fb-pxl-img
ΜΕΝΟΥ

Περίληψη

Αριθμός Απόφασης : 99/2015

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ
ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Απόστολο Παπαθεοδώρου, Πρόεδρο Εφετών, Μερόπη Τζουγκαράκη – Εισηγήτρια, Ευγενία Μπιτσακάκη, Εφέτες και από τη Γραμματέα Ρωξάνη Καπετάνου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στο Ηράκλειο, στις ΙΑί Οκτωβρίου 2014, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: _______  _______   του _______  , κατοίκου Περάματος Πειραιώς, οποίος παραστάθηκε δια δηλώσεως του άρθρου 242 παρ.2 του Κ Πολ.Δ, του πληρεξουσίου του δικηγόρου Πειραιά, Χρήστου Οικονομάκη.

ΤΗΣ ΚΑΘΗΣ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: _______  _______  του _______  και της _______, συζ. _______   ________, κατοίκου Ηρακλείου, η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου της δικηγόρου Ηρακλείου Αλέκου Πικράκη.

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηρακλείου άσκησε αφ’ ενός ο ενάγων και ήδη εκκαλών την από 14/1/2008 και με αρ. έκθ. κατ. Γ.Α 293/ΤΜ/49/2008 αγωγή του κατά της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης και αφ’ ετέρου η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη την από 5/10/2007 και με αρ. έκθ. κατ. Γ.Α 610/ΤΜ/995/2007 αγωγή της κατά του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, οι οποίες συνεκδικάστηκαν και επί των οποίων εκδόθηκε η με αρ. 177/2010 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου.

