Περίληψη
Αριθ. 130/2006
ΠΡΑΚΤΙΚΑ & ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΟΥ
Α.Ε. 1612 Ν Αθωωτική
με παρόντα το κατηγορούμενο
Συνεδρίαση της 29 Μαΐου 2006
Δικαστής, κλπ: Αθανασία Μανέτα Πλημμελειοδίκης, Θωμάς Καρυοφύλλης Αντεισαγγελέας (Επειδή κωλύεται ο Εισαγγελέας), Μαριάνα Αλεξάτου-Δευετραίου Γραμματέας δικ. υπάλληλος με τον Α βαθμό.
Κατηγορουμένη: __________ __________ του __________ κάτοικος __________ – __________ __, Παρούσα
Πράξη: Υπεξαγωγή εγγράφων.
ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ & ΑΠΟΦΑΣΗ
Στη σημερινή συνεδρίαση του Δικαστηρίου που έγινε δημόσια στο ακροατήριο, ο Πλημμ/δίκης εκφώνησε το όνομα του κατηγορούμενου που εμφανίστηκε και όταν ρωτήθηκε από τον Πλημμ/δίκη για την ταυτότητά του” κλπ. είπε ότι ονομάζεται όπως παραπάνω αναφέρεται ‘ και διορίζει συνήγορο για να τον υπερασπισθεί τον παρόντα δικηγόρο Πειραιώς Χρήστο Οικονομάκη ΑΜ 2517.
Η Πλημ/δίκης παράγγειλε στον \κατηγορούμενά/\να προσέχει την κατηγορία και τη σχετική μ’ αυτή συζήτηση, και συγχρόνως πληροφόρησε ότι έχει το δικαίωμα ν’ αντιτάξει όλους τους ισχυρισμούς του και να υποβάλει τις παρατηρήσεις τό^ μετά την εξέταση κάθε μάρτυρα, κάι την έρευνα κάθε αποδεικτικού μέσου.
Κατά της παραστάσεως αυτής δεν προέβαλε κανείς αντίρρηση.
Ο Εισαγγελέας έλαβε λόγο και απάγγειλε με συνοπτική ακρίβεια την κατηγορία, και είπε, ότι, για να την υποστηρίξει, κάλεσε μάρτυρες κατηγορίας αυτός που είναι γραμμένος στο κάτω μέρος του κατηγορητηρίου. Η Πλημ/δίκης φώναξε το όνομα τους και βρέθηκε παρών ο _______ _______ του _______.
Κατόπιν ο Πλημ/δίκης ζήτησε από τον κατηγορούμενο γενικές πληροφορίες για τη πράξη για την οποία κατηγορείται, και του έκανε γνωστό ότι θα απολογηθεί μετά το τέλος της αποδεικτικής διαδικασίας. Ο κατηγορούμενος έδωσε τις πληροφορίες που τους ζητήθηκαν και δήλωσε ότι κάλεσε μάρτυρες υπεράσπισης:
- ________ _______
- ________ _______ και
- ________ ______
Έπειτα εκφωνήθηκαν από τον Πλημ/δίκη τα ονόματα των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, που κλήθηκαν και βρέθηκαν παρόντες οι
- _______ ________
- _______ _________ και
- _______ _________
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΟΥ
ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΣ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Της __________ συζ. __________ __________ , το γένος __________ , κατοίκου __________ , οδός __________ , αρ. __
Ως έγγραφο νοείται, σύμφωνα με το άρθρο 13 εδ. γ’ του Π.Κ., κάθε γραπτό που προορίζεται ή είναι πρόσφορο να αποδείξει γεγονός που έχει έννομη σημασία, όπως και κάθε σημείο που προορίζεται να αποδείξει τέτοιο γεγονός. Τέτοιο έγγραφο είναι και το αντίγραφο, του οποίου η ακρίβεια βεβαιώνεται από τον αρμόδιο υπάλληλο και έχει αποδεικτική δύναμη ίση με το πρωτότυπο (Κ.Πολ.Δ. 449 παρ. 1 και 2 σύμφωνα με το οποίο φωτοτυπίες εγγράφων έχουν αποδεικτική δύναμη ίση με το πρωτότυπο, εφόσον η ακρίβειά τους βεβαιώνεται από πρόσωπο που είναι κατά το νόμο αρμόδιο να εκδίδει αντίγραφα), όχι όμως και η ανεπικύρωτη από τον αρμόδιο υπάλληλο φωτοτυπία.
