Περίληψη
434/2014 ΕΦ ΠΕΙΡ (ΜΟΝ) ( 659062)
(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
Πώληση εμπορευμάτων. Απόδειξη. SMS. Η εναγομένη αγόραζε από την ενάγουσα εμπορεύματα μεγάλης αξίας και τα εξοφλούσε τμηματικά λόγω της φιλικής τους σχέσης. Δεν αποδείχθηκε εξόφληση των εμπορευμάτων αυτών. Δεν λαμβάνονται υπόψη γραπτά μηνύματα στο κινητό της εναγομένης προς την ενάγουσα αφού δεν αποδεικνύεται ότι προέρχονται από το κινητό της εναγομένης. Δεν έχει γίνει εκτύπωση από εταιρεία κινητής τηλεφωνίας αλλά αντιγραφή από το κινητό της ενάγουσας. Δεν αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος εναγόμενος είχε σχέση με την αγορά των εμπορευμάτων καθώς ήταν σε διάσταση με την πρώτη εναγομένη. Απορρίπτει την αγωγή ως προς τον σύζυγό. Εκκαλεί την προσβαλλομένη που απέρριψε την αγωγή ως προς την πρώτη εναγομένη. Εκκαλεί την με αριθ. 1121/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Δέχεται την αγωγή.
ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός 434/2014
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Aσημίνα Υφαντή – Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τη Διευθύνουσα το Εφετείο Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Γεωργία Λογοθέτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Φεβρουαρίου 2014, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ………….., κατοίκου ………….. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Χρήστο Οικονομάκη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ………….. (…………..) ………….., κατοίκου Πειραιώς και 2) ………….., κατοίκου ………., εκ των οποίων η 1η εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Φεβρωνία Καραμούζη – Γκιολέκα, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και ο 2ος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Αναστασία Τσακίρη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Η εκκαλούσα ………….. άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 10-4-2010 με αριθ. εκθ. καταθ. 5074/2010 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 1121/2013 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα ………….., με την από 02-05-2013 και με αριθ. εκθ. καταθ. 426/2013 έφεση, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δηλώσεις ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
H κρινόμενη έφεση της εναγούσης και ήδη εκκαλούσης κατά των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων και της 1121/2013 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που δίκασε τη διαφορά των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, καθόσον η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στις 5-4-2013 και η έφεση κατατέθηκε στις 2-5-2013. Πρέπει, επομένως να γίνει τυπικά δεκτή, αφού καταβλήθηκε και το νόμιμο παράβολο της (άρθρο 495 αριθμ 4 ΚΠολΔ και να ερευνηθεί το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 αριθμ 1 ΚΠολΔ, κατά την ίδια διαδικασία.
Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την από 10-4-2010 αγωγή της ζήτησε, μετά τον παραδεκτό περιορισμό του αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να της καταβάλουν καθένας εις ολόκληρον, το ποσό των 40.894 ευρώ για το τίμημα των πωληθέντων πωληθέντων και παραδοθέντων, σ’ αυτούς εμπορευμάτων νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφαση του απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη. Κατ’ αυτής της αποφάσεως παραπονείται η εκκαλούσα με την έφεσή της για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτή η αγωγή της.
Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά και τα έγγραφα, τα οποία επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι (εκτός από τα προσκομιζόμενα από την ενάγουσα έγγραφα, στα οποία κατά τους ισχυρισμούς της, αποτυπώνονται τα γραπτά μηνύματα της πρώτης εναγομένης από το κινητό τηλέφωνο της προς το κινητό τηλέφωνο αυτής (εναγούσης), τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο, διότι δεν αποδεικνύεται ότι αυτά προέρχονται πράγματι από το κινητό τηλέφωνο της πρώτης εναγομένης, αφού δεν έχουν εκτυπωθεί από την υπηρεσία της κινητής τηλεφωνίας, αλλά απλώς έχουν αντιγραφεί από την το ίδια την ενάγουσα), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η ενάγουσα διατηρεί κατάστημα πωλήσεως ειδών ενδύσεως και υποδήσεως στην περιοχή …………., με την επωνυμία «…………..».
