fb-pxl-img
ΜΕΝΟΥ

Περίληψη

ΑΠΟΦΑΣΗ 160-2020

Αριθμός κατάθεσης ανακοπής ΓΑΚ/ΕΑΚ: 514562/468/9-3-2017

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Μαγδαληνή Πράσσα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου της Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών, και από τη Γραμματέα Παναγιώτα Αθανασοπούλου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 12 Νοεμβρίου 2019, για να δικάσει τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 514562/468/9-3-2017 ανακοπή κατά επιταγής προς πληρωμή και κατασχετηρίου εις χείρας τρίτου, μεταξύ:

ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: __________ του _______, κατοίκου ________, οδός _________ αρ. _______, Α.Φ.Μ. _______, που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Μαρίας Κανακάκη (Α.Μ.Δ.Σ.Α. 34956), κατοίκου Πειραιά, Λεωφ. Ηρώων Πολυτεχνείου αρ. 42 – 44, η οποία κατέθεσε προτάσεις.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: ________ του _______, ως ασκούσας προσωρινά την επιμέλεια του προσώπου των ανήλικων τέκνων της ________ και ________, κατοίκου _________ (περιοχή ________), οδός _______ αρ. ___, Α.Φ.Μ. 053396808, που παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Ιωάννη Μεϊδάνη (Α.Μ.Δ.Σ.Α. 28373), κατοίκου Αθηνών, οδός Χαριλάου Τρικούπη αρ. 53 – 55, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ της ανακοπής ορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της Ι7πς-10-2017 και μετά από αναβολή για την παρούσα συζήτηση.

ΚΑΤΑ τη συζήτηση της. υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 700 παρ. 1 ΚΠολΔ και 702 παρ. 1 ΚΠολΔ, από τις οποίες η μεν πρώτη ορίζει ότι η απόφαση που διατάζει ασφαλιστικό μέτρο εκτελείται κατά τις διατάξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης και η δεύτερη ορίζει ότι διαφορές που αφορούν την εκτέλεση απόφασης που διατάζει ασφαλιστικά μέτρα ή ανακαλεί ολικά ή εν μέρει απόφαση γι’ αυτά δικάζονται από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ, συνάγεται ότι η ανακοπή (άλλως αντιρρήσεις) κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης των αποφάσεων που διατάσσουν ασφαλιστικά μέτρα, δικάζεται από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση αυτή, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, εφαρμοζόμενων συμπληρωματικά και των διατάξεων των άρθρων 933 επ. ΚΠολΔ, εφόσον συμβιβάζονται προς τη φύση της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων. Διαφορά υπαγόμενη στις διατάξεις του άρθρου 702 ΚΠολΔ θεμελιώνουν οι κάθε μορφής ακυρότητες από την εκτέλεση απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, ανάλογα δε προς τη φύση της ακυρότητας ως αυτοδίκαιης ή όχι (ηρτημένη ακυρότητα) δικαιολογείται η άσκηση αναγνωριστικής ή ακυρωτικής (διαπλαστικής) ανακοπής, η οποία, όμως, δεν πρέπει να οδηγεί σε επανέλεγχο της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων, προς τούτο δε αίτημα της τελευταίας ακυρωτικής ανακοπής μπορεί να είναι μόνο η ακύρωση των πράξεων εκτέλεσης και όχι η εξαφάνιση της απόφασης που διατάσσει το ασφαλιστικό μέτρο. Αντικείμενο, δηλαδή, της σχετικής δίκης, κατά το άρθρο 702 ΚΠολΔ, είναι το κύρος της εκτέλεσης ή γενικότερα της υλοποίησης των ασφαλιστικών μέτρων που διατάχθηκαν, σύμφωνα δε με την αληθινή έννοια της διάταξης ως διαφορές που αφορούν στην εκτέλεση των αποφάσεων που διατάσσουν ασφαλιστικά μέτρα ή ανακαλούν ή μεταρρυθμίζουν αυτά, νοούνται αυτές που ανάγονται σε ακυρότητες ή αταξίες της απόφασης και όχι αμφισβητήσεις για την ορθότητά της, καθόσον, όπως συνάγεται από το συνδυασμό των άρθρων 700 παρ. 1, 702 και 933 παρ. 3, οι αντιρρήσεις κατά της εκτέλεσης δεν μπορούν να αντιμάχονται το παραγόμενο από την απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων προσωρινό δεδικασμένο, Η διάταξη αφορά τις διαφορές που αφορούν την υπό ευρεία έννοια εκτελεστότητα των αποφάσεων των ασφαλιστικών μέτρων. Γενικότερα δε η εφαρμογή της υπόψη διάταξης αφορά στην πραγμάτωση του ασφαλιστικού μέτρου. Ετσι οι διαφορές που αφορούν την εκτέλεση, κατά την υπόψη διάταξη, απορρέουν α) από ακυρότητες