Περίληψη
Μ.Μ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός Βουλεύματος 596/2010
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Βασιλική Ανδρουλάκη και Σπυρίδωνα Γεωργουλέα, Πλημμελειοδίκες.
Συνεδρίασε στο γραφείο του Προέδρου την 26-4-2010. Στη συνεδρίαση ήταν παρούσες η Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Ροδόπη Νικολούδη (επειδή κωλύονταν οι Εισαγγελείς) και η δικαστική γραμματέας Παρασκευή Νικολάου .
Το Συμβούλιο κλήθηκε να αποφανθεί για την παρακάτω ποινική υπόθεση.
Ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά των :
1) _________ _________ του _________ , κατοίκου _________ _________ κ.λ.π. , για α) πλαστογραφία μετά χρήσεως κ.λ.π . Διατάχθηκε και διενεργήθηκε κυρία ανάκριση μετά το τέλος της οποίας η παραπάνω Αντεισαγγελέας υπέβαλε προς το Συμβούλιο αυτό την ποινική δικογραφία που σχηματίσθηκε μαζί με την με αριθμό ΕΓ 4-10/65/2/29-3- 2010 έγγραφη-πρότασή της, που έχει ως εξής:
Εισάγω ενώπιον Σας, σύμφωνα με τα άρθρα 32 παρ.1 και 4, 138 παρ.2, 308 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 20 παρ. 1 του Ν. 3160/2003, την προκειμένη ανακριτική δικογραφία με ABM Α06/532 κατά των: α) _________ _________ του _________ , κατοίκου _________ , οδός _________ αρ. ___, β) _________ _________ του _________ , κατοίκου _________ , οδός _________ αρ. ___, γ) _________ _________ του _________ , κατοίκου _________ , πάροδος _________ αρ. __ και δ) _________ _________ , το γένος _________ _________ , κατοίκου _________ _________ , οδός _________ αρ. __, κατηγορουμένου του πρώτου εξ αυτών, _________ _________ για πλαστογραφία με χρήση με σκοπό πορισμού περιουσιακού οφέλους με βλάβη τρίτου άνω των 73.000 ευρώ, των δε λοιπών για ηθική αυτουργία στην ανωτέρω πράξη κατά συναυτουργία (άρθρα 1, 13 γ’, 14, 16, 18, 26 παρ. 1 εδ. α’, 27 παρ. 1, 45, 46 παρ. 1 στοιχ. α’, 51,52, 53, 83, 94 παρ. 1, 216 παρ. 3-1 ΠΚ, ως η παρ. 3 άρ. 216 αντικ. με άρθ. 1 παρ. 7α’ Ν. 2408/96 και άρ. 14 παρ. 2α’ Ν. 2721/1999) και εκθέτω τα ακόλουθα:
Εξ αφορμής της από 13/6/2006 εγκλήσεως της _________ _________ , ασκήθηκε ποινική δίωξη και παραγγέλθηκε η διενέργεια κυρίας ανάκρισης, η οποία περατώθηκε νόμιμα σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 270 παρ. 1ΚΠΔ.
Σύμφωνα με το άρθρο 216 παράγραφος 1 ΠΚ «όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Η χρήση του εγγράφου από αυτόν θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση», ενώ σύμφωνα με την τρίτη παράγραφο εδαφ. α’ του ίδιου άρθρου: «αν ο υπαίτιος αυτών των πράξεων (παράγραφοι 1-2) σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον ή σκόπευε να βλάψει άλλον τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, εάν το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ». Από τη διάταξη αυτή που σκοπό έχει την προστασία της ασφάλειας και της αξιοπιστίας των συναλλαγών και ειδικότερα την απόδειξη των συναλλαγών μέσω της ενσωματωμένης στα έγγραφα δήλωσης, συνάγεται ότι για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της πλαστογραφίας απαιτούνται: Α) κατάρτιση πλαστού ή νόθευση γνήσιου εγγράφου. Έγγραφο είναι κάθε γραπτό που προορίζεται ή είναι πρόσφορο να αποδείξει γεγονός που έχει έννομη σημασία, όπως και κάθε σημείο που προορίζεται να αποδείξει ένα τέτοιο γεγονός. Συνήθη έγγραφα είναι αυτά που αποτυπώνονται πάνω σε χαρτί, αλλά και πάνω σε κάθε μέσο, ακόμα και κάτι άκρως ασυνήθιστο. Ως έγγραφο νοείται και το αντικείμενο, με το οποίο ηθελημένα εξωτερικεύεται η ανθρώπινη σκέψη που είναι ενσωματωμένη σε αυτό κατά τρόπο που να μπορεί να γίνει κατανοητή και να προκύπτει από τη δήλωση της σκέψης το πρόσωπο του εκδότη (ΟλΑΠ 203/1989 ΠΧ ΛΘ 809). Προέχουσα, δηλαδή, είναι η εγγυητική λειτουργία του εγγράφου, που συνίσταται στον προσδιορισμό του προσώπου που δεσμεύεται από το έγγραφο. Η εξωτερικευθείσα σκέψη πρέπει να έχει ενσωματωθεί στο έγγραφο σε σταθερή σύνδεση, κατά κανόνα με γραφή, δεν είναι όμως αναγκαίο η εξωτερικευμένη σκέψη να γίνεται πλήρως κατανοητή στον κάθε ένα, αλλά αρκεί να μπορεί να την κατανοήσουν οι μυημένοι με συμφωνία ή να είναι κατανοητή κατά τις συνήθειες των συναλλαγών ή να μπορεί να συναχθεί κατά το πλήρες περιεχόμενό της από τις περιστάσεις που κείνται και εκτός του εγγράφου. Κατάρτιση πλαστού, είναι η εξαρχής από τον υπαίτιο δημιουργία του εγγράφου, όταν φαίνεται ότι καταρτίσθηκε από πρόσωπο διαφορετικό από εκείνο από το οποίο πράγματι εκδόθηκε, ώστε να παρέχεται η αναληθής εντύπωση ότι αυτό προέρχεται από τον αναγνωρίσιμο από αυτό εκδότη, δηλαδή να δημιουργείται παραπλάνηση περί της ταυτότητας του εκδότη, ήτοι του προσώπου από το οποίο φέρεται ότι προέρχεται το έγγραφο. Νόθευση είναι η μεταγενέστερη της κατάρτισής του, αλλοίωση της έννοιας γνήσιου εγγράφου