Περίληψη
Αριθ. Απόφασης 29/20
ΕΦΕΤΕΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩN
Του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Ιωαννίνων.
Συνεδρίαση της 17ης Φεβρουαρίου 2009.
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ
Δικαστές:
Λάμπρος Καρέλος, Εφέτης, προεδρεύειλόγω κωλύματος των Προέδρων Εφετών και του αρχαιότερου Εφέτη. Ιλεάνα Πάσχου, Σπυρίδων Τζότζιος, Εφέτες.
Κατηγορούμενοι:
1) O………..κάτοικος Αγ.Θεοδώρων Κορινθίαςκαι ήδη προσωρινά κρατούμενος.
2) Ο …………, κάτοικος Κυψέλης Αττικής και ήδηπροσωρινά κρατούμενος.
3) Ο …….., κάτοικος Αλίμου Αττικής.
Πράξεις:
1) Εισαγωγήστην Ελληνική Επικράτειαμεταφορά και κατοχή ναρκωτικών ουσιών.
2) Απλή συνέργεια στις άνω πράξεις.
Η συνεδρίαση έγινε δημόσια στο ακροατήριο του Δικαστηρίου.
Ο Πρόεδρος εκφώνησε τα ονόματα των κατηγορουμένων, οι οποίοι εμφανίστηκαν και, σε σχετική ερώτηση του Προέδρου, για την ταυτότητά τους κλπ, απάντησαν, ότι ονομάζονται, όπως αναφέρεται παραπάνω και διορίζουν συνηγόρους τους, να τους υπερασπιστούν, τους παρόντες δικηγόρους Αθανάσιο Παπανικολάου, δικηγόρο Αθηνών καν Ιωάννη Οικονόμου, δικηγόρο Ιωαννίνων, ο δεύτερος κατηγορούμενος και Χρήστο Οικονομάκη, δικηγόρο Πειραιά, ο τρίτος κατηγορούμενος, που αποδέχτηκαν το διορισμό τους. Ο πρώτος κατηγορούμενος είπε ότι στερείται συνηγόρου υπεράσπισης και ο Πρόεδρος διόρισε, σύμφωνα με τα άρθρα 340 και 376 ΚΠΔ, συνήγορό του το δικηγόρο Ιωαννίνων Αλέξανδρο Κατσάνο και διέταξε να τεθεί στη διάθεσή του η δικογραφία. Στη συνέχεια ο παραπάνω δικηγόρος δήλωσε, ότι αναλαμβάνει την υπεράσπιση και κατέλαβε τη θέση του στο ακροατήριο.
Ο Πρόεδρος είπε στους κατηγορούμενους, να προσέξουν τις κατηγορίες και τη συζήτηση που θα γίνει σχετικά μ’ αυτές και συγχρόνως τους πληροφόρησε, ότι έχουν το δικαίωμα να αντιτάξουν στην κατηγορία πλήρη έκθεση των ισχυρισμών τους, καθώς και να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους, μετά την εξέταση κάθε μάρτυρα και την έρευνα οποιουδήποτε αποδεικτικού μέσου. Η Εισαγγελέας, στην οποία έδωσε το λόγο ο Πρόεδρος, ανέπτυξε την κατηγορία και παρέδωσε στον Πρόεδρο τον κατάλογο των μαρτύρων, που κάλεσε για την υποστήριξή της, αντίγραφο του οποίου έχει επιδοθεί και στους κατηγορούμενους, σύμφωνα με το άρθρο 326 ΚΠΔ, όπως προκύπτει από τα σχετικά αποδεικτικά, που βρίσκονται στη δικογραφία, αναφέρθηκε δε και στην ανάγνωση των εγγράφων, που αναφέρονται στο κάτω μέρος του κατηγορητηρίου. Ο Πρόεδρος ζήτησε από τους κατηγορούμενους πληροφορίες, για τις πράξεις για τις οποίες κατηγορούνται και τους πληροφόρησε, ότι οι απολογίες τους θα γίνουν στο τέλος της αποδεικτικής διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 343 ΚΠΔ.
Οι κατηγορούμενοι είπαν ότι θα δώσουν πληροφορίες και θα αναπτύξουν τους ισχυρισμούς τους κατά τις απολογίες τους και ότι τώρα δεν έχουν να προσθέσουν τίποτα.
Ο Πρόεδρος εκφώνησε τα ονόματα των μαρτύρων κατηγορίας, οι οποίοι και εμφανίστηκαν, εκτός από τον τρίτο.
Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος ρώτησε τους κατηγορούμενους και τους συνηγόρους τους, αν προτείνουν μάρτυρες υπεράσπισης. Οι συνήγοροι υπεράσπισης ίου δευτέρου κατηγορουμένου απάντησαν θετικά και ο Πρόεδρος εκφώνησε το όνομα του μάρτυρα, ο οποίος εμφανίσθηκε.
Ο Πρόεδρος διέταξε, κατόπιν, να αρχίσει η αποδεικτική διαδικασία και οι μάρτυρες αποχώρησαν στον ιδιαίτερο γι’ αυτούς χώρο.
Ο Πρόεδρος κάλεσε τον πρώτο μάρτυρα κατηγορίας, ο οποίος, σε σχετική ερώτηση του Προέδρου για την ταυτότητά του κλπ, απάντησε ότι ονομάζεται ………., γεννήθηκε στα Ιωάννινα και κατοικεί στα Ιωάννινα, ετών 41, αστυνομικός, Έλληνας και Χριστιανός Ορθόδοξος, τον πρώτο κατηγορούμενο γνωρίζει και δεν είναι συγγενής του. Ορκίστηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, σύμφωνα με το άρθρο 218 ΚΠΔ και, εξεταζόμενος, κατέθεσε ότι: «Υπηρετώ στο Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών Ιωαννίνων. Στις 17.9.2007, μετά από πληροφορίες που περιήλθαν στην Υπηρεσία μας, εντοπίσαμε στα Καρδαμίτσια Ιωαννίνων, κινούμενο προς Βλαχόστρατα, αυτοκίνητο, μάρκας BMW και το ακινητοποιήσαμε. Το οδηγούσε ο πρώτος κατηγορούμενος. Στο πίσω κάθισμα βρήκαμε σάκο με δέματα, που περιείχαν ακατέργαστη κάνναβη, συνολικού βάρους 65 κιλών, περίπου.