πράξεων της εκτέλεσης, β) από αυτοδίκαιη άρση του ασφαλιστικού μέτρου, γ) από κατάσχεση ακατάσχετων πραγμάτων, δ) από κατάσχεση αντικειμένων τρίτου και ε) από κατάσχεση στα χέρια τρίτου. Η υπόψη διάταξη, άλλωστε, έχει ανάλογη εφαρμογή και στις διαφορές που αναφύονται κατά την εκτέλεση προσωρινών διαταγών του δικαστηρίου που δικάζει τα ασφαλιστικά μέτρα, οι οποίες εκδίδονται κατά τους ορισμούς της διάταξης του άρθρου 691Α παρ. 1 ΚΠολΔ. Οι ανωτέρω ακυρωτικές ανακοπές, σε αντιδιαστολή προς τις αναγνωριστικές, οι οποίες δεν υπόκεινται σε προθεσμία, ασκούνται εντός των οριζόμενων από το άρθρο 934 ΚΠολΔ προθεσμιών, ειδικότερα, δε, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 934 παρ. 1 περ. α’ ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο όγδοο παρ. 2 Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23-7-2015) και εφαρμόζεται εν προκειμένω, ενόψει της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 1 άρθρου ένατου παρ. 3 εδ. α’ του ίδιου ως άνω νόμου, δοθέντος ότι η επίμαχη επιταγή προς εκτέλεση επιδόθηκε στον ανακόπτοντα – καθ’ ου η εκτέλεση μετά τις 1-1-2016, η ανακοπή, αν αφορά ελαττώματα από τη σύνταξη της επιταγής προς εκτέλεση μέχρι και τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης κατά τα άρθρα 955 και 995 ή την απαίτηση ή σε περίπτωση κατάσχεσης στα χέρια τρίτου μέχρι και την επίδοση του κατασχετήριου εγγράφου στον καθ’ ου, είναι παραδεκτή μέσα, σε σαράντα πέντε (45) ημέρες από την ημέρα της κατάσχεσης (βλ. σχετ. ΜΠΑΘ 1895/2017 Άρμ 2017,1750, ΜΠΑΘ 2647/2010 ΕφΑΔ 2010,977, ΜΠΑΘ 4946/2007 ΕλλΛνη 2008,302, ΜΠΘεσ 3626/2017 ΕλλΔνη 2017,1173, ΜΠΘεσ 3618/2017 Α’ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΜΠΣερ 72/2017 ΕλλΔνη 2017,1508, ΜΠΞανθ 467/2012 Α’ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΜΠΡοδ 2517/2009 Α’ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΜΠΑρτ 588/2005 Α’ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, Κράνη σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 702 αρ. 3 και 4, σελ. 1378 – 1379, Β. Βαθρακοκοίλη, Ασφαλιστικά Μέτρα, άρθρο 702, αρ. 2, 6, 12, 15, 18, 22, 57, σελ. 431 – 437 και 443, Μ. Μαργαρίτη, Ερμηνεία Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, έκδοση 2012, άρθρο 702, σελ. 220 – 222, Π. Τζίφρα, Ασφαλιστικά Μέτρα, έκδοση 1985, σελ. 66 – 68). Περαιτέρω, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 591 παρ, 6 ΚΠολΔ, αν η υπόθεση δεν υπάγεται στη διαδικασία κατά την οποία έχει εισαχθεί, το δικαστήριο, αποφαινόμενο γι’ αυτό αυτεπαγγέλτως, δεν την απορρίπτει ως απαράδεκτη, δεδομένου ότι η μη τήρηση της προσήκουσας διαδικασίας δεν αποτελεί έλλειψη ιδίας διαδικαστικής προϋπόθεσης, αλλά, εφόσον είναι καθ’ ύλη αρμόδιο δικαστήριο, έχει τη διακριτική ευχέρεια, διατάσσοντας την εκδίκαση της διαφοράς κατά την προσήκουσα διαδικασία, είτε να εφαρμόσει αμέσως τις διατάξεις της διαδικασίας αυτής και να εκδώσει, χάριν οικονομίας της δίκης, μία ενιαία απόφαση που θα περιλαμβάνει τόσο την πιο πάνω διάταξη, όσο και την επί της ουσίας κρίση, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι κατά τη συνεδρίαση στο ακροατήριο τηρήθηκαν οι δικονομικοί κανόνες της διαδικασίας αυτής, είτε να παραπέμψει την υπόθεση σε άλλη συνεδρίασή του, προκειμένου να εφαρμοστεί η προσήκουσα διαδικασία. Το τελευταίο θα συμβαίνει κυρίως, όταν, ενόψει των διαφορετικών ρυθμίσεων της εφαρμοστέας διαδικασίας, καθίσταται ανεπιεικής για τους διαδίκους η άμεση εφαρμογή της, λόγω έλλειψης κατάλληλης προπαρασκευής (βλ. σχετ. ΕφΑΘ 131/2008 ΕλλΔνη 2009,853, ΕφΑΘ 3537/1992 ΝοΒ 40,891). Στην προκειμένη περίπτωση, ο ανακόπτων, με την κρινόμενη ανακοπή του, ζητεί για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτή λόγους, την ακύρωση α) της από 20-2-2017 επιταγής προς πληρωμή που συντάχθηκε κάτω από την υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης 39590/5825/8-7-2016 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με την επ’ αυτής σημειωμένη από 1-8-2016 προσωρινή διαταγή και β) του από 2-3-2017 κατασχετήριου εγγράφου, δυνάμει του οποίου η καθ’ ης η ανακοπή, υπό την ιδιότητά της ως ασκούσα προσωρινά την επιμέλεια του προσώπου των ανήλικων τέκνων τους Ηλία και Μαρίας – Άννας, επέβαλε αναγκαστική κατάσχεση εις χείρας της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία “ALPHA BANK Α.