που γίνεται με τη μεταβολή του περιεχομένου του, με την προσθήκη ή εξάλειψη ή αντικατάσταση λέξεων, αριθμών ή άλλων στοιχείων έτσι ώστε να παρέχεται η εντύπωση ότι η δήλωση του εκδότη είχε εξ αρχής το περιεχόμενο που προσδόθηκε μετά την αλλοίωση, έστω και αν το έγγραφο μετά τη νόθευση αποκαθιστά την αληθινή κατάσταση (ΑΠ 35/2008, ΠΧ ΝΗ’, σελ. 834, ΑΠ 1034/2007, ΠΧ 2007, σελ. 693, ΑΠ 967/2006, ΠΧ 2007, σελ. 334, ΑΠ 586/2006 ΠΧ 2007, σελ. 56, ΑΠ 1265/2005, ΠΧ 2006, σελ. 228, ΑΠ 1505/2004, ΠΧ 2005, σελ. 622, ΑΠ 184/2002 ΠΧ ΝΒ’ σελ. 898). Β) Δόλος. Το αδίκημα είναι υπερχειλούς υποκειμενικής υποστάσεως, αφού η διάταξη αξιώνει και σκοπό παραπλάνησης. Προς παραπλάνηση ενεργεί αυτός που έχει τη θέληση να προκαλέσει πλάνη σε κάποιον άλλο περί τη γνησιότητα του εγγράφου και με αυτή να τον οδηγήσει σε εννόμως σημαντική συμπεριφορά που προκλήθηκε από το περιεχόμενο της πλαστότητας ή που ενισχύει ήδη υπάρχουσα πλάνη (ΑΠ 1884/2005 ΠΧ 2005, σελ. 519). Είναι αδιάφορο αν επιτεύχθηκε η παραπλάνηση, καθώς επίσης και αν σκοπείται η παραπλάνηση ενός συγκεκριμένου προσώπου ή όποιου ευκαιριακά εμφανισθεί. Γ) Αιτιώδης σύνδεσμος, ήτοι προσφορότητα του εγγράφου να προκαλέσει παραπλάνηση. Δεδομένου ότι η ενσωματωμένη δήλωση πρέπει να προορίζεται ή να είναι πρόσφορη να αποδείξει γεγονός που μπορεί να έχει έννομη σημασία ή να αποτελεί σημείο που προορίζεται για μια τέτοια απόδειξη, το πρόσφορο της απόδειξης καθορίζεται αντικειμενικά και πρέπει να γίνεται αντιληπτό με ευρεία έννοια και, συνεπώς, πρόσφορο προς απόδειξη είναι κάθε πραγματικό περιστατικό το οποίο στις συναλλαγές δεν είναι εντελώς ασήμαντο. Οι έννομες συνέπειες πρέπει να αναφέρονται στην παραγωγή, διατήρηση, μεταβολή, μεταβίβαση ή απόσβεση δικαιωμάτων ή έννομης σχέσης ή κατάστασης, δημόσιας ή ιδιωτικής φύσης. Εξάλλου, για την θεμελίωση της προβλεπόμενης στην παρ. 3 εδ. α’ του ως άνω άρθρου βαρύτερης μορφής της πράξης, που τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος, απαιτείται ο υπαίτιος να σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον ή σκόπευε να βλάψει άλλον και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ.
Κατά δε την έννοια της διάταξης του άρθρου 45 ΠΚ, συναυτουργία είναι η άμεση ή διαδοχική σύμπραξη περισσοτέρων από ένα προσώπων στην τέλεση κάποιου εγκλήματος, το οποίο διαπράττουν με κοινό δόλο, δηλαδή με συναπόφαση την οποία έλαβαν είτε πριν από την πράξη τους, είτε κατά την τέλεσή της ώστε καθένας να θέλει ή να αποδέχεται την τέλεση της και να γνωρίζει ότι και ο άλλος ενεργεί με δόλο τέλεσης της πράξης και θέλει ή αποδέχεται να ενώσει τη δράση του με τη δράση των άλλων. Είναι δε αδιάφορο αν η πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του τελείται από όλους κατά τον ίδιο τρόπο και με την ίδια ενέργεια. Αρκεί ότι όλοι τελούν εν γνώσει της πρόθεσης μεταξύ τους για την τέλεση του ίδιου εγκλήματος (ΑΠ 115/2004, ΠΧ ΝΕ/2005, τεύχος 1, σελ. 32, ΕφΑΘ 2978/2003, ΠΧ ΝΕ/2005 τεύχος 1, σελ. 61).
Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 46 παρ. 1 περ. α’ ΠΚ, όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε τιμωρείται ως ηθικός αυτουργός με την ποινή του αυτουργού. Επίσης, σύμφωνα πάντα με το ως άνω άρθρο σε συνδυασμό με το άρθρο 48 ΠΚ, με βάση την αρχή της περιορισμένης εξάρτησης και του παρακολουθηματικού χαρακτήρα της συμμετοχικής δράσης, άρα και της ηθικής αυτουργίας, προς θεμελίωση αντικειμενικά της τελευταίας, απαιτείται τουλάχιστον ο φυσικός αυτουργός να τέλεσε μια ποινικώς αξιόλογη αδικοπραγία, δηλαδή η πράξη του να πραγματώνει την αντικειμενική υπόσταση ενός εγκλήματος και να μην αίρεται, από κάποιον λόγο, ο άδικος χαρακτήρας του τελευταίου, που αν αυτό δεν διαπραχθεί, δεν υπάρχει ηθική αυτουργία στο έγκλημα τούτο (ΑΠ 244/2005, ΠΧ ΝΕ/2005, 967, ΑΠ 858/2004, ΠΧ ΝΕ/2005, 322).
Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 111 παρ. 1 και 3 του ΠΚ «1. το αξιόποινο εξαλείφεται με την παραγραφή 3. τα πλημμελήματα παραγράφονται μετά πέντε έτη». Εξάλλου σύμφωνα με το άρθρο 112 του ίδιου κώδικα «η προθεσμία της παραγραφής αρχίζει από την ημέρα που τελέστηκε η αξιόποινη πράξη εκτός αν ορίζεται άλλως», ενώ όπως ορίζει το άρθρο 18 εδ. β’ ΠΚ κάθε πράξη που τιμωρείται με φυλάκιση ή με χρηματική ποινή ή με περιορισμό σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων είναι πλημμέλημα». Με τις διατάξεις 111-116 του ΠΚ ρυθμίζεται ο θεσμός της παραγραφής, δικαιολογητικός σκοπός του οποίου είναι η μετά την πάροδο χρόνου έκλειψη των σκοπών της ποινής, δηλαδή της γενικής και ειδικής πρόληψης, η εξαφάνιση ή εξασθένιση των αποδείξεων με κίνδυνο έκδοσης λαθεμένων στην ουσία αποφάσεων, καθώς και η άμβλυνση των παθών με την πάροδο του χρόνου (ΑΠ 493/2006, ΠΧΝΖ’, 38, ΑΠ 1926/2004, ΠΧΝΕ’, 720).
