Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΝΟΧΙΚΟ
Αριθμός Απόφασης 1993 /2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αργυρώ Καραγιάννη, Πρωτόδικη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Σταυρούλα Μπρουσοβανά.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 11η Απριλίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ-ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ________ ________ του ________ , κατοίκου ________ , οδός ________ αριθμ. __ και προσωρινά διαμένοντος στο ________ ________ , οδός __ ________ , ________ , με Α.Φ.Μ, ________ , Δ.Ο.Υ. ________ , ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο εκπροσωπούμενος δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Μαρίας Παπαντωνοπούλου (Α.Μ. Δ.Σ.Α.20650), η οποία κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ- ΚΑΘΗΣ Η ΚΛΗΣΗ: ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία «________ ΔΙΕΘΝΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ Α.Ε.», με το διακριτικό τίτλο ________ Α.Ε., η οποία προήλθε μετά από συγχώνευση της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «________ ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε.» με την ατομική επιχείρηση του ________ ________ με την επωνυμία «________ ________ ΤΟΥ ________ » (ΦΕΚ ΤΑΕ κ ΕΠΕ και ΓΕΜΗ 12540/05.11.2012), που εδρεύει στην ________ , οδός ________ , αριθμ. __ (________ ), νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο
εκπροσωπούμενη από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Χρηστό Οικονομάκη (Α,Μ. Δ.Σ.Α. 2517), ο οποίος κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.
Ο ενάγων της από 21-03-2013 με γενικό αριθμό κατάθεσης 79660/06-06-2013 και αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 8830/06-06-2013 αγωγής, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 04-02-2016, οπότε ματαιώθηκε και επαναφέρεται εκ νέου με την από 15-06-2016 με γενικό αριθμό κατάθεσης 49683/05-08-2016 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 1139/05-08-2016 κλήση δικάσιμος της οποίας ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, κατά την οποία γράφτηκε στο πινάκιο και εκφωνήθηκε κατά τη σειρά της από αυτό ζήτησε να γίνει δεκτή η αγωγή του.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εναγομένης αναφέρθηκε στους ισχυρισμούς που εμπεριέχονται στις προτάσεις του και ζήτησε να γίνουν δεκτοί και να απορριφθεί η αγωγή του αντιδίκου.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η Σύμβαση της Γενεύης για τις διεθνείς οδικές μεταφορές εμπορευμάτων (CMR), που υπογράφηκε στις 19-5-1956 και κυρώθηκε με τον Ν. 559/1977, ορίζει στο άρθρο 1 παρ. 1 αυτής, ως προϋποθέσεις για την εφαρμογή της, τη διενέργεια αμειβόμενης μεταφοράς εμπορευμάτων οδικώς με οχήματα σε χώρα διαφορετική από εκείνη της παραλαβής αυτών, εφόσον η μια τουλάχιστον από αυτές είναι συμβαλλόμενη χώρα. Κατά τις συνδυαζόμενες διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 1, 2 και 18 παρ. 1 της Σύμβασης αυτής, ο μεταφορέας ευθύνεται για την ολική ή μερική απώλεια ή βλάβη των εμπορευμάτων, που συνέβη μεταξύ του χρόνου, που παρέλαβε τα εμπορεύματα και του χρόνου της παράδοσής τους, εκτός αν αποδείξει ότι η απώλεια ή η βλάβη των εμπορευμάτων δεν οφείλεται σε εσφαλμένη ενέργεια ή αμέλεια δική του ή των προσώπων για τα οποία κατά το άρθρο 4 της ίδιας Σύμβασης ευθύνεται, αλλά σε εσφαλμένη ενέργεια ή αμέλεια ή στις οδηγίες όποιου προβάλλει απαίτηση ή σε κρυμμένο ελάττωμα των εμπορευμάτων ή σε συνθήκες τις οποίες ο μεταφορέας δεν μπορούσε να αποφύγει και ούτε να προλάβει τις συνέπειές τους (βλ. ΑΤΙ 826/2004, ΑΠ 1518/2001 τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ»). Ειδικότερα, ο μεταφορέας απαλλάσσεται από την ευθύνη, όταν η απώλεια, η βλάβη ή η καθυστέρηση προκλήθηκε λόγω συνθηκών, τις οποίες δεν μπορούσε να αποφύγει και- τις συνέπειες των οποίων δεν μπορούσε να προλάβει. Το βάρος της αποδείξεως ότι η απώλεια, η βλάβη ή η καθυστέρηση οφειλόταν σε ένα από τα αίτια, που αναφέρονται στο άρθρο 17 παρ. 2 εναπόκειται στο μεταφορέα (άρθρο 18 παρ. 1). Από τις διατάξεις αυτές, που ρυθμίζουν το θέμα κατά τρόπο αποκλειστικό, προκύπτει ότι ο μεταφορέας απαλλάσσεται, αν επικαλεστεί και αποδείξει ότι η απώλεια, η βλάβη ή η καθυστέρηση παραδόσεως των εμπορευμάτων έγινε υπό συνθήκες, τις οποίες δεν θα μπορούσε να αποφύγει και τις συνέπειες των οποίων δεν θα μπορούσε να προλάβει και αν ακόμη επιδείκνυε τον κατά τις περιστάσεις υψηλότερο βαθμό επιμέλειας. Η διάταξη αυτή δεν ορίζει, ότι ο μεταφορέας ευθύνεται “περί πάσης αβαρίας, εκτός εκείνων, αι οποίαι προέρχονται… εξ ακαταμαχήτου δυνάμεως” (ανωτέρας βίας), όπως ορίζει η διάταξη του άρθρου 102 παρ. 2 του ΕμπΝ. Συνεπώς, η ευθύνη του διεθνούς οδικού μεταφορέα, διεπόμενη αποκλειστικά από την παραπάνω Σύμβατη, διαμορφώνεται, κατά την κρατούσα στη νομολογία άποψη, ως νόθος αντικειμενική, δηλαδή