Την απόφαση αυτή κατόπιν προσέβαλε, ενώπιον του Εφετείου Κρήτης, ο παραπάνω εκκαλών με την από 25/6/2010 και με αριθμ. εκθ. κατ. Πρωτοδ. 310/28-6-2010 έφεσή του (αρ. εκθ. κατ. Εφετ. Κρήτης 1051/26-11-201θ’)της οποίας η συζήτηση ματαιώθηκε κατ’ άρθρο 8 Ν.4022/2011. Η συζήτηση της έφεσης επανήλθε με την από 6/4/2012 κλήση του εκκαλούντος ενώπιον του Εφετείου Ανατολικής Κρήτης (αριθ. εκθ. κατ. Εφ. Αν. Κρήτης 412/6-4-2012), δικάσιμος της οποίας ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά την εκφώνηση της υποθέσεως και στη σειρά του οικείου πινακίου, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, αφού αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις του, ανέπτυξε και προφορικά τους ισχυρισμούς του και ζήτησε την παραδοχή τους. Ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος παραστάθηκε δια δηλώσεως του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα προτάσεις με σχετικά έγγραφα.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 25-6-2010 έφεση (αρ. εκθ. κατ. 310/28-6-2010), που φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του δικαστηρίου αυτού με την από 6-4-2012 κλήση (αρ. εκθ. κατ. 412/6-4-2012), κατά της οριστικής απόφασης 177/2010 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηρακλείου, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε κατά τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1 και 2, 511, 513 παρ. 1 εδ. β, 518 παρ. 1 ΚΠολΔ) με την κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου την 28-6­2010, μέσα σε τριάντα ημέρες από την επίδοση, που έγινε την 27-6-2010, αντιγράφου της εκκαλουμένης (βλ. σημείωση του δικαστικού επιμελητή ^ Πρωτοδικείου Αθηνών _______   Ρίζου στο επιδοθέν αντίγραφο). Επομένως, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και την βασιμότητα των λόγων της, κατά την ίδια διαδικασία εκδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1710 παρ. 1, 1712, 1721, 1724, 1813, 1846, 369, 1192, 1193, 1195, 1198, 1199 και 1033 ΑΚ, συνάγεται ότι η κυριότητα ακινήτου αποκτάται παραγώγως, με κληρονομική μεν διαδοχή, από το θάνατο του κληρονομούμενου, εφόσον ο κληρονόμος αποδεχθεί την κληρονομιά με δημόσιο έγγραφο και μεταγράψει την περί αποδοχής δήλωση του, με συμφωνία δε, μεταξύ του κυρίου και εκείνου που την αποκτά, ότι μετατίθεται σ’ αυτόν η κυριότητα για κάποια νόμιμη αιτία, η οποία γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, που υποβάλλεται σε μεταγραφή. Για τη μεταβίβαση, με τους τρόπους αυτούς, της κυριότητας του ακινήτου, προϋπόθεση είναι ο αποβιώσας ή εκείνος που συμφώνησε τη μεταβίβαση της να ήταν κύριος του ακινήτου. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 974, 1041, 1042, 1043, 1045, 1051 ΑΚ προκύπτει ότι, για την κτήση της κυριότητας ακινήτου, με τακτική μεν χρησικτησία, απαιτείται άσκηση νομής με καλή πίστη και νόμιμο ή νομιζόμενο τίτλο για μια δεκαετία ενώ με έκτακτη χρησικτησία, απαιτείται άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με τη δυνατότητα, και στις δύο περιπτώσεις, εκείνου που απέκτησε τη νομή αυτού με καθολική ή με ειδική διαδοχή να συνυπολογίσει στο χρόνο της δικής του νομής και το χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου του. Άσκηση νομής, προκειμένου για ακίνητο, συνιστούν οι εμφανείς υλικές ενέργειες επάνω σ’ αυτό που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του, με τις οποίες εκδηλώνεται η βούληση του νομέα να το εξουσιάζει. Άσκηση νομής η οποία χρειάζεται για την κτήση κυριότητος από τακτική ή έκτακτη χρησικτησία (άρθρα 1041, 1045 ΑΚ) αποτελούν όταν πρόκειται για ακίνητα οι υλικές και εμφανείς πάνω σ’ αυτά πράξεις που προσιδιάζουν στην φύση και τον προορισμό του ακινήτου, με τις οποίες φανερώνεται η βούληση του νομέα να έχει το πράγμα για δικό του. Ως πράξεις νομής θεωρούνται, μεταξύ άλλων, η επίβλεψη, η επίσκεψη, η εκμίσθωση, η φύλαξη, οι καταμετρήσεις, η σύνταξη διαγραμμάτων του ακινήτου και αν αφορά κληρονομιαίο ακίνητο η αποδοχή της κληρονομιάς, η καταβολή του οικείου φόρου, η δήλωση του ακινήτου στο έντυπο Ε9 της Εφορίας (ΑΠ 1360/2014 δημ. Νόμος, ΑΠ 166/2014 δημ. Νόμος, ΑΠ 36/2014 δημ. Νόμος, ΑΠ 946/2012 δημ. Νόμος, ΑΠ 393/2012 Νόμος, ΑΠ 267/2007 ΝοΒ 2007 2357). Επομένως, φυσική εξουσίαση υπάρχει, όταν ασκούνται πάνω στο πράγμα διακατοχικές πράξεις, έτσι ώστε το πράγμα, κατά την αντίληψη των συναλλαγών, να θεωρείται ότι βρίσκεται κατά τρόπο σταθερό στη διάθεση του νομέα. Η νομή, αφότου αποκτηθεί, διατηρείται χωρίς να είναι ανάγκη να διατελεί ο νομέας συνεχώς σε σωματική επαφή με το πράγμα ή να είναι σε συνεχή εγρήγορση και να έχει διαρκώς στραμμένη τη διάνοια κυρίου προς αυτό, αλλά αρκεί να έχει την εποπτεία του και τη δυνατότητα άσκησης της φυσικής εξουσίας πάνω σ’ αυτό κάθε στιγμή (ΑΠ 1237/2013 δημ. Νόμος, ΑΠ 184/2006 ΕλλΔνη 48 184).