Επειδή από τα αποδεικτικά στοιχεία της δικογραφίας και ειδικότερα τους μάρτυρες που κατέθεσαν στην διάρκεια της κυρίας ανάκρισης και τα έγγραφα που προσκομίστηκαν, προέκυψαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: το έτος 1987, ο _________ _________ , αμφιθαλής αδερφός των 2ου, 3ου και 4ης εκ των κατηγορουμένων και ξάδερφος εξ αγχιστείας του 1ου, συνδέθηκε ερωτικά με την εγκαλούσα, _________ _________ , και στο τέλος του ίδιου έτους, συγκεκριμένα στις 13/12/1987, τέλεσαν γάμο. Ωστόσο ο γάμος τους αντιμετώπιζε εξαρχής πολλά προβλήματα και έτσι περί τα τέλη του έτους 1990 η έγγαμη συμβίωση διασπάσθηκε και οι δυο τους απευθύνθηκαν στον δικηγόρο Αθηνών Γεώργιο Σκαρλάτο προκειμένου να λύσουν τον γάμο τους. Σχετικά υπογράφηκε από τους δυο συζύγους το από 23/4/1991 ιδιωτικό συμφωνητικό περί λύσης του γάμου, στο οποίο μεταξύ – άλλων αναφερόταν ότι: «3. Τα περιουσιακά στοιχεία ρυθμιζόμενα έχουν ως έχει και ουδείς εκ των δύο έχει ή διατηρεί απαίτηση ή αξίωση κατά του άλλου για κανένα λόγο από οποιαδήποτε και για οτιδήποτε. 4. Η απόφαση για την λύση του γάμου είναι αμετάκλητη και για τους δυο. Οποιοσδήποτε από τους δυο συμβαλλόμενους, ο μη γένοιτο, υπαναχωρήσει, δηλαδή αλλάξει γνώμη, χωρίς βάσιμη δικαιολογία και εύλογο λόγο θα υποχρεωθεί να καταβάλλει στον άλλο ως ποινική ρήτρα το ποσό των δυο εκατομμυρίων (2.000.000) δραχμών τοις μετρητοίς». Εν συνεχεία, και επειδή η έκδοση του συναινετικού διαζυγίου δεν προχωρούσε, αν και ο _________ _________ είχε καταβάλει στον δικηγόρο Γ. Σκαρλάτο, συνολικό ποσό 120.000 δραχμών, ο ανωτέρω, με την από 8/8/1991 εξώδικη πρόσκληση και διαμαρτυρία του προς την εγκαλούσα εν διαστάσει σύζυγό του, διαμαρτυρόταν για την αντισυμβατική συμπεριφορά της να μην συμφωνήσει στην έκδοση συναινετικού διαζυγίου και υπένθυμίζοντας της την ποινική ρήτρα που είχε συμφωνηθεί, την καλούσε να του καταβάλει το χρηματικό ποσό των 2.000.000 δραχμών. Η εγκαλούσα δεν συμμορφώθηκε, δεν κατέβαλε δηλαδή το ανωτέρω ποσό και έκτοτε σε καμία . περαιτέρω ενέργεια λύσης του γάμου προέβησαν, ο οποίος παρέμεινε ενεργός έως τον θάνατό του _________ _________ , που επήλθε την 8/1/1996. Παράλληλα, ήτοι το έτος 1991, συνδέθηκε ερωτικά με την _________ _________ με την οποία ζούσαν ως αντρόγυνο κάτω από την ίδια στέγη, έχοντας διακόψει κάθε ουσιαστικό δεσμό και επικοινωνία με την εγκαλούσα. Η καταγωγή του _________ _________ και των κατηγορούμενων αδελφών του ήταν από την _________ , διέθεταν δε εκεί κάποια πατρική ακίνητη περιουσία, αποτελούμενη κυρίως από αγροτικά κτήματα, την οποία στα μέσα της δεκαετίας του 1960, τα αδέλφια διένειμαν άτυπα μεταξύ τους, συνήθεια που απαντάται συχνότατα στην ελληνική περιφέρεια, προκειμένου ο κάθε αδερφός να πάρει ότι του αναλογεί και να οργανώσει ανάλογα την ζωή του. Από αυτή την διανομή στον _________ _________ περιήλθαν τα κάτωθι ακίνητα: α) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 408,48 τ.μ., στην θέση «_________ », εκτός σχεδίου, με 16 ελαιόδεντρα, β) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 1.257,26 τ.μ. στην θέση «_________ », εκτός οικισμού, με 43 ελαιόδεντρα, γ) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 492,22 τ.μ. στην θέση «_________ » ή «_________ », εκτός σχεδίου με 13 ελαιόδεντρα, δ) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 429,58 τ.μ. στην θέση «_________ », εκτός σχεδίου, με 21 ελαιόδεντρα και ε) γήπεδο εμβαδού 4.097 τ.μ., στην θέση «_________ ». Από τα παραπάνω ακίνητα, τα με στοιχεία (α), (β), (γ) και (δ) αγροτεμάχια στις θέσεις «_________ », «_________ », «_________ » ή «_________ » και «_________ », ο _________ _________ τα πώλησε, δυνάμει του από 29/11/1994 ιδιωτικού συμφωνητικού, στον _________ _________ , ενώ στο ακίνητο που αναφέρεται ανωτέρω με στοιχείο (ε), στην θέση «_________ », ανήγειρε δυόροφη οικοδομή εμβαδού 103,83 τ.μ., αποτελούμενη από ισόγειο εμβαδού 82,76 τ.μ. και α’ όροφο εμβαδού 21,07 τ.μ. Επίσης, είχε στην κατοχή και κυριότητά του: α) ένα αγροτικό αυτοκινήτο-τζιπ μάρκας _________ και β) μία λέμβο μήκους 5,8 μέτρων, ΝΠ «ΛΠ 2894». Το έτος 1995, ο _________ _________ προσβλήθηκε από καρκίνο των πνευμόνων, με πραγματοποίηση στην συνέχεια μετάστασης στους λεμφαδένες και στις 8/1/1996 απεβίωσε. Μετά την πάροδο των πρώτων ημερών από τον θάνατό του και συγκεκριμένα, μετά την τέλεση του μνημοσύνου από την πάροδο 40 ημερών από τον θάνατο, εμφανίσθηκε από τον 1° των κατηγορουμένων, η από 30/11/2005 επιστολή-διαθήκη με φερόμενο συντάκτη αυτής τον θανόντα _________ _________ , όπου αναφέρονταν οι οικονομικές εκκρεμότητες του φερόμενου ως διαθέτη σε σχέση με την ανωτέρω αναφερόμενη ημιτελή οικοδομή και οφειλές στο ΙΚΑ και σε ιδιώτες, είχε τεθεί ημερομηνία η 30/11/2005 και γινόταν η υπόμνηση ότι αν τα αδέλφια του δεν κατάφερναν να ανταπεξέλθουν στην αποπληρωμή αυτών των εκκρεμοτήτων, «να πουλήσουν το σπίτι, το τζιπ ή το σκάφος». Στην ανωτέρω διαθήκη, η οποία εν συνεχεία προσβλήθηκε από την εγκαλούσα ως πλαστή, υπέγραψαν ως μάρτυρες οι _________ _________ , 1ος κατηγορούμενος, _________ _________ και _________ _________ . Κανένα άλλο περιουσιακό στοιχείο, κινητό ή ακίνητο, πέραν της οικοσκευής της μισθωμένης οικίας όπου διέμενε και την οποία κατέλιπε στις αναφερόμενες με τα κύρια ονόματα, _________ και _________ (_________ και _________ _________ ), αναφερόταν στην ανωτέρω διαθήκη. Επίσης, σε σχέση με την εγκαλούσα, υπήρχε η φράση «για την _________ _________ που με εγκατέλειψε αβοήθητο και απένταρο. Τα πήρε όλα και έφυγε για να δουλέψει ταξιτζού με τον _________ », μη καταλίποντας καμία αμφιβολία στον οποιονδήποτε αναγνώστη, ότι η εγκαλούσα αποκληρωνόταν από την κληρονομιαία περιουσία του θανόντος συζύγου της, ήτοι ως αναφερόταν «το σπίτι, το τζιπ και το σκάφος». Η ανωτέρω διαθήκη κηρύχθηκε κύρια, δυνάμει της 292/26-4-1996 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατόπιν αιτήσεως της 4ης κατηγορούμενης, _________ _________ και με την υπ’αριθμ. 956/5-7-1996 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς της Συμβολαιογράφου Οιτύλου, _________ _________ , οι _________ _________ , _________ _________ και _________ _________ , αποδέχθηκαν την κληρονομιαία περιουσία και η σχετική πράξη μεταγράφηκε στο Υποθηκοφυλακείο Οιτύλου, τόμος 66, αριθμός 493. Μετά την πάροδο αρκετών ετών από την αποδοχή της κληρονομιάς του αδερφού τους και αφού κάλυψαν τα χρέη που την βάρυναν, και συγκεκριμένα κατέβαλαν: α) ποσό 472.000 δραχμών στον τεχνίτη __________ __________ για την τοποθέτηση πλακιδίων στην οικοδομή του αποθανόντος αδερφού τους (βλ.υπ’αριθμ. 2/15-6-1996 τιμολόγιο), β) ποσά 768.272 και 175.088 δραχμές στο ΙΚΑ (βλ. υπ’αριθμ. 118305/96 και 118306/96 αποδείξεις) και γ) ποσό 2.000.000 δραχμών στην _________ _________ ως δεδουλευμένες αποδοχές (βλ. υπ’αριθμ. 142/1996 δελτίο εργατικής διαφοράς), οι κατηγορούμενοι (2ος, 3ος, 4η), προέβησαν σε μεταβίβαση αυτής. Ειδικότερα: δυνάμει του υπ’αριθμ. 2930/15-7-2003 πωλητηρίου συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Οιτύλου, _________ _________ , οι κατηγορούμενοι, _________ και _________ _________ και _________ _________ , πώλησαν έναντι τιμήματος 25.563,95 ευρώ, την κείμενη στην θέση «_________ » οικία του θανόντος, εμβαδού 103,83 τ.μ., αποτελούμενη από ισόγειο εμβαδού 82,76 τ.μ. και α’ όροφο εμβαδού 21,07 τ.μ. σε γήπεδο εμβαδού 4.097,54 τ.μ., στον _________ _________ . Στο ανωτέρω συμβόλαιο αναφέρεται ότι το μεταβιβαζόμενο ακίνητο περιήλθε στην κυριότητά τους από κληρονομιά του αδερφού τους _________ _________ , ο οποίος απεβίωσε στις 8/1/1996. Περαιτέρω, περί τα μέσα του έτους 1996, πούλησαν το ανωτέρω αναφερόμενο αυτοκίνητο του θανόντος αδερφού τους έναντι τιμήματος 1.000.000 δρχ. ή 2.934,70 ευρώ και περί τα μέσα του έτους 1997, τη λέμβο έναντι τιμήματος 400.000 δρχ ή 1.173,88 ευρώ. Η εγκαλούσα με την από 16/3/2006 έγκλησή της, κατήγγειλε ότι η εν λόγω διαθήκη είναι πλαστή και ότι η πλαστογραφία έλαβε χώρα από τους αδερφούς του συζύγου της, διά χειρός του εξ αυτών, _________ _________ , προκειμένου να την αποκλείσουν από το κληρονομικό της δικαίωμα, το οποίο ανερχόταν στο 1/2 εξ αδιαιρέτου στο σύνολο της περιουσίας του θανόντος συζύγου της και δεν είχε αποσβεσθεί καθώς κατά το χρόνο του θανάτου του _________ _________ ο γάμος τους ήταν ισχυρός και δεν είχε κατατεθεί αγωγή διαζυγίου. Στην έγκλησή της μάλιστα ανέφερε ότι ο σύζυγός της, πέραν των περουσιακών στοιχείων που ήδη αναφέρθηκαν, είχε στην κυριότητά του και τα κάτωθι ακίνητα: 1) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 4.799,11 τ.μ. στην θέση «_________ », περιέχον 121 ελαιόδεντρα, αξίας 20.000 ευρώ, 2) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 78,44 τ.μ. στην θέση «_________ », περιέχον 4 ελαιόδεντρα, αξίας 1.000 ευρώ, 3) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 559,73 τ.μ. στην θέση «_________ », αξίας 5.000 ευρώ, 4) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 74,01 τ.μ. στην θέση «_________ », με 2 ελαιόδεντρα, αξίας 25.000 ευρώ, 5) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 241,61 τ.μ. στην θέση «_________ », με 14 ελαιόδεντρα, αξίας 5.000 ευρώ, εξ αδιαίρετου ποσοστό ¼ γηπέδου [εμβαδού 20.581,78 τ.μ. στην θέση «Πράστο», αξίας 40.000 ευρώ, 7) αδιαίρετο ποσοστό 1/4 γηπέδου εμβαδού 5.588,73 τ.μ., στην θέση «_________ », αξίας 30.000 ευρώ, 8) αδιαίρετο ποσοστό 1/4 γηπέδου εκτάσεως 7,179,41 τ.μ., στην θέση «_________ », εκτός σχεδίου, αξίας 40.000 ευρώ, 9) αδιαίρετο ποσοστό 1/4 αγροτεμαχίου εμβαδού 1.187,55 τ.μ. στην θέση «_________ », αξίας 20.000 ευρώ, 10) αδιαίρετο ποσοστό 1/4 αγροτεμαχίου εμβαδού 50,95 τ.μ. στην θέση «_________ », αξίας 1.000 ευρώ και 12) αδιαίρετο ποσοστό 1/4 αγροτεμαχίου εμβαδού 799,38 τ.