Περίληψη
Μ.Ε
Αριθμός 73 /2009
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΝΙΚΑΙΑΣ
Αποτελούμενο από την Ειρηνοδίκη Νίκαιας Αικατερίνη Μπανίκα και τη Γραμματέα Ευτυχία Φερεντίνου.
Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 18-22009, για να δικάσει την από 9-10-2007 και με αριθμό πράξης κατάθεσης 283/2007 αγωγή.
Του ενάγοντος: __________ __________ , κάτοικου Νίκαιας Αττικής, που παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Παναγιώτη Μαδημένου.
ΚΑΤΑ
Του εναγόμενου: __________ __________ , κατοίκου Αθηνών, που παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας του δικηγόρου Ιωάννας Μαρώση.
Της αγωγής αυτής δικάσιμος ορίσθηκε με την από 11 – 10-2007 σημείωση του αρμόδιου Γραμματέα, η 13-2-2008 κατά την οποία ματαιώθηκε. Ο ενάγων επανέφερε την αγωγή του προς συζήτηση με την από 14-2-2008 και με αριθμό πράξης κατάθεσης 21/2008 κλήση του. Δικάσιμος δε προ τούτο ορίσθηκε με την από 20-2-2008 η 8-1 0-2008 κατά την οποία ματαιώθηκε εκ νέου. Ο εναγόμενος επανέφερε την αγωγή του ενάγοντος προς συζήτηση με την από 13-10-200έ και με αριθμό πράξης κατάθεσης 93/2008 κλήση του. Δικάσιμος δε προς τούτο ορίσθηκε με την από 14-10-2008 σημείωση του αρμοδίου Γραμματέα αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας κατά την οποία:
Αφού εκφωνήθηκε η υπόθεση από τη σειρά του αντίστοιχου πινακίου και άκουσε όσα περιλαμβάνονται στα σχετικά πρακτικά.
Μελέτησε τη δικογραφία
Σκέφτηκε σύμφωνα με το Νόμο.
Από τις διατάξεις των άρθρων 681, 688 έως 690 και 694 Α.Κ., συνάγεται : α) ότι ο εργολάβος δικαιούται αμοιβή από την παράδοση του έργου στον εργοδότη ή την προσήκουσα προσφορά του σε αυτόν, ακόμη και αν εκείνος αρνηθεί την παραλαβή του, β) ότι η παράδοση και η παραλαβή του έργου προϋποθέτει την περάτωση ή την εκτέλεσή του, που υπάρχει εάν έχουν περατωθεί όλες οι συμφωνημένες εργασίες, γ) ότι ο εργολάβος δεν δικαιούται αμοιβή, μόνο αν το έργο που παραδόθηκε είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο που συμφωνήθηκε, οπότε δεν υπάρχει ούτε μερική εκπλήρωση της παροχής (Α.Π 413 /1993 Ελ Δνη 36, 326) και δ) ότι, αν το έργο είναι αυτό που συμφωνήθηκε και απλώς έχει επουσιώδη ή ουσιώδη ελαττώματα ή του λείπουν οι συμφωνημένες ιδιότητες, ο εργοδότης δεν έχει την ένσταση της μη εκπλήρωσης της σύμβασης του άρθρου 374 Α.Κ., αλλά έχει μόνο τα δικαιώματα που προβλέπουν οι ειδικές διατάξεις των άρθρων 688, 690 ΑΚ (Α.Π 976/1986 ΝοΒ 35, 1223), οι οποίες υπερισχύουν ως ειδικές (εφ Πειρ 595/1997 Δνη 40,430). Κατά τις ειδικές αυτές διατάξεις εάν τα ελαττώματα είναι επουσιώδη, δηλαδή δεν καθιστούν το έργο άχρηστο, αλλά απλώς παραβλάπτουν τη χρήση του (ΑΠ 279/82 ΝοΒ 20, 1031), δικαιούται ο εργοδότης να ζητήσει είτε τη διόρθωσή τους μέσα σε εύλογη προθεσμία, εφόσον η διόρθωση δεν απαιτεί δυσανάλογες δαπάνες, είτε ανάλογη μείωση της αμοιβής, ενώ, εάν τα