Με την από 5-10-2007 αγωγή (αρ. εκθ. κατ. ΓΑ/6107/ΤΜ/995/7-11 -2007) η ενάγουσα ιστορούσε ότι έγινε κυρία των περιγραφομένων ακινήτων, αγρού και οικοπέδου με την επ’ αυτού παλιά οικία, κατά παράγωγο τρόπο, με καθολική διαδοχή στη νομή της μητέρας της, ως μοναδική εξ αδιαθέτου κληρονόμος της και με αποδοχή της κληρονομιάς και μεταγραφή της σχετικής δηλώσεως κατά το έτος 2006, αλλά και πρωτοτύπως, με έκτακτη χρησικτησία, με άσκηση της νομής των ακινήτων από το έτος 2000, μετά το θάνατο της δικαιοπαρόχου της, μητέρας της, συνεχώς και αδιαταράκτως με τ,ς αναφερόμενες, προσιδιάζουσες στη φύση τους, πράξεις, με διάνοια κυρίας, προσμετρούμενης στην δική της νομή κα, της όμοιας νομής της δικαιοπαρόχου της, μητέρας της, που έγινε κυρία αυτών με έκτακτη χρησικτησία. Ότι ειδικότερα η μητέρα της ασκούσε τη νομή σε ολόκληρο το αγροτεμάχιο και στο 1/2 εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου από το έτος 1966, που της το παραχώρησε η δική της μητέρα της με άτυπη δωρεά και στο υπόλοιπο 1/2 εξ αδιαιρέτου στο οικόπεδο από το έτος 1978, που της το παραχώρησε η θεία της, αδελφή της μητέρας της, με άτυπη δωρεά. Ότι ο εναγόμενος, θείος της, έπεισε την ηλικιωμένη γιαγιά της, μητέρα του ίδιου και της δικαιοπαρόχου της, μητέρας της, να μεταβιβάσει σ’ αυτόν το έτος 2006 με μεταγραφή συμβόλαιό γονικής παροχής την κυριότητα των επίδικων ακινήτων, των οποίων όμως κυρία δεν ήταν πλέον η ίδια, αλλά η δικαιοπάροχος μητέρα της. Και ότι το έτος 2006 ο εναγόμενος την απέβαλε από τη νομή της με την αφαίρεση των σιδηροπασάλων, που είχε τοποθετήσει η μητέρα της στον αγρό. Ζήτησε δε, να αναγνωρισθεί το δικαίωμα της κυριότητάς της επί των ακινήτων και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της αποδώσει το πρώτο από αυτα, επίσης να αναγνωριστεί η ακυρότητα του συμβολαίου γονικής παροχής της απώτερης δικαιοπαρόχου της προς αυτήν.

Με την από 14-1-2008 αγωγή (αρ. κατ ΓΑ/293/ΤΜ/49/16-1-2008) ο εναγών ιστορούσε ότι έγινε κύριος των περιγραφομένων ακινήτων, αγρού και οικοπέδου μετά της επ’ αυτού παλιάς οικίας (επιδίκων με την προηγούμενη αγωγή) κατά παράγωγο τρόπο και ειδικότερα, του μεν αγρού και του ακάλυπτου τμήματος του οικοπέδου με νομίμως μεταγραφέν συμβόλαιο γονικής παροχής από τη μητέρα του το έτος 2006 και πρωτοτύπως με έκτακτη χρησικτησία, με άσκηση των αναφερομένων πράξεων νομής από το έτος 1960, που του παραχώρησε αυτά ατύπως η μητέρα του, συνεχώς και αδιαταράκτως, του δε τμήματος του οικοπέδου με την επ’ αυτού οικία πρωτοτύπως με έκτακτη χρησικτησία, με άσκηση των αναφερομένων πράξεων νομής επίσης από το έτος 1960, που του παραχώρησε αυτό ατύπως η θεία του, αδελφή της μητέρας του, συνεχώς και αδιαταράκτως. Και ότι η εναγομένη περί τα τέλη του έτους 2006 επιχειρήσεων δεν φύτευση του επίδικου αγρού, την οποία δεν ολοκλήρωσε, διότι ο ίδιος την απέτρεψε και ματαίωσε έτσι την προσπάθειά της. Ζήτησε δε, να αναγνωριστεί το δικαίωμα κυριότητάς του επί των ακινήτων και να απαγορευτεί στην εναγομένη, με απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης, κάθε μελλοντική διατάραξη της κυριότητάς του.