Ε.”, ως τρίτης, για την ικανοποίηση της απορρέουσας από την ως άνω επιταγή απαίτησης των τέκνων της για την προσωρινή σε χρήμα διατροφή τους, όπως αυτή επιδικάστηκε με την παραπάνω προσωρινή διαταγή, συνολικού ποσού 4.400,00 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη ανακοπή αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 702 παρ. 1 ΚΠολΔ) και μολονότι εσφαλμένα εισάγεται προς συζήτηση κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ, πρέπει, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην παραπάνω νομική σκέψη, να διακρατηθεί και να εκδικαστεί κατά την προσήκουσα διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ) από το παρόν Δικαστήριο, εφόσον πρόκειται για διαφορά από την εκτέλεση προσωρινής διαταγής, καθώς μπορούν να τηρηθούν όλοι οι δικονομικοί κανόνες της προσήκουσας διαδικασίας, οι οποίοι δεν παραβλάπτονται από τη σύμπραξη γραμματέα στην εκδίκασή της, ασκήθηκε δε εμπρόθεσμα, ήτοι εντός της τασσόμενης από τη διάταξη του άρθρου 934 παρ. 1 περ. α’ ΚΠολΔ, όπως ισχύει, προθεσμίας, ήτοι εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημέρα της κατάσχεσης, δεδομένου ότι η μεν προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 20-2-2017 και το προσβαλλόμενο κατασχετήριο επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 2-3-2017 (βλ. προσκομιζόμενες με επίκληση από την καθ’ ης υπ’ αριθμ. 2507Ε7 20-2-2017 και υπ’ αριθμ. 2618ΣΤ/2-3-2017 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο αυτό Ιωάννη Χαλκιαδάκη, αντίστοιχα), ενώ η κρινόμενη ανακοπή επιδόθηκε στην καθ’ ης στις 10-3-2017 (βλ. προσκομιζόμενη με επίκληση από τον ανακόπτοντα υπ’ αριθμ. 6121Β710-3-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Ιωάννη Κοπανά). Επομένως, η κρινόμενη ανακοπή, η οποία είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 700 παρ. 3, 702 παρ. 1, 691Α, 933 παρ. 1 ΚΠολΔ, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 416 ΑΚ, η ενοχή αποσβέννυται με καταβολή, η οποία, για να έχει ως αποτέλεσμα την απόσβεση της ενοχής πρέπει να είναι προσήκουσα, δηλαδή να λαμβάνει ο δανειστής ό,τι πράγματι δικαιούται, σύμφωνα με το νόμο ή τη σύμβαση. Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 422 ΑΚ, αν ο οφειλέτης έχει περισσότερα χρέη προς το δανειστή έχει το δικαίωμα να ορίσει κατά την καταβολή το χρέος που θέλει να εξοφληθεί, ενώ αν δεν όρισε τίποτα, η παροχή που έγινε καταλογίζεται πρώτα στο ληξιπρόθεσμο χρέος και, αν υπάρχουν περισσότερα, σε εκείνο που παρέχει μικρότερη ασφάλεια για το δανειστή, αν υπάρχουν περισσότερα με ίση ασφάλεια στο επαχθέστερο για τον οφειλέτη, αν υπάρχουν περισσότερα το ίδιο επαχθή στο αρχαιότερο, αν όλα τα χρέη είναι σύγχρονα, ο καταλογισμός γίνεται σύμμετρα. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται ότι ο οφειλέτης, εναγόμενος για την πληρωμή ορισμένου χρέους, εάν ισχυριστεί ότι αυτό έχει αποσβεστεί με καταβολή, αρκεί να αποδείξει αυτή την καταβολή, χωρίς να είναι ανάγκη να αποδείξει και ότι η καταβολή αφορά στο επίδικο χρέος, διότι τούτο εξυπακούεται, αφού σ’ αυτό αναφέρεται η δίκη. Μόνο αν ο δανειστής (ενάγων ή καθ’ ου η ανακοπή επί οφειλής από διαταγή πληρωμής), αποδεχόμενος την καταβολή, αντιλέγει με ένσταση, ισχυριζόμενος ότι η προβαλλόμενη από τον οφειλέτη καταβολή αφορά όχι το επίδικο, αλλά το χρέος του οφειλέτη προς αυτόν από άλλη αιτία, τότε ο δανειστής, επί τη αρνήσει του οφειλέτη, υποχρεούται να αποδείξει την ύπαρξη του άλλου χρέους, οπότε στον οφειλέτη απόκειται περαιτέρω με αντένσταση να επικαλεστεί και να αποδείξει ότι η καταβολή έγινε προς εξόφληση του επίδικου χρέους με μονομερή από αυτόν καθορισμό του εξοφλητέου από τα περισσότερα χρέη βάσει του άρθρου 422 ΑΚ. Ενόψει, όμως, του ότι η διάταξη του άρθρου 422 ΑΚ, για τον τρόπο καταλογισμού των καταβολών του οφειλέτη σε περίπτωση που αυτός έχει περισσότερα χρέη, είναι ενδοτικού δικαίου, είναι επιτρεπτή αντίθετη συμφωνία των συμβαλλόμενων είτε πριν από την καταβολή, είτε κατά, είτε μετά την καταβολή κατ’ άρθρο 361 ΚΠολΔ. Αυτός δε που επικαλείται συμφωνία ως προς τον τρόπο καταλογισμού αποδεικνύει αυτή. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει συμφωνία ούτε μονομερής προσδιορισμός από τον οφειλέτη, που είναι δεσμευτικός για το δανειστή, τότε ο καταλογισμός θα γίνει κατά τον επικουρικό προσδιορισμό του εδ. β’ του άρθρου 422 ΑΚ. Η διάταξη του άρθρου 422 ΑΚ εφαρμόζεται αναλογικά όχι μόνο όταν τα περισσότερα χρέη πηγάζουν από διαφορετικές έννομες σχέσεις, αλλά και όταν πηγάζει από την ίδια έννομη σχέση, όπως όταν πρόκειται για μία οφειλή που συμφωνήθηκε να καταβληθεί σε δόσεις. Εξάλλου, η διάταξη του άρθρου 422 εδ. β’ ΑΚ προϋποθέτει για την εφαρμογή της την ύπαρξη πλείονων χρεών από τα οποία το ένα είναι τουλάχιστον ληξιπρόθεσμο, στο οποίο και θα γίνει τελικά ο καταλογισμός (βλ. σχετ. ΑΠ 1226/2018 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1221/2017 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 315/2017 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 531/2015 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1965/2014 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΔωδ 186/2017 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 933 παρ. 5 ΚΠολΔ, ως ισχύει με την αντικατάστασή της με το άρθρο 1 άρθρο όγδοο παρ. 2 Ν. 4335/2015, οι ισχυρισμοί οι οποίοι αφορούν την απόσβεση της απαίτησης, για την ικανοποίηση της οποίας γίνεται η εκτέλεση, πρέπει να αποδεικνύονται μόνο με έγγραφα ή με δικαστική ομολογία, ενώ η προηγούμενη διατύπωση όριζε ότι οι ισχυρισμοί οι οποίοι αφορούν την απόσβεση της απαίτησης, για την ικανοποίηση της οποίας γίνεται η εκτέλεση, πρέπει να αποδεικνύονται αμέσως (παραχρήμα), διαφορετικά απορρίπτονται και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτοι. Η ρύθμιση αυτή που καθιερώνει η εν λόγω διάταξη, και υπό τη νέα της διατύπωση, είναι ειδική και υπερισχύει των διατάξεων της τακτικής ή της ειδικής διαδικασίας, με την οποία εκδικάζεται κατά τα λοιπά η ανακοπή, και αποσκοπεί, με το απαράδεκτο που καθιερώνει, στην αποφυγή παρέλκυσης της εκτελεστικής διαδικασίας και στον περιορισμό των δικών περί την εκτέλεση, ώστε να μην αποδυναμώνονται οι εκτελεστικοί τίτλοι με την καθυστέρηση της εκτέλεσής τους. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο και το σκοπό της, αλλά και από το γεγονός ότι αφορά δίκες περί την εκτέλεση, όπου οι απαιτήσεις είναι εξοπλισμένες με εκτελεστό τίτλο, άμεση απόδειξη δεν σημαίνει απλώς προαπόδειξη, με την οποία, αν και την προϋποθέτει, δεν ταυτίζεται εννοιολογικώς, αλλά απόδειξη των αποσβεστικών της εκτελούμενης απαίτησης ισχυρισμών κατά την υποβολή τους μόνο με έγγραφα ή δικαστική ομολογία, γιατί αλλιώς κινδυνεύει να φαλκιδευθεί και το δικαίωμα του αντιδίκου για ανταπόδειξη. Ειδικότερα ως έγγραφο, που αποδεικνύει αμέσως, νοείται όχι μόνο το συμβολαιογραφικό έγγραφο, αλλά και το ιδιωτικό, εφόσον, όμως, προέρχεται από τον επισπεύδοντα την εκτέλεση ή ενδεχομένως και από τρίτο, αν είναι έγγραφο διάθεσης και όχι έγγραφο μαρτυρίας, όπως είναι το περιέχον βεβαίωση ή μαρτυρία του εκδότη έγγραφο για κάποιο περιστατικό ευρισκόμενο εκτός αυτού. Στην έννοια δε της ομολογίας δεν υπάγεται η έμμεση ομολογία, την οποία συνάγει ο δικαστής, κατ’ άρθρο 261 ΚΠολΔ, από τη μη αμφισβήτηση ειδικά ισχυρισμού, απόκειται δε στη διακριτική του ευχέρεια. Συνεπώς, για την απόδειξη των ανωτέρω ισχυρισμών των αποσβεστικών της απαίτησης, όπως είναι οι ισχυρισμοί για την εξόφληση της απαίτησης, για τη δόση αντί καταβολής, για την ύπαρξη ανανέωσης, για το συμβιβασμό, για την ύπαρξη συμφωνίας άφεσης χρέους, για την ύπαρξη συμφωνίας συμψηφισμού κλπ., δεν επιτρέπονται αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους της ως άνω διάταξης, ούτε ένορκες βεβαιώσεις, ούτε εξέταση μαρτύρων, ούτε επαγωγή όρκου, γιατί τα μέσα αυτά θεωρούνται ως μη παρέχοντα “παραχρήμα” απόδειξη. Η αδυναμία “παραχρήμα” απόδειξης δεν άγει σε ουσιαστική απόρριψη των αποσβεστικών ισχυρισμών, αλλά σε απόρριψη τους ως απαράδεκτων και αυτεπαγγέλτως (βλ. σχετ. ολΑΠ 10/1993 ΕλλΔνη 1994,1242, ΑΠ 374/2013 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 363/2014 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1051/2010 ΕλλΔνη 2011,755, ΑΠ 1856/2005 ΕλλΔνη 2006,473, ΕφΑΘ 3091/2007 ΕφΑΔ 2008,810, ΕφΘεσ 20/2012 Αρμ 2013,1511, ΜΠΘεσ 24547/2012 ΕΠολΔ 2012,768, ΜΠΠατρ 166/2015 ΕλλΔνη 2016,1452). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της κρινόμενης ανακοπής, ο ανακόπτων ζητεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης επιταγής προς πληρωμή και του προσβαλλόμενου κατασχετήριου εγγράφου εις χείρας της προαναφερόμενης ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας ως τρίτης, διατεινόμενος ότι το επιτασσόμενο προς καταβολή συνολικό ποσό των 4.400,00 ευρώ, που αφορά στην επιδικασθείσα με την από 1-8-2016 προσωρινή διαταγή της Δικαστού του Δικαστηρίου αυτού διατροφή των ανήλικων τέκνων του, Ηλία και Μαρίας – Αννας, των οποίων την επιμέλεια του προσώπου τους ασκεί προσωρινά η καθ’ ης η ανακοπή μητέρα τους, εξοφλήθηκε από αυτόν ολοσχερώς, ήδη πριν από την επίδοση της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, δια των από 10-2-2017 και 13-2-2017 καταβολών του, ποσών 3.985,00 ευρώ και 415,00 ευρώ, αντίστοιχα, μέσω τραπεζικών εμβασμάτων από τους αναφερόμενους τραπεζικούς του λογαριασμούς στον αναφερόμενο τραπεζικό λογαριασμό που τηρεί η καθ’ ης στην τράπεζα ALPHA BANK. Ο λόγος αυτός, με τον οποίο ο ανακόπτων προβάλλει ολοσχερή απόσβεση της απαίτησης, για την ικανοποίηση της οποίας η καθ’ ης επισπεύδει την προκειμένη σε βάρος του εκτελεστική διαδικασία, είναι νόμιμος, στηριζόμενος στη διάταξη του άρθρου 416 ΑΚ, και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.

Από όλα τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για μερικά εκ των οποίων γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς, όμως, να παραλεκρθεί κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της από 1-8-2016 προσωρινής διαταγής της Δικαστού αυτού του Δικαστηρίου, εκτελούσας χρέη Προέδρου Υπηρεσίας, που εκδόθηκε επί σχετικού αιτήματος της καθ’ ης η ανακοπή, το οποίο συμπεριλήφθηκε στην υπ αριθμόν έκθεση κατάθεσης 39590/5824/8-7-2016 αίτησης για λήψη ασφαλιστικών μέτρων σε βάρος του ανακόπτοντος εν διαστάσει συζύγου της, απευθυνόμενης ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού’ ανατέθηκε προσωρινά στην καθ’ ης η αποκλειστική άσκηση της επιμέλειας του προσώπου των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, ______ και ________, υποχρεώθηκε ο ανακόπτων να προκαταβάλει στην καθ’ ης, με την ανωτέρω ιδιότητά της, εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου ημερολογιακού μηνός, ως συμμετοχή του στην προσωρινή σε χρήμα διατροφή των ανωτέρω ανήλικων τέκνων του, το ποσό των 1.000,00 ευρώ μηνιαίως για τον ανήλικο ________ και το ποσό των 1.200,00 ευρώ μηνιαίως για την ανήλικη _______, διατάχθηκε η μετοίκηση του ανακόπτοντος από την κείμενη επί της οδού _____ αρ. ___ στη ________ (περιοχή Πηγαδάκια) συζυγική οικία και παραχωρήθηκε στην καθ’ ης η χρήση του συνόλου της οικοσκευής που βρισκόταν στην εν λόγω οικία και όλα τα ανωτέρω μέχρι τη συζήτηση της αίτησης και υπό τον όρο συζήτησής της κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 16ης-11-2016, κατά την οποία αναβλήθηκε η συζήτηση της αίτησης για τη δικάσιμο της 13ης-2-2017 και διατηρήθηκε η ανωτέρω προσωρινή διαταγή μέχρι τη συζήτηση της αίτησης. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο, εξάλλου, η συζήτηση της αίτησης αναβλήθηκε εκ νέου για τη δικάσιμο της 2ας_5-2017 και διατηρήθηκε η προσωρινή διαταγή μέχρι τη συζήτηση. Στις 20-2-2017 η καθ’ ης επέδωσε στον ανακόπτοντα ακριβές νόμιμα επικυρωμένο αντίγραφο της από 1-8-2016 προσωρινής διαταγής της Δικαστού του Δικαστηρίου αυτού με την παρά πόδας αυτής επιταγή προς πληρωμή, με την οποία επέτασσε τον ανακόπτοντα να της καταβάλει α) το συνολικό ποσό των 4.400,00 ευρώ για την επιδικασθείσα με την προσωρινή διαταγή μηνιαία διατροφή των προαναφερόμενων ανήλικων τέκνων τους για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο του έτους 2017, β) το ποσό των 20,82 ευρώ για τόκους επί του συνολικού ποσού διατροφής για το μήνα Ιανουάριο του έτους 2017, γ) το ποσό των 7,09 ευρώ για τόκους επί του συνολικού ποσού διατροφής για το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2017, δ) το ποσό των 4,10 ευρώ για αντιγραφικά δικαιώματα, ε) το ποσό των 300,00 ευρώ για τη σύνταξη της επιταγής, στ) το ποσό των 50,00 ευρώ για παραγγελία προς επίδοση της επιταγής και ζ) το ποσό των 125,00 ευρώ για την επίδοση της επιταγής, δηλαδή συνολικά το ποσό των 4.907,01 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της επιταγής και μέχρι την εξόφληση, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη με επίκληση από την καθ’ ης υπ’ αριθμ. 2507Ε720-2-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο αυτό Ιωάννη Χαλκιαδάκη. Ακολούθως, η καθ’ ης με το από 2-3-2017 κατασχετήριο έγγραφο, το οποίο επέδωσε στον ανακόπτοντα στις 2-3-2017, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη με επίκληση από την καθ’ ης υπ’ αριθμ. 2618ΣΤ/2-3-2017 έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή, επέβαλε εις χείρας της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία “ALPHA BANK Α.Ε.” ως τρίτης αναγκαστική κατάσχεση στις πάσης φύσης χρηματικές καταθέσεις του ανακόπτοντος που τηρεί αυτός σε κάθε είδους λογαριασμό στην ως άνω τράπεζα μέχρι του ποσού των 4.907,01 ευρώ πλέον ποσού 223,40 ευρώ για σύνταξη, παραγγελία προς επίδοση και επίδοση του κατασχετηρίου στον ανακόπτοντα, ήτοι μέχρι του συνολικού ποσού των 5.130,51 ευρώ, νομιμότοκα, πλην του κονδυλίου των τόκων, από την επομένη της επίδοσης της επιταγής προς πληρωμή και μέχρι την εξόφληση. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα πιθανολογήθηκε ότι ο ανακόπτων, σε εκτέλεση της ανωτέρω προσωρινής διαταγής, από την έκδοσή της μέχρι και το Δεκέμβριο του έτους 2016 κατέβαλε ανελλιπώς την επιδικασθείσα προσωρινά διατροφή των ανήλικων τέκνων του μέσω τραπεζικών εμβασμάτων από τους υπ’ αριθμ. GR 06 0172 0230 0050 2303 2146 366 και GR89 0172 0230 0050 2301 9928 401 τραπεζικούς λογαριασμούς που τηρεί στην Τράπεζα Πειραιώς προς τον υπ’ αριθμ. 106002101169490 ατομικό λογαριασμό της καθ’ ης, τον οποίο αυτή τηρεί στην ALPHA Τράπεζα, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα από αυτόν σχετικά ειδοποιητήρια εξερχόμενου εμβάσματος της Τράπεζας Πειραιώς, Τον Ιανουάριο, ωστόσο, του έτους 2017 δεν προχώρησε σε σχετική καταβολή της διατροφής τους. Ο ανακόπτων, ωστόσο, ισχυρίζεται ότι εξόφλησε την οφειλόμενη για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο του έτους 2017 διατροφή των ανήλικων τέκνων του με δύο καταβολές στις 10-2-2017 ποσού 3.985,00 ευρώ και στις 13-2-2017 ποσού 415,00 ευρώ, μέσω τραπεζικών εμβασμάτων από τον υπ’ αριθμ. 421002786054686 τραπεζικό λογαριασμό, που τηρεί στην τράπεζα ALPHA BANK προς τον προαναφερόμενο ατομικό λογαριασμό της καθ’ ης. Από το προσκομιζόμενο με επίκληση από τον ανακόπτοντα αντίγραφο αναλυτικών στοιχείων συναλλαγής της τράπεζας ALPHA BANK προκύπτει ότι στις 10-2-2017 πραγματοποιήθηκε η ως άνω μεταφορά ποσού 3.985,00 ευρώ με αριθμό συναλλαγής 210702100999713218, ενώ από το προσκομιζόμενο με επίκληση από τον ανακόπτοντα αντίγραφο εγγράφου μεταφοράς εμβάσματος σε άλλη τράπεζα της Τράπεζας Πειραιώς με κωδικό συναλλαγής WINBREM9251 1584 προκύπτει ότι στις 13-2-2017 πραγματοποιήθηκε ηλεκτρονικά η ως άνω μεταφορά ποσού 415,00 ευρώ στον παραπάνω λογαριασμό της καθ’ ης με αιτιολογία συναλλαγής “υπόλοιπο διατροφής _____ _____Ιανουάριος Φεβρουάριος μετά από το έμβασμα από alpha bank 3985”, με ημερομηνία αξίας 14-2-2017, δηλαδή συνολικού ποσού (3.985,00 + 415,00 =) 4.400,00 ευρώ. Η καθ’ ης σε αντίκρουση του ως άνω λόγου ανακοπής ισχυρίζεται ότι η χρέωση του υπ’ αριθμ. 