Περίληψη
Αριθμός 423 /2013
Πρακτικά συνεδριάσεως του Ειρηνοδικείου Χαλκίδας
Διαδικασία: Ειδική (Εργατική)
Συνεδρίαση της 8/11/2013
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Παπαγγελή Αικατερίνη Ειρηνοδίκης, Κυρόβεση Χριστίνα Γραμματέας
ΔIΑΔIΚΟI:
Αιτούντες : 1) Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «_________ Α.Ε» με δ.τ. «_________ Α.Ε», η οποία εδρεύει στο _________ , όπως νόμιμα εκπροσωπείται που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ευάγγελο Ρεγκούτα του Δημητρίου (_________ ).
2) _________ (επώνυμο) _________ _________ (όνομα) του _________ , κάτοικος _________ , που παραστάθηκε αυτοπρόσωπα.
ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ
Η συνεδρίαση έγινε δημόσια στο Κατάστημα του Ειρηνοδικείου, Εμφανίστηκαν οι διάδικοι και δήλωσαν ότι επιλύουν συμβιβαστικά την μεταξύ τους διαφορά , που αναφέρεται στην από 08/11/2013 και με αριθμό κατάθεσης 270/2013 αίτησης τους για την οποία έχει οριστεί δικάσιμος η σημερινή, όπως αναφέρεται στο συνημμένο πρακτικό συμβιβασμού.
- Η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «_________ Α.Ε.», με δ.τ. «_________ Α.Ε.», η οποία εδρεύει στο _________ , με ΑΦΜ _________ /Δ.Ο.Υ. ______, όπως νόμιμα εκπροσωπείται (πρώτη συμβαλλόμενη), η οποία εκπροσωπήθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Ευάγγελο Ρεγκούτα του Δη μητριού (ΑΜΔΣΑ 33536).
- Ο _________ _________ (όνομα) _________ (επώνυμο), του _________ , υπήκοος _________ , γεννηθείς την 4-4-1968, κάτοικος _________ , _________ , αρ. __, κάτοχος του με αρ. διαβατηρίου _________ _________ , λήξεως την 29/1/2016 Κάτοχος Α..Φ.Μ. _________ /Δ.Ο.Υ. ΙΓ Αθηνώνών(δεύτερος συμβαλλόμενος), ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως εμφανίστηκαν και δήλωσαν ότι υφίσταται μεταξύ τους η διαφορά:
Α. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΔΙΑΦΟΡΑΣ
1.Η πρώτη συμβαλλόμενη τυγχάνει επισκευαστική, ναυτιλιακή εταιρία η οποίοι ιδρύθηκε το έτος 1999 με αρχική επωνυμία «_________ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΙΡΙΑ» και δ.τ. «_________ Α.Ε.», όπως η εν λόγω σύσταση είχε δημοσιευθεί στο ΦΕΚ με αριθμό 2870/25-5-1999 (τεύχος Α.Ε. και Ε.Π.Ε.). Τη σημερινή της επωνυμία η εταιρία την απέκτησε δυνάμει τροποποίησης του καταστατικού της, που έχει δημοσιευθεί στο ΦΕΚ με αριθμό 1434/23-2-2000(τεύχος Α.Ε. και Ε.Π.Ε.). Σήμερα η εταιρία εκπροσωπείται από το Δ.Σ. της, που εξελέγη νομίμως δυνάμει της από 28-6-2013 συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας. Η εν λόγω ανακοίνωση δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στο ΦΕΚ πλην όμως η εταιρία ήδη έχει προβεί στη από 5-7-2013 με αρ. πρωτοκόλλου 2080 σχετική της αίτηση προς τούτο προς το Επιμελητήριο Εύβοιας, Τμήμα Μητρώου, Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ.
Ο δεύτερος συμβαλλόμενος κατά το παρελθόν ετύγχανε εργαζόμενος της πρώτης συμβαλλόμενης και συγκεκριμένα απασχολήθηκε σε αυτήν με σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου με την ειδικότητα του εργάτη-καθαριστή για το χρονικό διάστημα από 1-3-2010 εταιρία ήδη έχει προβεί στη από 5-7-2013 με αρ. πρωτοκόλλου σχετική της αίτηση προς τούτο προς το Επιμελητήριο Εύβοιας, Μητρώου, Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ.