Επί των αγωγών αυτών, μετά την συνεκδίκασή τους, εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία απορρίφθηκαν ως μη νόμιμα τα αιτήματα της πρώτης αγωγής περί ακυρότητας του συμβολαίου γονικής παροχής και της δεύτερης παροχής περί απαγορεύσεως κάθε μελλοντικής ^διατάραξης της κυριότητας, απορρίφθηκε ως κατ’ ουσία αβάσιμη η δεύτερη ^αγωγή και έγινε δεκτή ως κατ’ ουσία βάσιμη η πρώτη αγωγή. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο εναγόμενος της πρώτης και ενάγων της  δεύτερης αγωγής, ήδη εκκαλών, με την κρινομένη έφεσή του, για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως προς το σκοπό να γίνει δεκτή η αγωγή του και να απορριφθεί η αγωγή της αντιδίκου του.

Από τις καταθέσεις των μαρτύρων, που εξετάστηκαν με όρκο στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, όπως περιέχονται στα πρακτικά συνεδριάσεώς του, τις ένορκες βεβαιώσεις, που δόθηκαν πριν από τη συζήτηση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, των _______  _______  , του _______  , _______  _______  του _______  , _______  υζ. _______  _______  το γένος _______   _______  με επιμέλεια της ενάγουσας-εναγομένης και με προηγούμενη εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου της (εκθέσεις επιδόσεως 1434Ε/23-6-2008 και 1866Ε/8-7-2008 δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Αθηνών), ενώπιον της συμβολαιογράφου Πύργου Ευαγγελίας Δασκαλάκη οι τρεις πρώτες και Πειραιώς Μαργαρίτας Αδάμ η τέταρτη, όπως περιέχονται στις εκθέσεις αυτής 9213/19-6-2008,     9214/19-6-2008,       9263/10-7-2008 (συμπληρωματική), 9880/11-7-2008 και των _______   _______  του _______  και _______  _______  του _______  με επιμέλεια του ενάγοντος-εναγομένου και με προηγούμενη εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου του (εκθέσεις επιδόσεως 5444/30-6-2008 και 6461/23-1-2008 της δικαστικής επιμελήτριας Πρωτοδικείου Ηρακλείου Ορσαλίας Πανταζή) ενώπιον της συμβολαιογράφου Πύργου Ευαγγελίας Δασκαλάκη, όπως περιέχονται στις εκθέσεις αυτής 9261/10-7-2008, 9262/10-7-2008, 9537/4-2-2009 (συμπληρωματική), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Τα επίδικα ακίνητα κείνται στο Ηράκλειο στην περιοχή _______  , ο μεν αγρός, εκτάσεως 1.800 τ.μ. περίπου, εκτός οικισμού Στερνών στη θέση _______  και συνόρευει βόρεια με ελαιόφυτο _______   _______  , νότια με ιδιοκτησία _______  _______  , ανατολικά με δημοτική περιουσία και δυτικά με αγροτικό δρόμο, το δε οικόπεδο, εκτάσεως 50 π μ. περίπου, μετά της επ’ αυτού παλιάς οικίας εντός οικισμού Σόχωρο και συνορεύει βόρεια με ιδιοκτησία _______   _______  , νότια και δυτικά με ιδιοκτησία _______  _______  και ανατολικά με δημοτικό δρόμο. Ο αγρός και το 1/2 εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου αποτελούσαν πατρική περιουσία της _______  χήρας _______  _______  το γένος _______   _______  , μητέρας της ενάγουσας-εναγομένης και της αδελφής της, _______  συζύγου _______  _______  το γένος _______   _______  , θείας της ενάγουσας-εναγομένης, κατα το υπόλοιπο 1/2 εξ αδιαιρέτου, οι οποίες