Περίληψη
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΦΕΣΕΩΝ
Αριθμός Απόφασης
6123/2012
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Μιχαήλ Αποστολάκη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Εύα Πετρίδου, Πρωτόδικη, Μαρία Παπαχατζάκη, Πρωτόδικη – Εισηγήτρια και τη Γραμματέα Νίκη Πουρνάρα.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Μαΐ’ου 2011, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) _______ _______ του _______ και 2) _______ _______ του _______ , κατοίκων Κερατσινίου, οι οποίοι παραστάθηκαν ο μεν πρώτος μετά ο δε δεύτερος διά της πληρεξούσιας δικηγόρου τους Ιωάννας Μαρώση.
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) _______ _______ του _______ , κατοίκου Αγίου Ελευθερίου Αττικής και 2) ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «_______ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίοι παραστάθηκαν διά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Δημητρίου Αναστασόπουλου.
Οι εκκαλούντες άσκησαν ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών την από 13-10-2005 και με αριθμό κατάθεσης 13799/2005 αγωγή τους κατά των εφεσίβλητων και ζήτησαν να γίνει δεκτή.
Ο πρώτος εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου την…. από 17-5-2006 και με αριθμό κατάθεσης 7120/2006 αγωγή του (και) κατά του πρώτου των εκκαλούντων και ζήτησε να γίνει δεκτή.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με τη με αριθμό 5072/2008 οριστική απόφασή του, συνεκδίκασε τις παραπάνω αγωγές και απέρριψε την πρώτη και δέχθηκε εν μέρει τη δεύτερη. Κατά της πιο πάνω απόφασης οι εκκαλούντες άσκησαν την από 2-7-2009 και με αριθμό κατάθεσης 1474/2009 έφεσή τους, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης 124304/2009 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου 2146/2009, προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 5072/2008 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο, καθώς και από τη σύμβαση ασφάλισής του (άρθρο 68ΙΑ ΚΠολΔ), ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 επ., 511,
513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), εντός τριών (3) ετών από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού από τα προσκομιζόμενα έγγραφα δεν προκύπτει, ούτε άλλωστε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης, αρμοδίως φέρεται δε προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 18 παρ. 2 ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 ΚΠολΔ) και να ερευνηθεί περαιτέρω κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα).
Ο πρώτος εφεσίβλητος, ενάγων της με αριθμό κατάθεσης 7120/2006 πρώτης, κατά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αγωγής εξέθεσε σε αυτήν ότι, κατά τον αναφερόμενο τόπο και χρόνο, ο πρώτος εναγόμενος, ήδη πρώτος εκκαλών, οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας _______ Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, το οποίο ήταν ασφαλισμένο στη δεύτερη εναγομένη και μη διάδικο στην παρούσα δευτεροβάθμια δίκη ασφαλιστική εταιρία «_______ », προκάλεσε από αποκλειστική υπαιτιότητά του το περιγραφόμενο στο αγωγικό δικόγραφο αυτοκινητικό ατύχημα, συνεπεία του οποίου καταστράφηκε ολοσχερώς το με αριθμό κυκλοφορίας _______ Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητό του. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζήτησε, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αιτήματος της αγωγής και τροπής αυτού από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται, υπό τις προαναφερόμενες ιδιότητές τους, να του καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, α) ως αποζημίωση το ποσό των 4.000 ευρώ, στο οποίο ανερχόταν η αξία του καταστραφέντος αυτοκινήτου του και το ποσό των 1.350 ευρώ, το οποίο, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή, δαπάνησε για τη μίσθωση ταξί, προκειμένου να μεταφέρει τη νεφροπαθή μητέρα του από την κατοικία της στο νοσοκομείο, και β) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης το ποσό των 1.000 ευρώ. Οι εκκαλούντες, ενάγοντες της με αριθμό κατάθεσης 13799/2005 αγωγής, η οποία εξετάσθηκε δεύτερη πρωτοδίκως, επικαλούμενοι ότι είναι συγκύριοι του με αριθμό κυκλοφορίας _______ Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου (φερόμενου ως ζημιογόνου στην ανωτέοω πρώτη αγωγή) και ότι το ίδιο ως άνω τροχαίο ατύχημα οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου εναγόμενου, ενάγοντος της πρώτης αγωγής και ήδη πρώτου εφεσίβλητου, οδηγού του ασφαλισμένου στη δεύτερη εναγόμενη και ήδη δεύτερη εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρία Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου με αριθμό κυκλοφορίας _______ , ζήτησαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, υπό τις προαναφερόμενες ιδιότητές τους, να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος, α) στον πρώτο ενάγοντα, ήδη πρώτο εκκαλούντα, το συνολικό ποσό των 7.947,14 ευρώ και β) στο δεύτερο ενάγοντα, ήδη δεύτερο εκκαλούντα, το συνολικό ποσό των 1.141,14 ευρώ, ως αποζημίωση της περιουσιακής ζημίας και χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης τους. Τις ανωτέρω δύο αγωγές συνεκδίκασε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του απέρριψε την 13799/2005 αγώγι) και δέχθηκε εν μέρει ως ουσία βάσιμη την 7120/2006 αγωγή. Ήδη οι εκκαλούντες παραπονούνται κατά της πρωτοβάθμιας απόφασης με την κρινόμενη έφεσή τους και ζητούν, για τους αναφερόμένους σε αυτή λόγους, να εξαφανισθεί, άλλως μεταρρυθμισθεί η εκκαλουμένη, προκειμένου στη συνέχεια να γίνει δεκτή η αγωγή τους και να απορριφθεί η εναντίον του πρώτου εκκαλούντος αγωγή του πρώτου εφεσίβλητου.