Ο δεύτερος συμβαλλόμενος κατά το παρελθόν ετύγχανε εργαζόμενος της πρώτης συμβαλλόμενης και συγκεκριμένα απασχολήθηκε σε αυτήν με σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου με την ειδικότητα του εργάτη-καθαριστή για το χρονικό διάστημα από 1-3-2010 έως 30-4-2010, με ημερομίσθιο 42,38 ευρώ (η πληρωμή του γινόταν την 7η και 22η εκάστου μηνός) και με διάρκεια απασχόλησης q ώρες ημερησίως ή 40 ώρες εβδομαδιαίως για πενθήμερη εργασία. Όταν έληξε ο συμπεφωνημένος χρόνος της ανωτέρω απασχόλησης, ήτοι την 30-4- 2010, διεκόπη νομίμως η συνεργασία των δύο πλευρών, για την ε|^ λόγω απασχόληση του δε ο δεύτερος συμβαλλόμενος έχει εξοφληθεί πλήρως από την πρώτη συμβαλλόμενη, όπως συνάγεται από τις αποδείξεις εξόφλησης Μαρτίου 2010 ποσού 886,38 ευρώ, Απριλίου 2010 ποσού 856,47 ευρώ, επίδομα αδείας-Απριλίου 2010 ποσού 129,77 ευρώ και Δώρο Πάσχα-Απριλίου 2010 ποσού 257,66 ευρώ. Για την ανωτέρω δε σύμβαση εργασίας, υπεγράφησαν από τα ανωτέρω μέρη, όπως η από 1-3- 20,10 σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, η από 1-3-2010 αποδεικτικό γνωστοποίησης όρων ατομικής σύμβασης εργασίας, η από Η3-2010 αναγγελία πρόσληψης, το από 1-3-2010 αποδεικτικό γνωστοποίησης όρων ατομικής σύμβασης εργασίας, η από 30-4-2010 λήξη συμ3άσεων ορισμένου χρόνου και η βεβαίωση-δήλωση εργοδότη από 30-4-2010 περί λήξεως του συ ορισμένου χρόνου εργασίας της ανωτέρω σύμβασης εργασίας.
2.Εν συνεχεία, και αφού έληξε νομίμως η κατά ανωτέρω ούμβαση εργασία ορισμένου χρόνου, και δη την 7-12-2012 ο δεύτερος συμβαλλόμενος προσήλθε στα γραφεία της πρώτης συμβαλλόμενης και ανέφερε ότι έχει επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ασφάλειας και ότι επιθυμούσε να συνεργαστεί με την πρώτη συμβαλλόμενη παρέχοντας της υπηρεσίες φύλαξης των εγκαταστάσεων της στο _________ .
3.Η πρώτη συμβαλλόμενη λόγω της παλαιότερης συνεργασία της με τον δεύτερο συμβαλλόμενο κατά τα ανωτέρω, τον εμπιστεύτηκε και δέχθηκε να συμβληθεί μαζί του δυνάμει προφορικής συμφωνίας για προσφορά προς αυτήν υπηρεσιών ασφαλείας φυλάξεως των εγκαταστάσεων της ______, που θα παρείχε ο ίδιος ή το προσωπικό του μερινά από ώρα 22.00 Μ.Μ. βραδυνή έως ώρα 06.00 Π.Μ. πρωινή από ημέρα της εβδομάδος Δευτέρα έως ημέρα της εβδομάδος Κυριακή. Ως αντίτιμο δε της εν λόγω παροχής υπηρεσιών συμφωνήθηκε μην αίως το ποσό των 731,70 ευρώ πλέον Φ.Π.Α. 23% 168,30 ευρώ, ήτοι| συνολικά το ποσό των 900,00 ευρώ.
4.Η πρώτη συμβαλλόμενη από την πλευρά της συνεχώς οχλούσε τον δεύτερο συμβαλλόμενο προκειμένου να εκδώσει τα σχετικά παραστατικά, ήτοι τιμολόγια παροχής υπηρεσιών για την ανωτέρω παροχή υπηρεσιών του αλλά ο δεύτερος συμβαλλόμενος με συνεχείς προτάσεις ισχυριζόταν ότι είχε πρόβλημα με την έκδοση ειδικής άδειας επιχειρήσεως παροχής υπηρεσιών εργασίας κατά τον νόμο τον ισχύοντα για |τις επιχειρήσεις φύλαξης (σεκιούριτι) με αποτέλεσμα να παρέλθει χρονικό διάστημα 10 μηνών χωρίς ο δεύτερος συμβαλλόμενος να χορηγήσει στην πρώτη συμβαλλόμενη τα εν λόγω σχετικά παραστατικά με αποτέλεσμα η πρώτη συμβαλλόμενη να μην του καταβάλλει τα οφειλόμενα για την εν λόγω παροχή υπηρεσιών του έως ότου τις προσκομίσει τα σχετικά αποδεικτικά.