Ο κατηγορούμενος δεν πρόβαλε αντίσταση. Δεν μας είχε απασχολήσει ξανά στο παρελθόν. Δε γνωρίζω τίποτα για τους άλλους κατηγορούμενους».
Ακολούθως, προσήλθε ο δεύτερος μάρτυρας κατηγορίας, ο οποίος, σε σχετική ερώτηση του Προέδρου για την ταυτότητά του κλπ, απάντησε ότι ονομάζεται ………….του………., γεννήθηκε στα Ιωάννινα και κατοικεί στα Ιωάννινα, ετών 40, αστυνομικός, Έλληνας και Χριστιανός Ορθόδοξος, τον πρώτο κατηγορούμενο γνωρίζει και δεν είναι συγγενής του. Ορκίστηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, σύμφωνα με το άρθρο 218 ΚΠΔ και, εξεταζόμενος, κατέθεσε ότι: «Υπηρετώ στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ιωαννίνων. Στις 17.9.2007, μετά από πληροφορίες που περιήλθαν στην Υπηρεσία μας, εντοπίσαμε αυτοκίνητο, μάρκας BMW, στην περιοχή του αεροδρομίου και το θέσαμε σε παρακολούθηση. Όταν κινήθηκε προς τη σήραγγα, στην περιφερειακή οδό, το σταματήσαμε. Στο αυτοκίνητο βρισκόταν ο πρώτοςκατηγορούμενος. Στον έλεγχο, που ακολούθησε βρήκαμε δύο σάκους, εκ των οποίων ο ένας περιείχε ακατέργαστη κάνναβη. Ο κατηγορούμενος δεν αντιστάθηκε. Τους άλλους κατηγορούμενους δεν τους γνωρίζω».
Ακολούθως, προσήλθε η τέταρτη μάρτυρας κατηγορίας, η οποία, σε σχετική ερώτηση του Προέδρου για την ταυτότητά της κλπ, απάντησε ότι ονομάζεται ………….του…………, γεννήθηκε στην Αθήνα και κατοικεί στον Άλιμο Αττικής, ετών 32, ιδιωτική υπάλληλος, Ελληνίδα και Χριστιανή Ορθόδοξη, τον τρίτο κατηγορούμενο γνωρίζει και είναι σύζυγός του. Ορκίστηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, σύμφωνα με το άρθρο 218 ΚΠΔ και, εξεταζόμενη, κατέθεσε ότι: «Ο σύζυγός μου είχε αφήσει το αυτοκίνητο στον …………..για να το μεταπωλήσει. Ανέλαβε την υποχρέωση να το ξεχρεώσει, πληρώνοντας τις υπόλοιπες δόσεις στην Τράπεζα. Το κράτησε δύο χρόνια και δεν το είχε πουλήσει ακόμη. Μας έλεγε, συνεχώς, ότι θα πουληθείσύντομα. Μας έλεγε ότι το είχε δώσει κάπου, άλλοτε στην Κρήτη, άλλοτε στην Χαλκίδα για να το δούνε και να το πάρουνε. Η Τράπεζα μας ενοχλούσε για την πληρωμή των δόσεων. Εμείς είμαστε σε πολύ καλή οικονομική κατάσταση. Ο σύζυγός μου είναι επιχειρηματίας. Έχει μάντρα με οικοδομικά υλικά και ένα λατομείο, που είναι οικογενειακή επιχείρηση».
Στο σημείο αυτό της δίκης, μετά από πρόταση της Εισαγγελέως, διαβάστηκε η ένορκη κατάθεση, κατά την προδικασία, του απόντος μάρτυρα ………………του……………, κατοίκου Νίκαιας Πειραιώς. Στο σημείο αυτό της δίκης διαβάστηκαν στο ακροατήριο τα αναγνωστέα έγγραφα της δικογραφίας, που είναι τα εξής: 1) η από20.10.2008 έκθεση σύλληψης του……………, 2) η από26.2.2008 έκθεση σύλληψης του………………, 3) η από17.9.2007 έκθεση κατάσχεσης αυτοκινήτου, 4) η από 17.9.2007 έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης, 5) το 133423/07 γραμμάτιο σύστασης παρακαταθήκης, 6) το από 17.9.2007 πρακτικό ζύγισης, 7) η από 17.9.2007 έκθεση σύλληψης του……………., 8) η 1708/07 έκθεση εξέτασης της Χημ. Υπηρ. Ιωαννίνων και 9) η από29.7.2008 έκθεση ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης. Επίσης, διαβάστηκαν και τα έγγραφα, που παρέδωσαν στον Πρόεδρο οι συνήγοροι των κατηγορουμένων, τα οποία είναι τα εξής: 1) η 3889/4.2.2009 βεβαίωση πειθαρχικού ελέγχου του Καταστήματος Κράτησης Κορυδαλλού, 2) τρεις βεβαιώσεις ασφαλιστικών στοιχείων της εταιρίας Ε.Κ.ΑΝ. ΑΒΕΕ, 3) φωτοαντίγραφο εκκαθαριστικού σημειώματος, έτους 2005, του…………., 4) φωτοαντίγραφο εκκαθαριστικού σημειώματος, έτους 2006, του ………………., 5) η 301/9.6.2005 βεβαίωση του Δημάρχου Αγίων Θεοδώρων Κορινθίας, 6) η 5778/Φ7727/1.12.2004 ανανέωση άδειας αλλοδαπού, που προσκομίσθηκαν από τον πρώτο κατηγορούμενο, 7) η 3522/18.10.2007/7.11.2007 βεβαίωση του Νοσοκομείου «……..» και 8) Φωτοτυπία βιβλιαρίου ΟΓΑ της …………., που προσκομίσθηκαν από το δεύτερο κατηγορούμενο.
