Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 3021/ 2012
10414/2010
TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Τακτική Διαδικασία)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ελένη Πρέντζα, Πρωτόδικη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου και από την Γραμματέα Αγγελική Πετροπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 22 Σεπτεμβρίου 2011, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ενάγοντος: __________ __________ , δικηγόρου Αθηνών, κατοίκου Αθηνών, οδός __________ , ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως ως εκ της ιδιότητάς του ως δικηγόρου.
Του εναγομένου: __________ __________ ,κάτοικο Κερατσινίου Αττικής οδός ________, που εμφανίστηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ελευθέριο Φυλλαδάκη, ο οποίος παραστάθηκε μόνο για να υποβάλει αίτημα αναβολής της υπόθεσης, το οποίο απορρίφθηκε από το Δικαστήριο και στη συνέχεια αποχώρησε.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 18.10.2010 (αρ. κατ. 10414/21.10.2010) αγωγή του, η οποία προσδιορίστηκε για την ανωτέρω δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο (αρ. πιν. 6).
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως ο ενάγων ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις του.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η εκ του αδικαιολογήτου πλουτισμού (άρθρ. 904 επ. Α.Κ.) αγωγή είναι επιβοηθητικής φύσεως υπό την έννοια ότι μπορεί να ασκηθεί μόνο αν λείπουν οι προϋποθέσεις της εκ της συμβάσεως ή της αδικοπραξίας απορρέουσας αγωγής. Διότι σε αντίθετη περίπτωση δεν μπορεί να γίνει λόγος για έλλειψη νόμιμης αιτίας. Επομένως, αν υπόκειται αγωγή με την οποία αναζητείται ευθέως ο πλουτισμός του εναγομένου εξ αιτίας της ακυρότητος της συμβάσεως, για το ορισμένο της αγωγής αυτής πρέπει στο δικόγραφό της να αναφέρονται, σύμφωνα με το άρθρο 216 παρ.ΐα του ΚΠολΔ τα επενεγκόντα την ακυρότητα αυτή περιστατικά, τα οποία και συνιστούν το λόγο για τον οποίο η αιτία της περιουσιακής μετακινήσεως δεν είναι νόμιμη. Αν, όμως, η αγωγή του πλουτισμού σωρεύεται κατά δικονομική επικουρικότητα (άρθρ. 219 ΚΠολΔ) και ειδικότερα υπό την αίρεση της απορρίψεως της από τη σύμβαση πρώτης σωρευόμενης αγωγής λόγω ακυρότητας της ως άνω συμβάσεως, για την πληρότητα της δεύτερης αυτής αγωγής, κατά το άρθρο 216 παρ. 1α του ΚΠολΔ, αρκεί, πέρα από την κατάρτιση της σύμβασης και τον εξαιτίας της πλουτισμό του εναγόμενου, να γίνεται στο αγωγικό δικόγραφο απλή επίκληση της ακυρότητας της συμβάσεως, χωρίς να απαιτείται και έκθεση των γεγονότων που αποτελούν την αιτία της ακυρότητας αυτής, στον εναγόμενο δε απόκειται να αποκαλύψει, κατ’ ένσταση, την ύπαρξη νόμιμης αιτίας που διακωλύει τη γένεση της έκτου αδικαιολογήτου πλουτισμού αγωγικής αξιώσεως [ΑΠ 914/1998 ΕλλΔνη 40 (1999), 314].
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 280 παρ. 2 ΚΠολΔ θεωρείται ότι δεν εμφανίζεται ο διάδικος που ζητεί μόνο αναβολή, η οποία δεν έγινε δεκτή από το δικαστήριο. Κατά δε το σαφές γράμμα του άρθρου 241 ΚΠολΔ εναπόκειται στην κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας η συνδρομή σπουδαίου λόγου που να δικαιολογεί ύστερα από αίτηση του διαδίκου την αναβολή της συζητήσεως της υποθέσεως μόνο μία φορά σε μεταγενέστερη δικάσιμο. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 271 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 29 του ν. 3994/2011) αν ο εναγόμενος δεν εμφανιστεί κατά τη συζήτηση ή εμφανιστεί αλλά δεν λάβει μέρος σ’ αυτήν κανονικά, μολονότι κλήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, το δικαστήριο εκδικάζει την υπόθεση ερήμην αυτού. Στην περίπτωση ερημοδικίας του εναγομένου (271 αρ. 3 ΚΠολΔ) οι περιεχόμενοι στην αγωγή πραγματικοί ισχυρισμοί του ενάγοντος θεωρούνται ομολογημένοι, εκτός αν πρόκειται για γεγονότα για τα οποία δεν επιτρέπεται ομολογία και η αγωγή γίνεται δεκτή, εφόσον κρίνεται νομικά βάσιμη και δεν υπάρχει ένσταση που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως.
