Περίληψη
Αριθμός απόφασης: 118-2019
Αριθμός κατάθεσης αίτησης: 52511/355/2008 Αριθμός κατάθεσης κλήσης: 11857/41/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
(Ειδική διαδικασία απαλλοτριώσεων)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή Διονύσιο Δάλλα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών, και τη Γραμματέα Βασιλική Ξυνογάλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 30 Μαρτίου 2018, για να δικάσει την από 18-4-2007 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 525ΐι/355/2θθ8 αίτηση αναγνώρισης δικαιούχου αποζημίωσης, λόγω ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης, η συζήτηση της οποίας επισπεύδεται με την από 4-12-2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 11857/41/2018 κλήση, μεταξύ:
ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΥΡΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: ι) _________ του _________, κατοίκου _____________, οδός ________, αριθ. ____, με ΑΦΜ __________, ΔΟΥ ________και 2) _________του __________, κατοίκου _________, οδός _______, αριθ. ____, με ΑΦΜ _________, ΔΟΥ _________, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων της αρχικώς αιτούσας, ________χήρας _____, το γένος ________ και __________, με ΑΦΜ __________, ΔΟΥ ________, οι οποίοι παραστάθηκαν στο Δικαστήριο δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου τους Ζωής Παπαγεωργίου (Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών με Α.Μ.: 25780), και κατέθεσαν υπόμνημα.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΚΛΗΣΗ – ΑΙΤΗΣΗ: Ελληνικού Δημοσίου, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, το οποίο παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια της δικαστικής πληρεξούσιας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Μαρίας Τριανταφυλλοπούλου (Α.Μ.: 473)> και κατέθεσε έγγραφο υπόμνημα.
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ: ι) Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (Ο.Τ.Α.) με την επωνυμία «_______», όπως νόμιμα εκπροσωπείται από το Δήμαρχό του, που κατοικοεδρεύει στις ____Αττικής, Λεωφόρος _______, αριθ. ___και _____, το οποίο παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου του Θεμιστοκλή Μαμάκου (Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών με Α.Μ.: 17096), 3) ________ του _______, κατοίκου _______, οδός _________, αριθ. ___, με ΑΦΜ ________, ΔΟΥ ____, 4) __________ του _____, συζ. _________, κατοίκου _________, οδός ______, αριθ. ___, με ΑΦΜ _________ ΔΟΥ ____, οι οποίοι [3ος και 4η] παραστάθηκαν στο Δικαστήριο δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου τους Αικατερίνης Μητρογιάννη (Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών με Α.Μ.: 34937) και κατέθεσαν άπαντες έγγραφα υπομνήματα.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΚΛΗΣΗ – ΚΥΡΙΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΝΤΟΣ: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «________», όπωςνόμιμα εκπροσωπείται, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ______, αριθ. ___, το οποίο παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του δικαστικού πληρεξουσίου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Χρήστου Κολύβα (Α.Μ.: 454), και άπαντες κατέθεσαν έγγραφα υπομνήματα:
Οι καλούντες, που συνεχίζουν τη δίκη ως νόμιμοι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της αρχικής αιτούσας, Ευτυχίας συζ. Κωνσταντίνου Σιέμου το γένος Λάμπρου και Αθανασούλας Μπέη, ζητούν να γίνει δεκτή η από 18-4-2007 αίτηση της τελευταίας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 52511/355/2008, η οποία επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 4-12-2017 κλήση τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 11857/41/2018 κατόπιν εκδόσεως της με αριθμό 261/2017 μη οριστικής απόφασης αυτού του Δικαστηρίου, που διέταξε την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο προκειμένου να προσκομιστούν τα αναφερόμενα στο σκεπτικό και διατακτικό της απόφασης εκείνης έγγραφα, και προσδιορίστηκε η συζήτηση της για τη δικάσιμο που σημειώνεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ’ αυτές και στα πρακτικά της δίκης.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
ι. Η _______συζ. ______ το γένος ______και _______, ζήτησε να γίνει δεκτή η από 18-4-2007 αίτηση αναγνώρισης δικαιούχων, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 52511/355/2008, και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 30-5-2008, οπότε ματαιώθηκε η συζήτησή της, λόγω αποχής των δικαστικών γραμματέων από τα καθήκοντά τους. Ακολούθως, με την από 6-10-2008 κλήση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 183538/1151/2008, επανέφερε για 1η φορά προς συζήτηση και έκδοση οριστικής απόφασης την ως άνω αίτηση, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 239/2009 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο προκειμένου να κοινοποιηθεί η αίτηση στο Δήμο ____και να προσκομιστούν τα αναφερόμενα στο σκεπτικό και διατακτικό της ως άνω απόφασης έγγραφα. Εν συνεχεία η αιτούσα με την από 19-10-2009 κλήση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 199110/1454/2009, επανέφερε εκ νέου για 2η φορά προς συζήτηση και έκδοση οριστικής απόφασης την ως άνω αίτηση για τη δικάσιμο της 19-2- 2010, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 564/2010 μη οριστική απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, που διέταξε εκ νέου την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο προκειμένου να κληθούν οι έχοντες εμπράγματα δικαιώματα επί του απαλλοτριωθέντος ακινήτου καθ’ ων, καθώς και ο Δήμος ____. Ακολούθως, η αιτούσα ____συζ. ______, το γένος _______και _______, με την από 31-7-2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 146945/948/2010 κλήση επανέφερε για 3η φορά προς συζήτηση και έκδοση οριστικής απόφασης την ως άνω αίτηση, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 7-1-2011, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 21-10-2011, οπότε αναβλήθηκε εκ νέου για τη δικάσιμο της 17-2-2012, κατά την οποία αναβλήθηκε για μία ακόμη φορά, λόγω αποχής των δικηγόρων από τα καθήκοντά τους, για τη δικάσιμο της 1-6-2012, οπότε αναβλήθηκε και πάλι για τη δικάσιμο της 19-10-2012, κατά την οποία ανακοινώθηκε νομίμως στο Δικαστήριο η βίαια διακοπή της δίκης, λόγω του επισυμβάντος στις 6-3-2012 θανάτου της αρχικής αιτούσας, και ταυτόχρονα η συνέχιση της δίκης από τους νόμιμους εξ αδιαθέτου κληρονόμους της, ήτοι τους πρώτο και δεύτερη των καλούντων, που υπεισήλθαν στην κληρονομιαία περιουσία της αιτούσας κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου ο καθένας. Κατόπιν τούτου, δε, αναβλήθηκε για μία ακόμη φορά η συζήτηση της εισαχθείσας με την άνω κλήση υπόθεσης για τη δικάσιμο της 1-3-2013, λόγω αποχής των δικηγόρων, κατά την οποία αναβλήθηκε εκ νέου για τη δικάσιμο της 31-5-2013, οπότε αναβλήθηκε και πάλι για τη δικάσιμο της 22-11- 2013, κατά την οποία εν τέλει ματαιώθηκε η συζήτησή της. Ακολούθως, οι καλούντες, ως νόμιμοι κληρονόμοι της αρχικά αιτούσας, με την από 6-12-2013 κλήση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 165769/690/2013, επανέφεραν και πάλι για 4η φορά προς συζήτηση και έκδοση οριστικής απόφασης την αρχική αίτηση, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 21-2-2014, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 6-6-2014, οπότε και ματαιώθηκε η συζήτησή της. Περαιτέρω, οι εδώ καλούντες ως νόμιμοι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της αρχικής αιτούσας κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου ο καθένας στην έννομη σχέση της δίκης [βλ. σχετ. ακριβές αντίγραφο της υπ’ αριθ. 8/Υ/7-3-2012 ληξιαρχικής πράξης θανάτου που συνέταξε ο ληξίαρχος ______, το υπ’ αριθ. πρωτ. 13536/13-3-2012 πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών που εξέδωσε ο Δήμαρχος______, καθώς και τα υπ’ αριθ. 1354/2017 και 50/2017 πιστοποιητικά του Γραμματέα αυτού του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου Πειραιά περί μη δημοσίευσης διαθήκης με την από 19-7-2016 κλήση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 45599/ΐ59/20ΐ6, επανέφεραν για 5η φορά προς συζήτηση και έκδοση οριστικής απόφασης την αρχική αίτηση, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 13-1-2017, οπότε συζητηθείσας της υπόθεσης εκδόθηκε η με αριθμό 261/2017 μη οριστική απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, προκειμένου να προσκομιστούν με επιμέλεια των καλούντων τα αναφερόμενα στο σκεπτικό της απόφασης εκείνης έγγραφα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, νόμιμα οι καλούντες με την από 4-12-2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 11857/41/2018 κλήση επαναφέρουν για 6ί φορά προς συζήτηση και έκδοση οριστικής απόφασης την αρχική αίτηση, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που σημειώνεται στην αρχή της παρούσας.