ελαττώματα είναι ουσιώδη ή λείπουν οι συμφωνημένες ιδιότητες, δικαιούται να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση. Ο εργοδότης, εφόσον παραδόθηκε το συμφωνημένο και όχι διαφορετικό έργο, δεν δικαιούται να αρνηθεί να καταβάλλει την αμοιβή, αν δεν ασκήσει τα δικαιώματα αυτά, που περιοριστικά προβλέπουν οι ως άνω ειδικές διατάξεις (Εφ Αθ 777/1990 Αρμ 44, 951), διότι, αλλιώς, ο ισχυρισμός του για την ύπαρξη ελλείψεων, είναι αλυσιτελής και χωρίς έννομη επιρροή (Εφ Αθ 2487/1994 Αρμ 49, 891), ούτε το δικαστήριο μπορεί να προβεί αυτεπάγγελτα στη μείωση της αμοιβής (εφ Αθ 4234/1986 ΝοΒ 35, 40). Περαιτέρω, το δικαίωμα υπαναχώρησης από τη σύμβαση ή μείωσης της αμοιβή για το οποίο αρκεί και αντικειμενική ευθύνη (εφ Αθ 12669/1989 Δνη 35, 40), μπορεί να ασκηθεί και με ένσταση (εφ Αθ 2171/1983 Αρχ Ν 34, 265), η οποία, όσον αφορά τη μείωση της αμοιβής, πρέπει να εκθέτει τα στοιχεία προσδιορισμού της μείωσης αυτής, δηλαδή, ποια είναι η αξία του έργου χωρίς ελάττωμα και ποια με το ελάττωμα, για να προκύψει από τη διάφορά τους το ποσό της μειώσεως (Α.Π 1468/1998 Δνη 40, 63ψ Τέλος, πρέπει να λεχθεί ότι από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68 και 216 παρ 1 ΚΠολΔικ., προκύπτει ότι για τη νομιμοποίηση των διαδίκων προς διεξαγωγή συγκεκριμένης δίκης, αρκεί ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι αυτός και ο εναγόμενος είναι τα υποκείμενα της επίδικης έννομης σχέσης (δηλαδή ο ενάγων φορέας του ασκούμενου επίδικου δικαιώματος και ο εναγόμενος φορέας της αντίστοιχης υποχρέωσης), χωρίς να ασκεί επιρροή στο θέμα της νομιμοποίησης η τυχόν αναλήθεια του ισχυρισμού αυτού, η αμφισβήτηση δε από τον εναγόμενο των πραγματικών περιστατικών, που επικαλείται ο ενάγων για τη θεμελίωση του ίδιου ισχυρισμού, συνιστά όχι ένσταση έλλειψης νομιμοποίησης αλλά άρνηση της ιστορικής βάσης της αγωγής, η οποία (αγωγή), αν αποδειχτεί η αναλήθεια του παραπάνω αγωγικού ισχυρισμού, θα απορριφθεί όχι για έλλειψη νομιμοποίησης, αλλά ως αβάσιμη για ανυπαρξία του επίδικου δικαιώματος (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη αρ. 68 αρ 3, ΑΠ 871/2003 Δνη 44, 162, ΑΠ 602/2002 Δνη 43, 1679).
Επομένως, σύμφωνα με όσα προαναφέρονται, στην αγωγή του εργολάβου για καταβολή της αμοιβής του, νομιμοποιείται παθητικά αυτός, που κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, είναι ο εργοδότης για καταβολή της αμοιβής. Στην προκειμένη περίπτωση με την κρινόμενη αγωγή, η οποία επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 13-10-2008 κλήση, μετά τη ματαίωση της ορισθείσης δικασίμου της 8-10-2008, ο ενάγων εκθέτει ότι το Σεπτέμβριο του 2006 στη Νίκαια, κατήρτισε με τον εναγόμενο σύμβαση μισθώσεως έργου, δυνάμει της οποίας ανέλαβε την υποχρέωση να κατασκευάσει και τοποθετήσει στην οικία του δεύτερου τα ντουλάπια της κουζίνας, τους πάγκους και το νεροχύτη, αντί