Περίληψη
ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Aριθμός: 7091/2014
Του Α Τριμελούς Πλημ/των
Συνεδρίαση της 3-10-2014 σε συνέχεια της δικασίμου 06-10-2014
ΔΙΚΑΣΤΕΣ: Κωνσταντίνα Μαυρικοπούλου ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΕΦΕΤΗΣ, Ευαγγελία Δαούτη, Χαρίκλεια Παραπαγγίδου ΕΦΕΤΕΣ, Στυλιανός Κωσταρέλλος ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΕΦΕΤΩΝ, Καλλιόπη Παπαζαφείρη ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ: _________ _________ του _________ και της _________ , που γεννήθηκε στην _________ το έτος 1958 και κατοικεί στη _________ συνοικισμός _________ ,Απών (δια πληρεξουσίου εκπροσωπούμενος).
ΠΡΑΞΕΙΣ: Παράβαση άρθρου 18 Ν. 2523/97
ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ
Η συνεδρίαση, έγινε δημόσια, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου.
Η Πρόεδρος, εκφώνησε το όνομα του κατηγορουμένου, ο οποίος δεν εμφανίστηκε.
Στο σημείο αυτό της δίκης εμφανίσθηκε η δικηγόρος Αθηνών Βασιλική ΣΦΗΚΑ και δήλωσε στο Δικαστήριο ότι ο συνήγορος του κατηγορουμένου Χρήστος Οικονομάκης, ο οποίος θα τον εκπροσωπήσει , βρίσκεται στο Πειθαρχικό και ζητεί την αναβολή της δίκης.
Ο Εισαγγελέας αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο πρότεινε την απόρριψη του αιτήματος.
Η Πρόεδρος του Δικαστηρίου διέκοψε τη συνεδρίαση για ώρα 13.00 κατά την οποία παράγγειλε να είναι παρόντες όλοι οι παράγοντες της δίκης.
Αφού πέρασε η ώρα που τάχθηκε από την Πρόεδρο επαναλήφθηκε η συνεδρίαση με παρόντες όλους τους Δικαστές, τον Εισαγγελέα, τη Γραμματέα, δημόσια, όπως και προηγουμένως.
Στο σημείο αυτό της δίκης, εμφανίσθηκε ο δικηγόρος Πειραιά Χρήστος Οικονομάκης, ο οποίος δήλωσε ότι εκπροσωπεί και υπερασπίζεται τον κατηγορούμενο σύμφωνα με την από 10-6-2014 εξουσιοδότηση, την οποία προσκόμισε και η οποία αναγνώστηκε. Αφού δ’ όπως εκ της εξουσιοδοτήσεως αυτής προκύπτει, έχει συνταχθεί νομίμως, γίνεται δεκτή, όπως και ο Εισαγγελέας πρότεινε, η εκπροσώπηση του ως άνω κατηγορουμένου από τον συνήγορό του αυτόν (άρθρο 340 παρ. 2 εδ. α’, β’ και γ’ 4 και 501 παρ.1 του ΚΠΔ, όπως η παρ. 2 του πρώτου των άρθρων αυτών αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ν.3346/17-6-2005).
Ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, είπε ότι η υπόθεση εισάγεται μετά από έφεση του κατηγορουμένου κατά της υπ’ αριθμ. 27831/26-4-2013 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών και ανέφερε ότι αυτή έχει ασκηθεί εκπρόθεσμα.
Στο σημείο αυτό η Πρόεδρος ρώτησε το πληρεξούσιο συνήγορό του κατ/νου, αν έχουν κλητεύσει μάρτυρες, για να αποδείξουν το λόγο, που δικαιολογεί το εκπρόθεσμο ασκήσεως της εφέσεως και αυτός απάντησε καταφατικά και παρέδωσε στην Πρόεδρο κατάλογο με το όνομα της.
Ο Πρόεδρος εκφώνησε το όνομα της μάρτυρας του κατηγορουμένου και βρέθηκε παρούσα.
Μετά από αυτά η Πρόεδρος κήρυξε την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας και κάλεσε την μάρτυρα για εξέταση.