H πρώτη εναγομένη επισκεπτόταν τακτικά το κατάστημα της εναγούσης από το έτος 2005 και προέβαινε σε αγορές πολλών επωνύμων γυναικείων ενδυμάτων, υποδημάτων και αξεσουάρ των οποίων η αξία ανερχόταν ετησίως σε αρκετές χιλιάδες ευρώ. Κατόπιν συμφωνίας με την ενάγουσα, η πρώτη εναγομένη δεν εξοφλούσε αμέσως το τίμημα των αγορασθέντων εμπορευμάτων, αλλά κατέβαλλε μέρος αυτού, παρελάμβανε τα εμπορεύματα και εξοφλούσε το υπόλοιπο τμηματικά είτε μέσω πιστωτικής κάρτας είτε με μετρητά. Η πρώτη εναγομένη ήταν μία από τις καλύτερες πελάτισσες της ενάγουσας καθόσον αγόραζε πολύ συχνά πολλά εμπορεύματα μεγάλης αξίας, με αποτέλεσμα να αναπτυχθεί μεταξύ τους φιλική σχέση και εμπιστοσύνης ενόψει και του γεγονότος ότι η ενάγουσα ήταν γνωστή με τον δεύτερο των εναγομένων (σύζυγο της πρώτης), καθόσον είχαν φοιτήσει το ίδιο σχολείο. Παρόλο που το κατάστημα της εναγούσης είναι λιανικής πωλήσεως και δεν εκδίδει ονομαστικά τιμολόγια στους πελάτες λιανικής, παρά μόνον αποδείξεις λιανικής πωλήσεως, προέβαινε σε πωλήσεις με πίστωση, εκδίδοντας αποδείξεις λιανικής πωλήσεως, λόγω της εμπιστοσύνης που είχε στους εναγομένους, αλλά και της φιλίας που είχε αναπτυχθεί μεταξύ αυτής και της πρώτης εναγομένης. Ετσι η ενάγουσα πωλούσε εμπορεύματα στην πρώτη εναγομένη, εξέδιδε τις σχετικές αποδείξεις λιανικής πωλήσεως, τις οποίες έδινε στην τελευταία, χωρίς όμως να έχει εισπράξει άμεσα ολόκληρο το τίμημα των πωληθέντων εμπορευμάτων, αλλά ελάμβανε κατά το χρόνο της πωλήσεως κάποιο ποσό έναντι, ενώ τα υπόλοιπα θα τα κατέβαλε αργότερα η πρώτη εναγομένη.
Από το έτος 2007 η πρώτη εναγομένη καθυστερούσε την πληρωμή των αγορασθέντων εμπορευμάτων και οπότε προέβαινε σε καταβολές, αυτές ήταν πολύ μικρές, σε σχέση με το τίμημα αυτών, ενώ συνέχιζε τις αγορές της από το κατάστημα της εναγούσης με αμείωτο ρυθμό. Ενόψει του ότι τα ανεξόφλητα εμπόρευμα ήταν μεγάλης αξίας, η ενάγουσα διατηρούσε μια κατάσταση με τα αγορασθέντα από την πρώτη εναγομένη εμπορεύματα και την αξία αυτών, η οποία δεν είχε καταβληθεί και συγχρόνως οχλούσε επανειλημμένως την πρώτη εναγομένη, επικοινωνώντας μαζί της τηλεφωνικώς, να προβεί στην εξόφληση των παραδοθέντων σ’ αυτή εμπορευμάτων. Κατά τον μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2008, που η πρώτη εναγομένη αγόρασε για τελευταία φορά εμπορεύματα από το κατάστημα της εναγούσης η οφειλή της ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 40.894 ευρώ για τα έτη 2006, 2007 και 2008. Παρά τις συνεχείς οχλήσεις της εναγούσης, η πρώτη των εναγομένων υποσχόταν ότι θα την εξοφλήσει, επικαλούμενη δε διαφορά έκτακτα περιστατικά, προέτρεπε την ενάγουσα να κάνει υπομονή, ζητούσε πίστωση χρόνου, προφασιζόμενη οικονομικές δυσκολίες της και έτσι ανέβαλε συνεχώς την πληρωμή της οφειλής της. Η πρώτη των εναγομένων δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι μετά τις τελευταίες αγορές της από το κατάστημα της εναγούσης υπήρχε υπόλοιπο οφειλής της. Αμφισβητεί όμως το ύψος αυτής, ισχυριζόμενη ότι ανερχόταν στο ποσό των 20.000 ευρώ, το οποίο στις 5-9-2008 κατέθεσε στον τηρούμενο στην ………….. λογαριασμό της εναγούσης (βλ. την 15/5-9-2008 διατραπεζική εντολή της ………….. Τράπεζας).