ως ευθύνη πταισματική, με αντεστραμμένο το βάρος της αποδείξεως. Έτσι, σε περίπτωση απώλειας των εμπορευμάτων λόγω κλοπής μπορεί κατ’ αρχήν ο μεταφορέας να απαλλαγεί από κάθε ευθύνη μόνον, αν αποδείξει, ότι η κλοπή έγινε με τη χρήση βίας ή με τη χρήση άγνωστων τρόπων ή μέσων ή γενικά υπό συνθήκες ασυνήθιστες, που ο μεταφορέας ή εκείνος, που είχε προστεθεί από αυτόν ή ο βοηθός του εκπληρώσεως, δεν θα μπορούσε να αποφύγει. Η ολική ή μερική απώλεια όμως των εμπορευμάτων, συνεπεία κλοπής, η οποία μπορούσε να αποτραπεί με μέτρα άκρας επιμέλειας και συνέσεως, δεν μπορεί να θεμελιώσει λόγο απαλλαγής. Πρόκειται για συμβατική ευθύνη του μεταφορέα προς αποζημίωση εκείνου, που είχε το δικαίωμα να διαθέσει τα εμπορεύματα και ο οποίος μπορεί να είναι ο αποστολέας ή ο παραλήπτης των εμπορευμάτων, αφού ο παραλήπτης, ακόμη και αν δεν συμβλήθηκε στη σύμβαση μεταφοράς, υπεισέρχεται σ’ αυτήν από τότε που θα ζητήσει την παράδοση των εμπορευμάτων, όπως αυτό προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 1,2, 3, 13 και 14 της Σύμβασης CMR. Η συμβατική αυτή ευθύνη ενδέχεται να συρρέει με αδικοπρακτική ευθύνη του μεταφορέα που μπορεί κατά το άρθρο 914 ΑΚ να υπάρχει έναντι του κυρίου μόνον των εμπορευμάτων, αν η απώλεια ή η βλάβη των εμπορευμάτων, ως πράξη παράνομη, οφείλεται σε υπαιτιότητα του μεταφορέα (βλ. ΑΠ 420/2003, ΑΠ 1060/2003 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ»). Την ανωτέρω αρχή της συρροής της συμβατικής και εξωσυμβατικής ευθύνης όχι μόνον δεν αποκλείει με αντίθετη διάταξη η ανωτέρω Διεθνής Σύμβαση μεταφοράς, αλλά αντιθέτως αναγνωρίζει εμμέσως το άρθρο 28 αυτής, με το οποίο το ύψος της αποζημίωσης, που οφείλει ο μεταφορέας βάσει εξωσυμβατικού πταίσματος περιορίζεται έως το ύψος της αποζημίωσης που οφείλει αυτός βάσει της σύμβασης μεταφοράς (βλ. ΜΕφΑΘ 759/2014, ΔΕΕ 2014/264, ΕφΘεσ 915/2007, ΕπισκΕμπΔ 2007/880). Πλέον συγκεκριμένα, κατά το άρθρο αυτό (28 παρ. 1 της Σύμβασης CMR), ο μεταφορέας μπορεί να επωφεληθεΐ από τις ευνοϊκές γι’ αυτόν διατάξεις της, που αποκλείουν την ευθύνη του ή ορίζουν ή περιορίζουν την οφειλόμενη από αυτόν αποζημίωση, και να αποκλείσει έτσι και την αδικοπρακτική ευθύνη του. Όμως κατά το άρθρο 29 παρ. 1 της αυτής Σύμβασης, ο μεταφορέας δεν δικαιούται να επωφεληθεί των διατάξεων της, οι οποίες αποκλείουν ή περιορίζουν την ευθύνη του ή οι οποίες μεταφέρουν το βάρος της απόδειξης, εάν η ζημία είναι αποτέλεσμα ηθελημένης κακής διαχείρισής του ή παράλειψής του, η οποία σύμφωνα με τη νομοθεσία (του κράτους) του Δικαστηρίου που έχει τη δικαιοδοσία της υπόθεσης θεωρείται ως ισοδύναμη με ηθελημένη κακή διαχείριση από μέρους του. Ο όρος “ηθελημένη κακή διαχείριση”, που αποτελεί απόδοση στην ελληνική του όρου “wilful misconduct” από το πρωτότυπο και επίσημο αγγλικό κείμενο της ως άνω Διεθνούς Συμβάσεως, που υιοθέτησε η Ελλάδα, ως βαθμός πταίσματος, με τη συνδρομή του οποίου ο μεταφορέας ενέχεται κατά το κοινό δίκαιο προς πλήρη αποζημίωση του παθόντος, είναι άγνωστος στο ελληνικό δίκαιο και δεν ταυτίζεται ούτε με τον άμεσο δόλο, κατά τον οποίο ο δράστης επιδιώκει το παράνομο αποτέλεσμα ή προβλέπει αυτό ως αναγκαίο και το αποδέχεται, ούτε με τον ενδεχόμενο δόλο, κατά τον οποίο ο δράστης προβλέπει το αποτέλεσμα ως ενδεχόμενο και το αποδέχεται. Αποτελεί μορφή πταίσματος ελαφρότερη της έννοιας του δόλου, άμεσου ή έμμεσου. Διαφοροποιείται όμως και από την έννοια της βαριάς αμέλειας, κατά την οποία ο δράστης δεν καταβάλλει ούτε την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, διότι από μεγάλη αδιαφορία ή απερισκεψία δεν έχει αντίληψη των επιζήμιων συνεπειών της συμπεριφοράς του. Τούτο δε διότι, ενώ στη μορφή αυτή της αμέλειας το μέτρο της επιμέλειας, που απαιτείται, κρίνεται αντικειμενικές, στην ηθελημένη (wilful) κακή διαχείριση απαιτείται αναγκαίος η συνδρομή και του υποκειμενικού στοιχείου, ήτοι της ψυχικής εκείνης στάσεως του μεταφορέα, που γνωρίζει ότι η ενέργειά του ή η παράλειψή του επαυξάνει τον κίνδυνο πραγματώσεως του ζημιογόνου αποτελέσματος. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, λαμβανομένου υπόψη του αντικειμένου και του σκοπού της ως άνω Συμβάσεως, που απέβλεπε στην ομοιομορφία διεθνώς των όρων και της εκτάσεως της ευθύνης του μεταφορέα προς απεριόριστη αποζημίωση και για πταίσμα του, ελαφρότερο του ενδεχόμενου δόλου, ο ανωτέρω όρος της “ηθελημένης κακής διαχείρισης”, ως μορφής πταίσματος, περιλαμβάνει εκτός από το δόλο, άμεσο ή ενδεχόμενο και τη συμπεριφορά εκείνη του μεταφορέα, κατά την οποία αυτός ενεργεί εν γνώσει του ότι η πράξη ή η παράλειψή του οδηγεί σε επαύξηση του κινδύνου επελεύσεως του ζημιογόνου αποτελέσματος, για το οποίο επιδεικνύει αδιαφορία, χωρίς όμως κατ’ ανάγκη και να το αποδέχεται (βλ. ΟλΑΠ 18/1998 ΝοΒ 46,941, Δ/νη 39,307 και X. Χρυσάνθη, Η ένταξη της ηθελημένης κακής διαχείρισης στο σύστημα αστικής ευθύνης του διεθνούς μεταφορέα, ΕΕμπΔ 1999, 688 επ.).