χρησιμοποιούσαν από κοινού την οικία, η πρώτη μέχρι το έτος 1966 και η δεύτερη μέχρι το έτος 1978, που απεχώρησαν, αντίστοιχα, για την Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκαν έκτοτε. Εξάλλου, στην Αθήνα εγκαταστάθηκαν και όλα τα τέκνα της ανωτέρω γιαγιάς της εναγουσας-εναγομένης από τη μητρική γραμμή, δηλαδή η _______  σύζυγος _______  _______  το γένος _______   _______  , η _______  ύζυγος _______   _______  το γένος _______   _______  , θείες της, καθώς και ο ενάγων-εναγόμενος, θείος της. Το μοναδικό τέκνο της που παρέμεινε στο Ηράκλειο ήταν η μητέρα της, _______  χήρα _______  _______  το γένος _______  _______  . Οι προαναφερόμενες, αδελφές, _______  χήρα _______   _______   το γένος _______   _______  και η αδελφή της, _______  ύζυγος _______  _______  το γένος _______   _______  , μετά την αναχώρησή τους για την Αθήνα παραχώρησαν άτυπα τη νομή τους στον αγρό και τη συννομή των ιδανικών τους μεριδίων στο οικόπεδο με την επ’ αυτού οικία στην προαναφερόμενη, _______  χήρα _______  _______  το γένος _______  _______  , κόρη της πρώτης, ανηψιά της δεύτερης και μητέρα της ενάγουσας-εναγομένης. Ειδικότερα, η ειδική διαδοχή της μητέρας της ενάγουσας-εναγομένης στη νομή του αγρού και στη συννομή του ιδανικού μεριδίου της μητέρας της στο οικόπεδο χώρησε το έτος 1966 και αργότερα το έτος 1978 χώρησε η διαδοχή της στη συννομή του ιδανικού μεριδίου της θείας της στο οικόπεδο. Έκτοτε η μητέρα της ενάγουσας-εναγομένης ασκούσε τις ττροσιδιαζουσες στη φύση τους διακατοχικές πράξεις, με τις οποίες πραγμάτωνε τη φυσική τους εξουσίαση και εκδήλωνε τη θέλησή της να είναι κυρία, συνεχώς και αδιαταράκτως μέχρι το χρόνο του θανάτου της, το έτος 2000, επί χρονικό διάστημα κατά πολύ μεγαλύτερο της εικοσαετίας και έτσι έγινε κυρία αυτών με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Ειδικότερα από τον χρόνο κτήσης της νομής των επιδίκων ακινήτων και εφεξής, η προαναφερόμενη μητέρα της ενάγουσας-εναγομένης επόπτευε από καταπατήσεις τρίτων τον αγρό, ο οποίος ήταν χέρσος, τοποθέτησε σιδηροπασάλους και σύρμα στο δυτικό όριό του, επισκεπτόταν το οικόπεδο χρησιμοποιούσε ως γεωργικό αποθηκευτικό χώρο το παλαιό κτίσμα, τοποθέτησε καινούργια Πόρτα σ’ αυτό και από το έτος 1997 δήλωνε τα  ακίνητα στο έντυπο των φορολογικών της δηλώσεων. Αυτή απεβίωσε την 10­9-2000 μετά τον προαποβιώσαντα την 1-11-1999 σύζυγό της και η ενάγουσα- εναγομένη κόρη της υπεισήλθε στην κληρονομιά της ως μοναδική εξ αδιαθέτου κληρονόμος της, έτσι επήλθε καθολική διαδοχή στη νομή των επίδικων ακινήτων. Η ενάγουσα-εναγομένη με σχετική δήλωσή της αποδέχθηκε την επαχθείσα κληρονομιά της μητέρας της και συντάχθηκε η πράξη αποδοχής κληρονομιάς 17208/20-9-2006 της συμβολαιογράφου Ηρακλείου Μαρίνας Ανδρονά, που μεταγράφηκε την 21-9-2006 στα οικεία βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Πύργου, στην οποία περιλαμβάνονται τα επίδικα ακίνητα. Η ίδια συνέχισε στα επίδικα ακίνητα τη νομή των δικαιοπαρόχων της, μητέρας της και θείας της, με διάνοια κυρίας, που προσπορίζει κυριότητα και