- Έννομο συμφέρον για την αναγνώρισή τους ως δικαιούχων της αποζημίωσης έχουν καταρχήν, με βάση τις ειδικές διατάξεις για την αναγκαστική απαλλοτρίωση, αυτοί που κατά το χρόνο της συντέλεσης έχουν κυριότητα ή άλλα εμπράγματα δικαιώματα στο απαλλοτριούμενο πράγμα, τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της απαλλοτρίωσης, και όχι ο κατά το χρόνο της κηρύξεως της απαλλοτριώσεως κύριος του απαλλοτριωθέντος ακινήτου (ΕφΑθ 8125/1980, Αρμ 1981, 656 = Νόμος). Τα πρόσωπα αυτά και ο υπόχρεος αποζημίωσης, κατά το άρθρο 26 του Ν. 2882/2001 είναι οι διάδικοι στη δίκη αναγνώρισης των δικαιούχων. Για να αναγνωριστεί ο κληρονόμος ως δικαιούχος της αποζημίωσης, απαιτείται να είναι φορέας εμπραγμάτου δικαιώματος. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1193 και 1199 ΑΚ, για την απόκτηση ακινήτου από κληρονομιά ή εμπραγμάτου δικαιώματος σ’ αυτό ή σε ξένο ακίνητο, απαιτείται μεταγραφή της αποδοχής κληρονομιάς με την οποία θεωρείται ότι περιήλθαν τα δικαιώματα αυτά στον κληρονόμο ή στον κληροδόχο αναδρομικώς από την ημέρα του θανάτου του κληρονομούμενου. Σκοπός της μεταγραφής είναι η δημοσιότητα της νομικής κατάστασης του ακινήτου, για να εξυπηρετείται η ασφάλεια των συναλλαγών στις μεταβιβαστικές πράξεις των προσώπων αυτών. Είναι γεγονός ότι η αναγκαστική απαλλοτρίωση από το χρόνο συντελέσεως αυτής αποτελεί τρόπο πρωτότυπης κτήσης της κυριότητας. Με το θάνατο του ιδιοκτήτη παύει να υπάρχει το δικαίωμα κυριότητάς του και η κυριότητα παραμένει «εκκρεμής» μέχρι τη μεταγραφή της αποδοχής της κληρονομιάς. Κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου εφόσον δεν έχει επέλθει η συντέλεση της απαλλοτρίωσης και ως εκ τούτου η πρωτότυπη κτήση της κυριότητας από τον υπερού η απαλλοτρίωση ο αιτούμενος να αναγνωριστεί δικαιούχος της αποζημίωσης κληρονόμος πρέπει να προβεί σε μεταγραφή της αποδοχής της κληρονομιάς όσον αφορά το κληρονομηθέν ακίνητο που απαλλοτριώνεται, αφού μόνο με τον τρόπο αυτό μπορεί να αποδείξει ότι είναι φορέας του εμπραγμάτου δικαιώματος (αντίθ. Χορομίδης Κ., Αναγκαστική Απαλλοτρίωση, εκδ. 2008, §197> σελ. 1222). Τούτο συμβαίνει διότι ο κληρονόμος ή κληροδόχος αποκτά την κυριότητα κ.λπ. από την ημέρα του θανάτου κληρονομουμένου με τη νομική αίρεση (condicio juris) της μεταγραφής της αποδοχής της κληρονομιάς ή κληροδοσίας ή του κληρονομητηρίου. Εφόσον δεν λαμβάνει χώρα η μεταγραφή, δεν μεταβιβάζεται η κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα στον κληρονόμο ή κληροδόχο, που σε σχέση με αυτόν παραμένουν μετέωρα και τελούν υπό την αίρεση της διενέργειας της μεταγραφής. Έτσι, κάθε διάθεση του κληρονομιαίου ακινήτου από τον κληρονόμο ή κληροδόχο κατά τη διάρκεια της μετέωρης αυτής κατάστασης (προτού γίνει η μεταγραφή) είναι διάθεση από μη δικαιούχο και δεν επιφέρει τα αποτελέσματά της (Φίλης σε Γεωργιάδη/Σταθόπουλου Αστικός Κώδιξ, τομ. VI, αρθρ. 1199, σελ. 254-255, αριθ. περιθ. 3). Εφόσον, όμως, έχει συντελεστεί η απαλλοτρίωση και ως εκ τούτου ο υπερού έχει ήδη αποκτήσει πρωτότυπα την κυριότητα του ακινήτου, τότε αντικείμενο της κληρονομιάς είναι η αποζημίωση και όχι η κυριότητα του ακινήτου που απαλλοτριώνεται και ως εκ τούτου δεν είναι αναγκαία η σύνταξη δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς και η μεταγραφή αυτής (Χορομίδης Κ., Αναγκαστική Απαλλοτρίωση, εκδ. 2008, §197, σελ. 1222), αρκούσης για την απόδειξη του κληρονομικού δικαιώματος του αιτούντος να αναγνωριστεί δικαιούχος της αποζημίωσης η προσκόμιση κληρονομητηρίου συνοδευόμενου από πιστοποιητικό μη ανάκλησης αυτού που να καλύπτει την ημερομηνία συζήτησης της αιτήσεως. Κατ’ ανάλογο τρόπο πρέπει να ρυθμιστεί και η περίπτωση κατά την οποία έγινε μεταβίβαση του ρυμοτομούμενου ακινήτου πριν τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης, και συγχρόνως συμφωνήθηκε μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή ότι ο τελευταίος θα παραμείνει δικαιούχος της αποζημίωσης. Στην περίπτωση αυτή ο πωλητής ως προς την απαλλοτριωθείσα έκταση έχει ενοχικό δικαίωμα απόληψης της αποζημίωσης, καθόσον αυτή εισπράχθηκε από τον κατά τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης κύριο του ακινήτου, ένεκα της μεταξύ τους προηγούμενης ενοχικής συμφωνίας, η οποία είναι ισχυρή ακόμη και αν αυτή δεν περιβλήθηκε το συμβολαιογραφικού τύπο και ως εκ τούτου μπορεί να αποδειχθεί με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, ακόμη και με ομολογία του κυρίου της απαλλοτριωθείσας έκτασης κατά το χρόνο συντέλεσης της απαλλοτρίωσης.
