Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός αποφάσεως 5070/2010
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αλεξάνδρα Μητσοπούλου, Πρωτόδικη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου της Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιά και τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Ιουνίου 2010 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του καλούντος-ενάγοντος: _______ _______ του _______ , κατοίκου Νίκαιας Αττικής ( οδός _______ ), ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου του Αθηνάς Πάχου.
Των καθ’ ων η κλήση-εναγομένων: 1. _______ _______ του _______ και της _______ , κατοίκου Νίκαιας Αττικής ( οδός _______ ), 2. _______ _______ του _______ και της _______ , κατοίκου Νίκαιας Αττικής ( οδός _______ ), οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο και ήταν απόντες.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 10-12-2007 αγωγή του, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 149/8-1-2008, και επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 3-10-2008 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 9814/7-10-2008 ένδικη κλήση, που προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 15-5-2009 , οπότε και αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που ανωτέρω αναφέρεται και εγγράφηκε στο πινάκιο Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως η πληρεξούσια δικηγόρος του ενάγοντος, αφού ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις της
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
- Από τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, που ορίζει ότι όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, συνδυαζόμενη με εκείνες των άρθρων 297, 298 και 330 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι προϋποθέσεις της υποχρέωσης προς αποζημίωση, είναι: 1)ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη παράλειψη), 2)παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, 3)υπαιτιότητα και 4)πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος, μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς (νόμιμου λόγου ευθύνης) και αποτελέσματος (ζημίας).( ΑΠ 587/2009, ΑΠ 634/2009 αδημ, ΑΠ 1186/2009 αδημ, ΑΠ 1452/2007ΕλλΔ/νη2009.479). Παράνομη είναι η συμπεριφορά όταν αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου που απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, μπορεί δε να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή παράλειψη ορισμένης ενέργειες, όταν στην τελευταία αυτή περίπτωση ο υπαίτιος είναι υποχρεωμένος είτε από διάταξη νόμου είτε από την γενική δικανική αρχή του να μη ζημιώνεται άλλος υπαίτια, να μη παραλείπει. Ο αιτιώδης σύνδεσμος, υπάρχει όταν το επιζήμιο γεγονός κατά το χρόνο και με τους όρους έλαβε χώρα ήταν ικανό κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων και χωρίς την μεσολάβηση άλλου περιστατικού να επιφέρει τη βλάβη που επήλθε, πράγματι δε επέφερε τη βλάβη αυτή στη συγκεκριμένη περίπτωση.( ΑΠ 605/2009 αδημ, ΑΠ285/2008αδημ, ΑΠ 1338/2008αδημ).
- Κατά το άρθρο 308 ΠΚ: “1. Όποιος με πρόθεση προξενεί σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών. Αν η κάκωση ή βλάβη της υγείας που του προξένησε είναι εντελώς ελαφρά, τιμωρείται με φυλάκιση το πολύ έξι μηνών ή με χρηματική ποινή. Και αν είναι ασήμαντη, τιμωρείται με κράτηση ή με πρόστιμο . Όπως συνάγεται από τη διάταξη αυτή, η απλή σωματική βλάβη είναι υπαλλακτικώς μικτό έγκλημα και ουσιαστικό, δηλαδή η αντικειμενική του υπόσταση περιλαμβάνει όχι μόνο ορισμένη ενέργεια, αλλά και ορισμένο αποτέλεσμα. Συνίσταται δε στην πρόκληση είτε σωματικής κάκωσης, είτε βλάβης της υγείας άλλου. Η σωματική κάκωση αποτελεί εξωτερική, εμφανή και διακριτή επενέργεια στο σώμα, έχουσα ως αποτέλεσμα επιβλαβή αποτελέσματα στην ακεραιότητα του, ενώ η βλάβη της υγείας (αποτελεί) διατάραξη των εσωτερικών λειτουργιών, με περιεχόμενο την επέλευση ορισμένων παθολογικών συμπτωμάτων, τα οποία εκδηλώνονται ως άμεση συνέπεια της ανθρώπινης εξωτερικής επεμβάσεως στο σώμα και τον οργανισμό συγκεκριμένου προσώπου. Η σωματική κάκωση μπορεί να είναι ταυτόχρονα και βλάβη της υγείας, χωρίς να είναι αυτό απαραίτητο. Αλλά και η βλάβη της υγείας μπορεί να επέλθει χωρίς σωματική κάκωση. Μπορεί επίσης, είτε να εμφανισθούν χωριστά, είτε να είναι η μία συνέπεια της άλλης (ΑΠ 133/1998 ΠοινΔικ 1998, 992, ΑΠ 971/1992 ΠοινΧρ 1992, 707, ΕφΑιγαίου 122/2004 ΠοινΧρ 2005, 337) Κατά συνέπεια, απλή σωματική βλάβη είναι εκείνη η βλάβη, η οποία ενώ δεν έχει ήπιες ούτε επιπόλαιες ενέργειες, δεν έχει τα χαρακτηριστικά της επικίνδυνης, βαρείας και θανατηφόρας σωματικής βλάβης. Η απλή σωματική βλάβη μπορεί να προκληθεί με οποιονδήποτε τρόπο, και μάλιστα με άμεση ενέργεια επί του σώματος (με πλήγματα με τα χέρια ή τα πόδια-γροθιές, ραπίσματα ή λακτίσματα, ΑΠ 602/1982 ΠοινΧρ 1983,41). Υποκειμενικά απαιτείται πρόθεση, δηλαδή δόλος που περιέχει τη γνώση και τη θέληση του δράστη να προξενήσει σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας (ΑΠ 442/1988 ΠοινΧρ 1988, 628, ΑΠ 1131/1985 ΠοινΧρ 1986, 157, ΑΠ 602/1982 ΠοινΧρ 1983,41, ΠλημΠειρ 94/2008 ΠοιΔ/νη2008.292).
- Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 63, 65, 66 παρ. 1, 67 παρ. 1 του ΚΠΔ και 321-324 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι η εισαγωγή μέρους της αξιώσεως του από ποινικό αδίκημα παθόντος στο ποινικό δικαστήριο για την νομιμοποίησή του ως πολιτικώς ενάγοντα, στην περίπτωση που αυτή γίνει εξ ολοκλήρου δεκτή δηλαδή για το ποσό, συνήθως συμβολικό, που ζητήθηκε, δεν κωλύεται αυτός να φέρει την υπόλοιπη απαίτησή του για την οποία επιφυλάχθηκε, στα πολιτικά δικαστήρια, που δικάζουν αγωγή αποζημιώσεως από τα άρθρα 914 και 932 ΑΚ, αφού με την ως άνω εισαγωγή δεν αναλώθηκε η συνολική απαίτησή του. Η επιφύλαξη μπορεί να προκύπτει, αν δεν υπάρχει ρητή περί αυτής δήλωση, και από το ότι το ποσό που ζητήθηκε στο ποινικό δικαστήριο ήταν συμβολικό( ΑΠ 1474/2000 ΕλλΔ/νη2001.684, ΕφΠειρ 774/1989 ΕΣυγκΔ 1999.472, ΕφΑΘ 6359/1985 ΕλλΔ/νη 1985.1195, Μαργαρίτης Ερμηνεία Κώδικα Ποινικής Δικονομίας εκδ 2008 υπό το αριθμό 67 σελ 154)
Από τις υπ’ αριθμόν 771/15-1-2008 και 772/15-1-2008 εκθέσεις επιδόσεως της νόμιμα διορισμένης στο Πρωτοδικείο Πειραιά δικαστικής επιμελήτριας Ευφροσύνης Βουγιουκλάκη, μετά από νόμιμη επίκληση προσκομίζει ο ενάγων, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο ..της υπό κρίση αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 1ης-10-2009, οπότε και η υπόθεση ματαιώθηκε επιδόθηκε νομότυπα στους πρώτο και δεύτερο των εναγομένων αντίστοιχα. Ακολούθως από τις υπ’ αριθμόν 8397β/13-10-2008 και 8398Β/13-10-2008 εκθέσεις επιδόσεως του νόμιμα διορισμένου στο Πρωτοδικείο Πειραιά δικαστικού επιμελητή Δημητριού Ραπάντζικου, που μετά από νόμιμη επίκληση προσκομίζει ο ενάγων, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της ένδικης κλήσεως, με την οποία επαναφέρεται εκ νέου η ως άνω αγωγή, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 15ης-5-2009, οπότε και η υπόθεση αναβλήθηκε με σχετική επιση μείωση στο πινάκιο επέχουσας θέση κλητεύσεως( 226 παρ 4 κπολΔ) για την παρούσα δικάσιμο, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στους πρώτο και δεύτερο των εναγομένων αντίστοιχα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 228, 229 ΚΠολΔ. Οι τελευταίοι, όμως, δεν παραστάθηκαν κατά την ανωτέρω δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και πρέπει να δικασθούν ερήμην). Το δικαστήριο, όμως, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως σαν να είναι παρόντες όλοι οι διάδικοι, όπως επιτάσσουν οι συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 271 παρ.1, 2 και 270 εδαφ τελευτ ΚΠολΔ).