μ. στην θέση «_________ », αξίας 15.000 ευρώ, καταγέλλοντας ότι και επί αυτών των περιουσιακών στοιχείων συνέτρεχε ως κληρονόμος με τα αδέρφια του θανόντος συζύγου της κατά ποσοστό Υι εξ αδιαιρέτου. Οι κατηγορούμενοι αρνούνται ο μεν 1ος, _________ _________ , ότι πλαστογράφησε την διαθήκη, οι δε 2ος, 3ος και 4η, ότι έπεισαν αυτόν να προβεί στην πλαστογράφηση. Ωστόσο, το ότι η κρίσιμη διαθήκη είναι πλαστή και συγκεκριμένα ότι δεν έχει γραφεί και υπογραφεί από τον αναφερόμενο σε αυτήν ως διαθέτη, _________ _________ , έχει προκόψει από την διενέργεια δυο γραφολογικών εξετάσεων και συγκεκριμένα την από 26/7/2007 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της δικαστικής γραφολόγου Μάγδας-Μαρίας Καμπούρη και την από 19/1/2009 έκθεση του ειδικού δικαστικού γραφολόγου Κωνσταντίνου Κωττάκη, οι οποίοι προέβησαν στις σχετικές εκθέσεις κατόπιν δικαστικών εντολών και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η υπό έλεγχο διαθήκη δεν γράφηκε ούτε υπογράφηκε από τον _________ _________ . Περαιτέρω, η γραφολόγος Μάγδα-Μαρία Καμπούρη, στην οποία, υπό την προϋπόθεση ότι θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η εξεταζόμενη διαθήκη δεν είχε γραφεί και υπογραφεί από τον φερόμενο ως συντάκτη, είχε επιπλέον τεθεί το ερώτημα, αν αυτή είχε γραφεί και υπογραφεί από τον 2° εκ των κατηγορουμένων, Θεόδωρο _________ , καθώς η εγκαλούσα αυτόν είχε καταρχάς κατονομάσει ως πλαστογράφο, αναφέρει στην από 26/7/2007 έκθεσή της ότι η πλαστή διαθήκη έχει γραφεί και υπογραφεί από πρόσωπο διάφορο τόσο του _________ όσο και του _________ _________ . Ενόψει αυτής της πραγματογνωμοσύνης, η εγκαλούσα με την από 1/10/2009 ανωμοτί κατάθεσή της, δήλωσε πως ο πλαστογράφος δεν είναι ο _________ _________ αλλά ο _________ _________ , τον οποίο οι λοιποί κατηγορούμενοι έπεισαν να προβεί στην πλαστογράφηση της διαθήκης. Δεδομένων λοιπόν των ανωτέρω γραφολογικών πραγματογνωμοσυνών, δια των οποίων και οι δυο ειδικοί επιστήμονες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η κρίσιμη διαθήκη δεν έχει γραφεί και υπογραφεί από τον _________ _________ , δύσκολα μπορεί να υποστηριχθεί βάσιμα η αντίθετη άποψη, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι οι γραφολόγοι κατέληξαν στο πόρισμά τους, έχοντας λάβει υπόψη την κατάσταση της υγείας του _________ _________ την 30/11/1995 και ειδικότερα ότι νοσούσε από καρκίνο και υποβαλλόταν σε χημειοθεραπεία, απεβίωσε δε περίπου ένα μήνα αργότερα, στοιχείο που δεν προκύπτει από τις εκθέσεις τους ότι τους γνωστοποιήθηκε, καθώς σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ο γραφικός χαρακτήρας του ανθρώπου επηρεάζεται και αλλοιώνεται εξαιτίας ακόμη και μικρής μεταβολής στην ψυχική ή σωματική του κατάσταση. Ούτε μπορεί να υπάρξει αμφιβολία περί του ποιοι θα αντλούσαν οφέλη από την αποκλήρωση της εγκαλούσας και αυτοί δεν είναι άλλοι από τους κατηγορούμενους-αδέλφια του θανόντος, και μόνους, σε περίπτωση αποκλεισμού της εγκαλούσας εν διαστάσει συζύγου, εξαδιαθέτου κληρονόμους του. Επειδή ωστόσο, εναντίον τους θα στρέφονταν όλες οι υποψίες σε περίπτωση που αποκαλυπτόταν ότι η διαθήκη ήταν πλαστή και προκειμένου να αποσοβήσουν το ενδεχόμενο να συγκληρονομήσουν την περιουσία του αδερφού τους με την σύζυγο αυτού, με την οποία βρισκόταν σε διάσταση ήδη 6 χρόνια πριν τον θάνατό του και μάλιστα ούτε στην κηδεία του δεν είχε παρεβρεθεί, απευθύνθηκαν στον 1° κατηγορούμενο, συγγενή, φίλο τους και πρόσωπο της απολύτου εμπιστοσύνης τους και έπεισαν αυτόν να καταρτίσει την πλαστή διαθήκη. Ωστόσο, από κανένα στοιχείο προέκυψε ότι πέραν του οικοπέδου στην θέση «_________ », όπου είχε ανεγερθεί από τον θανόντα δυόροφη οικία εμβαδού 103,83 τ.μ., και των ανωτέρω περιγραφόμενων αυτοκινήτου και λέμβου, τα λοιπά αναφερόμενα στην μήνυση αγροτεμάχια, αποτελούσαν πράγματι στοιχεία της κληρονομιαίας περιουσίας. Προς επίρρωση του ισχυρισμού αυτού προσκομίζει την πρώτη σελίδα φορολογικής δήλωσης στοιχείων ακινήτων που υπάρχουν την 1η Ιανουάριου 1995, όπου αναγράφονται τα στοιχεία του φορολογουμένου _________ _________ και στην σχετική στήλη έχουν καταγραφεί ακινήτα που αναφέρει η εγκαλούσα στην έγκλησή της, χωρίς όμως να υπάρχει υπογραφή του δηλούντος ούτε κάποια ένδειξη ότι η σχετική δήλωση υποβλήθηκε στην αρμόδια ΔΟΥ, καθώς και μια σελίδα φορολογικής δήλωσης οικονομικού έτους 1995, όπου αναφέρεται το ακίνητο στην θέση «_________ », του οποίου ούτως ή άλλως η κυριότητα δεν αμφισβητείται, στην δε ένδειξη «ο δηλών», έχει τεθεί υπογραφή και η φράση «α.α. η σύζυγος» και ημερομηνία 23/7/1998, ήτοι μεταγενέστερη του θανάτου του φερόμενου ως δηλούντος, χωρίς ομοίως να υπάρχει ένδειξη ότι η ανωτέρω φορολογική δήλωση υποβλήθηκε αρμοδίως. Οι κατηγορούμενοι (2ος , 3ος και 4η) ισχυρίζονται, και ο ισχυρισμός τους κρίνεται πειστικός, ότι η πατρική περιουσία είχε διανεμηθεί μεταξύ των τεσσάρων αδερφών, ήτοι αυτών και του θανόντος _________ _________ , μετά τον θάνατο του πατέρα τους και ο καθένας τους πήρε ότι συμφωνήθηκε. Πράγματι, από την πατρική περιουσία, η οποία αποτελείται από 15 αγροτεμάχια στην περιοχή _________ , Νομού _________ , συνολικής πραγματικής αξίας, σύμφωνα με την από 28/1/2010 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του Αθανασίου Βλαχογιάννη, αγρονόμου και τοπογράφου μηχανικού ΕΜΠ, ορκωτού πραγματογνώμονα, 245.863,68 ευρώ, στον θανόντα _________ _________ , από την άτυπη μεταξύ των αδερφών διανομή, περιήλθαν ακίνητα η συνολική αξία των οποίων ανέρχεται, σύμφωνα με την ανωτέρω έκθεση, σε 66.377,88 ευρώ. Ειδικότερα, στην κυριότητά του περιήλθαν 1) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 408,48 τ.