Στην προκειμένη περίπτωση κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εναγόμενου εμφανισθείς δήλωσε ότι παρίσταται μόνο για την υποβολή αιτήματος αναβολής, το οποίο και στη συνέχεια απορρίφθηκε από το παρόν δικαστήριο και στη συνέχεια αποχώρησε. Συνεπώς, ο εναγόμενος θεωρείται ότι δεν εμφανίστηκε.
Από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα υπ’ αριθμ. 9550Β/9.12.2010 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθήνας Παναγιώτη Νικολόπουλου, αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον εναγόμενο. Ο τελευταίος όμως εμφανίστηκε κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στην σειρά της εκ του οικείου πινακίου και πήρε μέρος στην συζήτηση αυτής, όπως ανωτέρω περιγράφεται, δηλαδή δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου, ο οποίος παραστάθηκε μόνο για το απορριφθέν εν τέλει αίτημα αναβολής και συνεπώς θεωρείται ότι ερημοδικεί, σύμφωνα με όσα λέχθηκαν ανωτέρω στην οικεία μείζονα σκέψη της παρούσας. Ακολούθως, αποδεικνυομένης της νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγομένου πρέπει αυτός να δικαστεί ερήμην.
Με την ένδικη αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι στις αρχές του έτους 2004 συμφώνησε αφενός ο ίδιος και η αδελφή του, __________ __________ και αφετέρου ο εναγόμενος, εντός της πατρικής του οικίας, που βρίσκεται στον Δήμο Κερατσινίου και στη διασταύρωση των οδών __________ , να προβεί ο εναγόμενος, που είναι εργολάβος οικοδομών, σε μερική επισκευή της ως άνω πατρικής τους οικίας, της οποίας ο ενάγων και η αδελφή του είναι συγκύριοι, συννομείς και συγκάτοχοι κατά 14 εξ αδιαιρέτου έκαστος και ακολούθως, μετά την επισκευή να το μισθώσει ο εναγόμενος για τον εαυτό του και την οικογένειά του. Οι εργασίες που συμφωνήθηκαν για την μερική επισκευή της ανωτέρω οικίας αφορούσαν επισκευές της κουζίνας και του αποχωρητηρίου, δηλαδή να «ρίξει» ο εναγόμενος νέα πλάκα από οπλισμένο τσιμέντο, καθαιρώντας την υφιστάμενη της κουζίνας και του αποχωρητηρίου, να ανοίξει νέα πόρτα και νέο παράθυρο στο αποχωρητήριο καθώς επίσης και σοφαντίσματα στα δύο αυτά δωμάτια, με συμφωνηθέν τίμημα 3.000,00 € συνολικά, συμπεριλαμβανομένων των υλικών και των εργατικών. Ότι ο εναγόμενος εκτέλεσε μετά από δύο περίπου μήνες, δηλ. ως το τέλος Μαρτίου 2004 την συμφωνία και για το λόγο αυτό ο ενάγων του κατέβαλε την αναλογία του, ήτοι 1.500,00 € συνολικά, ενώ η αδελφή του μόλις 100,00 €, αρνούμενη να εκπληρώσει την υποχρέωσή της, γεγονός που αποτέλεσε αιτία διάρρηξης των σχέσεών της με τον ενάγοντα. Οτι εξαιτίας της υπαίτιας αθέτησης εκ μέρους της αδελφής του ενάγοντος της συμφωνίας, η πατρική τους οικία παρέμεινε έκτοτε ημιτελής, δεν εκμισθώθηκε στον εναγόμενο για κυρία κατοικία του, όπως είχαν συμφωνήσει και σήμερα είναι πλέον στα πρόθυρα της κατάρρευσης, επίκειται δε εκδίκαση αγωγής διανομής που έχει ασκήσει ο ενάγων. Ότι ο εναγόμενος, που για τις ανάγκες των επισκευών, που είχαν κατά τα ανωτέρω συμφωνήσει, είχε τοποθετήσει διάφορα υλικά στην αυλή του οικοπέδου τους, που έχει (η αυλή) έκταση περίπου 90,00 μ2 (90μ2 είναι η οικία τους), μετά την άρνηση της αδελφής του ενάγοντος, τέλος Μαρτίου 2004, να εκπληρώσει προς τον ήδη εναγόμενο την υποχρέωσή της, αυτός άδραξε την ευκαιρία και όχι μόνο δεν απέσυρε τα έως τότε υφιστάμενα υλικά οικοδομής, που είχαν περισσέψει, όπως π.