Ακολούθως, προσήλθε ο μόνος μάρτυρας υπεράσπισης, ο οποίος, σε σχετική ερώτηση του Προέδρου για την ταυτότητά του κλπ, απάντησε, ότι ονομάζεται ………..του………, γεννήθηκε στη Σκόπελο Μυτιλήνης και κατοικεί στη Σκόπελό Μυτιλήνης, ετών 55, αγρότης, Έλληνας και Χριστιανός Ορθόδοξος, γνωρίζει το δεύτερο κατηγορούμενο και δεν είναι συγγενής του. Στη συνέχεια, αφού ορκίσθηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο κατά το άρθρο 218 ΙνΓΙΔ, εξετάσθηκε και κατέθεσε ότι: «Ο ………….μου είπε ότι του δώσανε ένα αυτοκίνητο για να το πουλήσει, αλλά όταν διαπίστωσε ότι αυτό έχει παρακράτηση κυριότητας, το έδωσε αμέσως πίσω».
Σημειώνεται ότι, οι παραπάνω μάρτυρες, οι οποίοι κλήθηκαν και εξετάστηκαν προφορικά, μετά την εξέτασή τους παρέμειναν στο ακροατήριο και ότι ο Πρόεδρος έδινε το λόγο στην Εισαγγελέα και στους Δικαστές, όπως και στους συνηγόρους των κατηγορουμένων, με τη σειρά που αναφέρονται, για να απευθύνουν, αν είχαν, ερωτήσεις. Αυτοί ρωτούσαν και οι μάρτυρες απαντούσαν σχετικά με τις ερωτήσεις, όπως αναφέρεται στην κατάθεση του καθενός τους. Επίσης, ο Πρόεδρος έδινε το λόγο στους κατηγορούμενους, να κάνουν ερωτήσεις ή παρατηρήσεις.
Στη συνέχεια ο Πρόεδρος κάλεσε τους κατηγορούμενους να απολογηθούν και οι κατηγορούμενοι, απολογούμενοι, είπαν: ο 1ύς / ……..: «Είμαι 25 χρόνων. Αποδέχομαι την πράξη μου. Τον Απρίλιο του 2007 απολύθηκα από την εταιρία, στηνοποία δούλευα και αντιμετώπιζα οικονομικά προβλήματα. Γνώριζα πολύ κόσμο και ήμουν χρήστης ναρκωτικών ουσιών. Με πήρε τηλέφωνο ένα άτομο άγνωστο σε μένα, με το όνομα ……….και μου ζήτησε να πάρω το αυτοκίνητο από την οδό Πειραιώς και να κατευθυνθώ προς τα Γιάννενα. Τον εμπιστεύθηκα και το έκανα. Μετά από 10 χιλιόμετρα, σε ένα δάσος, παρέλαβα δύο σάκους. Όλα αυτά τα έκανα, μετά από οδηγίες, που μου έδιναν τηλεφωνικά. Στην επιστροφή μου προς τα Γιάννενα με πιάσανε». Ο 2U’ ……..: «Εργάζομαι σε μάντρα αυτοκινήτων στο Γαλάτσι. Μου έφερε το αυτοκίνητο ο………….., αλλά όταν είδα, στην άδεια κυκλοφορίας του, ότι είχε παρακράτηση κυριότητας, αμέσως, την ίδια μέρα του το έδωσα πίσω. Όταν ήλθα στον Ανακριτή, τότε έμαθα ότι ο ………….με ενέπλεξε, με την κατάθεσή του. Το αυτοκίνητο ήταν κατασχεμένο από Τράπεζα. Δεν έχω κανένα συγγενή». Ο 3ι,ι= ……….του………..: «Έδωσα το αυτοκίνητο στον………, με τη συμφωνία να ξεχρεώσει το υπόλοιπο του δανείου, που είχα πάρει για να το αγοράσω. Τον ενοχλούσα ανά περιόδους και μου έλεγε ότι θα το πουλήσει, να μην ανησυχώ. Το έβλεπα στη μάντρα του…….. Άλλες φορές, που δεν το έβλεπα και τον ρωτούσα, μου έλεγε ότι το πήγε σε κάποιον πελάτη για να το δει. Από τότε που με συνέλαβαν δεν ξαναείδα τον……… Του τηλεφώνησα από το Α.Τ. Κορωπίου και μου είπε, ότι θα έλθει να καταθέσει, ότι δεν έχω καμία σχέση. Ειδοποιήθηκα από την Τράπεζα ότι δεν πλήρωνε τις δόσεις πολύ καθυστερημένα, γιατί είχα μετακομίσει».
Αφού τελείωσαν οι απολογίες των κατήγορου μένω ν, ο Πρόεδρος υπέβαλε ερωτήσεις. Έδωσε,.έπειτα, το λόγο, διαδοχικά, στην Εισαγγελέα και στους Δικαστές, να απευθύνουν ερωτήσεις. Οι κατηγορούμενοι απάντησαν, όσα περιέχονται στις παραπάνω απολογίες τους.
Ο Πρόεδρος ρώτησε, κατόπιν, την Εισαγγελέα και τους συνηγόρους υπεράσπισης, αν έχουν να προτείνουν συμπληρωματική εξέταση ή διασάφηση. Αυτοί απάντησαν αρνητικά.
Ο Πρόεδρος κήρυξε τη λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας.