Η με αριθμό κατάθεσης 7120/2006 αγωγή του πρώτου εφεσίβλητου, έχουσα το προεκτεθέν περιεχόμενο είναι αρκούντως ορισμένη, αφού σ’ αυτήν αναφέρονται οι συνθήκες του ατυχήματος, η ολοσχερής καταστροφή του αυτοκινήτου του ενάγοντος και η αξία του κατά το χρόνο της καταστροφής, όσον αφορά δε το κονδύλιο της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, διατυπώνεται και ορισμένο αίτημα επιδίκασης συγκεκριμένου ποσού. Στοιχεία, όπως η ταχύτητα των εμπλακέντων στο ένδικο ατύχημα αυτοκινήτων, το αν οι οδοί, στις οποίες αυτά κινούνταν, είναι μονής ή διπλής κατεύθυνσης, η ύπαρξη τρίτων οχημάτων κ.α., δεν απαιτούνται για το ορισμένο της εν λόγω αγωγής, τα στοιχεία δε αυτά μπορούν να προκόψουν από την αποδεικτική διαδικασία. Εξάλλου, για την πληρότητα της αγωγής επί καθολικής καταστροφής αυτοκινήτου δεν είναι απαραίτητη η αναφορά του έτους κυκλοφορίας αυτού, του κυβισμού του, των επιμέρους βλαβών, της δαπάνης αποκατάστασης αυτών, των τυχόν σωζόμενων υπολειμμάτων, της αξίας τους ή δήλωση του ενάγοντος ιδιοκτήτη ότι τα προσφέρει στον εναγόμενο. Όμως, για να γίνει δεκτή η αγωγή ως βάσιμη στην ουσία της, τα στοιχεία που συνιστούν την ολική καταστροφή αρκεί να προκόψουν από τις αποδείξεις (Αθαν. Κρητικού, Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα, έκδ. 2008 σελ. 481-482 αρ. 55). Τέλος, για τον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης δεν είναι απαραίτητο να εκτίθενται στην αγωγή με ακρίβεια, όπως κατά κανόνα τούτο συμβαίνει στην αγωγή για περιουσιακή ζημία, όσα στοιχεία κρίνονται απαραίτητα προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει το δικαστήριο ως βάση για τον αιτούμενο προσδιορισμό (Αθαν. Κρητικού, ό.π. σελ. 425 αρ. 92). Επομένως, ορθώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ορισμένη την αγωγή του ήδη πρώτου εφεσίβλητου και τα όσα αντίθετα υποστηρίζονται με τον πρώτο λόγο της έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα κατ’ ουσίαν. Το αίτημα όμως της αγωγής περί επιδίκασης ποσού 1.350 ευρώ, το οποίο ο πρώτος εφεσίβλητος δαπάνησε για τη μεταφορά της μητέρας του με ταξί από την κατοικία της στο νοσοκομείο, μεταφορά την οποία θα εκτελούσε με το καταστραφέν αυτοκίνητό του, είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, διότι η δαπάνη αυτή δεν αποτελεί αποκαταστατέα κατά την ΑΚ 914 ζημία (Αθαν. Κρητικού, ό.π. σελ. 509 αρ. 151). Το νόμω βάσιμο του αγωγικού αυτού αιτήματος ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το παρόν Δικαστήριο στα πλαίσια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης (άρθρο 522 ΚΠολΔ) και χωρίς την υποβολή ειδικού παραπόνου εκ μέρους του πρώτου εκκαλούντος – εναγομένου, αρκούντος ότι αυτός με! τον πρώτο λόγο της έφεσης ζητεί την απόρριψη του συγκεκριμένου αιτήματος για άλλο λόγο (ΑΠ 1239/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1518/2008 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 1778/2011 ΝοΒ 2011.982, Σαμουήλ, Η Έφεση, έκδ. 2009 παρ. 851-852 σελ. 345).
Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα του ήδη πρώτου εφεσίβλητου και την ανωμοτί κατάθεση του ήδη πρώτου εκκαλούντος, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες (καταθέσεις) περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του ίδιου Δικαστηρίου, καθώς και από όλα τα έγγραφα, που προσκομίζονται νομίμως με επίκληση από τους διαδίκους, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη α) η επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τους εκκαλούντες υπ’ αριθμ. 14864/29-5-2008 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα _______ _______ ενώπιον του συμβολαιογράφου Πειραιά Αναστασίου Αθανασόπουλου, η οποία λήφθηκε μετά τη συζήτηση της αγωγής στον πρώτο βαθμό, χωρίς να παρίστανται οι εφεσίβλητοι, οι οποίοι όμως δεν κλητεύθηκαν προηγουμένως προς τούτο, όπως απαιτείται για το παραδεκτό της ένορκης βεβαίωσης από το άρθρο 671 παρ. 1 εδ. δ’ ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 674 παρ. 2 και 68ΙΑ ΚΠολΔ, καθόσον δεν γνωστοποιήθηκε σε αυτούς η ημερομηνία λήψης της ένορκης βεβαίωσης, δεδομένου ότι η καταχωρισθείσα στα πρακτικά του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου σχετική προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου των ήδη εκκαλούντων, παρουσία των εφεσίβλητων, δεν περιείχε την ημερομηνία αυτή (βλ. τα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά) και β) η επικαλούμενη από τους εφεσίβλητους ως «σχετ. 20» υπ’ αριθμ. 7226/8-2-2005 αυτοψία του _______ _______ , την οποία δεν προσκομίζουν, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 29-1-2005 και περί ώρα 2:50′, ο πρώτος εκκαλών, οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας _______ Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, συγκυριότητας του ίδιου και του δεύτερου εκκαλούντος κατ’ ισομοιρίαν, κινείτο επί της οδού Χορμοβίτου στον Πειραιά, με κατεύθυνση από Αγία Σοφία προς Κερατσίνι. Κατά τον ίδιο ως άνω χρόνο ο πρώτος εφεσίβλητος, οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας _______ Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητό του, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη από τη λειτουργία του στη δεύτερη εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρία, κινείτο επί της οδού Ψαρρών, η οποία διασταυρώνεται με την οδό Χορμοβίτου, με κατεύθυνση από Νίκαια προς Πειραιά. Όταν ο πρώτος εφεσίβλητος έφθασε στη διασταύρωση των ανωτέρω οδών, όπου η κυκλοφορία των οχημάτων ρυθμίζεται με φωτεινούς σηματοδότες, η φωτεινή ένδειξη του υπάρχοντος στην πορεία του σηματοδότη ήταν χρώματος ερυθρού, πλην όμως αυτός συνέχισε την πορεία του, με συνέπεια το εμπρόσθιο αριστερό τμήμα (γωνία) του αυτοκινήτου του να συγκρουστεί με το εμπρόσθιο δεξιό τμήμα (γωνία) του αυτοκινήτου των εκκαλούντων, που οδηγούσε ο πρώτος από αυτούς, ο οποίος κατά την ίδια στιγμή είχε εισέλθει στη διασταύρωση, έχοντας εκκινήσει από προηγούμενη θέση στάσης προ του υπάρχοντος στη δική του πορεία φωτεινού σηματοδότη, η ένδειξη του οποίου είχε ήδη εναλλαχθεί σε πράσινου φωτός. Η σύγκρουση αυτή οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα και ειδικότερα σε αμέλεια του πρώτου εφεσίβλητου, ο οποίος δεν κατέβαλε την προσοχή, που όφειλε και μπορούσε να καταβάλει, όπως ο κάθε μέσος συνετός οδηγός. Η αμέλεια αυτού συνίσταται στο ότι, κατά παράβαση των άρθρων 6 παρ. 1 και 12 παρ. 1 του ν. 2696/1999 (Κ.Ο.