Από το συνδυασμό δε των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1, 3, 4, 5 παρ. 1. 6, 9 παρ. 1, 12 παρ. 5 εδ. α’της ίδιας Συμβάσεως προκύπτει, ότι η τελευταία εφαρμόζεται ασχέτως του εάν αυτός, που ανέλαβε τη μεταφορά, την ανέθεσε περαιτέρω σε τρίτον, ακόμα και όταν έχει απλώς την ιδιότητα του παραγγελιοδόχου μεταφοράς. Έτσι και στην περίπτωση αυτή τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 34 της Συμβάσεως, η οποία ορίζει ότι, εάν μεταφορά διεπόμενη υπό μοναδικού συμβολαίου εκτελεσθεί από διαδοχικούς οδικούς μεταφορείς, καθένας αυτών θα είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση ολόκληρης της εργασίας, του δευτέρου μεταφορέως και εκάστου επόμενου τοιούτου καθισταμένων συμβαλλόμενων στο συμβόλαιο μεταφοράς, δυνάμει των όρων του δελτίου παραδόσεως, λόγω αποδοχής από αυτούς των εμπορευμάτων και του δελτίου παραδόσεως. Επί διαδοχικής μεταφοράς εμπορευμάτων, με την έννοια που προαναφέρθηκε, ο μεταφορέας που κατέβαλε νόμιμα την αποζημίωση για απώλεια ή βλάβη των εμπορευμάτων έχει, κατ’ άρθρο 37 της CMR, δικαίωμα αναγωγής μόνο κατά του υπαιτίου, για την απώλεια ή καταστροφή, επόμενου μεταφορέα και όχι και κατά εκείνου του (επόμενου) μεταφορέα που ευθύνεται μόνο ως εγγυητής έναντι του (αρχικού) δικαιούχου της αποζημιώσεως (ΑΠ 728/1994 ΕλλΔνη 37, 134, Εφ ΑΘ 4350/2008 ΔΕΕ 2009, 90, Εφ Πειρ 246/2006 ΠειρΝομ 2006, 317, ΕφΑΘ 4300/2006 ΕλλΔνη 2007, 595). Αντιθέτως, η Σύμβαση δεν εφαρμόζεται, όταν αναφέρεται ρητά στο συμβόλαιο ότι η μεταφορά θα ανατεθεί σε τρίτον ή ότι ο αντισυμβαλλόμενος αναλαμβάνει απλώς τη μέριμνα για την εξεύρεση μεταφορέα. Σε τέτοια περίπτωση δεν υπάρχει συμβόλαιο μεταφοράς κατά την έννοια της άνω Συμβάσεως, αλλά σύμβαση παραγγελίας μεταφοράς, επί της οποίας δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της Συμβάσεως. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 2, 3, 4, 17 παρ. 1, 2, 4β’, γ, δ’, 18, 23 παρ. 1, 3 και 7, 27, 28 παρ. 1, 29 παρ. 1, 2, 30 παρ. 1 της ίδιας Συμβάσεως προκύπτει ότι η κατάρτιση του συμβολαίου μεταφοράς, οι όροι αυτού και η παραλαβή των εμπορευμάτων από το μεταφορέα αποδεικνύονται από το δελτίο παραδόσεως, που εκδίδεται σε τρία πρωτότυπα αντίτυπα, το δε δελτίο της παραδόσεως δεν αποτελεί συστατικό, αλλά αποδεικτικό στοιχείο της συμφωνίας, ότι η αποζημίωση του μεταφορέα θα υπολογίζεται με βάση την αξία των εμπορευμάτων στον τόπο και το χρόνο, που έγιναν δεκτά προς μεταφορά, είτε με την τιμή του χρηματιστηρίου, είτε με την τρέχουσα αγοραία τιμή και αν αυτή δεν υπάρχει, σύμφωνα με την συνήθη τιμή πραγμάτων του αυτού είδους και ποσότητας και ότι η οφειλόμενη από το μεταφορέα αποζημίωση για ολική ή μερική απώλεια των μεταφερομένων πραγμάτων δεν μπορεί, μετά την τροποποίηση του άρθρου 23 παρ. 3 της CMR με το πρωτόκολλο της Γενεύης, που κυρώθηκε με το Ν. 1533/1985, να υπερβεί τις 8,33 μονάδες λογαριασμού κατά χιλιόγραμμο του ελλείποντος βάρους, εκτός εάν, σύμφωνα με την παρ. 6 του ιδίου άρθρου