Προσήλθε η μάρτυρας αποδείξεως του κατηγορουμένου, η οποία όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για τα στοιχεία της απάντησε ότι ονομάζεται _________ _________ του _________ , γεννήθηκε στο _________ το έτος 1971 και κατοικεί στην _________ και Χριστιανή Ορθόδοξη, τον κατηγορούμενο γνωρίζει απλά και δεν είναι συγγενής του. Αφού επέλεξε το θρησκευτικό όρκο, ορκίστηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, κατά το άρθρο 218 Κ. Ποιν. Δ., όπως τροποποιήθηκε με άρθρο 39 Ν. 4055/12, εξεταζόμενη, κατέθεσε τα εξής: άσκησε την έφεση εκπρόθεσμα, διότι ήταν άστεγος και δεν έλαβε γνώση. Τον βρήκαμε μετά από τρεις μήνες στο Μοσχάτο μαζί με τους άστεγους.
Στο σημείο αυτό της δίκης αναγνώστηκαν, ύστερα από πρόταση του Εισαγγελέα και εντολή της Προέδρου και χωρίς να έχει αντίρρηση κανένας παράγοντας της δίκης τα παρακάτω έγγραφα:
Το αποδεικτικό επίδοσης ερήμην απόφασης με ημερομηνία 15-11-2013 του Υπαρχ/κα Κων/νου ΓΡΑΒΒΑΝΗ στον κατηγορούμενο.
Η με αριθμό 5472/6-12-2013 έκθεση εφέσεως.
Η υπ’ αρ. 27831/26-4-2013 απόφαση του Τριμελούς Πλημ/κείου Αθηνών.
Ακολούθως η Πρόεδρος κήρυξε τη λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας.
Ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, πρότεινε την παραδοχή της εφέσεως.
Ο πληρεξούσιος συνήγορος του κατηγορουμένου, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, ζήτησε να γίνει δεκτή ως εμπρόθεσμη η έφεση του κατηγορουμένου.
Κατόπιν η Πρόεδρος κήρυξε το τέλος της συζήτησης.
Το Δικαστήριο αφού συσκέφθηκε μυστικά στην έδρα του με παρούσα τη Γραμματέα, κατάρτισε και η Πρόεδρος δημοσίευσε την απόφασή του, με αριθμό 7091/2014, η οποία είναι η εξής:
Από τη διάταξη του άρθρου 473§1 εδάφ. α’ και β’ του ΚΠοιΔ, προκύπτει ότι, όπου ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της αποφάσεως. Αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της αποφάσεως, η πιο πάνω προθεσμία είναι επίσης δεκαήμερη, εκτός αν αυτός διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα ημερών και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της αποφάσεως. Όπως γίνεται δεκτό η προθεσμία ασκήσεως της εφέσεως αναστέλλεται σε περίπτωση, που συνέτρεξε λόγος ανώτερης βίας κατά την τελευταία ημέρα της προθεσμίας αυτής, ο οποίος συνέχισε να υπάρχει μέχρι την ημέρα ασκήσεως της εφέσεως. Ως ανωτέρα βία θεωρείται κάθε γεγονός και απρόβλεπτο που δεν μπορεί στην συγκεκριμένη περίπτωση να ανατραπεί και με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και συνέσεως, ένεκα του οποίου καθίσταται ανέφικτο στον δικαιούχο, όπως προβεί ο ίδιος ή δΓ άλλου προσώπου στην επιβαλλόμενη γι’ αυτόν ενέργεια (ΑΠ 32/2004 Ποιν.Χρον. ΝΔ’ 400). Επίσης συνιστά ανωτέρα βία η μη γνώση από τον κατηγορούμενο του περιεχομένου της επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως και εξ αιτίας αυτού μη γνώση του της εκδόσεως αυτής (ΑΠ 1373/1989 Ποιν.Χρον. Μ’ 647). Σε περίπτωση που η έφεση ασκήθηκε εκπρόθεσμα ο κατηγορούμενος πρέπει να αποδείξει το λόγο της ανώτερης βίας, ο οποίος υπήρχε κατά την τελευταία ημέρα της προθεσμίας ασκήσεως της εφέσεως και ο οποίος συνέχισε να υπάρχει μέχρι την ημέρα ασκήσεως αυτής.
