ___________ του ____________ ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών που προσκομίζουν και επικαλούνται οι καθ’ ων η αίτηση, τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, όσα οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ανέπτυξαν προφορικά και στη συνέχεια διέλαβαν στα σημειώματα που κατέθεσαν εντός της δοθείσας προς τούτο σχετικής προθεσμίας και από όλη τη διαδικασία πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με το από 10-10-2003 ιδιωτικό συμφωνητικό σύστασης ομορρύθμου εταιρείας το οποίο δημοσιεύτηκε νόμιμα στα βιβλία εταιρειών του Πρωτοδικείου Αθηνών στις 28-10-2003 και έλαβε γενικό αριθμό _____________, συνεστήθη η πρώτη των καθ’ ων ομόρρυθμη εμπορική εταιρεία με την επωνυμία ______________________.» με τον διακριτικό τίτλο «_____________ _____.», που εδρεύει στο ___ _________ ___________ με σκοπό την χονδρική και λιανική εμπορία τροφίμων, ποτών, ξηρών καρπών, ειδών ζαχαροπλαστικής και λοιπών συναφών ειδών. Στην ανωτέρω εταιρεία η αιτούσα εισήλθε ως εταίρος με ποσοστό συμμετοχής 50%, δυνάμει της από 30-11-2005 τροποποίησης και κωδικοποίησης καταστατικού ομορρύθμου εταιρείας, η οποία δημοσιεύθηκε στα βιβλία εταιρειών του Πρωτοδικείου Αθηνών την 6-12- 2005 με αριθμό 18145/2005, αποκτώντας δια αγοράς το ποσοστό (50%) του αποχωρούντος πατρός του δευτέρου των καθ’ ων _____ ___________ του ___________. Στη παραπάνω τροποποίηση και κωδικοποίηση καταστατικού ομορρύθμου εταιρείας ρητά αναφέρεται ότι ο αποχωρών εταίρος εισέπραξε το ποσό των 15.000 ευρώ σε μετρητά από την αγοράστρια – αιτούσα. Με την ανωτέρω τροποποίηση ορίστηκε η αιτούσα ως συνδιαχειρίστρια της εταιρείας μαζί με τον δεύτερο των καθ’ων θέση την οποία εξακολουθεί να έχει μέχρι και την κατάθεση της αίτησης. Η αιτούσα με τον δεύτερο των καθ’ ων τέλεσε νόμιμο γάμο στις 23-1-2001 ενώ από τον Απρίλιο του έτους 2016 βρίσκονται σε διάσταση. Ο δεύτερος των καθ’ ων, όλα τα χρόνια της έγγαμης συμβίωσης με την αιτούσα είχε αναλάβει την οικονομική διαχείριση της πρώτης καθ’ ης ομορρύθμου εταιρείας ενώ η αιτούσα πιθανολογείται ότι «δεν είχε εκ των πραγμάτων ουδεμία απολύτως πραγματική ανάμειξη με την διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων» όπως αναφέρει και η ίδια η αιτούσα στην σελίδα 26 της από 16-10-2017 και με αριθμό κατάθεσης 413 ΕκΜ/2017 κύριας παρέμβασης – αίτησης για διενέργεια έκτακτου οικονομικού ελέγχου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θηβών (Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας) που κατέθεσε η αιτούσα , η _________ _________ και η _________ ____________ . Επιπλέον η αιτούσα αναφορικά με την συμμετοχή της στην πρώτη των καθ’ ων αναφέρει στην από 4-7-2016 με αριθμό κατάθεσης ___________ αίτησή ‘της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων) ότι : [στην ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «______________________» με τον διακριτικό τίτλο «______________________.», που εδρεύει στο__________________. ..ποτέ δεν συμμετείχα ενεργά]. Περαιτέρω πιθανολογείται ότι από τον Απρίλιο του έτους 2016 ήτοι μετά την οριστική διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης της αιτσύσας και του δεύτερου των καθ’ ων ο τελευταίος απέκλεισε την αιτούσα από οποιοδήποτε δικαίωμα διαχείρισης και ελέγχου στην παραπάνω πρώτη καθ’ ης στην οποία συμμετέχει, στερώντας της το οποιοδήποτε δικαίωμα πληροφόρησης και ελέγχου επί της πορείας και της παραπάνω ομόρρυθμης εταιρείας απαγορεύοντας της την είσοδο και την συμμετοχή σε οποιαδήποτε δραστηριότητα της και δεν της καταβάλλει τα κέρδη από τη συμμετοχή της στην εν λόγω εταιρεία. Επιπλέον πιθανολογήθηκε ότι από τον Απρίλιο του έτους 2016 ο παραπάνω αποκλεισμός , εισόδου και πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο της ομόρρυθμης εταιρείας είναι μια διαρκής κατάσταση στην αιτούσα η οποία και την 26-1-2018 αποπειράθηκε να λάβει γνώση και να πληροφορηθεί για την οικονομική κατάσταση