fb-pxl-img
ΜΕΝΟΥ

Περίληψη

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΕΝΟΧΙΚΟ ΤΜΗΜΑ – ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 1190 /2007
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αικατερίνη Διακουμάκου, Πρωτόδικη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου της Διοικήσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών και από το Γραμματέα Νικόλαο Μόσσορα.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Δεκεμβρίου 2006 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Της ενάγουσας : εταιρείας με την επωνυμία «__________  ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ» με το διακριτικό τίτλο «__________ ΕΤΑΙΡΕΙΑ __________ », η οποία έχει την έδρα της στο ___________  ____________ και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου από την πληρεξούσια δικηγόρο της, Παρασκευή Κουπλίδου.

Του εναγομένου : __________  __________  του __________ , κατοίκου __________  Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Βουτσινά.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 22-3-2004 αγωγή της που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό καταθέσεως 41380/2004 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου 1975/2004, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 20ης-10-2005 οπότε και η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησήν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.

 

Μελέτησε τη δικογραφία.
Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο.

Ι. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 79 του Ν. 5960/1933, 297, 298 και 914 Α.Κ συνάγεται ότι αυτός που εκδίδει επιταγή σε διαταγή γνωρίζοντας ότι δεν έχει αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια στην πληρώτρια Τράπεζα ζημιώνει τον κομιστή από τη μη πληρωμή της επιταγής κατά την
εμφάνισή της παρά το νόμο, ήτοι εναντίον της διατάξεως του άρθρου 79 του Ν.5960/1933, που χαρακτηρίζει την πράξη αυτή του εκδότη και ως ποινικό αδίκημα. Επομένως είναι υποχρεωμένος κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών σε αποζημίωση του κομιστή, διότι η τελευταία αυτή διάταξη έχει θεσπιστεί για να προστατεύσει όχι μόνο το δημόσιο συμφέρον, αλλά, συγχρόνως, και το ατομικό συμφέρον του δικαιούχου της επιταγής (Α.Π 1262/1993 Ελλ.Δνη 36.157, Α.Π 218/1962 ΝοΒ 10.801, Εφ. Αθ. 10201/1996 Ελλ.Δνη 38.899, Εφ.ΑΘ. 687/1978 ΝοΒ 26.1240, Π.Πρ.Πειρ. 1378/1996, αδημ.).Περαιτέρω κατά τη σαφή έννοια της διατάξεως του άρθρου 71 του Α.Κ., το νομικό πρόσωπο ευθύνεται από τις πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων πού το αντιπροσωπεύουν, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους είχαν ανατεθεί και δημιουργεί υποχρέωση αποζημιώσεως. Στην περίπτωση δε που η πράξη ή η παράλειψη του αρμόδιου οργάνου είναι υπαίτια και παράγει υποχρέωση αποζημιώσεως, τότε ευθύνεται και αυτό σε ολόκληρο με το νομικό πρόσωπο. Δηλαδή, το καταστατικό όργανο έχει πρόσθετη μετά του νομικού προσώπου υποχρέωση, ανεξάρτητη, όμως, αυτής του νομικού προσώπου (Α.Π. 1285/1980). Ειδικότερα, επί ανώνυμης εταιρίας, οι διοικούντες αυτή, δεν έχουν μεν προσωπική υποχρέωση για χρέη της εταιρίας, είναι, όμως, δυνατή η ευθύνη των διοικούντων την εταιρία προσωπικά από αδικοπραξία κατά το άρθρο 914 του Α.Κ., αφού η αρχή της μη ευθύνης των διοικούντων ανώνυμη εταιρία κάμπτεται και δεν ισχύει όταν υπάρχει πταίσμα αυτών από αδικοπραξία, βάσει των γενικών αρχών (Α.Κ.914), οπότε υφίσταται ευθύνη τους. Έτσι, επί εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής από νομικό πρόσωπο, υπόχρεος σε αποκατάσταση της σχετικής ζημίας του κομιστή της είναι (πλέον του νομικού προσώπου) και ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτού, πού υπέγραψε την επιταγή, εν     γνώσει της     μη            υπάρξεως αντικρίσματος κατά τον χρόνο -τηςεκδόσεωςήτης πληρωμής (Α.Π. 29/2006 ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 25/2000 ΝΟΜΟΣ).

ΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση με την υπό κρίση αγωγή, η ενάγουσα ζητεί, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας με την επωνυμία «__________ __________ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ» λόγω του αδικήματος της εκδόσεως τριών (3) ακάλυπτων επιταγών, όπως αυτές λεπτομερώς εκτίθενται στην υπό κρίση αγωγή, να της καταβάλει ως αποζημίωση για τη ζημία την οποία υπέστη, το συνολικό ποσό των 18.956,36 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Ζητεί επίσης να απαγγελθεί εναντίον του εναγομένου προσωπική του κράτηση διάρκειας ενός (1) έτους ως μέσον αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και τέλος να καταδικαστεί στην πληρωμή των δικαστικών της εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, η οποία είναι ορισμένη απορριπτόμενου του σχετικού ισχυρισμού του εναγόμενου περί του αντιθέτου, παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρ. 9, 14 παρ.2, 22, 37 παρ.1 Κ.Πολ.Δ) για την εκδίκασή της κατά την τακτική διαδικασία και είναι νόμιμη. Στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων που αναφέρθηκαν στη μειζονα της παρούσας σκέψη, καθώς και σε εκείνες των άρθρων 298, 346, 914 Α.Κ, 79 ν. 5950/33, όπως αντικ. και ισχύει από το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 3472/06, 907, 908, 176 και 1047 του Κ.Πολ.Δ. Πρέπει, επομένως η υπό κρίση αγωγή, να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της δεδομένου οτι για το παραδεκτό της καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τα ανάλογα ποσοστά υπέρ τρίτων [(βλ. σχ. τα υπ’ αριθμ. 027721, 093413, 113060 και 113061 Σειράς Α αγωγόσημα με τα επικολλημένα ένσημα)].

ΙΙΙ.Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της ενάγουσα5(ο εναγόμενος δεν εξέτασε….μάρτυρα)            που εξετάστηκε         στο. ακροατήριο        του      Δικαστηρίου,  η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης τούτου και εκτιμάται κατά το λόγο γνώσης και βαθμό αξιοπιστίας του εξετασθέντος, και από όλα τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, από τις ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται απο τις έγγραφες προτάσεις τους, καθώς και τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως λαμβάνει υπόψη του, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: Ο εναγόμενος είναι νόμιμός εκπρόσωπος, Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου και διευθύνων σύμβουλος, της εταιρείας με την επωνυμία «__________  __________ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ». Με την ιδιότητά του αυτή στα πλαίσια των καθηκόντων του και υπό την επωνυμία της ως άνω ανώνυμης εταιρείας εξέδωσε εις διαταγήν της ενάγουσας και της παρέδωσε τρεις δίγραμμες μεταχρονολογημένες επιταγές, την με αριθμό  __________ και την με αριθμό __________  της «ΤΡΑΠΕΖΑΣ __________  Α.Ε» και την με αριθμό __________  της «__________  BANK Α.Ε», ποσού 6.000 ευρώ, 3.207,10 ευρώ και 9.749,26 ευρώ αντίστοιχα. Τις ως άνω επιταγές η ενάγουσα τις μεταβίβασε με οπισθογράφηση λόγω ενεχύρου στην «__________  BANK Α.Ε» την πρώτη και στη «ΓΕΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ __________ Α.Ε» τη δεύτερη και τρίτη, οι οποίες, αν και εμφανίστηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα προς πληρωμή και συγκεκριμένα στις 9-3-2004 η πρώτη, στις 26-2-2004 η δεύτερη και στις 18-2-2004 η τρίτη, δεν πληρώθηκαν λόγω ελλείψεως διαθεσίμων κεφαλαίων. Το γεγονός αυτό ύστερα από σχετική εξουσιοδότηση των πληρωτριών Τραπεζών, βεβαιώθηκε στο σώμα των ως άνω επιταγών με σχετικές σημειώσεις των υπαλλήλων της «__________  BANK Α.Ε» και της «ΤΡΑΠΕΖΑΣ __________ Α.Ε» στις 12-3-2004 για την πρώτη, στις 27-2-2004 για τη δεύτερη και στις 20-2-2004 για την τρίτη,αντίστοιχα. Μετά την εμφάνιση των ως άνω επιταγών και την μη πληρωμή τους ανέλαβε εκ νέου η ενάγουσα τις ως άνω επιταγές και έτσι          κατέστη          νόμιμη κομίστρια τούτων. Ο εναγόμενος με την ιδιότητα, του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας με την επωνυμία «__________  __________ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ», ο οποίος έθεσε την υπογραφή του στη θέση του εκδότη των ως άνω επιταγών υπό την επωνυμία της τελευταίας, γνώριζε τόσο κατά το χρόνο της εκδόσεως και παραδόσεως των ως άνω επιταγών όσο και κατά το χρόνο εμφανίσεώς τους ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια προς πληρωμή αυτών (των επιταγών).

