Περίληψη
ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Καταδικαστική αντιμωλία
Αριθμός 20/2003
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ
Του Τριμελούς Εφετείου ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑΤΩΝ (άρθρο 6 παρ. ι εδ. γ’ και 9 παρ 1 Κ. Ποιν Δ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ.1 σε συνδυασμό με παραγράφους 2 και 3 ίδιου άρθρου νόμου 1649/1988).
Συνεδρίαση της 14ης Ιανουαρίου 2003 (από διακοπή του συνεδριάσεων της 17ης Δεκεμβρίου και της 10ης Ιανουαρίου 2003).
Δικαστές κλπ: Πανούσης Κωνσταντίνος Προεδρεύων Εφέτης, Βαρελά Μαρια, Κράνης Δημήτριος Εφέτες, Αντιεισαγγελέας Εφετών Χατζήκος Γεώργιος, Ιατρού Ελένη Γραμματέας.
Κατηγορούμενος: _________ _________
ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ
Η συνεδρίαση έγινε δημόσιο στα ακροατήριο τou Δικαστηρίου. Ο κλητήρας, με εντολή tου Προέδρου, εκφώνησε το όνομα του κατηγορουμένου, α οποίος εμφανίστηκε. Ο Πρόεδρος ρώτησε τον κατηγορούμενο για τα όνομα και το επώνυμο tοu, τον τόπο της γέννησής του, την ηλικία του, το όνομα των γονέων, της συζύγου και των τέκνων του. Ο κατηγορούμενος απάντησε ότι ονομάζεται όπως αναφέρεται παραπάνω και ότι διορίζει συνήγορο του, για να τον υπερασπιστεί, τον παρόντα δικηγόρο Οικονομάκη Χρήστο ο οποίος αποδέχτηκε το διορισμό.
Κατόπιν ο Πρόεδρος είπε στον κατηγορούμενο να προσέξει την κατηγορία και τη συζήτηση και συνάμα τον πληροφόρησε ότι έχει το δικαίωμα να αντιτάξει στην κατηγορία πλήρη έκθεση των ισχυρισμών του, καθώς και να υποβάλει τις παρατηρήσεις του μετά την εξέταση κάθε μάρτυρα ή την έρευνα οποιουδήποτε άλλου αποδεικτικού μέσου.
Ύστερα ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, απάγγειλε την κατηγορία σύμφωνα με το κλητήριο θέσπισμα και παρέδωσε στον Πρόεδρο κατάλογο των μαρτύρων που κάλεσε για την υποστήριξη της κατηγορίας, αντίγραφο του οποίου έχει επιδοθεί στον κατηγορούμενο, κατά το άρθρο 325 Κ. Ποιν. Δ, όπως προκύπτει από το αποδεικτίκό που βρίσκεται στη δικογραφία.
Ο Πρόεδρος ζήτησε από τον κατηγορούμενο πληροφορίες για τις πράξεις για τις οποιες κατηγορείται και του υπενθύμισε ότι η αιτιολογία του θα γίνει μετά το τέλος της αποδεικτικής διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 343 Κ. Ποιν. Δ.
Ο κατηγορούμενος πάντησε ότι θα εκθέσει τις απόψεις του κατά την αιτιολογία του και ότι τώρα δεν έχει να πει τίποτα.
Κατόπιν ο Πρόεδρος εκφώνησε το ονόμα των μαρτύρων κατηγορίας και βρέθηκε παρών.
Μετά ο Πρόεδρος ρώτησε τον κατηγορούμενο και τον συνήγορο του αν εχουν κλητεύεσει μόνο μάρτυρες υπεράσπισης και αυτοί απάντησαν καταφατικά. Αφού εκφωνήθηκε το όνομα του μάρτυρα της υπεράσπισης από Πρόεδρο, βρέθηκε παρών ο ___________ _________.
Η γραμματέας διάβασε, με εντολή του Προέδρου, το διατακτικό του παρεπεμπικού κλητηρίου θεσπίσματος-βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημ/κων με αριθμό και την απόφαση αυτού του δικαστηρίου με αριθμό (διαγράφονται 14 λέξεις).
Κατόπιν ο Πρόεδρος διέταξε να αρχίσει η αποδεικτική διαδικασία και κάλεσε τον μάρτυρα της κατηγορίας. (Ακολούθως διέταξε και αποχώρησαν οι λοιποί μάρτυρες στον προορισμένο για αυτούς δωμάτιο, αφού προηγουμένως απαγόρευσε τη μεταξύ τους επικοινωνία (διαγράφονται 19 λέξεις).
