fb-pxl-img
ΜΕΝΟΥ

Περίληψη

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός απόφασης 4139/2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 14° ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Ουρανία Παπαδάκη, Πρόεδρο Εφετών, Κωνσταντίνο Ασημακόπουλο, Εφέτη, Κωνσταντίνο Σαργιώτη, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Καλλιόπη Παπαζαφείρη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 4 Απριλίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του ανακόπτοντα – εφεσίβλητου: ___________ __. _________, κατοίκου _____ __________, οδός _______ ___ και _________ ________ ___, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του ___________ ____________, βάσει δηλώσεως (άρθρ. 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ).

Της καθ’ ης η ανακοπή – εκκαλούσας: ___________ ____________ του ___________, κατοίκου __________, οδός ________ _____, με ΑΦΜ _____________, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Χρήστου Οικονομάκη.

Η ενάγουσα άσκησε σε βάρος του εναγόμενου την από 20.10.2009 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ______________ αγωγή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και ζήτησε να γίνει δεκτή.

Ο αντενάγων άσκησε σε βάρος της αντεναγόμενης την από 27.09.2011 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης _________________ ανταγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και ζήτησε να γίνει δεκτή.

Το ως άνω Δικαστήριο, συνεκδικάζοντας την αγωγή και την ανταγωγή αντιμωλία των διαδίκων, εξέδωσε την 714/2015 οριστική του απόφαση, με την οποία απέρριψε την αγωγή και την ανταγωγή.

Η ενάγουσα με την από 03.06,2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης __________ έφεσή της προς το Δικαστήριο τούτο, για την οποία αρχικά ορίστηκε δικάσιμος η 07.04.2016, πρόσβαλε την ως άνω οριστική απόφαση. Κατά τη ως άνω δικάσιμο η συζήτηση της έφεσης ματαιώθηκε, και επαναφέρθηκε προς συζήτηση με την από 04.07.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης κλήση, με την οποία ορίστηκε δικάσιμος η 12.10.2017,

Το Δικαστήριο τούτο, δικάζοντας ερήμην του εφεσίβλητου, με την 5640/2017 οριστική του απόφαση, δέχθηκε την έφεση, εξαφάνισε την 714/2015 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και δέχθηκε εν μέρα την από 20.10.2009 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 216033/11604/2009 αγωγή.