Έδωσε, στη συνέχεια, το λόγο στην Εισαγγελέα, η οποία, αφού ανέπτυξε την κατηγορία, πρότεινε να κηρυχθεί ο πρώτος κατηγορούμενος ένοχος μεταφοράς και κατοχής ναρκωτικών ουσιών και αθώος εισαγωγής ναρκωτικών ουσιών στην Ελληνική Επικράτεια και να απαλλαγούν οι δεύτερος και τρίτος κατηγορούμενοι.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης, αφού πήραν το λόγο από τον Πρόεδρο, ανέπτυξαν την υπεράσπιση και είπαν: α) Ο συνήγορος υπεράσπισης του πρώτου κατηγορουμένου ζήτησε την απαλλαγή του για την πράξη της εισαγωγής ναρκωτικών ουσιών στην Ελληνική Επικράτεια και την αναγνώριση των ελαφρυντικών του άρθρου 84 παρ. 2α και δ του ΠΚ καθώς επίσης και να κριθεί τοξικομανής, β) Οι συνήγοροι υπεράσπισης του δευτέρου κατηγορουμένου ζήτησαν την απαλλαγή του. γ) Ο συνήγορος υπεράσπισης του τρίτου κατηγορουμένου ζήτησε την απαλλαγή του.
Οι κατηγορούμενοι δήλωσαν, ότι συντάσσονται με όσα είπαν οι συνήγοροί τους και ότι δεν έχουν να προσθέσουν τίποτα.
Το Δικαστήριο, ύστερα από μυστική διάσκεψη, με παρόντα και το Γραμματέα, κατάρτισε την απόφασή του, την οποία ο Πρόεδρος δημοσίευσε αμέσως, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο, με αριθμό 29/2009 και είναι η εξής : Από την αποδεικτική διαδικασία και, ειδικότερα, από τις καταθέσεις των παραπάνω μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, πουεξετάστηκαν ενόρκως, από τα έγγραφα που προαναφέρθηκαν και τα οποία αναγνώστηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου και από τις απολογίες των κατηγορουμένων, αποδείχθηκαν τα εξής : Στις 17-92007 και ώρα 10.00′ περίπου, ο πρώτος κατηγορούμενος, οδηγώντας το ….ΙΧ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του τρίτου κατηγορουμένου, μετά από συνεννόησή του με άτομα, τα στοιχεία ταυτότητας των οποίων δεν διακριβωθήκαν, αφού παρέλαβε το ανωτέρω αυτοκίνητο, από σημείο στο οποίο το είχαν σταθμεύσει προηγουμένως άγνωστα άτομα γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό, μετέβη από την Αθήνα στην περιοχή Καλπακίου Ιωαννίνων, για να παραλάβει από εκεί και να μεταφέρει στην Αθήνα ναρκωτικές ουσίες, τις οποίες, άτομα, τα στοιχεία ταυτότητας των οποίων δεν διακριβώθηκαν, είχαν εισαγάγει προηγουμένως από την Αλβανία στην Ελλάδα και είχαν κρύψει σε σημείο στην ανώτερα) περιοχή. Εκεί, την παραπάνω ημέρα και ώρα, ο πρώτος κατηγορούμενος βρήκε στο σημείο, το οποίο του είχαν υποδείξει τα παραπάνω άγνωστα άτομα, τις κρυμμένες εκεί ναρκωτικές ουσίες, δηλαδή φυτικές ουσίες, οι οποίες δρουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα του ανθρώπου και προκαλούν εξάρτηση του ατόμου απ’ αυτές και, συγκεκριμένα, 65,345 κιλά ακατέργαστη ινδική κάνναβη, η οποία ήταν συσκευασμένη σε δυο σάκους, με 65 συνολικά θέματα, τους οποίους φόρτωσε στο παραπάνω αυτοκίνητο. Ο πρώτος κατηγορούμενος, μετά την προμήθεια, με τον παραπάνω τρόπο, της ανωτέρω ναρκωτικής ουσίας, κατείχε αυτή, ασκούσε δηλαδή φυσική εξουσία στην εν λόγω ναρκωτική ουσία, έτσι ώστε να μπορεί σε κάθε στιγμή να διαπιστώνει την ύπαρξή της και να τη διαθέτει πραγματικά κατά τη βούλησή του.
Επίσης, μετά τη φόρτωση, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, της ναρκωτικής αυτής ουσίας στο παραπάνω αυτοκίνητο, ο πρώτος κατηγορούμενος, ως οδηγός του εν λόγω αυτοκινήτου, μετέφερε με το αυτοκίνητο τούτο την ναρκωτική αυτή ουσία, από την περιοχή Καλπακίου ίωαννίνων στην περιοχή των Αθηνών. Πλην, όμως, συνελήφθη καθ’ οδόν από αστυνομικά όργανα περί ώρα 11.00′ της ανωτέρω ημεροχρονολογίας. Ο πρώτος κατηγορούμενος προέβη στις παραπάνω ενέργειές του με δόλια προαίρεση. Διότι αυτός γνώριζε, ότι η ανωτέραι ουσία αποτελεί ναρκωτική, με την έννοια που προεκτέθηκε, ουσία και ότι κατέχει και μεταφέρει, με τις παραπάνω έννοιες των όρων αυτών, την εν λόγω ουσία και αφετέρου ήθελε, να κατέχει και να μεταφέρει τη ναρκωτική αυτή ουσία, όπως τα στοιχεία των πράξεων αυτών εκτέθηκαν ειδικότερα παραπάνω. Εξάλλου, από τα αποδεικτικά μέσα που προαναφερθηκαν, αποδείχτηκε, περαιτέρω, ότι ο πρώτος κατηγορούμενος, κατά το χρόνο τέλεσης των παραπάνω αξιοποίνων πράξεων, όπως άλλωστε προηγουμένως, αλλά και μέχρι σήμερα, δεν ήταν, ούτε είναι τοξικομανής, κατά την έννοια του άρθρου 30 παρ. 1 του νόμου 3459/2006, ότι δηλαδή δεν έχει αποκτήσει την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών και, συγκεκριμένα, της ινδικής κάνναβης, σε βαθμό, ο οποίος δεν του επιτρέπει να την αποβάλει με τις δικές του δυνάμεις. Η κρίση για το ότι αποδείχτηκαν τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά στηρίζεται σ’ όλα τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα. Κυρίως, όμως, στηρίζεται στην απολογία του πρώτου κατηγορουμένου, ο οποίος ομολογεί τα εν λόγω περιστατικά. Η κρίση αυτή, χωρίς να αναιρείται από κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο, ενισχύεται περαιτέρω και από τις καταθέσεις των παραπάνω -μαρτύρων, από τους οποίους οι δυο πρώτοι είναι από τα αστυνομικά όργανα που συνέλαβαν τον πρώτο κατηγορούμενο.