Ο ενάγων με την από 10-12-2007 αγωγή του, την οποία νόμιμα φέρει προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου με την από 310-2008 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 9814/7-10-2008 κλήση του μετά τη ματαίωσή της κατά την αρχικώς ορισθείσα συζήτηση της 1ης-10-2008 , εκθέτει ότι κατά τον αναφερόμενο σε αυτήν τόπο και χρόνο ό\ εναγόμενοι μετά από ένα φραστικό επεισόδιο που διημείφθη μεταξύ τούς προσέβαλαν την τιμή και την υπόληψή του εξαπολύοντας εναντίον του υβριστικές εκφράσεις και απειλές προσέτι δε ο δεύτερος εναγόμενος προξένησε σε αυτόν με πρόθεση σωματικές κακώσεις, από τις οποίες ως μόνη ενεργού αιτίας επήλθε η βλάβη της υγείας του. Με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά ζητεί μετά από μερικό επιτρεπτό περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος του σε αναγνωριστικό με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του που καταχωρήθηκε στα πρακτικά ( άρθρα 223 σε συνδ. με 294, 295, 297 ΚΠολΔ): Α) να αναγνωρισθεί ότι ο πρώτος εναγόμενος του οφείλει ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπρακτική συμπεριφορά του το ποσό των 5.000 ευρώ, και να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των 5.000 ευρώ, Β) να αναγνωρισθεί ότι ο δεύτερος εναγόμενος του οφείλει ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπρακτική συμπεριφορά του το ποσό των 27.500 ευρώ, και να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των 7.500 ευρώ με το νόμιμο τόκο όλα τα διωκόμενα ποσά από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, με απειλή απαγγελίας προσωπικής κράτησης διάρκειας 12 μηνών σε βάρος εκάστου των εναγομένων, ως μέσο εκτελέσεως της απόφασης που θα εκδοθεί, λόγω της αδικοπραξίας του, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά του έξοδα. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αγωγή, που κατά την προηγηθείσα νομική σκέψη φέρει την αναγκαία εκ του νόμου πληρότητα, αφού διαλαμβάνονται σε αυτήν επαρκώς η αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγομένων που συνιστά παράλληλα και ποινικώς κολάσιμη πράξη, η ζημία την οποία υπέστη ο ενάγων και προκειμένου για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης και το πταίσμα του, παραδεκτός και αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού ( 7,8,9,10,14 αρ 2, 22, 35, 41 ΚΠολΔ) και νόμω βάσιμη τυγχάνει επιστηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 932, 299, 345, 346 ΑΚ, 308 παρ 1, 27 αρ 1 ΠΚ, 70, 176, 191 παρ 1 ΚΠολΔ). Μη νόμιμο και εντεύθεν απορριπτέο είναι το αίτημα της προσωρινής εκτελεστότητας κατά το μέρος που η αγωγή ετράπη σε αναγνωριστική καθώς και ως προς τη διάταξη για τα δικαστικά έξοδα ( ΑΠ 22/2009 αδημ) ( Βαθρακοκοίλη Ερμηνεία ΚΠολΔ εκδ 1997, υπό το άρθρο 907 σημ 6 σελ.153, Κεραμέα Κονδύλη Νίκα : Ερμηνεία ΚΠολΔ τόμος II εκδ 2000.στο άρθρο 907σελ 1721 αρ 3) ενώ το αυτό εξυπακούεται και ως προς το αίτημα που αφορά στην απαγγελία προσωπικής κράτησης κατά το αναγνωριστικό μέρος της αγωγής, ενώ για το καταψηφιστικό μέρος της αγωγής δεν συγχωρείται προσωρινή εκτελεστότητα, αφού η προσωπική κράτηση εκτελείται από και δια της τελεσιδικίας της αποφάσεως που την απαγγέλει- άρθρο 1049 παρ 1 ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσία κατά το νόμιμο μέρος της, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το προσήκον για το καταψηφιστικό αίτημά της τέλος δικαστικού ένσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις ( βλ το υπ’ αριθμόν 170216 σειρά A αγωγόσημο με τα επικολληθέντα όπισθεν αυτών ένσημα υπέρ ΤΝ και ΤΠΔΠ). Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι το παρόν Δικαστήριο δεν κωλύεται να εκδικάσει την παρούσα υπόθεση παρότι για τα ίδια πραγματικά περιστατικά εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν ΒΜ 464/2009 απόφαση του Β Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά που καταδίκασε τους εναγόμενους σε ποινή φυλάκισης 3 μηνών και επιδίκασε στον ενάγοντα που παρέστη νομοτύπως ως πολιτικώς ενάγων( άρθρα 82, 83 84 ΚΠολΔ) το ποσό των 44ευρώ ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση, αφού δεν αναλώθηκε η αστική του αξίωση, σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 3 νομική σκέψη, δοθέντος ότι υπήρξε ρητή επιφύλαξη περί αυτής κατά τη διαδικασία ενώπιον του ποινικού Δικαστηρίου ( βλ ως άνω απόφαση προσκομιζόμενη).
