Περίληψη
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Τμήμα 2ο
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Οκτωβρίου 2003 με δικαστή τον Πέτρο Ασημάκη, Πρωτόδικη Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Άννα Χατζίκου, δικαστική υπάλληλο. .
Για να δικάσει την από 19-5-2003 αίτηση.
Του ________ ________ , κατοίκου Πειραιά, οδός ________ , ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Μαρίνας Τούντα.
Κατά του Ελληνικού Δημοσίου που εκπροσωπείται από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής, ο οποίος παραστάθηκε δια του Δικαστικού Αντιπροσώπου του Ν.Σ.Κ. Εμμανουήλ Μουστάκη, βάσει δηλώσεως του άρθρου 29 παρ. 1 του Ν. 2915/01.
Κατά την συζήτηση ο διάδικος . που παραστάθηκε ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.
Μετά , τη δημόσια . συνεδρίαση το Δικαστήριο αφού μελέτησε τα στοιχεία του φακέλου.
Σκέφτηκε κατά το νόμο.
Με την, κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο . (σχετ. τα σειράς Α’ 406507 και . 683707 ; ειδικά έντυπα, παραβόλου), επιδιώκεται παραδεκτώς. κατ’ άρθρο 114 του Ν. .1892/1990 η αναστολή εκτέλεσης της 1166 Π.Ε/18-3-2003 απόφασης του Γενικού
Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, με~-¥ην^ κατεδάφιση αυθαίρετων κατασκευών που φέρονται ότι έχουν κατασκευαστεί από την αιτούσα μέσα σε δημόσια δασική έκταση στη θέση «________ » της περιφέρειας του Δήμου Σαλαμίνας.
Στο άρθρο 114 του ν.Α1892/Γ990 (ΦΕΚΑΊ01), όπως οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 45 του ν. 2145/1993 (ΦΕΚ Α’88) και το άρθρο 9 παρ. 5 του Ν. 2880/2001 (ΦΕΚ 101Α‘) , ορίζεται ότι: «1. Απαγορεύεται η ανέγερση οικοδομών, κτισμάτων και πάσης (ρύσεως εγκαταστάσεων εντός δημοσίων ή ιδιωτικών δασών ή αναδασωτέων εκτάσεων, που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά, εξαιρέσει των υπό του άρθρου 45 του ν. 998/1979 προβλεπομένων περιπτώσεων…. 2. Ανεγερθείσες ή ανεγειρόμενες οικοδομές, κτίσματα και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις στις ανωτέρω εκτάσεις κατεδαφίζονται υποχρεωτικά κατόπιν αποφάσεως του οικείου γενικού γραμματέα της περιφέρειας με τεχνική υποστήριξη που διατίθεται και από την τεχνική υπηρεσία νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, ύστερα από αίτημα του γενικού γραμματέα περιφέρειας και με τη συνδρομή της αρμόδιας δασικής υπηρεσίας. 3. Η απόφαση περί κατεδαφίσεως εκδίδεται μετά από κλήτευση προ δύο (2) τουλάχιστον εργασίμων ημερών, του φερόμενου ως κυρίου ή νομέα ή κατόχου ή του εργολάβου της οικοδομής, του κτίσματος ή της εγκαταστάσεως. Η κλήτευση αυτή ενεργείται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας ….. Κατά της αποφάσεως του νομάρχη περί κατεδαφίσεως επιτρέπεται’ η προσφυγή ενώπιον του προέδρου του διοικητικού πρωτοδικείου της τοποθεσίας του ακινήτου, εντός πέντε (5) ημερών από την κοινοποίησή της στον προσφεύγοντα από την τοιχοκόλλησή της στο κτίσμα.