της εταιρείας και των λογιστικών εγγράφων αυτής, συνοδευόμενη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της και τον λογιστή της και οι υπάλληλοι της εταιρείας εκτελώντας τις εντολές και οδηγίες του δεύτερου των καθ’ ων της απαγόρευσαν να λάβει γνώση των εγγράφων της εταιρείας και την ανάγκασαν να αποχωρήσει από τα γραφεία της, Η αιτούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά της πρώτης των καθ’ ων την από 12-10-2018 αγωγή της (ΓΑΚ 98203/2018 & ΕΑΚ 10162/2018) η οποία έχει προσδιοριστεί να συζητηθεί κατά τη νέα τακτική διαδικασία, διεκδικώντας να της καταβάλει τα κέρδη που αναλογούν στην μερίδα συμμετοχής της για τα οικονομικά έτη 2009 έως και 2016. Όπως προαναφέρθηκε η πρώτη των καθ’ ων εταιρία συστάθηκε στις 10 Οκτωβρίου του 2003 αρχικά μεταξύ του δεύτερου των καθ’ ων και του πατρός του, ______________________, ως ομορρύθμων εταίρων. Το αρχικό εισφερθέν κεφάλαιο ήταν 30.000 ευρώ, ήτοι 15.000 ευρώ εισφερθέν από τον δεύτερο των καθ’ ων του υπολοίπου εισφερθέντος εκ του πατρός του. Έκαστος των αρχικών εταίρων είχε ποσοστό συμμετοχής στην εταιρία και στα κέρδη και στις ζημίες αυτής κατά 50% ενώ διαχειριστές της εταιρίας διορίστηκαν με το καταστατικό αμφότεροι οι παραπάνω ομόρρυθμοι εταίροι με τις αναλυτικά αναφερόμενες σε αυτό εξουσίες και ιδιότητες. Ο δεύτερος των καθ’ ων ο οποίος εξακολουθεί αφενός να συμμετέχει κατά ποσοστό συμμετοχής 50% κι αφετέρου να είναι συνδιαχειριστής στην παραπάνω ομόρρυθμη εταιρεία ισχυρίζεται ότι η αιτούσα συμμετείχε εικονικά (κατά τα φαινόμενα μόνο και όχι σοβαρά) στην ομόρρυθμη εταιρεία και για την αναγνώριση της εικονικής συμμετοχής της (και υπό την ιδιότητα της ως ομορρύθμου εταίρου και υπό την ιδιότητα της ως συνδιαχειρίστριας) στην πρώτη των καθ’ ων εταιρία, έχει ασκήσει την από 7-1-2019 με αριθμό κατάθεσης _______________ αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Νέα Τακτική Διαδικασία). Η παραπάνω αγωγή συζητήθηκε στις 18-09-2019 και αναμένεται η έκδοση αποφάσεως. Η αιτούσα ισχυρίζεται με την υπό κρίση αίτηση ότι εκ της ιδιότητα της ως ομορρύθμου εταίρου και συνδιαχειρίστριας της πρώτης των καθ’ ων έχει την εκ του νόμου άμεση, προσωπική, απεριόριστη και εις ολόκληρον ευθύνη του εταίρου και με την προσωπική του περιουσία για τις υποχρεώσεις της εταιρείας και επιπλέον έχει και ποινική ευθύνη ως διαχειρίστρια για τις όποιες οφειλές τυχόν δημιουργήσει η εταιρεία έναντι του Δημοσίου και των Ασφαλιστικών φορέων. Επομένως σύμφωνα με όσα έχουν αναφερθεί στην παραπάνω νομική σκέψη δεν συντρέχει εν προκειμένω επείγουσα περίπτωση της παρούσας στιγμής που να δικαιολογεί την λήψη του αιτούμενσυ ασφαλιστικού μέτρου αφού η αιτούσα αναφέρεται σε έναν κίνδυνο μελλοντικό και υποθετικό του οποίου την ύπαρξη γνώριζε τουλάχιστον από fov Απρίλιο τού έΐους 2016 καθώς Από τότε υφίσταται σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αίτηση της ο αποκλεισμός της από τη συμμετοχή στη διοίκηση της πρώτης καθ’ ης εταιρείας και η απαγόρευση της εισόδου , της παραμονής και της πρόσβασης σε οποιοδήποτε έγγραφο αυτής . Πρέπει δε να αναφερθεί ότι η αιτούσα δεν αναφέρει στην αίτηση της ότι έχει δεχθεί κάποια όχληση από πιστωτή της πρώτης των καθ’ ων ούτε αναφέρει ότι έχει κληθεί έστω στα πλαίσια προκαταρτικής εξέτασης να δώσει εξηγήσεις για τυχόν ποινικές ευθύνες της εκ της συμμετοχής της ως ομορρύθμου εταίρου και συνδιαχειρίστριας στην παραπάνω ομόρρυθμη εταιρία . Ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι «λίαν προσφάτως» πληροφορήθηκε ότι ο ______________________χρησιμοποιούσε την ομόρρυθμη εταιρεία «______________________.» για «επηρεάζει» την κερδοφορία και την οικονομική πορεία τόσο τη παρασκευάστριας των προϊόντων Α.