5.Εν τέλει στις 6-10-2013 και λόγω της αδυναμίας του δεύτερου συμβαλλομένου να εκδώσει τα εν λόγω παραστατικά προς την πρώτη συμβαλλομένη για την κατά τα ανωτέρω παροχή υπηρεσιών του προς αυτήν, της εκδήλωσε την πρόθεσή του να πάψει να παρέχει τις σχετικές υπηρεσίες από δική του υπαιτιότητα και ευθύνη, όπως και έκραξε τελικά.
6.Έκτοτε με συνεχείς οχλήσεις η πρώτη συμβαλλόμενη καλούοε τον δεύτερο συμβαλλόμενο να της χορηγήσει τα εν λόγω σχετικά παραστατικά για την παροχή των υπηρεσιών του για να τον εξοφλήσει.
7.Την 25-10-2013 τελικά ο δεύτερος συμβαλλόμενος ενημέρωσε την πρώτη συμβαλλόμενη ότι έχει πλήρη αδυναμία να προβεί στα ανωτέρω, ήτοι στην έκδοση ειδικής άδειας επιχειρήσεως παροχής υπηρεσιών εργασίας κατά τον νόμο τον ισχύοντα για τις επιχειρήσεις φύλαξης (σεκιούριτι) με αποτέλεσμα να μην δύναται να χορηγήσει στην πρώτη συμβαλλόμενη τα εν λόγω σχετικά παραστατικά για την παροχή των υπηρεσιών του.
8. ΣΥΜΒΙΒΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ
Αφού ελήφθη υπόψη και το άρθρο 209 παρ. 2 του ΚπολΔ, προσπαθήθηκε να συμβιβαστούμε οι ως άνω διάδικοι και προσκομιστηκε από ημάς η από 8-11-2013 ενώπιον της Ειρηνοδίκου Χαλκίδας αίτησή μας, δυνάμει της οποίας συμφωνήθηκαν τα ακόλουθα:
- Η πρώτη συμβαλλόμενη καταβάλλει στον δεύτερο συμβάλλομενο, και αυτός αποδέχεται, το ποσό των εννέα χιλιάδων ευρώ (9.000 ευρώ) εν λόγω χρονικό διάστημα των 10 μηνών που ο δεύτερος συμβαλλόμενος παρείχε τις υπηρεσίες του στην πρώτη συμβαλλόμενη κατά τα αν ενώ ο δεύτερος συμβαλλόμενος αποδέχεται ότι υποχρεούται όποτε εκδώσει τα κατά τα ανωτέρω παραστατικά παροχής υπηρεσιών του όπως πληρώσει τον εξ αυτών αναλογούντα Φ.Π.Α. και παραδώσει στην πρώτη συμβαλλόμενη τα εν λόγω παραστατικά. Αν δεν καταφέρει δε ο δεύτερος συμβαλλόμενος να εκδώσει τα εν λόγω παραστατικά και υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν θα οφείλεται σε αμέλεια του αλλά σε πραγματικνομική ή φορολογική του αδυναμία, τότε η συμβαλλόμενη δεν θα αναζητήσει τίποτα από τον δεύτερο συμβαλλόμενο εκ του ανωτέρω ποσού.
- Προς πλήρη και ολοσχερή εξόφλησή δε του δεύτερου συμβαλλόμενου εν λόγω ποσού των 9.000 ευρώ, εκδόθηκε στον Πειραιά από την τη συμβαλλόμενη με χρέωση του τραπεζικού λογαριασμού με αρ. _________ , η δίγραμμη τραπεζική επιταγή με αρ. ΓΔ )7111 -9 , ποσού 9.000 ευρώ, της τράπεζας με την επωνυμία __________ Α.Ε.»., φέρουσα ημερομηνία. 4- 013 εις διαταγήν του δεύτερου συμβαλλομένου. ραιτέρω, ο δεύτερος συμβαλλόμενος δηλώνει:
Α. Ότι δεν έχει εργαστεί ή συνεργαστεί με την πρώτη συμβαλλόμενη εταιρία ουδέποτε για έτερο χρονικό διάστημα πριν τα ανωτέρω δηλωθέντα στην παρούσα.
