fb-pxl-img
ΜΕΝΟΥ

Περίληψη

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Απόφαση υπ’ αριθ.

757 /2014

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ

Συγκροτήθηκε από τον Ειρηνοδίκη Χρηστό Παπαδόπουλο και από τον Γραμματέα Γεώργιο Μαρδά.                                  Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14.01.2014, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «_______________________», που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου του Παναγιώτη Παυλάκου.

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ _______ του ______και της _______, κατοίκου _______, ο οποίος δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο.

Η ενάγουσα ζητά να γίνει δεκτή η κρινόμενη αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού στις 23.11.2012 με αριθμό 601/2012 για τους λόγους που αναφέρονται σε αυτή.                                                                                                 Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της ενάγουσας αναφέρθηκε στην αγωγή και στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε να γίνουν δεκτοί.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟFΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την υπ’ αριθ. 51421717.01.2013 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, την οποία προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα (σχετ. 2) προκύπτει ότι αντίγραφο της κρινόμενης αγωγής με πράξη προσδιορισμού για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και κλήση προς συζήτηση επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον εναγόμενο. Πλην όμως, κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά που ήταν γραμμένη στο πινάκιο, ο εναγόμενος δεν παραστάθηκε κατά τη συζήτηση ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο. Επομένως, πρέπει να δικαστεί ερήμην, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 271 ΚΠολΔ.

Από τις διατάξεις των άρθρων 79 Ν 5960/1933 περί επιταγής, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 Ν 1325/1972, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 28 παρ. 1, 29 παρ. 1 και 4, 37, 38,39 του ίδιου Ν 5960/1933, καθώς και με τις διατάξεις των άρθρων 914 επ., 297, 298 ΑΚ, προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος της εκδόσεως ακάλυπτη επιταγής με τόπο έκδοσης και πληρωμής αυτής στην Ελλάδα απαιτείται 1) έκδοση τυπικά έγκυρης επιταγής, δηλαδή συμπλήρωση επί του εντύπου της επιταγής των στοιχείων που προβλέπονται στο νόμο, 2) υπογραφή του εκδότη, αδιαφόρως αν η επιταγή εκδίδεται για ατομικό του χρέος ή για χρέος άλλου ή εταιρίας που εκπροσωπείται από αυτόν και σύρεται σε τραπεζικό λογαριασμό του άλλου ή της εταιρίας, 3) εμπρόθεσμη εμφάνιση της επιταγής προς πληρωμή μέσα σε οκτώ ημέρες από την έκδοσή της και 4) έλλειψη αντίστοιχων διαθέσιμων κεφαλαίων στην πληρώτρια Τράπεζα οπωσδήποτε κατά το χρόνο εμφανίσεως προς πληρωμή, 5) υποκειμενικά δε, γνώση και θέληση των στοιχείων της πράξης, δηλαδή, και με απλό ή ενδεχόμενο δόλο έκδοση της επιταγής που είναι ακάλυπτη. Στην περίπτωση δε έκδοσης μεταχρονολογημένης επιταγής και δεδομένου ότι η επιταγή είναι πληρωτέα πάντοτε εν όψει, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Ν. 5930/1933, η αντικειμενική υπόσταση του από το άρθρο 79 θεσπιζόμενου εγκλήματος πληρούται όταν η επιταγή εμφανίζεται για πληρωμή εντός του χρονικού διαστήματος από τον πραγματικό χρόνο έκδοσης αυτής έως την τελευταία ημέρα του οκταημέρου που ακολουθεί τον αναγραφόμενο στην επιταγή χρόνο έκδοσης της (ΟλΑΠ 462/1992, ΟλΑΠ 46/1980 Νόμος, ΑΠ 1453/2007 ΕλλΔνη 48,1401, ΑΠ 343/2005 ΕλλΔνη 47,1393, ΑΠ 1067/1990 ΠοινΧρον ΜΑ, 353). Όταν στοιχειοθετείται το έγκλημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής στοιχειοθετείται παράλληλα και η αναγκαία για την αστική ευθύνη από αδικοπραξία παράνομη και υπαίτια πράξη εκείνου που εξέδωσε την ακάλυπτη επιταγή, από την οποία πράξη προξενείται κατ’ αιτιώδη συνάφεια στον νόμιμο κομιστή της επιταγής η ζημία της μη είσπραξης του ποσού της κατά το χρόνο εμφάνισής της προς πληρωμή και έτσι γεννιέται η ευθύνη του εκδότη για αποζημίωση του κομιστή με ποσό ίσο εκείνου της επιταγής (ΟλΑΠ 462/1992 ΕλλΔνη 33. 939, ΑΠ 705/2007 Νομος, ΑΠ 23/1999 ΠοινΧρον ΜΘ 220,ΑΠ 97/1997 ΠοινΧρον ΜΗ 30, ΑΠ 1262/1993 ΕλλΔνη 36. 157, ΕφΘες 2525/2008 Νόμος, ΕφΘεσ 1854/2003 Νόμος).

