Περίληψη
Αριθμ. Αποφάσεως Α2610/2010
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ 5° ΤΡΙΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 18 Σεπτεμβρίου 2009, με δικαστές τους: Ειρήνη Δάσκα, Πρόεδρο Πρωτοδικών Διοικητικών Δικαστηρίων, Χριστίνα Φίλη (εισηγήτρια) και Δήμητρα Κοντογιάννη, Πρωτόδικες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα τον Νικόλαο Νικολούλη, δικαστικό υπάλληλο.
Για να δικάσει την προσφυγή με χρονολογία 23.4.2008.
Των: 1. Ομορρύθμου Εταιρείας με την επωνυμία «_________.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ________, αρ. ____, 2. _________και 3.___________, κατοίκων Αθηνών, οδός _________, οι οποίοι παραστάθηκαν με την πληρεξούσια δικηγόρο τους Ιωάννα Μαρώση.
Κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ε’ Τελωνείου Εισαγωγής
Πειραιά και παραστάθηκε με την εξουσιοδοτημένη υπάλληλό του Αικατερίνη Κουτσουράδη.
Κατά τη συζήτηση οι διάδικοι που παραστάθηκαν ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα αναφέρονται στα πρακτικά.
Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα.
Σκέφθηκε κατά το Νόμο
- Με την κρινόμενη προσφυγή για την οποία κατατέθηκε το νόμιμο παράβολο (ειδικά έντυπα σειράς A 1140086 και 2769596), ζητείται παραδεκτός η ακύρωση της με αρ. 307/2007/2008 και αρ. πρωτ. 7962 καταλογιστικής πράξης του Προϊσταμένου Διεύθυνσης του Ε Τελωνείου Εισαγωγής Πειραιά κατά το μέρος αυτής με το οποίο επιβλήθηκαν σε βάρος του δεύτερου προσφεύγοντος, νομίμου εκπροσώπου της πρώτης προσφεύγουσας ομόρρυθμης εταιρείας ως συνυπαίτιου κατά ποσοστό 40%, για την τέλεση τελωνειακής παράβασης της λαθρεμπορίας πολλαπλά τέλη ποσού 74.556,60 ευρώ, πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου και του τρίτου προσφεύγοντος, νομίμου εκπροσώπου της ίδιας ως άνω εταιρείας από 4-10-2002/ ως συνυπαίτιου κατά ποσοστό 40%, για την τέλεση της ως άνω παράβασης πολλαπλά τέλη ποσού 23.541,76 ευρώ, πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου, κηρύχθηκαν δε αυτοί αλληλεγγύως υπόχρεοι για την καταβολή του συνόλου των επιβληθέντων πολλαπλών τελών ποσού 186.391,40 ευρώ πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου και β) κηρύχθηκε αστικά υπεύθυνη η πρώτη προσφεύγουσα εταιρεία για την καταβολή του ποσού 149.113,20 ευρώ πολλαπλών τελών πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου και αλληλεγγύως αστικά υπεύθυνη για την καταβολή του συνολικού ποσού των επιβληθέντων πολλαπλών τελών, ποσού 186.391,40 ευρώ πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου.
- Στο ν.2127/1993 (ΦΕΚ A 48) ορίζεται ότι: άρθρο 1 «Επιβάλλεται ειδικός φόρος κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή προϊόντα, στο οινόπνευμα και στα αλκοολούχα ποτά και στα βιομηχανοποιημένα καπνά και καθορίζονται τα περί παραγωγής, μεταποίησης, κατοχής κυκλοφορίας και ελέγχου των προϊόντων αυτών, σύμφωνα με τις· διατάξεις του παρόντος νόμου» άρθρο 2 «Στον ειδικό φόρο κατανάλωσης· α ι τα προϊόντα του άρθρου 1 τα οποία παράγοντα ι στο εσωτερικό της χώρας προέρχονται από τα κράτη μέλη ή εισάγοντα ι στο εσωτερικό της χώρας….» άρθρο 4: «0 ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός από τη θέση των προϊόντων σε ανάλωση….» άρθρο 67: «5. Η με οποιονδήποτε τρόπο διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της καταβολής των οφειλόμενων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και η μη τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται από τον νόμο, με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, χαρακτηρίζονται ως λαθρεμπορία κατά τ l ς διατάξεις των άρθρων 89 και επ. του ν. 1165/1918 περί Τελωνειακού Κώδικα και επισύρουν το υπό αυτών προβλεπόμενο πολλαπλού τέλος και αν ακόμα κριθεί αρμοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας…». Περαιτέρω, στο άρθρο 89 του ν. 1165/1918 (ΦΕΚ Α 73) «Περί Τελωνειακού Κώδικος», ορίζονται τα εξής: «1.Η μη τήρησις των περί τας τελωνειακός εργασίας και την τελωνειακήν υπηρεσίαν διατυπώσεων του παρόντος νόμου χαρακτηρίζεται και τιμωρείται ως τελωνειακή παράβασις. 2.Ως τελωνειακοί παραβάσεις χαρακτηρίζονται, επίσης, η καθ’ οιονδήποτε των εν άρθρω 100 του παρόντος μνημονευόμενων τρόπων διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της πληρωμής των ανηκόντων τω Δημοσίω τελών και δικαιωμάτων ως και η μη τήρησις των εν τω αυτώ άρθρω 100 καθοριζομένων λοιπών διατυπώσεων, επισύρουσιν δε κατά των υπευθύνων πολλαπλούν τέλος συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος νόμου και αν έτι ήθελεν κριθή αρμοδίως ότι δεν συντρέχουσίν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας… Στο δε άρθρο 100 του ίδιου κώδικα, ορίζονται τα εξής: «1. Λαθρεμπορία είναι: α) η εντός των συνόρων του Κράτους εισαγωγή ή εξ αυτών εξαγωγή εμπορευμάτων υποκειμένων, είτε εις εισαγωγικόν δασμόν είτε εις εισπραττόμενον εν τοις τελωνείοις τέλος, φόρον ή δικαίωμα, άνευ γραπτής αδείας της αρμοδίας Τελωνειακής Αρχής ή εν άλλω παρά τον ωρίσμένον παρ’αυτής τόπω ή χρόνω και β)πάσα οποιαδήποτε ενέργεια, σκοπούσα να στερήση το Δημόσιον των υπ’ αυτού εισπρακτέων δασμών, τελών, φόρων και δικαιωμάτων επί των εισαγομένων εκ της αλλοδαπής ή εξαγομένων εμπορευμάτων, και αν έτι ταύτα εισεπράχθησαν κατά χρόνο και τρόπον έτερον ή τον υπό του νόμου οριζόμενον. 2. Ως λαθρεμπορία θεωρείται : α) ». Εξάλλου, στο άρθρο 97 παρ. 3 του ίδιου Κώδικα, ορίζεται ότι: «Κατά των οπωσδήποτε συμμετασχόντων της κατά την παράγραφον 2 του άρθρου 89 του παρόντος τελωνειακής παραβάσεως και αναλόγως του βαθμού της συμμετοχής εκάστου, ασχέτως της ποινικής διώξεως αυτών, επιβάλλεται, κατά τας διατάξεις των άρθρων 100 και επόμενα του παρόντος, ιδιαιτέρως εις έκαστον και αλληλεγύως πολλαπλούν τέλος από διπλού μέχρι και δεκαπλού των βαρυνόντων το αντικείμενον ταύτης δασμών, φόρων,τελών και δικαιωμάτων, εν συνόλων δια πάντας του συνυπαιτίους…. 