Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
Αριθμός Αποφάσεως 2137/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Μαρία Αυγουστή, Πρωτόδικη, η οποία ορίσθηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών, και από τη Γραμματέα Παναγιώτα Αθανασοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριό του, την 19η Οκτωβρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση:
ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: ________ (________ ) ________ (________ ) του ________ και της ________ , κατοίκου Αυστραλίας, οδός ________ st. αρ.__, ________ , __, που παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου του, Μαρίας -Μυρσίνης Μίχα, που κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.
Ο αιτών ζητά να γίνει δεκτή η από 14/7/2020 αίτηση του με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 46500/1967/2020 προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η πληρεξούσια δικηγόρος του αιτούντος ζήτησε να γίνουν δεκτά, όσα αναφέρονται στα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις της.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 323, 905 §1,3,4 ΚΠολΔ, απόφαση αλλοδαπού πολιτικού Δικαστηρίου, που αφορά την προσωπική κατάσταση, όπως είναι και αυτή, που απαγγέλλει το διαζύγιο (ΑΠ 1666/2006 ΤΝΠ Νόμος), ισχύει και αποτελεί δεδικασμένο στην Ελλάδα, εφόσον: α) αποτελεί δεδικασμένο κατά το δίκαιο του τόπου, όπου εκδόθηκε, β) η υπόθεση, κατά τις διατάξεις του ελληνικού δικαίου, υπαγόταν στην δικαιοδοσία των Δικαστηρίων του κράτους, στο οποίο ανήκει το Δικαστήριο, που εξέδωσε την απόφαση, όταν δηλ. ο Έλληνας Δικαστής, υπεισερχόμενος υποθετικά στη θέση του αλλοδαπού Δικαστή, θα είχε δικαιοδοσία για την υπόθεση με βάση τις διατάξεις του ελληνικού δικαίου (ΑΠ 1255/2006 ΤΝΠ Νόμος), γ) ο διάδικος, που νικήθηκε, δε στερήθηκε του δικαιώματος της υπεράσπισης και, γενικά, της συμμετοχής του στη δίκη, εκτός αν η στέρηση έγινε σύμφωνα με διάταξη, που ίσχυε για τους πολίτες του κράτους, στο οποίο ανήκει το Δικαστήριο, που εξέδωσε την απόφαση (ΕφΑΘ 10601/1995 ΤΝΠ Νόμος), δ) δεν είναι αντίθετη με απόφαση ελληνικού Δικαστηρίου, που εκδόθηκε στην ίδια υπόθεση και αποτελεί δεδικασμένο για τους διαδίκους, μεταξύ των οποίων εκδόθηκε η απόφαση του αλλοδαπού Δικαστηρίου και ε) δεν είναι αντίθετη προς τα χρηστά ήθη και τη δημόσια τάξη, ο αλλοδαπό δίκαιο του τόπου έκδοσης της απόφασης είναι αυτό που θα προσδιορίσει τη δικονομική ωριμότητα της απόφασης, δηλ. αν αυτή αποτελεί δεδικασμένο ή και αμετάκλητο όπου απαιτείται (ΑΠ 1314/1994 ΕλλΔνη 1996.637, ΕφΑΘ 3918/1989 ΑρχΝ 1992.393, Μαριδάκη, Η εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων, εκδ. 1970, σελ. 63). Όταν, όμως, για να επέλθει το διαπλαστικό αποτέλεσμα ορισμένων αποφάσεων ελληνικών Δικαστηρίων, απαιτείται, κατά το ελληνικό δίκαιο, βαθμός δικονομικής ωριμότητας ανώτερος της τελεσιδικίας, ήτοι αμετάκλητο, τότε, για να αναγνωρισθεί το δεδικασμένο παρόμοιας αλλοδαπής απόφασης από τα ελληνικά Δικαστήρια, θα πρέπει αυτές να έχουν αποκτήσει ήδη τον βαθμό τούτο της δικονομικής ωριμότητας. Αυτό συναντάται συνηθέστερα στις αλλοδαπές αποφάσεις διαζυγίου, όταν η λύση του γάμου επέρχεται, σύμφωνα με το δίκαιο του τόπου έκδοσής τους, από την τελεσιδικία τους, πράγμα, όμως, που αντιβαίνει στην ημεδαπή δημόσια τάξη, η οποία εκφράζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση με τη διάταξη του αρθ. 1438 ΑΚ, κατά την οποία το διαζύγιο απαγγέλλεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Έτσι, η αλλοδαπή απόφαση, με την οποία λύνεται ο γάμος των συζύγων, ο ένας από τους οποίους ή και οι δύο είναι Έλληνες, πρέπει να καταστεί αμετάκλητη κατά το δίκαιο του τόπου έκδοσης της, για να μπορεί να αναπτύξει και κατά το ελληνικό δίκαιο την έννομη συνέπεια της λύσης του γάμου (ΜΠΑ 4045/2006 ΤΝΠ Νόμος, ΜΠΘ 402/1989 Αρμ 1990.471, Μπρίνια, Αναγκαστική εκτέλεση, εκδ. 1979, αρθ. 905 ΚΠολΔ, παρ. 44, σελ. 118).