Περαιτέρω, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 71 ΑΚ, το νομικό πρόσωπο ευθύνεται από τις πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων, τα οποία, κατά τα άρθρα 65, 67, 68 ΑΚ, το αντιπροσωπεύουν και εκφράζουν τη βούλησή του, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί και δημιουργεί υποχρέωση αποζημιώσεως, ενώ ευθύνονται και αυτά σε ολόκληρο με το νομικό πρόσωπο, δηλαδή έχουν πρόσθετη υποχρέωση, ανεξάρτητη, όμως, από την υποχρέωση του νομικού προσώπου. Κατά συνέπεια, αν κάποιος εκδώσει ακάλυπτη επιταγή ως νόμιμος εκπρόσωπος νομικού προσώπου για λογαριασμό του τελευταίου, δράστης του αδικήματος αυτού είναι ο ενεργών ως όργανο του νομικού προσώπου, ο οποίος φέρει την ποινική ευθύνη και υπέχει νομική υποχρέωση καλύψεως της επιταγής, εφόσον ενήργησε γνωρίζοντας τα στοιχεία του αδικήματος και το ενδεχόμενο να υπάρξει έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων στο λογαριασμό του νομικού προσώπου, με χρέωση του οποίου είναι πληρωτέα η επιταγή κατά το χρόνο εκδόσεως ή πληρωμής (ΑΠ 1126/2010 ΕλλΔνη 51,1412, ΑΠ 398&010 ΕλλΔνη 51,1415, ΑΠ 2519/2009 ΕλλΔνη 51,1413, ΑΠ 1083/2008 ΕλλΔνη 51,1631).

Περαιτέρω, το νομικό πρόσωπο, εφόσον έχει ικανότητα προς δικαιοπραξία (άρθρα 61 και 70 ΑΚ), έχει δικαίωμα επί της προσωπικότητας αυτού στην έκφανση της πίστης, της υπόληψης, της φήμης, του κύρους, του επαγγέλματος, του μέλλοντος και των λοιπών αναγνωριζομένων σ αυτό άυλων αγαθών. Συνεπώς, σε περίπτωση προσβολής της προσωπικότητας του σε οποιαδήποτε των εκφάνσεων αυτών, δικαιούται να ζητήσει, κατά τα άρθρα 57 και 59 ΑΚ, προστασία, καθώς και την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, που είχε υποστεί από την προσβολή, η οποία μπορεί να συνίσταται και στην καταβολή χρηματικού ποσού (ΑΠ 1718/2007 ΕλλΔνη 48,1414). Η διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ παρέχει στο Δικαστήριο τη δυνητική ευχέρεια, σε περίπτωση αδικοπραξίας, να επιδικάσει εύλόγη χρηματική ικανοποίηση, αν κρίνει με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής και μετά από εκτίμηση των περιστάσεων, κάτω από τις οποίες συντελέστηκε η άδικη πράξη του υπαιτίου και ιδίως του βαθμού πταίσματος αυτού, του είδους της προσβολής και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης του δικαιούχου και του υπόχρεου (φυσικών προσώπων), ότι ο παθών έχει υποστεί ηθική βλάβη (ΑΠ 1143-2003 ΕλλΔνη 46,394). Ο καθορισμός του ύφους της επιδικαστέας χρηματικής ικανοποίησης, η οποία αποβλέπει όχι σε κύρωση του ζημιώσαντος αλλά σε ανακούφιση του ζημιωθέντος, κρίνεται κατά τις αρχές της εύλογης αποζημίωσης, γι’ αυτό και δεν τάσσεται ειδική απόδειξη για το ύψος αυτής (βλ. Γεωργιάδης – Σταθόπουλος, Αστ. Κωδ., τόμ. II, αρθρ. 297- 298 στοιχ. 17, αρθρ. 299 στοιχ. 11, τόμ. IV, αρθρ. 932 στοιχ. 22). Ειδικά όμως στην περίπτωση επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης σε ανώνυμη εταιρία, η οποία λόγω ακάλυπτων επιταγών υπεστη τρώση της φήμης και της αξιοπιστίας της στην αγορά, λόγω της αναστάτωσης που προκλήθηκε στην ταμειακή ρευστότητά της, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη για τον προσδιορισμό της εύλογης αποζημίωσης ότι τέτοια αναστάτωση δεν είναι ασυνήθης για μια εμπορική εταιρία που συναλλάσσεται με επιταγές, μεταχρονολογημένες ή μη και ως εκ τούτου είναι πάντοτε υπαρκτός ο συναλλακτικός κίνδυνος να λάβει και ακάλυπτες επιταγές (ΕφΛαρ 357/2013, ΤΝΠ Ισοκράτης).