συγκεκριμένα επόπτευε από καταπατήσεις τρίτων και επισκεπτόταν τον αγρό και το οικόπεδο, επιμελήθηκε για την επισκευή της περίφραξης του αγρού, για τον καθαρισμό του με χωματουργικό μηχάνημα και για την απομάκρυνση παλιοσίδερων εναποτεθέντων από άγνωστους. Έτσι, η ενάγουσα-εναγομένη έγινε κυρία των επίδικων ακινήτων, κατά παράγωγο τρόπο, με κληρονομική διαδοχή και προτωτύπως, με έκτακτη χρησικτησία, αφού χρησιδέσποζε τα ακίνητα, προσμετρώντας στο δικό της χρόνο και το χρόνο άσκησης όμοιας νομής των δικαιοπαρόχων της για χρονικό διάστημα κατά πολύ μεγαλύτερο της εικοσαετίας. Όμως με το συμβόλαιο γονικής παροχής 2531/21-12-2006 της συμβολαιογράφου Πειραιώς Αικατερίνης Βρεττάκου, που μεταγράφηκε στα οικεία βιβλία Υποθηκοφυλακείου Πύργου στον τόμο 943 με αριθμό μεταγραφής 101215, η προαναφεόμενη _______  χήρα _______  _______  το γένος _______   _______  μεταβίβασε τα επίδικα ακίνητα στον ενάγοντα-εναγόμενο γιό της, παρά το ότι είχε παραχωρήσει άτυπα στην κόρη της από ετών τη νομή του αγρού και ποσοστού 1/2 εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου. Δεν αποδείχθηκε όμως ότ, συνέτρεξε στο πρόσωπο της άμεσης δικαιοπαρόχου του, μητέρας του, ούτε στο δικό του πρόσωπό ούτε όμως και αθροιστικά στο πρόσωπο και των δύο, νομή των επιδίκων επί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας. Έτσι, αν και ο εναγόμενος δαθέτει , τίτλο μεταβιβάσεως της κυριότητας του αγροτεμαχίου και τμήματος του οικοπέδου, ωστόσο δεν απέδειξε την αδιάλειπτη νομή σ’ αυτά από την άμεση δικαιοπάροχό του, μητέρα του επί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας και ούτε απέδειξε την άτυπη παραχώρηση της νομής του υπολοίπου του οικοπέδου από τη θεία του, _______  ύζυγο ________ _______  το γένος _______   _______  . Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι ασκούσε διακατοχικές πράξεις με διάνοια κυρίου στα ακίνητα ο ίδιος ή με αντιπρόσωπο τη μητέρα του, που ενεργούσε κατ’ εντολή κα, για λογαριασμό του, αφού τόσο η ίδια όσο κα, η αδελφή της ζούσαν στην Αθήνα, ή με κάποιο άλλο τρόπο. Ο μάρτυρας από την πλευρά του ενάγοντος- εναγομένου διατύπωσε την προσωπική του άποψη (με την έκφραση «έτσι, πιστεύω») ότι η _______  _______  επιμελείτο τα ακίνητα, που ήταν ακαλλιέργητα, για λογαριασμό του γιού της, δηλαδή δεν έχε, προσωπική αντίληψη σχετικά με την άσκηση συγκεκριμένων πράξεων νομής, αλλά διατυπώνει τη γνώμη του, η οποία όμως δεν επιβεβαιώνεται από τις λοιπές καταθέσεις ούτε ενισχύεται από άλλα στοιχεία. Ο μάρτυρας αυτός κατέθεσε επίσης ότι, απευθύνθηκε αρχικά, το έτος 1976, προς την (γιαγιά της ενάγουσας-εναγομένης) _______  _______  για να του μεταβιβάσει την κυριότητα των επιδίκων, αγροκτήματος και οικοπέδου και αργότερα, το έτος 1985, για τον ίδιο λόγο απευθύνθηκε προς την (μητέρα της ενάγουσας-εναγομένης) _______  _______  (αγνοώντας μάλιστα την συγκυρία κατ’ ισομοιρία του οικοπέδου _______  _______  ), έτσι όμως διαφαινεται η έλλειψη ασφαλούς πεποίθησης του μάρτυρα σχετικά με τα πρόσωπα που εξούσιαζαν τα ακίνητα με την θέληση να είναι κύριοι. Εξάλλου, Ο