Επειδή ο μηνυτής μου στις ένορκες εξετάσεις του με τις οποίες και με μήνυσε δεν αναφέρει αν τα φερόμενα ως έγγραφα είναι φωτοαντίγραφα επικυρωμένα ή μη ή πρωτότυπα , αλλά αντιθέτως στην από 27-1-2004 ένορκη εξέταση του κάνει λόγο για φωτοτυπίες συμβολαίων.
Επειδή κατά την έννοια του άρθρου 222 ΠΚ, για τη θεμελίωση του εγκλήματος της υπεξαγωγής εγγράφου, που είναι έγκλημα υπαλλακτικώς μικτό με προστατευόμενο αντικείμενο το έγγραφο ως μέσο αποδεικτικό, απαιτούνται: α) έγγραφο δημόσιο ή ιδιωτικό κατά την έννοια του άρθρου 13 εδ.γ’ ΠΚ προορισμένο ή πρόσφορο έστω και ως δικαστικό τεκμήριο, να αποδείξει γεγονός που έχει έννομη σημασία, β) απόκρυψη, βλάβη ή καταστροφή του εγγράφου, γ) να μην είναι κύριος ή αποκλειστικός κύριος του εγγράφου ο δράστης ή να είναι μεν κύριος αυτού, αλλά να έχει υποχρέωση κατά τις διατάξεις του ΑΚ προς παράδοση ή επίδειξη σε άλλον και δ) να ενήργησε ο δράστης με σκοπό τη βλάβη τρίτου, δηλαδή του κυρίου ή συγκυρίου του εγγράφου ή αυτού που δικαιούται απλώς στην επίδειξη ή παράδοσή του, αδιάφορα αν επιτεύχθηκε ο σκοπός αυτός, αφού το εν λόγω έγκλημα είναι απλής διακινδύνευσης που αποσκοπεί στην αχρήστευση του εγγράφου ως αποδεικτικού μέσου, χωρίς να προσαπαιτείται και η επίτευξη της βλάβης, η οποία μπορεί να είναι είτε περιουσιακή είτε υλική και να αφορά οποιοδήποτε πρόσωπο. Για την αντικειμενική θεμελίωση του εγκλήματος απαιτείται δόλος ο οποίος ενέχει τη γνώση ότι ο δράστης δεν είναι κύριος ή έιναι αποκλειστικός κύριος του εγγράφου, αλλά και τη θέληση της απόκρυψης, της καταστροφής ή της βλάβης του άλλου, οποιουδήποτε, ο οποίος δεν είναι απαραίτητο να είναι κύριος του εγγράφου, αδιάφορο αν επιτευχθεί ο δράστης.
Με άλλα λόγια ο δράστης πρέπει να αποβλέπει στη μέσω της απόκρυψης, της καταστροφής ή της όποιας βλάβης του εγγράφου πρόκληση βλάβης στον παθόντα και δεν αρκεί η απλή ιδιοποίηση εγγράφου, που ολικά ή μερικά ανήκει σε άλλον, εφόσον τούτο γίνεται στο πλαίσιο άλλου εγκλήματος όπως η κλοπή ή η υπεξαίρεση (πρβλ. σχετ. ΑΠ 1756/89 ΠΧ Μ’ 847 βλ. Μπουροπούλου, ΕρμΠΚ 222 III. 1, Τούση-Γεωργίου ΠΚ 222 No 9-10).
Επειδή στην συνκεκοιιιένη περίπτωση
Α. Ο ίδιος ο μηνυτής κάνει λόγο για απλά φωτοαντίγραφα εγγράφων και όχι γιa πρωτότυπα έγγραφα.
Β. δεν αναφέρει και δεν εξατομικεύει επακριβώς ένα – ένα τα έγγραφα που ισχυρίζεται ότι του αναίρεσα με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατό Μ αντικρούσω τους ισχυρισμούς τον (τόσο ως προς το εάν έκαστο εξ αυτών αποτελεί πράγματι έδρανο κατά την έννοια του Νόμου, όσο και ως προς το ποια αντικείμενα είναι αυτά, όσο και via να εκτιμηθεί εάν από την εν λόγω αφαίρεση των αντικειμένων είναι και tις είδους κατά περίπτωση σκοπό πρόκλησης βλάβης στον μηνυτή μου ενώ δεν εκτίθενται πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ο σκοπός μου να τον βλάψω με την την απόκρυψη των εγγράφων) .Δεν καθισταται εφικτός ο έλεγχος ως προς την υποχρέωση του προς παράδοση των εν λόγω αντικειμένων στον μηνυτή (ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι τα αφαίρεσα).Επειδή υπάρχει πλήρης έλλειψη δόλου εκ μέρους μου γιατί η ύπαρξη αστικής διαφοράς μεταξύ εμού και του μηνυτή μου δεν δικαιολογούν την παρά εμού αρπαγή εγγράφων του αφού η ενέργεια του δεν ήταν η μόνη επιλογή που via την ευόδωση της αστικής διαφοράς αφού ήδη ότι έγγραφα αφορούσαν τα ακίνητα και την περιουσία που είγαιιε αποκτήσει κατά την διάρκεια της ένναμης συμβίωσης ιια.ς τα κατείγα, το σύνολο δε αυτών μπορούσα να τα προμηθευτώ με ελάγιστο κόστος από την Πολεοδομία ή από το αρμόδιο Υποθηκοφυλάκειο.