Αναφορικά με την εισαγωγή της ανωτέρω ναρκωτικής ουσίας στη Ελλάδα, όπως προαναφέρθηκε, δεν προέκυψε από κάποιο αποδεικτικό μέσο συμμετοχή του πρώτου κατηγορουμένου στην εισαγωγή αυτή, κάτι το οποίο αρνείται και ο ίδιος. Τέλος, η κρίση για το ότι ο πρώτος κατηγορούμενος δεν είναι τοξικομανής, με την έννοια που προεκτέθηκε, στηρίζεται και στην από 29-7-2008 έκθεση ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ψυχιάτρουπραγματογνώμονα Κων/νου Ζαχαράκη, η οποία διατάχτηκε και διενεργήθηκε, κατά τη διαδικασία του άρθρου 30 παρ. 3 του νόμου 3459/2006, με την 22/2007 διάταξη του Ανακριτή Πλημμελειοδικών ίωαννίνων, χωρίς η κρίση αυτή να αναιρείται από κάποιο άλλο αποδεικτικό μέσο. Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο πρώτος κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος της αξιόποινης πράξης της εισαγωγής της ανωτέρω ναρκωτικής ουσίας στην Ελλάδα, που του αποδίδεται, διότι, σύμφωνα με όσα προεξετέθησαν, η πράξη αυτή δεν στοιχειοθετείται στην προκειμένη περίπτωσηαντικειμενικά. Εξάλλου, η συμπεριφορά του πρώτου κατηγορουμένου που προεκτέθηκε, συνιστά την υπόσταση των αξιοποίνων πράξεων της κατοχής και της μεταφοράς της ανωτέρω ναρκωτικής ουσίας. Επομένως, ο πρώτος κατηγορούμενος, αφού απορριφθεί ο ισχυρισμός του για τοξικομανία, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για τις αξιόποινες αυτές πράξεις, δεδομένου ότι συντρέχουν όλα τα στοιχεία της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασής τους, τα οποία και προεξετέθησαν και για τις οποίες πράξεις, επειδή, σύμφωνα με όσα προεξετέθησαν, αφορούν την ίδια ποσότητα ναρκωτικής ουσίας, πρέπει να του επιβληθεί μία ποινή, κατά την επιμέτρηση της οποίας θα ληφθεί υπόψη η συνολική εγκληματική του δράση (άρθρα 20 παρ. 2 νόμου 3459/2006).
Το αίτημά του να του αναγνωριστούν οι ελαφρυντικές περιστάσεις του προτέρου εντίμου βίου και της ειλικρινούς μεταμέλειας, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο την ουσία. Διότι, πέραν της αοριστίας του, αφού δεν παρατίθενται σχετικά πραγματικά περιστατικά, από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε, ότι δεν συντρέχουν οι σχετικές νόμιμες προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα, αποδείχθηκε, ότι ο εν λόγω κατηγορούμενος, όπως παραδέχεται και ο ίδιος ήταν χρήστης ναρκωτικών ουσιών και, συνεπώς, πρωτίστως, εκ του λόγου αυτού, δεν έζησαν έντιμη ζωή, όπως απαιτεί το άρθρο 84 παρ. 2α ΠΚ. Επίσης, ουδόλως αυτός έδειξε έμπρακτα ειλικρινή μεταμέλεια για τις παραπάνω πράξεις του, ούτε επιδίωξαν να άρει ή να μειώσει τις συνέπειες των πράξεών του αυτών, όπως απαιτεί το άρθρο 84 παρ. 2ό ΠΚ. Αναφορικά με την παραπάνω αξιόποινη πράξη της απλής συνέργειας στα ανωτέρω εγκλήματα του πρώτου κατηγορουμένου, η οποία αποδίδεται στους δυο τελευταίους κατηγορουμένους και η οποία συνίσταται στο ότι αυτοί παρέδωσαν στον πρώτο κατηγορούμενο, για τον ανώτεροι σκοπό, το παραπάνω αυτοκίνητο, από τα αποδεικτικά μέσα που προαναφέρθηκαν, αποδείχτηκε σχετικά, ότι το ανωτέρυι αυτοκίνητο ανήκει στον τρίτο κατηγορούμενο.