421002786054686 τραπεζικού λογαριασμού της ALPHA BANK, ο οποίος είναι κοινός λογαριασμός με συνδικαιούχους την ίδια και τον αντίδικό της, με το ποσό των 3.985,00 ευρώ στις 10-2-2017 και η πίστωση του δικού της ως άνω λογαριασμού με το ποσό αυτό πραγματοποιήθηκε από την ίδια και όχι από τον ανακόπτοντα, ενώ η από 14-2-1017 μεταφορά στο λογαριασμό της ποσού 415,00 ευρώ από τον αντίδικό της δεν αφορούσε στην καταβολή διατροφής των ανήλικων τέκνων τους, αλλά στην κάλυψη από τον ανακόπτοντα των δόσεων για τη συμμετοχή του ανήλικου υιού τους Ηλία σε σχολική εκδρομή στη Βουδαπέστη και στη Βιέννη. Από το προσκομιζόμενο με επίκληση από την καθ’ ης από 24-7-2017 έγγραφο της ALPHA BANK προκύπτει ότι η μεταφορά του ποσού 3.985,00 ευρώ από τον παραπάνω κοινό λογαριασμό των διαδίκων στον ως άνω ατομικό λογαριασμό της έγινε πράγματι από την ίδια, η οποία, ωστόσο, δεν διευκρινίζει τους λόγους μεταφοράς του ποσού αυτού. Αντίθετα, ο ανακόπτουν διατείνεται ότι η μεταφορά αυτή πραγματοποιήθηκε από την αντίδικό του στο πλαίσιο προφορικής δικής του εντολής για χρέωση του παραπάνω κοινού λογαριασμού τους προς ολοσχερή εξόφληση της διατροφής των ανήλικων τέκνων τους για το μήνα Ιανουάριο του έτους 2017 και μερική εξόφληση της διατροφής τους για το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2017. Ο ισχυρισμός του αυτός πιθανολογείται ως ουσιαστικά βάσιμος, καθόσον επιρρωνύεται από το προαναφερόμενο αντίγραφο εγγράφου μεταφοράς εμβάσματος σε άλλη τράπεζα της Τράπεζας Πειραιώς με κωδικό συναλλαγής WINBREM92511584, όπου ρητά ο ανακόπτουν αιτιολόγησε τη μεταφορά ως υπόλοιπο διατροφής των επίδικων μηνών μετά από το ανωτέρω έμβασμα από την ALPHA BANK ποσού 3.985,00 ευρώ. Από το παραπάνω έγγραφο πιθανολογείται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ότι η εν λόγω μεταφορά πραγματοποιήθηκε, εν γνώσει του ανακόπτοντος, στο πλαίσιο εξόφλησης της οφειλόμενης από αυτόν διατροφής των τέκνων του, δοθέντος ότι δεν υφίστατο οποιαδήποτε άλλη οικονομική του υποχρέωση απέναντι στην αντίδικό εν διαστάσει σύζυγό του, άλλως αυτός δεν θα ήταν σε θέση να γνωρίζει τη μεταφορά του παραπάνω ποσού και, μάλιστα, να τη μνημονεύσει ρητά στο αποδεικτικό της παραπάνω ηλεκτρονικής συναλλαγής του τρεις μόλις ημέρες μετά την εκταμίευση του ποσού, εάν ήθελε υποτεθεί ότι η μεταφορά αυτή έγινε από την καθ’ ης, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τον ανακόπτοντα και δη εν αγνοία του, όπως, αντίθετα, όλως αβάσιμα ισχυρίζεται η καθ’ ης. Προσθέτως και ο έτερος ισχυρισμός της καθ’ ης περί καταβολής του ποσού των 415,00 ευρώ από τον ανακόπτοντα προς εξόφληση δόσης για τη συμμετοχή του ανήλικου υιού τους Ηλία στην προαναφερόμενη σχολική εκδρομή και όχι προς εξόφληση της διατροφής του, με τον οποίο επιχειρεί να θεμελιώσει την κατ’ άρθρο 422 ΑΚ αντένσταση, ελέγχεται ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον αφενός μεν ο ανακόπτων κατά την καταβολή του καθόρισε το χρέος στο οποίο καταλόγισε την καταβολή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 422 εδ. α’ ΑΚ, αφετέρου και πρωτίστως η εξόφληση των δόσεων για τη συμμετοχή του υιού του στην παραπάνω σχολική εκδρομή δεν συνιστούσε χρέος και δη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό του ανακόπτοντος προς την ασκούσα προσωρινά την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου μητέρα του, αφού η δαπάνη συμμετοχής του ανηλίκου στην εκδρομή βάρυνε εκ του νόμου και τους δύο γονείς του, ως υπόχρεους για τη διατροφή του ανάλογα με τις οικονομικές του δυνάμεις, ουδόλως δε αποδεικνύεται είτε ότι ο ανακόπτων ανέλαβε τέτοια υποχρέωση συμβατικά απέναντι στην αντίδικό του, είτε ότι απέρρεε τέτοια υποχρέωσή του από οποιαδήποτε δικαστική απόφαση. Επομένως, κατά την κρίση του Δικαστηρίου ο ανακόπτων, ήδη πριν από την επίδοση της προσβαλλόμενης επιταγής προς πληρωμή και την επιβολή από την καθ’ ης αναγκαστικής κατάσχεσης δυνάμει του προσβαλλόμενου κατασχετήριου εγγράφου, είχε εξοφλήσει ολοσχερώς την επιδικασθείσα σε βάρος του με την παραπάνω προσωρινή διαταγή διατροφή των ανήλικων τέκνων του για τους επίμαχους μήνες Ιανουάριου και Φεβρουάριου του έτους 2017. Η κρίση αυτή, άλλωστε, του Δικαστηρίου επιρρωνύεται και από το γεγονός ότι ο ανακόπτων, μετά την έκδοση της ανωτέρω προσωρινής διαταγής, υπήρξε συνεπής στην