Κ.), δεν οδηγούσε με σύνεση και δεν ακινητοποίησε το αυτοκίνητό του πριν από τον ευρισκόμενο στην πορεία του φωτεινό σηματοδότη, συμμορφούμενος στην ένδειξη ερυθρού φωτός, την οποία έφερε, αλλά συνέχισε να κινείται και εισήλθε στη διασταύρωση, αιφνιδιάζοντας τον συννόμως κινούμενο εντός αυτής πρώτο εκκαλούντα, με συνέπεια την πρόκληση της ένδικης σύγκρουσης. Οι συνθήκες του ατυχήματος αποδεικνύονται από το σύνολο των αποδεικτικών μέσων, σαφής δε και κατηγορηματική περί των συνθηκών αυτών είναι και η ανωμοτί κατάθεση του πρώτου εκκαλούντος στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η οποία δεν αναιρείται από τα όσα αντιφατικά κατέθεσε η εξετασθείσα ενόρκως ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου μάρτυρας και συνοδηγός του πρώτου εφεσίβλητου, _______ _______ , σύμφωνα με τα οποία το αυτοκίνητο του εν λόγω εφεσίβλητου δέχθηκε χτύπημα στο εμπρόσθιο δεξιό τμήμα του, αν και ο ερυθρός σηματοδότης, τον οποίο κατά τα αναφερόμενα στην κατάθεσή της παραβίασε ο πρώτος εκκαλών, βρισκόταν αριστερά του αυτοκινήτου του πρώτου εφεσίβλητου. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι η υπαιτιότητα για την πρόκληση του ένδικου τροχαίου ατυχήματος βαρύνει αποκλειστικούς τον ήδη πρώτο των εκκαλούντων, εσφαλμένως εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει ο σχετικός δεύτερος λόγος της έφεσης να γίνει δεκτός ως βάσιμος στην ουσία του. Κατόπιν τούτου, ερευνητέα τυγχάνουν και τα κεφάλαια της αγωγής των εκκαλούντων που αφορούν τις αξιώσεις αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης αυτών, το πρώτο ως περιλαμβανόμενο στο εκκληθέν κεφάλαιο της υπαιτιότητας, το δε δεύτερο ως αναγκαίως συνεχόμενο με αυτό. Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι από τη σύγκρουση το αυτοκίνητο των εκκαλούντων υπέστη υλικές ζημιές στον εμπρόσθιο προφυλακτήρα, στο δεξιό άκρο και στο λάστιχο αυτού, στον εμπρόσθιο δεξιό φανό και στη βάση αυτού, στο εμπρόσθιο δεξιό φλας, στο εμπρόσθιο δεξιό φτερό και στο φρύδι αυτού. Για την αποκατάσταση των ζημιών αυτών οι εκκαλούντες δαπάνησαν για την αγορά των ανταλλακτικών το ποσό των 292,58 ευρώ (βλ. την από 4-3-2005 απόδειξη του _______ _______ , σε συνδυασμό με το υπ’ αριθμ. 461/4-3-2005 δελτίο περιγραφής είδους του ίδιου) και για τις εργασίες επισκευής το ποσό των 689,71 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθμ. 1647/4-3-2005 απόδειξη παροχής υπηρεσιών της Ο.Ε. Αφοί _______ , σε συνδυασμό με την από 4-3- 2005 αναλυτική κατάσταση εργασιών της ίδιας εταιρίας), συνολικά δε δαπάνησαν το ποσό των 982,29 ευρώ. Το αυτοκίνητο των εκκαλούντων ήταν εργοστασίου κατασκευής LADA, τύπου NIVA, 1.690 κ. εκ. και με ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας την 22-6-2001. Ενόψει των ανωτέρω χαρακτηριστικών του και της μικρής παλαιότητάς του πριν από το ατύχημα (3,5 περίπου ετών), κρίνεται ότι η εμπορική – αγοραστική αξία του κατά το χρόνο αυτό (29-1-2005) ανερχόταν στο ποσό των 6.000 ευρώ (βλ. το προσκομιζόμενο από τους εφεσίβλητους τεύχος της 10-2- 2005 του περιοδικού Autocar). Συνεπεία όμως της σύγκρουσης και παρά την επισκευή του, μειώθηκε η αγοραστική αξία του, τόσο κατά την έννοια της εμπορικής υπαξίας του, που συνίσταται στη μείωση της αξίας πώλησής του, όσο και κατά την έννοια της τεχνικής υπαξίας του, λόγω των ζημιών που προκλήθηκαν σ’ αυτό (για τις έννοιες αυτές, βλ. ΕφΑΘ 5002/1993 ΕπΣυγκΔ 1993.357). Η μείωση αυτή, ενόψει της φύσης και της έκτασης των προαναφερθέντων φθορών και της επιμελημένης επισκευής του αυτοκινήτου σε συνεργείο επιλογής των εκκαλούντων ανέρχεται σε ποσοστό 3% της εμπορικής αξίας του και συγκεκριμένα, στο ποσό των 180 ευρώ, το οποίο αποτελεί και την αντίστοιχη ζημία των εκκαλούντων. Περαιτέρω, οι τελευταίοι, εξαιτίας των φθορών του αυτοκινήτου τους, που οφείλονται σε υπαιτιότητα του πρώτου εφεσίβλητου, οδηγού του ασφαλισμένου στη δεύτερη εφεσίβλητη αυτοκινήτου, υπέστησαν ηθική βλάβη, λόγω της στενοχώριας, που δοκίμασαν και των ταλαιπωριών, στις οποίες υποβλήθηκαν, προς χρηματική ικανοποίηση της οποίας πρέπει να επιδικασθεί σε έκαστο το εύλογο ποσό των 100 ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη το Δικαστήριο για τον