δηλώθηκε από τον αποστολέα στο δελτίο παραδόσεως μεγαλύτερη αξία από το παραπάνω όριο, ώστε να δικαιούται μεγαλύτερης αμοιβής. Κατά την παρ. 7 του άρθρου 23 της CMR, που προστέθηκε με το παραπάνω πρωτόκολλο της Γενεύης, η προβλεπόμενη στη Σύμβαση μονάδα λογαριασμού είναι το ειδικό τραβηκτικό δικαίωμα, όπως αυτό ορίζεται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, από το ίδιο δε άρθρο 23 της Συμβάσεως, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το παραπάνω πρωτόκολλο της Γενεύης προ βλέπεται ειδικός τρόπος υπολογισμού της μονάδας αποζημιώσεως. Από αυτά συνάγεται ότι ο ποσοτικός περιορισμός της αποζημιώσεως, ο οποίος ορίζεται με βάση το βάρος των εμπορευμάτων, δεν αποτελεί στοιχείο του πραγματικού της απαιτήσεως αποζημιώσεως, αλλά ανάγεται στην ιστορική βάση αντίστοιχης ενστάσεως, την οποία πρέπει να επικαλεσθεί και να αποδείξει ο υπόχρεος προς αποζημίωση εναγόμενος (βλ. ΑΠ 1795/2012 areiospagos.gr). Από τη διάταξη όμως του άρθρου 29 παρ. 1 της άνω Συμβάσεως προκύπτει, ότι ο μεταφορέας δεν θα δικαιούται να επωφεληθεί των διατάξεων αυτής (Συμβάσεως), οι οποίες αποκλείουν ή περιορίζουν την ευθύνη του ή οι οποίες μεταφέρουν το βάρος της αποδείξεως, εάν η ζημία προκλήθηκε λόγω «ηθελημένης κακής διαχείρισης» αυτού, ή λόγω τέτοιας παραλείψεώς του, η οποία, σύμφωνα με τη νομοθεσία του δικαστηρίου, που έχει τη δικαιοδοσία της υποθέσεως, θεωρείται ως ισοδυναμούσα με ηθελημένη κακή διαχείριση από μέρους του. Δηλαδή σε περίπτωση “ηθελημένης κακής διαχείρισης” ο μεταφορέας στερείται του δικαιώματος να επικαλεσθεί τις περιοριστικές της ευθύνης του διατάξεις του κεφαλαίου IV της Συμβάσεως (άρθρα 17-19). Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή ο μεταφορέας ευθύνεται προς αποζημίωση κατά τις διατάξεις του κοινού δικαίου, χωρίς τους ποσοτικούς περιορισμούς της Συμβάσεως, αν ο δικαιούχος της αποζημιώσεως ενάγων ισχυρισθεί και αποδείξει ότι η ζημιά επήλθε από ηθελημένη κακή διαχείριση αυτού (μεταφορέα) ή από πταίσμα το οποίο, σύμφωνα με τη νομοθεσία του δικαστηρίου της χώρας, που επιλήφθηκε της υποθέσεως, ισοδυναμεί με ηθελημένη κακή διαχείριση. Τα ίδια ισχύουν, όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 28 παρ. 1 της ίδιας Συμβάσεως και στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες με βάση την κείμενη νομοθεσία η απώλεια ή η ζημία ή η καθυστέρηση, που προκύπτει από μεταφορά διεπόμενη από τη Σύμβαση αυτή, δημιουργεί θέμα εξωσυμβατικής απαιτήσεως. Τέλος, από τη διάταξη της παρ. 2 του ιδίου άρθρου 29 προκύπτει ότι, τα παραπάνω οριζόμενα στην παρ. 1 αυτού έχουν εφαρμογή και αν η ηθελημένη κακή διαχείριση ή παράλειψη διαπραχθεί από τους πράκτορες ή τους υπαλλήλους του μεταφορέα ή από οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα, των οποίων χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες για την εκτέλεση της μεταφοράς, όταν οι πράκτορες αυτοί, οι υπηρέτες ή τα λοιπά πρόσωπα ενεργούν μέσα στα πλαίσια της απασχολήσεώς τους.