καταβολή της προσωρινά επιδικασθείσας διατροφής των ανήλικων τέκνων του τόσο μέχρι και το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2016, όσο και κατά τους επόμενους, μετά το Φεβρουάριο του έτους 2017, μήνες, ήτοι από Μάρτιο έως και Μάιο του έτους 2017, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα με επίκληση από αυτόν από 8-3-2017, 5-4-2017 και 5-5-2017 αντίγραφα ειδοποιητηρίων εξερχόμενων εμβασμάτων της Τράπεζας Πειραιώς, οπότε έπαυσε να ισχύει η ως άνω προσωρινή διαταγή ενόψει έκδοσης της με αριθμό 3852/2017 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, επί της προαναφερόμενης αίτησης της καθ’ ης σε βάρος του, ώστε δεν δύναται να εξηγηθεί η επικαλούμενη από την αντίδικό του ασυνέπεια αυτού ως προς την καταβολή της επιδικασθείσας διατροφής μόνο για τους ως άνω δύο μήνες. Επομένως, ο πρώτος λόγος της κρινόμενης ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος και ως εκ τούτου πρέπει να γίνει δεκτή και η κρινόμενη ανακοπή ως ουσιαστικά βάσιμη και να ακυρωθούν η προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή τόσο ως προς το επιτασσόμενο μ’ αυτήν προς πληρωμή κεφάλαιο ποσού 4.400,00 ευρώ, όσο, άλλωστε, και ως προς το έτερο επιτασσόμενο κονδύλιο των τόκων επί του ως άνω κεφαλαίου, δοθέντος ότι με την παραπάνω διαταγή πληρωμής, επί της οποίας στηρίχθηκε η έκδοση της επιταγής, δεν επιδικάστηκαν νόμιμοι τόκοι σε περίπτωση μη καταβολής ή μη εμπρόθεσμης καταβολής της διατροφής, και το ανακοπτόμενο κατασχετήριο έγγραφο, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό, ενώ παρέλκει η εξέταση των λοιπών, πλην του ανωτέρω που εξετάστηκε από το Δικαστήριο, λόγων της ανακοπής, καθώς από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68, 216, 218, 583, 585 και 933 ΚΠολΔ σαφώς συνάγεται ότι, όταν υπάρχουν περισσότεροι λόγοι, νομικοί ή πραγματικοί, που όλοι μαζί ή καθένας χωριστά αποβλέπουν στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή στην ακύρωση της πράξης εκτέλεσης, τότε αν το δικαστήριο κάνει δεκτό ένα λόγο και ικανοποιώντας το αίτημα της ανακοπής ακυρώσει την πράξη, δεν πρέπει να προχωρήσει στην έρευνα των λοιπών λόγων, καθώς μετά την ακύρωση της της πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης θεωρείται ότι έχει ικανοποιηθεί πλήρως το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος (βλ. σχετ. ΕφΑΘ 260/2001 ΕλλΔνη 2001,1372). Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί η καθ’ ης η ανακοπή, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ανακόπτοντος, σύμφωνα με το νόμιμο αίτημα του τελευταίου (άρθρα 176 ΚΠολΔ, 63 παρ. 1α, 65, 66 και 68 παρ. 1 Ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων»), προσδιοριζόμενων βάσει του ποσού της απαίτησης για το οποίο επισπεύστηκε η εκτέλεση (βλ. σχετ. ΑΠ 905/2011 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 328/2003 ΧρΙΔ2003’547), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων κατά την προσήκουσα διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την από 20-2-2017 επιταγή προς πληρωμή που συντάχθηκε κάτω από την υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης 39590/5824/8-7-2016 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με την επ’ αυτής σημειωμένη από 1-8-2016 προσωρινή διαταγή της Δικαστού αυτού του Δικαστηρίου και το από 2-3-2017 κατασχετήριο έγγραφο της καθ’ ης εις χείρας της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία “ALPHA BANK Α.Ε.”.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ’ ης η ανακοπή στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ανακόπτοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, στο ακροατήριό του, και σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις 3 Φεβρουάριου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, με την παρουσία και της Γραμματέως, και θεωρήθηκε αυθημερόν.

offices-map

Τα Γραφεία μας

Η “OΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” ασχολείται με πάνω από 100 Νομικούς Τομείς και διατηρεί Δεκατέσσερα (14) γραφεία σε Έντεκα (11) χώρες:

Αλιεύστε την Εταιρική Παρουσίαση μας
Επικοινωνία