Γίνεται μνεία ότι κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ του ΚΙΙΔ λόγον αναιρέσεως της αποφάσεως δημιουργεί η έλλειψη της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που επιβάλλεται από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ. Τέτοια έλλειψη αιτιολογίας της καταδικαστικής αποφάσεως υπάρχει όχι μόνον όταν δεν περιέχονται στην απόφαση με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που θεμελίωσαν τα περιστατικά αυτά και οι συλλογισμοί με τους οποίους έγινε η υπαγωγή τους στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε, αλλά και όταν η έκθεση των περιστατικών αυτών είναι ελλιπής ή ασαφής ή αντιφατική, ώστε να δημιουργείται αμφιβολία ως προς την τέλεση από τον κατηγορούμενο της πράξεως για την οποία κατηγορήθηκε .
Επειδή κατά συνέπεια για να οδηγηθεί το Δικαστήριο Σας σε καταδικαστική κατά εμού κρίση
Α. πρέπει να αποδειχθεί ότι αυτά που ο μηνυτής ισχυρίστηκε ότι του αφαίρεσα είναι έγγραφα κατά την έννοια του Νόμου κάτι που ο μηνυτής σύμφωνα με τις καταθέσεις του αδυνατεί να το αποδείξει
Β. πρέπει να αναφερθούν τα (τάχα) αφαιρεθέντα από τον μηνυτή ένα προς ένα για να αποδειχθεί η γνησιότητα αυτών
Γ. πρέπει να αποδειχθεί ο δόλος μου για την βλάβη του μηνυτή (το κίνητρο μου) σε σχέση με έκαστο των (τάχα) αφαιρεθέντων εγγράφων.
Επειδή είναι προφανές εκ των ανωτέρω ότι
Α. ότι ουδέν αφαίρεσα από τον μηνυτή μου.
Β. ότι δεν είχα κίνητρο αφαιρέσεως τους αφού ακόμη και αν ήθελα να χρησιμοποιήσω τα όποια αυτά στις αστικές φύσεως δίκες μεταξύ εμού και του μηνυτή , ήδη κατείχα επικυρωμένα αντίγραφα κάθε συμβολαίου και τοπογραφικού σχεδίου και αδείας οικοδομής, ενώ σε κάθε περίπτωση μπορούσα να προμηθευτώ αυτά από την Πολεοδομία και το Υποθηκοφυλάκειο. .
Γ. ότι αυτά που (τάχα) αφαιρέθηκαν δεν αποτελούν έγγραφα κατά την έννοια του Νόμου.
Δ. ότι ούτε ο μηνυτής δεν είναι σε θέση να υποστηρίξει επαρκώς αν κάτι και τι του αφαιρέθηκε.
Κατά συνέπεια ουδέν αδίκημα έχω τελέσει και για τους λόγους αυτούς πρέπει να απαλλαγώ από την κατά εμού κατηγορία.