Στην προκειμένη περίπτωση από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα που εξετάσθηκε, από τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος από λόγους ανώτερας βίας δεν άσκησε εμπρόθεσμα την έφεση, Συνεπώς ότι ήταν άστεγος και δεν έλαβε πτώση της επίδοσης της απόδοσης.
Συνεπώς πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα η ένδικη έφεση και να γίνει τυπικά δεκτή.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ με σαν παρόντα τον κατηγορούμενο _________ _________ του _________ και της _________ , που γεννήθηκε στην _________ το έτος 1958 και κατοικεί στη _________ συνοικισμός _________ , δια πληρεξουσίου εκπροσωπούμενο.
ΔΕΧΕΤΑΙ ότι η έφεση του κατηγορούμενου με αριθμό 5472 και χρονολογία 6-12-2013 κατά της απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών με αριθμό 27831/26-4-2013 έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα. Και Διατάσσει την πρόοδο της δίκης.
Κρίθηκε, αττοφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε δημόσια αμέσως στο ακροατήριο.
Αθήνα 23-10-2014.
Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΕΦΕΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μετά την απαγγελία της ως άνω απόφασης….
Κατόπιν ρώτησε τον πληρεξούσιο συνήγορό του κατ/νου, αν κλήτευσε μάρτυρα υπεράσπισης και απάντησε καταφατικά και παρέδωσε στην Πρόεδρο σημείωμα που έγραφε το όνομα της μάρτυρα.
Αφού εκφωνήθηκε το όνομα της μάρτυρα της υπεράσπισης από την Πρόεδρο, βρέθηκε παρούσα η _________ _________ .
Η Γραμματέας, με εντολή της Προέδρου, διάβασε το διατακτικό της εκκαλουμένης απόφασης, που περιέχει την κατηγορία.
Κατόπιν η Πρόεδρος διέταξε να αρχίσει η αποδεικτική διαδικασία.
Στη συνέχεια, με πρόταση του Εισαγγελέα και εντολή της Προέδρου, και χωρίς να προβληθεί αντίρρηση από κανένα παράγοντα της δίκης αναγνώσθηκαν τα παρακάτω έγγραφα:
Η υπ’αριθμ. 27831/26-4-2013 απόφαση του Τριμελούς Πλημ/κείουί Αθηνών και τα πρακτικά αυτής.
Η με αρ. πρωτ. 7273/20-6-2011 Μηνυτήρια Αναφορά.
Η από 23-3-2011 Πράξη Προσδιορισμού Φ.Π.Α.
Το από 7-4-2011 αποδεικτικό του Επιμελητή ΚΩΣΤΑΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ της Δ.Ο.Υ. ΙΣΤΆΘηνών.
Η από 20-3-2011 Έκθεση Προσωρινού Ελέγχου της Δ.Ο.Υ ΙΣΤΆΘηνών
Στη συνέχεια, με εντολή της Προέδρου,
Προσήλθε η μάρτυρας της υπεράσπισης, η οποία όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για τα στοιχεία της απάντησε ότι ονομάζεται _________ _________ του _________ , γεννήθηκε στο _________ το έτος 1971 και κατοικεί στην _________ και Χριστιανή Ορθόδοξη, τον κατηγορούμενο γνωρίζει απλά και δεν είναι συγγενής του. Αφού επέλεξε το θρησκευτικό όρκο, ορκίστηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, κατά το άρθρο 218 Κ. Ποιν. Δ., όπως τροποποιήθηκε με άρθρο 39 Ν. 4055/12, εξεταζόμενη, κατέθεσε τα εξής: Γνωρίζω τον κατηγορούμενο. Ήμουν υπάλληλος στο μαγαζί του. Εχει καταστραφεί οικονομικά. Κάηκαν τα μαγαζιά του. προσπαθεί να ανταπεξέλθει. Έχει μαζέψει τις ποινές και τώρα κάνει κοινωφελή εργασία στο Δήμο _________ .