Την απόφαση αυτή, προσβάλει ο εφεσίβλητος με την από 27.03.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 3300/10/2018 ανακοπή ερημοδικίας προς το Δικαστήριο τούτο, για τη συζήτηση της οποίας ορίσθηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά του πινακίου και κατά τη συζήτησή της ο πληρεξούσιος δικηγόρος της καθ’ ης η ανακοπή – εκκαλούσας παραστάθηκε και αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος του ανακόπτοντα — εφεσίβλητου δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε τις προτάσεις του και με σχετική δήλωση ταυ δήλωσε, σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., ότι συμφωνεί να συζητηθεί η έφεση χωρίς να παρασταθεί.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 501 Κ.Πολ.Δ., ανακοπή κατά απόφασης που έχει εκδοθεί ερήμην επιτρέπεται αν εκείνος που δικάσθηκε ερήμην δεν κλητεύθηκε καθόλου ή δεν κλητεύθηκε νόμιμα ή εμπρόθεσμα ή αν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας. Η διάταξη αυτή περιέχει κανόνα δικονομικού δικαίου, με εξαίρεση την περίπτωση της ανώτερης βίας, η οποία αποτελεί διάταξη ουσιαστικού δικαίου, αφού ανήκει σε εκείνες που καθορίζουν τον τρόπο, τα όργανα και τη μορφή της ένδικης προστασίας του κατοχυρωμένου από το άρθρο 20 του Συντάγματος ουσιαστικού δικαιώματος της ακρόασης του διαδίκου (ΑΠ 1253/2018 ΝΟΜΟΣ). Η έννοια της ανώτερης βίας ως λόγου ανακοπής ερημοδικίας, συμπίπτει με εκείνη του άρθρου 152 Κ.Πολ.Δ. (Βλ. Σ. Ματθία εις ΕλλΔνη 36, 12) και περιλαμβάνει οποιοδήποτε ανοπαίτιο γεγονός εξαιρετικής φύσεως παρακωλυτικό της εμφανίσεως του διαδίκου στο δικαστήριο και της συμμετοχής του στην εκδίκαση της υποθέσεως, που ήταν απρόβλεπτο και δεν μπορούσε να αποτραπεί ούτε με ενέργειες άκρας επιμέλειας και συνέσεως (Βλ. Γ. Διαμαντόπουλου, Η ανωτέρα Βία ως λόγος ανακοπής ερημοδικίας, 1997, αρ. IV 2, σ. 159 επ„ ΑΠ 22/2007, ΑΠ 44/2005 ΝΟΜΟΣ, Εφ,ΑΘ. 3644/2004 ΕλλΔνη 46,1497, Εφ.Θεσσ. 3188/2004 ΕλλΔνη 46, 502). Με την έννοια αυτή η ανώτερη βία, αξιολογούμενη στο χώρο του δικονομικού δικαίου, ταυτίζεται κατά τον πυρήνα της με την ομώνυμη έννοια του ουσιαστικού δικαίου, από την οποία διαφοροποιείται μόνον κατά τις συνέπειες: Η δικονομική ανώτερη βία οδηγεί σε επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση με αντίστοιχη ανατροπή της κύρωσης που προκάλεσε η παραβίαση συγκεκριμένου δικονομικού βάρους, ενώ κατά το ουσιαστικό δίκαιο η ανώτερη βία λειτουργεί ως λόγος απαλλαγής του οφειλέτη. Επομένως στο χώρο του δικονομικού δικαίου συνιστά ανώτερη βία η κατάσταση αδυναμίας του διαδίκου ή του πληρεξουσίου του δικηγόρου να ανταποκριθούν σε κάποιο δικονομικό βάρος τους, παρά την εκ μέρους τους καταβολή της οφειλόμενης (εξιδιασμένης) προσοχής και επιμέλειας, με αποτέλεσμα η σχετική διαδικαστική πράξη τους να πάσχει από ακυρότητα ή να είναι απαράδεκτη (ΑΠ1547/2017 ΝΟΜΟΣ). Κατά τις σαφείς διατάξεις των άρθρων 119 παρ. 1, 2, 3 και 120 Κ.ΠολΔ., οι διάδικοι οφείλουν να αναγράφουν στα δικόγραφά τους, τα οποία μνημονεύονται στην παρ. 1 του άρθρου 119, και οι αντίδικοί τους στις προτάσεις που κατατίθενται για πρώτη φορά σε κάθε δικαστήριο (σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 119, Βλ. Κεραμέα- Κονδύλη-Νίκα, ΕρμΚΠολΔ 119, αριθ. 3, σελ. 272), την ακριβή διεύθυνσή τους, κάθε δε μεταβολή της διεύθυνσης πρέπει να γνωστοποιείται με τα δικόγραφα που κοινοποιούνται εκατέρωθεν ή με τις προτάσεις ή με χωριστό δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, επισυνάπτεται στη δικογραφία και κοινοποιείται στον αντίδικο, η επίδοση δε εγγράφου που αφορά εκκρεμή δίκη, συμπεριλαμβανομένης και της οριστικής αποφάσεως, είναι έγκυρη, όταν γίνεται στην κατά το άρθρο 119 αναφερομένη διεύθυνση και αν ακόμα ο αποδέκτης της επιδόσεως δεν είχε πια εκεί την κατοικία του, εφόσον αυτός δεν είχε δηλώσει κατά τον ως άνω περιοριστικώς οριζόμενο τρόπο μεταβολή της κατοικίας του (βλ. ΑΠ 902/2001 ΕλλΔνη 2003,156, Εφ.