Β. Ότι δεν έχει καμία απαίτηση ή αξίωση από οποιονδήποτε λόγο ή αιτία ότι παραιτείται ρητά και ανεπιφύλακτα από κάθε σχετική απαίτηση ή αξίωσή του προς την πρώτη συμβαλλόμενη.
Γ. Ότι δεν εργάστηκε ποτέ ανασφάλιστος για την πρώτη συμβαλλόμενη εταιρία, ούτε ποτέ δημιουργήθηκε υποχρέωση ασφάλισης του στο ΙΚΑ από την πρώτη συμβαλλόμενη, ούτε έχει ή διατηρεί κάποια σχετική ασφαλιστική απαίτηση κατά της πρώτης συμβαλλόμενης.
Δ. Ότι ζητά συγγνώμη για την εν λόγω διαδικασία στην οποία εν έπλεξε πρώτη συμβαλλόμενη εταιρία.
- Η πρώτη συμβαλλόμενη εταιρία από την πλευρά της δηλώνει για τον δεύτερο συμβαλλόμενο ότι καθόλη τη διάρκεια της συνεργασία του με ν, η στάση του ήταν υποδειγματική και ότι εκτέλεσε άριστα τις επαγγελματικές του υποχρεώσεις.
- Μετά τα ανωτέρω αμφότεροι οι συμβαλλόμενοι δηλώνουν ότι ουδείς εξ αυτών διατηρεί οποιαδήποτε απαίτηση έναντι του άλλου οποιουδήποτε είδους, προερχόμενη ή σχετιζόμενη με την εργασιακή μεταξύ τους
σύμβαση και ουδεμία άλλη αξίωση οιασδήποτε φύσεως υφίσταται μεταξύ των, άλλως παραιτούνται ρητώς δια του παρόντος από κάθε έκαστη τέτοια.
- Ο δεύτερος των συμβαλλόμενων – αιτούντων σύμφωνα και με τους όρους συνεργασίας του με την πρώτη των συμβαλλομένων – αιτούντων και εκ της φύσεως της απασχολήσεώς του (προσωπικό φύλαξης προβαίνει διά του παρόντος πρακτικού συμβιβασμού στην εξής Δ Εμπιστευτικότητας-Εχεμύθειας : « Ο κάτωθι υπογράφων ______, _________ (όνομα) _________ (επώνυμο), του _________ , _________ , γεννηθείς την 4-4-1968, κάτοικος _________ , _________ , αρ. ___, κάτοχος _____ του με αρ. διαβατηρίου _____, λήξεως την , κάτοχος Α.Φ.Μ. _________ /Δ.Ο.Υ _________ δηλώνω ότι γνωρίζω ότι η εταιρία με την οποία συν δε μ επαγγελματικά και ως προς τα αντικείμενα δραστηριότητος της, φακέλους και αρχεία, είτε σε έγγραφη μορφή είτε σε ηλεκτρονικό περιεχόμενο διάφορες πληροφορίες, αναγκαία έγγραφα που την αφορούν αλλά και πάσης φύσεως έγγραφα και πληροφορίες που υπάρχουν διακινούνται μέσα από τα γραφεία αυτής, καθώς επίσης ότι υπάρχει τόσον εμού, όσο και συναδέλφων μου και των εκπροσώπων της ετ με πλείστα πρόσωπα, φυσικά και νομικά, με διαφορετικές δραστηριότητες και επαγγέλματα, με σκοπό την προώθηση του σκοπού της εταιρίας κ πλαίσια που χαράζει η διοίκηση αυτής.
Δεσμεύομαι για την διασφάλιση της ασφάλειας των πληροφοριών περιέρχονται σε γνώση μου από την εν λόγω συνεργασία-επαγγελματος σχέση, και την φυσική μου ύπαρξη στα γραφεία αυτής, καθώς και γ αποτροπή μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης ή αποκάλυψης πληροφοριών, καθώς και για την διασφάλιση της κατάλληλης χρήση πληροφοριών.