Σημειώνεται ότι η μάρτυρας που αναφέρεται παραπάνω κλήθηκε και αφού εξετάστηκε προφορικά έμεινε στο ακροατήριο και ότι μετά από την μαρτυρία η Πρόεδρος έδινε το λόγο στον Εισαγγελέα, στους Δικαστές, καθώς και στο συνήγορο του κατηγορουμένου, για να απευθύνουν ερωτήσεις, αν είχαν, προς την μάρτυρα. Εκείνοι δε υπέβαλαν ερωτήσεις και η μάρτυρας απαντούσε στις ερωτήσεις αυτές, όπως στην κατάθεση της μάρτυρα αναφέρεται.
Μετά από αυτά η Πρόεδρος ρώτησε όλους τους παράγοντες της δίκης αν χρειάζονται κάποια συμπληρωματική εξέταση ή διασάφηση και όταν αυτοί απάντησαν αρνητικά, η Πρόεδρος κήρυξε τη λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας και έδωσε το λόγο στον Εισαγγελέα, ο οποίος ανέπτυξε την κατηγορία και πρότεινε την ενοχή του κατηγορουμένου με το ελαφρυντικό 84§2β ΠΚ.
Ο πληρεξούσιος συνήγορος του κατηγορουμένου, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο και ανέπτυξε την υπεράσπιση είπε ότι συντάσσεται με την πρόταση του Εισαγγελέα.
Κατόπιν η Πρόεδρος κήρυξε περατωμένη τη συζήτηση.
Το Δικαστήριο αποσύρθηκε στο δωμάτιο το προορισμένο για διάσκεψη και αφού διασκέφτηκε μυστικά, με παρούσα τη Γραμματέα, κατάρτισε την απόφασή του και όταν επανήλθε στην αίθουσα συνεδριάσεων, με παρόντες τον Εισαγγελέα, τη Γραμματέα και όλους τους παράγοντες της δίκης, μέσω της Προέδρου, δημοσίευσε, σε δημόσια συνεδρίαση, την απόφασή του, με αριθμό 7091/2014, η οποία είναι η εξής:
Επειδή από την κατάθεση της μάρτυρα υπεράσπισης, που εξετάστηκε ενόρκως στο Δικαστήριο τούτο και η οποία αναφέρεται ονομαστικά στα πρακτικά, τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης, που αναγνώσθηκαν, καθώς και από τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά και όλη γενικά την αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος με την ιδιότητα του ως ασκούντος ατομική επιχείρηση (εστιατόριο) που τηρεί βιβλία β’ κατηγορίας κατελήφθει να μην έχει καταβάλει το ποσό των 7.583,8 ευρώ που είχε παρακρατήσει κατά την χρονική περίοδο από 1.1.2011 εώς 31.1.2011, για να αποδώσει στο Δημόσιο, να και είχε υποχρέωση κατά τη διάταξη του άρθρου 31Ν. 1642/1986 να υποβάλει την ανωτέρω δήλωση μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, εν τούτοις δεν υπέβαλε καθόλου αυτή.
Η παραπάνω φορολογική εγγραφή οριστικοποιήθηκε την 7/6/2011.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
: Δικάζει με σαν παρόντα τον κατηγορούμενο _________ _________ του _________ και της _________ , που γεννήθηκε στην _________ το έτος 1958 και κατοικεί στη _________ συνοικισμός _________ , δια πληρεξουσίου εκπροσωπούμενο.
Απορρίπτει αυτοτελή ισχυρισμό περί ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84§2β ΠΚ. ,
Κηρύσσει τον κατηγορούμενο ένοχο του ότι:
Στην Αθήνα,κατα ΄τον μήνα Ιανουάριο 2011.
Διέπραξε το-αδίκημα της φοροδιαφυγής, και ειδικότερα, με-πρόθεση κατελήφθη να μην έχει -υποβάλει δήλωση εντός των νομίμων προθεσμιών πτουπροβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις για την απόδοση στο “Δημόσιο-του φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.),
μολονότι το προς απόδοση ποσό που-είχε-υποχρέωση να-αποδώσει ήταν ανώτερο των 3.000 ευρώ. Συγκεκριμένα με την ιδιότητα ως ασκούντος ατομική επιχείρηση (εστιατόριο) που τηρεί βιβλία β’ κατηγορίας κατελήφθει να μην έχει καταβάλει το ποσό των 7.583,8 ευρώ που είχε παρακρατήσει κατά την χρονική περίοδο από 1.1.2011 εώς 31.1.2011, για να αποδώσει στο Δημόσιο, να και είχε υποχρέωση κατά τη διάταξη του άρθρου 31Ν. 1642/1986 να υποβάλει την ανωτέρω δήλωση μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, εν τούτοις δεν υπέβαλε καθόλου αυτή.
