Περίληψη
Σ.Ε.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ 2455/2015
6477/2014
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Διαδικασία Μισθώσεων)
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Δημήτριο Δάγλα, Πρωτόδικη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης και το Γραμματέα Αριστομένη Μερμίγκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 23 Απριλίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: _________ συζύγου _________ _________ , το–γένος _________ και _________ _________ , κατοίκου Κερατσινίου Αττικής, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Δήμητρας ΤΟΜΠΡΑ.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου Κερατσινίου Αττικής, 2) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου Κερατσινίου Αττικής, 3) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου Κερατσινίου Αττικής, 4) _________ _________ του _______ και της_________ , κατοίκου Κερατσινίου Αττικής, οι οποίοι παραστάθηκαν μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου _________ _________ , 5) _________ _________ του _________ και της _________ , κατοίκου Κερατσινίου Αττικής, η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου Ιωάννας ΜΑΡΩΣΗ.
Η ενάγουσα, ζήτησε να γίνει δεκτή η από 26-2-2015 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία ίου Δικαστηρίου αυτού με αριθμό 1449/2015, προσδιορίστηκε για την αρχικά αναφερόμενη δικάσιμο και εκφωνήθηκε από το έκθεμα.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ, 1, 2 παρ.1, 3, 4 παρ.1, 5 και 13 του Ν. 3741/1929 “περί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους”, ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (άρθρο 54 ΕισΝ.Α.Κ.), προκύπτει, ότι επί οριζόντιας ιδιοκτησίας ιδρύεται κυρίως μεν χωριστή (διηρημένη) κυριότητα επί ορόφου οικοδομής ή διαμερίσματος
Ορόφου, παρεπομένως δε αναγκαστική, αυτοδικαίως κτώμενη, συγκυριότητα κατ’ ανάλογη μερίδα επί των μερών του όλου ακινήτου, των χρησιμευόντων στην κοινή από όλους τους οροφοκτήτες χρήση. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται, κατά την ενδεικτική στις άνω διατάξεις απαρίθμηση, το έδαφος, οι αυλές τα θεμέλια, οι πρωτότοιχοι, η στέγη, η πιλοτή, ο ανελκυστήρας, η είσοδος της πολυκατοικίας, οι φωταγωγοί, οι αεραγωγοί, οι κλίμακες (σκάλες), οι τοίχοι που άπτονται κοινόχρηστων μερών, η πρασιά, ο κήπος, η πρόσοψη -εξωτερική εμφάνιση της πολυκατοικίας, οι κοινόχρηστες εγκαταστάσεις φωτισμού και ύδρευσης, το λεβητοστάσιο κλπ. καθώς και κάθε άλλο πράγμα που χρησιμεύει στην κοινή των ιδιοκτητών χρήση. Ο προσδιορισμός των κοινόκτητων και κοινόχρηστων αυτών μερών γίνεται είτε με τη συστατική δικαιοπραξία της οροφοκτησίας” είτε με ιδιαίτερες συμφωνίες μεταξύ όλων των οροφοκτητών, κατά τα άρθρα 4 παρ. 1, 5 και 13 του άνω ν. 3741/1929. Αν αυτό δεν συμβεί, τότε ισχύει ο προσδιορισμός που προβλέπεται από τις πιο πάνω διατάξεις ή και από τις αναγκαστικού δικαίου πολεοδομικές διατάξεις νόμου (ΟλΑΠ 7/1992, ΑΠ 922/1998, Νομος). Περαιτέρω, από τις διατάξεις ίων άρθρων 3 και 5 του ίδιου νόμου 3741/1929, σε συνδυασμό τα άοθοα 1902 και 1117 του ΑΚ, προκύπτει ότι περίπτωση που δεν υπάρχει ειδική συμφωνία μεταξύ όλων των συνιδιοκτητών (συμβολαιογραφικά καταρτιζόμενη και υποκείμενη σε μεταγραφή) για τον τρόπο