Προσήλθε ο πρώτος μάρτυρας της κατηγορίας, ο οποίος όταν ρωτήθηκε από τον Πρόεδρο για την ταυτότητα του, απάντησε ότι ονομάζεται ________ __________ του __________ γεννήθηκε στον _________ και κατοικεί στον _________. Τον κατηγορούμενο γνωρίζει απλώς και δεν είναι συγγενής του. Αφού ορκίστηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, κατά το άρθρο 218 Κ. Ποιν. Δ., εξετάστηκε και κατέθεσε ότι:
«Tον Ιούνιο 1999 στις 9 με 10 η ώρα το βράδυ, κάναμε περιπολία, στον _________, εντοπίσαμε ένα άτομο (τον κατηγορούμενο) , που μας φάνηκε ύποπτο, τον σταματήσαμε για εξακρίβωση στοιχείων και ο κατηγορούμενος δεν είχε ταυτότητα. Τον πήγαμε στο τμήμα, σε έρευνα που έγινε πάνω του στο τμήμα βρέθηκαν 20-30 χασίς. Ο κατηγορούμενος μας είπε ότι έμεινε στο ξενοδοχείο «________» και μας πήγε εκεί και μας παρέδωσε και άλλα 60 γραμμάρια χασίς. Νομίζω μας είπε αλλοδαπό. Δεν τον είδαμε να συναλλάσσεται με κανέναν, ούτε να κάνει γενικά κάτι τέτοιο. Δεν είναι κάτοικος _________. Ήταν απόλυτα συνεργάσιμος μαζί μας, θα μπορούσε και να μην μας αποκαλύψει το που μένει και να μην μας παραδώσει και το υπόλοιπο χασίς.»
Η Γραμματέας με εντολή του Προέδρου διάβασε τοα εξής έγγραφα.
- Την από 5/6/1999 έκθεση συλλήψεως
- Την από 5/6/1999 έκθεση σωματικής έρευνας και κατάσχεσης ναρκωτικών
- Την από 5/6/1999 έκθεση ζύγισης ναρκωτικής ουσίας
- Την υπ’αριθμων πρωτ. 25/7/11-6-99 έκθεση εξέτασης ναρκωτικών
- Την φωτοτυπία βεβαίωσης του _______ περί της ταυτότητας του ________
Προσήλθε άλλος μάρτυρας της κατηγορίας, ο οποίος όταν ρωτήθηκε από τον Πρόεδρο για την ταυτότητα του, απάντησε ότι ονομάζεται _______ γεννήθηκε ________ και κατοικεί ________. Τον κατηγορούμενο γνωρίζει απλώς και δεν είναι συγγενής του. Επομένως αφού ορκίστηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, κατά το άρθρο 218 Κ. Ποιν. Δι εξετάστηκε και κατέθεσε ότι:
«Είμαι ο πατέρας του κατηγορουμένου, τότε που συνέβη το περιστατικών ο γιος μου ήταν πολύ μικρός, μετά από αυτό το περιστατικό πήγε φαντάρος και τελείωσε κανονικά το στρατό. Τώρα το πρωί δουλεύει και το βράδυ πάει σχολείο. Δεν είχε το παιδί προιστορία με αυτά τα πράγματα. Είμαστε πολύ κοντά στο παιδί τώρα.»
Σημειώνεται ότι οι μάρτυρες, που αναφέρονται παραπάνω, κλήθηκαν ένας-ενάς και αφού εξετάστηκαν προφορικά, έμειναν στα ακροατήρια και ότι μετά από κάθε μαρτυρία ο Πρόεδρος έδινε το λόγο στον Εισαγγελέα, στους Δικαστές καθώς και στο συνήγορο του κατηγορουμένου, για να απευθύνουν ερωτήσεις, αν είχαν προς τους μάρτυρες, καθώς και στον κατηγορούμενο, αν είχε κάτι να παρατηρήσει ή να υπενθυμίσει. Εκείνοι υπέβαλαν ερωτήσεις καιοι μάρτυρες απαντούσασν στις ερωτησεις αυτές, όπως στην κατάθεση κάθε μάρτυρα αναφέρεται.