Θεσσ. 79/2009 ΕΦΑΔ 2009/1091). Σύνοικοι θεωρούνται εκείνοι που διαμένουν στο ίδιο διαμέρισμα, οι θυρωροί πολυκατοικιών και τα μέλη της οικογένειας τους που συνοικούν μαζί τους, οι διευθυντές ξενοδοχείων και οικοτροφείων, καθώς και το υπηρετικό και υπαλληλικό προσωπικό τους, όχι όμως οι ένοικοι άλλου διαμερίσματος ή δωματίου της ίδιας κατοικίας (ΑΠ 350/2013, ΝΟΜΟΣ). Κατά την διάταξη του άρθρου 139 § 1 Κ.Πολ.Δ., όποιος ενεργεί την επίδοση συντάσσει έκθεση, η οποία εκτός από όσα απαιτεί το άρθρο 117 Κ.Πολ.Δ., πρέπει να περιέχει και α) την παραγγελία για επίδοση, β) σαφή καθορισμό του εγγράφου που επιδόθηκε και των προσώπων, που αφορά, γ) μνεία της ημέρας και της ώρας της επίδοσης, δ) μνεία του προσώπου, στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο και τον τρόπο, που επιδόθηκε σε περίπτωση απουσίας ή άρνησης του παραλήπτη ή των προσώπων που ορίζονται στα άρθρα 128 έως 135 και 138. Μεταξύ των στοιχείων αυτών είναι και ο τόπος επιδόσεως, για τον οποίο δεν πρέπει στη σχετική έκθεση να καταλείπεται αμφιβολία (Εφ. Αθ. 3903/2009 ΝΟΜΟΣ). Τέλος, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 117,139,438 και 440 Κ.Πολ.Δ, συνάγεται, ότι η έκθεση επίδοσης, που έχει συνταχθεί από τον αρμόδιο καθ’ όλη και κατά τόπο δικαστικό επιμελητή, σονιστά δημόσιο έγγραφο, το οποίο περιέχει πλήρη απόδειξη ως προς όσα βεβαιώνονται σ’ αυτό ότι έγιναν από τον δικαστικό επιμελητή, ενώπιον του. Ανταπόδειξη χωρεί, μόνον εφόσον προσβληθεί το έγγραφο αυτό ως πλαστό. Για τα περιστατικά, αντίθετα, που περιέχονται στην πιο πάνω έκθεση, αλλά δεν υποπίπτουν από την φύση τους στην άμεση αντίληψη του δικαστικού επιμελητή και των οποίων την αλήθεια όφειλε να εξετάσει αυτός, η έκθεση επίδοσης αποτελεί κατά το άρθρο 440 Κ.Πολ.Δ. πλήρη απόδειξη, επιτρεπομένης, όμως, ανταπόδειξης, το βάρος της οποίας φέρει, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 338 Κ,Πολ.Δ, εκείνος, που αμφισβητεί την αλήθεια τους (ΑΠ 350/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1916/2005 ΕλλΔνη 47.482, ΑΠ 415/2005 ΕλλΔνη 47.1650, ΑΠ 555/2004 ΕλλΔνη 47.797, ΑΠ 1679/95 ΕλλΔνη 39.352, ΑΠ 455/93 ΕλλΔνη 36.91). Αν η ανακοπή ερημοδικίας ασκήθηκε εμπροθέσμως και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρο 503 παρ. 1 και 505 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.) και αν πιθανολογείται ότι είναι βάσιμος ο λόγος που προτάθηκε, τότε το Δικαστήριο εξαφανίζει την ερήμην απόφαση, διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο (άρθρο 505 παρ. 2 Κ,Πολ.Δ.) και αμέσως προχωρεί στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέλθουν στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που εξαφανίστηκε. Άλλως, αν δηλαδή η ανακοπή δεν ασκήθηκε νομίμως και εμπροθέσμως ή αν δεν πιθανολογείται η βασιμότητα του λόγου της, το Δικαστήριο απορρίπτει την ανακοπή και διατάσσει να εισαχθεί το παράβολο στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 509 Κ.Πολ.Δ.). Από τις διατάξεις αυτές και με στόχο την ταχύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης, προκύπτει ότι το Δικαστήριο αποφαίνεται για την ουσιαστική βασιμότητα του λόγου της ανακοπής ερημοδικίας αμέσως, με την ίδια απόφαση με την οποία θα κρίνει και το τοπικά παραδεκτό και νομικά βάσιμο της ανακοπής, αρκούμενο σε πιθανολόγηση, το δε ελάττωμα της κλητευσεως ή η ύπαρξη του περιστατικού ανώτερης βίας, που προκάλεσαν την ερημοδικία του ανακόπτοντα, θα διαγνωσθούν με βάση τα στοιχεία που επικαλούνται και προσκομίζουν προαποδεικτικά οι διάδικοι (Εφ.Δωδ. 111/2004, Εφ.Δωδ. 274/2004 ΝΟΜΟΣ, Εφ.ΑΘ. 5732/2002 ΕλλΔνη 44, 1384, Εφ.Θεσσ. 184/1999 ΕλλΔνη 40, 1389).