χρήσεως των κοινόχρηστων και κοινόκτητων μερών της οικοδομής {κανονισμός), καθένας από τους διαμερισματούχους έχει όλα τα δικαιώματα που ανήκουν στον κύριο, εφόσον όμως η άσκηση αυτών δεν παραβλάπτει τη χρήση των άλλων ιδιοκτητών ή δεν μειώνει την ασφάλεια αυτών ή του οικοδομήματος. Έτσι δικαιούται σε απόλυτη χρήση του διαμερίσματος του και των κοινών πραγμάτων και μπορεί να επιχειρήσει μεταβολές ή προσθήκες στα αδιαιρέτως κοινά μέρη του οικοδομήματος, καθώς και να προβαίνει στην επισκευή ή ανανέωση αυτών υπό τον όρο να μη βλάπτει τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών. να μη μεταβάλλει το συνήθη προορισμό αυτών και να μην παραβλάπτει τη χρήση των άλλων ιδιοκτητών και την ασφάλεια αυτών ή του οικοδομήματος. Η ενάσκηση του δικαιώματος κάθε συνιδιοκτήτη για απόλυτη χρήση του διαμερίσματος του και των κοινών μερών του οικοδομήματος πρέπει να γίνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μη βλάπτονται τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών. Αυτός ο περιορισμός δεν αφορά απλώς μόνο βλάβη του δικαιώματος τους συγχρήσεως των κοινών. Δηλαδή, δεν διασφαλίζει μόνο την ίση και όμοια χρήση των κοινών, αλλά απαιτεί, η χρήση να γίνεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε με αυτόν όχι μόνο να μη βλάπτεται η χρήση των κοινών από τους λοιπούς, αλλά οποιοδήποτε δικαίωμα αυτών από το δεσμό της οροφοκτησίας (ΑΠ 861/1994, Νομος). Μεταβολή ή προσθήκη των κοινών μερών της οροφοκτησίας νοείται ειδικότερα η βελτίωση που αποβλέπει στην αποδοτικότερη χρήση του κοινού με τη συνδρομή των παραπάνω προϋποθέσεων υπέρ όλων κατ αρχήν των συνιδιοκτητών, αν δε αυτή (βελτίωση) αφορά έναν ή ορισμένους μόνο από τους συνιδιοκτήτες, πρέπει να μην καθιστά χειρότερη τη θέση των λοιπών. Το αν οι παραπάνω μεταβολές του κοινού μέρους είναι επιτρεπτές ή όχι με την παραπάνω έννοια, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. ανάλογα με τις επιμέρους ανάγκες των διαιρετών ιδιοκτησιών και τον σκοπό που εξυπηρετεί το κοινό μέρος που υφίσταται τη μεταβολή στη λειτουργία της όλης συνιδιοκτησίας. Εξάλλου, στην κατά τι-, διατάξεις των άρθρων 1000 ΑΚ. και δ παρ. 1 και 2 του Ν. 3741/1929 έννοια της απρόσκοπτης χρήσης της χωριστής κυριότητας των λοιπών οροφοκτητων περιλαμβάνεται και το δικαίωμα της εμφάνισης του κτιρίου, κατά τρόπο που δεν προσκρούει στην αισθητική και αρχιτεκτονική του, ώστε οποιαδήποτε προσθήκη στην οικοδομή που παραβλάπτει την εμφάνιση αυτή, ως γενομένη πέραν της αρχιτεκτονικής κατασκευής, παραβλάπτει τη χρήση της ιδιοκτησίας κάθε οροφοκτήτη και είναι ανεπίτρεπτη κατά τις διατάξεις αυτές (ΑΠ 984/2010, ΑΠ 861/1994, Νόμος). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 949 εδ. 1 ΚΠολΔ εάν καταδικασθεί κάποιος σε δήλωση βούλησης, με την τελεσιδικία της απόφασης η δήλωση της βούλησης θεωρείται ως γενομένη. Με τις προηγούμενες μεν διατάξεις των άρθρων 941 – 948 ΚΠολΔ ρυθμίζεται η εκτέλεση των υποχρεώσεων προς (υλική) πράξη (παράδοση ή απόδοση πράγματος, επιχείρηση πράξεων, παράλειψη και ανοχή), το όλο δε σύστημα των εκτελέσεων ολοκληρώνεται με το ως άνω άρθρο 949 ΚΠολΔ, το οποίο προβλέπει την εκτέλεση προς εκπλήρωση υποχρεώσεων κατευθυνόμενων προς επιχείρηση νομικής πράξης, είναι δε συνυφασμένο με τελεσίδικη καταδίκη σε δήλωση βούλησης.