- Ερμηνευτικό ζήτημα γεννάται αναφορικά με το πότε η κυριότητα του απαλλοτριωμένου ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επ’ αυτού πιθανολογείται ότι ανήκει στο Δημόσιο (βλ. 26 § ιι περ. α’ ΚΑΑΑ). Υποστηρίζεται σχετικά ότι η κατ’ άρθρο 26 § 4 του ίδιου Κώδικα βεβαίωση της Κτηματικής Υπηρεσίας πρέπει να μνημονεύει συγκεκριμένα στοιχεία που στηρίζουν τα δικαιώματα αυτά και πρέπει να απορρίπτεται ως αόριστη και αβάσιμη, εάν δεν είναι ορισμένη και δεν πιθανολογείται ουσιαστικά βάσιμη (Κ. Χορομίδης, Η Αναγκαστική Απαλλοτρίωση, εκδ. 2008, § 193» ο. 1208, βλ. σχ. και I. Χορομίδης, Αναγκαστικές Απαλλοτριώσεις, εκδ. 2004, σ. 543, ΜονΠρΑθ 353/2003 Αρμεν 2003, 695)· Τυπικά, η διαδικασία έκδοσης της βεβαίωσης αυτής συνεχίζει να διέπεται από το άρθρο 32 του ν. 1473Λ984 που ορίζει ότι: «2. Σε όλες τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις αστικών ή αγροτικών ακινήτων, αν από τα βιβλία και στοιχεία που τηρεί ο οικονομικός έφορος δεν προκύπτουν δικαιώματα του Δημοσίου και οι τίτλοι που προσκομίζονται κατά την κτηματογράφηση ή που υποβάλλονται στον οικονομικό έφορο, ανάγονται τουλάχιστο 40 χρόνια πριν από τη δημοσίευση της απόφασης περί απαλλοτρίωσης και εφαρμόζονται ή εντοπίζονται στα απαλλοτριούμενα ακίνητα, χορηγούνται πιστοποιητικά μη προβολής δικαιωμάτων του Δημοσίου ή του Παλαιού Εκκλησιαστικού Ταμείου, για την αναγνώρισε} των δικαιούχων αποζημίωσης. Οι τίτλοι πρέπει να συνοδεύονται από τα πιστοποιητικά μεταγραφής τους και μη διεκδίκησης από το Δημόσιο. 2. Δεν απαιτείται πιστοποιητικό μη προβολής δικαιωμάτων του Δημοσίου ή του Παλαιού Εκκλησιαστικού Ταμείου, για την αναγνώριση δικαιούχων αποζημίωσης: α. Σε όλες τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις, που το συνολικό ποσό της ζητούμενης αποζημίωσης δεν υπερβαίνει το ι.οοο.οοο δρχ., για κάθε απαλλοτριούμενο ακίνητο, β. σε απαλλοτριώσεις λόγω ρυμοτομίας, αν το Δημόσιο, ο Δήμος ή η Κοινότητα δεν είναι υπόχρεοι για την καταβολή της αποζημίωσης ή αν η αποζημίωση αφορά μόνο σε κτίσματα. 3· Οι διατάξεις της παρ. ι του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται: α. όταν πρόκειται για ακίνητα που κατέχει και διαχειρίζεται το Δημόσιο ως δημόσια κτήματα, β. όταν εκκρεμεί η υπόθεση στα δικαστήρια και γ. αν πρόκειται για δημόσιες δασικές εκτάσεις. 4· Η μη προβολή δικαιωμάτων από το Δημόσιο ή το Παλαιό Εκκλησιαστικό Ταμείο κατά τις διατάξεις των παρ. ι και 2 του παρόντος άρθρου δε δημιουργεί σε βάρος τους τεκμήριο για την κυριότητα του τμήματος του ακινήτου που απαλλοτριώνεται και του υπόλοιπου τμήματος του, που δεν απαλλοτριώνεται. 5· Πιστοποιητικά για την προβολή ή όχι δικαιωμάτων του Δημοσίου ή του Παλαιού Εκκλησιαστικού Ταμείου χορηγούνται μόνο σε περιπτώσεις αναγκαστικών απαλλοτριώσεων ή αν αυτό προβλέπεται από ειδική διάταξη νόμου. 6. Δεν απαιτείται πιστοποιητικό μη προβολής των δικαιωμάτων του Δημοσίου ή του Παλαιού Εκκλησιαστικού Ταμείου όταν πρόκειται για υποχρέωση καταβολής αποζημίωσΐ}ς μεταξύ ιδιωτών». Έχει παρατηρηθεί, εύστοχα, ότι με την άνω ρύθμιση ενισχύεται η εσφαλμένη αντίληψη ότι κάθε κτήμα για το οποίο δεν υπάρχουν ή ακόμη δεν προσκομίζονται τίτλοι, θεωρείται ότι ανήκει στο Δημόσιο, άποψη που οδηγεί σε αποδοχή ύπαρξης τεκμηρίου, έστω και μαχητού, υπέρ του Δημοσίου, το οποίο όμως είναι αντισυνταγματικό, διότι οδηγεί σε στέρηση της ιδιοκτησίας υπέρ του Δημοσίου, χωρίς νόμιμη αιτία και χωρίς να καταβληθεί η πλήρης αποζημίωση, όπως ορίζει το άρθρο ιγ του Συντάγματος (Κ. Χορομίδης, ό.π., § 193, σ. 1209 επ., Γεωργιάδου Μ., Αναγκαστική Απαλλοτρίωση, εκδ. 2012, αριθ. περιθ. 40, σελ. 223). Κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου, στην κρίση για το πρόσωπο του δικαιούχου αποζημίωσης για αναγκαστική απαλλοτρίωση, κατά την εφαρμογή των άρθρων 26 §§ 4 και 11 περ. α’ ΚΑΑΑ, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως ερμηνευτικά κριτήρια και όσα εισηγήθηκε η 49/2000 γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ. (βλ. αυτή στην ιστοσελίδα www.nsk.gr όπως και σε ΤΝΠ Νομοτέλεια), που δόθηκε ενόψει της διαδικασίας σύνταξης του Εθνικού Κτηματολογίου. Σύμφωνα με αυτή: «3. Εκ των προεκτεθέντων προκύπτουν τα εξής: … Η υπό του Δημοσίου υποβολή ή μη τοιαύτης δηλώσεως αποτελεί συνάρτηση της υπάρξεως ή μη δικαιώματος κυριότητος