Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΕΝΟΧΙΚΟ ΤΜΗΜΑ – ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1189/2007
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αικατερίνη Διακουμάκου, Πρωτόδικη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου της Διοικήσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών και από το Γραμματέα Νικόλαο Μόσσορα.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Δεκεμβρίου 2006 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Της ενάγουσας : εταιρείας με την επωνυμία «__________ » με το διακριτικό τίτλο «__________ Α.ΤΕ.», η οποία έχει την έδρα της στο Πλαγιάρι Γιαννιτσών και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου από την πληρεξούσια δικηγόρο της, Παρασκευή Κουπλίδου.
Του εναγομένου : Σπυρίδωνος Κόρδαλη του Κωνσταντίνου, κατοίκου Πολιτείας Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Βουτσινά.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 22-3-2004 αγωγή της που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό καταθέσεως 41374/2004 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου 1974/2004, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 20-10-2005, οπότε και η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 79 του Ν. 5960/1933, 297, 298 και 914 Α.Κ συνάγεται ότι αυτός που εκδίδει επιταγή σε διαταγή γνωρίζοντας ότι δεν έχει αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια στην πληρώτρια Τράπεζα ζημιώνει τον κομιστή από τη μη πληρωμή της επιταγής κατά την εμφάνισή της παρά το νόμο, ήτοι εναντίον της διατάξεως του άρθρου 79 του Ν. 5960/1933, που χαρακτηρίζει την πράξη αυτή του εκδότη και ως ποινικό αδίκημα. Επομένως είναι υποχρεωμένος κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών σε αποζημίωση του κομιστή, διότι η τελευταία αυτή διάταξη έχει θεσπιστεί για να προστατεύσει όχι μόνο το δημόσιο συμφέρον, αλλά, συγχρόνως, και το ατομικό συμφέρον του δικαιούχου της επιταγής (Α.Π 1262/1993 Ελλ.Δνη 36.157, Α.Π 218/1962 ΝοΒ 10.801, Εφ. Αθ. 10201/1996 Ελλ.Δνη 38.899, Εφ.ΑΟ. 687/1978 ΝοΒ 26.1240, Π.Πρ.Πειρ. 1378/1996, αδημ.). Περαιτέρω κατά τη σαφή έννοια της διατάξεως του άρθρου 71 του Α.Κ., το νομικό πρόσωπο ευθύνεται από τις πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων πού το αντιπροσωπεύουν, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους είχαν ανατεθεί και δημιουργεί υποχρέωση αποζημιώσεως. Στην περίπτωση δε που η πράξη ή η παράλειψη του αρμόδιου οργάνου είναι υπαίτια και παράγει υποχρέωση αποζημιώσεως, τότε ευθύνεται και αυτό σε ολόκληρο με το νομικό πρόσωπο. Δηλαδή, το καταστατικό όργανο έχει πρόσθετη μετά του νομικού προσώπου υποχρέωση, ανεξάρτητη, όμως, αυτής του νομικού προσώπου (Α.Π. 1285/1980). Ειδικότερα, επί ανώνυμης εταιρίας, οι διοικούντες αυτή, δεν έχουν μεν προσωπική υποχρέωση για χρέη της εταιρίας, είναι, όμως, δυνατή η ευθύνη των διοικούντων την εταιρία προσωπικά από αδικοπραξία κατά το άρθρο 914 του Α.Κ., αφού η αρχή της μη ευθύνης των διοικούντων ανώνυμη εταιρία κάμπτεται και δεν ισχύει όταν υπάρχει πταίσμα αυτών από αδικοπραξία, βάσει των γενικών αρχών (Α.Κ.914), οπότε υφίσταται ευθύνη τους. Έτσι, επί εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής από νομικό πρόσωπο, υπόχρεος σε αποκατάσταση της σχετικής ζημίας του κομιστή της είναι (πλέον του νομικού προσώπου) και ο νόμιμος εκπρόσοοπος αυτού, πού υπέγραψε την επιταγή, εν γνώσει της μη υπάρξεως αντικρίσματος κατά τον χρόνο της εκδόσεως ή της πληρωμής ( Α.Π. 29/2006 ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 25/2000 ΝΟΜΟΣ).