Σε κάθε περίπτωση γίνεται μνεία ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι ανεπίτρεπτη η μεταβολή της κατά εμού κατηγορίας από υπεξαγωγή εγγράφου σε κλοπή διότι μεταβολή της κατηγορίας η οποία επάγεται απόλυτη ακυρότητα, σύμφωνα με το άρ. 171 παρ. 1 εδ. β’ ΚΠΔ, λόγω μη τηρήσεως των διατάξεων των άρ. 27 και 43 του ίδιου Κώδικα, υπάρχει όταν η πράξη για την οποία παραπέμπεται ο κατηγορούμενος στο ακροατήριο, είναι κατά το χρόνο, τόπο και λοιπές περιστάσεις, ουσιωδώς διάφορη από εκείνη για την οποία άσκησε την ποινική δίωξη ο Εισαγγελέας, ώστε να πρόκειται για αντικειμενικώς διαφορετική πράξη. Ενώ αντίθετα δεν υπάρχει ανεπίτρεπτη μεταβολή κατηγορίας, όταν προσδιορίζονται με περισσότερη ακρίβεια και σαφήνεια, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν, τα στοιχεία που συγκροτούν το έγκλημα για το οποίο ασκήθηκε η ποινική δίωξη ή όταν διορθώνεται και βελτιώνεται κάποιο ιστορικό στοιχείο που δεν μεταβάλλει ουσιωδώς τούτο ή διορθώνεται ο εσφαλμένος νομικός χαρακτηρισμός όταν αξιολογούνται διαφορετικά τα πραγματικά περιστατικά, χωρίς όμως να μεταβάλλεται η ταυτότητα της πράξεως (βλ. Δέδε, “Το αντικείμενο της ποινικής δίκης” σελ. 214, Γάφου ΠΔ τ. Α’ 1960, σελ. 129, Α. Σταθόπουλου “Η μεταβολή της ποινικής κατηγορίας”, 1990 σελ. 45, επ. ΑΠ 1611/1994 ΠοινΧρ ΜΔ’ 1393, ΑΠ 1074/1994 ΠοινΧρ ΜΔ’ 830, ΑΠ 1833/1993 ΠοινΧρ ΜΔ’ 182, ΑΠ 1378/1992 ΠοινΧρ MB’ 1046, ΑΠ 1354/1990 ΠοινΧρ ΜΑ’ 372, ΑΠ 1853/1989 Ποινχρ Μ 873 και ΑΠ 373/89 ΠοινΧρ ΛΘ’ 904). Κατά συνέπειαν επειδή το αδίκημα της κλοπής απαιτεί δόλο προς ιδιοποίηση ενώ αυτό της υπεξαγωγής εγγράφων διάφορο δόλο ήτοι αυτόν πρέπει της πρόκληση βλάβης στον παθόντα, πρόκειται για πράξη ουσιωδώς διάφορη από αυτήν για την οποία ασκήθηκε η κατά εμού ποινική δίωξη.
Στο σημείο αυτό να τονίζω τα εξής.
Ο μηνυτής μου προσέρχεται στο AT Σάμης και δίδει την από 28-10-2003 ένορκη κατάθεση του (με την οποία και με μηνύει) και σε χρονικό διάστημα από 14 έως 4 ημέρες από την παράνομη εμού πράξη (κατά τους ισχυρισμούς του στην εν λόγω κατάθεση του). Ενώ λοιπόν αρχικώς καταθέτει μόνο για το ότι εισήλθα στην οικία μας χωρίς την άδεια του ξαφνικά όταν ο προανακριτικός υπάλληλος «κλείνει» την κατάθεση του μηνυτή ρωτώντας «Εχεις κάτι άλλο να προσθέσεις», ξαφνικά τότε ο μηνυτής καταθέτει «Θέλω να δηλώσω πως τώρα θυμήθηκα πως από το σπίτι αυτό αφαίρεσε έναν φάκελλο που περιείχε διάφορα έγγραφα μου , μερικά συμβόλαια και διάφορα άλλα χαρτιά σημαντικά…». Εν συνεχεία στην από 27-1-2004 κατάθεση του τα χαρτιά και οι φάκελλοι γίνονται περισσότεροι….
Είναι προφανές ότι ο μηνυτής κατασκεύασε εν μια στιγμή την κατά εμού κατηγορία μόνο και μόνο για να με πιέσει να πάψω τις αστικές αξιώσεις κατά εμού.
Είναι σταθερή τακτική του . Για του λόγου το αληθές
Α. την από 16-11-1999 επιστολή του στην οποία αναγράφει «Αθήνα 16-11-1999. Εγώ ο __________ __________ παρατούμε από την Συζηγική μου κατάσταση μετά από όσα έκανα και δεν δίνω ευθύνες για κανέναν. Από εδώ και πέρα θα κάνω την ζωή μου και δεν έχω καμμία απαίτηση (Ακολουθεί η υπογραφή του)»
Β. την από 10-6-2001 επιστολή του στην οποία αναγράφει «Δηλώνω ότι όσα είπα στον Δ. Κάππο ήταν ψέμματα και σ’ όλο τον κόσμο η __________ έχει δίκιο- Αυτή η λάσπη περί __________ δεν στέκει (Ακολουθεί η υπογραφή του)».
Αναλύοντας τα ανωτέρω τονίζω ότι η πρώτη επιστολή είναι λίγο πριν τον διασπαστεί τελικώς η συζυγική μας σχέση οπότε τον βρήκα με την ερωμένη του στο ξενοδοχείο όπου με την επιστολή αποδέχεται ότι αυτός αποκλειστικά ευθύνεται για την διάσπαση της έγγαμης συμβιώσεως μας.