Περαιτέρω, όπως αναφέρθηκε επί διεθνούς οδικής μεταφοράς, που διέπεται από τις διατάξεις της C.M.R., η σύμβαση μεταφοράς επιβεβαιώνεται με τη σύνταξη του δελτίου παραδόσεως, το οποίο εκδίδεται σε τρία αντίγραφα, που υπογράφονται από τον αποστολέα και τον μεταφορέα. Το πρώτο από αυτά παραδίδεται στον αποστολέα, το δεύτερο συνοδεύει τα μεταφερόμενα εμπορεύματα και το τρίτο κρατείται από τον μεταφορέα. Ο αποστολέας έχει δικαίωμα να διαθέσει τα εμπορεύματα, ζητώντας από το μεταφορέα να σταματήσει τη διαμετακόμισή τους, να αλλάξει τον τόπο της παραδόσεώς τους ή και να τα παραδώσει σε άλλον παραλήπτη, διαφορετικό από τον αναφερόμενο στο ως άνω δελτίο παραδόσεως αυτών. Το δικαίωμα όμως αυτό του αποστολέα παύει να υφίσταται, όταν το δεύτερο ως άνω αντίγραφο του δελτίου παραδοθεί στον παραλήπτη των εμπορευμάτων ή όταν ο ίδιος ο παραλήπτης τους ασκήσει τα δικαιώματα, που του παρέχονται από τη διάταξη του άρθρου 13 § 1 της Συμβάσεως (C.M.R.). Σύμφωνα με αυτή, μετά την άφιξη των εμπορευμάτων στον τόπο παραδόσεώς τους, ο παραλήπτης δικαιούται να ζητήσει από το μεταφορέα να του παραδώσει το δεύτερο αντίγραφο του ως άνω, δελτίου καθώς επίσης και τα εμπορεύματα. Αν η απώλεια των εμπορευμάτων διαπιστωθεί ή αν αυτά δεν φθάσουν μετά τη λήξη του προβλεπομένου από το άρθρο 19 της Συμβάσεως C.M.R χρονικού διαστήματος [δηλ. όταν δεν παραδοθούν εντός του συμφωνημένου χρονικού ορίου ή, σε περίπτωση μη υπάρξεως τέτοιας συμφωνίας εντός του χρόνου που κρίνεται εύλογος για μια παρόμοια επιμελή μεταφορά] ο παραλήπτης δικαιούται να ασκήσει επ’ ονόματί του κατά του υπαίτιου μεταφορέα οποιαδήποτε δικαιώματα προκύπτουν από τη σχετική σύμβαση μεταφοράς. Συνάγεται λοιπόν, ότι αυτός που έχει το κατά το άρθρο 12 § 1 δικαίωμα της διαθέσεως των εμπορευμάτων είναι ο φορέας της αξιώσεως για αποζημίωση, λόγω απώλειας ή βλάβης αυτών και ότι το εν λόγω δικαίωμα, το οποίο δηλ. νομιμοποιεί ενεργητικώς τον ζημιωθέντα να στραφεί κατά του μεταφορέα και να αξιώσει την αποκατάσταση της ζημίας του, αποκτά ο παραλήπτης των πραγμάτων, αν ο αποστολέας αυτών προβεί σε σχετική προς τούτο εγγραφή στο δελτίο παραδόσεώς τους, ή εάν, μετά την άφιξη αυτών ή τη διαπίστωση της απώλειάς τους (ή της βλάβης τους), ασκήσει ο ίδιος τα από το άρθρο 13 της CMR παρεχόμενα, ως άνω ακριβώς αναφέρθηκαν, δικαιώματά του. Το ιδιαίτερο αυτό δικαίωμα της ασκήσεως της αποζημιωτικής αγωγής σε χρήμα, εκ μέρους του αποστολέα των μεταφερόμενων εμπορευμάτων απορρέει από το γεγονός ότι αυτός ο ίδιος, έχοντας συμβληθεί προς τούτο με τον μεταφορέα, βάσει της προαναφερόμενης διατάξεως του άρθρου 12 § 1 της CMR, έχει εντεύθεν και εκ του νόμου (ex lege), το δικαίωμα της διαθέσεως των εμπορευμάτων (βλ. Εφ Πειρ 173/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 5138/2005 ΕλλΔνη 47, 590).
Για το κατά το άρθρο 216 παρ. 1 εδ. α’ ΚΠολΔ ορισμένο της αγωγής αποζημιώσεως κατά του μεταφορέα, αρκεί η από τον ενάγοντα επίκληση μιας από τις ανωτέρω αξίες των εμπορευμάτων που απωλέσθηκαν ή εβλάβησαν. Επίσης πρέπει να εκτίθενται στο δικόγραφο της αγωγής τα συγκεκριμένα εμπορεύματα που απωλέσθηκαν ή εβλάβησαν, με αναφορά στο είδος και στην ποσότητα αυτών, και να μνημονεύεται ότι η απώλεια ή βλάβη των εμπορευμάτων έλαβε χώρα στο χρονικό διάστημα που άρχισε με την παραλαβή τους και τελείωσε με την παράδοση τους. Αντίθετος δεν απαιτείται για το ορισμένο της αγωγής αποζημιώσεως να αναφέρεται στο δικόγραφο της αγωγής η αιτία που προκάλεσε την ζημία ή η κατάσταση των εμπορευμάτων κατά τον χρόνο που αυτά δόθηκαν προς μεταφορά, ούτε το χρονικό σημείο κατά το οποίο επήλθε η ζημία, αφού η ευθύνη του μεταφορέα είναι νόθος αντικειμενική.