ΙΙ.Στην προκειμένη περίπτωση με την υπό κρίση αγωγή, η ενάγουσα ζητεί, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας με την επωνυμία «__________ » λόγω του αδικήματος της εκδόσεως μίας (1) ακάλυπτης επιταγής, όπως αυτή λεπτομερώς εκτίθεται στην υπό κρίση αγωγή, να της καταβάλει ως αποζημίωση για τη ζημία την οποία υπέστη, το συνολικό ποσό των 40.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Ζητεί επίσης να απαγγελθεί εναντίον του εναγομένου προσωπική κράτηση διάρκειας δώδεκα (12) μηνών ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και τέλος να καταδικαστεί (ο εναγόμενος) στην πληρωμή των δικαστικών της εξόδων. Η υπό κρίση αγωγή παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τόυτου, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (αρ. 9,14 παρ 2, 22, 37 παρ. I Κ.ΠολΔ) για την εκδίκασή της Κατά την Τακτική διαδικασία Και είναι νόμιμη. Στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων που αναφέρθηκαν στη μείζονα της παρούσας σκέψη, καθώς και σε εκείνες των άρθρων 298, 346, 914 Α.Κ, 79 ν. 5960/33 όπως αντικ και ισχύει από το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 3472/06 176, 907, 908 και 1047 παρ. 1 και 3 του Κ.ΠΟλΔ. Πρέπει, επομένως η υπό κρίση αγωγή, να εξετασθεί Περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της δεδομένου ότι για το παραδεκτό της καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τα ανάλογα ποσοστά υπέρ Τρίτων [(βλ. σχ. τα υπ’ αριθμ. 009780 111140 και 111141 της Σειράς Α αγωγόσημα με επικολλημένα ένσημα)].
ΙΙΙ. Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της ενάγουσας (ο εναγόμενος δεν εξέτασε μάρτυρα) που εξετάστηκε στο ακροατήριο τούτου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και εκτιμάται κατά το λόγο γνώσης και βαθμό αξιοπιστίας του εξετασθέντος καθώς και από όλα τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται σι διάδικοι καθώς επίσης από τις ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τις έγγραφες προτάσεις τους και τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως λαμβάνει υπόψη του, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά. Ο εναγόμενος, όπως συνομολογείται και ο ίδιος με τις προτάσεις του, είναι νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας με την επωνυμία «________» Με την ιδιότητά του αυτή εξέδωσε στα πλαίσια Των καθηκόντων του και υπό την επωνυμία της ως άνω ανώνυμης εταιρείας μία δίγραμμη μεταχρονολογημένη επιταγή της Τράπεζας με την επωνυμία «_______ Α.Ε» με αριθμό _____ στην Αθήνα με ημερομηνία 30-1-2004 ποσού 40.000 ευρώ σε διαταγή «__________ ΑΤΕ» σε χρέωση του με αριθμό ________ λογαριασμού που τηρούσε στην πληρώτρια τράπεζα η ως άνω εταιρεία. Η εν λόγω επιταγή εμφανίστηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα από την ενάγουσα προς πληρωμή στις 2-2-2004 στην τράπεζα με την επωνυμία «__________ Α.Ε.» αλλά αυτή (η επιταγή) δεν πληρώθηκε λόγω ελλείψεως επαρκών διαθέσιμων κεφαλαίων, όπως εξακριβώθηκε μετά από έλεγχο του λογαριασμού του εκδότη μέσω του ηλεκτρονικού υπολογιστή της «__________ Α.Ε.», όπως τα ανωτέρω προκύπτουν στην από 2-2-2004 βεβαίωση της τελευταίας (Τράπεζας) στο σώμα της επιταγής, η οποία βεβαίωση έγινε κατόπιν ρητής εξουσιοδότησης της Τράπεζας, στην οποία τηρείται ο λογαριασμός του εκδότη. Ο εναγόμενος με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας με την επωνυμία «__________ », ο οποίος έθεσε την υπογραφή του στη θέση του εκδότη των ως άνω επιταγών υπό την επωνυμία της τελευταίας, γνώριζε τόσο κατά το χρόνο της εκδόσεως και παραδόσεως των ως άνω επιταγών όσο και κατά το χρόνο εμφανίσεώς τους ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια προς πληρωμή αυτών (των επιταγών). Ο ισχυρισμός δε του εναγομένου ότι η ενάγουσα δεν νομιμοποιείται ενεργητικά προς άσκηση της υπό κρίση αγωγής για το λόγο ότι αποτελεί δικαιούχο αποζημίωσης από αδικοπραξία κατά τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, αφού αποτελεί εξ αναγωγής κομίστριας της επιταγής κατόπιν εξοφλήσεως και όχι ως εμφανίσασα προς είσπραξη των επιταγών, πρέπει ν’ απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον σύμφωνα με την παράγραφο 5 εδ.β’ του άρθρου 79 του ν. 5960/33, όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει από το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 3472/06, ο εξ αναγωγής υπόχρεος, ο οποίος εξόφλησε την επιταγή δικαιούται να λάβει αποζημίωση σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τις αδικοπραξίες (άρθρο 914 επ.). Συνακόλουθα ως ουσιαστικά αβάσιμοι και σύμφωνα και με όσα αναπτύχθηκαν στην μείζονα σκέψη της παρούσας, πρέπει ν’ απορριφθούν οι ισχυρισμοί του εναγομένου αφενός ότι η ενάγουσα δεν υπέστη καμία ζημία και μάλιστα άμεση από τον ίδιο και αφετέρου δεν πρέπει να τον ενάγει ως νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρείας με την επωνυμία «__________ » λόγω του παρακολουθηματικού χαρακτήρα της ενδεχόμενης ενοχής του ως φυσικού προσώπου, ενόψει του γεγονότος ότι ο εναγόμενος ενήχθη για τη δική του αδικοπρακτική κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ως καταστατικού οργάνου της εταιρείας, συμπεριφορά, για την οποία ευθύνεται σε αποζημίωση. Συνεπώς, ο εναγόμενος, αφού εξέδωσε υπό την επωνυμία της εταιρείας, της οποίας ήταν νόμιμος εκπρόσωπος, τις ως άνω επιταγές γνωρίζοντας ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια στην πληρώτρια τόσο κατά το χρόνο έκδοσης όσο και κατά το χρόνο πληρωμής των επιταγών έχει ποινική ευθύνη για το αδίκημα αυτό, ζημίωσε δε την ενάγουσα κατά τις διατάξεις του ν 5960/1933, κατά το συνολικό ποσό των 40.000 Ευρώ το οποίο αρνείται να καταβάλει στην ενάγουσα, απορριπτομένης της προβαλλόμενης από τον εναγόμενο ενστάσεως περί καταχρηστικής ασκήσεως της υπό κρίση αγωγής. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 40.000 Ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Περαιτέρω το αίτημα όπως διαταχθεί η προσωπική κράτηση του εναγομένου ως μέσον αναγκαστικής εκτέλεσης της παρούσας, πρέπει ν’ απορριφθεί, καθόσον στην υπό κρίση περίπτωση δεν συντρέχει από πλευράς ουσίας, νόμιμη προς τούτο περίπτωση, αφού δεν προέκυψε ότι ο τελευταίος (εναγόμενος) στερείται περιουσιακών στοιχείων (βλ. Εφ. Ναυπλ. 134/1990 Ε.Συγκ.Δ. 1992.244, Εφ.ΑΘ. 5623/1989 Ε.Συγκ.Δ. 1990.510, Εφ.ΑΘ. 3653/1986 Αρχ.Ν. 38.284). Όσον αφορά το αίτημα για την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής το Δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι που επιβάλλουν την προσωρινή εκτέλεση και ότι η επιβράδυνσή της (εκτέλεσης) είναι δυνατό να επιφέρει σημαντική ζημία στην ενάγουσα, γι’ αυτό το σχετικό αίτημα πρέπει να γίνει δεκτό. Τέλος, ο εναγόμενος πρέπει λόγω της ήττας του να καταδικαστεί στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας (άρθρο 176 Κ.Πολ.Δ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
Δέχεται την αγωγή.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40,000) ,ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.
Κηρύσσει την απόφαση προσωρινά εκτελεστή.
Καταδικάζει τον εναγόμενο στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του έκτακτα στις 3 Απριλίου 2007, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων του.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