Δηλώνω ότι γνωρίζω καλό, ότι απαγορεύεται η – για προσωπική χρήση- επεξεργασία των δεδομένων, πληροφοριών ή πόσης φύσεως στοιχείων ή γνώσεων που περιέρχονται σε γνώση μου από την προαναφερόμενη συνεργασία μου-επαγγελματική σχέση με την εταιρία, ακόμα και η διάδοση ον σε τρίτα πρόσωπα, όπως επίσης και η διάδοση πληροφοριών για σεις προσώπων ή περιεχόμενα συζητήσεων, που περιήλθαν σε γνώση λόγω της συνεργασίας μου-επαγγελματικής μου σχέσης με την εν λόγω επιχείρηση.
Δηλώνω ότι θα τηρήσω το απόρρητο, δηλαδή την υποχρέωση επαγγελματικής εχεμύθειας που οφείλω ως συνεργάτης ως προς τις πόσης ως συναλλαγές και σχέσεις της επιχείρησης με τους πελάτες, συνεργάτες και επισκέπτες καθώς και λόγω της πρόσβασης μου σε κάθε μορφής έγγραφα και πληροφορίες που τηρούνται στην επιχείρηση. Γνωρίζω ότι με όλα τα παραπάνω διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης και η προστασία αυτής από οποιεσδήποτε αστικές, ποινικές ή διοικητικές σε βάρος της αξιώσεις τρίτων προσώπων, τα παραπάνω, δηλώνω ότι θα τηρήσω σε όλη την διάρκεια της Εργασίας μου με την επιχείρηση -γνωρίζοντας καλά τις νόμιμες συνέπειες μη τήρησης της επαγγελματικής εχεμύθειας και απορρήτου, αλλά αετό την με οποιοδήποτε τρόπο διακοπή ή λύση της συνεργασίας μου αυτήν.
Γνωρίζω επίσης, ότι η επιχείρηση μπορεί να προχωρήσει σε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων των συνεργατών της κατά τις προβλέψεις του νομού, προκειμένου να προστατευθεί από σημαντικές απειλές, όπως η πιθανή διαρροή εμπιστευτικών πληροφοριών προς κάποιο ανταγωνιστή :ην αποδέχομαι.
Δηλώνω επίσης και αποδέχομαι ότι δεν θα καταθέτω εφεξής ενώπιον Δικαστηρίων ως μάρτυρας σε δικαστικές διενέξεις μεταξύ της εταιρίας τρίτων, κατά της εταιρίας και των στελεχών αυτής, των μετόχων και των μελών του Διοικητικού της Συμβουλίου αποκαλύπτοντας στοιχεία που υπέπεσαν στην αντίληψή μου κατά τη διάρκεια της εργασίας μου ή της γενικότερης επαφής και δράσης μου σε σχέση με την εταιρία.
Δηλώνω επίσης και αποδέχομαι ότι δεν θα προβώ εφεξής σε καταγγελίες οποιουδήποτε είδους ενώπιον οποιοσδήποτε αρχής κατά της εταιρίας και των στελεχών αυτής, των μετόχων και των μελών του Διοικητικού της Συμβουλίου και θα προστατεύω την φήμη, την ακεραιότητα και τα συμφέροντα της εταιρίας και των στελεχών αυτής, των μετόχων και των μελών του Διοικητικού της Συμβουλίου».
Γίνεται μνεία ότι σε περίπτωση παραβάσεως των όρων του παρόντος εκ μέρους του δεύτερου των συμβαλλόμενων, τότε αυτός υποχρεούται στην καταβολή ευλόγου αποζημιώσεως προς την πρώτη συμβαλλόμενη (αλλά και προς τους εταίρους και τα μέλη| του Διοικητικού της Συμβουλίου σε περίπτωση που από την πράξη τους βλαφθούν αυτά ατομικά και πέραν της πρώτης συμβαλλόμενης), η οποία θα περιλαμβάνει πέραν την χρηματικής αποζημιώσεως λόγω ηθικής βλάβης και κάθε αποθετική ή θετική ζημία που έχουν υποστεί (σε κάθε περίπτωση ακόμη και αν προσέλθει ως μάρτυρας σε εναντίον τους ποινική , αστική ή διοικητική δίκη ή σε οποιαδήποτε σχετική προδικασία ή διαδικασία).