Η έννοια της δήλωσης βούλησης δεν προσδιορίζεται από το άρθρο αυτό, αλλά από το ουσιαστικό δίκαιο, αποτελεί δε νομικό γεγονός, το οποίο, είτε αυτοτελώς είτε συνδυαζόμενο με άλλα γεγονότα, παράγει έννομες συνέπειες. Κατά συνέπεια, η αγωγή προς καταδίκη σε δήλωση βούλησης πρέπει να βρίσκει νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου, ήτοι να στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, τα οποία δημιουργούν ενοχή. Πράγματι, η υποχρέωση προς δήλωση βούλησης είναι δυνατόν να απορρέει είτε απευθείας από το νόμο (π.χ. άρθρο 424, 758, 896. 194τ ΑΚ). είτε από τη σύμβαση, την οποία ο νόμος (π.χ. άρθρα 166, 361 ΑΚ) εξοπλίζει με δεσμευτικότητα (ΕφΑΘ 2879/1990 Ελ/.Δνη 1991.102). Συνήθως έχει ως γενεσιουργό λόγο τη δικαιοπραξία (προσύμφωνο) και κατευθύνεται προς επιχείρηση άλλης δικαιοπραξίας (βλ. Μπρίνια, Αναγκαστική Εκτέλεση, τόμος Β, υπό το άρθρο 949 ΚΠολΔ σελίδες 651 επ, 655, Δεληγιάννη, Ερμ ΑΚ υπό τα άρθρα 681 – 702, Γαζή, Σύμβαση κατασκευής οικοδομής και αντιπαροχή, ΝοΒ 30.1409, ΑΠ 850/1982 ΕλλΔνη 24.36, ΕφΑΘ 7796/1977 ΕΕΝ 44.859, ΕφΑΘ 7543/1976 ΝοΒ 25.753). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 949 ΚΠολΔ συνάγεται σαφώς ότι η αγωγή που έχει ως αίτημα την καταδίκη σε δήλωση βούλησης του εναγομένου πρέπει να βρίσκει νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου, δηλαδή να στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα που δημιουργούν νόμιμη υποχρέωση του εναγομένου να προβεί στην αξιουμένη δικαιοπραξία, ότι η νομική αυτή υποχρέωση μπορεί να απορρέει είτε απευθείας από το νόμο, είτε από τη σύμβαση, την οποία ο νόμος εξοπλίζει με δεσμευτικότητα και ότι, εάν το ουσιαστικό δίκαιο δεν παρέχει αγωγή, δεν χωρεί εξαναγκασμός κατά το άρθρο 949 ΚΠολΔ (ΑΠ 1396 2005. Νόμος, ΑΠ 76/2004. ΕλλΔνη 2004.75Α ΕοΑΘ 2180 2006 ΕλλΔνη 2006.1470. Κεραμεύς – Κονδυλη; – Νίκατ. Εο-τνεια ΚΠολΔ. Τόμος ΙΙ. υπό το άρθρο 949. αριθμοί 2 και 3, σελίδες 1829 και 1830 Βασίλειος Βαθρακοκοίλης . ΚΠολΔ, Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση, Τόμος Ε\ Αθήνα 1997, υπό το άρθρο 949, αριθμοί 3, 5, 110, σελίδες 608 και 653).
Με την κρινομένη αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι η ίδια και οι εναγόμενοι τυγχάνουν εξ αδιαιρέτου συγκύριοι πολυκατοικίας ευρισκομένης στο Κερατσίνι Αττικής, στη συμβολή των οδών _________ και _________ , υπηγμένης στο σύστημα της οριζόντιας ιδιοκτησίας του ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ κατά τα αναλυτικώς σε αυτήν περιγραφόμενα. Ότι η πολυκατοικία αυτή στερείται, ήδη από κατασκευής της, ανελκυστήρα προς κάλυψη των υψομετρικών διαφορών των ορόφων – η εγκατάσταση του οποίου δεν απαγορεύεται μάλιστα από τη σχετική συστατική της οροφοκτησίας πράξη — με αποτέλεσμα την ανεπαρκή πρόσβαση εκ μέρους της ιδίας και της οικογένειας της στην ευρισκόμενη στον τρίτο όροφο της πολυκατοικίας οριζόντια ιδιοκτησία της. Ότι οι εναγόμενοι αρνούνται καταχρηστικώς να συναινέσουν σε εγκατάσταση – προσθήκη ανελκυστήρα (ή, εναλλακτικώς, αναβατορίου κάθετης ανύψωσης) στην εν λόγω πολυκατοικία και δη εξωτερικού τοιούτου, ήτοι στην πρόσοψη αυτής επί της οδού _________ . Εν όψει δε των ανωτέρων η ενάγουσα ζητεί, κυρίως, α) να αναγνωριστεί σχετικό δικαίωμα στην ίδια, ήτοι να της παρασχεθεί η άδεια να προβεί στην εγκατάσταση του εν λόγω εξωτερικού