Στην δεύτερη επιστολή του και όταν λόγω της απαράδεκτης και αντισυζυγικής συμπεριφοράς του δέχτηκε τον κοινωνική απόρριψη και αφού αρχικά προσπάθησε για να δικαιολογηθεί να διαδώσει ψευδώς ότι εγώ διατηρούσα εξωσυζυγικές σχέσεις με κάποιον __________ , ο μηνυτής ομολογεί ότι με συκοφάντησε και με διέβαλε χωρίς λόγο ρίχνοντας μου λάσπη (ο ίδιος το αποδέχεται).
Ενώ λοιπόν διατηρούσε εξωσυζυγικές σχέσεις διέδιδε ότι τον απατούσα μέχρις ότου η γενική κατακραυγή τον οδήγησε να ομολογήσει τα ανωτέρω.
Περαιτέρω Σας προσκομίζω και την από 7-1-2003 επιστολή του μηνυτή μου προς την εταιρία «__________ ΕΠΕ» (εταιρία στην οποία συμμετέχω τόσο εγώ όσο και ο μηνυτής) στην οποία αναφέρει «Δια της παρούσης μου θέλω να σας γνωρίσω ότι υπό αυτάς τα συνθήκας αδυνατώ να συνεχίσω να προσφέρω τις υπηρεσίες μου στην «__________ . Επειδή δεν έχω την οικονομική δύναμη να πληρώνω το ταμείο της __________ από τα ελάχιστα εισοδήματα που έχω από το __________ (περίπου 7.500.000 το 2002 καθαρά) και διότι έχω και εγώ κάποια έξοδα για να ζήσω.
Το διάστημα Οκτώβρη – Γενάρη έχουν γίνει αρκετές δουλειές στα σκάφη αλλά πρέπει να γίνουν και άλλες πολλές διότι δυστυχώς και το 37άρι θέλει σμοτική , αλλά δυστυχώς χωρίς λεφτά δε γίνονται οι δουλειές φροντίστε να τις συνεχίσετε διότι τα ναύλα είναι καλά αλλά χρειάζονται και (καλά) σκάφη για να γίνουν τα ναύλα αυτά.
Εύχομαι να μας φωτίσει ο Θεός να βρούμε λύσεις στα οικονομικά θέματα (το δυνατόν συντομότερον) ούτε ώστε να γνωρίσει ο καθένας μας τι του ανήκει και να προγραμματίσεις τις δουλειές του όπως νομίζει και να έχει και τις ευθύνες των πράξεων του. Αλλως βλέπω σε λίγο καιρό να μην μένει τίποτα όρθιο , δεδομένου ότι έρχωνται δύσκολες μέρες δεν υπάρχουν περιθώρια για…………………….. »
Εκ της ανωτέρω επιστολής του αντιδίκου προκύπτει αβίαστα ότι
Α. ήδη από τα τέλη του έτους 2002 έχει πάψει να ασχολείται με την ανωτέρω εταιρία και να προσφέρει σε αυτήν.
Β. όταν αποχώρισε από αυτήν η εταιρία δεν είχε χρήματα για να συντηρήσει τα πλοία της αφού ήδη όσα χρήματα είχε εισπράξει τα προηγούμενα έτη είχαν δαπανηθεί για την ανοικοδόμηση του ξενοδοχείου και για την καταβολή τμήματος εξοφλήσεως των σκαφών.
Γ. ότι αποχώρισε αφού είχε εισπράξει ότι χρήματα εδικαιούτο και αφού είχε αφανίσει και το μετοχικό κεφάλαιο που κατά το φαινόμενον είχε καταβάλει
Δ. ότι δεν είχε καμμία απαίτηση από την εν λόγω εταιρία και ότι στην ουσία δέχτηκε ότι αυτή εν τοις πράγμασι μου ανήκε και μου ανήκει
Ε. ότι τα σκάφη που αυτή κατείχε ήταν ήδη παλαιά και σχετικώς ακατάλληλα.
Σας προσκομίζω όμως την από 7-1-2005 αγωγή του μηνυτή μου κατά εμού ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών η οποία έλαβε γενικό αριθμό κατάθεσης 8010/2005 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου 498/2005 δυνάμει της οποίας ζητά το ποσό των 165.155,75 ευρώ για την συμμετοχή του στην εταιρία τα έτη 2000, 2001 και 2003.
ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΩΤΕΡΩ ΛΟΓΟΥΣ ΖΗΤΩ
Να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί μου.
Να απαλλαχθώ από κάθε σχετική κατηγορία και να κηρυχθώ αθώα.
Κεφαλλονιά 29-5-2006.
Η τους ισχυρισμούς υποβάλλουσα .