μ., στην θέση «_________ », με 16 ελαιόδεντρα, αξίας 1.225,44 ευρώ, 2) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 1.257,26 τ.μ. στην θέση «_________ », με 43 ελαιόδεντρα, αξίας 5.029,04 ευρώ, 3) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 492,22 τ.μ. στην θέση «_________ » ή «_________ », με 13 ελαιόδεντρα, αξίας 1.476,66 ευρώ, 4) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 429,58 τ.μ. στην θέση «_________ », με 21 ελαιόδεντρα, αξίας 1.288,74 ευρώ και 5) γήπεδο εμβαδού 4.097 τ.μ., στην θέση «_________ », αξίας 57.358 ευρώ. Τα υπ’αριθμ. (1), (2), (3), (4) αγροτεμάχια τα εκποίησε στον _________ _________ , ενώ στο υπ’αριθμ. (5) ακίνητο, ανήγειρε ο θανών την ανωτέρω αναφερόμενη οικία, η αξία της οποίας εκτιμήθηκε στο ποσό των 63.751,62 ευρώ.^ύμφωνα λοιπόν με τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι μεταξύ των τεσσάρων αδερφών χώρησε μια δίκαιη διανομή της πατρικής περιουσίας και κανένα στοιχείο δεν συνηγορεί υπέρ του ισχυρισμού της εγκαλούσας ότι τα αναφερόμενα στην έγκληση της ακίνητα, τα οποία άλλωστε δεν αναφέρονται στην κρίσιμη διαθήκη, αποτελούσαν περιουσία του εν διαστάσει συζύγου της. Είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι σε αυτήν (κληρονομιαία περιουσία) περιλαμβάνει και τα τέσσερα ακίνητα τα οποία ο θανών είχε εκποιήσει πριν τον θάνατό του. Τα λοιπά ακίνητα της πατρικής περιουσίας τα οποία αναφέρονται στην έγκληση είχαν περιέλθει, κατόπιν της άτυπης μεταξύ τους διανομής, στα υπόλοιπα αδέρφια και ήδη κατηγορούμενους, τα οποία είχαν καταστεί κύριοι ή συγκύριοι λόγω έκτακτης χρησικτησίας, δεν είχε δε σε αυτά ποσοστό συνιδιοκτησίας ο θανών, όπως και οι ίδιοι δεν είχαν στα ακίνητα που είχαν περιέλθει σε αυτόν. Μεταβιβάζοντας λοιπών κάποια από τα ακίνητα αυτά οι κατηγορούμενοι, και συγκεκριμέναfa)^i _________ και _________ _________ Γ αγροτεμάχιο στην θέση «_________ », με την ονομασία «_________ », εμβαδού 20.581,78 τ.μ., στους αδερφούς _________ και _________ ____________, δυνάμει του υπ’αριθμ. ,83 8/3-10-2002 συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Μαρίας Σταθάκη-Βάρλα και β) η _________ _________ , το 1/3 εξ αδιαιρέτου τριών αγροτεμαχίων στην θέση «_________ », εκτάσεως 1.187,55, 507,95 και 799,38 τετραγωνικών μέτρων στον υιό της _________ _________ , δυνάμει του υπ’αριθμ. 2739/5-11-2002 συμβολαίου γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Αθηνών, Γεωργίας Μαρούδα-Κατσούρη και το 1/3 εξ αδιαιρέτου δυο αγροτεμαχίων στις θέσεις «_________ » και «_________ », εκτάσεως 5.588,73 και 7.179,41 αντίστοιχα, δυνάμει του υπ’αριθμ. 3017/12-5-2003 συμβολαίου γονικής παροχής της ίδιας συμβολαιογράφου, προέβησαν σε μεταβίβαση “ακινήτων τα οποία νόμιμα είχαν περιέλθει στην κυριότητά τους, από κληρονομιά του πατέρα τους _________ _________ που πέθανε το έτος 1945 και στην συνέχεια από άτυπη διανομή μεταξύ των συγκληρονόμων του. Συνεπώς τα μόνα περιουσιακά στοιχεία τα οποία προέκυψε ότι ο θανών είχε στην κυριότητά του κατά τον χρόνο του I θανάτου του και άρα αποτελούσαν κληρονομιαία περιουσία, στην οποία θα συνέτρεχε κατά ποσοστό Vz εξ αδιαιρέτου η εγκαλούσα, ήταν: α) μια δυόροφη οικοδομή εμβαδού 103,83 τ.μ., αποτελούμενη από ισόγειο εμβαδού 82,76 τ.μ. και α’ όροφο εμβαδού 21,07 τ.μ., σε γήπεδο εμβαδού 4.097 τ.μ., στην θέση «_________ », πραγματικής-εμπορικής αξίας, σύμφωνα με την έκθεση του πραγματογνώμονα, Αθανάσιου Βλαχογιάννη, 57.358 ευρώ το γήπεδο και 63.751,62 ευρώ το κτίσμα, ήτοι συνολικά 121.109,62 ευρώ, β) ένα τζιπ μάρκας _________ , εμπορικής αξίας, σύμφωνα με την από 9/12/1999 έκθεση ελέγχου της ΔΟΥ _________ , 1.000.000 δρχ ή 2.934,70 ευρώ και γ) μιας λέμβου, μήκους 5,8 μέτρων με εξωλέμβια μηχανή τύπου «_________ », αξίας, σύμφωνα με την ίδια έκθεση ελέγχου, 600.000 δρχ. ή 1.760,82. Δηλαδή η αξία της κληρονομιαίας περιουσίας του _________ _________ , ανέρχεται στο ποσο των 125.805,14 ευρώ και άρα το ποσοστό της εγκαλούσας ως συζύγου, το οποίο ανέρχεται στο 1/2 εξ αδιαιρέτου, καθώς συγκληρονομεί με τους αδερφούς του θανόντος, αντιστοιχεί σε ποσό 62.902,57 ευρώ. Ουδόλως πιθανολογήθηκε ότι η αξία του οχήματος του θανοντος ανέρχεται σε ποσό 8.000 ευρώ, όπως αναφέρεται στην έγκληση και αυτή της λέμβου σε 80.000 ευρώ. Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με την εκτίμηση της ΔΟΥ _________ , η αξία της λέμβου, εκτιμήθηκε χαμηλότερα από αυτήν του αυτοκινήτου. Ως εκ τούτου, το αδίκημα για το οποίο κατηγορούνται οι κατηγορούμενοι διώκεται σε βαθμό πλημμελήματος, δεδομένου ότι το περιουσιακό τους όφελος και η αντίστοιχη ζημία της εγκαλούσας δεν υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ που απαιτεί ο νόμος για την δίωξη του αδικήματος της πλαστογραφίας σε βαθμό κακουργήματος, έχει δε επέλθει εξάλειψη του αξιοποίνου, λόγω παρέλευσης’ διαστήματος μεγαλύτερου των πέντε αλλά και των οκτώ ετών από τον χρόνο τέλεσής του, ήτοι το χρονικό διάστημα από 8/1/1996 έως 26/4/1996 και επομένως έχει παραγραφεί.