Στην προκειμένη περίπτωση με την υπό κρίση αίτηση, ο αιτών, επικαλούμενος έννομο συμφέρον, ζητεί να αναγνωριστεί ότι έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου η υπ’ αρ. 2169/1993 απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου της Αυστραλίας στην περιοχή ________ (________ ), η οποία έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη, σύμφωνα με την οποία, λύθηκε ο γάμος του με την ________ ________ , που συνήφθη στις 02/03/1986 στο ________ . Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η ως άνω αίτηση αρμόδια φέρεται για να δικαστεί από το Δικαστήριο αυτό, ως δικαστήριο της πρωτευούσης του ελληνικού κράτους, δεδομένου ότι ο αιτών έχει μεν την ελληνική ιθαγένεια, όχι όμως κατοικία στην Ελλάδα, προκειμένσυ να θεμελιωθεί τοπική αρμοδιότητα ελληνικού Δικαστηρίου (άρθρο 601 §3 ΚΠολΔ), με την προκειμένη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 επ. ΚΠολΔ (αρθρ. 739 και 905 παρ. 4 ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 323 και 905 ΚΠολΔ, και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσία.
Από τα έγγραφα που προσκομίζει ο αιτών, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Ο αιτών τέλεσε νόμιμο πολιτικό γάμο στις 02/03/1986 στο ________ , στην Αυστραλία, με την ________ ________ του ________ , αμφοτέρων κατοίκων Αυστραλίας, όπως προκύπτει από τα υπ’ αρ. 30024245/5.3.1986 πιστοποιητικού γάμου, καθώς και από την υπ’ αρ. 170/14/2020 ληξιαρχική πράξη γάμου του Ειδικού Ληξιαρχείου. Με τηνυπ’ αρ. 2169/1993 απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου
της Αυστραλίας στην περιοχή ________ (________ ) της Αυστραλίας, λύθηκε οριστικά ο γάμος του αιτούντος με την ________ ________ . Η απόφαση δε αυτή, κατέστη αμετάκλητη στις 02/01/1994, όπως προκύπτει από την από 04/01/1994 επισημείωση του καταχωρητή, επί του σώματος της υπ’ αρ. 2169/1993 αποφάσεως. Η ως άνω αναφερόμενη απόφαση εφάρμοσε τον ουσιαστικό νόμο που έπρεπε να εφαρμοστεί σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο και συγκεκριμένα, εφάρμοσε το δίκαιο της Αυστραλίας, που ήταν σύμφωνα με το άρθρο 14 ΑΚ, το δίκαιο της τελευταίας συνήθους διαμονής των συζύγων κατά τη διάρκεια του γάμου και εξεδόθη από αρχή που είχε δικαιοδοσία σύμφωνα με το δίκαιο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Βραζιλίας, της οποίας τον ουσιαστικό νόμο εφάρμοσε, καθ’ ότι στην προκειμένη περίπτωση και το Ελληνικό Δικαστήριο τον ίδιο ουσιαστικό δίκαιο θα εφάρμοζε. Περαιτέρω, από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι η σύζυγος του αιτούντος στερήθηκε του δικαιώματος της υπερασπίσεως και γενικά της συμμετοχής στη δίκη, ενώ, από καμία διάταξη του ελληνικού δικαίου δεν καθιερώνεται αποκλειστική διεθνής δικαιοδοσία των ημεδαπών δικαστηρίων για την εκδίκαση της εν λόγω υπόθεσης. Τέλος, η προς αναγνώριση πράξη αφενός μεν δεν έρχεται σε αντίθεση προς τις θεμελιώδεις αρχές της ημεδαπής νομοθεσίας και δημόσιας τάξης, αφετέρου δε δεν αντίκειται σε οριστική ή τελεσίδικη απόφαση ημεδαπού Δικαστηρίου, που εκδόθηκε για την ίδια υπόθεση, καθώς μέχρι και την ημέρα της συζήτησης της κρινόμενης αίτησης δεν είχε κατατεθεί στο Πρωτοδικείο Αθηνών αγωγή περί λύσης ή ακύρωσης του γάμου των ως άνω συζύγων έναντι αλλήλων (βλ. τα προσκομιζόμενα υπ’ αριθμ. 8263/2020, 6922/2020 και 9203/2020 πιστοποιητικά του γραμματέα του Πρωτοδικείου Αθηνών). Επομένως, αφού δεν υπάρχει λόγος, ο οποίος να αποκλείει την αναγνώριση στην Ελλάδα του δεδικασμένου που απορρέει από την ανωτέρω απόφαση, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΊΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότιυφίσταται δεδικασμένο και στην Ελληνική Επικράτεια, που απορρέει από την υπ’ αρ. 2169/1993 αμετάκλητη απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου της Αυστραλίας στην περιοχή ________ (________ ), δυνάμει της οποίας λύθηκε ο μεταξύ του αιτούντος και της ________ ________ , γάμος, ο οποίος τελέστηκε στις 02/03/1986 στο ________ της Αυστραλίας.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις 12/11/2020
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο/Η Γραμματέας