4 . Τα υπό της προηγούμενης παραγράφου προβλεπόμενα πολλαπλά τέλη επιβάλλουν δια πράξεών των κατά τας διατάξεις του άρθρου 99 του παρόντος, οι προϊστάμενοι των εν αυτών τελωνειακών αρχών…” Εξάλλου, στο άρθρο 97 παρ. 5 του ίδιου Κώδικα, ορίζεται ότι : «Ο παραλαμβάνων Προϊστάμενος του αρμοδίου Τελωνείου … συντάσσει και εκδίδει, το δυνατόν ταχύτερον, ητιολογημένην πράξιν, δια της οποίας κατά περίπτωσιν ή απαλλάσσει ή προσδιορίζει τους κατά τας διατάξεις του νόμου τούτου υπαιτίους, τον βαθμόν της ευθύνης εκάστου, του ανήκοντας ή διαφυγόντας δασμούς και λοιπούς φόρους τους βαρύνοντας το αντικείμενου της λαθρεμπορίας και καταλογίζει το κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου πολλαπλούν τέλος, εφ’ όσον δε συντρέχει περίπτωσις και τους διαφυγόντας δασμούς και λοιπούς φόρους. ·Η πληρωμή του πολλαπλούτέλους δεν απαλλάσσει από την υποχρέωσιν της πληρωμής των ανηκόντων δασμών και, λοιπών φόρων, εξαιρέσει της περιπτώσεως καθ’ ην κατάσχεται και δημεύεται το αντικείμενο της λαθρεμπορίας…. 8. Ουδεμίαν επιρροήν εξασκεί επί των αποφάσεων των Δικαστηρίων η αθωωτική ή καταλογιστική απόφασις των Διοικητικών Δικαστηρίων και Επιτροπών ουδέ τανάπαλιν». Επίσης, στο άρθρο 99 του ίδιου Κώδικα ορίζεται ότι: «Ι. Αι τελωνειακοί παραβάσεις βεβαιούνται δια πρωτοκόλλου των αρμοδίων οργάνων της τελωνειακής υπηρεσίας ή της οικονομικής τελωνειακής αστυνομίας. Αι τελωνειακοί παραβάσεις, περί των οποίων η δεύτερα παράγραφος του άρθρου 89 του παρόντος, βεβαιούνται επί τη βάσει των κατά το δεύτερον εδάφιον της τετάρτης παραγράφου του άρθρου 97 του αυτού νόμου στοιχείων. Αρμόδιοι δια την επιβολήν των υπό των διατάξεων του Τελωνειακού Κώδικος προβλεπομένων προσθέτων τελών είναι οι Διευθυνταί Τελωνείων…. 19. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως επί το επιεικέστερον των διατάξεων του παρόντος νόμου των καθοριζουσών είτε τα επιβλητέα πρόσθετα ή πολλαπλά τέλη επί τελωνειακών παραβάσεων, είτε τα της αλληλεγγύου ευθύνης των συνυπαιτίων και αστικώς συνυπευθύνων προς καταβολήν τούτων, αι επιεικέστεροι αύται διατάξεις εφαρμόζονται, αν μη άλλως εν αυταίς ειδικώς ορίζεται και επί των προ της ισχύος αυτών πραχθεισών ομοίων παραβάσεων των μήπω τελεσιδίκως από απόψεως διοικητικών ενδίκων μέσων κριθεισών μέχρι της δημοσιεύσεως τροποποιήσεων». Στο άρθρο 107 του ίδιου κώδικα ορίζεται ότι. «1. Κατά πάσαν περίπτωσιν λαθρεμπορίας τα εμπορεύματα τα οποία αποτελούσι το αντικείμενον αυτής δημεύονται. 2….. 3. Η κατά το άρθρον τούτο δήμευσις επερχεται ανεξαρτήτως της συμμετοχής εις το αδίκημα του εχοντος οιαδήποτε επί του πράγματος δικαώματα. 4….. Περαιτέρω στις διατάξεις των άρθρων 108 και 109 του Τελωνειακού Κώδικα, που εφαρμόζονται κατά παραπομπή του άρθρου 99 παρ.2 το Κώδικα αυτού, ορίζεται ότι: “Το εκδικαζον την επί λαθρεμπορία κατηγορίαν ποινικόν Δικαστήριον δύναται, δια της καταδικαστlκής αποφάσεώς του, να κηρύξη αλληλεγγύως συνυπεύθυνον αστικώς μετά του καταδικασθέντος προς πληρωμήν της καταγνωσθείσης χρηματικής ποινής και των δικαστικών εξόδων, τη αιτήσει δε του ως πολιτικώς ενάγοντος παρισταμένου Δημοσίου, και της επίδικασθείσης αυτώ απαιτήσεως, τον κύριον ή τον παραλήπτην των εμπορευμάτων, τα οποία αποτελούσι το αντικείμενον της λαθρεμπορίας, και όταν έτι ούτος δεν υπέχει ποινικήν ευθύνην επί ταύτη, οσάκις ο καταδικασθείς ενήργησεν επί των αντικειμένων της λαθρεμπορίας, ως εντολοδόχος, διαχειριστής ή αντιπρόσωπος του-κυρίου ή του παραλήπτου, οιαδήποτε και αν ή η νομική σχέσίς, υφ ’ ην παρουσιάζεται ή καλύπτεται η εντολή, ήτοι αδίαφόρως αν ο εντολοδόχος ενεργή ιδίω ονόματ ι του εντολέως ή αν παρίσταται ως κύριος του εμπορεύματος ή δι1 οιασδήποτε άλλης προς αυτά νομικής σχέσεως και αδίαφόρως αν η ουσιαστική εκπροσώπησις του κυρίου είναι ειδική ή γενική, εκτός αν ήθελεν αποδειχθή, ότι οι ανωτέρω δεν ηδύναντο να έχωσι καν γνώσιν περί της πίθανότητος τελέσεως λαθρεμπορίας», ενώ τα ίδια αναφέρονται και για τους ιδιοκτήτες πλοίων, λέμβων, αυτοκινήτων, των εταιρειών μεταφοράς όπως και τους με οποιαδήποτε ιδιότητα ή ονομασία πράκτορες ή αντιπροσώπους αυτών σύμφωνα με το άρθρο 109.
- Επίσης, στον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2001, ΦΕΚ 265 A’ , ισχύς από 1-1-2002, κατά το άρθρο 185 αυτού), ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: άρθρο 1:«1.Η Τελώνειακή Νομοθεσία, που θεσπίζεται με τον παρόντα Κώδικα, εφαρμόζεται από τις Τελωνειακές Αρχές:α) στις εμπορικές συναλλαγές της χώρας με τρίτες χώρες, σε συνδυασμό με την αντίστοιχη κοινοτική νομοθεσία, β) στα προϊόντα που υπόκεινταί σε Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και γ) στα κοινοτικά ή μη εμπορεύματα που τελούν υπό ειδική τελωνειακή παρακολούθηση. 2…» άρθρο 3: «1. Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας εμπίπτει η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντα Κώδικας του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα, της Εθνικής κα l Κοινοτικής Νομοθεσίας για την παρακολούθηση των προϊόντων που υπόκεινταί σε Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και των προδρόμων ουσιών, η βεβαίωση και είσπραξη δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων επιβαλλόμενων σύμφωνα με την ανωτέρω Νομοθεσία…», άρθρο 53: «Επιβάλλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα πετρελαιοειδή προϊόντα, στο οινόπνευμα, στα αλκοολούχα ποτά και στα βιομηχανοποιημένα καπνά………… », άρθρο 54:«1. Στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) υπάγονται τα προϊόντα του άρθρου 53, τα οποία παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, προέρχονται από άλλα Κράτη-Μέλη ή εισάγονται στο εσωτερικό της χώρας. Ως εισαγωγή νοείται η είσοδος των προϊόντων αυτών από τρίτες χώρες στο εσωτερικό της χώρας…», άρθρο 56: «1. 0 Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός κατά τη Θέση των προϊόντων σε ανάλωση ή κατά τη διαπίστωση των ελλειμμάτων εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου του παρόντα Κώδικα. Θεωρείται ως Θέση σε ανάλωση των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό Φόρο κατανάλωσης:α)’…β) γ) κάθε εισαγωγή, ακόμα και αντικανονική, τέτοιων προϊόντων, εφόσον δεν τίθενται υπό καθεστώς αναστολής», άρθρο 57: «1…2. 0 Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ) οφείλεται, κατά περίπτωση, από το πρόσωπο που πραγματοποιεί την παράδοση ή κατέχει τα προϊόντα που προορίζονται να παραδοθούν ή από τον παραλήπτη αυτών στο εσωτερικό της χώρας και εισπράττεται με τις ίδιες διαδικασίες που εφαρμόζονται για την αναστολή του φόρου κατά την έξοδο των προϊόντων από το καθεστώς αναστολής. 