Η παραπάνω φορολογική εγγραφή οριστικοποιήθηκε την 7/6/2011.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε, αμέσως στο ακροατήριό του, σε δήμόσια συνεδρίαση.
Αθήνα 23-10-2014
Μετά την απαγγελία της απόφασης διαβάστηκε το ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου.
Ο Εισαγγελέας,-αφού έλαβε το λόγό απο την Πρόεδρο, πρότεινε να επιβληθεί στον κατηγορούμενο, πού κηρύχθηκε ένοχος, ποινή φυλάκισης ενός (1) έτους και νά ανασταλεί επί τριετία,ι! επίσης να του επιβληθούν τα έξοδα της δίκης.
Ο πληρεξούσιος συνήγορος του κατηγορουμένου, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, ζήτησε να επιβληθεί στον κατηγορούμενο το ελάχιστο όριο των προβλεπόμενων υπό του νόμο.υ ποινών.
Το Δικαστήριο αφού συσκέφθηκε μυστικά στην έδρα του, με παρούσα τη Γραμματέα, κατάρτισε και η πρόεδρος δημοσίευσε την απόφασή-του, με αριθμό 7091/2014, η οποίαιείναι η εξής:
Επειδή, η πράξη, για την οποία κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος προβλέπεται και τιμωρείται από τα άρθρα: 1, 12, 14, 26 παρ. 1α, 27§1, 79, 94§1 ΠΚ. άρθρ. 18§1 στοιχ. β Ν. 2523/97, 20 παρ. Ιβ,ε, 21 παρ. 1,2 περ. β εδαφ. Αα, 10 Ν 2523/1997, ως η παρ. 1 του άρθρου 18 αντικ. αρχικά με το άρθρο 16 παρ. 1 Ν 3888/2010 φεκ α 175/30-9-2010 και στη συνέχεια η πρώτη περίοδος της παρ. 1 αντικ. ως άνω με την παρ-, 2δ άρθρου 2 Ν. 3943/2011 ΦΕΚ A 66/31-3-2011, η δε παρ. 2 του άρθρου 21 ως αντικ. αρχικά με την παρ. 2 άρθρου 40 Ν. 3220/2004 ΦΕΚ A 15 και αντικ. στη συνέχεια με το άρθρο 16 παρ. 3 Ν. 3888/2010, ΦΕΚ A 175/30-9-2010, αντικ ως άνω-με την παρ. 2Θ άρθρου 3 Ν.3943/2011, ΦΕΚ A 66/31-3-2011
Επειδή κατά τα άρθρα 79 Π. Κ., το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τόσο τη βαρύτητά του εγκλήματος, όσο και την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, που κηρύχθηκε ένοχος. Για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος το Δικαστήριο αποβλέπει στη βλάβη που προξένησε το έγκλημα ή τον κίνδυνο που προκάλεσε, στη φύση, στο είδος και στο αντικείμενο του εγκλήματος, καθώς επίσης, σε όλες τις περιστάσεις χρόνου, τόπου, μέσων και τρόπου που συνόδευαν την προπαρασκευή ή την εκτέλεσή του, στην ένταση του δόλου του κατηγορουμένου. Κατά την εκτίμηση της προσωπικότητας του κατηγορουμένου, το Δικαστήριο σταθμίζει ιδίως το βαθμό της εγκληματικής του διάθεσης που εκδήλωσε κατά την πράξη. Για να τον διαγνώσει με ακρίβεια εξετάζει τα αίτια που τον ώθησαν στην εκτέλεση του εγκλήματος, την αφορμή που του δόθηκε και το σκοπό που επιδίωξε, το χαρακτήρα του και στο βαθμό της ανάπτυξής του, τις ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις και την προηγούμενη ζωή του, τη διαγωγή του κατά τη διάρκεια της πράξης και μετά την πράξη ιδίως τη μετάνοια που επέδειξε και την προθυμία του να επανορθώσει τις συνέπειες της πράξης του, συνάμα δε τόσο τους οικονομικούς του όρους, όσο και των μελών της οικογένειάς του, τα οποία συντηρεί. Έχοντας όλα τα στοιχεία αυτά υπόψη το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να επιβληθεί στον κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης ενός (1) έτους.
Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 582 Κ.Π.Δ σε συνδυασμό με το άρθρο 3 παρ. 1γ του ν. 663/77, όπως αυτό αναπροσαρμόστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5α του Κανονισμού (ΕΚ) 1103/1997 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 17-6-1997, το νόμο 2943/12-9-2001 με τα άρθρα 3 και 6 όπως τροποποιήθηκε με το νόμο 3904/23-12-2010, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του κατηγορουμένου τα έξοδα της παρούσας δίκης, που ανέρχονται σε εξακόσια (600) Ευρώ, (βλ. και υπ’ αρ. 123827/10 Υ.Α Υπουργ. Οικονομικών και Δικ/νης, Διαφάνειας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων).
Επειδή όπως προκύπτει από το αντίγραφο του ποινικού μητρώου του κατηγορουμένου, το οποίο βρίσκεται στη δικογραφία, αυτός δεν έχει καταδικαστεί αμετάκλητα μέχρι σήμερα, για κακούργημα ή πλημμέλημα, σε ποινή στερητική της ελευθερίας -άνω του ενός έτους. Από την έρευνα των περιστάσεων υπό τις οποίες διαπράχθηκε η πράξη και ιδιαίτερα από τα αίτιά της, τον προηγούμενο βίο και το χαρακτήρα του κατηγορουμένου, της διαγωγής του μετά την τέλεση της πράξης, τη μετάνοια που επέδειξε όπως και η προθυμία του να επανορθώσει τις συνέπειές της, το Δικαστήριο κρίνει ότι η εκτέλεση της ποινής δεν είναι απαραίτητη για να τον αποτρέψει από τη διάπραξη άλλων αξιόποινων πράξεων και πρέπει σύμφωνα με το άρθρο 99 §1 του Κ.Π.Δ., όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση με το άρθρο 2 του Ν. 3904/2010 να ανασταλεί η εκτέλεση της ποινής φυλάκισης, που θα του επιβληθεί, επί τρία (3) χρόνια
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Καταδικάζει τον κατηγορούμενο, που κηρύχθηκε ένοχος, σε ποινή φυλάκισης ενός (1) έτους και στα έξοδα της δίκης 600 ευρώ που θα εισπραχθούν από αυτόν χωρίς προσωπική του κράτηση.
Αναστέλλει την εκτέλεση της ποινής του ενός έτους που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο για τρία (3) χρόνια.
Η Πρόεδρος γνωστοποίησε στον πληρεξούσιο συνήγορο του κατηγορουμένου που καταδικάστηκε, ότι εάν κατά το διάστημα της αναστολής καταδικαστεί αμετάκλητα σε ποινή στερητική της ελευθερίας για κακούργημα ή πλημμέλημα που διέπραξε μέσα στο χρόνο της αναστολής, θα εκτίσει και την ποινή που έχει ανασταλεί, σύμφωνα με το άρθρο 102 Π. Κ.
Τέλος η Πρόεδρος ενημέρωσε τον πληρεξούσιο συνήγορο του κατηγορουμένου ότι ο κατ/νος έχει το δικαίωμα, μέσα στη νόμιμη προθεσμία, να ασκήσει αναίρεση κατά της απόφασης. Εξήγησε δε συνοπτικά σ’ αυτόν όσα απαιτούνται για να είναι έγκυρο και τυπικά δεκτό το ένδικο τούτο μέσο (άρθρο 407 Κ. Ποιν. Δ. και 11Ν 469/1972).
Κρίθηκε, αττοφασίστηκε και δημοσιεύθηκε, αμέσως στο ακροατήριό του, σε δημόσια συνεδρίαση.
Αθήνα 23-10-2013
Η Προεδρεύουσα Εφέτης Η Γραμματέας