Αυτός, δυόμισι περίπου χρόνια πριν από την τέλεση των ανωτέρω αξιοποίνων πράξεων, το είχε παραδώσει, μαζί με την άδεια κυκλοφορίας του, στον μη κατηγορούμενο και απολειπόμενο μάρτυρα……, ο οποίος ασχολείται επαγγελματικά με την πώληση αυτοκινήτων (…………..), προκειμένου να μεριμνήσει για την πώλησή του. Ο ……. την ίδια περίοδο το προσκόμισε, μαζί με την άδεια κυκλοφορίας του, στο δεύτερο κατηγορούμενο, ο οποίος ασχολούταν με την μεταπώληση μεταχειρισμένων αυτοκίνητων, για να φροντίσει για την μεταπώλησή του. Μέχρι το σημείο αυτό, οι καταθέσεις των δυο τελευταίων κατηγορουμένων και του ανωτέρω ……. ως μάρτυρα συμπίπτουν. Επίσης, ο ……..……….δέχεται, ότι ο τρίτος κατηγορούμενος, αφότου, σύμφωνα με τα παραπάνω, του παρέδωσε το αυτοκίνητο, δεν είχε κάποια ανάμειξη μ’ αυτό, ούτε γνώριζε σχετικά με την τύχη του. Από το παραπάνω, όμως, σημείο και μετά, οι θέσεις του δευτέρου κατηγορουμένου και του ……… διαφοροποιούνται. Ειδικότερα, ο μεν δεύτερος κατηγορούμενος ισχυρίζεται, ότι, μόλις του πήγε το παραπάνω αυτοκίνητο ο …….. το επέστρεψε αμέσως, διότι είδε από την άδεια κυκλοφορίας του, ότι υπήρχε παρακράτηση της κυριότητάς του από τον αρχικό πωλητή προς τον τρίτο κατηγορούμενο και, εξαιτίας του γεγονότος αυτού, έκρινε ασύμφορη ή και αδύνατη την μεταπώλησή του, την οποία του ζήτησε ο………….. Αντίθετα, ο …………….ισχυρίζεται, ότι παρέδωσε έκτοτε το αυτοκίνητο στο δεύτερο κατηγορούμενο, χωρίς από τότε να ενδιαφερθεί για την τύχη του, μέχρι τη στιγμή της σύλληψης του πρώτου κατηγορουμένου και της κατάσχεσης του εν λόγο) οχήματος. Από τις παραπάνω διαμετρικά αντίθετες εκδοχές του δευτέρου κατηγορουμένου και του………., ουδεμία επιβεβαιώθηκε ή διαψεύστηκε από την αποδεικτική διαδικασία και, γενικά, από τα αποδεικτικά μέσα που έχουν συγκεντρωθεί μέχρι σήμερα. Σύμφωνα μ’ αυτά, ως προς τον τρίτο κατηγορούμενο, αυτός πρέπει να κηρυχθεί αθώος της ανωτέρω αξιόποινης πράξης που του αποδίδεται, διότι από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε, ότι δεν παρέδωσε αυτός, ούτε άμεσα, ούτε έμμεσα το παραπάνω αυτοκίνητο στον πρώτο κατηγορούμενο και δεν είχε κάποια ανάμειξη στην εν λόγω πράξη, η οποία, για το λόγο τούτο, ως προς αυτόν, δεν στοιχειοθετείται αντικειμενικά.
Αναφορικά με το δεύτερο κατηγορούμενο, σύμφωνα με όσα κατά τα παραπάνω αποδείχτηκαν, δεν προέκυψε με βεβαιότητα ότι ήταν αυτός το πρόσωπο, το οποίο παρέδωσε το ανωτέρω όχημα στον πρώτο κατηγορούμενο, αλλά, αντίθετα, καταλείπονται, τουλάχιστον, αμφιβολίες ως προς το γεγονός τούτο, γι’ αυτό πρέπει να κηρυχθεί και αυτός αθώος της ανωτέρω πράξης. Ως προς τις απαλλακτικές διατάξεις της απόφασης αυτής, δεν πρέπει να γίνει σκέψη για δικαστική δαπάνη, διότι η ποινική δίωξη ασκήθηκε αυτεπάγγελτα και όχι μετά από μήνυση ή έγκληση (άρθρο 585 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει με παρόντες τους κατηγορούμενους ………., κάτοικο Αγίων Θεοδώρων Κορινθίας και ήδη προσωρινά κρατούμενο, …….., κάτοικο Κυψέλης Αττικής και ήδη προσωρινά κρατούμενο και………., κάτοικο Αλίμου Αττικής.
Κηρύσσει τον πρώτο κατηγορούμενο …….. ένοχο του ότι: α) στην ΕΟ Καλπακίου-Ιωαννίνιυν, στις 17-9-2007, μετέφερε με το …. ΙΧ αυτοκίνητο ακατέργαστη ινδική κάνναβη εξήντα πέντε κιλών και τριακοσίων σαράντα πέντε γραμμαρίων (65.345) και β) στον παρακάτω τόπο και χρόνο, κατείχε εντός του …… ΙΧ αυτοκινήτου, που οδηγούσε, ακατέργαστη ινδική κάνναβη εξήντα πέντε κιλών και τριακοσίων σαράντα πέντε γραμμαρίων (65.345).
Κηρύσσει τον πρώτο κατηγορούμενο …….. αθώο του ότι, στις 17-9-2007, εισήγαγε στην Ελληνική Επικράτεια, με το …… ΙΧ αυτοκίνητο, από την Αλβανία, ακατέργαστη ινδική κάνναβη εξήντα πέντε κιλών και τριακοσίων σαράντα πέντε γραμμαρίων (65.345).
Κηρύσσει τους δεύτερο και τρίτο κατηγορούμενους ……. και ………αθώους του ότι, στις 17-9-2007, παρείχαν στον πρώτο κατηγορούμενο απλή συνδρομή πριν και κατά την τέλεση από αυτόν των αξιοποίνων πράξεων της εισαγωγής στην Ελληνική Επικράτεια, μεταφοράς και κατοχής ακατέργαστης ινδικής κάνναβης εξήντα πέντε κιλών και τριακοσίων σαράντα πέντε γραμμαρίων, παραδίδοντάς του το …. αυτοκίνητο, με το οποίο τέλεσε τις παραπάνω αξιόποινες πράξεις.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε, αμέσως, δημόσια, στο ακροατήριό του.
Μετά την απαγγελία της παραπάνω απόφασης, ο Πρόεδρος έδωσε τον λόγο στην Εισαγγελέα, η οποία πρότεινε να επιβληθεί στον πρώτο κατηγορούμενο ποινή κάθειρξης δώδεκα (12) ετών και χρηματική ποινή εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.
Ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου, στον οποίο δόθηκε ο λόγος, ζήτησε να επιβληθούν οι ελάχιστες ποινές.
Ο κατηγορούμενος ζήτησε ό,τι και ο συνήγορός του.
Το Δικαστήριο, ύστερα από μυστική διάσκεψη, με παρόντα και το Γραμματέα, κατάρτισε την απόφασή του, την οποία ο Πρόεδρος δημοσίευσε αμέσως, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο, με αριθμό 29/2009 και είναι η έξης : Οι πράξεις, για τις οποίες κηρύχθηκε ένοχος ο πρώτος κατηγορούμενος, προβλέπονται και τιμωρούνται από τα άρθρα 1, 12, 14, 16, 2,6 παρ. 1 α, 27 παρ.1, 51, 52, 57, 79 ΠΚ και 1 παρ.1, 2 Πιν, Α6, 20 παρ.1 περ. ζ’, 2, 37 και 38 του νόμου 3459,/2006.