Με την κρινόμενη αγωγή της η ενάγουσα ισχυρίζεται τα εξής: Ο εναγόμενος ενεργώντας ως διευθύνων σύμβουλος και νόμιμος εκπρόσωπος της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «__________» και τον διακριτικό τίτλο «_________» εξέδωσε στην Αθήνα τις εξής επιταγές: 1) Μία μεταχρονολογημένη επιταγή της τράπεζας «______» (Κατάστημα ________) με αριθμό 05971934-6 με φερόμενη ημερομηνία έκδοσης 15.05.2012, ποσού 7.000 ευρώ, σε διαταγή της ενάγουσας, σε χρέωση του με αριθμό ________ λογαριασμού της εταιρίας «______» στην πληρώτρια τράπεζα. 2) Μία μεταχρονολογημένη επιταγή της τράπεζας «_____» (Κατάστημα ______) με αριθμό 05971935-6 με φερόμενη ημερομηνία έκδοσης 15.05.2012, ποσού 6.843,20 ευρώ, σε διαταγή της ενάγουσας, σε χρέωση του με αριθμό _______ λογαριασμού της εταιρίας «______» στην πληρώτρια τράπεζα. Οι ως άνω επιταγές εμφανίστηκαν προς πληρωμή από την ενάγουσα, αλλά δεν πληρώθηκαν λόγω έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων, όπως εξακριβώθηκε μετά τον έλεγχο του ως άνω λογαριασμού και αυτό βεβαιώθηκε με την από 22.05.2012 βεβαίωση της ως άνω τράπεζας στο σώμα των ως άνω επιταγών, με αποτέλεσμα αυτές να σφραγιστούν. Ο εναγόμενος, εκδίδοντας τις ως άνω επιταγές γνώριζε ότι κατά τον χρόνο παράδοσης και έκδοσής τους και κατά τον χρόνο εμφάνισής Της προς ~ηρωμή δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια για την πληρωμή των επιταγών αυτών και με τον τρόπο αυτό προξένησε ισόποση οικονομική ζημία στην ενάγουσα. Περαιτέρω, από την ως άνω συμπεριφορά του εναγομένου επλήγη η καλή φήμη της ενάγουσας εταιρίας στη συναλλακτική πρακτική, διότι η ενάγουσα, στερούμενn του ποσού των ως άνω επιταγών αντιμετώπισε πρόβλημα ρευστότητας και δεν μπόρεσε να καλύψει εγκαίρως δικές της τρέχουσες οικονομικές υποχρεώσεις με αποτέλεσμα να τρωθεί η φερεγγυότητα και η αξιοπιστία της και για τo λόγο αυτό η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη από την ως άνω συμπεριφορά του εναγομένου. Με βάση τα ανωτέρω η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει το ποσό των 13.843,20 ευρώ ως αποζημίωση για την έκδοση των ως άνω ακάλυπτων επιταγών το ποσό των 4.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ως άνω ηθικής βλάβης που υπέστη η ενάγουσα, νομιμοτόκως από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής, να κηρυχθεί η απόφαση που Θα εκδοθεί προσωρινά
εκτελεστή, διότι πρόκειται για διαφορά από αδικοπραξία και η καθυστέρηση στην εκτέλεση θα της προξενήσει οικονομική καταστροΦή, να διαταχθεί κατά του εναγομένου προσωπική κράτηση διάρκειας 12 μηνών για την αναγκαστική εκτέλεση της απόφασης που θα εκδοθεί και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας.