Ο ισχυρισμός δε του εναγομένου ότι η ενάγουσα δεν νομιμοποιείται ενεργητικά προς άσκηση της υπό κρίση αγωγής για το λόγο ότι αποτελεί δικαιούχο αποζημίωσης από αδικοπραξία κατά τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, αφού αποτελεί εξ αναγωγής κομίστρια της επιταγής κατόπιν εξοφλήσεως και όχι ως εμφανίσασα προς είσπραξη των επιταγών, πρέπει ν’ απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον σύμφωνα με την παράγραφο 5 εδ.β’ του άρθρου 79 του ν. 5960/33, όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει από το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 3472/06, ο εξ αναγωγής υπόχρεος, ο οποίος εξόφλησε την επιταγή δικαιούται να λάβει αποζημίωση σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα αδικοπραξίες (άρθρο 914 επ.). Συνακόλουθα ως ουσιαστικά αβάσιμοι σύμφωνα και με όσα αναπτύχθηκαν στην μείζονα σκέψη της παρούσας, πρέπει ν’ απορριφθούν οι ισχυρισμοί του εναγομένου αφενός ότι η ενάγουσα δεν υπέστη καμία ζημία και μάλιστα άμεση από τον ίδιο και αφετέρου δεν πρέπει να τον ενάγει ως νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρείας με την επωνυμία «__________  __________ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ» λόγω του παρακολουθηματικού χαρακτήρα της ενδεχόμενης ‘ενοχής του ως φυσικού προσώπου, ενόψει του γεγονότος ότι ο εναγόμενος ένήχθη για τη δική του αδικοπρακτική κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ως καταστατικού οργάνου της εταιρείας, συμπεριφορά, για την οποία ευθύνεται σε αποζημίωση.

Συνεπώς, ο εναγόμενος, αφού εξέδωσε υπό την επωνυμία της εταιρείας, της οποίας ήταν νόμιμος εκπρόσωπος, τις ως άνω επιταγές  γνωρίζοντας ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια τόσο κατά το χρόνο έκδοσης όσο και κατά το χρόνο πληρωμής των επιταγών έχει ποινική ευθύνη για το αδίκημα αυτό, ζημίωσε δε την ενάγουσα κατά τις διατάξεις του ν. 5960/1933, κατά το συνολικό ποσό των 18.956,36 Ευρώ, το οποίο αρνείται να καταβάλει στην ενάγουσα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 18.956,36 Ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Περαιτέρω το αίτημα, όπως διαταχθεί η προσωπική κράτηση του εναγομένου ως μέσον αναγκαστικής εκτέλεσης της παρούσας, πρέπει ν’ απορριφθεί, καθόσον στην υπό κρίση περίπτωση δεν συντρέχει απο πλευράς ουσίας, νόμιμη προς τούτο περίπτωση, αφού δεν προέκυψε οτι ο τελευταίος (εναγόμενος) στερείται περιουσιακών στοιχείων (βλ. Εφ. Ναυπλ. 134/1990 Ε.Συγκ.Δ. 1992.244, Εφ.ΑΘ. 5623/1989 Ε.Συγκ.Δ. 1990.510, Εφ.ΑΘ. 3653/1986 Αρχ.Ν. 38.284). Όσον αφορά το αίτημα για την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής το Δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι που επιβάλλουν την προσωρινή εκτέλεση και ότι η επιβράδυνσή της (εκτέλεσης) είναι δυνατό να επιφέρει σημαντική ζημία στην ενάγουσα, γι’ αυτό το σχετικό αίτημα πρέπει να γίνει δεκτό. Τέλος, ο εναγόμενος πρέπει λόγω της ήττας του να καταδικαστεί στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας (άρθρο 176 Κ.Πολ.Δ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

Δέχεται την αγωγή.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των δέκα οκτώ χιλιάδων εννιακοσίων πενήντα έξι ευρώ και τριάντα έξι λεπτών (18.956,36) με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Κηρύσσει την απόφαση προσωρινά εκτελεστή.

Καταδικάζει τον εναγόμενο στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του έκτακτα στις 3 Απριλίου 2007, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων του.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                                Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

offices-map

Τα Γραφεία μας

Η “OΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ” ασχολείται με πάνω από 100 Νομικούς Τομείς και διατηρεί Δεκατέσσερα (14) γραφεία σε Έντεκα (11) χώρες:

Αλιεύστε την Εταιρική Παρουσίαση μας
Επικοινωνία