ανελκυστήρα (ή εναλλακτικώς αναβατορίου κάθετης ανύψωσης), β) να καταδικαστούν οι εναγόμενοι, και δη έκαστος αυτών, σε αντίστοιχη δήλωση βούλησής τους κατ’ άρθρο 949 ΚΠολΔ προς την αρμόδια πολεοδομική ή κάθε άλλη δημόσια αρχή, με απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης σε βάρος τους ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της παρούσας, άλλως σε υποκατάστασή τους από την ενάγουσα, γ) να υποχρεωθούν ο: εναγόμενοι σε ανοχή των μελλουσών να διεξαχθούν απαιτούμενων μόνων εργασιών εγκατάστασης και δ) να αναγνωρίστε: η υποχρέωση επιβάρυνσης απάντων των λοιπών συνιδιοκτητών στο αντίστοιχο κόστος εγκατάστασης κατά το ποσοστό συνιδιοκτησίας εκάστου, επικουρικά, α) να αναγνωριστεί σχετικό δικαίωμα στην ίδια, ήτοι να της παρασχεθεί η άδεια να προβεί με δικές της αποκλειστικά δαπάνες στην εγκατάσταση του εν λόγω εξωτερικού ανελκυστήρα (ή εναλλακτικώς αναβατορίου κάθετης ανύψωσηςς, β) να καταδικαστούν οι εναγόμενοι, και δη έκαστος αυτών, σε αντίστοιχη δήλωση βούλησής τους κατ’ άρθρο 949 ΚΠολΔ προς την αρμόδια πολεοδομική ή κάθε άλλη δημόσια αρχή αναφορικά με την ανωτέρω με δαπάνες αποκλειστικά της ενάγουσας εγκατάσταση, με απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης σε βάρος τους ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της παρούσας, άλλως σε υποκατάστασή τους από την ενάγουσα, και γ) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι σε ανοχή των μελλουσών να διεξαχθούν με δαπάνες αποκλειστικά της ενάγουσας εργασιών εγκατάστασης, έτι δε περαιτέρω, να κηρυχθεί η παρούσα προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά της έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτώς φέρεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 17 3 και 22, 29 τ 1 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών μεταξύ συνιδιοκτητών οριζοντίων ιδιοκτησιών από τη σχέση της οροφοκτησίας (άρθρο 647 § 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό προς άρθρα 64S-657 ΚΠολΔ). Ωστόσο, η κρινόμενη αγωγή τυγχάνει απορριπτέα ως μη νόμιμη, κατά τα αναλυτικώς Απολαμβανόμενα στην μείζονα πρόταση της παρούσας, διότι ως προς μεν το σκέλος της αιτουμένης αναγνώριση δικαιώματος – παροχής αδείας υπό του Δικαστηρίου στην ενάγουσα να προβεί σε εγκατάσταση εξωτερικού ανελκυστήρα (ή αναβατορίου κάθετης ανύψωσης), σαφώς προκύπτει ότι τέτοια, κατά το αιτητικό, προσθήκη ως εξωτερική (στην πρόσοψη, ως ιστορείται, της οικοδομής επί της οδού _________ ) και πέραν της αρχιτεκτονικής κατασκευής της πολυκατοικίας, παραβλάπτει τη χρήση της ιδιοκτησίας των λοιπών (αντιτιθεμένων) οροφοκτητών και άρα είναι ανεπίτρεπτη, ως προς δε το σκέλος της αιτουμένης καταδίκης σε δήλωση βούλησης κατ’ άρθρο 949 ΚΠολΔ, τα εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά, και αληθή υποτιθέμενα, δεν συνιστούν τις προϋποθέσεις της γέννησης της αιτούμενης αξίωσης της ενάγουσας για την καταδίκη των εναγομένων σε δήλωση βούλησης, ήτοι δεν συνιστούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 949 ΚΠολΔ. στο οποίο η αγωγή επιχειρείται να θεμελιωθεί, αφού, όπως φαίνεται από το περιεχόμενό της αγωγής, τέτοια υποχρέωση των εναγομένων για την αιτούμενη παροχή συναίνεσής τους δεν απορρέει ούτε από σύμβαση ούτε απευθείας από το νόμο. Και ναι μεν η ενάγουσα προς θεμελίωση της αξίωσής της για καταδίκη σε δήλωση βούλησης των εναγομένων, ισχυρίζεται ότι η άρνηση των τελευταίων να συναινέσουν είναι καταχρηστική (281 ΑΚ), πλην όμως η προβολή της κατάχρησης δικαιώματος γίνεται μόνο σε αντίκρουση αξιώσεως που στοχεύει στην ενάσκηση ο: και ύπατος με οποιονδήποτε δικονομικό τρόπο και επομένως μόνο κατ’ ένσταση προβάλλεται και όχι με αγωγή, εκτός αν η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος συνιστώ και παράνομη πράξη, που έγινε υπαίτιος και προκάλεσε ζημία, οπότε παρέχεται αγωγική αξίωση με τη συνδρομή των όρων του άρθρου 919 ΑΚ (ΕφΑΘ 6928/1991, ΕλλΔνη 1994.139), περίπτωση που εν προκειμένω δεν υφίσταται. Παρέπεται δε ότι ως εκ τούτων, μη νόμιμη καθίσταται η αγωγή και ως προς τα λοιπά (δευτερεύοντα) αιτήματά της. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αγωγή ως νόμω αβάσιμη και να καταδικαστεί η ενάγουσα, λόγω της ήττας της (άρθρο 176 ΚΠολΔ) στα δικαστικά έξοδα της πρώτης, του δευτέρου, της τρίτης και της τετάρτης των εναγομένων κατά το σχετικό αίτημα των τελευταίων – διευκρινίζεται ότι εκ μέρους της πέμπτης εναγόμενης υπεβλήθη αίτημα περί συμψηφισμού, μόνο, των εκατέρωθεν δικαστικών εξόδων -, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
Τέλος, επειδή στη διάρκεια της δίκης τούτης ανέκυψε γεγονός που μπορεί να χαρακτηριστεί έγκλημα διωκόμενο αυτεπαγγέλτως (άρθρο 17 παρ 8 ν 1337/1983 περί αυθαιρέτων κατασκευών), όπως προκύπτει από α) την ένορκη μαρτυρική κατάθεση του μάρτυρα _________ _________ που περιέχεται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης (βλ σχετικές περικοπές «… Έχει 2 αυθαίρετα κτίσματα στην ταράτσα και ένα τρίτο που βάζουν ξύλα. Καταγγέλω στο Δικαστήριο όχι υπάρχουν οικοδομικές αυθαιρεσίες… Στην ταράτσα όμως υπάρχουν αυθαιρεσίες…»). β) τις προσκομισθείσες υπό των τεσσάρων πρώτων εναγομένων υπ” αρ 31. 32, 34 και 35 φωτογραφίες, και γι την από Απριλίου 2015 προσκομιζόμενη υπό των τεσσάρων πρώτων εναγομένων (σχετικό No 26) τεχνική έκθεση του αρχιτέκτονος μηχανικού _________ _________ (βλ σχετική περικοπή στη δεύτερη σελίδα αυτής «… Όμως έχει διαπιστωθεί η κατασκευή στο κοινόχρηστο δώμα πέραν του κουβουκλίου αυθαιρέτων βοηθητικών κτισμάτων …»), ως εκ τούτου, θα πρέπει αυτεπαγγέλτως, κατ’ άρθρο 38 § 1 ΚΠΔ, να διαβιβασθούν, δια του Γραμματέως του Δικαστηρίου τούτου, αντίγραφα της παρούσας απόφασης και της προκείμενης δικογραφίας στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς για τις περαιτέρω νόμιμες ενέργειές του και, ειδικότερα, για τη σχετική διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών κατά παντός υπευθύνου αναφορικά με τις ανωτέρω καταγγελθείσες οικοδομικές αυθαιρεσίες επί της εν λόγω οικοδομής ως και για οιανδήποτε άλλη, ήθελε κριθεί αρμοδίως, αξιόποινη πράξη.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αγωγή.
Καταδικάζει την ενάγουσα στα δικαστικά εςοόα της πρώτης, του δευτέρου, της’ ‘τρίτης και της τετάρτης των εναγόμενων, που ορίζει σε τριακόσια πενήντα (350) ευρώ.
Διατάσσει τη διαβίβαση, δια του Γραμματέως του Δικαστηρίου τούτου, αντιγράφων της παρούσης αποφάσεως καθώς και της προκείμενης δικογραφίας προς τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς για τις περαιτέρω νόμιμες ενέργειές του. ,
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά στις 16-6-2015. σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