«Κατόπιν ο Πρόεδρος κάλεσε τον κατηγορούμενο να απολογηθεί. Ο κατηγορούμενος, απολογούμενος είπε: « Είχα παει μια φορά με ένα φίλο μου στο ________ και αυτός τότε πήρε κάτι από κει, που δεν ήξερα τι ήταν. Πήγα μόνος μου μια άλλη φορά και με πλησίασε κάποιος και μου έδωσε αυτή την ποσότητα, μου είπε χασίς είναι. Δεν ήξερα από αυτά τα πράφματα και το πήρα. Θα το κανόνιζα, τι θα το κάνα άλλο. Δεν ήξερα όμως πόσα γραμμάρια ήταν. Δεν κάνω χρήση τώρα, Κάνετε λάθος. Ηλεκρολόγος είμαι, δουλεύω και πάω και σχολείο το βράδυ.»
Μετά την αιτιολογία του κατηγορούμενου ο Πρόεδρος του υπέβαλε ερωτήσεις και κατόπιν έδωσε το λόγο στον Εισαγγελέα και στους Δικαστές για να υποβάλουν και αυτοί ερωτήσεις αν είχαν. Ο Εισαγγελέας και οι Δικαστές υπέβαλαν σχετικές ερωτήσεις προς τον κατηγορούμενο και εκείνος απάντησε όπως αναφέρεται στην απολογία του.
Μετά ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο στους διαδίκους και τους συνηγόρους τους για να απευθύνουν μέσω του Προέδρου, αν είχαν, ερωτήσεις προς τον κατηγορούμενο και αυτού υπέβαλαν ερωτήσεις (διαγράφονται 28 λέξεις).
Μετά από αυτά ο Πρόεδρος ρώτησε τον Εισαγγελέα αν χρειάζεται καμία συμπληρωματική εξέταση ή διασάφηση και όταν απάντησε αρνητικά. Ο Πρόεδρος κήρυξε τη λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας και έδωσε το λόγο στον Εισαγγελέα, ο οποίος ανάπτυξε την κατηγορία και πρότεινε να κηρυχθεί ένοχος κατά το κατηγορητήριο ο κατηγορούμενος και να του αναγνωρισθούν ελαφρυντικά.
Ως πληρεξούσιος της πολιτικής αγωγής, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, ζήτησε να κηρυχθεί ο κατηγορούμενος ένοχος. (διαγράφονται 18 λέξεις).
Ο συνήγορος του κατηγορουμένου, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, και ανάπτυξε την υπεράσπιση, ζήτησε να γίνει δεκτό ότι προέρχεται περί προμήθειας προς ιδίαν χρήση,και εντελώς περιστασιακή και να κριθεί ατιμώρητος κατ’άρθρο 2 3.
Ο κατηγορούμενος, όταν ρωτήθηκε από τον Πρόεδρο αv έχει vα προσθέσει τίποτε για την υπεράσπιση του, απάντησε αρνητικά.
Κατόπιν ο Πρόεδρος κήρυξε περατωμένη τη συζήτηση.
Το Δικαστήριο αποσύρθηκε στο δωμάτιο το προορισμένο για διάσκεψη και αφού διασκέφθηκε μυστικά, με παρόντα το Γραμματέα, κατάρτισε την απόφαση του και όταν επανήλθε στην αίθουσα συνεδριάσεων, με παρόντες τον Εισαγγελέα, το Γραμματέα και όλους τους παράγοντες της δίκης, μέσω του Προέδρου δημοσίευσε, σε δημόσια συνεδρίαση, την απόφαση του με αριθμό 20/2003 η οποία είναι η εξής:
Επειδή από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας και της υπεράσπισης, που εξετάστηκαν ενόρκως στο Δικαστήριο τούτο, και οι οποίοι αναφέρονται ονομαστικά στα πρακτικά, τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, την αιτιολογία του κατηγορουμένου και όλη γενικά την αποδεικτική διαδικασία αποδείχτηκαν τα εξής:
Τις εσπερινές ώρες της 5-6-1999,(μεταξύ 9ης καί 1Οης μ.μ.), ο κατηγορούμενος οδηγήθηκε στο Αστυνομικό τμήμα _________ , προς εξακρίβωση των στοιχείων της ταυτότητός του, γιατί κατά τον άμεσως προ ολίγου γενόμενο από Αστυνομικό ύπάλληλο έλεγχο, το Δελτίου ’Αστυνομικής ταυτότητός. Κατά την διάρκεια σωματικής έρευνας που του έγινε στο Αστυνομικό τμήμα, ανακαλύφθηκε οτι στά ενδύματά του είχε άποκρύψει ποσότητα 20-30 γραμμαρίων ινδικές κάναβης. 0 ίδιος (κατηγορούμενος) άπεκάλυψε αύθορμήτως στούς Αστυνομικούς ότι στο ξενοδοχείο “_________ ” των _________ όπου διέμενε, είχε αφήσει 60 ακόμη γραμμάρια της ίδιας ναρκωτικές ουσίας, την οποία άνευρον καί κατάσχεσαν οί Αστυνομικοί. Όπως προέκυψε περαιτέρω από τίς ίδιες αποδείξεις, την συνολική ποσότητα των 90 γραμμαρίων ινδικής κάναβης που κατείχε, ο κατηγορούμενος την είχε προμηθευθεί προ ολίγων ήμερων (συγκεκριμένα την 25-5-1999’) από άγνωστο άτομο στο _________ , την προόριζε δε για αποκλειστικά δική του χρήση.