αυτού σε συγκεκριμένο ακίνητο, ζήτημα το οποίο πρέπει, κατά περίπτωση, να ερευνάται και να διαπιστώνεται θετικώς επί τη βάσει των υπαρχόντων στοιχείων και του διέποντος την ακίνητη περιουσία του νομικού πλαισίου και όχι μόνο κατά τρόπο αρνητικό, επί τη βάσει των υπαρχόντων ή ελλειπόντων τίτλων ιδιώτου τρίτου. Διότι, ναι μεν έχει θεσπισθεί, ως κανόνας, το απαράγραπτο των δικαιωμάτων του Δημοσίου, εκ τούτου, όμως, δεν έπεται ότι τίθεται και γενικό τεκμήριο κυριότητος αυτού επί παντός ακινήτου της Ελληνικής Επικράτειας, η υποχρέωση ανατροπής του οποίου βαρύνει τον προβόιλλοντα ίδια δικαιώματα τρίτον. … Επομένως, σε περίπτωση υποβολής δηλώσεως υπό του Δημοσίου, κατ’ ενάσκηση του δικαιώματος του, αυτή πρέπει να είναι σύμφωνη με τον νόμο και δεν αρκεί γενική δήλωση προβολής δικαιωμάτων αυτού “σε όλα τα ακίνητα της προς κτηματογράφηση περιοχής, όπου οι τίτλοι που υποβόιλλονται δεν είναι πρωτότυποι και δεν ανατρέχουν στο έτος παραγραφής των δικαιωμάτων του Δημοσίου”, όπως διαλαμβάνεται στο ερώτημα και στο συνημμένο σ’ αυτό σχέδιο δηλώσεως, διότι τοιαύτη δήλωστι είναι παντελώς αόριστη και δεν πληροί τις προεκτεθείσες προϋποθέσεις του νόμου. … Συνεπώς, η ένσταση και η προσφυγή πρέπει να περιέχουν οπωσδήποτε την πραγματική και νομική βάση επί των οποίων στηρίζεται το αντιτασσόμενο δικαίωμα επί του ακινήτου, μη αρκούσης της απλής αρνήσεως του δικαιώματος του αντιδίκου, το οποίο έχει εγγραφεί. Πάντα ταύτα ισχύουν και προκειμένου περί του Δημοσίου ως ενισταμένου ή προσφεύγοντος ή ενάγοντος, δεδομένου ότι οι εν γένει διατάξεις περί Εθνικού Κτηματολογίου δεν έθιξαν τις ισχύουσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις που αφορούν στον τρόπο κτήσεως των εμπραγμάτων δικαιωμάτων του Δημοσίου και των ιδιωτών. Συνεπώς, το Δημόσιο ως ενιστάμενο ή προσφεύγον (ή ενάγον) οφείλει να επικαλεσθεί και να αποδείξει την κυριότητά του, χωρίς να αρκεί η προβολή ενστάσεως κυριότητος αυτού και μόνον ή, πολύ περισσότερο, η άρνηση της κυριότητος του τρίτου. Συνακολούθως προς ταύτα, συνδυαζόμενα και προς όσα ήδη εκτέθηκαν ανωτέρω επί της υποβλητέας δηλώσεως, η ένσταση (και η προσφυγή) δεν δύναται να είναι γενική, αλλά πρέπει να ασκείται κατά συγκεκριμένη περίπτωση εγγραφής. Η δυνατότητα παραδεκτής σωρεύσεως περισσοτέρων συγκεκριμένων περιπτώσεων στην ίδια ένσταση είναι αμφίβολη και πρέπει να αποφευχθεί προς αποφυγή απαραδέκτου».
- Με την υπό κρίση αίτηση, η αρχική αιτούσα, Ευτυχία συζ. Κωνστνατίνου Σιέμου, το γέύος Λάμπρου Μπέη, εξέθεσε ότι σε εκτέλεση του υπ’ αριθ. 25-7-1992 π.δ. [ΦΕΚ 861/Δ/17- -1992] περί εγκρίσεως πολεοδομικής μελέτης της πολεοδομικής ενότητας «ΠΑΝΟΡΑΜΑ» Δήμου Αχαρνών, δυνάμει του οποίου απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά για λόγους ρυμοτομίας εκτάσεις του Δήμου Αχαρνών, εκδόθηκε η υπ’ 25-7-1992 π.δ [ΦΕΚ 861/Δ/17-8-1992] περί εγκρίσεως πολεοδομικής μελέτης της πολεοδομικής ενότητας _________ του Δήμου _____ , δυνάμει του οποίου απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά για λόγους ρυμοτομίας εκτάσεις του Δήμου ______ εκδόθηκε η υπ αριθμόν 18956/3291/31-12-2002 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής, με την οποία κυρώθηκε η υπ’ αριθ. ι πράξη εφαρμογής για την ως άνω πολεοδομικής ενότητα και ότι μεταξύ των απαλλοτριούμενων περιλαμβάνεται και η υπ’ αριθ. 400510 ιδιοκτησία του κτηματολογικού πίνακα που συνοδεύει τις ως άνω πράξεις, της οποίας η αιτούσα τύγχανε ιδιοκτήτρια, ενώ υπόχρεος προς αποζημίωση τυγχάνει ο καθ’ ου Δήμος Αχαρνών, ο οποίος ήδη με την υπ’ αριθ. 1048/2003 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου καθόρισε τις τιμές μονάδας αποζημίωσης στα οριζόμενα με την απόφαση αυτή ποσά. Με βάση τα παραπάνω ζήτησε να αναγνωριστεί δικαιούχος της συμβιβαστικά καθορισθείσας αποζημίωσης και να καταδικαστούν οι καθ’ ων στα δικαστικά της έξοδα.
- Περαιτέρω, το πέμπτο των καθ’ ων η κλήση, «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του στο ακροατήριο κατά τη συνεδρίαση της 13-1-2017, την οποία επανέλαβε και κατά την παρούσα δικάσιμο, άσκησε κύρια παρέμβαση κατά των καλούντων, με την οποία ζήτησε, σε περίπτωση που οι τελευταίοι αναγνωριστούν δικαιούχοι της αποζημίωσης να αναγνωριστούν δικαιούχοι με το βάρος της υφιστάμενης υπέρ του Τ.Π.Δ. in? σειράς υποθήκης ποσού 114.617 ευρώ.
- Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αίτηση, και η ασκηθείσα κύρια παρέμβαση αρμόδια και παραδεκτά φέρονται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, κατά την ειδική διαδικασία που θεσπίζεται από τη διάταξη του άρθρου 26 Ν.2882/2001 ΚΑΑΑ, όπως οι παράγραφοι 3, 4 και 5 της διάταξης αυτής τροποποιήθηκαν από το άρθρο 132§1 Ν. 4070/2012 (ΦΕΚ A 82/10.4.2012), η οποία εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, όπως τροποποιήθηκε, λόγω του χρόνου επίδοσης της υπό κρίση αίτησης προς αυτόν που απευθύνεται (άρθ. 29§§ι και 2 ΚΑΑΑ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 146§9 Ν. 4070/2012), ενώ για το νομότυπο της παράστασης των πληρεξούσιων Δικηγόρων των διαδίκων προσκομίστηκαν από αυτούς τα με αριθμούς Π-1325688/4-4- 2018, Π-1325676/4-4-2018, Π-1325110/4-4-2018 γραμμάτια προκαταβολής του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6l§§l,4 Ν. 4194/2013, ενώ όσον αφορά το καθ’ ου Ελληνικό Δημόσιο και το κυρίως παρεμβαίνων «Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων» δεν απαιτείται η προσκόμιση γραμματίου προκαταβολής, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6ι§3 περ. γ’ Ν. 4194/2013 και τη διάταξη του άρθρου 63§ι Ν. 2914/1994· Ωστόσο, ως προς το καθ’ ου η κλήση – αίτηση, Ελληνικό Δημόσιο, πρέπει αυτή να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω ελλείψεως παθητικής νομιμοποίησης, καθόσον δεν γίνεται επίκληση ότι το νομικό πρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου φέρει οποιαδήποτε από τις κατ’ άρθρο 26§6 εδ.β’ ΚΑΑΑ ιδιότητες και ιδίως εκείνη του υπόχρεου προς αποζημίωση, σύμφωνα με τα ειδικότερα αναφερόμενα στη με αριθμό 2 νομική σκέψη της παρούσας. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι και οι ίδιοι οι καλούντες, όπως και η αρχική αιτούσα, με την υπό κρίση αίτηση και κλήση τους επικαλούνται ότι υπόχρεος προς αποζημίωση είναι ο καθ’ ου Δήμος και όχι το Ελληνικό Δημόσιο. Δικαστικά έξοδα δεν θα επιδικαστούν σε βάρος των αιτούντων υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου ελλείψει υποβολής σχετικού αιτήματος εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου. Ως προς τους λοιπούς καθ’ ων και το παρεμβαίνον «Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων» έχουν ήδη κριθεί ως νόμιμες τόσο η αίτηση, όσο και η κύρια παρέμβαση με την υπ’ αριθ. 261/2017 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, στις ορθές σκέψεις της οποίας αναφέρεται κατά τα λοιπά και το παρόν Δικαστήριο. Πρέπει, επομένως η αίτηση και η κύρια παρέμβαση να ερευνηθούν περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα καθόσον α) έχει τηρηθεί η προδικασία που προβλέπεται από την διάταξη του άρθρου 26§4 εδ. α’ Ν.2882/2001, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 132§1 του Ν. 4070/2012, με την επίδοση της υπό κρίση αιτήσεως, στους αρμόδιους για τις επιδόσεις υπαλλήλους της Κτηματικής Υπηρεσίας Ανατολικής Αττικής, όπως αποδεικνύεται από τις υπ’ αριθ. 11302Β 731-12-2009 και 11332Δ/15-2-201.8 αντίστοιχες εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιμελητών στο Πρωτοδικείο Πειραιά. Δημητρίου Ραπατζίκου και στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ιωάννη Καραμπούλη και ΙΕτΉυΙ» Προϊστάμενο του Δασαρχείου Πάρνηθας, όπως αποδεικνύεται από την υπ’ αριθ. 11331Δ/15- 2-20ΐ8 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών Ιωάννη Καραμπούλη, ενώ προσκομίζονται η με αριθμό πρωτοκόλλου 13660/16-3-2018 βεβαίωση της Κτηματικής Υπηρεσίας Αθηνών – Ανατολικής Αττικής, με την οποία το Ελληνικό Δημόσιο προβάλει εμπράγματα δικαιώματα επί της απαλλοτριούμενης έκτασης, επειδή δεν συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 32§ι Ν. 1473Λ984> καθώς και η με αριθμό πρωτ. 13446/320/26-2-2018 βεβαίωση του Δασαρχείου Πάρνηθας, με την οποία η επίδικη έκταση χαρακτηρίζεται ως μη δασική και β) προσκομίζονται αντίγραφα των κτηματολογικών διαγραμμάτων και των κτηματολογικών πινάκων της απαλλοτρίωσης. Ας σημειωθεί ότι, επειδή η παρούσα συζήτηση αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης, δεν ήταν αναγκαία για το παραδεκτό της συζήτησης της υπόθεσης η εκ νέου επίδοση της υπό κρίση κλήσης στους αρμόδιους για τις επιδόσεις υπαλλήλους της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας Αττικής (πρώην Κτηματική Υπηρεσία Ανατολικής Αττικής) και του Δασαρχείου Πάρνηθας, καθόσον στη διάταξη του άρθρου 26§4 ΚΑΑΑ γίνεται σαφώς λόγος για επίδοση μόνο της αίτησης, και όχι γενικότερα οποιοσδήποτε εισαγωγικού της δίκης δικογράφου, ώστε να απαιτείται η εκ νέου επίδοση και της κλήσης.
- Από την εκτίμηση του συνόλου των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Προς εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης της πολεοδομικής ενότητας «Πανόραμα» του Δήμου Αχαρνών Αττικής, η οποία εγκρίθηκε με το από 25-7-1992 π.δ. (ΦΕΚ 861/Δ/17-8-1992), εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 1η Πράξη Εφαρμογής της Πολεοδομικής Ενότητας «____» του Δήμου ______, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. πρωτ. 18956/3291/31-12-2002 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου _____ στον τόμο 789 με αύξοντα αριθμό 449· Μεταξύ των ιδιοκτησιών που ρυμοτομούνται για την εφαρμογή της ως άνω 1ης πράξης εφαρμογής, είναι και ένα οικόπεδο (πρώην αγροτεμάχιο με αριθμούς 10 και 11) με κωδικό αριθμό κτηματογράφησης (κ.α.κ.) 400510, που βρίσκεται στη θέση «_____» [πρώην «_____»] του Δήμου _____και οριοθετείται, σύμφωνα με το από 10-11-1965 σχεδιάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Ιωάννη Καπετάνου, που είναι συνημμένο στό, υπ’ αριθ. 252/29-11-1965 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αχαρνών Αντωνίου Γυπαράκη, βόρεια σε πλευρά 11 μέτρων με το υπ’ αριθ. 9 αγροτεμάχιο, νότια επί πλευράς 10.30 μ. με το υπ’ αριθ. 12 αγροτεμάχιο, ανατολικά επί προσώπου 33,10 μέτρων· με ιδιωτική οδό και δυτικά επί πλευράς 33,10 μέτρων με ιδιοκτησία _______. Μετά τη συντέλεση της ως άνω πράξης εφαρμογής το οικόπεδο αυτό ανήκει στο με αριθμό 128 οικοδομικό τετράγωνο (Ο.