Αφού αποχώρησαν από το ακροατήριο, σύμφωνα με. το άρθρο 350 Κώδ. Ποιν Δικ οι υπόλοιποι μάρτυρες, έμεινε ο πρώτος μάρτυρας, που ρωτήθηκε από τον Πρόεδρο για τη ταυτότητα του και είπε ότι ονομάζεται __________ ________ του _________ γεννήθηκε στον _______ _______ και κατοικεί στα _______ ________ έτος γεν. 1951 επάγγελμα έμπορος Έλληνας και Χριστιανός Ορθόδοξος, γνωρίζει την κατηγορούμενη και δεν συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν ορκίστηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, κατά το άρθρο 218 Κωδ. Ποιν. Δικ., και εξεταζόμενος κατέθεσε ότι είμαστε τέως σύζηγοι με την κατηγορουμένη. Τέλη του 2000 είμαστε σε διάσταση. Μέχρι το 2001 της έδινα το σπίτι και έμενε, εγώ έμενα στο γκαράζ. Ζει στην Αθήνα. Της το παραχώρησα το σπίτι για να μένει με τα παιδιά. Μέχρι το καλοκαίρι του 2003 που ήλθε με το φίλο της.
Ο φίλος της την έπιασε στο Φισκάρδο, της έδωσε ξύλο, πειράχτηκαν τα παιδιά και της είπα να μην ξανάρθει. Πήγα κάποια φορά να μπω στο σπίτι και δεν έπιανε το κλειδί. Έμεινα στο ξενοδοχείο, έφερα κλειδαρά, ήλθα από την Αθήνα και δεν μπόρεσα να μείνω στο σπίτι μου. Τα χαρτιά τα είχαμε στην ντουλάπα, έλειπαν τα χαρτιά. Όλα αυτά χάθηκαν. Ήταν συμβόλαιο αγοράς, από κοινού τις είχαμε κάνει τις αγορές.
Τα είχαμε σε φακέλους στη ντουλάπα στο πάνω σημείο είμαι ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου «______». Τα πήρε τα έγγραφα για να με ταλαιπωρήσει. Δεν ξέρω τι τα έκανε. Δεν κλείδωνε η ντουλάπα. Βρήκα την κλειδαριά παραβιασμένη, με το τρυπάνι παραβιασμένη. Δεν ξέρω γιατί τα πήρε, για να βγάλω καινούργια από το Δασαρχείο. Έκανε και κακό στα παιδιά. Έκανε συντηρητική κατάσχεση στο σπίτι της κόρης μας. Είχα αλλάξει την κλειδαριά και την είχα ενημέρωσει να μην έρθει να ξαναμείνει εδώ.
Περίπου 12-13 Οκτωβρίου κλείνει το ξενοδοχείο. Είχα αλλάξει εγώ την κλειδαριά. Κακώς ήλθε στις 19 του μήνα, την είχα ειδοποιήσει να μην έλθει. Έμεινε 1-2 ώρες την ειδοποίησα να μην ξαναέλθει. Κάποια έγγραφα, ότι αφορούσε το οικόπεδο στο Φισκάρδο ήταν κοινά. Ότι έχουν σχέση με το ______ αφορούν εμένα. Δεν ξέρω τη χρησιμότητα των εγγράφων στην ίδια, έχουμε και άλλες δίκες. Ο πρώην φίλος της ονομάζεται ______ _______. Τον έκτο του 2001, συμφωνώ με αυτά που έγραψα τότε. Υποθέτω ότι ήλθε για μια βάπτιση στην ______. Έχουν γίνει δικαστήρια. Τα βρήκα όλα τα έγγραφα από το Υποθηκοφυλακείο. Δεν θυμάμαι αν αυτά τα έγγραφα που προσκόμισα στα Δικαστήρια είχαν μεταγενέστερη ημερομηνία από την υπεξαγωγή. Νομίζω ότι ήταν φωτοτυπίες απλές. Μου έλειψε το χαρτί του Δασαρχείου. Τα είχαμε όλα στην Κεφαλλονιά. Δεν ξέρω αν είχε και δικά της. Δεν θυμάμαι, νομίζω επικυρωμένα τα πλήρα από το Υποθηκοφυλακείο.
Στη συνέχεια, με πρόταση του Εισαγγελέα ανεγνώσθηκαν στο ακροατήριο τα παρακάτω έγγραφα, τα οποία βρίσκονται στη δικογραφία:
1)Οι από 29-5-2006 αυτοτελείς ισχυρισμοί κατηγορουμένης
2) Η από 17-1-2005 και με αρ. κατάθεσης 498/2005 αγωγή του ______ ______, κατά της ______ ______ ενωπίον του Πολυμελο΄λυς Πρωτοδικείου Αθηνών.