Ε. με την επωνυμία «______________________» αλλά και της πρώτης των καθ’ ων «______________________.» κατά τον αναφερόμενο στην αίτηση τρόπο δεν πιθανολογείται ως ουσιαστικά αβάσιμος ως προς το γεγονός ότι πρόσφατα δηλαδή λίγο πριν την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης πληροφορήθηκε τα παραπάνω γεγονότα η αιτούσα. Η αιτούσα στις σελίδες 26 και 27 της από 16-10-2017 και με αριθμό κατάθεσης ____________ κύριας παρέμβασης – αίτησης για διενέργεια έκτακτου οικονομικού ελέγχου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θηβών (Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας) αναφέρει μεταξύ άλλων και τα εξής: «λαμβανομένου υπόψη ότι (α). η δεύτερη εξ ημών (δηλαδή η νυν αιτούσα ________ __________) και εταίρος στις ως άνω εταιρείες δεν είχε εκ των πραγμάτων, όπως συνέβαινε και στην Εταιρία («______________________»), ουδεμία απολύτως πραγματική ανάμειξη με την διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων αλλά αντιθέτως αποτελούσε φερέφωνο του αιτούντος , (β) η εταιρία «______________________» στην ουσία αποτέλεσε εταιρία αδιευκρίνιστου λόγου υπάρξεως και ότι η εταιρία ______________________ άλλαζε κατά τα τακτά χρονικά διαστήματα σκοπό χωρίς ωστόσο να εγκαταλείπει ούτε τυπικά ούτε και στην πράξη την επιτέλεση ανταγωνιστικού προς την εταιρία σκοπού , συνάγεται ότι ο Αιτών (______________________), ως εταίρος των ως άνω δύο εταιριών , παραβίαζε την διάταξη του καταστατικού και του _______________. Τονίζεται δε ότι πέρα από ανταγωνιστικό σκοπό , γνωρίζουμε πλέον ότι καθ’ όλο το διάστημα της ανέλεγκτης διοίκησης της Εταιρίας από τον Αιτούντα η Εταιρεία παρουσίαζε πολύ μειωμένα κέρδη σε σχέση με την παραγωγή προϊόντων , η οποία προέκυπτε από την πώληση των προϊόντων αυτών στην ______________________ έναντι ελάχιστου τιμήματος … Η τελευταία όμως τα μεταπωλούσε στην κανονική τους τιμή αποκομίζοντας τεράστια οφέλη εις βάρος της Εταιρίας …» Από τα ανωτέρω πιθανολογείται ότι ήδη από την κατάθεση της παραπάνω Κύριας Παρέμβασης στις 13-10-2017 η αιτούσα γνώριζε για τις τακτικές που φέρεται ότι ακολουθούσε ο δεύτερος των καθ’ ων αναφορικά με τις εταιρείες «______________________» και «______________________.» . Κατά την κρίση του δικαστηρίου η αιτούσα για ικανό χρονικό διάστημα γνώριζε τα ανωτέρω ζητήματα τουλάχιστον από τις 13-10-2017 και επομένως λόγω της παρέλευσης τουλάχιστον 19 μηνών από την γνώση των παραπάνω περιστατικών έως την άσκηση της υπό κρίση αίτησης κρίνεται ότι δεν συντρέχει εν προκειμένω ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης έκτακτης δικαστικής προστασίας της αιτούσας, η οποία να δικαιολογείται από τη συνδρομή πραγματικών περιστατικών, και, συγκεκριμένα κινδύνου να ματαιωθεί η απαίτηση ή επείγουσα περίπτωση της παρούσας στιγμής. Για τους ίδιους λόγους δεν πιθανολογείται ότι υπάρχει άμεσος και υπαρκτός κίνδυνος τα απαραίτητα έγγραφα για την διενέργεια του ελέγχου στην πρώτη καθ’ ης εταιρία να αλλοιωθούν, παραποιηθούν, καταστραφούν ή να αποκρύβουν από τους καθ’ ων η αίτηση καθώς ο αποκλεισμός της αιτούσας από όλα γενικά τα έγγραφα της «______________________.» χρονολογείται από τον Απρίλιο του έτους 2016. Συνεπώς εν όψει των ανωτέρω και της έλλειψης κατεπείγοντος πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση και πρέπει να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα στο σύνολό τους επειδή η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόστηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (αρθ. 179 ΚΠολΔ).

ΓΊΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Απορρίπτει την αίτηση.

Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων. Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 24/1/2020.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Φώτιος Βλάχος                                                              (κατά τη δημοσίευση)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

offices-map

Τα Γραφεία μας

Η “OΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” ασχολείται με πάνω από 100 Νομικούς Τομείς και διατηρεί Δεκατέσσερα (14) γραφεία σε Έντεκα (11) χώρες:

Αλιεύστε την Εταιρική Παρουσίαση μας
Επικοινωνία