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αγωγή αρμο&ως φέρεται προς συζήτηση στο δικαστήριο Τούτο (άρθρα 1, 7, 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13, 14, 22 ΚΠολΔ) για να δικαστεί με την τακυική διαδικασία και είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, καθώς στηρίζεται στις προαναφερόμενες στη μείζονα σκέψη διατάξεις και επιπλέον στα άρθρα 299, 932 AK, 907, 908 176, 189 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, εκτός από το αίτημα να διαταχθεί η προσωπική κράτηση του εναγομένου εξ ~δικοπραξίας, το οποίο είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, διότι δεν διατάσσεται προσωπική κράτηση για απαίτηση μικρότερη από 30.000 ευρώ (άρθρο 1047
παρ. 2 ΚΠολΔ). Πρέπει επομένως η αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσία κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες επιβαρύνσεις υπέρ τρίτων (βλ. τα υπ’ αριθ. 319363, 231793, 212339, Σειράς Α δικαστικά ένσημα μετά των επ’ αυτών ενσήμων ΕΤΑΑ-ΤΑΝ, ΕΤΑΑ-ΤΠΔΑ) και κατατέθηκε γραμμάτιο πρσκαταβολής εισφορών κρατήσεων (βλ. Το υπ’ αριθ. 33167572 γραμμάΤιο ΔΣΑ).

Κατά της υπό κρίση αγωγής δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφο της επιτρέπεται ομολογία. Ενόψει τούτων λόγω της ερημοδικίας Του εναγομένου αποδεικνύονται πλήρως οι πραγματικοί ισχυρισμοί που περιέχονται στο δικόγραφο Της κρινόμενης αγωγής δεδομένου ότι θεωρούνται ομολογημένοι  εκ μέρους του ερημοδικαζόμενου εναγομένου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 271 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως αντιικαταστάθηκε με το άρθρο 29 του Ν. 3994/2011 σε συνδυασμό με Το άρθρο 72 παρ. 2 του ίδιου Νόμου, Καθώς Και τη διάταξη του άρθρου 352 παρ.1 ΚΠολΔ. Για τη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που κατά τα ανωτέρω αποδείχθηκε ότι υπέστη η ενάγουσα λόγω τρώσης της Φερεγγυότητάς της στην αγορά, επειδή καθυστέρησε δικές της πληρωμές εξαιτίας των ταμειακών προβλημάτων που της προξένησαν οι ως άνω ακάλυπτεες επιταγές εύλογο κατά τα ανωτέρω σύμφωνα με την κρίση του Δικαστηρίου τούτου είναι το συνολικό ποσό των όσο ευρώ, ήτοι 300 ευρώ για κάθε ακάλυπτη επιταγή δεδομένου μεταξύ άλλων και του ότι οι δυσχέρειες στην ταμειακή ροή που υπέστη η ενάγουσα λόγω των ως άνω ακάλυπτων επιταγών και η συνεπακόλουθη δυσκολία της να φανεί συνεπής στις δικές της υποχρεώσεις με αποτέλεσμα να τρωθεί το κύρος της στην αγορά δεν είναι ασυνήθης για μια εμπορική εταιρία που συναλάσσεται με επιταγές μεταχρονολογημένες ή μη και ως εκ τούτου είναι πάντοτε υπαρκτός ο συναλαγματκός κίνδυνος να λάβει και ακάλυπτες επιταγές. Επομένως, πρέπει αφού απορριφθούν όσα ανωτέρω κρίθηκαν απορριπτέα η υπό Κρίση αγωγή να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το
ποσό των 13.843,20 ευρώ για τη ζημία από τις ως άνω ακάλυπτες επιταγές και το ποσό των 600 ευρώ για τη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη η ενάγουσα. Η παρούσα δεν θα πρέπει να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή διότι δεν αποδείχθηκε ότι τυχόν καθυστέρηση στην εκτέλεση θα προξενήσει σημαντική ζημία στην ενάγουσα (άρθρο 908 ΚΠολΔ) Τα δικστικά έξοδα της ενάγουσας θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εναγομένου που ηττήθηκε ανάλογα με την έκταση της ήττας του (άρθρα 176, 178 ΚΠολΔ) ενώ θα πρέπει να οριστεί παράβολο ερημοδικίας (άρθρα 501,502, παρ. 1 και 505, παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του εναγομένου

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των 120 ευρώ

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μερει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 14.443,20 ευρώ νομιμοτόκως από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγομένου τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας τα οποία
ορίζει στο ποσό των 590 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο Χαλάνδρι, στις 17-9-2014 σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται σι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι τους.

Ο ΕΡΙΗΝΟΔΙΚΗΣ        Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