καθορισμό αυτής τις συνθήκες τέλεσης του ατυχήματος, αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου, το είδος και την έκταση των ζημιών του βλαβέντος αυτοκινήτου και την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων, πλην της δεύτερης εφεσίβλητης ασφαλιστικής εταιρίας, της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική. Όμως, από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε ότι ο πρώτος εκκαλών, κατά το χρονικό διάστημα που απαιτήθηκε για την επισκευή του βλαβέντος οχήματος και ανεξαρτήτως της πραγματικής διάρκειας του διαστήματος αυτού, υποβλήθηκε σε οποιαδήποτε δαπάνη για τη μίσθωση αυτοκινήτου ταξί, προκειμένου να μετακινείται, όπως επικαλέστηκε στην αγωγή, από την επιχείρηση πώλησης σχολικών ειδών και βιβλίων που διατηρεί στο Κερατσίνι προς τους προμηθευτές του στο κέντρο της Αθήνας και αντιστρόφως, καθόσον ουδεμία απόδειξη καταβολής κομίστρου για τις διαδρομές αυτές προσκομίσθηκε, ενώ ο ίδιος ο πρώτος εκκαλών δήλωσε πριν την έναρξη της ανωμοτί εξέτασής του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ότι το επάγγελμά του είναι ηλεκτρολόγος. Κατ’ ακολουθίαν όλων των προεκτεθέντων και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης, που να πλήττει άλλο κεφάλαιο της εκκαλουμένης, ούτε την κρίση της περί της απόρριψης ως αόριστης της αιτούμενης από τον πρώτο των εκκαλούντων αποζημίωσης ποσού 5.000 ευρώ, λόγω της επικαλούμενης σωματικής βλάβης που υπέστη από το ένδικο ατύχημα, πρέπει η κρινόμενη έφεση να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση. Ακολούθως, αφού κρατηθεί η υπόθεση και συνεκδικαστούν εκ νέου οι ανωτέρω αγωγές από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά το μέρος κατά το οποίο μεταβιβάζονται σε αυτό, πρέπει η με αριθμό κατάθεσης 7120/2006 αγωγή του πρώτου εφεσίβλητου να απορριφθεί ως μη νόμιμη ως προς την αιτούμενη δαπάνη μίσθωσης ταξί ποσού 1.350 ευρώ και ως ουσία αβάσιμη ως προς τα λοιπά αιτήματά της, η δε με αριθμό κατάθεσης 13799/2005 αγωγή των εκκαλούντων πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι — εκκαλούντες να καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, σε έκαστο των εναγόντων – εκκαλούντων το ποσό των [(982,29 : 2) + (180 : 2) + 100] 681,14 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής (άρθρο 346 ΑΚ), δεδομένου ότι η επικαλούμενη από τους εκκαλούντες προηγούμενη όχληση των αντιδίκων τους στις 5-3-2005 για την καταβολή των επίδικων ποσών δεν αποδείχθηκε. Μέρος των δικαστικών εξόδων των εκκαλούντων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εφεσίβλητων, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων (άρθρα 183 και 178 παρ. 1 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 5072/2008 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών του άρθρου 68ΙΑ ΚΠολΔ.
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και ΔΙΚΑΖΕΙ αυτήν.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τη με αριθμό κατάθεσης 7120/2006 αγωγή.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει τη με αριθμό κατάθεσης 13799/2005 αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγόμενους αυτής (εφεσίβλητους) να καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, σε έκαστο των εναγόντων (εκκαλούντων) το ποσό των εξακοσίων ογδόντα ενός ευρώ και δεκατεσσάρων λεπτών (681,14), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εφεσίβλητους στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων των εκκαλούντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το ύψος του οποίου ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων πενήντα (550) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 6-12-2012.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 7-12-2012.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