Επειδή, ο κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος κατοχής και μεταφοράς ναρκωτικών ουσιών, πράξεις που αφορούν την ίδια ποσότητα ναρκωτικής ουσίας, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 2 του νόμου 3459/2006, να του επιβληθεί μία ποινή.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 79 του ΠΚ, για την επιμέτρηση της ποινής στα όρια που διαγράφονται από το Νόμο, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη αφενός τη βαρύτητα των εγκλημάτων και αφετέρου την προσωπικότητα του ενόχου κατηγορουμένου. Και για μεν την εκτίμηση της βαρύτητας των εγκλημάτων, το Δικαστήριο απέβλεψε στη βλάβη, που έχει προέλθει από αυτά και τον κίνδυνο, που έχει προκληθεί, στη φύση, το είδος και το αντικείμενο των εγκλημάτων, καθώς και σε όλες τις περιστάσεις, που συνοδεύουν την προπαρασκευή και την εκτέλεση αυτών, χρόνου, τόπου, μέσου, τρόπου και στην ένταση του δόλου του κατηγορουμένου, για δε την εκτίμηση της προσωπικότητας αυτού στάθμισε το βαθμό της εγκληματικής διαθέσεως, που έχει εκδηλωθεί στις πράξεις και, για την ακριβή διάγνωση τούτης, τα αίτια που τον ώθησαν στην εκτέλεση των εγκλημάτων, την αφορμή, που δόθηκε και το σκοπό που επιδίωξε ο κατηγορούμενος, το χαρακτήρα του, το βαθμό της αναπτύξεώς του, τις ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις και την προηγούμενη ζωή του, τη διαγωγή του κατά τη διάρκεια των πράξεων και μετά τις πράξεις. Επομένως, πρέπει να επιβληθούν στον κατηγορούμενο οι ποινές, που αναφέρονται στο διατακτικό.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 582 ΚΠΔ, πρέπει να επιβληθούν στον κατηγορούμενο και τα δικαστικά έξοδα από εκατόν είκοσι (120) ευρώ (βλ. την 58553/28-6-2006 (ΦΕΚ Β’ 776) απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, που εκδόθηκε βάσει της νομοθετικής εξουσιοδότησης του άρθρου 5 παρ. 12 του νόμου 1738/1987).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Καταδικάζει τον κατηγορούμενο………, σε ποινή κάθειρξης δώδεκα (12) ετών και σε χρηματική ποινή εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, καθώς και στα έξοδα της δίκης από εκατόν είκοσι (120) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως, δημόσια, στο ακροατήριό του.
Μετά την απαγγελία της παραπάνω απόφασης, ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο στην Εισαγγελέα, η οποία πρότεινε να αφαιρεθεί ο χρόνος της προσωρινής κράτησης του κατηγορουμένου, να του επιβληθεί αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για 5 έτη, να διαταχθεί η ισόβια απέλασή του από τη Χώρα μετά την έκτιση της ποινής του, η δήμευση και καταστροφή των κατασχεθεντων ναρκωτικών, η δήμευση των λοιπών κατασχεθέντων και η απόδοση του κατασχεθέντος αυτοκινήτου στον ιδιοκτήμονά του.
Ο συνήγορος του πρώτου κατηγορουμένου και ο κατηγορούμενος, στους οποίους δόθηκε ο λόγος από τον Πρόεδρο, ζήτησαν, να αφαιρεθεί ο χρόνος προσωρινής κράτησης του κατήγορου μένου.
Ο συνήγορος υπεράσπισης του τρίτου κατηγορουμένου, στον οποίο δόθηκε ο λόγος από τον Πρόεδρο και ο τρίτος κατηγορούμενος ζήτησαν, να αποδοθεί σ’ αυτόν το κατασχεθέν αυτοκίνητο.
Το Δικαστήριο, ύστερα από μυστική διάσκεψη, με παρόντα και το Γραμματέα, κατάρτισε την απόφασή του, την οποία ο Πρόεδρος δημοσίευσε, αμέσως, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο, με αριθμό 29/2009 και είναι η εξής : Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 371 παρ. 4 Κ.ΠΔ, σε συνδυασμό και με το άρθρο 87 ΠΚ, πρέπει να αφαιρεθεί ο χρόνος της προσωρινής κράτησης του πρώτου κατηγορουμένου, όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 60 1ΙΚ, πρέπει να επιβληθεί στον πρώτο κατηγορούμενο, αφού καταδικάστηκε στην παραπάνω ποινή προσωρινής κάθειρξης και αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για πέντε (5) έτη, όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 76 ΠΚ, σε συνδυασμό και με το άρθρο 38 του νόμου. 3459/2006, πρέπει να διαταχθεί η δήμευση και καταστροφή των κατασχεθέντων ναρκωτικών, όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 76 ΠΚ, σε συνδυασμό και με το άρθρο 37 του νόμου. 3459/2006, πρέπει να διαταχθεί η δήμευση των κατασχεθέντων χρημάτων και κινητών τηλεφώνων, όποτε ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 74 παρ. 1 ΠΚ, σε συνδυασμό και με το άρθρο 35 παρ. 2 του νόμου 3459/2006, πρέπει να διαταχθεί η ισόβια απέλαση του κατηγορουμένου από τη Χώρα, μετά την με οποιονδήποτε τρόπο έκτιση της ποινής του.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 373 ΚΠΔ, σε συνδυασμό και με το άρθρο 37 του νόμου 3459/2006, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του κατασχεθέντος αυτοκινήτου στον τρίτο κατηγορούμενο, ως ιδιοκτήτη του, αφού, σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχτηκαν κατά τα παραπάνω, αυτός δεν είχε κάποια ανάμειξη στην τέλεση των παραπάνω αξιοποίνων πράξεων, στις οποίες χρησιμοποιήθηκε το εν λόγω όχημα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αφαιρεί το χρόνο της προσωρινής κράτησης του κατηγορουμένου από 17.9.2007, που συνελήφθη και στη συνέχεια κρατήθηκε προσωρινά με το 86/2007 ένταλμα προσωρινής κράτησης του Ανακριτή Ιωαννίνων, μέχρι τις 23.4.2008, που η προσωρινή του κράτηση διεκόπη, δηλαδή από επτά (7) μήνες και πόντε (5) ημέρες, από 12.6.2008, που η προσωρινή του κράτηση συνεχίστηκε μέχρι τις 28.8.2008, που η προσωρινή του κράτηση διεκόπη, δηλαδή από δύο (2) μήνες και δεκαέξι (16) ημέρες και. από τις 17.10.2008, που η προσωρινή του κράτηση συνεχίστηκε, μέχρι σήμερα, δηλαδή από τέσσερις (4) μήνες και συνολικά αφαιρεί χρόνο προσωρινής κράτησης του κατηγορουμένου από ένα (1) έτος, ένα (1) μήνα και είκοσι μία (21) ημέρες.