Σημειωτέον, ότι πέρα των ανωτέρω συμφωνείται ότι ο δεύτερος των συμβαλλομένων, δεν θα παροτρύνει, καθοδηγεί, ενθαρρύνει δίνει στοιχεία ή πληροφορίες σε οποιοδήποτε τρίτο (ενδεικτικά ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οποιαδήποτε αρχή, εισαγγελική ή αστυνομική, δημόσιο ή ασφαλιστικό ταμείο, φορείς (Φυσικά ή Νομικά Πρόσωπα) ώστε να προβαίνουν σε καταγγελίες, μηνύσεις, διαδόσεις φημών, παροχή στοιχείων, μαρτυρικές καταθέσεις κτλ. Κάθε δε παράβαση του παρόντος όρου δημιουργεί τις αυτές υποχρεώσεις αποζημιώσεως σε βάρος του δεύτερου συμβαλλόμενου και υπέρ της πρώτης (αλλά και προς τους εταίρους και τα μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου σε περίπτωση που από την πράξη τους βλαφθούν αυτά ατομικά και πέραν της πρώτης συμβαλλόμενης) που προβλέπονται και ορίζονται στην παραπάνω παράγραφο.
7.Αμφότεροι οι συμβαλλόμενοι δηλώνουν ρητά και απερίφραστα ότι το κάτωθι αποτέλεσμα του μεταξύ τους συμβιβασμού είναι αποτέλεσμα γονίμου και ελευθέρας συζητήσεως και διαπραγματεύσεως, συμφωνίας αμφτυέρων και μάλιστα αφού το σύνολο της συμφωνίας και των επιμέρους όρων της ελέγχθηκε από τους νομικούς συμβούλους εκάστου εξ αυτών κατά το χρονικό διάστημα από την 25-10-2013 έως τη σήμερον.
8.ΝΟΜΙΚΟ ΜΕΡΟΣ. Επιπλέον, αμφότεροι οι συμβαλλόμενοι-αιτούντες δηλώνουμε ότι γνωρίζουμε ότι εν προκειμένω και ενόψει της επίλυσης της παρούσης διαφοράς, δεν υφίσταται νομικά σύμβαση εργασίας αλλά ο δεύτερος συμβαλλόμενος προέβαινε προς την πρώτη συμβαλλόμενη σε παροχή υπηρεσιών και δη φύλαξης κατά τα ανωτέρω, επομένως υπήρχε σύμβαση έργου, για αυτόν δε τον λόγο προβαίνουμε στην κατάθεση της παρούσας ενώπιον Σας και με δεδομένο ότι καμία παραίτηση από κανένα εργασιακό δικαίωμα του δεύτερου συμβαλλομένου δεν υφίσταται εν προκειμένω. Ειδικότερα:
Σύμφωνα με τα άρθρα 209 έως 214 του Κ.Πολ.Δ, που ορίζουν, μεταξύ άλλων, ότι ο ειρηνοδίκης εξετάζει μαζί με τους ενδιαφερομένους ολόκληρη τη διαφορά, εκτιμά ελεύθερα τα διάφορα πραγματικά περιστατικά και μπορεί να συλλέγει αποδείξεις και γενικά ενεργεί οποιαδήποτε πράξη για να διευκρινιστεί η διαφορά (άρθρο 210 παρ. 1), ότι ο συμβιβασμός έχει όλα τα αποτελέσματα του δικαστικού συμβιβασμού (άρθρο 212 παρ. 4) και ότι δεν γίνεται απόπειρα συμβιβασμού και θεωρείται ότι δεν υποβλήθηκε ποτέ η αίτηση συμβιβαστικής επέμβασης αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του ουσιαστικού δικαίου για να είναι έγκυρος ο συμβιβασμός (άρθρο ^ 13). Εξάλλου, κατά το άρθρο 871 εδ. a Α.Κ. με τη σύμβαση του συμβιβασμού οι συμβαλλόμενοι διαλύουν με αμοιβαίες υποχωρήσει; μια φιλονικία τους ή μια αβεβαιότητα για κάποια έννομη σχέση.