ίδιος μάρτυρας (_______  _______   του _______  ) έδωσε κα, ένορκη βεβαίωση, από την οποία αποδεικνύονται πράξεις νομής της ενάγουσας- εναγομένης, που ενεργούσε μέσω του συζύγου της, αφού βεβαιώνει ενόρκως ότι το έτος 2004 έβαλαν φορτωτή να καθαρίσει τον αγρό από τις πέτρες και επίσης ότι επανατοποθέτησαν τα όρια, που χάλασαν στην βόρεια και νότια πλευρά του. Περαιτέρω, η άλλη ένορκη βεβαίωση (_______   _______ του _______  ) από την πλευρά του ενάγοντος-εναγομένου δεν κρίνεται πειστική στο σημείο που αναφέρει ότι δεν είδε ποτέ περιφραγμένο το αγροτεμάχιο, διότι έρχεται σε αντίθεση με όσα βεβαίωσε ο προηγούμενος μάρτυρας και ενόρκως βεβαιών (_______  _______   του _______  ) για το θέμα αυτό. Περαιτέρω, ο μάρτυρας από την πλευρά της ενάγουσας- εναγομένης, θείος της εξ αγχιστείας (_______  _______  του _______  ), σύζυγος της αδελφής της μητέρας της _______  _______  του _______  ), κατέθεσε ότι η πεθερά του (_______  _______  ), με την οποία ζούσαν μαζί και πέθανε το έτος 2008 (η κόρη της, μητέρα της ενάγουσας, είχε προαποβιώσει το έτος 2000), του έλεγε η ίδια ότι είχε δώσει στην _______  (κόρη της, μητέρα της ενάγουσας-εναγομένης) τα επίδικα ακίνητα. Επίσης, η προαναφερόμενη θεία της ενάγουσας-εναγομένης (_______  _______  ) στην ένορκη βεβαίωσή της ήταν κατηγορηματική ότι το αγροτικό ακίνητο και ίο μισό οικόπεδο με το ερειπωμένο σπίτι και τη μικρή αποθήκη μέσα σ’ αυτό ανήκαν στην ανιψιά της, _______  _______  , το άλλο μισό του οικοπέδου ανήκε στην ίδια (_______  _______  ), το οποίο παραχώρησε άτυπα στην ανιψιά της (μητέρα της ενάγουσας-εναγομένης) πριν τριάντα χρόνια και έκτοτε αυτή μόνο (μητέρα της ενάγουσας-εναγομένης) είχε ανάμειξη σ’ αυτά βοηθούμενη από την κόρη της (ενάγουσα-εναγομένη) και τον γαμπρό της, _______  _______  του _______   (σύζυγο της ενάγουσας-εναγομένης). Ο τελευταίος ήταν επίσης κατηγορηματικός στην ένορκη κατάθεσή του, ότι είχε τα ακίνητα η πεθερά του (μητέρα της ενάγουσας-εναγομένης) από το έτος 1966 μέχρι το 2000 που απεβίωσε. Τόσο η ανωτέρω ενόρκως βεβαιούσα όσο και ο μάρτυρας της ενάγουσας-εναγομένης καταλήγοντας στις καταθέσεις τους εξέφρασαν την προσωπική τους αντίληψη, που δεν αποδυναμώνεται από άλλα αντίθετα στοιχεία, ότι η _______  _______  μεταβίβασε το έτος 2006 με συμβόλαιο γονικής παροχής στον ενάγοντα-εναγόμενο τα ακίνητα αυτά, αν και γνώριζε ότι δεν της ανήκουν. Πρέπει να σημειωθεί ότι στο επίμαχο συμβόλαιο γονικής παροχής έχουν παρασταθεί ως μάρτυρες οι προαναφερόμενες θείες της ενάγουσας-εναγομένης _______  _______  και _______  _______  , χωρίς ωστόσο, αυτό και μόνο να είναι ικανό να αποδυναμώσει τα ανωτέρω αποδειχθέντα περιστατικά. Στην παρούσα δίκη δεν ασκεί έννομη επιρροή η επίκληση από τον ενάγοντα- εναγόμενο του γεγονσπο5 oft δεν περιήλθε κανένα περιουσιακό στοιχείο σ’ αυτόν από την μητέρα η τον πατέρα του, εξάλλου, κατά τα προεκτεθέντα, δεν έχε, σημασία για την απόκτηση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία η πρόθεση του μεταβιβάζοντος τη νομή ούτε ο τρόπος καταλήψεως και ασκήσεως