Με την υπό κρίση ανακοπή ερημοδικίας επιδιώκεται η εξαφάνιση της 5640/2017 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, η οποία εκδόθηκε ερήμην του εφεσίβλητου – εναγόμενου – αντενάγοντα και ήδη ανακόπτοντα κατά την ενώπιον αυτού συζήτηση της από 03.06.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 3402/2015 έφεσης κατά της 714/2015 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Η ένδικη ανακοπή ασκήθηκε εμπρόθεσμα, αφού η ανακοπτόμενη απόφαση επιδόθηκε προς τον ανακόπτοντα στις 20.03.2018 και το δικόγραφο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 30.03,2018 και παραδεκτά. δεδομένου ότι καταβλήθηκε το παράβολο ερημοδικίας που ορίστηκε με την τελευταία ως άνω απόφαση (όπως προκύπτει από τη η σχετική επιση μείωση του Γραμματέα του Δικαστηρίου στην έκθεση κατάθεσης, όπου αναγράφεται το _________________ ηλεκτρονικό παράβολο ποσού 290 ευρώ), σύμφωνα με τα άρθρα 503 παρ. 1 και 505 παρ. 2 του Κ,Πολ.Δ.. Επομένως πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

Στην προκειμένη περίπτωση με την ένδικη ανακοπή του ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι η απουσία του κατά τη δικάσιμο της 12.10.2017 από το ακροατήριο του παρόντος δικαστηρίου, οπότε συζητήθηκε ερήμην του η από 03.06.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ________________ έφεση της ήδη καθ’ ης η ανακοπή αντιδΐκου του κατά της 714/2015 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς-Πρωτοδικείου Αθηνών, οφείλεται, αφενός, στο γεγονός ότι ουδέποτε του επιδόθηκε αντίγραφο της ως άνω έφεσης, με πράξη ορισμού δικασίμου για την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της, αφετέρου, στο ότι από λόγο που συνιστά ανωτέρα βία δεν έλαβε γνώση της από 04.07.2016 και με αριθμό πρωτοκόλλου προσδιορισμού __________ κλήσης, με την οποία η ως άνω έφεση προσδιορίστηκε εκ νέου προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 12.10.2017, κατά την οποία και τελικά συζητήθηκε η έφεση. Οι ως λόγοι της ανακοπής είναι νόμιμοι, στηριζόμενοι στις διατάξεις του άρθρου 501 Κ,Πολ.Δ. και πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω κατ’ ουσία.