Ενόψει τούτων, ο κατηγορούμενος πρέπει νά κηρυχθεί ένοχος προμήθειας ναρκωτικής ουσίας, αποκλειστικά γιά δική του χρήση, κάτ’επιτρεπτή μεταβολή της απαγγελθείσης σε βάρος του κατηγορίας. Αθώος δε της χρήσεως που του αποδόθηκε, γιατί ή τελευταία δέν αποδείχθηκε. Πρέπει ακόμα νά άναγνωρισθεί στόν κατηγορούμενο ή έλαφρυντική περίσταση του πρότερου έντιμου βίου.
Για τους λόγους αυτούς
Δικάζοντας τον παρόντα κατηγορούμενο _____________ ____________ τον ____________ και κάτοικο __________.
Κηρύσσει τον κατηγορούμενο ένοχο του ότι .1.). .Στο Μενίδι Αττικής την25-5-1999 προμηθεύθηκε από άγνωστο άτομο 90 γραμμάριο ινδικής ‘κάνναβης, την όποια προόριζε άποκλειστικώς γιά δίκη του. χρήση. 2) Την 5-6-1999 κατείχε την ανωτέρω ποσότητα στις Σπέτσες, μέ -τον ίδιο ώς ανω προορισμό (Ενιαία πράξη 1 καί 2)
Δέχεται ότι ό κατηγορούμενος» μέχρι την τέλεση της παραπάνω πράξεως έζησε έντιμο ατομικό, οικογενειακό» κοινωνικό καί έν γένεί επαγγελματικό βίο.
Κηρύσσει Αθώο τον κατηγορούμενο του ότι: Στην _____ καί άλλου, κατά τό χρονικό διάστημα 1-1-Ι999 έως 5-6-1999 καί σε ημερομηνίες που δεν διακριβώθηκαν» με περισσότερες από μία πράξεις που συνίστοήν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος» εκανε κατ επανάληψη,και τουλάχιστον 50 φορές, χρηση ακατέργαστης ινδικής κάναβης, ναρκωτικής ουσίας σύμφωνα με τον Νόμο» παράνομα με την έννοια ότι η χρήση της απαγορεύεται.
Κρίθηκε,αποφασίσθηκε καί όημοσιεύθηκε δημόσια αμέσως ακροατήριό του. .
Πειραιάς 14 Ιανουαρίου 2003
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΥΣ
Μετά την απαγγελία της απόφασης διαβάστηκε το ποινοικό μητρώο του κατηγορουμένου. Ο εισαγγελέας αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, πρότεινε να επιβληθεί στον κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης 8 μηνών την αναστολή της επί τριετία να διαταχθεί η δήμευση και καταστροφή των κατασχεθεισών ναρκωτικών ουσιών.
Ο πληρεξούσιος της πολιτικής αγωγης ζήτησε να γίνει δεκτή η αγωγή διαγράφεται μια σειρά. Ο συνήγορος του κατηγορουμένου ζήτησε να επιβληθεί στον κατηγορούμενο το ελάχιστο της ποινής.
Το Δικαστήριο αποσύρθηκε στο δωμάτιο το προορισμένο για διάσκεψη και αφού διασκέφτηκε μυστικά, με παρόντα το Γραμματέα, κατάρτισε την απόφαση του και όταν επανήλθε στην αίθουσα συνεδριάσεων, με παρόντες τον Εισαγγελέα, το Γραμματέα και όλους τους παράγοντες της δίκης, μέσω του Προέδρου δημοσίευσε, σε δημόσια συνδερίαση, την απόφασή του, με αριθμό 20/2003 η οποία είναι η εξής:
Επειδή η πράξη για την οποία κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος προβλέπεται και τιμωρείται από τα άρθρα 26, 27, 51, 52, 72, 84 2α ΠΚ, 431, 3 Πιν Α-6, 12 ν 1729/1981 όπως ήδη ισχύει.