Από την εκτίμηση της ένορκης καταθέσεως του μάρτυρα απόδειξης, που εξετάσθηκε στο ακροατήριο επιμελεία του ενάγοντος και η κατάθεσή του εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, των εγγράφων, που επικαλείται και προσκομίζει μετά νομίμου επικλήσεως, και δεν κατονομάζονται ένα προς ένα(Α.Π. 953/1991ΕλλΔ/νη1992.784), είτε για να χρησιμεύσουν ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων ανάμεσα σε αυτά και έγγραφα σχηματισθείσας ποινικής δικογραφίας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια (Α.Π. 1505/1995 ΕλλΔ/νη38(1997). 1541, Π.Γέσιου Φαλτσή, Δίκαιο Αποδείξεως εκδ.1986 σελ. 234), τις φωτογραφίες του τραυματισθέντος ενάγοντος, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε( άρθρα 444 αρ 3, 448 παρ 2, 457 παρ 4 ΚΠολΔ) λόγω της ερημοδικίας των εναγομένων, τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως( άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων επί σειρά ετών και πάντως έως και το 2005 απασχολούταν υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης στην εταιρεία παροχής υπηρεσιών ασφαλείας υπό την επωνυμία « _______ » που διατηρούσαν οι δύο εναγόμενοι _______ και _______ _______ , πατέρας και υιός αντίστοιχα, προσφέροντας την εργασία του κυρίως τις ημέρες του Σαββάτου και Κυριακής. Από την εργασία του αυτή είχαν προκόψει οικονομικές εκκρεμότητες, αφού η εταιρεία των εναγόμενων του όφειλε δεδουλευμένες αποδοχές το ακριβές w ύψος των οποίων δεν προέκυψε από τα τεθέντα υπόψη του Δικαστηρίου στοιχεία. Για το λόγο αυτό και κατόπιν τηλεφωνικών οχλήσεων του ενάγοντος, εν τέλει την 27-9-2005 και περί ώρα 21:00 συμφωνήθηκε να συναντήσει τον πρώτο εναγόμενο στο καφεστιατόριο υπό την επωνυμία «_______ », που κείται στην περιοχή της Νίκαιας. Παρά ταύτα όμως κατά τη συνάντηση που επακολούθησε τα μέρη δεν κατάφεραν να επιλύσουν κατά τρόπο ειρηνικό την οικονομική τους εκκρεμότητα, ο δε πρώτος εναγόμενος αν και όφειλε χρήματα στον ενάγοντα εξαπέλυσε εναντίον του φραστική επίθεση αποκαλώντας τον « μαλάκα αρχίδι, », ενώ έτι περαιτέρω απευθύνοντας τις φράσεις « θα φάς πολύ ξύλο» και «τώρα θα δείς τί θα πάθεις» του προκάλεσε τρόμο και ανησυχία. Ο ενάγων μη θέλοντας να δώσει συνέχεια στο συμβάν απεχώρησε με προορισμό την κατοικία του που βρισκόταν πλησίον του τόπου συνάντησης, όταν ξαφνικά ένιωσε ένα δυνατό χτύπημα στο κεφάλι. Εμβρόντητος αντίκρισε το δεύτερο εναγόμενο, ο οποίος στο μεταξύ, κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχε με τον πρώτο εναγόμενο πατέρα του είχε καταφθάσει πλησίον της οικίας του ενάγοντος χωρίς να γίνει αντιληπτός. Ο ενάγων διαμαρτυρήθηκε υπενθυμίζοντας στο δεύτερο εναγόμενο τη μεταξύ τους οικονομική εκκρεμότητα, τούτο όμως είχε ως αποτέλεσμα τον εκνευρισμό του δεύτερου εναγομένου, ο οποίος, αφού του απεύθυνε τις φράσεις « μαλάκα, πούστη, κωλόπαιδο», εν συνεχεία του κατάφερε ένα δυνατό χτύπημα στην περιοχή της κεφαλής και επιβιβαζόμενος με τον πρώτο εναγόμενο πατέρα του επί του δικύκλου τους εγκατέλειψαν το σημείο του συμβάντος. Τα ως άνω επιβεβαιώνονται κατά τρόπο αναμφισβήτητο: Α) από την κατάθεση της μάρτυρος _______ _______ που ήταν παρούσα στο συμβάν της χειροδικίας, η οποία στα πλαίσια