Τ.) της πολεοδομικής ενότητας «_____» του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου ____, και συνορεύει σύμφωνα με το από 24-2-2003 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Δημήτρη Μαυροειδή που προσαρτάται στο υπ’ αριθ. 11716/13-3-2003 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αχαρνών ΕλένηςΤζέμπετζη σε συνδυασμό με το από Δεκέμβριο 2016 τοπογραφικό διάγραμμα του αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού Παναγιώτη Μπάκα, βόρεια επί προσόψεως Β-Γ μήκους 9,12 μ. με εγκεκριμένη οδό πλάτους 6 μέτρων [ήδη πεζόδρομος], νότια σε πλευρά Α-Δ μήκους 8,44 Ρ· με ιδιοκτησία αγνώστου [ρυμοτομούμενη ιδιοκτησία με αριθμό 400508], ανατολικά επί προσόψεως Α-Β μήκους 27,41 μέτρου με την οδό Πωγωνίου (πεζόδρομος) και δυτικά με πλευρά Δ-Γ μήκους 27,42 μέτρων εν μέρει με ιδιοκτησία 400703 και εν μέρει με ιδιοκτησία 400511 [που φέρεται ότι ανήκει στο Βασίλειο Λαζαρίδη του Κωνσταντίνου]. Συγκεκριμένα, η με αριθμό κτηματογράφησης 400510 ιδιοκτησία έχει σύμφωνα με το υπ’ αριθ. 252/29-11-1965 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αχαρνών Αντωνίου Γυπαράκη, που αποτελεί και τον τίτλο κτήσης της αιτούσας, επιφάνεια 325.40 τ.μ. και κατά τον κτηματολογικό πίνακα της πράξης εφαρμογής αρχική επιφάνεια 330,03 τ.μ.. Σε εκτέλεση της παραπάνω πράξης εφαρμογής στο ανωτέρω περιγραφόμενο οικόπεδο, επιβλήθηκε εισφορά σε γη επί εκτάσεως 41,01 τ.μ., χαρακτηρίστηκε ως κοινόχρηστο έκταση επιφάνειας 89,32 τ.μ., ενώ τμήμα συνολικού εμβαδού 48,30 τ.μ. καθορίστηκε ότι πρέπει να αποζημιωθεί από το Δήμο _____λόγω ρυμοτόμησής του για κοινόχρηστο χώρο. Έτσι, μετά τη ρυμοτόμηση του αρχικού οικοπέδου στην επίδικη έκταση σχηματίζεται το υπ’ αριθ. 03 οικόπεδο του υπ’ αριθ. 128 Ο.Τ., εκτάσεως 240,71 τ.μ., που αποτελεί και την τελική [μετά τη ρυμοτόμηση] ιδιοκτησία. Τα παραπάνω, και ιδίως η υποχρέωση προς αποζημίωση της ρυμοτομούμενης έκτασης των 48,30 τ.μ. από τον καθ’ ου Δήμο ______, προκύπτει τόσο από την προσκομιζόμενη πράξη εφαρμογής και τον πίνακα αυτής, όσο και από τις προτάσεις του καθ’ ου Δήμου με τις οποίες ο τελευταίος ουδέν αντιλέγει περί της υποχρέωσής του να αποζημιώσει την αρχική αιτούσα για την ως άνω αναφερόμενη συνολικά ρυμοτομούμενη έκταση. Σύμφωνα με τον προσκομιζόμενο πίνακα της 1ης πράξης εφαρμογής της Πολεοδομικής Ενότητας «_______» Δήμου ______, αποκλειστική κυρία του με κωδικό αριθμό κτηματογράφησης 400510 οικοπέδου κατά το χρόνο συντέλεσης της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης, που δεν έχει ακόμη επέλθει δοθέντος ότι δεν συντελέστηκε η παρακατάθεση της προσωρινής ή οριστικής αποζημίωσης (ΑΠ 243/1999. ΕλλΔνη 40, 1036, ΕφΘεσ 439/2008, Αρμ 2009, 671), είναι η αρχική αιτούσα ________συζ. _________ το γένος __________και ________, η οποία απεβίωσε εκκρεμούσης της υπό κρίση διαφοράς στις 6-3-2012 και κληρονομήθηκε κατά τις περί εξ αδιαθέτου διαδοχής διατάξεις από τους καλούντες [τέκνα της], που υπεισήλθαν στην κληρονομιαία περιουσία κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου ο καθένας απ’ αυτούς. Η αρχική αιτούσα κατέστη κυρία του επιδίκου ακινήτου εξ αγοράς από τον_______ του ______, δυνάμει του υπ’ αριθ. 252/29-11-1965 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αχαρνών Αντωνίου Γυπαράκη, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου ______ στις 11- 12-1965 στον τόμο 170 με αύξοντα αριθμό 442, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. 7352/27-11- 1972 πράξη εξοφλήσεως τιμήματος του ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στις 28-11-1972 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου ____στον τόμο 305 με αύξοντα αριθμό 404· Το ακίνητο αυτό είχε περιέλθει στον άνω αναφερόμενο πωλητή δυνάμει του υπ’ αριθ. 1638/3-3-1965 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αχαρνών Προκοπίου Παπαθανασίου, που μεταγράφηκε νόμιμα στις 6-3- 1965 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου ____στον τόμο 152 με αύξοντα αριθμό 151, εξ αγοράς από την ______χήρα _________, θυγατέρα ______ και ________. Στην τελευταία είχε περιέλθει δυνάμει του υπ’ αριθ. 1596/19-2-1965 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αχαρνών Προκοπίου Παπαθανασίου, που μεταγράφηκε νόμιμα στις 5-3-1965 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αχαρνών στον τόμο 152 με αύξοντα αριθμό 122, εξ αγοράς από τον ______ του ______. Ο τελευταίος είχε αποκτήσει το ακίνητο αυτό ως τμήμα μείζονος εκτάσεως εμβαδού 6 στρεμμάτων από την _______ χήρα ______ το γένος ________, δυνάμει του υπ’ αριθ. 1266/26-11-1964 συμβολαίου του άνω αναφερόμενου συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στις 2-12-1964 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αχαρνών στον τόμο 147 με αύξοντα αριθμό 262. Το νέο ρυμοτομούμενο ακίνητο, εκτάσεως 240,71 τ.μ. εν συνεχεία πώλησε η αρχική αιτούσα, _______ στον καθ’ ου ________ του ______, δυνάμει του υπ’ αριθ. 11716/13-3-2003 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αχαρνών, Ελένης Τζεμπετζή, που μεταγράφηκε νόμιμα στις 14-3-2003 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου ______ στον τόμο 793 με αύξοντα αριθμό 342. Εν συνεχεία, δε, ο ________του _______, δυνάμει του υπ’ αριθ. 12847/3-6-2004 συμβολαίου δωρεάς της άνω αναφερόμενης συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στις 9-6-2004 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου ______ στον τόμο 820 με αύξοντα αριθμό 236, δώρησε το ακίνητο αυτό κατά ποσοστό ι/2 εξ αδιαιρέτου στην εκ των καθ’ ων σύζυγό του, _______ του _____. Σύμφωνα με σχετική δήλωση που περιλαμβάνεται στο υπ’ αριθ. 11716/13-3-2003 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο η αρχική αιτούσα ως πωλήτρια, δήλωσε ότι «αποξενώνεται από κάθε δικαίωμα της κυριότητας, νομής και κατοχής στο … μεταβιβαζόμενο οικόπεδο και ο αγοραστής γίνεται απόλυτος κύριος, νομέας και κάτοχός του, έτσι ώστε να μπορεί από σήμερα και στο εξής να το