Από την εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, για να ληφθούν υπόψη ως τέτοια και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, τις ____ και ______ από _____________ ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου Κηφισιάς Συμώνης Δημητρακοπούλου, τις οποίες ο ανακόπτων επικαλείται για την απόδειξη των λόγων της ανακοπής του και στις οποίες η καθ’ ης η ανακοπή κλήθηκε νόμιμα να παραστεί, όπως προκύπτει από την ________________ έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών Κωνσταντίνου Βακαλόπουλου πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα: η ενάγουσα ___________ _____________ άσκησε σε βάρος του εναγόμενου και ήδη ανακόπτοντα __________ __________ την οστό 20.10.2009 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης _________________ αγωγή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ο δε ανακόπτων άσκησε σε βάρος της ως άνω αντιδίκου του την από 27.09.2011 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ________________ ανταγωγή του ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου. Η εκκρεμής αυτή δίκη τερματίστηκε σε πρώτο βαθμό με την δημοσίευση της _________ οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που έλαβε χώρα στις 09.03.2015. Τόσο στο δικόγραφο της ανταγωγής, όσο και στις από 09.09.2011 έγγραφες προτάσεις του, στην από 20.03.2014 προσθήκη επί των προτάσεων, και την από 20.03.2014 προσθήκη – αντίκρουση που κατέθεσε ο ίδιος ο ανακόπτων, δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του, αναφέρει ως διεύθυνση κατοικίας του, όπως έχει υποχρέωση από τη διάταξη του άρθρου 119 Κ.Πολ.Δ., την οικία επί της οδού ___________ __________ ____ στο Δήμο _____________. Την ίδια δε διεύθυνση αναγράφει ως διεύθυνση κατοικίας του και στην από 17.03.2014 εξώδικη δήλωση πρόσκληση που επέδωσε προς την αντίδικο του στις 17.03.2014, προκειμένου να της γνωστοποιήσει την εξέταση μαρτύρων. Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής του ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι ουδέποτε του κοινοποιήθηκε νομίμως αντίγραφο της από 03.06.2015 έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου για την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο, αφού σύμφωνα με την _______________ έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Αθανασίας Λουμπαρδιά, που προσκομίζει και επικαλείται η εκκαλούσα για να αποδείξει ότι έλαβε χώρα νόμιμη και εμπρόθεσμη επίδοση της έφεσης, η να έλαβε χώρα στη διεύθυνση Στρατηγού Δαγκλή 28 στη Κηφισιά, ενώ στην πραγματικότητα ο ίδιος είχε μετοικήσει από τη διεύθυνση αυτή από τα τέλη του έτους 2013, αρχικά προς την οδό Ελευθερώτριας 6 στην Κηφισιά και στη συνέχεια, από 01.07.2014, στην οδό Δεξαμενής 19 στη Κηφισιά, όπου και διαμένει έως σήμερα. Πράγματι όπως προκύπτει από την _____________ έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Αθανασίας Λουμπαρδιά η δικαστική επιμελήτρια ενήργησε την επίδοση στην ως άνω διεύθυνση και βρήκε την οικία κλειστή, ενώ δεν βρήκε ούτε τον προς ον η επίδοση, ούτε κάποιο σύνοικο. Κατά συνέπεια προέβη, κατά τα προβλεπόμενα στη διάταξη του άρθρου 128 παρ. 4 του Κ.Πολ.Δ., σε θυροκόλληση του εγγράφου, παράδοση στον αξιωματικό υπηρεσίας του αρμόδιου Α.Τ. και ταχυδρόμηση του προς επίδοση δικογράφου, αυθημερόν. Ωστόσο δεν αποδείχθηκε βάσιμος ο συγκεκριμένος λόγος της ανακοπής, αφού, όπως προκύπτει από τα ανωτέρω αναφερόμενα δικόγραφα του ίδιου του ανακόπτοντα, ο ίδιος, έως και τον Μάρτιο του έτους 2014, ανέγραφε ως διεύθυνση την οικία επί της οδού _________ __________ ____ και όχι την οικία στην οδό _____________ __ στην __________, όπου όπως ισχυρίζεται κατοικούσε από το τέλος του 2013. Αν πράγματι ο ανακόπτων είχε αλλάξει κατοικία από τα τέλη του 2013 θα είχε αναφέρει την αλλαγή αυτή στα δικόγραφα του που συντάχθηκαν μετά το φερόμενο χρόνο αλλαγής διεύθυνσης. Επίσης αναφέρει στον ίδιο λόγο της ανακοπής του ότι η αλλαγή της διεύθυνσης του ήταν γνωστή στην καθ’ ης η ανακοπή γιατί ο ίδιος ήταν αντιδήμαρχος Κηφισιάς και η καθ’ ης υπάλληλος του Δήμου __________. Πλην όμως, όπως προκύπτει από την από 24.04.2014 προσθήκη αντίκρουση επί των προτάσεων του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που φέρει την επικεφαλίδα «αξιολόγηση μαρτυρικής κατάθεσης», ο ίδιος ο ανακόπτων αναφέρει (ήδη από το χρόνο σύνταξης της συγκεκριμένης προσθήκης επί των προτάσεων, ήτοι από 24.04.2014) ότι είχε ήδη πάψει να «εκτελεί κάποια υπηρεσία στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Δήμου Κηφισιάς», ήτοι πριν την 01.07.2014 οπότε και όπως ισχυρίζεται μετακόμισε στην ισχύουσα διεύθυνση, στην οδό __________ ___. Δηλαδή δεν αποδεικνύεται βάσιμος ούτε ο ισχυρισμός του περί γνώσης της καθ’ ης η ανακοπής της φερόμενης ως πιο πρόσφατης διεύθυνσης του, αφού κατά το χρόνο αλλαγής του τόπου κατοικίας δεν υπήρχε μεταξύ τους υπηρεσιακή σχέση. Σε κάθε δε περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως γνωστή σε όλους τους υπαλλήλους ΟΤΑ η κατοικία κάθε αντιδημάρχου, δημάρχου ή άλλου αξιωματούχου, χωρίς επίκληση άλλων περιστατικών εκτός από την υπαλληλική σχέση. Κατά συνέπεια ο πρώτος λόγος της ανακοπής θα πρέπει να απορριφθεί, αφού δεν αποδείχθηκε ουσιαστικά βάσιμος. Περαιτέρω με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής του ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι δεν έλαβε γνώση της δικασίμου από λόγο ανώτερος βίας που συνίσταται στο ότι το ακριβές αντίγραφο της από 04.07.2016 και με αριθμό πρωτοκόλλου προσδιορισμού ________ κλήσης, με την οποία η ως άνω έφεση προσδιορίστηκε εκ νέου προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 12.10.2017, επιδόθηκε από τον αρμόδιο δικαστικό επιμελητή Ιωάννη Κοπανά στον πατέρα του ανακόπτοντα (ο οποίος απούσιαζε) ___________ _________, ως σύνοικο αυτού, στην επαγγελματική κατοικία του ανακόπτοντα στην οδό __________ _____ και ______ ________ ___, στην __________. Ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι ο πατέρας του δεν ήταν σύνοικος, αλλά συμπτωματικά ήταν στο γραφείο του, ενώ έπασχε από άνοια και δεν του παρέδωσε το δικόγραφο της κλήσης με αποτέλεσμα ο ανακόπτων να μην λάβει γνώση της δικασίμου. Πλην όμως και αυτός ο ισχυρισμός δεν αποδείχθηκε βάσιμος, αφού ο ανακόπτων δεν προσκομίζει καμία βεβαίωση ή γνωμάτευση από την οποία να προκύπτει ότι ο παραλαβών ως σύνοικος έπασχε από άνοια και δεν του έδωσε το έγγραφο. Άλλωστε κατά την κοινή πείρα, αν ο πατέρας του ανακόπτοντα ήταν άτομο άνοια δεν θα μπορούσε να αφεθεί μόνος και χωρίς επιτήρηση σε ανοιχτό χώρο, όπως ένα επαγγελματικό γραφείο σε ώρα λειτουργίας, γιατί θα υπήρχε κίνδυνος, κυρίως και πρωτίστως για τον ίδιο. Ο ίδιος δε ο δικαστικό επιμελητής αναφέρει στην _____________ έκθεση επίδοσης του ότι ο ίδιος ο παραλαβών το έγγραφο του δήλωσε ότι είναι πατέρας και συνεργάτης του ανακόπτοντα. Κατά συνέπεια δεν αποδείχθηκε ότι από λόγο ανώτερος βίας ο ανακόπτων δεν έλαβε γνώση της δικασίμου κατά την οποία συζητήθηκε η από 03.06.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης _______________ έφεση.