3) Η από 10/6/2001 δήλωση,
4) Η από 16/11/1999 δήλωση
5) Το από 7/1/2003 έγγραφο προς ______ ΕΠΕ
Έπειτα ήλθε άλλος μάρτυρας που ρωτήθηκε κατά τον ίδιο τρόπο και είπε ότι ονομάζεται ______ ________ του ______ γεννήθηκε στο ______ και κατοικεί στο _______ έτος γεν. 1953, Έλληνας και Χριστιανός Ορθόδοξος, γνωρίζει την κατηγορούμενη και δεν συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν ορκίσθηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, κατά το άρθρο 218 Κωδ. Ποιν. Δικ., και εξεταζόμενος κατέθεσε ότι. Ξέρω ότι ήλθε γύρω στις 20-10-2003 η ________ _______ με φίλες της να βαπτίσει ένα παιδάκι. Δεν μπορούσε να μπει με φίλες της να βαπτίσει ένα παιδάκι. Δεν μπορούσε να μπει μέσα στο σπίτι της. Έμενε αλλού. Την άλλη μέρα μου είπε να αλλάξουμε την κλειδαριά και έχει ειδοποιήσει το ______. Δεν έμεινε άλλος εκεί, εκτός από τον ______.
Έπειτα ήλθε άλλος μάρτυρας που ρωτήθηκε κατά τον ίδιο τρόπο και είπε ότι ονομάζεται ______ ______ του _____ γεννήθηκε στη ______ και κατοικεί στο _______ γεν 1954, Έλληνας και Χριστιανός Ορθόδοξος, γνωρίζει την κατηγορούμενη και δεν συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν ορκίσθηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, κατά το άρθρο 218 Κωδ. Ποιν. Δικ., και εξεταζόμενος κατέθεσε ότι. Στις 19-10-2003 είχαμε έλθει μαζί με την _______ _______. Δεν μπόρεσε να μπει μέσα πήρε τηλέφωνο το σύζυγο της και της είπε να αλλάξει την κλειδαριά. Ερχόταν κάθε καλοκαίρι και δούλευε στο ξενοδοχείο «________». Ξέρω ότι υπήρχαν κάποια προβλήματα. Δεν ξέρω αν είχε χαρτιά. Δεν αντιλήφθηκα ότι είχε πάρει χαρτιά. Δεν γνωρίζω αν είναι κοινή τους ιδιοκτησία το οιικόπεδο στη θέση «______». Πιστεύω ότι το έκανε ο μηνυτής για δημιουργηθούν προβλήματα. Κάτι που μπορούσε να το έχει ανά πάσα στιγμή στα χέρια της δεν υπήρχε λόγος για να αφαιρέσει έτσι.
Στην συνέχεια η Πλημ/δικης κάλεσε την κατηγορούμενη να απολογηθεί.
Η Κατηγορούμενη αρνήθηκε την πράξη που της αποδίδεται και είπε: Ήλθα από την Αθήνα και δεν μπορούσα να μπω μέσα στο σπίτι μου, δεν έπιανε το κλειδί. Πήρα τηλέφωνο τον __________ και δεν απαντούσε. Κοιμήθηκα στις φίλες μου, είχα τα πραγματά μου μέσα. Τον πήρα τηλέφωνο και μου είπε: «Άλλαξε την κλειδαριά και αφησέ μου ένα κλειδί στο πατάκι. Με βοήθησε ο _____ _______ για να βρω κλειδαρά. Τους άφησα ένα κλειδί στο πατάκι μετά από τρεις μέρες και έφυγα. Δεν πήρα ποτέ χαρτιά, πλήρωσα 50 ευρώ μου έστειλε η Συμβολαιογράφος χαρτιά στην Αθήνα. Το οικόπεδο στο _____ το αγοράσαμε 100% στην κόρη μας. Στην Αθήνα έκανε τα χαρτιά της η κόρη μου. Παντρεύτηκα το 1976. Το ξενοδοχείο «_________» είναι στα μέτρα πιο κάτω. Η κατοικία μας ήταν πάνω από το ξενοδοχείο. Ότι αντίγραφο χρειάστηκα το πήρα από την υποθηκοφύλακα.
Η Πλημ/δίκης ρώτησε τον Εισαγγελέα και τους διαδίκους αν έχουν να εξετάσουν ή να διασαφηνίσουν κάτι συμπληρωματικά, καί σε αρνητική τους απάντηση, κήρυξε τη λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας,
Ο Εισαγγελέας έλαβε το λόγο και πάλι και αφού ανέπτυξε την κατηγορία πρότεινε την αθώωση της κατηγορουμένης.