κατέχει, νέμεται και διαθέτει ελεύθερα όπως ο νόμος ορίζει. Η πωλήτρια εγχυάτα; ότι το μεταβιβαζόμενο ακίνητο είναι απαλλαγμένο από κάθε βάρος, χρέος, υποθήκη, προσημείωση, εκνίκηση τρίτου, κατάσχεση, διεκδίκηση, μεσεγγύηση, δουλεία κάθε είδους, ορθογωνισμό, προσκύρωση, ελεύθερο από απαλλοτρίωση και αποζημίωση για τις αιτίες αυτές…εισφορές δημόσιες και δημοτικές, ως και από κάθε έιλλο νομικό ελάττωμα». Ωστόσο, κατά το χρόνο μεταβίβασης του ακινήτου συμφωνήθηκε μεταξύ των συμβαλλομένων ότι η πωλήτρια και αρχική αιτούσα, ______, θα παραμείνει δικαιούχος είσπραξης της επίδικης αποζημίωσης απαλλοτρίωσης, ενοχικό όρο που αποδέχθηκε και αναγνωρίζει και η νυν συγκυρία του ακινήτου, _______. Τη σύναψη του όρου αυτού κατά το χρόνο σύνταξης του μεταβιβαστικού συμβολαίου ομολογούν οι ανωτέρω με το υπόμνημα που κατέθεσαν στο Δικαστήριο, ενώ προφορικά δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου τους ομολόγησαν ότι δικαιούχος της επίδικης αποζημίωσης είναι η αρχική αιτούσα, στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της οποίας ύπεισήλθαν μετά το θάνατό της οι καλούντες ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της. Δήλωσαν, δε, οι σημερινοί συγκύριοι του ακινήτου ότι ουδέν ποσό αξιώνουν να λάβουν για την αποζημίωση της εκτάσεως εμβαδού 48,30 τ.μ. Επομένως, κατά το χρόνο που ο _____ του ______ και η _______του ______ κατέστησαν συγκύριοι του ρυμοτομικώς απαλλοτριωθέντος ακινήτου δεν είχε συντελεστεί η αναγκαστική απαλλοτρίωση με την παρακατάθεση της αποζημίωσης, γεγονός άλλωστε που δεν έχει γίνει και μέχρι σήμερα. Ως εκ τούτου, δικαιούχος της αποζημίωσης λόγω της απαλλοτρίωσης του ως άνω ακινήτου, κατά το αναφερόμενο στον κτηματολογικό πίνακα εμβαδόν, είναι ο κατά το χρόνο συντέλεσης κύριος αυτής, ήτοι στην προκειμένη περίπτωση οι ανωτέρω αναφερόμενοι συγκύριοι (ΑΠ 243/1999, ΕλλΔνη 40, 1036, ΕφΘεσ 439/2008, Αρμ 2009, 671), πλην όμως ορθά αναγράφεται στα κτηματολογικά στοιχεία της απαλλοτρίωσης ως φερόμενη ιδιοκτήτρια του ακινήτου, η αρχική αιτούσα, που ήταν αποκλειστική κυρία αυτού κατά το χρόνο σύνταξης των στοιχείων αυτών. Ωστόσο, η αρχική αιτούσα μετά τη μεταβίβαση του επιδίκου ακινήτου ως προς τη ρυμοτομικώς απαλλοτριωθείσα έκταση εξακολουθεί να έχει ενοχικό δικαίωμα απόληψης της αποζημίωσης, δυνάμει της προφορικής συμφωνίας που καταρτίστηκε μεταξύ αυτής και του αγοραστή _______, σύμφωνα με τα ειδικότερα αναφερόμενα στη με αριθμό 2 νομική σκέψη της παρούσας, καθόσον αυτή [αποζημίωση] δεν εισπράχθηκε μέχρι σήμερα, γεγονός που συνάγεται από το με αριθμό πρωτ. (ο) 1246ι6_ι6/14-12-2016 έγγραφο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, σύμφωνα με το οποίο η επίδικη ιδιοκτησία δεν περιλαμβάνεται στον πίνακα παρακατάθεσης για τις οποίες ο Δήμος Αχαρνών παρακατέθεσε το υπ’ αριθ. 12460/27-5-2009 γραμμάτιο παρακαταθήκης. Μέχρι τη μεταβίβαση του επιδίκου ακινήτου δυνάμει του υπ’ αριθ. 11716/13-3-2003 συμβολαίου και μέχρι τη συζήτηση της ένδικης αίτησης (30-3-2018) στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αχαρνών δεν μεταγράφηκε καμία εκποιητική δικαιοπραξία αναφορικά με το επίδικο ακίνητο που περιγράφεται στο υπ’ αριθ. 252/29-11-1965 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αχαρνών, Αντωνίου Γυπαράκη, όπως προκύπτει από τα υπ’ αριθ. 6θ/ι και 60/2/6-2-2009 πιστοποιητικά ιδιοκτησίας της Υποθηκοφύλακα Αχαρνών. Στο ίδιο ακίνητο, δε, δεν υφίστανται βάρη, ούτε εκκρεμεί διεκδικητική αγωγή, η οποία να έχει σχέση με αυτό, όπως προκύπτει από τα υπ’ αριθ. 6ο/3 και 60/4/6-2-2009 πιστοποιητικά της ίδιας Υποθηκοφύλακα. Ωστόσο, μετά τη μεταβίβαση του ακινήτου στο _____ του _______, για την εξασφάλιση δανείου που χορήγησε προς αυτόν το κυρίως παρεμβαίνον συνολικού ύψους 114.617 ευρω, ενεγράφη στις 15-6-2005 στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Αχαρνών στον τόμο 208 με αύξοντα αριθμό 88 πρώτη υποθήκη υπέρ του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων κατά του ____ και της συζύγου του ______ για το ποσό των 114.617ευρω επί της οικοδομής που ανεγέρθηκε από το δανειολήπτη στο επίδικο ρυμοτομούμενο οικόπεδο. Μέχρι σήμερα το δάνειο εξοφλείται κανονικά με παρακράτηση της δόσης από τις αποδοχές του δανειολήπτη, ο οποίος εργάζεται ως αξιωματικός του Λιμενικού Σώματος. Επομένως, αφού κατά το χρόνο μεταβίβασης του ακινήτου δεν μεταβιβάστηκε στο δανειολήπτη το δικαίωμα απόληψης της επίδικης αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ουδέν δικαίωμα έχει επί της επίδικης απαλλοτρίωσης. Το γεγονός ότι ο όρος αυτός δεν αποτυπώθηκε στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο ουδεμία επιρροή ασκεί, αφού πρόκειται για ενοχικό όρο, ο οποίος πλήρως αποδείχθηκε με την ομολογία των νυν συγκυριών του επιδίκου ακινήτου. Συνακόλουθα, η κύρια παρέμβαση που άσκησε πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Επί του επιδίκου ρυμοτομούμενου ακινήτου προβάλλει δικαίωμα κυριότητας το Ελληνικό Δημόσιο, κατά τα εκτιθέμενα στη με αριθμό πρωτ. 8007/11333/2- 1-2017 βεβαίωση του Τμήματος Α’ – Δημοσίων και Ανταλλαξίμων Κτημάτων της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας Αττικής της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας και Κοινωνικών Περιουσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, διότι: «…Δεν προσκομίστηκαν τίτλοι που/να ανάγονται τουλάχιστον 40 χρόνια πριν από τη δημοσίευση της απόφασης περί απαλλοτρίωσης, β) δεν προσκομίστηκαν πιστοποιητικά μεταγραφής και μη διεκδίκησης για την υπ’ αριθ. 11716/13-3-2003 αγοραπωλησία της συμβολαιογράφου Αχαρνών Ελένης Θεοδώρου Τζεμπετζή και γ) σύμφωνα με την υπ’ αριθ. πρωτ. 1565/21-12-2016 τεχνική έκθεση του μηχανικού της υπηρεσίας μας Μιχ. Χαραλαμπάκη προκύπτει ότι … το ακίνητο που περιγράφεται στους προσκομισθέντες τίτλους 252/1965 & 7352/ΐ972 δεν μπορεί να εντοπιστεί στην απαλλοτριούμενη έκταση (400510) ελλείψει τεχνικών στοιχείων [τοπογραφικά διαγράμματα, σταθερά σιιμεία κ.λπ.]