Επειδή κατά τα άρθρα 79ΠΚ, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τόσο τη βαρύτητα του εγκλήματος, όσο και την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, που κηρύχθηκε ένοχος. Για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος το Δικαστήριο αποβλέπει στη βλάβη που προξένησε το έγκλημα ή τον κίνδυνο που προκάλεσε, στη φύση, στο είδος και στο αντικείμενο του εγκήματος, καθώς επίσης και σε όλες τις περιστάσεις χρόνου, τόπου, μέσων και τρόπου που συνόδευαν την προπαρασκευή ή την εκτελεσή του, στην ένταση του δόλου του κατηγορούμενου. Κατά την εκτίμηση της προσωπικότητας του κατηγορουμένου το Δικαστήριο σταθμίζει ιδίως το βαθμό της εγκληματικής του διάθεσης, που εκδήλωσε κατά την πράξη. Για να τον διαγνώσει με ακρίβεια εξετάζει τα αίτια που τον ώθησαν στην εκτέλεση του εγκλήματος, την αφορμή που του δόθηκε και το σκοπό που επιδίωξε, το χαρακτήρα του και το βαθμό της ανάπτυξης τους, τις ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις και την προηγούμενη ζωή του, τη διαγωγή του κατά τη διάρκεια της πράξης και μετά την πράξη, ιδίως την μετάνοια που επέδειξε και την προθυμία του να επανορθώσει τις συνέπειες της πράξης του. Έχοντας όλα τα στοιχειά αυτά υπόψη το Δικαστήριο κρίνει: πρέπει να επιβληθεί στον κατηγορούμενο ποινή φυλακίσεως 5 μήνων.
Επειδή πρέπει να επικυρωθεί έκθεσης κατασχέσεως.
Επειδή πρέπει να διαταχθεί η δήμευση και καταστροφή των κατασχεθείσων ναρκωτικών ουσιών.
Επειδή από το αντίγραφο του ποινικού μητρώου του καταδικασθέντος που βρίσκεται στην δικογραφία, προκύπτει ότι αυτό δεν έχει εως τώρα καταδικασθεί αμετακλήτως για κακούργημα ή πλημμέλημα σε περιοριστική της ελευθερίας ποινή ανωτέρα των έξι μηνών, με μία μόνη ή με περισσότερες αποφάσεις, που οι ποινές δεν υπερβαίνουν συνολικώς τα ανωτέρω όρια. Επομένως, πρέπει να διαταχθεί η αναστολή εκτελέσεως της ποινης για μια τριετια (άρθρο 99 παρ Ι του Ποινικιού Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ 3 του Νόμου 2479/1997).
Για τους λόγους αυτούς
Καταδικάζει τον κατηγορούμενο, που κηρύχθηκε ένοχος σε φυλάκιση 5 μηνών και στα έξοδα της δίκης 73 ευρώ.
Επικυρώνει την από 5-6-1999 έκθεση σωματικής και κατάσχεσης ναρκωτικών ουσιών.
Διατάσσει την δήμευση και καταστροφή των κατασχεθείσων ναρκωτικών ουσιών με την άνω έκθεση κατασχέσεως όπως αυτές ορίζονται και περιγράφονται αναλυτικά σ’αυτήν έκθεση κατασχέσεως.
Κατόπιν ο Πρόεδρος ανακοίνωσε στον κατηγορούμενο ότι έχει το δικαιώμα, μέσα στη νόμιμη προθεσμία, να ασκήσει αναίρεση κατά της απόφασης. Εξήγηση δε συνοπτικά σε αυτόν όσα απαιτούνται για να είναι έγκυρο και τυπικά δεκτό το ενδικό τούτο μέσο (άρθρο 407 Κ.Ποιν. Δ). (11Ν. 469/72)
Αναστέλλει την εκτέλεση της ποινής φυλάκισης των 5 μηνών που επιβλήθηκε στον κατηγορούμνο, καταδικάστηκε για 3 χρόνια.
Τέλος ο Πρόεδρος γνωστοποίησε στον κατηγορούμενο, που καταδικάστηκε, ότι αν κατά το διαστημά της αναστολής καταδικαστεί ξανά αμετάκλητα σε πινή στερητική της ελευθερίας για κακούργημα ή πλημμέλημα που διέπραξε μέσα στο χρόνο της αναστολής θα εκτίσει και την ποινή, που έχει, σύμφωνα με τα άρθρα 102 Π.Κ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε δημόσια αμέσως στο ακροατήριο του.
16 Απριλίου 2013
Ο Προεδρεύον Η Γραμματέας
|
||||