Επιβάλλει στον πρώτο κατηγορούμενο αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για πέντε (5) έτη.
Διατάσσει τη δήμευση και καταστροφή των ναρκωτικών, που κατασχέθηκαν με την από 17.9.2007 έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης του ……… …….. , Ανθ/μου του Τμήματος Δίωξης Ναρκωτικών Ιωαννίνων, δηλαδή ακατέργαστης κάνναβης, συνολικού βάρους εξήντα πέντε κιλών και τριακοσίων σαράντα πέντε γραμμαρίων (65,345).
Διατάσσει τη δήμευση των κατασχεθέντων με την από 17.9.2007 έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης του……., Ανθ/μου του Τμήματος Δίωξης Ναρκωτικών Ιωαννίνων, τα οποία είναι: α) ένα κινητό τηλέφωνο μάρκας SONY ER1CCSON και 2) το χρηματικό ποσό των διακοσίων πενήνταπέντε (255) ευρώ.
Διατάσσει την ισόβια απέλαση του πρώτου κατηγορουμένου από τη Χώρα, μετά την, με οποιοδήποτε τρόπο, έκτιση της ποινής του.
Αίρει την κατάσχεση του ………. …….. αυτοκινήτου, που επιβλήθηκε με την από 17.9.2007 έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης του………….., Ανθ/μου του Τμήματος Δίωξης Ναρκωτικών Ιωαννίνων και διατάσσει την απόδοση του, μαζί με την άδεια κυκλοφορίας του και των λοιπών σχετικών με το όχημα αυτό, στον ιδιοκτήμονά τους …………
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως, δημόσια, στο ακροατήριό του.
Μετά την απαγγελία της παραπάνω απόφασης, ο συνήγορος υπεράσπισης του καταδικασθέντος κατηγορουμένου, αφού πήρε το λόγο από τον Πρόεδρο, ζήτησε να έχει ανασταλτική δύναμη η έφεση που θα ασκήσει ο κατηγορούμενος κατά της παραπάνω απόφασης.
Η Εισαγγελέας, στην οποία ο Πρόεδρος έδωσε το λόγο,πρότεινε να απορριφθεί το αίτημα τουκατηγορουμένου και να μην έχει ανασταλτική δύναμη η έφεση που θα ασκήσει κατά της παραπάνω απόφασης.
Ο συνήγορος υπεράσπισης του καταδικασθέντος κατηγορουμένου και ο κατηγορούμενος ζήτησαν και πάλι να γίνει δεκτό το αίτημά τους.
Το Δικαστήριο, ύστερα από μυστική διάσκεψη, με παρόντα και το Γραμματέα, κατάρτισε την απόφασή του, την οποία ο Πρόεδρος δημοσίευσε, αμέσως, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο, με αριθμό 29/2009 και είναι η εξής : Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 497 παρ. 6 ΚΠΔ, στην οποία προστέθηκε εδάφιο με το άρθρο 3 παρ. 1 1 του νόμου 2145/1993 που αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. 20α του νόμου 2408/1996, «Η έφεση που ασκήθηκε από τον εισαγγελέα ή τον κατηγορούμενο κατά των αποφάσεων του μεικτού ορκωτοί) δικαστηρίου και του τριμελούς εφετείου δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης, είτε αυτή είναι αθωωτική είτε είναι καταδικαστική, εκτός αν επιβάλλεται ποινή θανάτου. Μπορεί όμως το Δικαστήριο να χορηγήσει ανασταλτικό αποτέλεσμα στην έφεση που θα ασκηθεί από τον κατηγορούμενο. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται η παρ. 2 του παρόντος». Σύμφωνα δε με την παρ. 2 του ιδίου άρθρου, «.η κρίση για το αν η έφεση που ασκείται από τον κατηγορούμενο έχει το κατά το άρθρο 471 ΚΠΔ ανασταλτικό αποτέλεσμα ανήκει στο Δικαστήριο που δίκασε. Αυτό αποφασίζει αμετάκλητα αμέσως, ύστερα από την απαγγελία της απόφασης, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε έπειτα από δήλωση του κατηγορουμένου ότι θα ασκήσει έφεση. Στην περίπτωση αυτή το Δικαστήριο μπορεί να εξαρτήσει το ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης και από περιοριστικούς όρους.». Στην προκειμένη περίπτωση, από όλη την αποδεικτική διαδικασία, αποδείχθηκε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος είναι επικίνδυνος και υπάρχει βάσιμος φόβος να τελέσει νέα εγκλήματα και επομένως, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν πρέπει να γίνει δεκτό το αίτημά του και να μην έχει ανασταλτική δύναμη η έφεση που θα ασκήσει κατά της παραπάνω απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αποφαίνεται να μην έχει ανασταλτική δύναμη η έφεση που θα ασκήσει ο κατηγορούμενος……., κάτοικος Αγίων Θεοδώρων Κορινθίας και ήδη προσωρινά κρατούμενος, κατά της παραπάνω απόφασης.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, αμέσως, δημόσια στο ακροατήριο.
Γ.Κ.