….». Ωστόσο, δεν πιθανολογείται η βασιμότητα της ανωτέρω αιτίασης (βλ. διατύπωση άρθρου 20§ιι περ. α’ ΚΑΑΑ ότι θα αρκούσε πιθανολόγηση και όχι απόδειξη ενός τέτοιου ισχυρισμού), καθόσον, πέραν του ότι η αιτιολόγηση αυτή είναι ασύμβατη με τα στοιχεία του πίνακα της πράξης εφαρμογής, όπου μνημονεύεται η άνω αναφερόμενη συμβολαιογραφική πράξη ως τίτλος της εκεί αναγραφόμενης δικαιούχου αποζημίωσης, περίσταση που υποδηλώνει προηγούμενη ταυτοποίηση, αντικρούεται περαιτέρω από τα σχετικά πιστοποιητικά που προσκομίζονται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, γεγονός που υποδηλώνει ουσιαστική αδυναμία του Ελληνικού Δημοσίου να αποδείξει την κυριότητά του επί της επίδικης έκτασης κατά συγκεκριμένο τρόπο και δεν υποστηρίζεται αποδεικτικά από κανένα έγγραφο. Μάλιστα, συμβαίνει το αντίθετο, διότι με την προαναφερόμενη βεβαίωση του Δασαρχείου Πάρνηθας αποκλείεται η πιο πιθανή αιτία κτήσης του Ελληνικού Δημοσίου, δηλαδή ο ενδεχόμενος δασικός χαρακτήρας του επιδίκου ακινήτου, αφού η έκταση όπου αυτό βρίσκεται χαρακτηρίζεται ως περιοχή που «δεν διεπόταν από τις διατάξεις των περί δασών νόμων και διαταγμάτων μέχρι την ένταξή της στο σχέδιο πόλης». Χαρακτηριστικό της εν λόγω αδυναμίας είναι και το γεγονός ότι στο ίδιο έγγραφο διαλαμβάνεται ότι κατά την ίδια τεχνική έκθεση «…Όπως προκύπτει από την πινακίδα Κ.Ε.Δ. – Γ.Υ.Σ. 6435/5 κλίμακας 1:5000 επί της οποίας η Κ.Ε.Δ. έχει τοποθετήσει τα Δημόσια Κτήματα, το απαλλοτριούμενο ακίνητο δεν περιλαμβάνεται στο αρχείο μας», που τυπικά συμπληρώνεται από τη φράση « … Το Τεχνικό Τμήμα δεν έχει τη γνώση του αν το αρχείο της ΚΕΔ (πινακίδες ΓΎΣ 1/5000): είναι ενημερωμένο με διαγραφές ή νέες καταγραφές Δημοσίων Κτημάτων που δε απεικονίζονται σε αυτές, περιέχει σφάλματα στην απεικόνιση της θέσης των Δημοσίων Κτημάτων, είναι ενημερωμένο για εκτάσεις στις οποίες προβέιλει δικαιώματα το Ελληνικό Δημόσιο (γνωμοδοτήσεις κλπ.) και οι οποίες δεν είναι καταγεγραμμένες στα βιβλία δημοσίων κτημάτων, αν το εν λόγω ακίνητο εμπίπτει σε πρώην δασικές εκτάσεις που περιήλθαν στην αρμοδιότητα της Υπηρεσίας μας μετά την ένταξή τους στο σχέδιο πόλης». Εξάλλου, δεν απαιτείται για τη διάγνωση από το Δικαστήριο του δικαιώματος κυριότητας της αιτούσας επί των επιδίκων εκτάσεων η προσκόμιση από αυτήν πλήρους σειράς τίτλων μέχρι την πρωτότυπη κτήση της κυριότητας (probatio diabolica), με πλήρη σειρά πιστοποιητικών ιδιοκτησίας, βαρών και μη διεκδίκησης όλων των δικαιοπαρόχων μέχρι το χρόνο της πρωτότυπης κτήσης, αφού κατά την παρούσα διαδικασία εκτιμώνται ελεύθερα όλα τα αποδεικτικά μέσα που προσκομίζουν οι διάδικοι. Άλλωστε, η διάταξη του άρθρου 232 παρ.1 του Ν. 1473/1984 αναφέρεται στη δυνατότητα χορήγησης ή μη πιστοποιητικών προβολής δικαιωμάτων στα απαλλοτριούμενα ακίνητα και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι σε περίπτωση που δεν υφίσταται τέτοια δυνατότητα, εξαιτίας του ότι δεν προσκομίζονται τίτλοι που ανάγονται σαράντα χρόνια πριν από τη δημοσίευση της απόφασης περί απαλλοτριώσεως, θεμελιώνονται εμπράγματα δικαιώματα του Δημοσίου (ΜΠρΑθ 70/2013, ΜΠρΑθ 5/2013 αδημ., Χορομίδης Κ., Αναγκαστική Απαλλοτρίωση, εκδ. 2008, §199, σελ. 1231). Βασίμως, λοιπόν, οι καλούντες ζητούν να αναγνωριστούν δικαιούχοι της αποζημίωσης που καθορίστηκε για τη ρυμοτομούμενη υπέρ του Δήμου Αχαμνών έκταση για συνολικού εμβαδού 48,30 τ.μ. ως προερχόμενη από τη ρυμοτόμηση του ακινήτου με κωδικό αριθμό κτηματογράφησης 400510 του Ο.Τ. 128 της πολεοδομικής ενότητας «_____», δυνάμει του 25ου Πρακτικού της υπ’ αριθ. 1048/4-12-2003 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Αχαμνών. Επομένως, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να αναγνωριστούν οι καλούντες κατά ποσοστό λ/ι εξ αδιαιρέτου ο καθένας από αυτούς δικαιούχοι της αποζημίωσης που καθορίστηκε δυνάμει της προαναφερόμενης απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου και αφορά την παραπάνω εδαφική έκταση και ειδικότερα καθένας εξ αυτών κατά ποσοστό V2 εξ αδιαιρέτου για αποζημίωση που αντιστοιχεί σε 48,30 τ.μ. κατά τη σχετική αναγραφή του πίνακα της πράξης εφαρμογής. Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων ι8§4 και 2ό§8 ΚΑΑΑ, τα δικαστικά έξοδα της αιτούσας, που υπέβαλε σχετικό αίτημα, βαρύνουν τον καθ’ ου Δήμο ______ ως υπόχρεο για την καταβολή της αποζημίωσης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας, ενώ όσον αφορά τα έξοδα της κύριας παρέμβασης ουδέν ποσό πρέπει να επιδικαστεί καθόσον δεν υποβλήθηκε σχετικό αίτημα από τους καλούντες.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
-ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε ως απορριπτέο.
-ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
-ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την κύρια παρέμβαση.
-ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ τους καλούντες κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου τον καθένα από αυτούς δικαιούχους της αποζημίωσης που καθορίστηκε δυνάμει του 25ου Πρακτικού της υπ’ αριθ. 1048/4-12-2003 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου _____ και αφορά έκταση συνολικού εμβαδού 48,30 τ·μ·, που προέρχεται από το ακίνητο με κωδικό αριθμό κτηματογράφησης 400510 του Ο.Τ. 128 του ρυμοτομικού σχεδίου της Πολεοδομικής Ενότητας «_____» του Δήμου ______, η οποία ρυμοτομήθηκε, σε εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης της περιοχής «______» του Δήμου ______, που εγκρίθηκε με το από 25-7-1992 π.δ. (ΦΕΚ 861/Δ/17-8-1992), για την οποία εκδόθηκε η υπ’ αριθ. in Πράξη Εφαρμογής της Πολεοδομικής Ενότητας «____» του Δήμου _______, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. πρωτ. 18956/3291/31-12-2002 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής, που μεταγράφηκε νόμιμα.
-ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το Δήμο _____στα δικαστικά έξοδα των καλούντων, τα οποία καθορίζει στο ποσό των εξακοσίων (6οο) ευρώ.
-ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στην Αθήνα στις 7-6- 2019, χωρίς να παρευρίσκονται διάδικοι και οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