χ. τσιμέντα, χαλίκια, άμμο κλπ για τις πιο πάνω αναφερόμενες εργασίες αλλά αντίθετα κακόπιστα ενεργώντας, τοποθέτησε – προσέθεσε και άλλα υλικά οικοδομών (κεραμίδια, πλακάκια, σακιά τσιμέντων κλπ) καθώς επίσης και εργαλεία, όπως κομπρεσέρ, φτυάρια, κλπ και στην ουσία μετέτρεψε την αυλή αλλά και τα δωμάτια της πατρικής του οικίας σε μάντρα οικοδομών, κατάσταση που εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι σήμερα, τα δε υλικά αυτά χρησιμοποιούνται σε άλλες εργασίες του εναγομένου. Ότι ο εναγόμενος παράνομα, δηλ. χωρίς την συναίνεση, άδεια ή έγκριση του ενάγοντος κάνει παράνομη χρήση του ιδανικού του μεριδίου, μέχρι σήμερα, επί της πατρικής του οικίας, που είναι κτισμένη επί οικοπέδου 180 τ.μ,, εκ των οποίων τα 90 τ.μ. αποτελούν υφιστάμενο κτίσμα, εντός του οποίου έχει σάκους τσιμέντων για προστασία τους από βροχή και κλοπή, ενώ συνεχίζει να εναποθέτει και άλλα υλικά οικοδομών, όπως παλέτες από κεραμίδια, άμμο, πλακάκια κ.λ.π., που χρησιμοποιεί για την εργασία του σε άλλες οικοδομές. Ότι το σύνολο του ακινήτου είναι 180,00 μ2 από τα οποία το κτίσμα καταλαμβάνει τα 90,00 μ2, οπότε τα λοιπά 90,00 μ2 είναι οικόπεδο-αυλή, ο δε εναγόμενος κάνει παράνομη χρήση του συνόλου του ακινήτου, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και το ιδανικό του μερίδιο, από Ά εξ αδιαιρέτου και για το λόγο αυτό είναι υπόχρεος να του καταβάλει την ανάλογη αποζημίωση για την χρήση του μεριδίου του, δηλ. του % εξ αδιαιρέτου επί του πιο πάνω ακινήτου. Ότι η αποζημίωση χρήσης είναι ανάλογη με την μισθωτική αξία του ακινήτου, δηλ. αυτή υπολογίζεται με βάση τη μισθωτική αξία του ιδανικού του μεριδίου, δηλ. τι θα μπορούσε να εισπράξει ως μίσθωμα κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων και την κοινή των ανθρώπων πείρα κατά το χρονικό διάστημα που αναφέρει στην αγωγή, αν είχε εκμισθώσει σε κάποιον το ακίνητό του, κατά το μερίδιό του και για την εκτεθείσα χρήση. Ότι, ειδικότερα, η μισθωτική αξία του ακινήτου του, το οποίο πλέον χρησιμοποιείται από τον εναγόμενο για επαγγελματική χρήση, ανερχόταν κατά τον Απρίλιο του έτους 2004 έως και τον Μάρτιο του έτους 2005 στο ποσό των 5,00 €/μ2, ήτοι 180,00 μ2 X 5,00 €=900,00 € και για το μερίδιό του 900,00 € : 1/4 = 450,00 € X 12 μήνες =5.400,00 €. Ότι, επειδή η χρήση του ακινήτου από τον εναγόμενο ήταν αμιγώς επαγγελματική, δηλ. χρησιμοποιεί το ακίνητο σαν μάντρα υλικών οικοδομής και ως αποθηκευτικό χώρο η μισθωτική αξία του ακινήτου αναπροσαρμόζεται κατ’ έτος τουλάχιστον κατά 3%, οπότε για το διάστημα Απρίλιος 2005 – Μάρτιος 2006 η αποζημίωσή του για την κατά μήνα χρήση του ακινήτου του από τον εναγόμενο θα πρέπει ν’ αναπροσαρμοστεί στο ποσό των 13,60 €/μήνα/μ2, ήτοι 450,00€ + 13,60€ =463,50€ X 12=5.562,00 €. Ότι, ομοίως, και για το μετέπειτα διάστημα, ήτοι Απρίλιος 2006 – έως Μάρτιος 2007 η αύξηση κατά 3 % μετατρέπει την αποζημίωση ως ακολούθως: 463,5 € X 3%=13,9 €, ήτοι 477,4 € ΧΙ2=5.728,8 €, για το διάστημα δε Απρίλιος 2007-Μάρτιος 2008, πάλι με αύξηση της τάξης του 3% η αναπροσαρμογή έχει ως ακολούθως: 477,4€ X 3%=14,32+477,4=491,72 € X 12=5.900,00 €, ενώ για το διάστημα Απρίλιος 2008 έως και Μάρτιο 2009 πάντα με αναπροσαρμογή της τάξης του 3% ετησίως η αποζημίωση διαμορφώνεται ως ακολούθως: 491,72€ X 3%=14,75 € +491,72 € = 506,47 € X 12 μήνες=6.077,00€, ενώ για το διάστημα Απρίλιος 2009 έως και Νοέμβριος 2009 με αύξηση της τάξης πάλι του 3% η αποζημίωσή του διαμορφώνεται ως ακολούθως: 506,47 € X 3%=15,19 € + 506,47 € =521,66 € X 8 μήνες=4.173,31 €, ενώ το ίδιο ποσό (δηλ. το κατά μήνα οφειλόμενο χωρίς προσαύξηση λόγω της κρίσης) θα πρέπει να του καταβληθεί και για το διάστημα από Δεκέμβριο 2009 έως και Σεπτέμβριο 2010, ήτοι (521,66€ X 10 μήνες) 5.216.6 €. Ότι συνολικά ο εναγόμενος του οφείλει τα πιο κάτω ποσά για τις αντίστοιχες χρονικές περιόδους: 1)Για το χρονικό διάστημα από τον Απρίλιο 2004 έως τον Μάρτιο 2005 το ποσό των 5.400,00€, 2)Για το χρονικό διάστημα από Απρίλιο 2005 έως Μάρτιο 2006 το ποσό των 5.562,00€, 3)Για το χρονικό διάστημα από Απρίλιο 2006 έως Μάρτιο 2007 το ποσό των 5.728,00€, 4)Για το χρονικό διάστημα από Απρίλιο 2007 έως Μάρτιος 2008 το ποσό των 5.900,00€, 5)Για το χρονικό διάστημα από Απρίλιο 2008 έως Μάρτιος 2009 το ποσό των 6.077,00€, 6)Για το χρονικό διάστημα από Απρίλιος 2009 έως Νοέμβριος 2009 το ποσό των 4.173,31€, 7)Για το χρονικό διάστημα από Δεκέμβριο 2009 έως Σεπτέμβριο 2010 το ποσό των 5.216,6 € και συνολικά το ποσό των 38.059,91 € και μετά την στρογγυλοποίηση το ποσό των τριάντα οκτώ χιλιάδων εξήντα ευρώ (38,060,00€). Ότι το μερίδιό του επί του ως άνω ακινήτου, ήτοι το 1/2 εξ αδιαιρέτου περιήλθε σε αυτόν (τον ενάγοντα) από κληρονομιά της αποβιωσάσης τον Σεπτέμβριο του έτους 2002 μητέρας του, __________ χήρας __________ , όπως αποδεικνύεται από το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο υπ’αριθμ. 16/2008 πιστοποιητικό κληρονομητηρίου του Γραμματέα του Πρωτ. Πειραιώς, μετά την έκδοση της υπ’ αριθμόν 5665/2007 απόφασης του δικαστηρίου αυτού (Διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας). Ότι το πιο πάνω κληρονομητήριο έχει νόμιμα μεταγράφει στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Πειραιώς, το δε ακίνητο έχει λάβει αριθμό ΚΑΕΚ 05068125002/1/0. Ότι ο εναγόμενος είναι κακής πίστεως από τον Απρίλιο του 2004, άλλως δε και όλως επικουρικώς από την επομένη της επιδόσεως προς αυτόν της με αριθμό καταθέσεως 1580/2010 αγωγής του, από το δικόγραφο της οποίας παραδεκτά παραιτείται. Ότι όλως επικουρικώς, ο εναγόμενος έχει καταστεί σε βάρος του αδικαιολογήτους πλουσιότερος κατά το ανωτέρω συνολικό ποσό των 38.060,00€, αφού αποφεύγει την καταβολή μισθώματος, το οποίο θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει σε περίπτωση μίσθωσης εκ μέρους του παρόμοιου ακινήτου για την χρήση που αναφέρει, ο δε πλουτισμός σώζεται στα χέρια του, τον οποίο και θα πρέπει να του αποδώσει. Κατόπιν των ανωτέρω ζητεί, μετά παραδεκτό μερικό περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε εν μέρει αναγνωριστικό για το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000€) ευρώ, να αναγνωριστεί ότι οφείλει να του καταβάλει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000€) ευρώ και να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των οκτώ χιλιάδων εξήντα (8.060€) ευρώ, κατά την κύρια βάση της αγωγής του, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1098 ΑΚ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης σ’ αυτόν της με αριθμό καταθέσεως 1580/2010 αγωγής του, άλλως από την επομένη της επιδόσεως σ’ αυτόν της ένδικης αγωγής του, άλλως και επικουρικώς, σε περίπτωση απόρριψης της κυρίας βάσης της αγωγής του να γίνει αυτή δεκτή, κατά την επικουρική περί του αδικαιολογήτου πλουτισμού βάση και να αναγνωριστεί ότι οφείλει να του καταβάλει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000€) ευρώ και να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των οκτώ χιλιάδων εξήντα (8.060€) ευρώ, με το νόμιμο τόκο ως ανωτέρω, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή γιατί υπάρχει κίνδυνος από την αναβολή και να καταδικαστεί αυτός στην δικαστική δαπάνη του.