Η προθεσμία και η άσκηση της προσφυγής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της αποφάσεως του νομάρχη. Δύναται όμως ο ενδιαφερόμενος να ζητήσει, εντός της ίδιας πενθήμερης προθεσμίας, από το μονομελές διοικητικό πρωτοδικείο την αναστολή, της εκτελέσεως της αποφάσεως, εφόσον έχει ασκήσει προσφυγή….. Η αναστολή χορηγείται εφόσον πιθανολογείται το βάσιμο των λόγων της προσφυγής….. ». Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι προϋπόθεση για το κύρος της απόφασης του νομάρχη από ουσιαστική άποψη, είναι ο χαρακτήρας της έκτασης στην οποία ανεγέρθηκαν αυθαίρετα ή οι πάσης φύσεως εγκαταστάσεις, ως δάσους ή δασικής ή αναδασωτέας έκτασης, χωρίς δηλαδή να ασκεί καμμία επίδραση στο κύρος αυτής η ύπαρξη κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου επ’ αυτής, αφού, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές η απόφαση περί κατεδαφίσεως εκδίδεται και στην περίπτωση ιδιωτικών δασών, ή δασικών ή αναδασωτέων τέτοιων εκτάσεων (ΣτΕ 664/1990). Επίσης από τις ίδιες πιο πάνω διατάξεις, ερμηνευόμενες σύμφωνα με το πνεύμα του νομοθέτη για ταχεία επίλυση των διοικητικών διαφορών που αναφύονται από πράξεις κατεδάφισης παράνομων κτισμάτων σε δάση ή δασικές εκτάσεις, . προκύπτει ότι όλες οι διοικητικές πράξεις, με τις οποίες διατάσσεται, κατ’ επίκληση του. άρθρου 71 παρ.. 1 του Ν. 998/1979, η κατεδάφιση κτισμάτων ή εγκαταστάσεων που. έχουν ανεγερθεί κατά παράβαση της . δασικής νομοθεσίας σε δάση ή δασικές εκτάσεις. δημιουργούν διαφορά ακυρωτική και όχι διαφορά ουσίας (βλ. ΣτΕ 4670/1996, 5241/1996). Και τούτο διότι με τις σχετικές -αμφισβητήσεις τίθεται απλώς το θέμα της νομιμότητας της · προσβαλλόμενης πράξης, ήτοι το θέμα αν εντός δάσους ή δασικής έκτασης ανηγέρθη ή όχι κτίσμα και δεν Πρόκειται για διάγνωση ή διαμόρφωση δικαιώματος (δημοσίου δίκαιου) του πολίτη από τον κρίνοντα δικαστή (βλ. ΣτΕ 5352/1995). Συνεπώς, οι ανωτέρω πράξεις υπόκεινται στο ένδικο βοήθημα ενώπιον του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου της τοποθεσίας του οικείου ακινήτου, που προβλέπεται από τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 114 του Ν. 2145/1993. To ένδικo αυτό βοήθημα, Παρά τη χρήση από Το νόμου του όρου «προσφυγή», συνιστά αίτηση ακύρωσης, η εκδίκαση της οποίας έχει ανατεθεί, σύμφωνα με Το άρθρο 9~ Παρ. 3 του Συντάγματος στον οικείο Πρόεδρο Πρωτοδικών οι σχετικές αποφάσεις του οποίου υπόκεινται σε έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά τη ρητή επιταγή της συνταγματικής αυτής διάταξης, μη εφαρμοζομένης ως αντισυνταγματικής της διάταξης του Προτελευταίου εδαφίου της Παρ. 3 του άρθρου 114 του Ν. 1892/1990 (βλ. ΣτΕ 4670/1996, 5241/1996) Έτσι, η εκδίκαση των ανωτέρω διαφορών, ως ακυρωτικών, δεν διέπεται κατ’ αρχήν από τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ο οποίος Κατά το άρθρο αυτού διέπει μόνο την εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας, αλλά από τις ειδικότερες ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 114 του N. 1892/1990, το οποίο παραπέμπει μεν όσον αφορά πολλά θέματα στον Κώδικα Φορολoγικής Δικονομίας (και ήδη Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας)· όχι όμως και όσον αφορά και στους λόγους χορήγησης αναστολής στην, Περί κατεδαφίσεως απόφαση του Νομάρχη (ήδη Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας), καθόσον οι λόγοι αυτοί καθορίζονται ρητά από τις διατάξεις του άρθρου 114 του N. 1892/1990 και αναφέρονται όχι στην ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη βλάβη του αιτούντος αλλά στην πιθανολόγηση και μόνον του βασίμου των λόγων της προσφυγής του.
Στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την προσβαλλόμενη υπ’ αριθ. 1166 ΠΕ/18-3-2003 απόφαση- του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, διατάχθηκε η κατεδάφιση αυθαίρετης οικίας διαστάσεων 8X10 μ. που κτίστηκε τον Αύγουστο του 2001 πάνω .σε προϋπάρχουσα από το 1993 αυθαίρετη πλατφόρμα από μπετόν διαστάσεων 1ΟΧ10μ., σε έκταση εμβαδού 900 τ.μ. που -βρίσκεται στη θέση «__________ » της περιφέρειας, του Δήμου Σαλαμίνας και έχει κηρυχθεί αναδασωτέα με την Δ/1035/10-6-1993 απόφαση του Νομάρχη Πειραιά, (βλπ την από 11/9/2001 έκθεση αυτοψίας του δασοφύλακα Α’ __________ __________ ως και από 16.10.2001 πρωτόκολλο μήνυσης του δασοφύλακα __________ __________ ). απόφαση αυτή εκδόθηκε ύστερα., από την κοινοποίηση 26/3/2002 στον αιτούντα της υπ’ αριθ. 81/9-1-2002 πρόσκλησης του Δασάρχη Πειραιά, όπως μέσα σε χρονικό διάστημα, δύο (2) ημερών προβεί στην κατεδάφιση των παραπάνω αυθαίρετων κατασκευών του και η μη συμμόρφωσή του προς, το περιεχόμενο της πρόσκλησης αυτής. Κατά της απόφασης αυτής ο αϊτών άσκησε νομότυπα την από 19/5/2003 προσφυγή του (αριθ. πράξης κατάθεσης 3/19-5-2003) , με την οποία ζητά την ακύρωσή της ως μη νόμιμης, ως και την υπό κρίση αίτησή του με την οποία ζητά να ανασταλεί η . εκτέλεση της μέχρι να. εκδοθεί οριστική απόφαση επί της παραπάνω προσφυγής τρς/, Ο αϊτών με την παραπάνω προσφυγή του, ισχυρίζεται α) ότι η εν λόγω έκταση είναι μη δασική, καθόσον ουδέποτε .υπήρξε σ’ αυτή -δασική βλάστηση, β) ότι . είναι ιδιωτική που έχει περί έλθει σ’ αυτόν-δι’ αγοράς με τα -,υπ’: -,αριθ. 10877 και 10878/.6-7-1992 .- συμβόλαια – της Συμβολαιογράφου Σαλαμίνας Μαρίας Μαρούδη από. τους, δικαιοπαρόχους του ______ και ______ συζ. ______, oι οποίοι την είχαν αγοράσει από τον __________ __________ με τα υπ’ αριθ. 26971 και 26972/1970 συμβόλαια του Συμβολαιογράφου Πειραιά Νικολάου Κορδώση, γ) ότι- το υπ’ αριθ. 11/1993 πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής του Δασάρχη- Πειραιά που εκδόθηκε σε βάρος του για αποβολή του από την εν λόγω έκταση, ακυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 78/1993 απόφαση του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας η οποία- επικυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 1290/1998’απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ύστερα από άσκηση: έφεσης κατά της παραπάνω απόφασης του Ειρηνοδικείου, και τέλος ότι η εν λόγω έκταση βρίσκεται’ σε περιοχή το σύνολο της οποία είναι κατοικημένο και σε κανέναν εκ των κατοίκων της δεν έχει κατεδαφιστεί η οικία. \· .