της εκδίκασης της υπόθεσης ενώπιον του Β Μονομελούς Πλημ/κείου Περαιά, όπου οι εναγόμενοι παραπέμφθηκαν για να δικασθούν για τις άδικες πράξεις της απλής σωματικής βλάβης με πρόθεση, της εξύβρισης και της απειλής, κατέθεσε ότι ο δεύτερος εναγόμενος καταφθάνοντας πλησίον της κατοικίας του ενάγοντα του επιτέθηκε, με αποτέλεσμα αυτός ( ενάγων) να απωλέσει την ισορροπία του και να επιπέσει επί σταθμευμένου οχήματος δεχόμενος λακτίσματα από τον δεύτερο εναγόμενο στο πρόσωπο ( βλ ως άνω απόφαση και πρακτικά), ενώ επιπροσθέτως προσέβαλλε την τιμή και την υπόληψή του απευθύνοντας σε αυτόν τις παραπάνω αναφερόμενες εξυβριστικές φράσεις. Β) την απολογία αμφοτέρων των εναγομένων- κατηγορουμένων, οι οποίοι δεν αρνήθηκαν ειδικώς τις αποδιδόμενες σε αυτούς άδικες πράξεις και για το λόγο αυτό με την προαναφερόμενη υπ’ αριθμόν 464/2009 απόφαση του Β Μονομελούς Πλημ/κείου Περαιά καταδικάσθηκαν σε ποινή φυλάκισης 3 μηνών έκαστος εξ αυτών. Υπό τα ως άνω αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά ο τραυματισμός του ενάγοντος οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του δεύτερου εναγομένου, ο οποίος προξένησε με πρόθεση σωματικές κακώσεις σε αυτόν προς βλάβη της υγείας του, όπως περίτρανα αποδεικνύεται από την με αριθμό πρωτ 479//15-11-2005 ιατροδικαστική έκθεση της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πειραιά, κατά το περιεχόμενο της οποίας ο ενάγων υπέστη « αμυχές και εκχύμωση δεξιού οφθαλμού», συνεστήθη δε αποχή από την εργασία για χρονικό διάστημα 7 ημερών. Η ως άνω ιατροδικαστική έκθεση προσεπιβεβαιώνεται έτι περαιτέρω από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως φωτογραφίες, όπου εναργώς αποτυπώνεται η έκταση και η σοβαρότητα του τραυματισμού του ενάγοντος. Ας σημειωθεί ότι δεν προέκυψε ότι η παραπάνω αδικοπρακτική συμπεριφορά του δεύτερου εναγομένου και η προκληθείσα από αυτόν απλή σωματική βλάβη στην περιοχή του προσώπου του ενάγοντος συνδέονται αιτιωδώς με την νόσο του Crown του παχέος εντέρου από την οποία πάσχει ο τελευταίος( βλ το με αριθμό πρωτ. 104/3-10-2005 πιστοποιητικό του ΙΚΑ Νίκαιας σε συνδυασμό με το υπ’ αριθμόν πρωτ. 46609/2004 πιστοποιητικό νοσηλείας του Γενικού Νοσοκομείου Νίκαιας « Αγιος Παντελεήμων») ούτε ότι οι αμυχές που του προξένησε ο δεύτερος εναγόμενος προκάλεσαν κίνδυνο στη ζωή του εξαιτίας του βεβαρημένου ιατρικού ιστορικού του, όπως αιτιάται στην αγωγή του, αφού οι ισχυρισμοί αυτοί δεν επιστηρίχθηκαν κανένα ιατρικό πιστοποιητικό. Μετά ταύτα το δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη το είδος της προσβολής, τη συμβολή καθενός των εναγομένων στις τελεσθείσες άδικες πράξεις, την έκταση της βλάβης της υγείας του ενάγοντος, της συνθήκες τελέσεως της αδικοπραξίας, ήτοι το γεγονός ότι οι εναγόμενοι όφειλαν δεδουλευμένες αποδοχές στον ενάγοντα, ηλικίας 29 ετών κατά το χρόνο τελέσεως της αδικοπραξίας, αυτοκινητιστής στο επάγγελμα, αλλά και κυρίως το ότι δεν προέκυψε ότι αυτοί ( εναγόμενοι), που διατηρούν ιδιωτική επιχείρηση, επιχείρησαν να άρουν τις επιζήμιες συνέπειες των πράξεών τους με μία δήλωση συγνώμης, κρίνει ότι πρέπει να επιδικασθεί στον ενάγοντα, που είναι ελεύθερος επαγγελματίας ( ιδιοκτήτης