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή, για την οποία καταβλήθηκε το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις, (βλ. τα με σειρά A 281068 και 168498 αποκόμματα δικαστικού ενσήμου – αγωγόσημα που επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων), παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 9,11, 14 παρ. 2, 22 ΚΠολΔ), είναι αρκούντως ορισμένη και νόμιμη, κατά την κύρια βάση της, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1096, 1097, 1098, 961, 962, 963, 297, 298 ΑΚ, 907, 908 και 176 ΚΠολΔ. Πλην, όμως, η επικουρική βάση της αγωγής που ερείδεται στις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, η οποία στηρίζεται στα ίδια με την κύρια βάση πραγματικά περιστατικά, είναι, σύμφωνα και με όσα λέχθηκαν στη μείζονα πρόταση της παρούσας, νομικά αβάσιμη και συνεπώς απορριπτέα (βλ. και ΑΠ 139/1991 ΕΕΝ1992.90, ΑΠ 1228/1987 ΝοΒ36.1442). Πρέπει, συνεπώς, η ένδικη αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Κατά της αγωγής δεν υφίσταται ένσταση που να εξετάζεται αυτεπάγγελτα και για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφό της επιτρέπεται ομολογία. Πρέπει επομένως η αγωγή να γίνει δεκτή ως βάσιμη και στην ουσία της, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, διότι εφόσον ο εναγόμενος ερημοδικεί, αποδεικνύονται πλήρως οι πραγματικοί ισχυρισμοί που περιέχονται στο δικόγραφο της αγωγής, δεδομένου ότι θεωρούνται ως ομολογημένοι εκ μέρους του ερημοδικαζομένου (άρθρο 271 αρ. 3 ΚΠολΔ, όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει με το ν. 3994/2011). Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτή η αγωγή και να αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000€) ευρώ και να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των οκτώ χιλιάδων εξήντα (8.060€) ευρώ, για την αιτία που αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης σ’ αυτόν της με αριθμό καταθέσεως 1580/2010 αγωγής του ενάγοντος. Η απόφαση δεν θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή γιατί κρίνεται ότι δεν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι προς τούτο (άρθρο 908 ΚΠολΔ), ούτε ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεσή της θα προξενήσει σημαντική ζημία στο διάδικο που νίκησε. Τέλος, πρέπει να ορισθεί το προκαταβλητέο παράβολο (άρθρο 505 παρ. 2 ΚΠολΔ) για την περίπτωση ασκήσεως εκ μέρους του εναγομένου ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας αποφάσεως και να υποχρεωθεί αυτός στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος, λόγω της ήπας του (άρθρα 176 και 184 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα κατωτέρω στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην του εναγομένου.
Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσόν των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας.
Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Αναγνωρίζει ότι ο εναγόμενος οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000€) ευρώ και υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων εξήντα (8.060€) ευρώ και όλα τα ανωτέρω με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης σ’ αυτόν της με αριθμό καταθέσεως 1580/2010 αγωγής του ενάγοντος και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση.
Καταδικάζει τον εναγόμενο στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος, την οποία ορίζει στο ποσόν των χιλίων εκατόν πενήντα (1.150) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση του στο ακροατήριο του δικαστηρίου, απόντος του ενάγοντος και του πληρεξουσίου του δικηγόρου, την 20η Ιουνίου 2012.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