Κατόπιν αυτών, είναι φανερό ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις που να μπορούν να στηρίξουν δήμοσια στο ακροατήριο κατηγορία κατά των α) _________ _________ του _________ , β) _________ _________ του _________ , γ) _________ _________ του _________ και δ) _________ _________ , το γένος _________ _________ , για πλαστογραφία με χρήση με σκοπό πορισμού περιουσιακού οφέλους με βλάβη τρίτου άνω των 73.000 ευρώ, του πρώτου εξ αυτών και ηθική αυτουργία στην ανωτέρω πράξη κατά συναυτουργία των λοιπών, που προβλέπονται και τιμωρούνται από τα άρθρα 1, 13 γ’, 14, 16, 18, 26 παρ. 1 εδ. α’, 27 παρ. 1, 45, 46 παρ. 1 στοιχ. α’, 51,52, 53, 83, 94 παρ. 1, 216 παρ. 3-1 ΠΚ, ως η παρ. 3 άρ. 216 αντικ. με άρθ. 1 παρ. 7α’ Ν. 2408/96 και άρ. 14 παρ. 2 Ν. 2721/1999, γι’ αυτό πρέπει το Συμβούλιό Σας, να αποφανθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 309§ 1 εδ. α’-β’ και 310§1 ΚΠΔ (όπως το άρθρ. 310 αντικ. με άρθρ. 21 Ν. 3160/2003), ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία κατά των mo πάνω κατηγορουμένων για τις προαναφερθείσες αξιόποινες πράξεις. Περαιτέρω, να παύσει οριστικά η ποινική δίωξη για την αξιόποινη πράξη της πλαστογραφίας σε βαθμό πλημμελήματος και της ηθικής αυτουργίας σε αυτήν κατά συναυτουργία, καθώς το σκοπούμενο περιουσιακό όφελος και η αντίστοιχη ζημία είναι κατώτερη των 73.000 ευρώ, λόγω παραγραφής. Επειδή δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 585 παρ. 1 ΚΠΔ, θα πρέπει να απαλλαγεί η εγκαλούσα της καταβολής των δικαστικών εξόδων για το απαλλακτικό μέρος της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΠΡΟΤΕΙΝΩ.
- Να μη γίνει κατηγορία σε βάρος των α) _________ _________ του _________ , β) _________ _________ του _________ , γ) _________ _________ του _________ και δ) _________ _________ , το γένος _________ _________ , για τις πράξεις της πλαστογραφίας με χρήση με σκοπό πορισμού περιουσιακού οφέλους με βλάβη τρίτου άνω των 73.000 ευρώ και ηθικής αυτουργίας στην ανωτέρω πράξη κατά συναυτουργία, πράξεις που φέρεται ότι τελέστηκαν στον _________ , κατά το χρονικό διάστημα από 8/1/1996 έως 26/4/1996.
- Να παύσει οριστικά η ποινική δίωξη εις βάρος των ανωτέρω κατηγορουμένων για τις πράξεις της πλαστογραφίας με χρήση και της ηθικής αυτουργίας σε αυτήν κατά συναυτουργία, λόγω παραγραφής.
Να απαλλαγεί η εγκαλούσα της καταβολής των δικαστικών εξόδων . Πειραιάς 27-3-2010 . Η ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΡΟΔΟΠΗ ΝΙΚΟΛΟΥΔΗ ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ».
Αφού άκουσε την Εισαγγελέα να αναπτύσσει και προφορικά την παραπάνω έγγραφη πρότασή της και μετά την αποχώρησή της .
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά των κατηγορουμένων : α ) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου _________ _________ ( οδός _________ αριθ. ___ ), β ) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου _________ ( οδός _________ αριθ. ___ ), γ ) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου _________ ( οδός _________ αριθ. __ ) και δ ) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου _________ ( οδός _________ αριθ. ___ ), ασκήθηκε από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς ποινική δίωξη για τις πράξεις : 1. της πλαστογραφίας μετά χρήσεως από κοινού, εκ της οποίας το σκοπούμενο συνολικό περιουσιακό όφελος και η αντίστοιχη ζημία υπερβαίνουν συνολικώς το ποσόν των εβδομήντα τριών χιλιάδων ΕΥΡΩ ( 73.000 € ) και 2. της ηθικής αυτουργίας στην ως άνω πράξη κατά συναυτουργία ( άρθρα 1,13 περ. γ’, 14, 16, 17, 18, 26 παρ. Γ, 27, 45, 46 παρ. 1α‘, 51, 52, 60, 63, 79, 216 παρ. 3-1, όπως η παρ. 3 τροποποιήθηκε από το άρθρο 14 παρ. 2α, β Ν. 2721/1999 ). Η ως άνω ποινική δίωξη ασκήθηκε κατόπιν της από 16.3.2006 εγκλήσεως της _________ _________ του _________ και της _________ , χήρας _________ _________ , κατοίκου _________ (οδός 25ης Μαρτίου αριθ. 204 ), η οποία σημειωτέον απευθύνετο κατά των ως άνω εγκαλουμένων, αλλά και των : 1. _________ _________ του _________ ( κατοίκου _________ _________ ), 2. _______ _________( κατοίκου _____, 3. ______ ________ ( κατοίκου _________ , οδός _________ αριθ. ___ ) και 4. _________ _________ , κατοίκου _________ ( οδός _________ αριθ. __), με την υπ’ αριθ. Α.Β.Μ. Α06/532/22.9.2008 παραγγελία του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Πειραιώς προς τον Ανακριτή του Ε’ Τμήματος του Πρωτοδικείου Πειραιώς για τη διενέργεια κυρίας ανακρίσεως για την προαναφερομένη πράξη ( προηγηθείσης προκαταρκτικής εξετάσεως, η οποία διενεργήθηκε δυνάμει της υπ’ αριθ. Α06/532δ/21.8.2006 παραγγελίας του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Πειραιώς προς τον Πταισματοδίκη του 5ου Τμήματος του Πταισματοδικείου Πειραιώς, της υπ’ αριθ. Α06/532716.6.2006 όμοιας προς τον Πταισματοδίκη Νίκαιας Αττικής, της υπ’ αριθ. Α06/532β/4.5.2006 όμοιας προς τον Πταισματοδίκη _________ και της υπ’ αριθ. Α06/532α/3.4.2006 όμοιας προς τον Πταισματοδίκη του 7ου Τμήματος του Πταισματοδικείου Πειραιώς ), η δε κυρία ανάκριση ήδη περατώθηκε με τη λήψη απολογίας των ως άνω κατηγορουμένων σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 270 παρ. 1α‘ ΚΠΔ και την προς αυτούς και την πολιτικώς ενάγουσα γνωστοποίηση του πέρατος της ανακρίσεως ( άρθρο 308 παρ. 4 ΚΠΔ – σχετ. οι περιεχομένες στη δικογραφία από 3.2.2010 τέσσερις εκθέσεις περαιώσεως της ανακρίσεως ), μετά το οποίο διαβιβάσθηκε η ανακριτική δικογραφία στην αρμοδία εισαγγελική αρχή με το υπ’ αριθ. 44/3.2.2010 σημείωμα του Ανακριτού του Ε” Τμήματος του Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την επισήμανση ότι: α ) ως προς τους εγκαλουμένους ( δια της αυτής ως άνω εγκλήσεως) _________ _________ του _______, _______ _______ του _________, _________ ________ του __________ και _________ _________ του _________ , κατοίκου _________ ( οδός _________ αριθ. 18 ) η δικογραφία έχει χωρισθεί προς διερεύνηση του πλημμελήματος της αποδοχής προϊόντων εγκλήματος ( άρθρο 394 ΠΚ ) και β ) δια της υπ’ αριθ. Α06/532/23/22.9.2008 Διατάξεως του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Πειραιώς η ως άνω έγκληση απερρίφθη (κατ’ άρθρο 47 παρ. 1 ΚΠΔ ) αναφορικός με τις πράξεις της απάτης κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια με συνολικό περιουσιακό όφελος και αντίστοιχο ζημία άνω των δεκαπέντε χιλιάδων ΕΥΡΩ ( 15.000 € ) και της αμέσου συνέργειας στην ως άνω πράξη.