Με την κρινόμενη αγωγή του ο ενάγων εκθέτει, ότι την 12-12-2012 ανέθεσε στην εναγομένη, η οποία είναι διεθνής μεταφορική εταιρεία με αντικείμενο τη μεταφορά οικοσκευής και λοιπού εξοπλισμού και logistics, δραστηριοποιείται εντός και εκτός Ελληνικής Επικράτειας και έχει συμβληθεί με το Ελληνικό Δημόσιο για τη διενέργεια μεταφορών οικοσκευών δημοσίων υπαλλήλων, τη μεταφορά του συνόλου της οικοσκευής και των προσωπικών αντικειμένων του ίδιου και της συζύγου του από την κατοικία τους στο ________ στο ________ , ενόψει της τοποθέτησης του ενάγοντα ως Ναυτιλιακού Ακόλουθου. Ότι η εναγομένη προέβη σε καταγραφή και συσκευασία της οικοσκευής, που περιγράφονταν σε αναλυτική λίστα, σε 67 πακέτα μεταφοράς. Ότι, όπως διαπίστωσε εκ των υστέρων, η εναγομένη ανέθεσε σε τρίτη εταιρεία με την επωνυμία «________ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΕΠΕ», που επίσης εκτελεί διεθνείς μεταφορές, τη διενέργεια της μεταφοράς από τις αποθήκες της εναγομένης στον ________ με προορισμό το ________ και με ανταποκρίτρια στην Αγγλία την εταιρεία με την επωνυμία «________ LTD», που θα διενεργούσε τη μεταφορά από την έδρα της εταιρείας στην κατοικία του ενάγοντος στο ________ έναντι του μεταξύ τους συμφωνηθέντος τιμήματος. Ότι στις 24 Δεκεμβρίου 2012 ο ενάγων ευρισκόταν στο ________ , προκειμένου να παραλάβει την οικοσκευή πλην όμως δεν του παραδόθηκαν τρία πακέτα με αριθμούς 13, 20 και 28, γεγονός για το οποίο διαμαρτυρήθηκε στην εναγομένη, η οποία τον ενημέρωσε ότι, όπως η ίδια πληροφορήθηκε από την εταιρεία «________ LTD», τα εν λόγω πακέτα κλάπησαν από το φορτηγό, που τα μετέφερε. Ότι τα εν λόγω πακέτα περιείχαν τα αντικείμενα, που αναφέρει στην αγωγή κατά είδος, τεμάχια και αξία τεμαχίου και συνολική αξία, τα οποία ανήκαν στον ίδιο και στη σύζυγό του ________ ________ , η συνολική αξία των οποίων ανέρχεται σε 24.870€ (10.890€ αξία αντικειμένων κυριότητας ενάγοντος και 13.980€ αξία αντικειμένων κυριότητας ________ ________ ). Ότι η εναγομένη ανέλαβε συμβατικά την υποχρέωση να εκτελέσει τη μεταφορά κατά τους όρους της σύμβασης και να παραδώσει στον ενάγοντα τα πακέτα στην κατοικία του στο ________ . Ότι αθέτησε τις συμβατικές της υποχρεώσεις, αφού δεν του παρέδωσε τα πακέτα, που αναφέρονται ανωτέρω κατ’ αριθμό, τα οποία είχαν περιέλθει στην κατοχή της και όφειλε δια των προστηθέντων υπαλλήλων της να φυλάει έως την ασφαλή παράδοσή τους. Ότι η ανωτέρω συμπεριφορά των προστηθέντων υπαλλήλων της εναγόμενης, εκτός από αντισυμβατική, πληροί συνάμα το πραγματικό της αδικοπραξίας, αφού δεν επέδειξαν την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή, που κατ’ αντικειμενική κρίση έπρεπε να καταβάλουν με βάση την κοινή πείρα και τις συνθήκες, που επικρατούν στις συναλλαγές και εφαρμόζονται από τις μεταφορικές εταιρείες και κάθε ευσυνείδητο και επιμελή μεταφορέα για την ασφαλή μεταφορά και φύλαξη της οικοσκευής στο ________ , αλλά επέδειξαν τουλάχιστον κακή διαχείριση. Συνεπεία όλων των ανωτέρω ισχυρίζεται, ότι προσβλήθηκε στην προσωπικότητά του και υπέστη ηθική βλάβη, αφού δαπάνησε αρκετές ώρες, προκειμένου να αντικαταστήσει τον απωλεσθέντα ρουχισμό, εν μέσω επαγγελματικών υποχρεώσεων, ότι υπέστη έντονη θλίψη και στενοχώρια, διαρκούσης της περιόδου προσαρμογής στο νέο κοινωνικό και επαγγελματικό περιβάλλον, το οποίο έπρεπε να προσαρμοστεί τόσο ο ίδιος όσο και τα πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος. Ότι η θλίψη, που βίωσε επιτάθηκε από το γεγονός, ότι ορισμένα εκ των απωλεσθέντων ειδών είχαν ιδιαίτερη συναισθηματική αξία και αποτελούν κειμήλια. Ότι για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, που υπέστη πρέπει να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει χρηματική ικανοποίηση ποσού 10.0006. Ζητεί επομένως, κατόπιν τροπής του αιτήματος από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, που έλαβε χώρα παραδεκτά με το δικόγραφο των προτάσεων και με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου, που καταχωρίστηκε στα ταυτάριθμα με την απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου και ισοδυναμεί με μερική παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής (άρθρα 223, 294, 295 και 297 Κ.Πολ.Δ.) να αναγνωριστεί, ότι υποχρεούται η εναγομένη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 34.2656 με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής. Τέλος, ζητεί να καταδικαστεί η εναγομένη στα δικαστικά έξοδα και στην αμοιβή της πληρεξούσιας δικηγόρου.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η κρινόμενη αγωγή παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7,9,12,14 και 25 παρ. 2 και 33 Κ.Πολ.