Επομένως, πρέπει να απορριφθούν οι λόγοι της ένδικης ανακοπής ως ουσιαστικά αβάσιμοι, όπως και η ένδικη ανακοπή στο σύνολο της, καθώς και να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου στο Δημόσιο Ταμείο κατά την διάταξη του άρθρου 509 εδ. β’ του Κ.Πολ.Δ.. Σε βάρος του ανακόπτοντα πρέπει να επιβληθούν λόγω της ήττας του και της απόρριψης του ενδίκου μέσου που άσκησε τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή, δεκτού γενομένου του σχετικού αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ 2 του Κ.Πολ.Δ.), όπως ορίζεται ειδικότερα κατωτέρω στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδΐκων.

Δέχεται τυπικά την από 27.03.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ____________ ανακοπή ερημοδικίας.

Απορρίπτει την ως άνω ανακοπή ερημοδικίας.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος για την ανακοπή ερημοδικίας αυτή παράβολου, για το οποίο εκδόθηκε το ____________________ ηλεκτρονικό παράβολο ποσού 290 ευρώ, στο Δημόσιο Ταμείο.

Επιβάλει σε βάρος του ανακόπτοντα τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή, τα οποίο ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 10.07.2019.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις 17.07.2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων αυτών δικηγόρων.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

offices-map

Τα Γραφεία μας

Η “OΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” ασχολείται με πάνω από 100 Νομικούς Τομείς και διατηρεί Δεκατέσσερα (14) γραφεία σε Έντεκα (11) χώρες:

Αλιεύστε την Εταιρική Παρουσίαση μας
Επικοινωνία