ταξί, ως προελέχθη) ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης το ποσό των 1.500 ευρώ καταβλητέο από τον πρώτο εναγόμενο και των 3.000 ευρώ καταβλητέο από το δεύτερο εναγόμενο, το οποίο βάσει των κανόνων της κοινής πείρας και λογικής μετά από την στάθμιση των, κατά νόμο, στοιχείων κρίνεται εύλογο. Κατ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή κατά ένα μέρος της και ως βάσιμη κατ’ ουσία και λαμβανομένου υπόψη του μερικού περιορισμού του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό να υποχρεωθεί ο πρώτος εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα, το ποσό των 1.500 ευρώ και ο δεύτερος εναγόμενο το ποσό των 3.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο αμφότερα τα ποσά από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Ως προς το αίτημα της προσωρινής εκτελεστότητας το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν συντρέχει εξαιρετικός προς τούτο λόγος ούτε η καθυστέρηση στην εκτέλεση θα προκαλέσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, λαμβάνοντας υπόψη κυρίως το ύψος του επιδικαζόμενου ποσού, ενώ επίσης το αίτημα της προσωπικής κράτησης απορριπτέο τυγχάνει ως αβάσιμο λόγω του ότι δεν προέκυψε η αφερεγγυότητα των εναγομένων, που είναι ελεύθεροι επαγγελματίες, για το συνολικό ποσό των 4.500 ευρώ, που επιδικάσθηκε επί της ένδικης αγωγής. Τέλος, πρέπει, οι εναγόμενοι κατά το μερίδιο που αναλογεί σε καθέναν επί του επίδικου αντικειμένου, να καταδικασθούν σε μέρος των δικαστικών εξόδων, κατά το νόμιμο αίτημα του ενάγοντος, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό, ανάλογα με την έκταση της ήττας τους, αφού η αγωγή έγινε εν μέρει
δεκτή ως προς το αιτούμενο με αυτήν ποσό ( άρθρο 178 παρ 1 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ 1 του Ν 2915/2001, 180 παρ 1, 191 παρ 2 ΚΠολΔ), και να καθορισθεί το νόμιμο παράβολο
ερημοδικίας ( άρθρα 501, 502, 503) ξεχωριστό για τον καθέναν από αυτούς δεδομένου ότι λόγω της ενοχής τους ως συνυπεύθυνων εξ αδικοπραξίας (926 ΑΚ) συνδέονται με το δεσμό της απλής ομοδικίας( Βαθρακοκοίλη Ερμηνευτική και Νομολογιακή ανάλυση ΚΠολΔ εκδ 1996 υπό το άρθρο 74 σημ 21 σελ 494), το οποίο παράβολο πρέπει να προκαταβληθεί για την περίπτωση που θα ασκηθεί ανακοπή ερημοδικίας κατά της αποφάσεως αυτής, ως κατωτέρω ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των εναγομένων
-ΟΡΙΖΕΙ το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ για τον καθέναν από αυτούς.
-ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή
-ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ: Α) τον πρώτο εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση και Β) τον δεύτερο εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση
-ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγόμενους στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ορίζει στο ποσό των ογδόντα (80) ευρώ για τον πρώτο εναγόμενο και στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ για τον δεύτερο εναγόμενο
-ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά και σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων στις 10-9-2010.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