Επίσης η πρώτη των εναγομένων ισχυρίζεται ότι κατά τα έτη 2006, 2007 και 2008 έκανε αγορές ύψους 7.000- 8.000 ευρώ ετησίως, από τα οποία κατέβαλλε στην ενάγουσα κάποια ποσά σε μετρητά και κάποια μέσω της πιστωτικής της κάρτας, χωρίς να τα προσδιορίζει. Ομως οι επικαλούμενες αγορές συνολικού ποσού 21.000 – 24.000 ευρώ και για τα τρία έτη και οι έναντι καταβολές διαφόρων ποσών δεν δικαιολογούν την ύπαρξη του ως άνω υπολοίπου των 20.000 ευρώ, αλλά ποσού μικρότερου απ’ αυτό. To ως άνω ποσό των 20.000 ευρώ, αποδεικνύει το ύψος των αγορών στις οποίες προέβαινε η πρώτη των εναγομένων, οι οποίες προφανώς ήταν πολύ μεγαλύτερης αξίας από εκείνες που επικαλείται η τελευταία. Η καταβολή του ποσού των 20.000 ευρώ στην ενάγουσα δεν έγινε προς εξόφληση της τελευταίας, αλλά έναντι της μείζονος οφειλής της πρώτης των εναγομένων, η οποία εξακολουθεί να οφείλει στην ενάγουσα το ποσό των 40.894 ευρώ. Περαιτέρω δεν αποδείχθηκε συμμετοχή του δευτέρου των εναγομένων στις αγορές της πρώτης και συζύγου του, καθόσον από το έτος 2007 αυτός ήταν σε διάσταση με την σύζυγό του είχε αποχωρήσει από την οικογενειακή στέγη και ζούσε σε μισθωμένη οικία. Ο δεύτερος των εναγομένων δεν συνόδευε τη σύζυγό του στο κατάστημα της εναγούσης και δεν συμφωνούσε με την τελευταία ότι θα ευθύνεται και ο ίδιος για την εξόφληση του τιμήματος των αγορασθέντων εμπορευμάτων.
Επομένως η αγωγή είναι αβάσιμη κατ’ ουσίαν ως προς αυτόν και απορριπτέα, οπότε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε τα ίδια, δεν έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων, όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζει η εκκαλούσα είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Ομως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν και ως προς την πρώτη των εναγομένων, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η έφεση ως βάσιμη κατ’ ουσίαν ως προς τον δεύτερο των εφεσιβλήτων και να καταδικασθεί η εκκαλούσα στα δικαστικά του έξοδα, αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ), όπως ορίζονται στο διατακτικό. Να γίνει δεκτή η έφεση ως βάσιμη κατ’ ουσίαν ως προς την πρώτη των εφεσιβλήτων, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση και να δικασθεί η αγωγή, να γίνει δεκτή η αγωγή και ως ουσιαστικά βάσιμη ως προς την πρώτη των εναγομένων, να αναγνωρισθεί ότι η τελευταία οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 40.894 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής και να καταδικασθεί η ως άνω εναγομένη στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εναγούσης και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, όπως ορίζονται στο διατακτικό.
Τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στην εκκαλούσα λόγω της μερικής νίκης της (άρθρο 495 αριθμ 4 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση ως προς τον δεύτερο των εφεσιβλήτων …………..
Και
Καταδικάσει την εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα του ως άνω εφεσιβλήτου, αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ
Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση ως προς την πρώτη των εφεσιβλήτων …………..
Εξαφανίζει την 1121/2012 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της εφέσεως εκ διακοσίων (200) ευρώ στην καταθέσασα εκκαλούσα
Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την αγωγή
Δέχεται την αγωγή
Αναγνωρίζει ότι η πρώτη των εναγομένων ………….. οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των σαράντα χιλιάδων οκτακοσίων ενενήντα τεσσάρων (40.894) ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής έως την εξόφληση.
Καταδικάζει την ως άνω εναγομένη στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εναγούσης και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 11 Ιουνίου 2014, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
H ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Ε.Φ