συνολικής αμοιβής 7000 ευρώ. Στη συνέχεια, με άλλες προφορικές συμφωνίες τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του ίδιου έτους, του ανατέθηκε η κατασκευή δύο ντουλαπών και ενός γραφείου αντί του ποσού των 5.200 ευρώ και η κατασκευή 2 επίπλων μπάνιου αντί των 2.200 ευρώ. Στο τέλος δε του έτους συμφωνήθηκε η τοποθέτηση ενός καθρέπτη μπάνιου αντί του ποσού των 270 ευρώ και η επιδιόρθωση των Ουρών και παραθύρων αντί του ποσού των 450 ευρώ. Ότι το Μάρτιο του 2007 ο ενάγων αποπεράτωσε πλήρως την κατασκευή του έργου που ανέλαβε και το παρέδωσε στον εναγόμενο, πλην όμως ο τελευταίος του κατέβαλε μόνο το ποσό των 7000 ευρώ και αρνείται να του καταβάλλει το υπόλοιπο της συμφωνηθείσας αμοιβής του που ανέρχεται σε 9.200,03 ευρώ στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και 1083 ευρώ για ΦΠΑ επί τιμολογίου 5.700 ευρώ που είχε εκδώσει ο ενάγων. Με βάση τα παραπάνω ζητεί να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του καταβάλλει το προαναφερόμενο ποσό με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Περαιτέρω ζητεί να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική του δαπάνη. Έχοντας το προαναφερόμενο περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή, γι| |η συζήτηση της οποίας καταβλήθηκαν τα νόμιμα τέλη, μεταξύ των οποίων και το απαιτούμενο δικαστικό ένσημο (βλ. υπ’ αριθμ 133416 και 37905 αγωγόσημα), αρμόδια καθ’ ύλην και κατά τόπο φέρεται να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την τακτική διαδικασία (αρθ 14 παρί και 33 ΚΠολΔικ). Ο εναγόμενος παρά τον αντίθετο ισχυρισμό του, νομιμοποιείται παθητικά, αφού κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς αυτός είναι ο φορέας της επίδικης υποχρέωσης προς τον εργολάβο ενάγοντα ως εργοδότης. Η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και ο αντίθετος περί αοριστίας ισχυρισμός του εναγομένου, ο οποίος δικονομικά λειτουργεί όχι ως ένσταση αλλά ως αιτιολογημένη άρνηση διαδικαστικής προϋπόθεσης (ΑΠ 577/99 Δνη 41, 43), δεν είναι βάσιμος αφού στηρίζεται στην εσφαλμένη προϋπόθεση ότι στην αγωγή έπρεπε να εμπεριέχονται και άλλα στοιχεία (όπως αν τα υλικά τα χορήγησε ο ενάγων και ποια ήταν αυτά κλπ), που, όμως δεν απαιτούνται, αφού για το ορισμένο της συγκεκριμένης αγωγής πρέπει (και αρκεί), σύμφωνα με το άρθρο 216 παρ 1 ΚΠολΔ να εκθέτονται σ’ αυτή τα ουσιώδη στοιχεία της συμβάσεως (συμφωνηθέν έργο, αμοιβή και χρόνος παραδόσεώς του), χωρίς να απαιτείται για το ορισμένο της περισσότερη εξειδίκευση των επιμέρους χρησιμοποιηθέντων υλικών, εφόσον κατά τα εκτιθέμενα σ’ αυτή, τα διάδικα μέρη, έχοντας αποβλέψει στην κατασκευή του έργου και όχι στην πώληση των υλικών, κατήρτισαν σύμβαση μισθώσεως έργου. Εξάλλου, η αγωγή είναι και νόμιμη γιατί στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 361, 681 επ, 694, 346 ΑΚ 907, 908 και 176 ΚΠολΔικ.
Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί αν είναι και κατ’ ουσίαν βάσιμη. Από την ανωμοτί εξέταση του ενάγοντος, την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα του εναγομένου στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά, τους ισχυρισμούς των διαδίκων και τα προσκομιζόμενα από αυτούς έγγραφα, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγουν είναι ξυλουργός και αναλαμβάνει την κατασκευή και τοποθέτηση επίπλων κουζίνας, μπάνιου, ντουλαπών κλπ, διατηρώντας προς το σκοπό αυτό εργαστήριο στη Νίκαια Αττικής. Το Σεπτέμβριο του 2006 ο ενάγων κατάρτισε προφορικά με τον εναγόμενο, που ενεργούσε ατομικά και όχι με την ιδιότητα του νόμιμου εκπροσώπου της εταιρίας με την επωνυμία «__________ ΕΠΕ», όπως αβάσιμα ο ίδιος ισχυρίζεται, σύμβαση μισθώσεως έργου, δυνάμει της οποίας ανέλαβε την υποχρέωση να κατασκευάσει και να τοποθετήσει στην οικία του τελευταίου τα ντουλάπια της κουζίνας, τύπου λάκα, μαζί με τους πάγκους, έναν καθρέπτη και έναν ανοξείδωτο νεροχύτη, αντί του ποσού των 7000 ευρώ. Στη συνέχεια κατά την πορεία της εκτέλεσης των εργασιών οι διάδικοι κατάρτισαν νέες συμβάσεις, προς το σκοπό εκτελέσεως συμπληρωματικών εργασιών. Έτσι, συμφωνήθηκε τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο του 2006 η κατασκευή και τοποθέτηση δύο ντουλαπών και ενός γραφείου – βιβλιοθήκη αντί του ποσού των 5.200 ευρώ και η κατασκευή δύο επίπλων μπάνιου αντί του ποσού των 2.200ευρώ, ενώ στο τέλος του έτους συμφωνήθηκε η κατασκευή και τοποθέτηση ενός καθρέπτη μπάνιου – WC αντί του ποσού των 270 ευρώ. Ως αμοιβή του συνόλου των εργασιών συμφωνήθηκε το ποσό των 14.670 ευρώ. (7000 + 2.200 + 270). Το κονδύλιο των 450 ευρώ που αφορά επισκευή θυρών και παραθύρων δεν αποδείχθηκε και πρέπει να απορριφθεί, όπως πρέπει να απορριφθεί και το κονδύλιο τιον 1083 ευρώ για ΦΠΑ του υπ’ αριθμ 25/28-12-2006 τιμολογίου που είχε εκδώσει ο ενάγων στο όνομα της εταιρίας «__________ ΕΠΕ», διότι ο φόρος προστιθέμενης αξίας επιρρίπτεται στον αντισυμβαλλόμενο και όχι σε τρίτον, όπως εν προκειμένω. ;Από το παραπάνω ποσό των 14.670 ευρώ ο εναγόμενος έχει καταβάλλει μόνο 7.000 ευρώ και αρνείται να καταβάλλει το υπόλοιπο των 7.670 ευρώ. Ο τελευταίος αρνείται την καταβολή του υπολοίπου της αμοιβής, επικαλούμενος κακοτεχνίες και ελαττώματα, κατά τον χρόνο της παράδοσης του έργου, προβάλλοντας επικουρικά, και κατ’ ορθή εκτίμηση, την ένσταση μειώσεως της αμοιβής κατά το ποσό που ο ενάγων ζητεί με την αγωγή του (9.203 ευρώ). Όμως η ένσταση αυτή, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, πρέπει να απορριφθεί ως αόριστη διότι δεν περιλαμβάνει σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν, όπως το άρθρο 262 παρ 1 ΚΠολΔ επιβάλλει. Ειδικότερα, δεν αναφέρεται ποια συγκεκριμένα πράγματα είχαν ελάττωμα και σε τι συνίσταται αυτό, καθώς και ποια είναι η αξία του έργου χωρίς το ελάττωμα και ποια με το ελάττωμα, για να προκύψει από τη διαφορά τους το ποσό της μειώσεως. Συνεπώς, η επίκληση ελλείψεων, ακόμη και αν υπάρχουν, δεν έχει έννομη επιρροή για την υποχρέωση καταβολής της αμοιβής διότι αυτό προϋποθέτει επιτυχή άσκηση ενός εκ των δικαιωμάτων που χορηγούν τα άρθρα 688-690 του ΑΚ.
Κατόπιν αυτών, πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των 7.670 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Επειδή η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική οικονομική βλάβη στον ενάγοντα πρέπει να κηρυχτεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή για το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. Τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος πρέπει να επιβληθούν κατά ένα μέρος σε βάρος του εναγομένου κατ’ άρθρο 178 ΚΠολΔικ., κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των επτά χιλιάδων εξακοσίων εβδομήντα (7.670) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
Κηρύσσει την απόφαση προσωρινά εκτελεστή, για το ποσό των πέντε χιλιάδων (5000) ευρώ. Και
Επιβάλλει σε βάρος του εναγόμενου ένα μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος που ορίζει σε διακόσια (200) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στη Νίκαια, στις, 6-5-2009 σε έκτακτη, δημόσια και στο ακροατήριο συνεδρίαση του Δικαστηρίου, που οι διάδικοι ήταν απόντες.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