3…….» στο άρθρο 118 ότι «1. Αν κατά τη διάρκεια της ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας των προϊόντων του άρθρου 53 του παρόντα Κώδικα διαπραχθεί στο εσωτερικό της χώρας παρατυπία ή παράβαση, η οποία καθιστά απαιτητό τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), ο φόρος αυτός βεβαιώνεται και εισπράττεται από την αρμόδια Αρχή και βαρύνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που έχει εγγυηθεί την πληρωμή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 112 του παρόντα Κώδικα, με την επιφύλαξη άσκησης ποινικής δίωξης, όταν στοιχειοθετείται ποινικό αδίκημα. Αν κατά τη διάρκεια της ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας διαπραχθεί παράβαση ή παρατυπία, χωρίς να είναι δυνατό να διαπιστωθεί ο τόπος •όπου διαπράχθηκε, θεωρείται ότι αυτή διαπράχθηκε στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον σε αυτό διαπιστώθηκε η παράβαση ή παρατυπία. Για τη διαπίστωση της παράβασης ειδοποιείται η αρμόδια αρχή του Κράτους-Μέλους προέλευσης. 2 5. Η με οποιονδήποτε τρόπο διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της καταβολής των οφειλώμενων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και η μη τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται από το τρίτο μέρος του παρόντα Κώδικα με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, χαρακτηρίζεται ως λαθρεμπορία κατά τις διατάξεις των άρθρων 142 και επόμενα του παρόντα Κώδικα και επισύρουν το υπό αυτών προβλεπόμενο πολλαπλό τέλος καν αν ακόμη κριθεί αρμοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας….», το δε τρίτο μέρος του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα έχει τίτλο «Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης», τους οποίους και ρυθμίζει. Περαιτέρω, ο ίδιος Κώδικας ορίζει στο άρθρο 142 ότι «1. Η μη τήρηση των διατυπώσεων του παρόντα Κώδικα, οι οποίες έχουν σχέση με τις τελωνειακές εργασίες και την Τελωνειακή Υπηρεσία, χαρακτηρίζεται και τιμωρείται ως τελωνειακή παράβαση. 2. Ως τελωνειακή παράβαση χαρακτηρίζεται επίσης, η με οποιονδήποτε τρόπο, από τους αναφερόμενους στο άρθρο 155 του παρόντα Κώδικα, διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της πληρωμής των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και η μη τήρηση των καθοριζομένων, στο άρθρο 155 του παρόντα Κώδικα, διατυπώσεων και επισύρουν κατά των υπευθύνων πολλαπλό τέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα ακόμη και αν κρινόταν, αρμοδίως, ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιόποινης λαθρεμπορίας. 3. Η ποινή που επιβάλλεται επί των τελωνειακών παραβάσεων δεν απαλλάσσει από την καταβολή των οφειλόμενων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων», στο άρθρο 150 ότι «1. Κατά των με οποιονδήποτε τρόπο συμμετεχόντων στην τελωνειακή παράβαση, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 142 του παρόντος Κώδικα και ανάλογα με το βαθμό συμμετοχής έκαστου, άσχετα από την ποινική δίωξη αυτών, επιβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 152, 155 και επόμενων του παρόντος Κώδικα, ιδιαίτερα στον καθένα αλληλέγγυα, πολλαπλό τέλος ίσο με το τριπλάσιο των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων που αναλογούν και σε περίπτωση υποτροπής το πενταπλάσιο …….. 2. Το, από την προηγούμενη παράγραφο, προβλεπόμενο πολλαπλό τέλος επιβάλλουν με πράξεις τους, κατά τις διατάξεις του άρθρου 152 του παρόντα Κώδικα, οι Προϊστάμενοι των Τελωνειακών Αρχών, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο…. 3. Ο παραλαμβάνων Προϊστάμενος του αρμόδιου Τελωνείου, μετά την ενέργεια διοικητικής ανάκρισης, συντάσσει και εκδίδει, το ταχύτερο δυνατό, αιτιολογημένη πράξη, με την οποία, κατά περίπτωση, ή απαλλάσσει ή προσδιορίζει τους υπαίτιους, το βαθμό της ευθύνης ενός εκάστου, τους αναλογούντες δασμούς και λοιπούς φόρους επί του αντικειμένου της λαθρεμπορίας. 4. Η πληρωμή του πολλαπλού τέλους δεν απαλλάσσει από την υποχρέωση καταβολής των οφειλόμενων φορολογικών επιβαρύνσεων καθώς και εσόδων που συνιστούν τον ίδιο Πόρο τηςΚοινότητας, οι οποίες καταλογίζονται παράλληλα και ανεξάρτητα προς την ποινή του άρθρου 160 παράγραφοι 2 και 4 του παρόντα Κώδικα, με εξαίρεση τις περιπτώσεις κατά τις οποίες κατάσχεται και στη Συνέχεια δημεύεται το αντικείμενο της λαθρεμπορίας. 5.Η εκδοθείσα καταλογιστική πράξη είναι ανεξάρτητη από την παράλληλη κατά το νόμο άσκηση ποινικής δίωξης καθώς και την ποινική απόφαση που θα εκδοθεί». άρθρο 152: « 1. Αρμόδιοι για την επιβολή των προστίμων ή πολλαπλών τελών που προβλέπονται από τον παρόντα Κώδικα είναι ο Διευθυντής ή ο Προϊστάμενος της Τελωνείακής Αρχής της Περιφέρειας της τέλεσης της παράβασης…. 2. Οι διατάξεις των άρθρων 161 και επόμενα του παρόντα Κώδικα, περί αστικής ευθύνης, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και στις τελωνειακές παραβάσεις. Η άγνοια των αστικών συνυπευθύνων για την πρόθεση των χαρακτηρισθέντων ως κυρίως υπαιτίων της τέλεσης της παράβασης δεν απαλλάσσει αυτούς από την ευθύνη…. 8. Σε περίπτωση τροποποίησης, επί το επιεικέστερον,των διατάξεων του παρόντα Κώδικα, οι οποίες καθορίζουν είτε τα επιβλητέα πρόστιμα ή πολλαπλά τέλη επί τελωνειακών παραβάσεων είτε τα της αλληλεγγύου ευθύνης των συνυπαιτίων και αστικώς συνυπευθύνων προς καταβολή τούτων, οι επιεικέστερες αυτές διατάξεις εφαρμόζονται, εάν δεν ορίζεται διαφορετικά και επί των προ της ισχύος αυτών διαπραχθεισών ομοίων παραβάσεων, οι οποίες δεν κρίθηκαν ποτέ τελεσίδικες από άποψης διοικητικών ενδίκων μέσων, μέχρι της δημοσίευσης των εν λόγω τροποποιήσεων άρθρο 155, ότι «1. Λαθρεμπορία είναι: α) η εντός του τελωνειακού εδάφους εισαγωγή ή εξ αυτού εξαγωγή εμπορευμάτων υποκειμένων σε δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις που εισπράττονται στα Τελωνεία, χωρίς τη γραπτή άδεια της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής ή σε άλλο από τον ορισμένο παρ’ αυτής τόπο ή χρόνο. β) οποιαδήποτε ενέργεια, που αποσκοπεί να στερήσει το Ελληνικό Δημόσιο ή την Ευρωπαϊκή Ένωση των υπ’ αυτών εισπρακτέων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων από τα εισαγόμενα ή εξαγόμενα εμπορεύματα, και αν ακόμη αυτά εισπράχθηκαν κατά χρόνο και τρόπο διάφορο εκείνου που ορίζει ο νόμος. Οι παραβάσεις της παραγράφου αυτής επισύρουν κατά των υπευθύνων πολλαπλό τέλος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κώδικα και αν ακόμη ήθελε κριθεί αρμοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεμπορίας. 