Δ.), προκειμένου να συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία. Είναι δε ορισμένη, αφού μνημονεύονται σε αυτή α) τη σύναψη έγκυρης σύμβασης διεθνούς χερσαίας μεταφοράς, β) την απώλεια των εμπορευμάτων, με αναφορά των προσδιοριστικών της απώλειας στοιχείων, γ) ότι η απώλεια έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, ήτοι στο διάστημα από την παραλαβή μέχρι την παράδοσή τους, δ) το είδος, την ποιότητα και την ποσότητα των εμπορευμάτων αυτών και ε) την αξία τους στον τόπο και κατά το χρόνο που έγιναν δεκτά προς μεταφορά, με αναφορά της αξίας που σομφωνήθηκε κατά τη μεταφορά. Περαιτέρω, είναι νόμιμη κατά την κύρια βάση της και επερείδεται στις διατάξεις των άρθρων 102,103,104,105, 107 του Εμπορικού Νόμου και τα άρθρα 297, 330, 681, 685 και 690 του ΑΚ, καθώς και σε αυτές, που αναφέρονται ανωτέρω στη μείζονα σκέψη της παρούσας αναφορικά με τη Σύμβαση της Γενεύης για τις διεθνείς οδικές μεταφορές εμπορευμάτων (CMR), που υπογράφηκε στις 19-5-1956 και κυρώθηκε με τονΝ. 559/1977, καθώς και στις διατάξεις των άρθρων 70, 176, 189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. Σημειωτέον δε ότι κατά την κύρια προβαλλόμενη βάση της, που επερείδεται στις διατάξεις της ενδοσυμβατικής ευθύνης ο ενάγων νομιμοποιείται ενεργητικά στην έγερσης της κρινόμενης αγωγής κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Κατά δε την επικουρική της βάση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης, καθ’ όσον μέρος ο ενάγων ζητεί να αποζημιωθεί για την αξία των αντικειμένων, που εκλάπησαν, τα οποία ανήκουν κατά κυριότητα στην σύζυγό του, ήτοι για το αιτούμενο ποσό των 13.980€. Κατά δε τα λοιπά ως προς την επικουρική της βάση, καθόσον μέρος ο ενάγων ζητεί να του επιδικαστεί η αξία των ειδών που του ανήκαν κατά κυριότητα, η αγωγή, που τείνει να θεμελιωθεί στις περί αδικοπραξιών διατάξεις πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Ειδικότερα, όπως προαναφέρθηκε, από τις διατάξεις της Σύμβασης CMR δεν αποκλείεται η παράλληλη ευθύνη του μεταφορέα, σε περίπτωση απώλειας ή βλάβης των μεταφερόμενων εμπορευμάτων που οφείλεται σε πταίσμα του μεταφορέα και κατά τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες, σύμφωνα με τη γενική αρχή της συρροής συμβατικής και εξωσυμβατικής ευθύνης. Τέτοια συρροή αναγνωρίζεται έμμεσα με τα άρθρα 28 και 29 της Σύμβασης αυτής. Για να υφίσταται όμως ευθύνη του μεταφορέα σε πλήρη αποζημίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 297, 298 και 914 επ. του ΑΚ, η οποία περιλαμβάνει τόσο τη θετική ζημία όσο και το διαφυγόν κέρδος, απαιτείται η ζημία να προκλήθηκε απ:6 «ηθελημένη κακή διαχείριση» του μεταφορέα. Συνεπώς, για τη θεμελίωση της σχετικής αξίωσης προς αποζημίωση απαιτείται να εκτίθενται στο δικόγραφο της αγωγής τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν τις προϋποθέσεις της ευθύνης από αδικοπραξία, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 914 του ΑΚ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 1 της Σύμβασης CMR, στις οποίες περιλαμβάνεται, εκτός των άλλων, και η ζημία που υπέστη ο δικαιούχος εξαιτίας της βλάβης ή της απώλειας των μεταφερόμενων αντικειμένων, καθώς επίσης και η υπαιτιότητα του μεταφορέα με την προαναφερόμενη μορφή της «ηθελημένης κακής διαχείρισης» (Εφ ΑΘ 1598/2015 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Πρέπει, επομένως κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη να ερευνηθεΐ περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων ________ ________ ________ και ________ ________ , που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με επιμέλεια του ενάγοντος και της εναγομένης αντίστοιχα και περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, από όλα τα έγγραφα, που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι διάδικοι είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τις ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα διαμειβόμενα στα δικόγραφά τους αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 12-12-2012 ο ενάγων ανέθεσε στην εναγομένη εταιρεία, που δραστηριοποιείται μεταξύ άλλων στον κλάδο των μεταφορών τη μεταφορά από την κατοικία του επί της οδού ________ αριθμ. __ στο ________ στην κατοικία του επί της οδού 142 ________ , ________ στην πόλη του ________ του ________ , στην οποία θα εγκαθίστατο με τη σύζυγό του ________ ________ μετά την τοποθέτηση τους στη θέση του Έλληνα Ναυτιλιακού Ακόλουθου και της διπλωματικής υπαλλήλου αντίστοιχα. Ο ενάγων επέλεξε την εναγομένη εταιρεία για τη διενέργεια της μεταφοράς, αφού η τελευταία συμπεριλαμβανόταν μεταξύ των εταιρειών για την ανάληψη μεταφορών οικοσκευών υπαλλήλων του Δημοσίου, όπως προκύπτει από το με αριθμό 65ΕΜΟ/18-07-2012 έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους του Υπουργείου Οικονομικών. Το κόστος της μεταφοράς θα κάλυπτε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους με την προσκομιδή βεβαίωσης επιτυχούς μεταφοράς από τον μεταφορέα. Η εναγομένη απέστειλε στον ενάγοντα την από 03-12-2012 έγγραφη οικονομική προσφορά, σύμφωνα με την οποία το κόστος για τη συσκευασία, μεταφορά και παράδοση της οικοσκευή όγκου 65κυβικά μέτρα door to door ανερχόταν σε 18.200€ πλέον Φ.Π.