Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός: 2009/2011
Αριθμός Εκθέσεως Καταθέσεως: 4857/19-5-2009
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τους Δικαστές Μαρία Γιαννακοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ιωάννη Μαλλούχο, Πρωτόδικη, Αθανασία Κατσαργύρη, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Μαρία Τσιρογιάννη.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 22 Σεπτεμβρίου 2010, για να δικάσει την έφεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ___________ ___________ του ___________ , κατοίκου Πειραιά Ν. Αττικής, ο οποίος δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ___________ ___________ , κατοίκου Ασπροπύργου Ν. Αττικής, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, Ελευθερίου Φυλλαδάκη, που κατέθεσε προτάσεις.
Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς την από 8-8-2006 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 641/2006 αγωγή της.
Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 29/2009 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που έκανε δεκτή την αγωγή.
Ήδη, ο εκκαλών-εναγόμενος προσβάλλει την απόφαση αυτή, με την από 4-5-2009 και με αριθμό καταθέσεως 4857/19-5-2009 έφεσή του, η οποία προσδιορίστηκε να δικαστεί κατά την παραπάνω δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης παραστάθηκε, όπως αναφέρεται παραπάνω, κατέθεσε προτάσεις και ζήτησε να απορριφθεί η έφεση του εκκαλούντος.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 226 § 2 και 498 §§ 1 και 2 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι μετά την άσκηση της εφέσεως κάθε διάδικος μπορεί να ζητήσει τον προσδιορισμό δικασίμου, αν προσκομίσει στη γραμματεία του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου αντίγραφα του δικογράφου της εφέσεως και της προσβαλλόμενης αποφάσεως, ο δε γραμματέας, με βάση τη σημείωση στο αντίγραφο της εφέσεως της ημέρας και ώρας συζητήσεώς της, την εγγράφει στο πινάκιο του δικαστηρίου, όπου σημειώνει το όνομα και το επώνυμο των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους, καθώς και το αντικείμενο της δίκης. Η επίσπευση της εφέσεως προς συζήτηση γίνεται με κλήση, κάτω από το αντίγραφο του δικογράφου της εφέσεως, που έχει κατατεθεί ή και με αυτοτελές δικόγραφο, που επιδίδεται στον αντίδικο του καλούντος εξήντα ημέρες πριν από τη δικάσιμο, αν αυτός διαμένει στην Ελλάδα και ενενήντα ημέρες αν διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 524 § 1 και 271 §2 ΚΠολΔ, το τελευταίο από τα οποία εφαρμόζεται αναλόγως και στην κατ’ έφεση δίκη, συνάγεται ότι, αν ο εκκαλών δεν εμφανιστεί ή δεν λάβει μέρος κανονικά στη συζήτηση, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έχει υποχρέωση να ερευνήσει την ύπαρξη ή μη της κλητεύσεώς του και αν μεν δεν κλητεύθηκε ή δεν κλητεύθηκε νομίμως ή εμπροθέσμως για να παραστεί κατά τη συζήτηση της εφέσεως, το δικαστήριο κηρύσσει τη συζήτηση απαράδεκτη, αν δε αντιθέτως επισπεύδει αυτός τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως να παραστεί σε αυτήν, η έφεση απορρίπτεται (ΑΠ 549/2007, ΑΠ 441/2006, ΕφΠειρ 145/2009 ΕλλΔνη 2010.211).
Στην προκειμένη περίπτωση, από την υπ’ αριθμ. 10073 Β722-5-2009 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Δημητρίου Σ. Ραπατζίκου, την οποία επικαλείται και νόμιμα προσκομίζει η εφεσίβλητη, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση εφέσεως κατά της υπ ’ αριθμ. 29/2009 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου
Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον εκκαλούντα από την επισπεύδουσα τη συζήτηση εφεσίβλητη. Κατά τη δικάσιμο αυτή, ο εκκαλών δεν εμφανίστηκε κατά την εκφώνηση της υποθέσεως, νομίμως σύμφωνα με τη σειρά εγγραφής της στο οικείο πινάκιο (άρθρο 233 παρ. 1 εδ. α’ΚΠολΔ) και, συνεπώς, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Πρέπει, επομένως, η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί (άρθρο 524 παρ. 3 εδ α’ ΚΠολΔ), να καθοριστεί το προκαταβλητέο παράβολο για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας από τον εκκαλούντα (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί ο τελευταίος στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας της εφεσίβλητης, λόγω της ήττας του, όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας (άρθρα 176εδ. α’, 183, 189 παρ.1, 191 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του εκκαλούντος.
-ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250,00€) ευρώ.
-ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση.
-ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ εις βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων καθορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350,006) ευρώ.-
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στον Πειραιά, την 1η Απριλίου 2011 και δημοσιεύθηκε, στον ίδιο τόπο, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 6 Απριλίου 2011, απούσας της εφεσίβλητης και του πληρεξουσίου δικηγόρου της.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