Από την ανωμοτί εξέταση της πολιτικός ενάγουσας, τις ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις, το σύνολο των περιεχομένων στη δικογραφία εγγράφων ( στα οποία περιλαμβάνονται η από 26.7.2007 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της δικαστικής γραφολόγου Μάγδας – Μαρίας Καμπούρη και η από 19.1.2009 όμοια του δικαστικού γραφολόγου Κωνσταντίνου Κωττάκη ), την από 28.1.2010 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του αγρονόμου – τοπογράφου μηχανικού Αθανασίου Βλαχογιάννη ( διορισθέντος δια τηςυπ’ αριθ. 630/26.11.2009 Διατάξεως του Ανακριτού του Ε’ Τμήματος του Πρωτοδικείου Πειραιώς), την από 28.1.2010 τεχνική έκθεση του (διορισθέντος από τους κατηγορουμένους τεχνικού συμβούλου) αρχιτέκτονος μηχανικού _________ _________ και την απολογία των κατηγορουμένων προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ότι ετελέσθησαν εκ μέρους των τελευταίων οι πράξεις της πλαστογραφίας μετά χρήσεως ( πρώτος κατηγορούμενος ) και της ηθικής αυτουργίας από κοινού στην προαναφερομένη πράξη ( λοιποί κατηγορούμενοι ), πλην όμως προέκυψε ότι το συνολικό περιουσιακό όφελος που σκόπευαν να προσπορισθούν αυτοί ( και η αντίστοιχος ζημία της πολιτικός ενάγουσας εκ της ως άνω πλαστογραφίας ανέρχεται στο ποσόν των εξήντα δύο χιλιάδων εννιακοσίων δύο ΕΥΡΩ και πενήντα επτά λεπτών ( 62.902, 57 € ), ήτοι σε ποσόν έλασσον των εβδομήντα τριών χιλιάδων ΕΥΡΩ ( 73.000 € ), και ως εκ τούτου τα ερευνώμενα εγκλήματα της πλαστογραφίας μετά χρήσεως και της ηθικής αυτουργίας στην ως άνω πράξη από κοινού, έχουν χαρακτήρα πλημμελήματος (άρθρα 46 παρ. 1 εδ. α και 216 παρ. 1 του ΠΚ ) και όχι κακουργήματος που αφορά την αποδοθείσα κατηγορία .Έτσι ενόψει του ότι οι ως άνω αξιόποινες πράξεις έχουν τελεσθεί , στον _________ , κατά το χρονικό διάστημα από 8.1.1996 έως την 26.4.1996, έχουν υποκύψει σε παραγραφή, καθ’ όσον έχει παρέλθει από του χρόνου τελέσεως αυτών διάστημα μείζον της πενταετίας, με συνέπεια την εξάλειψη του αξιοποίνου των ( άρθρα 111 παρ. 1 και 3, 112 ΠΚ ) . Σημειωτέον ότι, ακόμη και αν ήθελε υποτεθεί αληθής ο ( μη προκύπτον) ισχυρισμός της εγκαλούσας _________ _________ ότι στην κληρονομιαία περιουσία του θανόντος συζύγου της _________ _________ του _________ περιλαμβάνονται όλα τα αναφερόμενα στην από 16.3.2006 έγκληση αυτής ακίνητα ( πέραν του ακινήτου στη θέση « _________ » _________ _________ , του οχήματος εργοστασίου κατασκευής « _________ » και της λέμβου με εξωλέμβιο μηχανή τύπου « _________ » ), ως προς αυτά θα χωρούσε η εξ αδιαρέτου κληρονομική διαδοχή ( άρθρα 1813 επ. ΑΚ), κατά την οποία θα ελάμβαναν μερίδιο όλοι οι κληρονόμοι δηλαδή και οι κατηγορούμενοι, ανεξαρτήτως ή μη της γνησιότητος της από 30.11.1995 ιδιογράφου διαθήκης. Μετά ταύτα, πρέπει να παύσει οριστικώς λόγω παραγραφής ( άρθρα 309 παρ. 1β και 310 παρ. 1 ΚΠΔ ) η ποινική δίωξη κατά των κατηγορουμένων για τις αποδιδόμενες σ’ αυτούς ( πλημμελήματικού χαρακτήρος κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας ) πράξεις της πλαστογραφίας μετά χρήσεως και της ηθικής αυτουργίας κατά συναυτουργία στην ως άνω πράξη ( άρθρα’ 1,13 περ. γζ 14, 16, 17, 18, 26 παρ. 1α, 27, 45, 46 παρ. 1αζ 51, 53, 60, 63, 79, 216 παρ. 1 ΠΚ ), οι οποίες φέρονται τελεσθείσες εκ μέρους τους στον _________ κατά το χρονικό διάστημα από 8.1.1996 έως την 26.4.1996, σύμφωνα και με τα αναλυτικώς διαλαμβανόμενα στην εμπεριστατωμένη εισαγγελική πρόταση, στις ορθές και νόμιμες σκέψεις της οποίας αναφέρεται κατά τα λοιπά το Συμβούλιο προς αποφυγή άσκοπων επαναλήψεων ( ΟλΑΠ 1127/1979 ΠοινΧρ Λ’ 253, ΣυμβΑΠ 784/2009 ΠοινΧρ Ξ’ 202, ΣυμβΑΠ 1705/2008 ΠοινΧρ ΝΘ’ 651, ΣυμβΑΠ 1099/2008 ΠοινΧρ ΝΘ’ 356 ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΠΑΥΕΙ ΟΡΙΣΤΙΚΟΣ την ποινική δίωξη κατά των : α ) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου _________ _________ ( οδός _________ αριθ. 393 ), β ) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου _________ ( οδός _________ αριθ. 170 ), γ ) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου _________ ( οδός _________ αριθ. 20 ) και δ ) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου _________ ( οδός _________ αριθ. 99 ), για τις αποδιδόμενες σ’ αυτούς πράξεις της πλαστογραφίας μετά χρήσεως (ως προς τον πρώτο κατηγορούμενο) και της ηθικής αυτουργίας στην ως άνω πράξη κατά συναυτουργία (ως προς τους υπόλοιπους των κατηγορουμένων) , οι οποίες φέρονται τελεσθείσες εκ μέρους τους αντιστοίχως στον _________ , κατά το χρονικό διάστημα από 8.1.1996 έως την 26.4.1996.
ΑΠΟΦΑΣΙΣΘΗΚΕ στον Πειραιά την 26-4-2010 και δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο την 2/7/2010
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΝΙΚΟΛΑΟΥ