Περίληψη
Αριθμός απόφασης:66/2009
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Διαδικασία Εργατικών Διαφορών)
Συγκροτήθηκε από τον Ειρηνοδίκη Χρηστό Δήμο και την Γραμματέα Ευθυμία Μουτίδου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 27 Φεβρουάριου 2009 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του καλούντος- ενάγοντος: _______ _______ του _______ (_______ _______ του _______ ), κατοίκου Αθήνας, που εμφανίστηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Θεολογία Παντόλμου.
Του καθ’ ου η κλήση- εναγόμενου: _______ _______ του _______ , που εμφανίστηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Ιωάννα Μαρώση.
Ο ενάγων άσκησε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου την από 28.11.2007 αγωγή του, που κατατέθηκε με αριθμό 175/3.12. 07, η οποία προσδιορίστηκε για την δικάσιμο της 17.3.08, οπότε και ματαιώθηκε. Ο ενάγων με την από 18.3.2008 κλήση του (αριθμός έκθεσης κατάθεσης: 117/3.4.08) ζήτησε τον ορισμό νέας δικασίμου για την εκδίκαση της αγωγής του. Αρχική δικάσιμος ορίστηκε η 12.9.08 και μετά από αναβολή η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, οπότε η υπόθεση εκφωνήθηκε από την σειρά του σχετικού ειδικού πινακίου και συζητήθηκε.
Κατά την συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτές στα πρακτικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ.
Με την κρινόμενη αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου προσελήφθη την 28.9.2006 από τον εναγόμενο με την ειδικότητα του υδραυλικού και πρόσφερε τις υπηρεσίες του μέχρι την 3.5.2007, οπότε και καταγγέλθηκε η σύμβαση εργασίας του από τον εναγόμενο. Ο ενάγων εκθέτει ότι εργαζόταν επί 6 ημέρες την εβδομάδα και 12 ώρες ημερησίως, με ημερομίσθιο που ανερχόταν σε 45 € και επιπλέον αμοιβή 5 € για κάθε ώρα πέραν του οχταώρου. Ζητά να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του καταβάλει με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, το συνολικό ποσό των 9.623,84 €, με τον νόμιμο τόκο όπως αναλυτικά ζητείται, άλλως από την επίδοση της αγωγής, αξίωση που αντιστοιχεί σε διαφορές υπερεργασίας και κατ’ εξαίρεση υπερωριακής απασχόλησης, αποζημίωσης για εργασία κατά τα Σάββατα, επιδόματα εορτών, αποζημίωση αδείας και επιδόματος αδείας, όπως αναλυτικά εκτίθεται στην αγωγή, σύμφωνα με τους όρους και τις συμφωνίες της ΣΣΕ. Επικουρικά δε ζητά την καταβολή των επί μέρους οφειλομένων ποσών κατά τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού.
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή, κατά την κύρια βάση της, είναι αόριστη, ως προς τα αιτούμενα κονδύλια με αριθμούς 1, II και III του δικογράφου της αγωγής, σύμφωνα και με την σχετική ένσταση που προβάλλεται από πλευράς εναγομένου, η οποία υιοθετείται και από το Δικαστήριο και έχει ως εξής : ο ενάγων δεν αναλύει τα χρονικά διαστήματα ανά εβδομάδες εργασίας ούτως ώστε να καθίσταται δυνατό να κριθεί από το Δικαστήριο η πραγματοποίηση της υπερεργασίας, η οποία υπολογίζεται με βάση την υπέρβαση του νομίμου ωραρίου των 40 ωρών και μέχρι την συμπλήρωση των 45 ωρών. Ειδικότερα : Με τα δύο πρώτα άρθρα του Ν. 3385/2005 τροποποιήθηκαν τα αντίστοιχα άρθρα 4 και 5 του Ν. 2874/2000. Το άρθρο 1 περιέχει τις ρυθμίσεις για τα χρονικά όρια εργασίας. Με τις εν λόγω διατάξεις δίδεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις, το προσωπικό των οποίων απασχολείται με πενθήμερη εργασία και με συμβατικό ωράριο έως 40 ωρών την εβδομάδα, να απασχολούν τους εργαζόμενους τους πέντε (5) ώρες εβδομαδιαίως επί πλέον των 40, καταβάλλοντας για κάθε μία από τις ώρες αυτές το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25%. Η απασχόληση κατά τις εν λόγω ώρες (41 έως και 45) θεωρείται υπερεργασιακή απασχόληση και απόκειται στην κρίση του εργοδότη. Εφ’ όσον ζητηθεί από τον τελευταίο, ο εργαζόμενος υποχρεούται να την παράσχει. Η παροχή της υπερεργασιακής απασχόλησης δεν υπόκειται σε διατυπώσεις νομιμότητος (άδεια της αρχής ή αναγγελία). Επίσης η υπερεργασία δεν συνυπολογίζεται στα επιτρεπόμενα, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, όρια υπερωριακής απασχολήσεως. Η προσαύξηση της αμοιβής για τις ώρες υπερεργασίας και νόμιμης υπερωρίας εντός του έτους παραμένει πάντοτε 25%. Η εβδομαδιαία απασχόληση πέραν των 45 ωρών, σε επιχειρήσεις που απασχολούν το προσωπικό τους σε πενθήμερη βάση θεωρείται υπερωριακή απασχόληση. Επίσης επισημαίνεται ότι η υπερεργασιακή απασχόληση συσχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με την υπέρβαση του εβδομαδιαίου ωραρίου των 40 ωρών (αντίθετα με την υπερωριακή απασχόληση που, όπως προαναφέρθηκε, συσχετίζεται και με την υπέρβαση του νομίμου ημερησίου ωραρίου). Ως εκ τούτου εάν συμβεί να εξαντλείται το νόμιμο ημερήσιο ωράριο (χωρίς να πραγματοποιείται υπέρβασή του) κάποιες από τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας, ενώ τις υπόλοιπες εργάσιμες ημέρες η απασχόληση να είναι αναλόγως μικρότερη, δηλαδή να μην φθάνει τα όρια του νομίμου ημερησίου ωραρίου, τότε, εάν στο τέλος της εβδομάδας η απασχόληση δεν υπερβαίνει τις 40 ώρες δεν μπορεί να γίνει λόγος για πραγματοποίηση υπέρ εργασίας. Ο εναγών στην κρινόμενη αγωγή του κάνει τον υπολογισμό των ωρών υπερεργασίας που ισχυρίζεται ότι δικαιούται βάσει της εξής γενικόλογης αναφοράς:
Δευτέρα έως και το Σάββατο από την 7.00 ώρα έως την 19:00, ύτοι επί δωδεκάωρο ημερησίως……………………………………………….. Εργαζόμενος ως ανωτέρω πραγματοποιούσα τις εξής ώρες εργασίας : α) 40 ώρες κανονικής εργασίας εβδομαδιαίος, 5 ώρες υπερεργασίας εβδομαδιαία ως γ) 19 ώρες κατ’ εξαίρεση υπερωριακής εργασίας εβδομαδιαίως, δ) 8 ώρες εργασίας εβδομαδιαίος κατά την ημέρα υποχρεωτικής αναπαύσεως REPO. Εν συνεχεία δε προχωρεί στον υπολογισμό του ως εξής: ” Για την υπερεργασία μου οφείλονται τα εξής : Από 28/09/2006 έως 03/05/2007 (31,14 εβδομάδες) πραγματοποίησαν 155,71 ώρες υπερεργασίας (5 ώρες X 31,14 εβδομάδες) δικαιούμενος το ποσό των 1.313,84 ευρώ.
Τα ίδια δε ισχύουν και για τον υπολογισμό της κατ’ εξαίρεση υπερωριακής εργασίας του την οποία υπολογίζει ως έξης . “Για την κατ’ εξαίρεση υπερωριακή εργασία μου οφείλονται τα εξής: “Από 28/09/2006 έως 03/05/2007 ( 31,14 εβδομάδες) επραγματοποίησα 591,71 ώρες υπερεργασίας (19 ώρες X 31,14 εβδομάδες) δικαιούμενος το ποσό των 7.988,14 €. Πλην όμως ο εν λόγω υπολογισμός είναι λανθασμένος και αόριστος για τον εξής λόγο: Η υπερεργασία, ως ανωτέρω αναλύθηκε, υπολογίζεται με βάση την υπέρβαση του εβδομαδιαίου ωραρίου των 40 ωρών και μέχρι την συμπλήρωση των 45 ωρών, εφεξής δε οι υπόλοιπες ώρες είναι υπερωρίες ή επίσης υπερωρία θεωρείται και η υπέρβαση του νομίμου ωραρίου των 9 ωρών (για εργαζόμενους σε σύστημα πενθήμερης εργασίας έστω και αν η συνολική εργασία δεν υπερβαίνει τις 40 ώρες. Επομένως σε εβδομάδες εντός των οποίων συμπίπτουν ημέρες υποχρεωτικής αργίας όπως π.χ. Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Θεοφάνεια, και είτε δεν πραγματοποιήθηκε υπέρβαση του συνολικού εβδομαδιαίου ωραρίου των 40 ώρων (γιατί έτυχε μία ή δύο ημέρες να μην εργαστεί καθόλου) δεν μπορεί να υποστηριχτεί ότι πραγματοποιήθηκε υπερεργασία και μάλιστα των 5 ωρών (δύναται κάλλιστα να πραγματοποιήθηκε υπερεργασία των 4 ωρών ή 3 ωρών σε κάποια εβδομάδα) είτε αντιστοίχως κατά τις ημέρες τις οποίες δεν εργάστηκε πρέπει να μειωθούν οι ώρες της κατ’ εξαίρεση υπερωρίας, εφόσον κατά αυτές τις ημέρες δεν πραγματοποιήθηκε εργασία. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του ενάγοντος αυτός εργάστηκε από 28/09/2006 έως 03/05/2007 και αυτό το ανάγει σε κλάσμα εβδομάδων 31,14 εβδομάδων. ϊίλην όμως η 28/09/2006 ετύγχανε ημέρα Σάββατο για την οποία επιζητεί άλλο κονδύλι ως εργασία κατά την ημέρα υποχρεωτικής ανάπαυσης. Επομένως εσφαλμένα την έβαλε στον υπολογισμό της εβδομαδιαίας υπερεργασίας και υπερωρίας, εφόσον ζητείται ξεχωριστό κονδύλι για την εργασία τα Σάββατα. Επίσης και αναφορικά με την εργασία την ημέρα της υποχρεωτικής ανάπαυσης την οποία την ζητάει, ενδεικτικά επίσης αναφέρεται ότ ι η 28η Οκτωβρίου ετύγχανε ημέρα Σάββατο επίσης, επομένως πρέπει και αυτή να αφαιρεθεί από το κονδύλι της εργασίας κατά την ημέρα ανάπαυσης. Επιπλέον η 25/12/2006 και η 26/12/2006 (υποχρεωτικές αργίες) ετύγχαναν ημέρα Δευτέρα και Τρίτη. Επομένως κατά την εν λόγω εβδομάδα δεν πραγματοποιήθηκαν 19 ώρες κατ’ εξαίρεση υπερωρίας όπως ισχυρίζεται ο ενάγων. Αντιστοίχως κατά την επόμενη εβδομάδα η Πρωτοχρονιά ετύγχανε Δευτέρα ενώ τα Θεοφάνεια, επίσης υποχρεωτική αργία, ετύγχανε Σάββατο. Επομένως οι υπολογισμοί του ενάγοντος και για την υπερεργασία και για την υπερωριακή απασχόληση και για την εργασία κατά την ημέρα υποχρεωτικής ανάπαυσης είναι λανθασμένοι και αόριστοι και για αυτό το λόγο πρέπει να απορριφθεί η αγωγή του ως προς τα κονδύλια αυτά. Επιπλέον θα πρέπει να αναφερθεί, ως προς τα κονδύλια αυτά, ότι η αγωγή κρίνεται αόριστη και για τον λόγο ότι σε αυτή δεν αναφέρονται οι λόγοι που επέβαλαν την καθημερινή υπερωριακή και υπερεργασιακή απασχόληση.
Κατά τα λοιπά κονδύλια που αφορούν στα πάσης φύσεως επιδόματα η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, αφου περιέχει το κατά νόμο αναγκαία για την θεμελίωση της· στοιχεία και αρμό-**-‘-; δια εισάγεται στο παρόν δικαστήριο (14§1α’ ,33 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (664 επ. ΚΠολΔ), είναι δε νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 341, 345,346,361,648 επ, 653,680 του ΑΚ σε συν δ. με τις ισχύσασες ΣΣΕ για τα έτη 2006 και 2007 και τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.435/76 και του άρθρου 4 του ν. 2874/ 2000, όπως το τελευταίο ίσχυε πριν και μετά την αντικατάστασή του (από 1.10.05) με το άρθρο 1 του ν. 3385/2005, καθώς και των άρθρων 3 παρ.1 και 3, 2, 3,4 παρ.1 & 5 παρ-5 ΑΝ 539/45, όπως συμπληρώθηκαν με τα άρθρα 1 παρ.3 ΝΔ 4547/66, 3 παρ.16 ν. 4504/66, 1 ν.1346/83, 1 παρ.1 ν.3302/ 2004, 22 Εμπ.Ν., 907 και 908§1ε‘ ΚΠολΔ. Μετά τούτα η αγωγή, για το αντικείμενο της οποίας δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου (άρθρο 71 Εισαγ. Ν. ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του από την §17 του άρθρου 6 του Ν.2479/97), πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την εκτίμηση της ένορκης εξέτασης των μαρτύρων των διαδίκων, των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, των ομολογιών που έγιναν, είτε ρητά είτε συνάγονται από τους ισχυρισμούς των διαδίκων, αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα εξής: 0 εναγόμενος, με δήλωση της πληρεξούσιας του δικηγόρου που καταχωρήθηκε στα πρακτικά, συνομολογεί το χρονικό διάστημα απασχόλησης του ενάγοντος στην επιχείρησή του. 0 ενάγων προσελήφθη από τον εναγόμενο να εργαστεί ως υδραυλικός σε θερμοϋδραυλικές εγκαταστάσεις επί 6ήμερο εβδομαδιαίως, κατά τα λοιπά δε σύμφωνα με τους όρους και τις συμφωνίες της διαιτητικής απόφασης για τους όρους αμοιβής της σχετικής συλλογικής σύμβασης. 0 εναγόμενος προβάλλει γενική άρνηση της αγωγής και ότι η ειδικότητα με την οποία προσελήφθη ήταν αυτή του βοηθού υδραυλικού και όχι του υδραυλικού. Προβάλλει επίσης ένσταση εξοφλήσεως. Από τα αντίγραφα των αποδείξεων που προσκομίζει αποδεικνύεται ότι κατά τον μήνα Μάρτιο κατέβαλε στον ενάγο- ντα το ποσό των 1.650 €. Το ποσό αυτό δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί αν ο ενάγων απασχολείτο ως βοηθός υδραυλικού, αφού στην περίπτωση αυτή το ημερομίσθιό του δεν θα υπερέβαινε τα 35 € (βλ. κατάθεση μάρτυρα ανταποδείξεως) . Με την ειδικότητα του υδραυλικού ο εναγών προσέφερε τις υπηρεσίες του στον εναγόμενο από 28.9.2006 μέχρι και την 3.5.2001, οπότε καταγγέλθηκε η σύμβασή του από τον τελευταίο, με συμφωνηθέν ημερομίσθιο που ανερχόταν σε 45 €. Ο εναγόμενος προσκομίζει αποδείξεις καταβολής διαφόρων ποσών στον ενάγοντα. Σε καμία από αυτές δεν αναφέρεται εξόφληση των οφειλομένων δώρων Χριστουγέννων 2006 και Πάσχα 2007, καθώς και αποζημιώσεις αδείας και επιδόματος αδείας για τα έτη 2006 και 2007. Ο ενάγων δικαιούται ως εκ τούτου να λάβει τα παρακάτω ποσά, για την αναφερόμενη σε κάθε ένα κονδύλι νόμιμη αιτία: 1) ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΔΕΙΑΣ 2006. 2 ημερομίσθια ανά μήνα εργασίας (βλ. αρθρ. 1§3 ν.1346/83). Htol 45 € ημερομίσθιο X 3 μήνες X 2 = 270 €, με τον νόμιμο τόκο από 1.7.2007. 2) ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΔΕΙΑΣ 2007. 45 € ημερομίσθιο 4 μήνες X 2 = 360 €, με τον νόμιμο τόκο από 1.1.2008. 3) ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΑΔΕΙΑΣ 2006 και 2007. Είναι ισόποσα με τις αποζημιώσεις αδείας (270 + 360= 630 €), με τον νόμιμο τόκο από 1.1.07 και από 1.1.08 αντίστοιχα. 4) ΔΩΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2006. Δύο ημερομίσθια ανά 19 ημέρες εργασίας για το χρονικό διάστημα από 28.9 έως 31.10.06, ήτοι 95 ημέρες διά 19=5 X 2 = 10 ημερομίσθια X 45 € = 450 €, με τον νόμιμο τόκο από 1.1.2007 και 5) ΔΩΡΟ ΠΆΣΧΑ 2007. Δύο ημερομίσθια ανά 19 ημέρες εργασίας για το χρονικό διάστημα από 1.1 έως 30.4.2007, ήτοι 120 ημέρες διά 19= 6,3 X 2= 12,6 ημερομίσθια X 45 = 567, με τον νόμιμο τόκο από 1.5.2007 €.
Κατ’ ακολουθία των παραπάνω, η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή κατά ένα μέρος της ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 2.277 € (270 + 360 + 270 + 360 + 450 + 567) με τον νόμιμο, τόκο όπως ορίζεται ανωτέρω. Πρέπει επίσης να κηρυχθεί η παρούσα προσωρινά εκτελεστή, διότι το Δικαστήριο κρίνει, ενόψει και της εργατικότητας της διαφοράς, ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προξενήσει στον ενάγοντα σημαντική ζημία. Τέλος, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εναγομένου τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος (176 ΚΠολΔ). Θα πρέπει να επισημανθεί ότι δεν επιβάλλεται μέρος μόνο των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, διότι στις εργατικές διαφορές αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου, τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβάλλεται ο ενάγων είναι ταυτόσημα ανεξάρτητα από το διεκδικούμενο με την αγωγή ποσό (γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής, επίδοση της αγωγής και της κλήσης και διάφορα έξοδα έκδοσης αντιγράφων κλπ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΆΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ κατά ένα μέρος την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δύο χιλιάδων διακοσίων εβδομήντα επτά (2.277) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο όπως ορίζεται ανωτέρω για κάθε επί μέρους κονδύλι και μέχρι την εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την παρούσα προσωρινά εκτελεστή.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγομένου τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά στις 18 Μαΐου 2009.
Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