αυτής από τον αποκτώντα. Σύμφωνα με τα παραπάνω, αποδείχθηκε ότι η μητέρα του εκκαλούντος (γιαγιά από τη μητρική γραμμή της εφεσίβλητης) δεν ήταν πλέον κυρία του αγρού και του οικοπέδου. που του μεταβίβασε με το μεταγραφέν συμβόλαιό γονικής παροχής κατά το έτος 2006, Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε ότι η νομή των ακινήτων αυτών παραχώρησαν άτυπα στον εκκαλούντα η μητέρα του και θεία του, αντίστοιχα και έκτοτε ασκούσε τη φυσική εξουσίασή τους με τη θέληση να είναι, κύριος, μέσω της μητέρας του, που ενεργούσε (κατά τούς ισχυρισμούς του μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης και τυπικά με το συμβόλαιό της γονικής παροχής), κατ’ εντολή και για λογαριασμό του ως αντιπρόσωπός του, τις διακατοχικές πράξεις, που αρμόζουν στη φύση κα, τον προορισμό του. Αντίθετα, αποδείχθηκε ότι η εφεσίβλητη έγινε κυρία των επίδικων ακινήτων με παράγωγο και με πρωτότυπο τρόπο (ΑΠ 1014/2014′ ΑΠ 1103/2014 αμφότερες δημ. Νόμος) και πρέπει να απορριφθεί ο ως κατ’ ουσία αβάσιμος ο ισχυρισμός ιδίας κυριότητας (ΑΠ 619/2014 ΑΠ 1311/2010 αμφότερες δημ. Νόμος) του εκκαλούντος, που προβλήθηκε και απορρίφθηκε πρωτοδίκως και τον επαναφέρει με τον πρώτο λόγο εφέσεως προς απόκρουση της κατ’ αυτού αγωγής (χρονολογικά πρώτης), η οποία πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ’ ουσία βάσιμη και κατ’ ακολουθία να απορριφθεί ως κατ’ ουσία αβάσιμη η αγωγή του (χρονολογικά δεύτερη). Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που δέχθηκε ως αποδειχθέντα τα ίδια ανωτέρω περιστατικά και, έκρινε ομοίως ότι κυρία των επιδίκων ακινήτων κατά τρόπο παράγωγο κα, πρωτότυπο είναι, η εφεσίβλητη-ενάγουσα-εναγομένη, δέχθηκε κατ’ ουσία την αγωγή της κα, απέρριψε κατ’ ουσία την αγωγή του εκκαλούντος-ενάγοντος- εναγομένου, δεν έσφαλε αλλά ορθά εφάρμοσε το νόμο κα, προσηκόντως αξιολόγησε τα αποδεικτικά στοιχεία κα, όσα αντιθέτως αυτός υποστήριζε, με τον δεύτερο (τελευταίο) λόγο εφέσεως πρέπει, να απορριφτούν ως κατ’ ουσία αβάσιμα κα, αυτή στο σύνολό της για τον ίδιο λόγο. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει, να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του στη δίκη αυτή (άρθρο 176 183 ΚΠολΔ), σύμφωνα με το διατακτικό.                      ’

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την έφεση κατά της οριστικής απόφασης 177/2010 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηρακλείου.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσία την έφεση.

Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, που ορίζει σε εξακόσια ευρώ (600 €).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στο Ηράκλειο την 17.3.2015 και δημοσιεύθηκε στο ίδιο μέρος σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, στις 20.4.2015 απάντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

offices-map

Τα Γραφεία μας

Η “OΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” ασχολείται με πάνω από 100 Νομικούς Τομείς και διατηρεί Δεκατέσσερα (14) γραφεία σε Έντεκα (11) χώρες:

Αλιεύστε την Εταιρική Παρουσίαση μας
Επικοινωνία