Α. Στο κόστος αυτό συμπεριλαμβανόταν τα υλικά και εργατικά συσκευασίας, η συσκευασία της οικοσκευής, η φόρτωση της οικοσκευής από την οικία, ο ναύλος εξαγωγής από την Ελλάδα στην Αγγλία, τα εργατικά εκφόρτωσης και παράδοσης στη διεύθυνση στο ________ , η αποσυσκευασία των μεγάλων αντικειμένων και τοποθέτηση των ειδών της οικοσκευής και η απομάκρυνση των υλικών συσκευασίας. Στο κόστος δεν συμπεριλαμβάνονταν η ασφάλεια μεταφοράς, οι δασμοί και φόροι τελωνείων Φ.Π.Α, 23% και τα αποθήκευτρα. Ο ενάγων ανέθεσε επίσης στην ενάγουσα τη μεταφορά του υπ’ αριθμ. ________ Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου με αυτοκινητάμαξα διεθνών μεταφορών. Περαιτέρω, αποδείχθηκε, ότι ο ενάγων από το σύνολο της οικοσκευής επέλεξε να μεταφέρει αεροπορικώς 2 κούτες με ρουχισμό και προσωπικά είδη ανάγκης. Η εναγόμενη ανέθεσε τη μεταφορά της οικοσκευής στην εταιρεία με την επωνυμία ________ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΕΠΕ με έδρα τη ________ , επί της ________ , που εκτελεί επίσης μεταφορές με δικά της φορτηγά οχήματα. Προς το σκοπό αυτό την 14-12-2012 εκμίσθωσε το με στοιχεία ________ φορτηγό διεθνών μεταφορών με οδηγό τον ________ ________ , προκειμένου να εκτελέσει το δρομολόγιο ________ – ________ με χρόνο παράδοσης την 21-12-2012 έναντι τιμήματος ναύλου 960€ πλέον αναλογούντος Φ.Π.Α. ποσού 220,80€ ήτοι συνολικού ποσού 1180,80€. Επίσης, συμφώνησε με την εταιρεία με την επωνυμία «________ LTD», όπως εκτελέσει για λογαριασμό της τη μεταφορά από την έδρα της στο ________ (οδός ________ ) στην κατοικία του ενάγοντα, έναντι τιμήματος 800€. Η εναγόμενη, όπως συνομολογεί με το δικόγραφο των προτάσεών της, κατέγραψε τα αντικείμενα προς μεταφορά και τα συσκεύασε σε 67 πακέτα μεταφοράς βάρους περί τα 1000 κιλά. Κάθε κούτα είχε διάσταση 600x500x1095 χιλιοστά, πλην των χαρτόκουτων, που θα χρησίμευαν για τη μεταφορά επίπλων και λοιπών αντικειμένων μεγάλων διαστάσεων. Μεταξύ των υποχρεώσεων της εταιρείας με την επωνυμία «________ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΕΠΕ», όπως προκύπτει από το υπ’ αριθμ. 2012 2169/14-12-2012 δελτίο αποστολής CMR, το οποίο παραδόθηκε στον οδηγό του φορτηγού ήταν η υποχρέωση ασφάλισης της μεταφερόμενης οικοσκευής και η υποχρέωση στάθμευσης και διανυκτέρευσης το φορτηγού σε χώρους φυλασσόμενης στάθμευσης έως την παράδοση της οικοσκευής στην έδρα της ανταποκρίτριας εταιρείας. Η εναγομένη συνομολογεί, ότι περί τις βραδινές ώρες της 19-12-2012 άγνωστοι διέρρηξαν το φορτηγό όχημα της εταιρείας με την επωνυμία «________ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΕΠΕ», που είχε σταθμεύσει στον αύλιο χώρο της εταιρείας ________ στο ________ και αφαίρεσαν από το εσωτερικό του τα υπ’ αριθμ. 13, 20 και 28 πακέτα της οικοσκευής, που περιείχαν τα αντικείμενα, που αναφέρονται αναλυτικά στο από 14-12-2012 δελτίο CMR.
Ειδικότερα, στο υπ’ αριθμ. 13 πακέτο υπήρχαν είδη ρουχισμού γκαρνταρόμπας (κρεμαστά ρούχα) στο υπ’ αριθμ. 20 πακέτο υπήρχαν είδη ρουχισμού και στρατιωτικά είδη και στο υπ’ αριθμ. 28 πακέτο υπήρχε μέρος παιδικού επίπλου (γραφείου). Από κανένα εκ των προσκομιζόμενών μετ’ επικλήσεως εγγράφων δεν αποδείχτηκε, ότι τα επίδικα πακέτα πράγματι περιείχαν τα αντικείμενα, που αναφέρει αναλυτικά στην αγωγή του ο ενάγων. Εξάλλου κάτι τέτοιο κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας θα ήταν φύσει αδύνατον, λαμβανομένων υπόψη των διαστάσεων των πακέτων, που χρησιμοποιήθηκαν για την επίδικη μεταφορά, οι οποίες ήταν 600x500x1095 χιλιοστά. Από τις δε προσκομιζόμενες από την εναγόμενη εταιρεία φωτογραφίες των πακέτων προκύπτει, ότι σε αυτά μπορούν να τοποθετηθούν περίπου 8 τεμάχια κρεμαστά ρούχα. Ως εκ τούτου λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος, ότι κατά τα αναφερόμενα στο δελτίο CMR τα πακέτα με αριθμούς 20 και 28 περιείχαν στρατιωτικά ρούχα και επίπλωση παιδικού δωματίου αντίστοιχα, είναι φύσει αδύνατο σε ένα πακέτο με τις ανωτέρω διαστάσεις να τοποθετήθηκαν περίπου έπτα ανδρικά κρεμαστά είδη ρουχισμού (μπουφάν, παλτό, καμπαρντίνα), πέντε ανδρικά κουστούμια, έντεκα υποκάμισα ανδρικά, έξι παντελόνια ανδρικά, και λοιπά είδη ζώνες γραβάτες, καθώς και επτά γυναικεία πανωφόρια, τρία φορέματα βραδυνά, δέκα τρία υποκάμισα γυναικεία, δέκα φορέματα γυναικεία, τρεις φούστες γυναικείες, τέσσερα κουστούμια γυναικεία, οκτώ ταγιέρ γυναικεία και λοιπά αξεσουάρ (φουλάρια, πασμίνες, ζώνες). Επομένως, εφόσον δεν αποδείχτηκε, ότι τα αναφερόμενα στην αγωγή είδη είχαν πράγματι τοποθετηθεί εντός των πακέτων με τους αριθμούς 13, 20 και 28 και ότι αυτά εκλάπησαν θα πρέπει η κρινόμενη αγωγή να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης θα πρέπει να επιδικαστούν σε βάρος του ενάγοντος λόγω της ήττας του κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας (176, 189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ενάγοντα στα δικαστικά έξοδα της εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων είκοσι ευρώ (520€).
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο του στην Αθήνα την 5/2/2020 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