Ενόψει -αυτών και λαμβάνοντας το Δικαστήριο υπόψη ότι: α) με την Δ/1035/10-6-1993 απόφαση του Νομάρχη· Πειραιά’ η επίδικη έκταση κηρύχθηκε αναδασωτέα λόγω εκχέρσωσής της από -τον αιτούντα κατά τον Μάρτιο του-1993, β) ότι με την 1290/1998 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά απορρίφθηκε έφεση του Ελληνικού Δημοσίου κατά της υπ’ αριθ.· 78/1993 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνας με την οποία είχε ακυρωθεί το ; υπ’- αριθ. – 11/1993 πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής· του αιτούντος από την επίδικη έκταση, πλην όμως η απόφαση αυτή είναι άνευ. εννόμου σημασίας’ για την” έκβαση της παρούσας δίκης, καθόσον μ’· αυτή’ κρίθηκε το ‘ ιδιοκτησιακό καθεστώς της επίδικης έκτασης και όχι- η ιδιότητά αυτής ως δασικής η- μη, δ) ότι πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης επί δόθηκε- κλήση στον αιτούντα: και συγκεκριμένα στις- 26/3/1993 προς κατεδάφιση των εν λόγω αυθαιρέτων κατασκευών,’ δ)- ότι- από κανένα στοιχείο της δικογραφίας – δεν προκύπτει ότι η ύπ’ αριθ.’ Δ/10-35/-1-993 απόφαση του
Νομάρχη, περί κηρύξεως ως αναδασωτέας της- επίδικης έκτασης, έχει προβληθεί από τον αιτούντα, ούτε άλλωστε προβάλλεται περί τούτο σχετικός ισχυρισμός απ'” αυτόν, ε) ότι προσφυγή του αιτούντος ενώπιον του Προέδρου του Δικαστηρίου τούτου κατά της Δ/177/18-3-1997 απόφασης του Προϊσταμένου της ,Περιφ. Διοίκησης Πειραιά, με την οποία αποφασίστηκε η κατεδάφιση αυθαίρετης κατασκευής (πλατφόρμας) του αιτούντος επί της ; επίδικης- έκτασης απορρίφθηκε με την υπ’ αριθ. 33/1997 απόφασή του και στ) ότι ο αϊτών δεν προσκομίζει κάποιο στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι η εν λόγω αναδασωτέα έκταση έχει αποχαρακτηριστεί, μη δυναμένου να θεωρηθεί ότι η ευρύτερη περιοχή στην οποία ανήκει αυτή αποχαρακτηρίστηκε, δηλαδή έχασε τον αναδασωτέο χαρακτήρα της, από το γεγονός και μόνο ότι σ’ αυτή έχουν κτισθεί και άλλα σπίτια, το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι θα απορριφθούν οι λόγοι της προσφυγής του αιτούντος και αυτή στο σύνολό της ως αβάσιμη, αφού σύμφωνα με όσα, έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη ο ιδιωτικός χαρακτήρας της δασικής έκτασης δεν επιδρά επί του κύρους της προσβαλλόμενης απόφασης, και επομένως δεν συντρέχει λόγος χορήγησης της αιτούμενης. αναστολής.
Κατ’ ‘ακολουθίαν, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη να καταπέσει το κατατεθέν παράβολο υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 277 παρ. 9 ΚΔΔ) , ενόψει όμως των περιστάσεων να μην καταλογισθούν σε βάρος του αιτούντος τα δικαστικά έξοδα του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 277 παρ. 1 τελευταίο εδάφιο Κ.Δ.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του κατατεθέντος παράβολου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
Απαλλάσσει τον αιτούντα από τα δικαστικά έξοδα του Ελληνικού Δημόσιου.
Η απόφαση εκδόθηκε στον Πειραιά στις 11 Νοεμβρίου 2003 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Πέτρος Ασημάκης Άννα Χατζίκου