Ο συμβιβασμός ενώπιον του Ειρηνοδίκη κατά τα ανωτέρω όπιο; και κάθε δικαστικός συμβιβασμός έχει διφυή χαρακτήρα, αποτελεί δηλαδή σύμβαση του ιδιωτικού δικαίου με έννομο αποτέλεσμα τη διάλυση της έριδας ή αβεβαιότητας για την επίδικη έννομη σχέση, και μαζί διαμορφωτική διαδικαστική πράξη που έχει έννομες συνέπειες την κατάργηση της εκκρεμοδικίας και τη δημιουργία εκτελεστού ςίτλου (άρθρο 904 παρ. 2γ Κ.Πολ.Δ.).
Επιπλέον:
Α. Κατά την ελληνική νομολογία το στοιχείο της εξαρτήσεως εκδηλώνεται με την υποχρέωση του εργαζομένου να συμμορφώνεται στις οδηγίες του εργοδότη κατά την παροχή της εργασίας.
Συγκεκριμένα «σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας υπάρχει όταν ο μισθωτός παρέχει την εργασία του με αμοιβή, ανεξαρτήτως του τρόπου, κατά τον οποίο προσδιορίζεται αυτή και υποβάλλεται στη [νομική εξάρτηση του εργοδότη, η οποία εκδηλώνεται δια του δικαιώματος αυτού προς άσκηση εποπτείας και ελέγχου της εργασίας, ως προς παροχήν οδηγιών περί του χρόνου, τόπου και τρόπου παροχής αυτής.
Οι δε παρεπόμενες από τον εργοδότη οδηγίες είναι δεσμευτικές για τον εργαζόμενο, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να τις ακολουθεί και να δέχεται την άσκηση του ελέγχου για διαπίστωση της συμμορφώσεως του προς αυτές» (βλ. ενδεικτικά ΑΠ 475/93, ΔΕΝ 1993, 1054, ΑΠ| 947/92, ΔΕΝ 1994, 283, ΑΠ 602/88, ΔΕΝ 1989, 36).
Ειδικότερα, από τις διατάξεις των άρθρων 648 και 652 ΑΚ και| 6 του ν. 765/1943, που κυρώθηκε με την 324/1946 Π.Υ.Σ και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (άρθρ. 38 ΕισΝΑΚ), συνάγεται ότι
σύμβαση εξαρτημένης εργασίας υπάρχει, όταν οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας που συμφωνήθηκε και στο μισθό, ανεξάρτητα από τον τρόπο πληρωμής του, και ο εργαζόμενος υπόκειται σε νομική και προσωπική εξάρτηση από τον εργοδότη, που εκδηλώνεται με το δικαίωμα του τελευταίου να δίνει δεσμευτικές για τον εργαζόμενο εντολές και οδηγίες, ως προς τον τρόπο, τόπο και χρόνο παροχής της εργασίας και να ασκεί εποπτεία και έλεγχο για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης του εργαζομένου προς αυτές. Η υποχρέωση μάλιστα του εργαζομένου να δέχεται τον έλεγχο του εργοδότη και να συμμορφώνεται προς τις οδηγίες του ως προς τον τρόπο παροχής της εργασίας, αποτελεί το βασικό γνώρισμα της ως άνω εξάρτησης, η οποία μπορεί να είναι χαλαρότερη στις περιπτώσεις που ο εργαζόμενος αναπτύσσει πρωτοβουλία κατά την εκτέλεση της εργασίας του, λόγω των επιστημονικών ή ειδικών γνώσεων και του αντικειμένου της εργασίας, αλλά θα πρέπει να υπάρχει για να θεωρηθεί η εργασία ως εξαρτημένη( ΟλΑΠ 28/2005).
Β. Η σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών εμφανίζει τις μεγαλύτερες ομοιότητες με τη σύμβαση εξηρτημένης εργασίας. Με τη σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών ο απασχολούμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να παρέχει την εργασία του στον εργοδότη για ορισμένο ή αόριστο διάστημα έναντι μισθού, όπως δηλαδή και στη σύμβαση εξηρτημένης εργασίας.