Ο Συνήγορος της κατηγορουμένης ζήτησε την αθώωση του πελάτη του.
Στη συνέχεια ο Πλημ/δίκης με την παρουσία και τους Γραμματείς κατάρτισε και σε δημόσια συνεδρίαση δημοσίευσε την παρακάτω απόφαση τους.
Από όλη τη σχετική με την απόδειξη κυρία διαδικασία, τα έγγραφα που αναγνώστηκαν, τις καταθέσεις στο ακροατήριο των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης που εξετάστηκαν την απολογία της κατηγορουμένη και απ’όλη τη συζήτηση της υπόθεσης, το Δικαστήριο δεν πείστηκε για την ενοχή της κατηγορουμένης για την αξιόποινη πράξη που τους αποδίδεται με το κατηγορητήριο και γι’ αυτό το λόγο πρέπει να κηρυχτεί αθώα, καθόσον δεν αποδείχθηκε στην προκειμένη περίπτωση ότι συντρέχουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται απ΄το Νόμο για τη συγκρότηση της αντικειμενικής και υποκειμενικής απόστασης της αξιόποινης πράξης για την οποία διώχθηκε.
Από τη ίδια γενικά διαδικασία το Δικαστήριο δεν πείστηκε ότι ο μηνυτής από δόλο ή βαρειά αμέλειά του κατάγγειλε την κατηγορούμενη , γι’ αυτό και πρέπει ν’ απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα, τα οποία πρέπει να επιβληθούν στο Δημόσιο.
Συγκεκριμένα δεν εξατομικεύτηκαν με πληρότητα ούτε αναφέρθηκαν από τον μηνυτή με σαφήνεια το έγγραφο που φέρεται ότι υπεξήχθησαν, δεν διασαφηνίστηκε επίσης κατά την ακροαματική διαδικασία με ποιον ειδικότερο τρόπο έγινε η φερόμενη αξιόποινη ενέργεια (πχ με ειδική εκμηδένιση, με απόκρυψη) και τέλος δεν αποδείχθηκε σε τι συνίσταται η βλάβη και ποια δικαιώματα στερήθηκε.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Κηρύσσει την κατηγορουμένη αθώα του ότι κατά μη επακριβώς προσδιοριζόμενη ημερομηνία του από 18ης έως 24 του μηνός Οκτωβρίου του έτους 2003 χρονικού διαστήματος στα __________ με πρόθεση επέκρυψε έγγραφα κατά την έννοια του άρθρου 13 γ’ ΠΚ ήτοι γραπτά προορισμένα και πρόσφορα να αποδείξουν γεγονότα έχοντας έννομη σημασία με σκοπό να βλάψει άλλον. Ήτοι αυτή, όντας εν διαστάσει ήδη από το έτος 2002 μετά του εγκαλούντος (πρώην συζύγου της) __________ __________ αφού εισήλθε, διαρρηγνύοντας, υπό ανεξακρίβωτες συνθήκες, την κλειδαριά του διαμερίσματος που χρησιμοποιούσαν και οι δύο, κατά την διάρκεια (έτη 1975 – 2002) της εγγάμου συμβιώσεώς τους ως κοινή συζυγική τους στέγη, αφήρεσε χωρίς το σκοπό ιδιοποιήσεως πλην καταδήλως για να βλάψει τον εγκαλέσαντα:
α) ένα φάκελο που περιείχε τοπογραφικά διαγράμματα και σχέδια αρχιτεκτονικά που αφορούν οικόπεδο συνιδιοκτησίας της μετ’ αυτού ευρισκομένου στη θέση «__________ » __________ , β) τρεις φακέλους που περιείχαν οικοδομικές άδειες και σχέδια (τοπογραφικά σκαριφήματα) που αφορούν το ξενοδοχείο «__________ » ιδιοκτησίας του πρώην συζύγου της (εγκαλούντος), την κατοικία του στα __________ και κάποιο οικόπεδό του στην περιοχή __________ ευρισκόμενο. Πάντα τούτα τα ιδιαιτέρως σημαντικά έγγραφα αποκρύπτει εκτοτε καθιστώντας, όπως αποσκοπούσε, ανέφικτη την χρήση τους από τον αληθή δικαιούχο (πρώην) συζυγό της.
Απαλλάσει το μηνυτή από την πληρωμή των δικαστικών εξόδων και τελών.
Επιβάλλει τα έξοδα και τέλη στο Δημόσιο.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο.
Στη Σάμη, την 29 Μαΐου 2006
Η ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