2. Ως λαθρεμπορία θεωρείται: α…. ιγ)…… , άρθρο 160:«1. Σε κάθε περίπτωση λαθρεμπορίας τα εμπορεύματα, τα όποια αποτελούν το αντικείμενο αυτής, δημεύονται. 2…. 3. Η δήμευση σύμφωνα με το άρθρο αυτό επέρχεται ανεξάρτητα της συμμετοχής στο αδίκημα του έχοντος οιοδήποτε δικαίωμα επί του πράγματος εκτός από της περιπτώσεως που ο ίδιος αποδείξει έλλειψη συμμετοχής ή γνώσης της τελεσθείσας αξιόποινης πράξης. 4…… » άρθρο 161: « Το Ποινικό Δικαστήριο που εκδικάζει την κατηγορία για λαθρεμπορία δύναται, με την καταδικαστική απόφασή του, να κηρύξει αλληλέγγυα συνυπεύθυνο αστικά μετά του καταδικασθέντος για πληρωμή της καταγνωσθείσας χρηματικής ποινής και των δικαστικών εξόδων, με αίτηση δε του ως πολιτικώς ενάγοντα παριστάμενου Δημοσίου ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της επδικασθείσας σε αυτό απαίτησης, τον κύριο ή τον παραλήπτη των εμπορευμάτων, τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της λαθρεμπορίας, και όταν ακόμα αυτός δεν έχει ποινική ευθύνη για τη λαθρεμπορία, όταν ο καταδικασθείς ενήργησε επί των αντικειμένων της λαθρεμπορίας, ως εντολοδόχος, διαχειριστής ή αντιπρόσωπος του κυρίου ή του παραλήπτη, οποιαδήποτε και αν είναι η νομική σχέση με την οποία παρουσιάζεται ή καλύπτεται η εντολή, ήτοι αδιάφορα αν ο εντολοδόχος ενεργεί με το όνομα του εντολέα ή αν παρίσταται ως κύριος του εμπορεύματος ή με οποιαδήποτε άλλη προς αυτά νομική σχέση και αδιάφορα αν η ουσιαστική εκπροσώπηση του κυρίου είναι ειδική ή γενική, εκτός αν ήθελε αποδειχθεί ότι οι ανωτέρω δεν ηδύναντο να έχουν γνώση περί της πιθανότητας τέλεσης λαθρεμπορίας.» άρθρο 162: « Εκτός του κατά το προηγούμενο άρθρο κυρίου ή παραλήπτη των αντικειμένων της λαθρεμπορίας, το Ποινικό Δικαστήριο δύναται να κηρύξει επίσης αλληλεγγύως αστικά συνυπεύθυνους μετά του καταδικασθέντος προς πληρωμή της καταγνωσθείσας χρηματικής ποινής και των δικαστικών εξόδων, με αίτηση του ως πολιτικός ενάγοντος Δημοσίου και της επιδικασθείσας σ’ αυτό απαίτησης, τους ιδιοκτήτες των πλοίων, αυτοκινήτων, αμαξών ή αεροσκαφών, τις εταιρίες μεταφορών δια ξηράς, θάλασσας ή αέρος, ως και τους με οποιαδήποτε ιδιότητα ή ονομασία πράκτορες ή αντιπροσώπους αυτών ή των ιδιοκτητών πλοίων, αυτοκινήτων, αμαξών ή αεροσκαφών, ακόμη δε τους διευθυντές ξενοδοχείων και κάθε άλλης κατηγορίας καφενείων ή άλλων καταστημάτων προσιτών στο κοινό, και όταν ακόμη αυτοί δεν επέχουν ποινική ευθύνη για τη λαθρεμπορία, όταν αυτή διαπράχθηκε εντός των ανωτέρω μεταφορικών μέσων ή δι’ αυτών ή εντός των άλλων υπό τη διεύθυνση των καταστημάτων ή δια της χρησιμοποίησης αυτών είτε προς εκτέλεση της λαθρεμπορίας, είτε προς διευκόλυνση αυτής με οποιονδήποτε τρόπο, είτε προς απόκρυψη των αντικειμένων της λαθρεμπορίας, με εξαίρεση την περίπτωση, κατά την οποία ήθελε αποδειχθεί ότι οι ανωτέρω δεν ηδύναντο να έχουν γνώση περί της πιθανότητας τέλεσης της λαθρεμπορίας».
- Όπως έχει κριθεί, επί των εν γένει φορολογικών διαφορών, ο έλεγχος της νομικής βασιμότητας της πράξης ενεργείται βάσει του νόμου που ισχύει κατά το χρόνο γέννησης της φορολογικής ενοχής και όχι βάσει του νόμου που ισχύει κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης (πρβλ ΣτΕ 100/1993, 1588/1981). Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 99 του ν. 1165/1918 συνάγεται ότι επί παράβασης που διαπράχθηκε κατά το χρόνο ισχύος του ν. 1165/1918, δηλαδή έως 31-12-2001, αλλά η καταλογιστική πράξη εκδόθηκε μετά την 1-1-2002, οπότε άρχισε να ισχύει ο (νέος) Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας, ως προς τον προσδιορισμό του ύψους της επιβληθείσας διοικητικής κύρωσης, εφαρμόζονται οι επιεικέστερες για τον παραβάτη’ διατάξεις, οι οποίες προκύπτουν από τη σύγκριση των δύο αυτών νομοθετημάτων. Επιπλέον, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 67 του ν. 2127/1993, των άρθρων 89 και 100 του ν. 1165/1918 περί «Περί Τελωνειακού Κωδικός», και των άρθρων 118 παρ. 5, 142 παρ. 2, 150 και 155 του ν. 2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας», η αντικειμενική υπόσταση της τελωνειακής παράβασης της λαθρεμπορίας στοιχειοθετείται αν, κατά την εισαγωγή ειδών από την αλλοδαπή ή την εξαγωγή τους από τη χώρα ή την κατ’ άλλο τρόπο θέση στην κατανάλωση ειδών βαρυνομένων με δασμούς, τέλη και λοιπά δικαιώματα, το Δημόσιο απολέσει, συνεπεία της διαφυγής καταβολής, τους οφειλόμενους κατά νόμο δασμούς, τέλη και φόρους, ή στην περίπτωση απόπειρας διαφυγής εάν η απόπειρα οδηγούσε στο ίδιο αποτέλεσμα αν τελεσφορούσε. Για την επιβολή της προβλεπόμενης από τις ανωτέρω διατάξεις κυρώσεως, δηλαδή του πολλαπλού τέλους, απαιτείται η τέλεση με δόλο των πράξεων που συνιστούν τη λαθρεμπορία δηλαδή απαιτείται η γνώση του διαπράττοντος τελωνειακή παράβαση ή του συμμετέχοντος ο’ αυτή ότι με τις εν λόγω ενέργειες ή παραλείψεις του και την εν γένει συμπεριφορά του το Δημόσιο θα αποστερηθεί από τους ανήκοντες σ αυτό δασμούς και λοιπές δημοσιονομικές επιβαρύνσεις, χωρίς να είναι αναγκαίο να σκοπείται από το δράστη ή σύνεργό βλάβη της περιουσίας του Δημοσίου, τα στοιχεία δε αυτά πρέπει να διαπιστώνονται αιτιολογημένα από την επιβάλλουσα το πολλαπλό τέλος τελωνειακή αρχή και σε περίπτωση αμφισβητήσεως από τα διοικητικά δικαστήρια. Ως δόλος, ο οποίος απαιτείται για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υποστάσεως της λαθρεμπορίας, νοείται ο άμεσος, όχι δε και ο ενδεχόμενος, δεδομένου ότι το τέχνασμα που συνιστά την αντικειμενική υπόσταση της λαθρεμπορίας προϋποθέτει άμεσο δόλο του τελούντος ή του συμμετέχοντος σ’ αυτή (πρβλ. ΣτΕ 1839,1136/2008, 1222/2006,3357/2006 επτ.) Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 108-109 του ν. 1165/1918 και 161-162 του ν.2960/2001 συνάγεται ότι, για την κήρυξη προσώπου ως αστικός συνυπεύθυνου, που φέρει μία από τις αναφερόμενες σ’ αυτά ιδιότητες αρκεί να στοιχειοθετείται η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος στο πρόσωπο ενός τουλάχιστον από τους κυρίους υπαιτίους της παράβασης, χωρίς να προαπαιτείται γνώση του αστικός συνυπευθύνου, εκτός εάν αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου ότι οι κηρυχθέντες αστικός συνυπεύθυνοι δεν ηδύναντο να έχουν καν γνώση περί της πιθανότητας τελέσεως της τελωνειακής παραβάσεως (πρβλ ΣτΕ 1157/2004, πρβλ ΣτΕ 1370/2009).
- Στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας και ιδίως την (αρ.υπ. 78/2003) από 5.7.2004 έκθεση ελέγχου- πορισματική αναφορά των αρμόδιων οργάνων ΕΔΥΤ Αττικής προκύπτουν τα ακόλουθα: Σύμφωνα με πληροφορίες που περιήλθαν στην Ελεγκτική Υπηρεσία Τελωνείων (ΕΑ.Υ.Τ.) Αττικής, το προϊόν με την ονομασία «________», το οποίο αποστέλλεται από τη γερμανική εταιρία «________», μέσω της αντιπροσώπου της στην Ελλάδα ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «_________». κατά την εισαγωγή του δηλώνεται ότι ανήκει σε δασμολογική κλάση βάσει της οποίας δεν οφείλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, ενώ λόγω της περιεκτικότητας του σε φωτιστικό πετρέλαιο είναι υποκείμενο στο φόρο αυτό. Ειδικότερα, κατά τη χημική εξέταση ληφθέντος δείγματος σε container που εντοπίστηκε στις 17-6-2003 στο χώρο του Τελωνείου Πειραιά, με το ως άνω προϊόν, το κατά σχετική δήλωση στο σχετικό τιμολόγιο ανήκει στη δασμολογική κλάση 27101929 βάσει της οποίας δεν οφείλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης αποστολέα την προαναφερόμενη γερμανική εταιρεία και παραλήπτη τρίτο πρόσωπο διαπιστώθηκε ότι το προϊόν ανήκει στη δασμολογική κλάση 27101925 (μεσαία λάδια) βάσει της οποίας οφείλεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, (σχετικό το υπ’αρ. 2265/20-6-2003 έγγραφο της Δ χημικής υπηρεσίας Πειραιά). Κατόπιν αυτών, δυνάμει της της υπ’αρ. Ε 03/2480/24-6-2003 εισαγγελικής παραγγελίας του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, διενεργήθηκε έρευνα από αρμόδια όργανα της ΕΛΥΤ
Αττικής στην εταιρεία «_______», που εδρεύει στην Αθήνα, όπου διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχει γραπτή σύμβαση με τους όρους της αντιπροσώπευσης με την ως άνω Γερμανική εταιρεία, αυτή δε, λαμβάνει προμήθεια ως αναφέρεται στο τιμολόγια πώλησης του γερμανικού οίκου. Στη συνέχεια, διενεργήθηκε έρευνα στην επιχείρηση της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «____» στην ______, _______, βάσει της υπ’αρ. 99/2-_i-2003 – εντολής και διαπιστώθηκε ότι η επιχείρηση αυτή παρέλαβε δέκα τέσσερα φορτία του προϊόντος αυτού το χρονικό διάστημα από 2001 έως 2003, ειδικότερα 1) με το με αριθμό 11103148R6 τιμολόγιο και το με αριθμό 168/20-3-2001 T2L του Γερμανικού οίκου «_____», 12.400,00 χιλιόγραμμα συνολικής αξίας10.651,23 ευρώ ενόψει της με αριθμό 1329/11-4-2001 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα, 2) με Το με αριθμό 11105940R6 τιμολόγιο και το μέ αριθμό 346/25-5-2001 Τ2L του ως άνω Γερμανικού οίκου 12.400,00 χιλιόγραμμα, αξίας 10.651.22 ευρώ ενόψει της με αριθμό 2538/14-6-2001 πράξης Βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα, 3) με το με αριθμό 11107648R6 . τιμολόγιο και το με αριθμό 1428/11-7-2001 T2L Γερμανικού οίκου 12.400,00 χιλιόγραμμα, αξίας 10.651,23 ευρώ ενόψει της με αριθμό 416452/28-7-2001 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα,4)με το με αριθμό 1110881R6 τιμολόγιο και το με αριθμό 578/20-9-2001 Τ2L του ως άνω Γερμανικού οίκου 12400,00 χιλιόγραμμα, αξίας 10.651,23 ευρώ ενόψει της με αριθμό 4093/19-10-2001 πράξης βεβαίωοης του κοινοτικού χαρακτήρα, 5) με το με αριθμό 1114357R6 τιμολόγιο και το με αριθμό 759/10-12-2001 T2L του ως άνω Γερμανικού οίκου 12.400,00 χιλιόγραμμα, αξίας 10.168,00 ευρώ ενόψει της με αριθμό 452/10-1-2002 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα, 6) με το με αριθμό 20002725R6 τιμολόγιο και το με αριθμό 89/1-3-2002 T2L του ως άνω Γερμανικού οίκου 12.400,00 χιλιόγραμμα, αξίας 9.920,00 ευρώ ενόψει της με αριθμό 1320/22-3-2002 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικούχαρακτήρα, 7) με το με αριθμό 20004198R6 τιμολόγιο και το με αριθμό 144/24-4-2002 T2L του ως άνω Γερμανικού οίκου 12400,00 χιλιόγραμμα, αξίας 9.920,00 ευρώ ενόψει της με αριθμό 1605/25-4-2002 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα, 8) με το με αριθμό 20005108R6 τιμολόγιο και το με αριθμό 182/25-4-2002 T2L του ως άνω Γερμανικού οίκου 12400,00 χιλιόγραμμα, αξίας 9.920,00 ευρώ ενόψει της με αριθμό 1749/20-5-2002 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα, 9) με το με αριθμό 20007399R6 τιμολόγιο, με αριθμό 269/3-7-2002 T2L του ως άνω Γερμανικού οίκου 12400,00 χιλιόγραμμα, αξίας 10.168,00 ευρώ ενόψει της 1573/9-7-2002 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα, 10) με το με αριθμό 20010035R6 τιμολόγιο, και το με αριθμό 337/13- 8-2002 T2L του ως άνω Γερμανικού οίκου 12400 χιλιόγραμμα αξίας 10168,00 ευρώ, ενόψει της 1033/5.9.2002 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα, 11) με το με αριθμό 200122773R6 τιμολόγιο, με αριθμό 418/1-10-2002 T2L του ως ανω Γερμανικου οικου 12400,00 χιλιογραμμα, αξίας 10.168,00 ευρώ, ενόψει της με αριθμό 17312/23-10-2002 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα 12) με το με αριθμό 20013955R6 τιμολόγιο, με αριθμό 519/18-11-2002 T2L του ως άνω Γερμανικού οίκου 12400,00 χιλιόγραμμα, αξίας 10168,00 ευρώ, ενόψει της με αριθμό 24655/9-12-2002 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα, 13) με το με αριθμό 3110027 6R6 τιμολόγιο, και το με αριθμό 10/8-1-2003 T2L του ως άνω Γερμανικού οίκου, 12400,00 χιλιόγραμμα,αξίας 10168,00 ευρώ και 14) με το με αριθμό 31101549R6 τιμολόγιο, και το με αριθμό 59/4-2-2003 T2L του ως άνω Γερμανικού οίκου, 12400,00 χιλιόγραμμα, αξίας 10168,00 ευρώ ενόψει της με αριθμό 8629/26-2-2003 πράξης βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα. Επίσης υπάλληλοι της ΕΔΥΤ δέσμευσαν προσωρινά στις εγκαταστάσεις της προαναφερόμενης παραλήπτριας εταιρείας 2.406 χιλιόγραμμα προϊόντος, που αποτελούσε το υπόλοιπο της ποσότητας των 12.400 χιλιογράμμων που είχε παραληφθεί με το υπ’αρ. 31101549 τιμολόγιο (δέκατη τέταρτη αποστολή)και δείγμα αυτού εξετάστηκε από την Δ Χημική Υπηρεσία Πειραιά, η οποία με το υπ’αρ. 2433/3-7-2003 έγγραφο διαπίστωσε ότι είναι «μεσαίο λάδι – φωτιστικό πετρέλαιο -άλλα της δασμολογικής κλάσης 27.10 παρ.γ που πληροί την απόφαση ΑΧΣ 1675/65 που αναφέρεται σε φωτιστικό πετρέλαιο». Κατόπιν αυτού κατασχέθηκε η ως άνω ποσότητα από τα όργανα της ΕΔΥΤ εφόσον η ορθή δασμολογική κλάση είναι η 27l01925 και όχι η 27101929 που ανεγΡάφετο στο σχετικό τιμολόγιο και η ποσότητα αυτή κατασχέθηκε (σχ. η από 4.7.2003 έκθεση κατάσχεσης). Από την συνολική ποσότητα των 173.600 χιλιόγραμμων, των ως άνω δεκατεσσάρων αποστολών διατέθηκε στην εσωτερική κατανάλωση ποσότητα 171194