Γ. Ο Αστικός Κώδικας (αρθρ. 648 ΑΚ) στον ορισμό για τη μίσθωση εργασίας περιλαμβάνει και τις δύο αυτές συμβάσεις. Η διαφορά μεταξύ του; συνίσταται στο ότι στη σύμβαση εξηρτημένης εργασίας ο εργαζόμενος δεσμεύεται από τις οδηγίες του εργοδότη, σχετικά με τον τρόπο, χρόνο και τόπο παροχής της εργασίας και δέχεται την άσκηση ελέγχου προς διαπίστωση της συμμορφώσεως του. Αντίθετα επί της συμβάσεως ανεξαρτήτων υπηρεσιών ο εργαζόμενος κατά κανόνα δεν
δεσμεύεται από τις οδηγίες του λήπτη της εργασίας, σχετικά με τα παραπάνω στοιχεία, ούτε υποβάλλεται στο διευθυντικό του δικαίωμα αλλά οφείλει να προσφέρει την εργασία του κατά τους όροι συμβάσεως (Γ. Λεβέντη, ατομικό εργατικό δίκαιο, σ. 21 επ.).
Δ. Ο τρόπος πληρωμής του απασχολούμενου π.χ. με έκδοση δελτίου παροχής υπηρεσιών ή η ασφάλιση στο ΤΕΒΕ ή στο ΙΚΑ (που προϋποθέτει σύμβαση εξαρτημένης εργασίας), αποτελούν επουσιώδη κριτήρια, τα οποία πάντως συνεκτιμώνται από το δικαστήριο, προς ενίσχυση της κρίσεως του (πρβλ. ΕφΠειρ 810/92, ΕΕΔ 1993, 151, Ε|φΑΘ 277/97, ΔΕΝ 1999, 291, ΜΠρΠειρ 336/02, αδημ.).
Ε. Γίνεται μνεία ότι η ανωτέρω σύμβαση του άρθρου 648 IΑΚ, διακρίνεται από την αναφερόμενη στο άρθρο 681 ΑΚ σύμβαση μίσθωσης έργου, επί της οποίας δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξει^ του εργατικού δικαίου, κυρίως ως προς το ότι με την σύμβαση εργασίας οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην εργασία, που θα παρέχεται σε ορισμένο ή αόριστο χρόνο, ενώ με τη σύμβαση έργου οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην επίτευξη του συμφωνηθέντος τελικού αποτελέσματος, η πραγμάτωση του οποίου συνεπάγεται την αυτόματη λύση της μεταξύ των συμβαλλομένων συμβατικής σχέσης. Σε κάθε περίπτωση την μίσθωση έργου χαρακτηρίζει η έλλειψη εξάρτησης από τον κύριο του έργου, αφού ο εργολάβος έχει την πρωτοβουλία στην εκτέλεση αυτού, επιλέγοντας το χρόνο και τον τρόπο εκτέλεσής του μέσα στις συμβατικές προθεσμίες, χωρίς να υποχρεούται να συμμορφώνεται προς τις οδηγίες και εντολές του κυρίου του έργου, μη υποκείμενος στον έλεγχό Περαιτέρω, ο χαρακτηρισμός της σύμβασης ως εξαρτημένης εργασίας ή έργου δεν εξαρτάται από τον χαρακτηρισμό που δίδεται σε αυτή από τους διαδίκους, αλλά αποτελεί έργο του δικαστηρίου, το οποίο σχηματίζει κρίση του για το χαρακτήρα της σύμβασης από το σύνολο αποδεικτικών μέσων (ΟλΑΠ 19/2007).
Γίνεται μνεία ότι κατά την παρούσα αίτηση όσο και στο προς γραφή και επικύρωση Πρακτικό Συμβιβασμού δυνάμει αυτής, παρευρέθη μεταφραστής που μετέφρασε από τα ελληνικά στην γλώσσα κατανοεί ο δεύτερος συμβαλλόμενος καθώς και πληρεξούσιος δικηγόρος του δεύτερου συμβαλλόμενου.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη δίνουν διά της παρούσης ότι γενικότερα ουδεμία απαίτηση ή αξίωση οποιαδήποτε φύσεως διατηρούν το ένα έναντι του άλλου άλλως παραιτούνται ρητώς διά του παρόντος από κάθε εκάστη τέτοια και γράφουν το παρόν ως ακολούθως.
Η Ειρηνοδίκης επικυρώνει το πρακτικό συμβιβασμού, το οποίο κηρύσρεται τίτλος εκτελεστός. Συντάχθηκε το παρόν πρακτικό και υπογράφεται ως ακολούθως:
Η Ειρηνοδίκης Η Γραμματέας