χιλιογράμμων και συντάχθηκε σχετικά η από 14-11-2003 Εκθεση Διαφυγόντων της κατάσχεσης. Όλες οι προαναφερόμενες αποστολές παραλήφτηκαν από την εταιρεία «_________.», μέσω του Ε Τελωνείου Πειραιά, όπου έγινε η απελευθέρωση αυτού, βάσει των συνοδευτικών εγγράφων (τιμολόγια, φορτωτικές και T2L) . Επί των συνοδευτικών εγγράφων του προϊόντος κάθε αποστολής η Γερμανική εταιρεία «________», ανέγραφε μεταξύ άλλων στοιχείων (βάρος, αξία κλπ) την ονομασία αυτού «Ν. P___________» και την υπ’αρ. 27101929 ανακριβή δασμολογική κλάση στην οποία κατατάσσονται μη υποκείμενα σε ΕΦΚ προϊόντα. Η ως άνω παραλήπτρία εταιρεία δήλωσε τις αποστολές αυτές ως ενδοκοινοτικές αποκτήσεις στη ΔΟΥ ΣΤ Αθηνών, υποβάλλοντας τους Ανακεφαλαιωτικούς Πίνακες Ενδοκοινοτικών Αποκτήσεων, και αναγράφοντας ο’ αυτούς την αξία του προϊόντος και τον ΑΦΜ του γερμανού αποστολέα. Σημειωτέου ότι όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη πράξη, το υπ’αρ. 2019/10-9-2003 έγγραφο της ΕΛΥΤ Θεσσαλονίκης, καθώς και την από 7-7-2004 (αρ. υπ. 78/2003) έκθεση ελέγχου- πορισματική αναφορά των αρμόδιων οργάνων της ΕΛΥΤ Αττικής, σχετικά με αποστολές της ως άνω γερμανικής εταιρείας του ίδιου προϊόντος προς τον ___________ στη Θεσσαλονίκη, το Φεβρουάριο του έτους 2003 εκφορτώθηκαν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης δύο containers με το ως άνω προϊόν με παραλήπτη το προαναφερόμενο πρόσωπο και αντιπρόσωπο την εταιρεία «_______» το οποίο, αφού διαπιστώθηκε κατά τη χημική εξέταση ότι ανήκει στη δασμολογική κλάση 27101925 και υπόκειται σε Ειδικό φόρο κατανάλωσης, αρνήθηκε να το παραλάβει και κατόπιν αυτά απεστάλησαν στον _________ στον Πειραιά όπου δηλώθηκε και παραλήφθηκε στην δαασμολογική κλάση 27101929, που δεν υπόκειται στην καταβολή ΕΦΚ, χωρίς όμως να προκύπτει από τα προαναφερόμενα έγγραφα η περί έλευση των γεγονότων αυτών σε γνώση του ______, νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας «_______», και των νομίμων εκπροσώπων της παραλήπτριας των κρίσιμων εν προκειμένω αποστολών, εταιρείας «______». Στη συνέχεια, η ΕΔΥΤ Αττικής, με το με αριθμό 2188/Γ/29-8-2003 έγγραφο, απευθύνθηκε μέσω της 33ης Διεύθυνσης Ελέγχου Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομικών, στις Γερμανικές Αρχές, με αίτημα να διενεργήσουν έλεγχο στην προμηθεύτρια Γερμανική εταιρία, σχετικά με την ορθή ή όχι κατάταξη του προϊόντος. Όπως αναφέρεται στην προσβαλλόμενη πράξη, οι αρμόδιες αρχές της Γερμανίας, στα πλαίσια της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής, αφού διενήργησαν έρευνα, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτό κατατάσσεται στην δασμολογική κλάση 27101925 «μεσαία λάδια» και επομένως εσφαλμένα η αποστέλλουσα Γερμανική εταιρία ανέγραφε στα συνοδευτικά της διακίνησης έγγραφα ότι κατατάσσεται στη δασμολογική κλάση 27101929 και δεν εξέδιδε Συνοδευτικό Διοικητικό έγγραφο (ΣΔΕ) ώστε να διασφαλιστεί η καταβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο Τελωνείο Προορισμού. Ενόψει αυτών διενεργήθηκε προανάκριση στα πλαίσια της οποίας, ο _________ στην από 28-11-2003 ένορκη κατάθεση του δήλωσε μεταξύ άλλων, ότι η εταιρεία του περίπου από το έτος 1994 αντιπροσωπεύει την ως άνω γερμανική εταιρεία, ως μεσολαβητής στ\ην πώληση των προϊόντων χωρίς ειδική σύμβαση και όχι κατ’ αποκλειστικότητα, ενώ για τη διαδικασία αποστολής του ένδικου προϊόντος δήλωσε ότι αρμόδιος είναι ο _______, υπάλληλος της εταιρείας που χειριζόταν τα σχετικά θέματα. 0 _________ στην από 28-11-2003 ένορκη κατάθεσή του δήλωσε ότι εργάζεται ως χημικός μηχανικός στην εταιρία «_________» και ότι η εταιρία δεν γνώριζε ότι η αναγραφόμενη στα συνοδευτικά έγγραφα διακίνησης δασμολογική κλάση ήταν ανακριβής, γεγονός που το πληροφορήθηκε το Φεβρουάριο του έτους 2003, όταν έγινε χημική ανάλυση του προϊόντος από το Β’ Τελωνείο Θεσσαλονίκης και σχετικά ενημερώθηκε η γερμανική εταιρεία. Η τελευταία όμως διαβεβαίωνε ότι η δασμολογική κατάταξη ήταν ορθή. Οι παραλήπτες ενημερώθηκαν για τον έλεγχο που διενεργήθηκε από τα όργανα της ΕΑΥΤ στα γραφεία της εταιρείας του. Σχετικά δε υπέβαλε έγγραφα αλληλογραφίας με την γερμανική εταιρεία από τον Φεβρουάριο 2002 έως το Φεβρουάριο 2003, με θέμα τη διευκρίνιση της δασμολογικής κλάσης του προϊόντος, από τα οποία προκύπτει η ρητή διαβεβαίωση της πρώτης περί της ορθής δήλωσης αυτής, σύμφωνα με τα ευρήματα της γερμανικής χημικής εταιρείας_______ επί ελέγχου δείγματος του προϊόντος αυτού. Τέλος, ο ________, εκπρόσωπος της παραλήπτριας εταιρείας, με την από 11.11.2003 ένορκη κατάθεσή του, υποστήριξε ότι κατά το χρονικό διάστημα Φεβρουάριου 2001 -Μαΐου 2003 πραγματοποίησε τις ανωτέρω δέκα τέσσερις παραλαβές από την προαναφερόμενη γερμανική εταιρεία, μέσω της εταιρείας «_______» χωρίς να συμμετέχει σε καμία διαδικασία παραλαβής του προϊόντος, ουδέποτε δε ενημερώθηκε από την τελευταία ότι οφείλονται επιβαρύνσεις προς το Ελληνικό Δημόσιο. Ακολούθως, κατόπιν σχετικής κλήσεως του νομίμου εκπροσωπου της πρωτης προσφευγουσας σε διοικητική απολογια, με την απο 20145/5-6-2007 πραξη της διάδικης αρχής, κατατέθηκε το αριθμό πρωτ. 23875/4-7-20007 απολογητικό υπόμνημα. Εξάλλου, με την με αριθμό 41495/2006 απόφαση του Β’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, ο ____________, καθώς και ο δεύτερος και τρίτος από τους προσφεύγοντες, εκπρόσωποι της εταιρείας «________________», κηρύχθηκαν αθώοι του αδικήματος της λαθρεμπορίας κατ’ εξακολούθηση, καθώς, σύμφωνα με το σκεπτικό της αποφάσεως, δεν αποδείχθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα 19-3-2001 έως 20-3-2003, γνώριζαν την πραγματική δασμολογική κλάση του φωτιστικού πετρελαίου για το λόγο ότι εφόσον η συναλλαγή ήταν ενδοκοινοτική, αποκλειστικά αρμόδια για τον καθορισμό της δασμολογικής κλάση ήταν η γερμανική εταιρεία, ουδεμία αρμοδιότητα σχετικά είχαν τα προαναφερόμενα πρόσωπα και ουδεμία ευθύνη φέρουν από τη μη καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης διότι δεν ήταν δυνατόν να το ερευνήσουν από μόνα τους. Κατόπιν αυτών εκδόθηκε η προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη του Προϊσταμένου του Ε’ Τελωνείου Πειραιά, με την οποία χαρακτηρίστηκε ως τελωνειακή παράβαση, με την έννοια του άρθρου 118 παρ. 5 και 155 παρ. 1 β του ν. 2960/2001, η εισαγωγή του προϊόντος «_______», κατά τις προαναφερόμενες ακόλουθες δέκα τέσσερις περιπτώσεις, προσδιορίστηκε δε κατά τιμολόγιο το ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαιοειδών που διέφυγε της καταβολής ως ακολούθως: 1)το με αριθμό 11103148R6 τιμολόγιο, 2)το με το με αριθμό 11107648R6 τιμολόγιο και 4)με το με αριθμό 1110881R6 τιμολόγιο, έκαστο στο ποσό των 4.910,23 ευρώ, 5) 11114357R6, στο ποσό των 4.904,53 ευρώ, 6) το με αριθμό 20002725R6 τιμολόγιο, 7) το με αριθμό 20004198R6 τιμολόγιο, 8)με αριθμό 20005108R6 τιμολόγιο, έκαστο στο ποσό των 4.901,60 ευρώ, 9) το με αριθμό 20007399R6 τιμολόγιο, 10) το με αριθμό 20010035R6 τιμολόγιο 11) με το με αριθμό 200122773R6 τιμολόγιο και 12)το με αριθμό 20013955R6 τιμολόγιο, έκαστο στο ποσό των 4.904,53 ευρώ, 13) το με αριθμό 31100276R6 τιμολόγιο,14)το με αριθμό 31101549R6 τιμολόγιο, έκαστο στο ποσό των 4.964,52 ευρώ. Εξάλλου, με την ίδια πράξη κυρήχθηκαν ως υπαίτιοι της ως άνω τελωνειακής παράβασης, _____________, νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας «__________», μέχρι 4-10-2002 σε ποσοστό 40%, ο ____________νόμιμος εκπρόσωπος της ίδιας εταιρείας, σε ποσοστό 40%, ο ___________, νόμιμος εκπρόσωπος της ίδιας εταιρείας εταιρίας, από 410-2002 κατά ποσοστό 40% και ο _________, νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας «__________», κατά ποσοστό 20%, και με την αιτιολογία, ότι όσον αφορά τους ως άνω παραλήπτες ανεξαρτήτως αν το ποινικό δικαστήριο με απόφασή του τους κήρυξε αθώους για το αδίκημα της λαθρεμπορίας, διέταξε τη δήμευση των προϊόντων που κατασχέθηκαν, γεγονός καθοριστικό για την υπαιτιότητα ιδίως του ________ εξάλλου αυτοί, ως έμποροι επί πολλά χρόνια παρόμοιων ειδών, γνώριζαν ότι τα είδη αυτά υπόκεινται σε εδικό φόρο κατανάλωσης, όπως άλλωστε το γνώριζε και «όλη η αγορά» με αποτέλεσμα της υποβολή σχετικής καταγγελίας το 2003 στην ΕΛΥΤ Αττικής και όσον αφορά τον τελευταίο (με την αιτιολογία) ότι η εταιρία ________, σε κάθε περίπτωση, το Φεβρουάριο του έτους 2003 κατά τη χημική εξέταση του προϊόντος που εκφορτώθηκε στο Β Τελωνείο Θεσσαλονίκης για λογαριασμό του ___________, πληροφορήθηκε από τις Ελληνικές αρχές ότι το προϊόν, κατατάσσεται σε δασμολογική κλάση υποκείμενη στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και ανεξαρτήτως δε των αντίθετων διαβεβαιώσεων της γερμανικής εταιρείας, όφειλε να ενημερώσει τους παραλήπτες στην Αττική, προκειμένου έστω εκ των υστέρων να προβούν στην καταβολή του οφειλόμενου φόρου. Με την ίδια πράξη επιβλήθηκαν, μεταξύ άλλων, σε βάρος του δεύτερου προσφεύγοντος, νομίμου εκπροσώπου της πρώτης προσφεύγουσας ομόρρυθμης εταιρείας κατ’ επιμερισμό του ποσοστού συμμετοχής του (40%) στην τέλεση της τελωνειακής παράβασης της λαθρεμπορίας, πολλαπλά τέλη επί των ως άνω δέκα τεσσάρων αποστολών, ανερχόμενα στο διπλάσιο των διαφυγόντων ποσών ΕΦΚ, που αντιστοιχεί στις τέσσερις πρώτες αποστολές και στο τριπλάσιο αυτών που αντιστοιχεί στις δέκα επόμενες αποστολές, ποσού 74.556,60 ευρώ, πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου και του τρίτου προσφεύγοντος, νομίμου εκπροσώπου της ίδιας ως άνω εταιρείας από 4-10-2002, κατ’επιμερισμό του ποσοστού συμμετοχής του (40%) στην τέλεση της ως άνω τελωνειακής παράβασης, επί της ενδέκατης έως δέκατης τέταρτης αποστολής, ανερχόμενα στο τριπλάσιο των δίαφυγόντων ποσών ΕΦΚ που αντιστοιχεί σ’ αυτές ποσού 23.541,76 ευρώ, πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου, κηρύχτηκαν δε αυτοί αλληλεγγύως υπόχρεοι για την καταβολή του συνόλου των επιβληθέντων πολλαπλών τ ε λών ποσού 186.391,40 ευρώ πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου κα l β)κυρήχθηκε αστικά υπεύθυνη η πρώτη προσφεύγουσα, εταιρεία για την καταβολή του ποσού 149.113,20 ευρώ πολλαπλών τελών πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου και αλληλεγγύως αστικά υπεύθυνη για την καταβολή του συνολικού ποσού των επιβληθέντων πολλαπλών τελών ποσού 186.391,40 ευρώ, πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου . - Ήδη με την κρινόμενη προσφυγή και το σε ανάπτυξη αυτής υπόμνημα, οι προσφεύγοντες επιδιώκουν την ακύρωση της πράξης αυτής κατά το ως άνω μέρος, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων, ότι ουδόλως γνώριζαν ότι η δηλωθείσα από τη γερμανική εταιρεία κλάση του προϊόντος δεν ήταν ορθή, ούτε άλλωστε ήταν δυνατόν να το γνωρίζουν, όπως κρίθηκε με την 41495/2006 απόφαση του Β’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία, ο δεύτερος και τρίτος από τους προσφεύγοντες κυρήχθηκαν αθώοι της αποδιδόμενης σε βάρος τους κατηγορίας. Άλλωστε,επιχείρημα προς τούτο αντλείται κατά τους ισχυρισμούς τους από το γεγονός ότι δεν υπάρχει ομοιόμορφη δασμολογική κατάταξη των πετρελαιοειδών προϊόντων στα διάφορα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
- Από τα προεκτεθέντα πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι κατά την ενδοκοινοτική κυκλοφορία, το εν λόγω προϊόν, το οποίο υπόκειται σε καταβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης, συνοδεύτηκε από πιστοποιητικό κοινοτικής διαμετακόμισης και κατατάχθηκε σε διαφορετική δασμολογική κλάση από αυτήν που πράγματι υπαγόταν, με αποτέλεσμα τη μεταβολή του τελωνειακού χαρακτηρισμού του (πρβλ ΣτΕ 1370/2009) και περαιτέρω τη διαφυγή της καταβολής στο Δημόσιο των αναλογουσών επιβαρύνσεων, και επομένως στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση της τελωνειακής παράβασης της λαθρεμπορίας. Περαιτέρω όμως, εξ ουδενός στοιχείου προκύπτει ότι οι φερόμενοι ως υπαίτιοι, έχοντας σαφή γνώση, ότι το προϊόν με την επωνυμία «_______», κατά την εισαγωγή του στην Ελλάδα κατατασσόταν στη δασμολογική κλάση 27101925 και επομένως υπαγόταν στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης πετρελαιοειδών, μετήλθαν οποιοδήποτε τέχνασμα, με άμεσο δόλο τη διαφυγή των οφείλόμενων δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, ούτε εξάλλου από τα προαναφερόμενα πραγματικά περιστατικά εν γένει, προκύπτει ο δόλος αυτός, λαμβανομένου κυρίως υπόψη ότι στη σχετική δήλωση περί της δασμολογικής κλάσης επί του τιμολογίου προέβαινε μόνη η γερμανική εταιρεία, ενώ ουδεμία συμμετοχή τους με θετική ενέργεια στη διάπραξη της ως άνω παράβασης βεβαιώνεται από την καταλογιστική πράξη ή προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου. Ειδικότερα, όσον αφορά τον _________, προκύπτει ότι αυτός οπωσδήποτε έλαβε γνώση ότι το προϊόν υπάγεται σε δασμολογική κλάση διαφορετική από την αναγραφόμενη και υπόκειται στην καταβολή του ΕΦΚ, στις 3 — 7 — 2003 κατά τη διενέργεια χημικής ανάλυσης επί του ληφθέντος δείγματος προϊόντος της δέκατης τέταρτης κρίσιμης παραλαβής. Εξάλλου, η διαπίστωση, ύστερα από σχετική χημική εξέταση, από το τελωνείο Θεσσαλονίκης, το Φεβρουάριο 2003, της λανθασμένης αναγραφής της δασμολογικής κλάσης του προϊόντος αυτού που απεστάλη στον ________, και κατόπιν αυτού, η αποστολή του στον _________, ούτε στην προσβαλλόμενη καταλογιστlκή πράξη βεβαιώνεται, ούτε από τα στοιχεία του φακέλου και ιδίως από την προαναφερόμενη από 7-7-2004 έκθεση ελέγχου – πορισματική αναφορά των αρμόδιων οργάνων της ΕΔΥΤ προκύπτει, ότι περιήλθαν με οποιοδήποτε τρόπο σε γνώση αυτού, δοθέντος άλλωστε ότι κατά τη μαρτυρική εξέταση του _________ – υπεύθυνου της εταιρείας «_______» για τα ζητήματα. αυτά η ως άνω γερμανική εταιρεία διαβεβαίωνε τον τελευταίο, για το ορθό της δασμολογικής κλάσης με βάση συγκεκριμένα πορίσματα ανάλυσης γερμανικής χημικής εταιρείας. Επομένως, το ως άνω γεγονός δεν αρκεί να στηρίξει την κρίση της τελωνειακής αρχής σχετικά με τη γνώση του ως άνω προσώπου περί της ορθής δασμολογικής κλάσης του προϊόντος κατά το χρόνο αυτό και εντεύθεν παράλειψής του να ενημερώσει τους παραλήπτες προκειμένου να πράξουν τα δέοντα, εφόσον δεν συν επικουρείτα ι και από άλλα στοιχεία. Άλλωστε για τη θεμελίωση της έννοιας της γνώσης ως στοιχείο συγκρότησης της υποκειμενικής υπόστασης της λαθρεμπορίας, δεν αρκεί κατά τα αναφερόμενα στην τέταρτη σκέψη η πιθανολόγηση, ενόψει της ιδιότητας του προσώπου αυτού ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας «_________», δοθέντος άλλωστε ότι κατά τα ως άνω γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά η εταιρεία αυτή απλώς μεσολαβούσε στη διακίνηση του προϊόντος στην Ελληνική αγορά, χωρίς γραπτή σύμβαση με τους όρους της αντιπροσώπευσης – κατά τη σχετική διαπίστωση των οργάνων της ΕΑΥΤ Αττικής, και χωρίς παραλλήλως να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου η εν τοις πράγμασι ευρύτερη δραστηριότητά της που θα προϋπέθετε πρόσβαση στα τεχνικά χαρακτηριστικά του προϊόντος των διοικούντων οργάνων της. Περαιτέρω, όσον αφορά τους ως άνω νομίμους εκπροσώπους της παραλήπτριας εταιρείας, η ιδιότητά τους μόνο ως εμπόρων, δεν αποδεικνύει την γνώση τους περί της ορθής δασμολογικής κλάσης, μη αρκούσης της πιθανολόγησης ως προς το στοιχείο αυτό κατά τα προαναφερόμενα, λαμβανομένου ακόμη υπόψη ότι εξ ουδενός στοιχείου προκύπτει η γνώση τους, σχετικά, σε χρόνο πριν την 3-7-2003 (αποτελέσματα χημικής ανάλυσης δείγματος προϊόντος της δέκατης τέταρτης κρίσιμης παραλαβής), συνεκτιμημένης της μαρτυρικής κατάθεσης του __________ κατά την οποία αυτός ενημέρωσε τους παραλήπτες σχετικά, το πρώτον, μετά τη διενέργεια της έρευνας από τα όργανα της ΕΑΥΤ στην εταιρεία «___________ ήτοι μετά την 24-6-2003, περαιτέρω δε κατά τα γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά η προαναφερόμενη παραλήπτρια εταιρεία μόνο κατέθεσε τις σχετικές αιτήσεις στην τελωνειακή αρχή περί βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα του προϊόντος, βάσει των αποστελλόμενων από τη γερμανική εταιρεία εγγράφων. Εξάλλου, η επικαλούμενη από της τελωνειακή αρχή δήμευση των εμπορευμάτων που κατασχέθηκαν, δεν αποδεικνύει τον άμεσο δόλο τους, καθ’ όσον κατ’ άρθρα 107 του ν. 1165/1918 και 160 του ν. 2960/201 δεν συναρτάται με τη συμμετοχή στο αδίκημα του έχοντος οποιοδήποτε δικαίωμα επ’αυτών. Ενόψει αυτών, κατόπιν συνεκτίμησης της 41495/2006 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών -ο δικαστήριο κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται σε βάρος τους η υποκειμενική υπόσταση της τελωνειακής παράβασης της λαθρεμπορίας κατά τις προαναφερόμενες εισαγωγές. Επομένως, μη νομίμως επιβλήθηκαν σε βάρος του δεύτερου και τρίτου προσφεύγοντος τα ως άνω πολλαπλά τέλη και κυρήχθηκαν αλληλεγγύως υπόχρεοι για την καταβολή του συνόλου των πολλαπλών τελών. Περαιτέρω, όμως, ενόψει της μη στοιχειοθέτησης της υποκειμενικής υπόστασης του ως άνω αδικήματος σε κανένα από τα φερόμενα ως υπαίτια πρόσωπα, μη νομίμως κηρύχθηκε η πρώτη προσφεύγουσα, ανώνυμη εταιρία, ως αστικά συνυπεύθυνη για την καταβολή των ως άνω πολλαπλών τελών και αλληλεγγύως υπόχρεη για την καταβολή του συνολικού ποσού των πολλαπλών τελών.
- Κατ’ ακολουθία, πρέπει να γίνει δεκτή η προσφυγή, ν’ ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη κατά το μέρος αυτής με το οποίο επιβλήθηκαν σε βάρος του δεύτερου προσφεύγοντος, νομίμου εκπροσώπου της πρώτης προσφεύγουσας ομόρρυθμης εταιρεία ως συνυπαίτιου κατά ποσοστό 40%, για την τέλεση τελωνιακής παράβασης της λαθρεμπορίας πολλαπλά τέλη ποσού 4.556,60 ευρώ, πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου και του τρίτου προσφεύγοντος, νομίμου εκπροσώπου της ίδιας ως άνω εταιρείας από 4-10-2002 ως συνυπαίτιου κατά ποσοστό 40%, για την τέλεση της ως άνω παράβασης πολλαπλά τέλη ποσού 23.541,76 ευρώ πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου, κηρύχθηκαν δε αυτοί αλληλεγγύως υπόχρεοι για την καταβολή του συνόλου των επιβληθέντων πολλαπλών τελών ποσού 186.391,40 ευρώ πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου και β) κυρύχθηκε αστικά υπεύθυνη η πρώτη προσφεύγουσα, εταιρεία για την καταβολή
του ποσού 149.113,20 ευρώ πολλαπλών τελών πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου και αλληλεγγύως αστικά υπεύθυνη για την καταβολή του συνολικού ποσού των πολλαπλών τελών ποσού 186.391,40 ευρώ, πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου, να αποδοθεί το καταβληθέν παράβολο στους προσφεύγοντες κατ’ άρθρο 277 παρ. 9 ΚΔΔ, να απαλλαγεί όμως το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα των προσφευγόντων, εκτ ιμωμένων των περιστάσεων κατ’ άρθρο 275, παρ. 1 ΚΔΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δέχεται την προσφυγή.
Ακυρώνει την με αρ. (με αρ) 307/2007/2008 και αρ. πρωτ. 7962 καταλογιστικής πράξης του Προισταμένου του Ε Τελωνείου Πειραιά κατά το μέρος αυτής με το οποίο α) επιβληθηκαν σε βαρος του δευτερου προσφευγοντος, νομιμου εκπροσωπου της πρωτης προσφευγουσας ομόρρυθμης εταιρειας ως συνυπαιτιου κατα ποσοστο 40%, για την τελεση τελωνειακής παράβασης της λαθρεμπσρίας πολλαπλά τέλη ποσού 76.556,60 ευρώ, πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου και του τρίτου προσφεύγοντος, νομίμου εκπροσώπου της ίδιας ως άνω εταιρείας από 4-10-2002 ως συνυπαίτιου Κατά ποσοστό 40%, για την τέλεση της ως άνω παράβασης πολλαπλά τέλη ποσού 23.541,76 ευρώ πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου, κηρύχθηκαν δε αυτοί αλληλεγγύως υπόχρεοι για την καταβολή του συνόλου των επιβληθέντων πολλαπλών τελών ποσού 186.391,40 ευρώ πλέον εισφοράς ΟΓΑ και τελών χαρτοσήμου.
Διατάζει την απόδοση του καταβληθέντος παράβολου στους προσφεύγοντες.
Απαλλάσσει το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα των προσφευγόντων.
Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στον Πειραιά στις 8.1.2010, 5.3.2010 και 16.4.2010 και η απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 31.5.2010.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
ΕΙΡΗΝΗ ΔΑΣΚΑ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΦΙΛΗ